Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 Ο λόγος ὁ γενόμενος παρὰ Κυρίου πρὸς ῾Ησαΐαν υἱὸν ᾿Αμὼς περὶ τῆς ᾿Ιουδαίας καὶ περὶ ῾Ιερουσαλήμ. | 1 Ο Αποκαλυπτικός λόγος εκ μέρους Κυρίου του Θεού προς τον Ησαΐαν, τον υιόν του Αμώς, δια την Ιουδαίαν και την πόλιν Ιερουσαλήμ. | 1 Η ἀποκάλυψις, ἡ ὁποία ἔγινεν ἀπὸ τὸν Κύριον εἰς τὸν Ἠσαΐαν, τὸν υἱὸν τοῦ Ἀμώς, διὰ τὴν Ἰουδαίαν καὶ διὰ τὴν Ἱερουσαλήμ. |
2 ῞Οτι ἔσται ἐν ταῖς ἐσχάταις ἡμέραις ἐμφανὲς τὸ ὄρος Κυρίου καὶ ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ ἐπ᾿ ἄκρων τῶν ὀρέων καὶ ὑψωθήσεται ὑπεράνω τῶν βουνῶν· καὶ ἥξουσιν ἐπ᾿ αὐτὸ πάντα τὰ ἔθνη, | 2 Ο Κυριος ωμίλησε και είπεν· ότι εις τας τελευταίας ημέρας το άγιον όρος της Σιών, το οποίον είναι όρος Κυρίου, θα γίνη εμφανές εις όλον τον κόσμον. Και ο ναός του Θεού, ο κτισμένος επάνω εις την Σιών, θα γίνη ορατός από όλα τα σημεία και από πολύ μακράν, ως εάν είναι κτισμένος επάνω εις τας κορυφάς των ορέων. Θα υψωθή επάνω από όλα τα βουνά και θα προστρέξουν στο όρος τούτο του Κυρίου όλα τα έθνη. | 2 Ἐφανέρωσε δὲ ὁ Κύριος ὅτι κατὰ τὰς ἐσχάτας ἡμέρας τῆς μωσαϊκῆς οἰκονομίας, ὅταν πρόκειται ἡ νέα περίοδος τοῦ Μεσσίου νὰ ἀντικαταστήσῃ ταύτην, θὰ γίνῃ περίοπτον καὶ ἐμφανὲς τὸ ὄρος τοῦ Κυρίου καὶ ὁ ἐπ’ αὐτοῦ Ναὸς τοῦ Θεοῦ θὰ ἐμφανισθῇ ὡσὰν νὰ εἶναι κτισμένος εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὑψηλοτέρου ὄρους· καὶ θὰ ὑψωθῇ ἐπάνω ἀπὸ ὅλα τὰ βουνὰ καὶ θὰ ἔλθουν εἰς αὐτὸ ὅλα τὰ ἔθνη. |
3 καὶ πορεύσονται ἔθνη πολλὰ καὶ ἐροῦσι· δεῦτε καὶ ἀναβῶμεν εἰς τὸ ὄρος Κυρίου καὶ εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ ᾿Ιακώβ, καὶ ἀναγγελεῖ ἡμῖν τὴν ὁδὸν αὐτοῦ, καὶ πορευσόμεθα ἐν αὐτῇ· ἐκ γὰρ Σιὼν ἐξελεύσεται νόμος καὶ λόγος Κυρίου ἐξ ῾Ιερουσαλήμ. | 3 Πολλά έθνη θα προστρέξουν εκεί και θα λέγουν το ένα στο άλλο. “εμπρός, ας αναβώμεν στο όρος του Κυρίου, στον ναόν του Θεού του Ιακώβ. Εκεί ο Θεός θα αναγγείλη και θα καταστήση γνωστήν εις ημάς την οδόν αυτού, εις την οποίαν πρέπει να πορευθώμεν. Διότι από το όρος Σιών θα εξέλθη ο νέος Νομος και από την Ιερουσαλήμ θα κηρυχθή ο λόγος του Κυρίου. | 3 Καὶ θὰ πορευθοῦν ἔθνη πολλὰ καὶ προτρέποντα τὸ ἕνα τὸ ἄλλο θὰ λέγουν: Ἐμπρός, ἂς ἀναβῶμεν εἰς τὸ ὄρος τοῦ Κυρίου καὶ εἰς τὸν Ναὸν τοῦ Θεοῦ Ἰακώβ, καὶ θὰ μᾶς ἀναγγείλῃ τὸν δρόμον τοῦ θελήματός του, καὶ θὰ συμμορφωθῶμεν πρὸς αὐτὸ βαδίζοντες εἰς τὸν δρόμον αὐτόν· διότι ἀπὸ τὴν Σιὼν θὰ βγῇ νέος Νόμος καὶ ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ θὰ κηρυχθῇ λόγος τοῦ Κυρίου. |
4 καὶ κρινεῖ ἀναμέσον τῶν ἐθνῶν καὶ ἐλέγξει λαὸν πολύν, καὶ συγκόψουσι τὰς μαχαίρας αὐτῶν εἰς ἄροτρα καὶ τὰς ζιβύνας αὐτῶν εἰς δρέπανα, καὶ οὐ λήψεται ἔθνος ἐπ᾿ ἔθνος μάχαιραν, καὶ οὐ μὴ μάθωσιν ἔτι πολεμεῖν. - | 4 Θα κάμη κρίσιν ο Θεός μεταξύ όλων των εθνών και ως ανώτατος νομοθέτης και κριτής θα ελέξη πολύν λαόν. Και έτσι οι τότε εχθροί και πολέμιοι μεταξύ των θα μετατρέψουν τα μαχαίρια των εις αλέτρια και τα δόρατά των εις δρεπάνια και δεν θα σηκώση πλέον έθνος εναντίον άλλου έθνους μαχαίρας, δια να πολεμήση κατ' αυτού και δεν θα μανθάνουν πλέον οι άνθρωποι την τέχνην να πολεμούν ο ένας εναντίον του άλλου”. | 4 Καὶ θὰ κρίνῃ μεταξὺ τῶν ἐθνῶν, ἀναγνωριζόμενος ὑπ’ αὐτῶν ἀνώτατος νομοθέτης καὶ κριτής, καὶ θὰ ἐλέγξῃ ὡς κυρίαρχος πολὺν λαόν.Καὶ ὅλοι αὐτοὶ θὰ μετατρέψουν τὰς μαχαίρας των εἰς ἀλέτρια καὶ τὰ δόρατά των εἰς δρεπάνια, καὶ δὲν θὰ πάρῃ ἔθνος ἐναντίον ἔθνους μάχαιραν διὰ νὰ πολεμήσῃ κατ’ αὐτοῦ, οὔτε θὰ μάθουν πλέον τὴν τέχνην να πολεμοῦν ὁ εἰς κατὰ τοῦ ἄλλου. |
5 Καὶ νῦν, ὁ οἶκος ᾿Ιακώβ, δεῦτε πορευθῶμεν τῷ φωτὶ Κυρίου. | 5 Και τώρα, λοιπόν, ισραηλιτικέ λαέ, σεις οι απόγονοι του Ιακώβ, α βαδίσωμεν ημείς πρώτοι στο φως του Κυρίου, που θα ανατείλη από την Ιερουσαλήμ. | 5 Καὶ τώρα, ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ εἴπαμεν, ὦ ἀπόγονοι τοῦ Ἰακώβ, ἐμπρός, ἂς ὑπάγωμεν πρῶτοι ἡμεῖς εἰς τὸ φῶς τῆς θείας διδασκαλίας τοῦ Κυρίου, εἰς τὸ ὁποῖον θὰ ἀκολουθήσουν οἱ ἐθνικοί. |
6 ἀνῆκε γὰρ τὸν λαὸν αὐτοῦ τὸν οἶκον τοῦ ᾿Ισραήλ, ὅτι ἐνεπλήσθη ὡς τὸ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἡ χώρα αὐτῶν κληδονισμῶν, ὡς ἡ τῶν ἀλλοφύλων, καὶ τέκνα πολλὰ ἀλλόφυλα ἐγενήθη αὐτοῖς. | 6 Ο Θεός εγκατέλειψε, βέβαια, τον ισραηλιτικόν λαόν του, τους απογόνους του Ιακώβ, διότι έγέμισεν η χώρα από μαντείας, όπως ήτο πριν καταληφθή από τους Ισραηλίτας. Εγινεν, όπως είναι η χώρα των Φιλισταίων. Οι Ισραηλίται από την επιμιξίαν των με τους Φιλισταίους απέκτησαν πολλά τέκνα. | 6 Σᾶς προτρέπω δὲ εἰς τοῦτο, διότι ὁ Θεὸς ἀσφαλῶς θὰ ἐγκαταλείψῃ τὸν λαόν του, τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰσραήλ· διότι ἡ χώρα των ἐγέμισεν ὅπως ἐξ ἀρχῆς, προτοῦ κατοικηθῇ ἀπὸ αὐτούς, ἀπὸ μαντείας, ὅπως καὶ ἡ χώρα τῶν Φιλισταίων, καὶ τέκνα πολλὰ ἐκ παρανόμων γάμων μὲ γυναῖκας Φιλισταίας ἐγεννήθησαν εἰς αὐτούς. |
7 ἐνεπλήσθη γὰρ ἡ χώρα αὐτῶν ἀργυρίου καὶ χρυσίου, καὶ οὐκ ἦν ἀριθμὸς τῶν θησαυρῶν αὐτῶν· καὶ ἐνεπλήσθη ἡ γῆ ἵππων, καὶ οὐκ ἦν ἀριθμὸς τῶν ἁρμάτων αὐτῶν· | 7 Εγέμισεν η χώρα από παράνομα κέρδη αργυρίουκαί χρυσίου· αναρίθμητοι ήσαν οι παράνομοι θησαυροί των. Εγέμισεν η χώρα από ίππους· αναρίθμητα ήσαν τα άρματά των. | 7 Διότι ἐγέμισεν ἡ χώρα των ἀπὸ ἀργυρὰ καὶ χρυσὰ νομίσματα καὶ ἔγιναν ἀναρίθμητοι οἱ θησαυροὶ των· ἐγέμισεν ἐπίσης ἡ γῆ των ἀπὸ ἵππους καὶ δὲν ὑπῆρχεν ἀριθμὸς τῶν ἁρμάτων των. |
8 καὶ ἐνεπλήσθη ἡ γῆ βδελυγμάτων τῶν ἔργων τῶν χειρῶν αὐτῶν, καὶ προσεκύνησαν, οἷς ἐποίησαν οἱ δάκτυλοι αὐτῶν· | 8 Η χώρα του Ισραήλ εγέμισεν από βδελυρά είδωλα, έργα των χειρών των, και προσεκύνησαν αυτά τα είδωλα, τα οποία είχαν κατασκευάσει τα δάκτυλά των. | 8 Καὶ ἐγέμισεν ἡ χώρα των ἀπὸ εἴδωλα καμωμένα ἀπὸ τὰ χέρια των, καὶ ἐπροσκύνησαν εἰς ἐκεῖνα, ποὺ ἔφτιασαν τὰ δάκτυλά των. |
9 καὶ ἔκυψεν ἄνθρωπος, καὶ ἐταπεινώθη ἀνήρ, καὶ οὐ μὴ ἀνήσω αὐτούς. | 9 Εσκυψεν "άνθρωπος εμπρός εις τα είδωλα αυτά και εταπεινώθη ο άνδρας ενώπιον αυτών. Δεν θα συγχωρήσω την αμαρτίαν των αυτήν. | 9 Καὶ ἔσκυψε ταπεινῶς ἐνώπιον τῶν ἀψύχων αὐτῶν εἰδώλων ὁ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πλασθεὶς ἄνθρωπος καὶ ἐξευτελίσθη ὁ ἄνδρας προσκυνήσας ταῦτα.Δι’ αὐτὸ δὲ καὶ ἐγὼ δὲν θὰ συγχωρήσω αὐτούς. |
10 καὶ νῦν εἰσέλθετε εἰς τὰς πέτρας καὶ κρύπτεσθε εἰς τὴν γῆν ἀπὸ προσώπου τοῦ φόβου Κυρίου καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ὅταν ἀναστῇ θραῦσαι τὴν γῆν. | 10 Και τώρα σεις , οι παράνομοι και ανυπάκοοι προς τον Θεόν, εισέλθετε εις τα σπήλαια, κυριευμένοι από φόβον ενώπιον του ωργισμένου Κυρίου και της ακαταγωνίστου δυνάμεώς του, όταν θα εγερθή, δια να συντρίψη εν τη παντοδυναμία του την αμαρτωλήν χώραν. | 10 Καὶ τώρα, ὅταν ἐκσπάσῃ ἡ θεία ὀργή, ἔμβητε μέσα εἰς σπήλαια καὶ κρυφθῆτε εἰς τὰ βάθη τῆς γῆς πρὸ τοῦ φόβου, τὸν ὁποῖον θὰ δοκιμάζετε ἀπὸ τὸν ὠργισμένον Κύριον καὶ ἀπὸ τὴν ἔνδοξον καὶ ἀκαταγώνιστον δύναμίν του, ἡ ὁποία θὰ ἐκδηλωθῇ, ὅταν σηκωθῇ να συντρίψῃ τὴν γῆν. |
11 οἱ γὰρ ὀφθαλμοὶ Κυρίου ὑψηλοί, ὁ δὲ ἄνθρωπος ταπεινός· καὶ ταπεινωθήσεται τὸ ὕψος τῶν ἀνθρώπων, καὶ ὑψωθήσεται Κύριος μόνος ἐν τῇ ἡμέρα ἐκείνῃ. | 11 Διότι οι οφθαλμοί του Κυρίου είναι υψιλοί και βλέπουν από υψηλά τα πάντα. Ο δε άνθρωπος είναι μηδαμινός· και θα ταπεινωθή η αλαζονεία και η έπαρσις των ανθρώπων. Θα υψωθή δε μόνος ο Κυριος κατά την ημέραν εκείνην της δικαίας κρίσεώς του. | 11 Κρυφθῆτε, διότι τὰ μάτια τοῦ Κυρίου βλέπουν ἀπὸ ψηλὰ καὶ τὰ παρακολουθοῦν ὅλα· ὁ δὲ ἄνθρωπος εἶναι ταπεινὸς καὶ δὲν ἡμπορεῖ να διαφύγῃ τὸ ὑψηλὸν ὄμμα τοῦ Κυρίου.Καὶ θὰ ταπεινωθῇ τὸ ὕψος καὶ ἡ ὑπερηφάνεια τῶν ἀνθρώπων, καὶ θὰ ὑψωθῇ μόνος ὁ Κύριος κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τῆς κρίσεώς του. |
12 ἡμέρα γὰρ Κυρίου σαβαὼθ ἐπὶ πάντα ὑβριστὴν καὶ ὑπερήφανον καὶ ἐπὶ πάντα ὑψηλὸν καὶ μετέωρον, καὶ ταπεινωθήσονται, | 12 Διότι η μεγάλη αυτή ημέρα Κυρίου του παντοκράτορος θα έλθη, δια να τιμωρήση κάθε αναιδή και αυθάδη, κάθε τυπερήφανον, κάθε υψηλόφρονα, κάθε επηρμένον. Και όλοι θα ταπεινωθούν κατά την ημέραν εκείνην. | 12 Θὰ ταπεινωθῇ ἡ ὑπερηφάνεια τῶν ἀνθρώπων, διότι ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου, τοῦ παντοκράτορος καὶ ἐξουσιαστοῦ τῶν πνευμάτων, θὰ ἔλθῃ κατὰ παντὸς μετ’ αὐθαδείας ἀσεβοῦς καὶ ὑπερηφάνου καὶ κατὰ παντὸς ἀλαζόνος καὶ πεφυσιωμένου, καὶ ὅλοι αὐτοὶ θὰ ταπεινωθοῦν καὶ θὰ ἐξευτελισθοῦν. |
13 καὶ ἐπὶ πᾶσαν κέδρον τοῦ Λιβάνου τῶν ὑψηλῶν καὶ μετεώρων καὶ ἐπὶ πᾶν δένδρον βαλάνου Βασὰν | 13 Η δικαία αυτή παρά Κυρίου τιμωρία θα εκπάση και θα πλήξη όλα τα κέδρα του Λιβάνου, τα υψηλά και υπερήφανα, και όλα τα δένδρα βελανιδιάς της χώρας Βασάν. | 13 Θὰ ἔλθῃ ἡ φοβερὰ ἡμέρα τοῦ Κυρίου, διὰ νὰ πλήξῃ καὶ κάθε κέδρον τοῦ Λιβάνου ἀπὸ τὰς ὑψηλὰς καὶ μετεώρους καὶ κάθε δένδρον δρυὸς τῆς γῆς Βασάν· |
14 καὶ ἐπὶ πᾶν ὑψηλὸν ὄρος καὶ ἐπὶ πάντα βουνὸν ὑψηλὸν | 14 Θα πλήξη κάθε υψηλόν όρος και κάθε υψηλόν βουνόν, | 14 14 θὰ πλήξῃ καὶ πᾶν ὄρος ὑψηλὸν καὶ κάθε βουνὸν ὑψηλόν. |
15 καὶ ἐπὶ πάντα πύργον ὑψηλὸν καὶ ἐπὶ πᾶν τεῖχος ὑψηλὸν | 15 κάθε υψηλόν και ωχυρωμένον πύργον, κάθε ισχυρόν τείχος. | 15 15 Θὰ ἐπέλθῃ καὶ κατὰ παντὸς πύργου ὑψηλοῦ καὶ κατὰ παντὸς τείχους ὑψηλοῦ, τὰ ὁποῖα οὕτω θ’ ἀποδειχθοῦν ὅλως ἄχρηστα πρὸς ὑπεράσπισιν καὶ προστασίαν. |
16 καὶ ἐπὶ πᾶν πλοῖον θαλάσσης καὶ ἐπὶ πᾶσαν θέαν πλοίων κάλλους. | 16 Θα εκπάση εναντίον των πλοίων, που ευρίσκονται εις την θάλασσαν, και εναντίον όλων των στολισμένων και ωραίων εις θέαν πλοίων. | 16 Θὰ ἐπέλθῃ καὶ κατὰ παντὸς πλοίου θαλάσσης καὶ κατὰ παντὸς θεάματος ὡραίων καὶ στολισμένων πλοίων. |
17 καὶ ταπεινωθήσεται πᾶς ἄνθρωπος, καὶ πεσεῖται ὕψος ἀνθρώπων, καὶ ὑψωθήσεται Κύριος μόνος ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ. | 17 Και τρομαγμένος τότε θα ταπεινωθή κάθε άνθρωπος. Θα πέση η αλαζονεία των άνθρώπων και θα υψωθή και θα δοξασθή ο Κυριος μόνος κατά την μεγάλην εκείνην ημέραν. | 17 Καὶ θὰ ταπεινωθῆ ἡ ὑπερηφάνεια καὶ ὑψηλοφροσύνη παντὸς ἀνθρώπου, καὶ θὰ πέσῃ ἡ ἀλαζονεία καὶ ἡ περιφρόνησις τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν πλησίον, καὶ θὰ ὑψωθῆ μόνος ὁ Κύριος κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην. |
18 καὶ τὰ χειροποίητα πάντα κατακρύψουσιν, | 18 Κατατρομαγμένοι οι άνθρωποι θα κρύψουν επιμελώς όλα τα είδωλα, που είχαν κατασκευάσει με τα χέρια των· | 18 Καὶ τὰ ὑπὸ χειρῶν ἀνθρωπίνων κατεσκευασμένα εἴδωλα ὅλα θὰ τὰ κρύψουν ἐπιμελῶς, |
19 εἰσενέγκαντες εἰς τὰ σπήλαια καὶ εἰς τὰς σχισμὰς τῶν πετρῶν καὶ εἰς τὰς τρώγλας τῆς γῆς ἀπὸ προσώπου τοῦ φόβου Κυρίου καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ὅταν ἀναστῇ θραῦσαι τὴν γῆν. | 19 θα τα φέρουν μέσα εις τα σπήλαια και είς τας σχισμάς των βράχων και εις τας τρώγλας της γης, όπου και οι ίδιοι θα καταφύγουν ενώπιον του φόβου, που θα τους εμπνέη η παρουσία του Κυρίου, και ενώπιον της δόξης και της παντοδυναμίας του, όταν θα σηκωθή, δια να συντρίψη την αμαρτωλήν χώραν. | 19 ἀφοῦ τὰ φέρουν μέσα εἰς τὰ σπήλαια καὶ εἰς τὰς σχισμὰς τῶν βράχων καὶ εἰς τὰ ὑγρὰ ἄντρα τῆς γῆς.Ἐκεῖ θὰ καταφύγουν καὶ αὐτοὶ πρὸ τοῦ φόβου, τὸν ὁποῖον θὰ ἐμπνέῃ ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου, καὶ ἀπὸ τὴν ἔνδοξον δύναμίν του, ὅταν θὰ σηκωθῇ διὰ νὰ συντρίψῃ τὴν γῆν. |
20 τῇ γὰρ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐκβαλεῖ ἄνθρωπος τὰ βδελύγματα αὐτοῦ τὰ ἀργυρᾶ καὶ τὰ χρυσᾶ, ἃ ἐποίησαν προσκυνεῖν, τοῖς ματαίοις καὶ ταῖς νυκτερίσι, | 20 Κατά την ημέραν εκείνην ο κάθε άνθρωπος θα πετάξη τα σιχαμερά είδωλά του, τα ασημένια και τα χρυσά, τα οποία κατασκεύασε, δια να τα προσκυνή, θα τα πετάξουν εις τα σκουπίδια και εις τας ρωγμάς, όπου αι φωλεαί των νυκτερίδων, | 20 Ναί· μόνος ὁ Κύριος· διότι κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην θὰ πετάξῃ ἔξω ὁ ἄνθρωπος τὰ εἴδωλά του τὰ ἀσημένια καὶ τὰ χρυσᾶ, τὰ ὁποῖα ἔκαμαν διὰ νὰ προσκυνοῦν, τὰ τιποτένια καὶ τὰς νυκτερίδας, |
21 τοῦ εἰσελθεῖν εἰς τὰς τρώγλας τῆς στερεᾶς πέτρας καὶ εἰς τὰς σχισμὰς τῶν πετρῶν ἀπὸ προσώπου τοῦ φόβου Κυρίου καὶ ἀπὸ τῆς δόξης τῆς ἰσχύος αὐτοῦ, ὅταν ἀναστῇ θραῦσαι τὴν γῆν. | 21 δια να ημπορέσουν έτσι ελεύθεροι, να εισέλθουν εις τας τρώγλας κάποιου ασφαλούς βράχου, εις τας σχισμάς των ορέων, τρέμοντες την φοβεράν παρουσίαν του Κυρίου, την άπειρον αυτού δόξαν και ακατανίκητον δύναμιν, όταν θα εγερθή, δια να συντρίψη την αμαρτωλήν χώραν μας. | 21 διὰ νὰ ἔμβῃ ὁ ἴδιος μέσα εἰς τὰς τρώγλας τοῦ σκληροῦ βράχου καὶ εἰς τὰς σχισμὰς τῶν πετρῶν, ἐξ αἰτίας τοῦ φόβου τοῦ Κυρίου καὶ τῆς ἐνδόξου δυνάμεώς του, ὅταν θὰ σηκωθῇ διὰ νὰ συντρίψῃ τὴν γῆν |