Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:45
Δύση: 20:05
Σελ. 11 ημ.
110-256
16ος χρόνος, 5907η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΨΑΛΜΟΙ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 20 (Κ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Εἰς τὸ τέλος· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ. 1 1
2 (Μασ. 21) ΚΥΡΙΕ, ἐν τῇ δυνάμει σου εὐφρανθήσεται ὁ βασιλεὺς καὶ ἐπὶ τῷ σωτηρίῳ σου ἀγαλλιάσεται σφόδρα. 2 (Μασ. 21) Κυριε, ο βασιλεύς ευφραίνεται και θα ευφραίνεται χάρις εις την δύναμιν και την ενίσχυσιν, την οποίαν συ του έδωσες. Θα πλημμυρίζη από πολλήν και μεγάλην αγαλλίασιν δια την από τους εχθρούς μας σωτηρίαν και δια την υγείαν, την οποίαν συ του εχάρισες. 2 Κύριε, εὐφραίνεται καὶ θὰ ἐξακολουθῇ νὰ εὐφραίνεται ὁ βασιλεὺς χάρις εἰς τὴν δύναμιν καὶ ἐνίσχυσιν, τὴν ὁποίαν τοῦ παρέσχες· καὶ διὰ τὴν σωτηρίαν, τὴν ὁποίαν ἡ βοήθειά σου τοῦ ἐξησφάλισε, σκιρτᾷ καὶ θὰ σκιρτᾷ ἀπὸ ἀγαλλίασιν μεγάλην.
3 τὴν ἐπιθυμίαν τῆς καρδίας αὐτοῦ ἔδωκας αὐτῷ καὶ τὴν θέλησιν τῶν χειλέων αὐτοῦ οὐκ ἐστέρησας αὐτόν. (διάψαλμα). 3 Εδωκες εις αυτόν ο,τι επεθύμησεν η καρδία του και δεν τον υστέρησες από εκείνο, δια το οποίον με τα ίδια του τα χείλη σε παρεκάλεσε. 3 Ὅ,τι ἐπεθύμησεν ἡ καρδία του τοῦ τὸ ἔδωκες καὶ δὲν τὸν ἐστέρησες ἐκεῖνο, διὰ τὸ ὁποῖον μὲ τὴν προσευχὴν τῶν χειλέων του σὲ παρεκάλεσε.
4 ὅτι προέφθασας αὐτὸν ἐν εὐλογίαις χρηστότητος, ἔθηκας ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ στέφανον ἐκ λίθου τιμίου. 4 Μάλλον δε και πριν σε παρακαλέση έσπευσες συ και τον επρόλαβες με τας ευλογίας των ωφελίμων και αγαθών δωρεών σου. Τον εδόξασες και έθεσες εις την κεφαλήν του λαμπρόν βασιλικόν στέμμα με πολυτίμους λίθους. 4 Διότι ἐπρόλαβες αὐτὸν καὶ προτοῦ ἐκεῖνος σοῦ ζητήσῃ, τοῦ προσέφερες εὐλογίας χρηστῶν καὶ ἀγαθῶν δωρεῶν· τὸν ἐδόξασες καὶ ἔθεσες ἐπὶ τῆς κεφαλῆς του στέμμα βασιλικὸν λαμποκοποῦν ἀπὸ πολυτίμους λίθους.
5 ζωὴν ᾐτήσατό σε, καὶ ἔδωκας αὐτῷ, μακρότητα ἡμερῶν εἰς αἰῶνα αἰῶνος. 5 Σου εζήτησε ζώην και του εχάρισες πλήθος ημερών, εις αυτόν και στους απογόνους του εις αιώνα αιώνος. 5 Σοῦ ἐζήτησε ζωὴν καὶ ἐχάρισες μακροβιότητα καὶ πλῆθος ἡμερῶν εἰς αὐτὸν καὶ εἰς τοὺς ἀπογόνούς του, ὥστε αἱ γενεαί του νὰ διαδέχωνται αἰωνίως ἡ μία τὴν ἄλλην.
6 μεγάλη ἡ δόξα αὐτοῦ ἐν τῷ σωτηρίῳ σου, δόξαν καὶ μεγαλοπρέπειαν ἐπιθήσεις ἐπ᾿ αὐτόν· 6 Μεγάλη είναι η δόξα, την οποίαν συ του εξησφάλισες με την σωτήριον βοήθειάν σου. Οπως δε τώρα, έτσι και στο μέλλον θα περιβάλλης αυτόν με δόξαν και μεγαλοπρέπειαν. 6 Εἶναι μεγάλη ἡ δόξα, τὴν ὁποίαν τοῦ ἐξησφάλισεν ἡ σωτηριώδης βοήθεια καὶ συμμαχία σου ὅπως δὲ τώρα, οὕτω καὶ εἰς τὸ μέλλον μὲ δόξαν καὶ μεγαλοπρέπειαν θὰ τὸν περιβάλλῃς, ὥστε λαμπρὸς καὶ δοξασμένος νὰ εἶναι πάντοτε ὁ βασιλικός του θρόνος.
7 ὅτι δώσεις αὐτῷ εὐλογίαν εἰς αἰῶνα αἰῶνος, εὐφρανεῖς αὐτὸν ἐν χαρᾷ μετὰ τοῦ προσώπου σου. 7 Διότι θα δίδης εις αυτόν και τους απογόνους του συνεχώς και ακαταπαύστως ευλογίαν. Θα τον ευφραίνης και θα τον πλημμυρίζης από απερίγραπτον χαράν δια της επικοινωνίας, που θα έχη με σέ. 7 Διότι θὰ τοῦ δίδῃς ἀκαταπαύστως εὐλογίαν, ὥστε νὰ εἶναι ἔνδοξος καὶ εὐτυχισμένος διὰ παντός, θὰ τὸν εὐφραίνῃς μὲ τὴν χαράν, μὲ τὴν ὁποίαν θὰ γεμίζῃς τὴν καρδίαν του, ἐπιβλέπων εἰς αὐτὸν μὲ εὐμενὲς τὸ πρόσωπόν σου.
8 ὅτι ὁ βασιλεὺς ἐλπίζει ἐπὶ Κύριον καὶ ἐν τῷ ἐλέει τοῦ ῾Υψίστου οὐ μὴ σαλευθῇ. 8 Διότι ο βασιλεύς έχει στηρίξει τας ελπίδας του εις σέ, τον Κυριον, και χάρις στο έλεος του Θεού του Υψίστου δεν θα κλονισθή ποτέ, αλλά θα μείνη σταθερός και αμετακίνητος εις τον θρόνον του. 8 Καὶ θὰ παρέχῃς εἰς αὐτὸν τὰς χαρίτας καὶ δωρεάς σου αὐτάς, διότι ὁ βασιλεὺς ἐστήριξε τὴν ἐλπίδα του ὄχι εἰς στρατεύματα καὶ εἰς κοσμικοὺς συμμάχους, ἀλλ’ εἰς τὸν Κύριον καὶ τὴν προστασίαν αὐτοῦ· χάρις δὲ εἰς τὸ ἔλεος καὶ τὴν βοήθειαν τοῦ Ὑψίστου θὰ παραμείνῃ ἀσάλευτος καὶ ἀήττητος ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς του.
9 εὑρεθείη ἡ χείρ σου πᾶσι τοῖς ἐχθροῖς σου, ἡ δεξιά σου εὕροι πάντας τοὺς μισοῦντάς σε. 9 “Είθε, ω βασιλεύ, η χείρ σου στιβαρά να ευρεθή εμπρός και εναντίον όλων των εχθρών σου. Είθε η δεξιά σου να συλλάβη όλους εκείνους, οι οποίοι σε μισούν. 9 Εἴθε, ὦ βασιλεῦ, ἡ χείρ σου νὰ εὑρεθῇ ἐμπρὸς εἰς ὅλους τοὺς ἐχθρούς σου, πατάσσουσα καὶ συντρίβουσα αὐτούς· εἴθε ἡ δεξιά σου νὰ συλλάβῃ ὅλους, ὅσοι σὲ μισοῦν.
10 θήσεις αὐτοὺς εἰς κλίβανον πυρὸς εἰς καιρὸν τοῦ προσώπου σου· Κύριος ἐν ὀργῇ αὐτοῦ συνταράξει αὐτούς, καὶ καταφάγεται αὐτοὺς πῦρ. 10 Οταν το πρόσωπόν σου θα είναι αναμμένον από την δικαίαν οργήν σου εναντίον αυτών, θα τους ρίψη εις την πυράν ωσάν ξύλα μέσα εις αναμμένον κλίβανον. Ο Κυριος και Θεός δια σου θα συνταράξη όλους αυτούς και θα τους καταφάγη το πυρ. 10 Εἴθε εἰς καιρὸν ποὺ θὰ φανῇ ἐξωργισμένον κατ’ αὐτῶν τὸ πρόσωπόν σου νὰ τοὺς ρίψῃς ὡς ἄλλα ξύλα καιόμενα εἰς κλίβανον, παραδίδων αὐτοὺς εἰς καταστροφὴν ὁ Κύριος διὰ τῆς ὀργής του θὰ τοὺς ταράξῃ ὅλους, σκορπίζων εἰς αὐτοὺς τὸν πανικόν, καὶ φωτιὰ θὰ καταφάγῃ αὐτούς.
11 τὸν καρπὸν αὐτῶν ἀπὸ τῆς γῆς ἀπολεῖς καὶ τὸ σπέρμα αὐτῶν ἀπὸ υἱῶν ἀνθρώπων, 11 Τον καρπόν της κοιλίας των, τα παιδιά των, θα τα εξαφανίσης από την χώραν των, όπως επίσης και όλους τους απογόνους των ανάμεσα από τους υιούς των ανθρώπων. 11 Τοὺς υἱούς των θὰ τοὺς ἐξοντώσῃς καὶ θὰ τοὺς ἐξαφανίσῃς ἀπὸ τὴν γῆν καὶ ὅλους τοὺς ἀπογόνους των θὰ τοὺς ἐξαλείψῃς, ὥστε νὰ μὴ ὑπάρχουν καὶ νὰ μὴ μνημονεύωνται πλέον μεταξὺ τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων.
12 ὅτι ἔκλιναν εἰς σὲ κακά, διελογίσαντο βουλάς, αἷς οὐ μὴ δύνωνται στῆναι. 12 Διότι εξύφαναν και κατήρτισαν πονηρά σχέδια εναντίον σου. Συνέλαβαν δολίας σκέψεις και αποφάσεις, τας οποίας όμως δεν ημπόρεσαν να πραγματοποιήσουν. 12 Διότι ἔθεσαν εἰς κίνησιν καὶ ὡς ἄλλα δίκτυα ἐξήπλωσαν δόλια καὶ καταστρεπτικὰ σχέδια κατὰ σοῦ, συνέλαβον πανούργους ἀποφάσεις, τὰς ὁποίας κατ’ οὐδένα λόγον θὰ μπορέσουν νὰ στήσουν καὶ νὰ πραγματοποιήσουν.
13 ὅτι θήσεις αὐτοὺς νῶτον· ἐν τοῖς περιλοίποις σου ἑτοιμάσεις τὸ πρόσωπον αὐτῶν. 13 Διότι συ, πολεμών εναντίον αυτών νικηφόρως, θα τους αναγκάσης, να στρέψουν τις πλάτες των και να φύγουν πανικόβλητοι. Με ολίγους στρατιώτας σου θα τους αντιμετωπίσης κατά πρόσωπον και θα τους τρέψης εις φυγήν”. 13 θὰ τρέψῃς αὐτοὺς εἰς φυγὴν καὶ θὰ τοὺς ἐξαναγκάσῃς νὰ σοῦ στρέψουν κατῃσχυμμένοι τὰ νῶτα· διὰ τῶν ὑπολοίπων στρατιωτῶν, οἱ ὁποῖοι σὲ περικυκλοῦν ὡς σωματοφύλακές σου, θὰ ἑτοιμάσῃς τὴν ἀντιμετώπισιν καὶ ἐξόντωσιν τοῦ προσώπου των.
14 ὑψώθητι, Κύριε, ἐν τῇ δυνάμει σου· ᾄσομεν καὶ ψαλοῦμεν τὰς δυναστείας σου. 14 Κυριε και Θεέ μου, με την ακατανίκητον δύναμίν σου ας υψωθής και ας δοξασθής ισχυρός και ανίκητος ενώπιον των εχθρών μας. Ημείς θα αναπέμψωμεν ωδάς δια του στόματος και ψαλμούς με τα μουσικά μας όργανα δοξολογούντες και ευχαριστούντες σε δια τα μεγάλα και αξιοθαύμαστα αυτά έργα σου. 14 Δεῖξε διὰ τῆς δυνάμεώς σου, Κύριε, πόσον εἶσαι μέγας καὶ ὑψηλός· θὰ ἀναπέμψωμεν ᾆσμα δοξολογίας καὶ θὰ ψάλωμεν ὕμνους διὰ τὰ κατορθώματα τῆς ἀκαταμαχήτου δυνάμεώς σου.