Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
Τῷ Δαυΐδ. | | |
1 (Μασ. 33) ΑΓΑΛΛΙΑΣΘΕ, δίκαιοι, ἐν Κυρίῳ· τοῖς εὐθέσι πρέπει αἴνεσις. | 1 (Μασ. 33) Σκιρτήσατε από αγαλλιασιν σεις οι δίκαιοι, με χαράν που προέρχεται από τον Κυριον. Εις σας τους ευθείς και ειλικρινείς απέναντι Θεού και ανθρώπων είναι πρέπον και αρμόζον να δοξολογήτε με αγαλλίασιν τον Κυριον. | 1 Ανακράξατε μετ’ ἐνθουσιασμοῦ καὶ σκιρτήσατε ἀπὸ ἁγίαν χαρὰν διὰ τὸν Κύριον, τὸν προστάτην καὶ θριαμβευτήν σας, σεῖς οἱ δίκαιοι, ποὺ πιστεύετε καὶ ἐλπίζετε εἰς αὐτόν· εἰς σᾶς τοὺς εὐθεῖς καὶ εἰλικρινῶς ἀφωσιωμένους εἰς αὐτὸν ἁρμόζει νὰ ὑμνήσετε τὸν Κύριον. |
2 ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ ἐν κιθάρᾳ, ἐν ψαλτηρίῳ δεκαχόρδῳ ψάλατε αὐτῷ. | 2 Δοξολογήσατε τον Κυριον με κιθάραν, με δεκάχορδον ψαλτήριον παίξατε αρμονικούς ύμνους προς χάριν αυτού. | 2 Δοξολογήσατε τὸν Κύριον μὲ κιθάραν, μὲ ψαλτήριον τέλειον ἔχον δέκα χορδάς, ψάλατε ὕμνους εἰς αὐτόν. |
3 ᾄσατε αὐτῷ ᾆσμα καινόν, καλῶς ψάλατε αὐτῷ ἐν ἀλαλαγμῷ. | 3 Υμνήσατέ τον με άσμα νέον. Παίξατε προς χάριν αυτού με μεγάλον ενθουσιασμόν αρμονικά μέλη με τα μουσικά σας όργανα. | 3 Ὑμνήσατέ τον μὲ ὕμνον νέον, εἰδικῶς διὰ τὴν νέαν θαυμαστὴν ἐπέμβασιν καὶ προστασίαν του τονισμένον, ἐπιμελῶς καὶ ὁλοψύχως ψάλατε ὕμνον πρὸς αὐτὸν μὲ φωνὴν ἐνθουσιώδη, ἐπινίκειον καὶ πανηγυρικήν. |
4 ὅτι εὐθὴς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, καὶ πάντα τὰ ἔργα αὐτοῦ ἐν πίστει· | 4 Υμνήσατέ τον, διότι ο λόγος του Κυρίου είναι ευθύς και αληθινός. Ολα τα έργα του έχουν αποδειχθή αξιόπιστα σύμφωνα με τας υποσχέσεις, που έχει δώσει. | 4 Ἁρμόζει σεὶς οἱ εὐθεῖς να τὸν ἀνυμνῆτε, διότι ὁ λόγος τοῦ Κυρίου εἶναι δίκαιος καὶ πλήρης εὐθύτητος· αἱ ὑποσχέσεις του εἶναι βέβαιαι καὶ ἀμετάθετοι καὶ δὲν διαψεύδονταί ποτέ, καὶ ὅλα ὅσα πράττει ἀνταποκρίνονται πιστῶς πρὸς ὅσα ὑπεσχέθη· |
5 ἀγαπᾷ ἐλεημοσύνην καὶ κρίσιν, τοῦ ἐλέους Κυρίου πλήρης ἡ γῆ. | 5 Ο Κυριος αγαπά και εφαρμόζει την δικαιοσύνην του αλλά και το έλεός του. Η γη είναι γεμάτη από το έλεος της αγαθότητός του. | 5 εἶναι δὲ φυσικὸν ὁ Κύριος νὰ τηροῦν τὰς ὑποσχέσεις αὐτοῦ. Διότι ἀγαπᾷ να ἐκχύνῃ τὸ ἔλεός του εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ καὶ νὰ κρίνῃ ἐν δικαιοσύνῃ αὐτούς, ἕνεκα δὲ τούτου δὲν λησμονεῖ ποτὲ τὰς ὑποσχέσεις του, ἀλλὰ συμφώνως πρὸς αὐτὰς πατάσσει τοὺς ἀδικοῦντας καὶ καταπιέζοντας πάντα ἐλπίζοντα ἐπ' αὐτόν. Διότι διατηρεῖ τὰς ὑποσχέσεις του πιστῶς, δι’αὐτο καὶ ἡ γῆ εἶναι γεμάτη ἀπὸ τὸ ἔλεος καὶ τὰς δωρεὰς τοῦ Κυρίου. |
6 τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν καὶ τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν· | 6 Με μόνον τον λόγον του έγιναν και εστερεώθησαν οι ουρανοί. Με απλήν πνοήν του στόματός του εδημιουργήθησαν τα απειροπληθή άστρα και η συνεκτική μεταξύ των και η εντός ενός εκάστου από αυτά, απεριόριστος δύναμις. | 6 Μὲ μόνον τὸν λόγον καὶ τὴν προσταγὴν τοῦ Κυρίου ἐστηρίχθησαν στερεὶ οἱ οὐρανοί· καὶ μὲ τὸ ἁπλοῦν φύσημα τοῦ στόματός του ἐδημιουργήθησαν τὰ ἀπειροπληθῆ ἄστρα ὡς στρατιὰ δυνατή, ἁρμονικῶς συντεταγμένη. Ποῖος εἶναι τόσον δυνατὸς ὅσον ὁ παντοδύναμος Κύριος; |
7 συνάγων ὡσεὶ ἀσκὸν ὕδατα θαλάσσης, τιθεὶς ἐν θησαυροῖς ἀβύσσους. | 7 Συγκεντρώνει ο Θεός και περικλείει τα ύδατα εις τας κοίτας των θαλασσών με όσην ευκολίαν ο άνθρωπος βάζει ύδωρ στο ασκί. Αυτός θέτει και ασφαλίζει τα απύθμενα ύδατα των ωκεανών εις τας απεράντους αβύσσους, όπως μέσα εις τα θησαυροφυλάκια ασφαλίζονται οι θησαυροί των ανθρώπων. | 7 Συνάζει καὶ περιορίζει τὰ ὕδατα τῶν θαλασσῶν μὲ ὅσην εὐκολίαν καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐγκλείει ἐντὸς ἀσκοῦ ὕδωρ, καὶ ἐνέκλεισεν εἰς ἀποθήκας τὰ νερὰ τῶν ὠκεανῶν καὶ τῶν ἀπεράντων θαλασσῶν, ὅπως μέσα εἰς ταμεῖον κλείονται ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων θησαυροί. |
8 φοβηθήτω τὸν Κύριον πᾶσα ἡ γῆ, ἀπ᾿ αὐτοῦ δὲ σαλευθήτωσαν πάντες οἱ κατοικοῦντες τὴν οἰκουμένην· | 8 Τον παντοδύναμον, λοιπόν, αυτόν Κυριον ας φοβηθή όλος ο κόσμος. Ενώπιόν του ας συγκλονισθούν και ας συγκινηθούν βαθύτατα όλοι οι κάτοικοι της οικουμένης. | 8 Τὸν παντοδύναμον Κύριον, ὁ ὁποῖος τόσα θαυμαστὰ καὶ καταπληκτικὰ ἐργάζεται, ἂς φοβηθῇ πᾶσα ἡ γῆ, πρὸ αὐτοῦ δὲ ἂς σαλευθοῦν ἐν τρόμῳ καὶ εὐλαβείᾳ ὅλοι ὅσοι κατοικοῦν εἰς τὴν οἰκουμένην. |
9 ὅτι αὐτὸς εἶπε καὶ ἐγενήθησαν, αὐτὸς ἐνετείλατο καὶ ἐκτίσθησαν. | 9 Διότι αυτός λόγον είπε μόνον, και έγιναν όλα εκ του μηδενός. Αυτός έδωσεν εντολήν και εκτίσθησαν τόσον στερεά και ωραία όλα τα δημιουργήματά του. | 9 Διότι αὐτὸς εἶπε λόγον μόνον, καὶ ὅλα ἔγιναν ἐκ τοῦ μηδενός· αὐτὸς ἔδωκε ἐντολήν, καὶ ἀμέσως ἐπὶ τῷ προστάγματι αὐτοῦ ἐκτίσθησαν τὰ πάντα. |
10 Κύριος διασκεδάζει βουλὰς ἐθνῶν, ἀθετεῖ δὲ λογισμοὺς λαῶν καὶ ἀθετεῖ βουλὰς ἀρχόντων· | 10 Ο Κυριος διαλύει και εκμηδενίζει τας σκέψεις και τας αποφάσεις των αμαρτωλών εθνών και ματαιώνει τα κακόβουλα σχέδια των πονηρών αρχόντων. | 10 Καὶ ἐὰν ἔθνη εἰδωλολατρικὰ λάβουν ἀποφάσεις κακάς, ὁ Κύριος ματαιώνει καὶ διασκορπίζει αὐτὰς ὡς ἄχυρον καὶ ὡς καπνόν, ἐκμηδενίζει δὲ καὶ ματαιώνει τὰ μεθ' ὑπολογισμοῦ καὶ σκέψεως πολλῆς καταστρωθέντα ἐπίβουλα καὶ ὀλέθρια σχέδια λαῶν καὶ τὰς ἀποφάσεις, ποὺ ἔλαβον ἄρχοντες στηριχθέντες ἐπὶ τῆς ἰσχύος καὶ τῆς δυνάμεως αὐτῶν. |
11 ἡ δὲ βουλὴ τοῦ Κυρίου εἰς τὸν αἰῶνα μένει, λογισμοὶ τῆς καρδίας αὐτοῦ εἰς γενεὰν καὶ γενεάν. | 11 Το θέλημα του Κυρίου παραμένει πάντοτε ισχυρόν και ακλόνητον. Και τα πάνσοφα σχέδια της θείας βουλής του πραγματοποιούνται εις τας γενεάς των γενεών, | 11 Ἡ ἀπόφασις ὅμως καὶ τὸ θέλημα τοῦ προστάτου παντὸς ἐλπίζοντος εἰς αὐτὸν Κυρίου παραμένει ἀπρόσβλητον καὶ ἀδιάσειστον εἰς τὸν αἰῶνα, χωρὶς να εἶναι δυνατὸν να ἀνατραπῇ ἡ ἐμποδισθῇ παρ’ οὐδενός· καὶ οἱ ἀπόκρυφοι λογισμοὶ τοῦ ἀπείρου του νοῦ, οἱ σχεδιάζοντες τὴν σωτηρίαν τῶν ἐκλεκτῶν του, πραγματοποιοῦνται εἰς γενεᾶς γενεῶν, χωρὶς κανεὶς νὰ δύναται νὰ ἀντισταθῇ εἰς αὐτούς. |
12 μακάριον τὸ ἔθνος, οὗ ἐστι Κύριος ὁ Θεὸς αὐτοῦ, λαός, ὃν ἐξελέξατο εἰς κληρονομίαν ἑαυτῷ. | 12 Τρισευτυχισμένον και ευλογημένον από τον Θεόν είναι το έθνος εκείνο, το οποίον έχει ως Κυριον του τον αληθινόν Θεόν. Μακάριος ο λαός, τον οποίον εξέλεξεν ο Κυριος ως ιδικήν του κληρονομία. | 12 Μακάριον διὰ τοῦτο εἶναι τὸ ἰσραηλιτικὸν ἔθνος, τοῦ ὁποίου ὁ Κύριος εἶναι ὁ λατρευόμενος ὑπ’ αὐτοῦ Θεός, μακάριος εἶναι ὁ λαός, τὸν ὁποῖον ἐξέλεξεν ὁ Κύριος ὡς κληρονομίαν καὶ λαὸν ἰδικόν του, διὰ νὰ προνοῇ ἰδιαιτέρως δι’ αὐτὸν καὶ νὰ τὸν χρησιμοποιῇ ὡς ὄργανον τῶν σωτηρίων βουλῶν του. |
13 ἐξ οὐρανοῦ ἐπέβλεψεν ὁ Κύριος, εἶδε πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων· | 13 Ο Κυριος από τον ουρανόν έρριψε και ρίπτει τα βλέμματά του επάνω εις την γην και βλέπει όλους τους ανθρώπους, οι οποίοι κατοικούν εις αυτήν. | 13 Ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ ἔρριψεν ὁ Κύριος τὸ βλέμμα του πρὸς τὰ κάτω, εἶδεν ὡς παντεπόπτης ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἀπὸ τὸ ὄμμα του οὐδὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διαφύγῃ. |
14 ἐξ ἑτοίμου κατοικητηρίου αὐτοῦ ἐπέβλεψεν ἐπὶ πάντας τοὺς κατοικοῦντας τὴν γῆν, | 14 Από το μεγαλοπρεπές ουράνιον κατοικητήριόν του έρριψε το βλέμμα του και είδεν όλους τους κατοίκους της γης. | 14 Ἀπὸ τῆς μεγαλοπρεπῶς καὶ ἀσαλεύτως ἐτοιμασμένης ἐν οὐρανοῖς κατοικίας του ἔρριψε τὸ παντέφορον βλέμμα του εἰς ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς γῆς καὶ παρακολουθεῖ τούτους καὶ πάντα τὰ ἔργα αὐτῶν. |
15 ὁ πλάσας κατὰ μόνας τὰς καρδίας αὐτῶν, ὁ συνιεὶς πάντα τὰ ἔργα αὐτῶν. | 15 Αυτός μόνος, χωρίς την βοήθειαν κανενός, έπλασε τας καρδίας των. Αυτός κατανοεί εις όλον το βάθος και πλάτος τα έργα των ανθρώπων και τα κίνητρα αυτών. | 15 Τὰ παρακολουθεῖ ἀλανθάστως, Αὐτὸς ποὺ μόνος καὶ χωρὶς τὴν βοήθειαν οὐδενὸς ἔπλασε τὰς καρδίας αὐτῶν καὶ ὁ ὁποῖος κατανοεῖ τὰ ἔργα των γνωρίζων καὶ αὐτὰ τὰ μυστικὰ ἐλατήρια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα προῆλθον ταῦτα. |
16 οὐ σῴζεται βασιλεὺς διὰ πολλὴν δύναμιν, καὶ γίγας οὐ σωθήσεται ἐν πλήθει ἰσχύος αὐτοῦ. | 16 Κανείς βασιλεύς δεν σώζεται με την μεγάλην του στρατιωτικήν δύναμιν και κανείς γίγας δεν ημπορεί ποτέ να σωθή με την μεγάλην του σωματικήν ισχύν. | 16 Τοιοῦτος Θεὸς παντεπόπτης, παγγνώστης καὶ παντοδύναμος, εἶναι ὁ μόνος δυνατὸς νὰ σώζῃ καὶ νὰ νικᾷ. Βασιλεὺς δὲν σώζεται διὰ τὴν πολλήν του στρατιωτικὴν δύναμιν, καὶ οἱοσδήποτε ἐμπειροπόλεμος γίγας δὲν θὰ σωθῇ ἀπὸ τὴν μεγάλην σωματικήν του ρώμην καὶ ἀντοχήν, ἐὰν δὲν σώσῃ αὐτοὺς ὁ Θεός. |
17 ψευδὴς ἵππος εἰς σωτηρίαν, ἐν δὲ πλήθει δυνάμεως αὐτοῦ οὐ σωθήσεται. | 17 Το ιππικόν είναι ανίκανον και μάταιον να σώση άλλους, αλλά και κανείς δεν ημπορεί να σωθή όσην μεγάλην δύναμιν και αν διαθέτη. | 17 Ψευδὴς καὶ ἀπατηλὴ ἀποδεικνύεται ἡ ἐλπίς, τὴν ὁποίαν στηρίζει τις ἐπὶ τοῦ ἱππικοῦ, καὶ δὲν θὰ σωθῇ ὁ παλαιῶν καὶ ἀγωνιζόμενος διὰ τοῦ πλήθους τῆς δυνάμεώς του. |
18 ἰδοὺ οἱ ὀφθαλμοὶ Κυρίου ἐπὶ τοὺς φοβουμένους αὐτὸν τοὺς ἐλπίζοντας ἐπὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ, | 18 Η σωτηρία από τον Κυριον μόνον προέρχεται. Ιδού οι οφθαλμοί του Κυρίου βλέπουν στοργικώς όλους, όσοι τον σέβονται, όλους όσοι ελπίζουν στο έλεός του, | 18 Μόνος σωτὴρ καὶ ρύστης εἶναι ὁ Θεός. Ἰδοὺ δὲ οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Κυρίου διευθύνονται μετ’ ἀγρύπνου στοργῆς ἐπ’ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι φοβοῦνται αὐτὸν καὶ ἐλπίζουν εἰς τὸ ἔλεός του. |
19 ρύσασθαι ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς αὐτῶν καὶ διαθρέψαι αὐτοὺς ἐν λιμῷ. | 19 δια να γλυτώση από πρόωρον η άδικον θάνατον την ζωήν των και να τους τροφοδοτήση και τους θρέψη εις περίοδον λιμού. | 19 Παρακολουθεῖ τούτους ὁ Κύριος ἕτοῖμος νὰ γλυτώσῃ τὴν ζωήν των ἀπὸ βίαιον καὶ ἄδικον θάνατον καὶ νὰ τοὺς διαθρέψῃ εἰς καιρὸν στερήσεως καὶ πείνης. |
20 ἡ ψυχὴ ἡμῶν ὑπομενεῖ τῷ Κυρίῳ, ὅτι βοηθὸς καὶ ὑπερασπιστὴς ἡμῶν ἐστιν· | 20 Η ψυχή μας, λοιπόν, με υπομονήν και ελπίδα ακλόνητον θα περιμένη την προστασίαν του Κυρίου, διότι αυτός είναι ο βοηθός και υπερασπιστής μας. | 20 Αἱ ψυχαί μας λοιπὸν μεθ' ὑπομονῆς καὶ ἐλπίδος ἀκλονήτου θὰ ἀναμείνουν τὴν προστασίαν τοῦ Κυρίου, διότι αὐτὸς εἶναι βοηθὸς καὶ ὑπερασπιστής μας. |
21 ὅτι ἐν αὐτῷ εὐφρανθήσεται ἡ καρδία ἡμῶν, καὶ ἐν τῷ ὀνόματι τῷ ἁγίῳ αὐτοῦ ἠλπίσαμεν. | 21 Διότι εις αυτόν τον στοργικόν υπερασπιστήν και σωτήρα θα ευφρανθή η καρδία μας και στο Ονομά του το άγιον, που έχομεν ελπίσει και θα εξακολουθούμεν να ελπίζωμεν. | 21 Διότι λόγῳ τῆς βοηθείας ποὺ μᾶς παρέχει καὶ τῆς προνοίας ποὺ λαμβάνει δι’ ἠμᾶς, θὰ εὐφρανθοῦν αἱ καρδίαι μας, καὶ εἰς τὸ ὄνομά του τὸ ἅγιον ἠλπίσαμεν καὶ θὰ ἑξακολουθῶμεν νὰ ἐλπίζωμεν. |
22 γένοιτο, Κύριε, τὸ ἔλεός σου ἐφ᾿ ἡμᾶς, καθάπερ ἠλπίσαμεν ἐπὶ σέ. | 22 Είθε, Κυριε, να εκχυθή και να μείνη πλούσιον εις ημάς το έλεός σου, όπως και ημείς με ακλόνητον πίστιν και πεποίθησιν έχομεν ελπίσει εις σέ. | 22 Εἴθε, Κύριε, νὰ ἐκχυθῇ ἐφ’ ἡμᾶς τὸ ἔλεός σου δαψιλὲς καὶ ἄφθονον, καθὼς ἀκλονήτως καὶ μετὰ πόθου ἠλπίσαμεν εἰς σέ, χωρὶς νὰ ἀποκάμωμεν ἀναμένοντες τὴν βοήθειάν σου. |