Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024
Ανατ: 07:38
Δύση: 17:10
Σελ. 21 ημ.
356-10
16ος χρόνος, 6153η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΨΑΛΜΟΙ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 27 (ΚΖ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Τοῦ Δαυΐδ.
1 (Μασ. 28) ΠΡΟΣ σέ, Κύριε, ἐκέκραξα, ὁ Θεός μου, μὴ παρασιωπήσῃς ἀπ᾿ ἐμοῦ, μήποτε παρασιωπήσῃς ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ ὁμοιωθήσομαι τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. 1 (Μασ. 28) Προς σε, Κυριε, συνεχώς δια της προσευχής μου κραυγάζω. Συ, ο Θεός μου, μη κωφεύσης και μη αντιπαρέλθης με σιωπήν την αίτησίν μου. Διότι, όταν αδιαφορήσης και δεν απαντήσης εις εμέ, θα γίνω όμοιος με ένα από τους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι ρίπτονται νεκροί στον βαθύν τάφον. 1 Πρὸς σέ, Κύριε, διὰ προσευχῆς θερμῆς καὶ παρατεταμένης φωνάζω· ὦ Θεέ μου, μὴ ἀντιπαρέλθῃς ἀπὸ ἐμὲ σιωπηλὸς χωρὶς νὰ δώσῃς καμμίαν ἀπόκρισιν εἰς τὴν δέησίν μου. Μὴ γένοιτο ποτὲ νὰ ἀδιαφορήσῃς καὶ νὰ κωφεύσῃς εἰς ἐμέ, διότι τότε θὰ γίνω ὅμοιος πρὸς τοὺς νεκρούς, οἱ ὁποῖοι κατέρχονται εἰς τὸν τάφον.
2 εἰσάκουσον τῆς φωνῆς τῆς δεήσεώς μου ἐν τῷ δέεσθαί με πρὸς σέ, ἐν τῷ αἴρειν με χεῖράς μου πρὸς ναὸν ἅγιόν σου. 2 Καμε δεκτήν την φωνήν της δεήσεώς μου, την ώραν που με υψωμένα ευλαβώς τα χέριά μου προς τον άγιον ναόν σου σου απευθύνω εκ βάθους καρδίας ολόθερμον ικεσίαν. 2 Ἄκουσε μετ’ εὐμενείας τὴν φωνὴν τῆς προσευχῆς καὶ παρακλήσεως, τὴν ὁποίαν σοῦ ἀπευθύνω, ὅταν ἱκετευτικῶς προσεύχωμαι πρὸς σέ, ὅταν ὑψώνω τὰς χεῖρας μου ἔχων τὸ σῶμα μου καὶ τὸ ἐσωτερικόν μου ὁλόκληρον ἐστραμμένα πρὸς τὸ ἱερώτατον μέρος, τὸ πάνσεπτον καὶ ἄβατον τοῦ ἁγίου ναοῦ σου.
3 μὴ συνελκύσῃς μετὰ ἁμαρτωλῶν τὴν ψυχήν μου καὶ μετὰ ἐργαζομένων ἀδικίαν μὴ συναπολέσῃς με τῶν λαλούντων εἰρήνην μετὰ τῶν πλησίον αὐτῶν, κακὰ δὲ ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν. 3 Μη με σύρης και μη με καταδικάσης εις όλεθρον μαζή με τους αμαρτωλούς ανθρώπους· με εκείνους, οι οποίοι ως έργον των και σκοπόν της ζωής έχουν, το να αδικούν. Αυτοί είναι δίβουλοι και διπρόσωποι. Ειρηνικούς και φιλικούς λόγους ομιλούν προς τους γύρωτων, σχεδιάζουν όμως κακά έργα μέσα εις τας καρδίας των. 3 Μὴ ἐπιτρέψῃς νὰ συμπαρασυρθῶ εἰς τὸν ὄλεθρον μαζὶ μὲ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ νὰ συγκαταστραφῶ μὲ ἐκείνους, ποὺ ὡς ἔργον των ἔχουν νὰ ἀδικοῦν, οἱ ὁποῖοι εἶναι διπρόσωποι καὶ λαλοῦν λόγους εἰρηνικοὺς καὶ φιλικοὺς πρὸς τοὺς πλησίον τους, σχεδιάζουν ὅμως κακὰ μέσα εἰς τὰς καρδίας των.
4 δὸς αὐτοῖς, Κύριε, κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν καὶ κατὰ τὴν πονηρίαν τῶν ἐπιτηδευμάτων αὐτῶν· κατὰ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν αὐτῶν δὸς αὐτοῖς, ἀπόδος τὸ ἀνταπόδομα αὐτῶν αὐτοῖς. 4 Δώσε, Κυριε, εις αυτούς σύμφωνα με τα έργα των, σύμφωνα με την πονηρίαν και την πανουργίαν των εγκληματικών των σχεδίων και ενεργειών. Δώσε εις αυτούς σύμφωνα με τα κακά έργα των, που διαπράττουν με τα ίδια των τα χέρια. Πλήρωσέ τους και ανταπόδωσέ τους ως μισθόν και ποινήν αυτό, που αρμόζει εις τας αμαρτωλάς των πράξεις. 4 Δῶσε τους, Κύριε, σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα των καὶ σύμφωνα μὲ τὴν πονηρίαν καὶ πανουργίαν τῶν κακεντρεχῶν σχεδίων καὶ ἐγκληματικῶν ἐνεργειῶν των· σύμφωνα μὲ τὰ ἔργα τῶν μολυσμένων χειρῶν των δῶσε εἰς αὐτοὺς τὴν τιμωρίαν, ποὺ τοὺς ἀξίζει. Πλήρωσέ τους καὶ ἀνταπόδωσέ τους τὸν μισθὸν καὶ τὴν ποινὴν ποὺ ἁρμόζει εἰς τὰς πράξεις των.
5 ὅτι οὐ συνῆκαν εἰς τὰ ἔργα Κυρίου καὶ εἰς τὰ ἔργα τῶν χειρῶν αὐτοῦ· καθελεῖς αὐτοὺς καὶ οὐ μὴ οἰκοδομήσεις αὐτούς. 5 Διότι αυτοί δεν ηθέλησαν να μελετήσουν και κατανοήσουν τα έργα της παντοδυναμίας και δικαιοσύνης του Κυρίου, τα έργα των χειρών του. Θα τους κατακρημνίσης, θα τους αφήσης στο χώμα συντετριμμένους και δεν θα τους ανεγείρης ποτέ πλέον. 5 Διότι δὲν ἐνδιεφέρθησαν νὰ κατανοήσουν τὰ ἔργα τῆς δυνάμεως καὶ τῆς ἐν τῇ ἱστορίᾳ δικαιοκρισίας τοῦ Κυρίου, ὥστε νὰ παρακινηθοῦν εἰς φόβον καὶ εὐλάβειαν πρὸς αὐτόν. Δὲν ἔδωκαν καμμίαν προσοχὴν εἰς τὰ φέροντα τὴν σφραγῖδα τῆς ἀγαθότητος ἔργα τῶν χειρῶν τοῦ Κυρίου, ὥστε νὰ προτραποῦν εἰς τὸ νὰ ἀπόσχουν τῶν πονηρῶν ἔργων των. Δι’ αὐτὸ θὰ τοὺς κατακρημνίσῃς καὶ θὰ μείνουν διὰ παντὸς κατεστραμμένοι, χωρὶς νὰ ὑπάρχῃ ἐλπίς, ὅπως καὶ πάλιν οἰκοδομήσῃς καὶ ἀνεγείρῃς αὐτούς.
6 εὐλογητὸς Κύριος, ὅτι εἰσήκουσε τῆς φωνῆς τῆς δεήσεώς μου. 6 Ας είναι ευλογημένος και δοξασμένος ο Κυριος, διότι ήκουσε και εδέχθη με ευμένειαν την φωνήν της δεήσεώς μου. 6 Ἄξιος εἶναι νὰ εὐλογῆται καὶ νὰ δοξάζεται ὁ Κύριος, διότι ἤκουσεν εὐμενῶς καὶ ἐδέχθη τὴν φωνὴν τῆς ἱκετευτικῆς προσευχῆς μου.
7 Κύριος βοηθός μου καὶ ὑπερασπιστής μου· ἐπ᾿ αὐτῷ ἤλπισεν ἡ καρδία μου, καὶ ἐβοηθήθην, καὶ ἀνέθαλεν ἡ σάρξ μου· καὶ ἐκ θελήματός μου ἐξομολογήσομαι αὐτῷ. 7 Ο Κυριος έγινε βοηθός μου και υπερασπιστής μου. Η καρδία μου εστήριξεν εις αυτόν την ελπίδα της. Δι' αυτό δε και έλαβα στοργικήν βοήθειαν από εκείνον. Το ταλαιπωρημένον και κατεξηντλημένον σώμα μου ανεζωογονήθη. Δια τούτο με όλην μου την θέλησιν και επιθυμίαν θα τον δοξολογήσω. 7 Ὁ Κύριος ἐγένετο βοηθός μου καὶ ὑπερασπιστής μου· ἡ καρδία μου ἐστήριξε ὁλόκληρον τὴν ἐλπίδα της εἰς αὐτὸν καὶ δι’ αὐτὸ ἔτυχον στοργικῆς βοηθείας καὶ προστασίας. Καὶ τὸ καταβεβλημένον ἀπὸ τὴν πολλὴν στενοχωρίαν σῶμα μου ἀνέλαβε καὶ ἀνεζωογονήθη· καὶ ὁλοψύχως καὶ μὲ ὅλην μου τὴν θέλησιν θὰ τὸν δοξολογήσω.
8 Κύριος κραταίωμα τοῦ λαοῦ αὐτοῦ καὶ ὑπερασπιστὴς τῶν σωτηρίων τοῦ χριστοῦ αὐτοῦ ἐστι. 8 Ο Κυριος είναι η ακατανίκητος δύναμις και κραταιά βοήθεια του λαού του. Αυτός είναι ο υπερασπιστής του, ώστε με πολλούς και διαφόρους τρόπους και εις πολλάς περιστάσεις εχάρισε την σωτηρίαν στον βασιλέα, τον οποίον ο ίδιος έχρισε. 8 Ὁ Κύριος εἶναι ἡ ἰσχὺς καὶ ἡ κραταιὰ βοήθεια τοῦ λαοῦ, τὸν ὁποῖον ἐξέλεξε καὶ τὸν ἔχει ἰδικόν του, διότι αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ ὑπερασπιστής, ὅστις ποικιλοτρόπως καὶ εἰς πολλὰς περιστάσεις ἐχάρισε τὴν σωτηρίαν εἰς τὸν χρισθέντα ὑπ’ αὐτοῦ βασιλέα.
9 σῶσον τὸν λαόν σου καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου καὶ ποίμανον αὐτοὺς καὶ ἔπαρον αὐτοὺς ἕως τοῦ αἰῶνος. 9 Σώσε τον λαόν σου τον ισραηλιτικόν και ευλόγησε αυτούς, τους οποίους εξεχώρισες ανάμεσα από τα άλλα έθνη ως ιδικήν σου κληρονομίαν και τους εξέλεξες, δια να ανήκουν εις σέ. Ως στοργικός ποιμήν προστάτευσέ τους, κυβέρνησέ τους, διάθρεψέ τους, πάρε τους υπό την προστασίαν σου δια παντός. 9 Σῶσον τὸν λαόν σου τὸν Ἰσραήλ, Κύριε, καὶ εὐλόγησον τοὺς ὑπηκόους σου τούτους, τοὺς ὁποίους ὡς κλῆρον ἰδικόν σου ἐξεχώρισες ἀπὸ τὰ ἄλλα ἔθνη καὶ τοὺς ἐξέλεξες, ἵνα ἀνήκουν εἰς σέ. Καὶ ὡς ποιμὴν στοργικὸς καὶ προνοητικὸς προστάτευσέ τους καὶ κυβέρνησέ τους καὶ σήκωσέ τους εἰς τοὺς στοργικούς σου ὤμους ἔχων αὐτοὺς ὑπὸ τὴν διαρκῆ καὶ ἄπαυστον καὶ ἀτελεύτητον προστασίαν σου.