Σάββατο, 20 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:43
Δύση: 20:06
Σελ. 12 ημ.
111-255
16ος χρόνος, 5908η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΗΣΑΪΑΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 62 (ΞΒ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΔΙΑ Σιὼν οὐ σιωπήσομαι καὶ διὰ ῾Ιερουσαλὴμ οὐκ ἀνήσω, ἕως ἂν ἐξέλθῃ ὡς φῶς ἡ δικαιοσύνη μου, τὸ δὲ σωτήριόν μου ὡς λαμπὰς καυθήσεται. 1 Δια την Σιών, λέγει ο παις Κυρίου ο Μεσσίας, δεν θα σιωπήσω και δια την Ιερουσαλήμ δεν θα κρατηθώ επί πλέον, έως ότου ανατείλη και λάμψη ως φως η δικαιοσύνη μου, η δε από εμέ προσφερομένη σωτηρία ανάψη και καίη και φωτίση ως λαμπάδα. 1 Διὰ τὴν Σιών, λέγει ὁ Μεσσίας, δὲν θὰ σιωπήσω καὶ διὰ τὴν Ἱερουσαλὴμ δὲν θὰ μείνω ἥσυχος, ἕως ὅτου λάμψη ὡς φῶς ἡ δικαιοσύνη της, ἡ δὲ σωτηρία, ποὺ θὰ τῆς χορηγήσω, ἀνάψῃ καὶ φωτίσῃ ὡς λάμπας καιομένη.
2 καὶ ὄψονται ἔθνη τὴν δικαιοσύνην σου καὶ βασιλεῖς τὴν δόξαν σου, καὶ καλέσει σε τὸ ὄνομά σου τὸ καινόν, ὃ ὁ Κύριος ὀνομάσει αὐτό. 2 Οι λαοί της γης θα· ίδουν, ω Σιών, την δικαιοσύνην σου και οι βασιλείς την δόξαν σου. Θα σε καλέση ο Κυριος με νέον όνομα, το όνομα αυτό ο ίδιος ο Κυριος θα σου το δώση. 2 Καὶ μετὰ θαυμασμοῦ θὰ ἴδουν οἱ ἐθνικοὶ λαοὶ τὴν δικαιοσύνην καὶ ἠθικὴν ὑπεροχήν σου καὶ οἱ βασιλεῖς των τὴν δόξαν σου· θὰ σὲ καλέσουν με τὸ νέον ὄνομά σου, μὲ τὸ ὁποῖον ὁ Κύριος θὰ σὲ ὀνομάσῃ.
3 καὶ ἔσῃ στέφανος κάλλους ἐν χειρὶ Κυρίου καὶ διάδημα βασιλείας ἐν χειρὶ Θεοῦ σου. 3 Και θα είσαι στέφανος ωραιότητος εις τα χέρια του Κυρίου, διάδημα βασιλικόν εις τα χέρια του Θεού σου. 3 Καὶ θὰ εἶσαι στέφανος ὡραῖος καὶ εὔμορφος εἰς τὴν χεῖρα τοῦ Κυρίου καὶ διάδημα βασιλικὸν εἰς τὴν χεῖρα τοῦ Θεοῦ σου.
4 καὶ οὐκέτι κληθήσῃ Καταλελυμμένη, καὶ ἡ γῆ σου οὐ κληθήσεται ἔτι ῎Ερημος· σὺ γὰρ κληθήσεται Θέλημα ἐμόν, καὶ τῇ γῇ σου Οἰκουμένη, ὅτι εὐδόκησε Κύριος ἐν σοὶ καὶ ἡ γῆ σου συνοικισθήσεται. 4 Δεν θα είσαι και δεν θα ονομασθής πλέον “Εγκαταλελειμμένη”. Η χώρα σου δεν θα κληθή “Ερημος”, διότι εις σε θα δοθή ως όνομα η φράσις, “θέλημα ίδικόν μου”. Και εις την χώραν σου θα δοθή ως όνομα η λέξις “Οικουμένη”, διότι ο Κυριος ευηρεστήθη και ευαρεστείται εις σέ. Και η χώρα σου θα κατοικηθή πυκνώς. 4 Καὶ δὲν θὰ ὀνομασθῇς πλέον Ἐγκαταλελειμμένη· καὶ ἡ χώρα σου δὲν θὰ κληθῇ πλέον Ἔρημος· διότι θὰ σοῦ δοθῇ τὸ ὄνομα Εἶσαι τὸ θέλημά μου, καὶ εἰς τὴν χώραν σου θὰ δοθῇ ἡ ὀνομασία Οἰκουμένη, διότι ὁ Κύριος εὐηρεστήθη εἰς σὲ καὶ ἡ χώρα σου θὰ συγκατοικηθῇ πυκνῶς.
5 καὶ ὡς συνοικῶν νεανίσκος παρθένῳ, οὕτω κατοικήσουσιν οἱ υἱοί σου· καὶ ἔσται ὃν τρόπον εὐφρανθήσεται νυμφίος ἐπὶ νύμφῃ, οὕτως εὐφρανθήσεται Κύριος ἐπὶ σοί. 5 Οπως ευφραίνεται ο νέος, που συνοικεί με την νεαράν παρθένον, η οποία έγινε σύζυγός του, έτσι θα κατοικούν ευφραινόμενοι οι υιοί σου. Και όπως ευφραίνεται ο νυμφίος με την νύμφην, έτσι θα ευφρανθή ο Κυριος δια σέ, ω Ιερουσαλήμ. 5 Καὶ ὅπως εὐφραίνεται συνοικῶν νέος μετὰ τῆς νεαρᾶς καὶ ἐκ παρθένου γενομένης συζύγου του, οὔτω θὰ συγκατοικήσουν εὐφραινόμενοι καὶ εἰρηνεύοντες οἱ υἱοί σου.Καὶ θὰ συμβῇ, ὅπως θὰ εὐφραίνεται ὁ νυμφίος μετὰ τῆς νύμφης, οὕτω θὰ εὐφραίνεται καὶ ὁ Κύριος διὰ σέ, ὦ Ἱερουσαλήμ.
6 καὶ ἐπὶ τῶν τειχῶν σου, ῾Ιερουσαλήμ, κατέστησα φύλακας ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ ὅλην τὴν νύκτα, οἵ διὰ τέλους οὐ σιωπήσονται μιμνησκόμενοι Κυρίου. 6 Επάνω εις τα τείχη σου, ω Ιερουσαλήμ, έχω εγκαταστήσει φρουρούς όλην την ημέραν και όλην την νύκτα, οι οποίοι μέχρι τέλους δεν θα παύσουν να ενθυμούνται τον Κυριον δια την σωτηρίαν σου. 6 Καὶ ἐπὶ τῶν τειχῶν σου, ὦ Ἱερουσαλήμ, ἐγκατέστησα φύλακας νὰ φρουροῦν ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ ὅλην τὴν νύκτα, οἱ ὁποῖοι μέχρι τέλους δὲν θὰ σιωπήσουν ἐνθυμούμενοι τὸν Κύριον καὶ ἐπικαλούμενοι Αὐτὸν ὑπὲρ σοῦ.
7 οὐκ ἔστι γὰρ ὑμῖν ὅμοιος, ἐὰν διορθώσῃ καὶ ποιήσῃ ῾Ιερουσαλὴμ γαυρίαμα ἐπὶ τῆς γῆς. 7 Δεν θα υπάρξη άλλος όμοιος με σας λαός, όταν ο Κυριος διορθώση, ανορθώση και κάμη την Ιερουσαλήμ δόξαν και αγαλλίαμα επάνω εις την γην. 7 Ἐπικαλεῖσθε Αὐτὸν ἐπιμόνως, διότι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ὅμοιός σας, ἀλλ’ εἶναι παντοδύναμος καὶ φιλάνθρωπος.Ἐπικαλεῖσθε Αὐτόν, ἕως ὅτου διορθώσῃ τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ καταστήσῃ αὐτὴν καύχημα λαμπρὸν ἐπὶ τῆς γῆς.
8 ὤμοσε Κύριος κατὰ τῆς δεξιᾶς αὐτοῦ καὶ κατὰ τῆς ἰσχύος τοῦ βραχίονος αὐτοῦ· εἰ ἔτι δώσω τὸν σῖτόν σου καὶ τὰ βρώματά σου τοῖς ἐχθροῖς σου, καὶ εἰ ἔτι πίονται υἱοὶ ἀλλότριοι τὸν οἶνόν σου, ἐφ ᾧ ἐμόχθησας· 8 Ωρκίσθη ο Κυριος ύψωσας την δεξιάν του χείρα, ωρκίσθη στον παντοδύναμον βραχίονά του και είπεν· “ότι δεν θα παραδώση άλλην φοράν τον σίτον σου και τα άλλα τρόφιμά σου στους εχθρούς σου. Δεν θα πίουν πλέον ξένοι τον οίνόν σου, δια τον οποίον συ εκοπιασες· 8 Ὡρκίσθη ὁ Κύριος ὕψωσας τὴν δεξιάν του καὶ εἰς τὴν δύναμιν τοῦ βραχίονός του καὶ εἶπε: Δὲν θὰ δώσω πλέον ποτὲ τὸν σῖτον τῆς παραγωγῆς σου καὶ τὰ τρόφιμά σου εἰς τοὺς ἐχθροὺς σου, καὶ δὲν θὰ πίουν εἰς τὸ ἑξῆς οἱ ξένοι τὸν οἶνον σου, διὰ τὸν ὁποῖον ἐκοπίασες σὺ καλλιεργῶν τὰς ἀμπέλους σου.
9 ἀλλ᾿ ἢ οἱ συνάγοντες φάγονται αὐτὰ καὶ αἰνέσουσι Κύριον, καὶ οἱ συνάγοντες πίονται αὐτὰ ἐν ταῖς ἐπαύλεσι ταῖς ἁγίαις μου. 9 αλλά όσοι συνάγουν τον σίτον και άλλα τρόφιμα, θα τρώγουν αυτά και θα δοξολογούν εμέ τον Κυριον. Αυτοί που τρυγούν και πατούν τας σταφυλάς θα πίουν οίνον ειρηνικώς εις τας αγίας αυλάς μου. 9 Ἀλλ’ αὐτοὶ ποὺ θὰ μαζεύσουν τὴν συγκομιδὴν τῶν ἀγρῶν, θὰ φάγουν αὐτὰ καὶ θὰ δοξολογήσουν τὸν Κύριον καὶ αὐτοὶ ποὺ θὰ τρυγήσουν καὶ θὰ συναγάγουν τὸν οἶνον, θὰ τὸν πίουν εἰρηνικῶς εἰς τὰς ἁγίας μου αὐλάς.
10 πορεύεσθε διὰ τῶν πυλῶν μου καὶ ὁδοποιήσατε τῷ λαῷ μου καὶ τοὺς λίθους τοὺς ἐκ τῆς ὁδοῦ διαρρίψατε· ἐξάρατε σύσσημον εἰς τὰ ἔθνη. 10 Πηγαίνετε, εισέλθετε δια των πυλών της νέας Ιερουσαλήμ, τας οποίας εγώ σας ήνοιξα. Κατασκευάσατε δρόμον στον λαόν μου, πετάξτε μακράν τους λίθους από τον δρόμον αυτόν. Υψώσατε προσκλητήριον σήμα δι' όλα τα έθνη. 10 Πηγαίνετε διὰ μέσου τῶν πυλῶν τῆς νέας Ἱερουσαλήμ, τὰς ὁποίας σᾶς ἤνοιξα, καὶ κατασκευάσατε δρόμον διὰ τὸν λαόν μου καὶ ἀπορρίψατε τοὺς λίθους ἀπὸ τὸν δρόμον αὐτόν, ὥστε εὔκολα νὰ βαδίζῃ εἰς αὐτὸν ὁ λαός μου.Σηκώσατε δὲ σημαίαν καὶ σημεῖον προσκλήσεως εἰς τὰ ἔθνη.
11 ἰδοὺ γὰρ Κύριος ἐποίησεν ἀκουστὸν ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς· εἴπατε τῇ θυγατρὶ Σιών· ἰδοὺ ὁ σωτήρ σοι παραγέγονεν ἔχων τὸν ἑαυτοῦ μισθὸν καὶ τὸ ἔργον πρὸ προσώπου αὐτοῦ. 11 Διότι, ιδού, ο Κυριος έκαμε γνωστήν την λύτρωσίν σας έως εις τα άκρα της γης. Είπατε εις την θυγατέρα μου την Σιών· ιδού ο σωτήρ σου έχει φθάσει φέρων μαζή του τον μισθόν του, αμοιβήν της νίκης του, και το σωτηριώδες έργον του ενώπιόν του. 11 Δώσατε σύνθημα εἰς τὰ ἔθνη.Διότι ἰδού, ὁ Κύριος ἔκαμεν ἀκουστὸν μέχρι τῶν ἐσχατιῶν τῆς γῆς τὸ ἑξῆς χαρμόσυνον μήνυμα.Εἴπατε εἰς τὴν θυγατέρα μου Σιών, τὴν νέαν Ἱερουσαλήμ: Ἰδού, ἔφθασεν ὁ Σωτὴρ διὰ σέ, ἔχων τὸν μισθὸν τῆς νίκης Toυ τὸ δὲ σωτηριῶδες ἔργον Του, τῆς ἀπελευθερώσεως πολυαριθμοτάτου λαοῦ, προπορεύεται αὐτοῦ.
12 καὶ καλέσει αὐτὸν λαὸν ἅγιον, λελυτρωμένον ὑπὸ Κυρίου· σὺ δὲ κληθήσῃ ἐπιζητουμένη πόλις καὶ οὐκ ἐγκαταλελειμμένη. 12 Και θα ονομάση άγιον αυτόν τον λαόν, ο οποίος έχει λυτρωθή από τον Κυριον. Συ δε θα ονομασθής και θα είσαι πόλις περιζήτητος και όχι εγκαταλελειμμένη και έρημος”. 12 Καὶ θὰ καλέσῃ αὐτὸν λαὸν ἅγιον, ὁ ὁποῖος ἔχει λυτρωθῇ καὶ ἑξαγορασθη ἀπὸ τὸν Κύριον· σὺ δέ, ὦ νέα Ἱερουσαλήμ, θὰ ὀνομασθῇς πόλις περιζήτητος καὶ οὐχὶ ἐγκαταλελειμμένη καὶ ἔρημος.