Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
᾿Αλληλούϊα. | | |
1 (Μασ. 118) ΕΞΟΜΟΛΟΓΕΙΣΘΕ τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ. | 1 (Μασ. 118) Δοξολογείτε συνεχώς και ευχαριστείτε τον Κυριον, διότι είναι πανάγαθος, διότι αιώνιον και πλουσιόδωρον είναι το έλεός του. | 1 Δοξολογήσατε καὶ εὐχαριστήσατε τὸν Κύριον, διότι εἶναι ἀγαθός, διότι πάντοτε καὶ διαρκῶς ἐλεεῖ καὶ ἡ εὐσπλαγχνία του εἶναι ἀστείρευτος πηγὴ ἐλέους, ὥστε τὸ ἔλεός του να μένῃ ἀνεξάντλητον εἰς τὸν αἰῶνα. |
2 εἰπάτω δὴ οἶκος ᾿Ισραὴλ ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· | 2 Ας διακηρύξη όλος ο ισραηλιτικός λαός, ότι είναι πανάγαθος, διότι είναι αιώνιον και πλουσιόδωρον το έλεός του. | 2 Ἂς εἴπῃ λοιπὸν καὶ ἂς διακηρύξῃ ὁ οἶκος τοῦ Ἰσραήλ, ὅλοι γενικῶς οἱ Ἰσραηλῖται, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγαθός, διότι τὸ ἔλεός του εἶναι ἀστείρευτον καὶ μένει εἰς τὸν αἰῶνα. |
3 εἰπάτω δὴ οἶκος ᾿Ααρὼν ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· | 3 Ας διαλαλήση το ιερατικόν γένος του Ααρών, ότι είναι πανάγαθος, ότι αιώνιον και πλουσιόδωρον είναι το έλεός του. | 3 Ἂς εἴπῃ τώρα καὶ τὸ ἀπὸ τοῶ Ἀαρὼν καταγόμενον ἱερατικὸν γένος, ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ἀγαθός, διότι τὸ ἔλεός του παραμένει αἰώνιον. |
4 εἰπάτωσαν δὴ πάντες οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ. | 4 Ας διαλαλήσουν, λοιπόν, όλοι όσοι ευλαβούνται τον Κυριον, οι προσήλυτοι εκ των εθνών, ότι ο Κυριος είναι πανάγαθος, ότι αιώνιον και πλουσιόδωρον είναι το έλεός του. | 4 Ἂς διακηρύξουν καὶ ἂς τὸ φωνάξουν ὅλοι οἱ ἐξ ἐθνῶν προσήλυτοι, ὅσοι φοβοῦνται τὸν Κύριον, ὅτι εἶναι ἀγαθός, διότι δὲν παύει ποτὲ ἀπὸ τοῦ να ἐλεῇ διὰ μέσου πάντων τῶν αἰώνων. |
5 ἐκ θλίψεως ἐπεκαλεσάμην τὸν Κύριον, καὶ ἐπήκουσέ μου εἰς πλατυσμόν. | 5 Οταν ευρισκόμην εις μεγάλην θλίψιν, παρεκάλεσα τον Κυριον και ο Κυριος έκαμε δεκτήν την προσευχήν μου και μου έστειλεν άνεσιν. | 5 Ἐκ μέσου τῆς κυκλωσάσης μὲ θλίψεως ἐπεκαλέσθην τὸν Κύριον καὶ ἑπήκουσε τῆς προσευχῆς μου καὶ ἐκ τῆς στενοχώρίας μου μὲ ὠδήγησεν εἰς εὐρυχωρίαν καὶ ἀνακούφισιν. |
6 Κύριος ἐμοὶ βοηθός, καὶ οὐ φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος. | 6 Οταν ο Κυριος είναι βοηθός και συμπαραστάτης μου, δεν θα φοβηθώ ποτέ από τας απειλάς και τας κακότητας του οιουδήποτε ανθρώπου. | 6 Ὁ Κύριος ἐγένετο εἰς ἐμὲ βοηθὸς καὶ δὲν θὰ φοβηθῶ τί θὰ μοῦ κάμῃ οἰοσδήποτε ἄνθρωπος. |
7 Κύριος ἐμοὶ βοηθός, κἀγὼ ἐπόψομαι τοὺς ἐχθρούς μου. | 7 Ο Κυριος είναι ο παντοδύναμος βοηθός μου, δια τούτο και θα ίδω ταπεινωμένους προ των ποδών μου τους εχθρούς μου. | 7 Ὃ Κύριος εἶναι βοηθὸς καὶ σύμμαχός μου, δι’ αὐτὸ δὲ καὶ ἐγὼ θὰ ἴδω τοὺς ἐχθρούς μου πρὸ τῶν ποδῶν μου ἡττημένους καὶ κατησχυμμένους. |
8 ἀγαθὸν πεποιθέναι ἐπὶ Κύριον ἢ πεποιθέναι ἐπ᾿ ἄνθρωπον· | 8 Είναι ασυγκρίτως προτιμότερον και επωφελέστερον να έχη κανείς στηριγμένην την πεποίθησίν του στον Κυριον η να εμπιστεύεται τον εαυτόν του στους ανθρώπους. | 8 Ἀσυγκρίτως καλύτερον καὶ ἀσφαλέστερον νὰ στηρίζῃ τις τὴν ἐλπίδα καὶ πεποίθησή του εἰς τὸν Κύριον, παρὰ νὰ βασίζεται εἰς τὴν βοήθειαν καὶ συμμαχίαν ἀνθρώπου. |
9 ἀγαθὸν ἐλπίζειν ἐπὶ Κύριον ἢ ἐλπίζειν ἐπ᾿ ἄρχουσι. | 9 Προτιμότερον και επωφελέστερον είναι να ελπίζη κανείς στον Κυριον, παρά να ελπίζη εις την βοήθειαν των αρχόντων. | 9 Εἶναι ἀσυγκρίτως προτιμότερον νὰ ἐλπίῃ τις εἰς τὸν Κύριον, παρὰ νὰ ἐλπίζῃ εἰς ἄρχοντας καὶ ἡγεμόνας. |
10 πάντα τὰ ἔθνη ἐκύκλωσάν με, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς· | 10 Ολα τα γύρω έθνη έχθρικώς με περιεκύκλωσαν, εγώ όμως με το όνομα του Κυρίου, το οποίον και επεκαλέσθην, τους απέκρουσα και υπερήσπισα τον εαυτόν μου. | 10 Ὅλα τὰ γειτονικὰ ἔθνη μὲ περιεκύκλωσαν καὶ ὐμύνθην κατ’ αὐτῶν ἐπικαλεσθεὶς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ τὴν βοήθειαν αὐτοῦ. |
11 κυκλώσαντες ἐκύκλωσάν με, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς. | 11 Με πολλήν ορμήν και μανίαν με περιεκύκλωσαν, και εγώ εν ονόματι Κυρίου τους απέκρουσα. | 11 Μὲ πολλὴν ὁρμὴν μὲ περιεκύκλωσαν καὶ μὲ τὴν ἐπίκλησιν τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἀντεπεξῆλθον καὶ ἠμύνθην νικηφόρως κατ’ αὐτῶν. |
12 ἐκύκλωσάν με ὡσεὶ μέλισσαι κηρίον καὶ ἐξεκαύθησαν ὡς πῦρ ἐν ἀκάνθαις, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς. | 12 Με περιεκύκλωσαν, όπως περικυκλώνουν αι μέλισσαι την κηρήθραν, ήναψε πυρκαϊά μανίας μέσα των εναντίον μου, ωσάν η φωτιά εις τα αγκάθια. Και εγώ εν ονόματι Κυρίου τους απέκρουσα. | 12 Ἔπεσαν ἐπάνω μου καὶ μὲ περιεκύκλωσαν, ὅπως κυκλώνουν καὶ σωρεύονται εἰς τὴν κηρήθραν αἱ μέλισσαι, καὶ ἤναψαν ὅπως ἡ φωτιά, ὅταν κατακαίῃ ἀκάνθας καὶ φρύγανα. Λάβρως ἐπέπεσαν κατ’ ἐμοῦ. Καὶ διὰ τῆς ἐπικλήσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἠμύνθην νικηφόρως κατ’ αὐτῶν. |
13 ὠσθεὶς ἀνετράπην τοῦ πεσεῖν, καὶ ὁ Κύριος ἀντελάβετό μου. | 13 Με έσπρωξαν εχθρικαί χείρες, έχασα την ισορροπίαν μου και εκινδύνευσα να πέσω κάτω, αλλά ο Κυριος με έπιασε με το χέρι του και με εστήριξε. | 13 Μὲ ἔσπρωξαν χωρὶς νὰ τὸ περιμένω χεῖρες ἐχθρικαὶ καὶ ὀλίγον ἔλειψε νὰ πέσω. Καὶ ὁ Κύριος μὲ ὑπεστήριξε διὰ τῆς χειρός του καὶ μὲ ἐβοήθησε. |
14 ἰσχύς μου καὶ ὕμνησίς μου ὁ Κύριος καὶ ἐγένετό μοι εἰς σωτηρίαν. | 14 Ο Κυριος είναι η δύναμίς μου, είναι η δοξολογία μου, αυτός πάντοτε υπήρξε δι' εμέ σωτήρ. | 14 Διὰ τῆς ἐνισχύσεως καὶ προστασίας, τὴν ὁποίαν μοῦ παρέχει ὁ Κύριος, γίνεται αὐτὸς ἰσχὺς καὶ δύναμίς μου, ἀλλὰ καὶ δόξα μου καὶ ὕμνησίς μου, θρίαμβος καὶ κλέος μου, καὶ ἡ βοήθειά του μοῦ ἐξησφάλισε τὴν σωτηρίαν. |
15 φωνὴ ἀγαλλιάσεως καὶ σωτηρίας ἐν σκηναῖς δικαίων· δεξιὰ Κυρίου ἐποίησε δύναμιν, | 15 Φωναί χαράς και αγαλλιάσεως, λόγω της σωτηρίας μας, ακούονται εις τας κατοικίας των δικαίων Ισραηλιτών. Η παντοδύναμος δεξιά του Κυρίου επραγματοποίησεν έργα δυνατά και αξιοθαύμαστα. | 15 Καὶ τώρα ἐκεῖ ὅπου λυτρωμένοι καὶ νικηταὶ ἔχουν κατασκηνώσει οἱ δίκαιοι, ἀκούεται πανηγυρικὴ φωνὴ χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως, καὶ ὕμνοι σωτηρίας ἀντηχοῦν. Ἡ δεξιὰ τοῦ Κυρίου συνετέλεσεν ἔργα δυνατὰ καὶ ἀξιοθαυμάστοὺς θριάμβους. |
16 δεξιὰ Κυρίου ὕψωσέ με, δεξιὰ Κυρίου ἐποίησε δύναμιν. | 16 Η παντοδύναμος δεξιά του Κυρίου με ύψωσε και με εδόξασε, η δεξιά του Κυρίου επραγματοποίησεν έργα δυνατά και θαυμαστά. | 16 Ἡ δεξιὰ Κυρίου μὲ ἀνύψωσε καὶ μὲ ἀνέδειξε νικητὴν κατὰ τῶν ἐχθρῶν μου. Ἡ δεξιὰ Κυρίου κατειργάσθη δυνάμεις. |
17 οὐκ ἀποθανοῦμαι, ἀλλὰ ζήσομαι καὶ διηγήσομαι τὰ ἔργα Κυρίου. | 17 Πιστεύω απολύτως εις την παντοδύναμον βοήθειάν του και διαλαλώ, ότι δεν θα αποθάνω εγώ και ο λαός μου, αλλά θα ζήσωμεν και θα διηγούμεθα τα θαυμαστά και καταπληκτικά αυτά έργα του Κυρίου. | 17 Δὲν θὰ ἀποθάνω καὶ δὲν θὰ ἐκλείψω ἐγὼ ὁ λαὸς τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ θὰ ζήσω καὶ θὰ διηγοῦμαι τὰ θαυμάσια ἔργα τοῦ Κυρίου. |
18 παιδεύων ἐπαίδευσέ με ὁ Κύριος καὶ τῷ θανάτῳ οὐ παρέδωκέ με. | 18 Δια μέσου πολλών δοκιμασιών και παιδαγωγικών θλίψεων με επαιδαγώγησε και με ετιμώρησεν ο Κυριος, αλλά δεν με παρέδωκεν στον θάνατον και τον αφανισμόν. | 18 Δι' ἐθνικῶν συμφορῶν καὶ δοκιμασιῶν μὲ ἐπαιδαγώγησε καὶ μὲ ἐτιμώρησεν ὁ Κύριος, δὲν μὲ παρέδωκεν ὅμως εἰς τὸν θάνατον καὶ τὸν παντελῆ ἀφανισμόν. |
19 ἀνοίξατέ μοι πύλας δικαιοσύνης· εἰσελθὼν ἐν αὐταῖς ἐξομολογήσομαι τῷ Κυρίῳ. | 19 Και τώρα σεις, ιερείς, ανοίξατέ μου τας πύλας του ναού του Θεού. Θα εισέλθω εις τας αυλάς του ναού και θα δοξολογήσω τον Κυριον. | 19 Καὶ τώρα ποὺ ἡ λιτανεία μας κατέφθασεν εἰς τὸν ναόν, ἀνοίξατέ μου σεῖς οἱ ἱερεῖς τὰς πύλας τοῦ ναοῦ, εἰς τὸν ὁποῖον κατοικεῖ ὁ δίκαιος καὶ ἐν δικαιοσύνῃ κρίνων Θεός. Ἀφοῦ δι’ αὐτῶν εἰσέλθω εἰς τὸν ναόν, θὰ ὑμνήσω καὶ θὰ εὐχαριστήσω μετὰ θερμῆς εὐγνωμοσύνης τὸν Κύριον. |
20 αὕτη ἡ πύλη τοῦ Κυρίου, δίκαιοι εἰσελεύσονται ἐν αὐτῇ. | 20 Αύτη είναι η πύλη του ναού του Κυρίου και μόνον δίκαιοι και ενάρετοι έχουν το δικαίωμα να διέλθουν δι' αυτής προς τον ναόν. | 20 Αὕτη ἡ πύλη, τὴν ὁποίαν ἀπὸ ἡμᾶς τοὺς ἱερεῖς ζητεῖτε να ἀνοίξωμεν, εἶναι ἡ πύλη τοῦ Κυρίου. Καὶ μόνον ὅσοι εἶναι δίκαιοι καὶ ἐνάρετοι ἔχουν δικαίωμα νὰ εἰσέλθουν καὶ νὰ διαβοῦν αὐτήν. |
21 ἐξομολογήσομαί σοι, ὅτι ἐπήκουσάς μου καὶ ἐγένου μοι εἰς σωτηρίαν. | 21 Εγώ, Κυριε, θα σε δοξολογήσω δια τα μεγαλεία σου, θα εκφράσω την ευγνωμοσύνην μου δια τας ευεργεσίας σου, διότι ήκουσες ευμενώς και εδέχθης την προσευχήν μου και ανεδείχθης σωτήρ μου. | 21 Θὰ σὲ εὐχαριστήσω καὶ θὰ σὲ ὑμνήσω εὐγνωμόνως, διότι μὲ ἤκουσες καὶ ἔγινες σωτήρ μου. |
22 λίθον, ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας· | 22 Εγώ, που εις την περίστασιν αυτήν προεικονίζω και προαναγγέλλω τον σωτήρα, ομοιάζω με λίθον, τον οποίον κατεφρόνησαν οκνηροί και ανίκανοι οικοδόμοι. Αυτός όμως ο λίθος έγινεν εις τας χείρας του εμπείρου οικοδόμου θεμέλιος και ακρογωνιαίος λίθος του θείου οικοδομήματος. | 22 Ἐγὼ ὁ Ἰσραήλ, προτυπῶν καὶ τὸν Μεσσίαν, εἶμαι ὁ λίθος, τὸν ὁποῖον ἀπέρριψαν ὡς ἀκατάλληλον καὶ ἄχρηστον οἱ κτίσται, οἱ ῥυθμίζοντες διὰ τῆς σπάθης καὶ τῶν συμμαχιῶν των τὰς τύχας τῶν ἀσημοτέρων λαῶν. Ἀλλ’ ὁ λίθος αὐτὸς ἔγινε τῆς ὅλης οἰκοδομῆς κεφαλὴ καὶ ἀκρογωνιαῖος λίθος. Οὕτω καὶ ὁ Χριστός, μολονότι ἀπερρίφθη ὡς ἄχρηστος ἀπὸ τοὺς οἰκοδόμους τῆς συναγωγῆς, συνήνωσε τοὺς δύο λαούς, Ἰουδαίους καὶ ἐθνικούς, εἰς μίαν Ἐκκλησίαν καὶ ἐγένετο ταύτης ἀρχηγὸς καὶ κεφαλὴ καὶ ποιμήν. |
23 παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη καὶ ἔστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν. | 23 Αυτή η πνευματική οικοδομή, η Εκκλησία της λυτρώσεως και σωτηρίας, εθεμελιώθη και οικοδομήθη εκ μέρους του Κυρίου και είναι αξιοθαύμαστος στους οφθαλμούς μας. | 23 Ὑπὸ τοῦ Κυρίου ἐγένετο τοῦτο καὶ εἶναι θαυμαστὸν εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς ἠμῶν τῶν πιστευόντων. |
24 αὕτη ἡ ἡμέρα, ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος· ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ. | 24 Αυτή είναι η πανηγυρική και χαρμόσυνος ημέρα, την οποίαν ο Κυριος έκαμε. Ας αγαλιασθώμεν και ας ευφρανθώμεν κατ' αυτήν. | 24 Αὐτὴ ἡ λαμπρὰ καὶ πανηγυρικὴ ἡμέρα, καθ’ ἢν ἀνυψώθη ὁ Ἰσραήλ, πολὺ δὲ περισσότερον ἡ ἡμέρα τῆς ἀνυψώσεως τοῦ Μεσαίου, εἶναι ἡμέρα τὴν ὁποίαν ἐποίησεν ὁ Κύριος. Ἂς χαρῶμεν καὶ ἂς εὐφρανθῶμεν κατ’ αὐτήν. |
25 ὦ Κύριε, σῶσον δή, ὦ Κύριε, εὐόδωσον δή. | 25 Ω Κυριε, σώσον λοιπόν τον λαόν σου. Κατευόδωσον αυτόν, στο να επιτύχη τον προορισμόν του. | 25 Ὦ Κύριε, σῶσον μας λοιπὸν τώρα· ὦ Κύριε, καθοδήγησέ μας ἀσφαλῶς πρὸς αἴσιον καὶ εὐτυχὲς τέρμα. |
26 εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου· εὐλογήκαμεν ὑμᾶς ἐξ οἴκου Κυρίου. | 26 Ευλογημένος ας είσαι συ, ο ευσεβής ισραηλιτικός λαός, ο οποίος έρχεσαι στον ναόν του Κυρίου. Εις σας τους ευλαβείς δίδομεν τας ευλογίας, αι οποίαι αναβλύζουν από τον ναόν του Κυρίου. | 26 Εὐλογημένος ἐσο σύ, ὦ Ἰσραήλ, ὁ ὁποῖος ἔρχεσαι εἰς τὸν ναόν, καὶ διαβαίνεις τὰς πύλας του ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου· σοῦ ἀπενείμαμεν τὰς εὐλογίας, αἱ ὁποῖαι ἀναβρύουν ἀπὸ τὸν οἶκον τοῦ Κυρίου. Ἀλλ’ εὐλογημένος ἐσο καὶ ὁ ὑπὸ τοῦ Ἰσραὴλ προτυπούμενος Μεσσίας, ὁ ὁποῖος ἔρχεσαι σταλμένος ἀπὸ τὸν Κύριον ὡς ἀντιπρόσωπος αὐτοῦ. |
27 Θεὸς Κύριος καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν· συστήσασθε ἑορτὴν ἐν τοῖς πυκάζουσιν ἕως τῶν κεράτων τοῦ θυσιαστηρίου. | 27 Ο Θεός και Κυριος μας μας εφώτισε με το φως της θείας του παρουσίας· Οργανώσατε και ευτρεπίσατε εορταστικήν πομπήν, κρατούντες πυκνοφύλλους κλάδους και προχωρούντες μέχρι των κεράτων του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων. | 27 Θεὸς εἶναι ὁ Κύριός μας, πλήρης ἰσχύος καὶ δυνάμεως, καὶ ἐφανερώθη ἔνδοξος καὶ εὐμενὴς πρὸς ἡμᾶς· τακτοποιήσατε ἐορταστικὴν πομπὴν σείοντες τοὺς πυκνοὺς κλάδους τῶν φοινίκων καὶ προχωροῦντες εὐλαβῶς καὶ χαρμοσύνως μέχρι τῶν κεράτων τοῦ θυσιαστηρίου τῶν ὁλοκαυτωμάτων. |
28 Θεός μου εἶ σύ, καὶ ἐξομολογήσομαί σοι· Θεός μου εἶ σύ, καὶ ὑψώσω σε· ἐξομολογήσομαί σοι, ὅτι ἐπήκουσάς μου καὶ ἐγένου μοι εἰς σωτηρίαν. | 28 Και ο λαός απαντά· Συ, Κυριε, είσαι ο Θεός μου, και σε εγώ θα δοξολογώ πάντοτε. Συ είσαι ο Θεός μου και εγώ θα ανυμνώ το μεγαλείον και την δόξαν σου. Θα σε δοξολογώ δια το μεγαλείον σου, θα σε ευγνωμονώ δια τας ευεργεσίας σου, διότι, Κυριε, έκαμες δεκτήν την προσευχήν μου και έγινες ο σωτήρ μου. | 28 Θεός μου εἶσαι σὺ καὶ θὰ σὲ εὐχαριστήσω ἐγκωμιάζων σέ· Θεός μου εἶσαι σὺ καὶ θὰ σὲ ἀνευφημήσω καὶ θὰ διακηρύξω τὸ μεγαλεῖον καὶ τὸ ὕψος σου. Θὰ σὲ ἀνυμνήσω καὶ θὰ διαλαλήσω τὴν πρὸς σὲ εὐγνωμοσύνην μου, διότι εἱσήκουσας τὴν προσευχήν μου καὶ ἀνεδείχθης σωτήρ μου. |
29 ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ. | 29 Δοξολογείτε, λοιπόν τον Κυριον, διότι είναι πανάγαθος, διότι είναι αιώνιον και πλουσιόδωρον το έλεός του. | 29 Εὐχαριστεῖτε καὶ δοξολογεῖτε τὸν Κύριον, διότι εἶναι ἀγαθὸς καὶ μᾶς εὐεργετεῖ· διότι ἀνεξάντλητον καὶ αἰώνιον εἶναι τὸ ἔλεός του. |