Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΕΓΚΑΙΝΙΖΕΣΘΕ πρός με, νῆσοι, οἱ γὰρ ἄρχοντες ἀλλλάξουσιν ἰσχύν· ἐγγισάτωσαν καὶ λαλησάτωσαν ἅμα, τότε κρίσιν ἀναγγειλάτωσαν. | 1 Νήσοι της Μεσογείου, που εκπροσωπείτε τον ειδωλολοτρικόν κόσμον, γενήτε κοντά μου και δι' εμού νέα κτίσις. Οι άρχοντες σας ας αλλάξουν και ας αποκτήσουν νέαν δύναμιν. Ας πλησιάσουν και ας συνομιλήσωμεν μαζή. Ας στήσωμεν διάλογον προς εύρεσιν και εφαρμογήν του δικαίου. | 1 Ω νῆσοι, ποὺ ἐκπροσωπεῖτε τὸν εἰδωλολατρικὸν κόσμον, γίνετε καινὴ κτίσις πλησίον μου, καὶ οἱ ἄρχοντες βεβαίως ἂς ἀλλάξουν δύναμιν.Ἂς πλησιάσουν καὶ ἂς λαλήσουν συγχρόνως, προβάλλοντες τὰς ἀντιρρήσεις των καὶ συνομιλοῦντες μαζί μου.Τότε ἂς ἀναγγείλουν τὴν ἔναρξιν δίκης πρὸς ἀπόδοσίν του δικαίου εἰς τὸν ἔχοντα αὐτό. |
2 τίς ἐξήγειρεν ἀπὸ ἀνατολῶν δικαιοσύνην, ἐκάλεσεν αὐτὴν κατὰ πόδας αὐτοῦ, καὶ πορεύσεται; δώσει ἐναντίον ἐθνῶν καὶ βασιλεῖς ἐκστήσει καὶ δώσει εἰς γῆν τὰς μαχαίρας αὐτῶν καὶ ὡς φρύγανα ἐξωσμένα τὰ τόξα αὐτῶν· | 2 Ποιός ανήγειρεν από ανατολών και ανέδειξεν άνθρωπον εκπροσωπούντα και επιβάλλοντα την δικαιοσύνην, και ποιός εκάλεσεν αυτήν να τον ακολουθή κατά πόδας και να πηγαίνη μαζή του; Αυτόν τον άνθρωπον, εκπρόσωπον ιδικόν μου, θα τον δώσω εις κατάκτησιν εθνών. Αυτός θα απομακρύν·η και θα εκθρόνιση βασιλείς, θα συντρίψη κάτω στο έδαφος τας μαχαίρας των· και τα τόξα των θα τα κάμη ώσαν πεταμένα και διασκορπισμένα φρύγανα. | 2 Ποῖος ἀνήγειρε καὶ ἀνέδειξεν ἀπὸ τὰς ἀνατολικὰς χώρας τὸν ἐκπροσωποῦντα τὴν δικαιοσύνην καὶ ἐπιβάλλοντα αὐτὴν καὶ ποῖος ἐκάλεσε ταύτην νὰ τὸν ἀκολουθῇ κατὰ πόδας, καὶ αὕτη πράγματι θὰ τὸν ἀκολουθῇ καὶ θὰ πηγαίνῃ μαζί του; Θὰ δώσῃ αὐτὸν κατὰ τῶν ἐθνῶν ὡς κατακτητήν των καὶ θὰ ἐκθρονίσῃ βασιλεῖς αἰχμαλωτίζων αὐτοὺς καὶ θὰ καταρρίψῃ εἰς συντρίμματα τὰς μαχαίρας των εἰς τὸ ἔδαφος, καὶ τὰ τόξα των θὰ τὰ κάμῃ ὡσὰν φρύγανα διεσκορπισμένα. |
3 καὶ διώξεται αὐτοὺς καὶ διελεύσεται ἐν εἰρήνῃ ἡ ὁδὸς τῶν ποδῶν αὐτοῦ. | 3 Θα καταδιώξη αυτούς τους εχθρούς και θα διέρχεται εν ειρήνη την οδόν, που θα πατούν οι πόδες του. | 3 Καὶ θὰ καταδιώξῃ αὐτούς, καὶ ὁ δρόμος θὰ περνᾷ μὲ εἰρήνην καὶ ἄνευ ἐμποδίων ἢ ἀντιστάσεως ἀπὸ τὰ πόδια του. |
4 τίς ἐνήργησε καὶ ἐποίησε ταῦτα; ἐκάλεσεν αὐτὴν ὁ καλῶν αὐτὴν ἀπὸ γενεῶν ἀρχῆς· ἐγὼ Θεὸς πρῶτος, καὶ εἰς τὰ ἐπερχόμενα ἐγώ εἰμι. | 4 Ποιός ενήργησε και έκαμεν αυτά; Εκείνος εκάλεσε την δικαιοσύνην, ο οποίος απ' αρχής των γενεών επιζητεί και θέλει αυτήν. Εγώ είμαι Θεός πρώτος και μόνος· και στους επερχομένους αιώνας εγώ υπάρχω πάντοτε. | 4 Ποῖος ἐνήργησε καὶ ἔκαμεν αὐτά; Ἐκάλεσε τὴν δικαιοσύνην καὶ τὸν ἀποδίδοντα αὐτὴν αὐτός, ὁ Ὁποῖος ἐξ ἀρχῆς τῶν γενεῶν ἐπιζητεῖ αὐτὴν ἐγὼ εἶμαι Θεὸς πρῶτος καὶ μόνος, καὶ εἰς τὰ ἐπερχόμενα ἔτη ἐγὼ ὑπάρχω αἰωνίως. |
5 εἴδοσαν ἔθνη καὶ ἐφοβήθησαν, τὰ ἄκρα τῆς γῆς ἤγγισαν καὶ ἦλθον ἅμα, | 5 Είδον τα έθνη και εφοβήθησαν· οι κατοικούντες εις τα πέρατα της γης επλη-σίασαν, συνήλθαν μαζή, | 5 Εἶδον τὰ ἔθνη τὴν ταχεῖαν αὐτὴν προέλασιν καὶ ἐφοβήθησαν.Οἱ κατοικοῦντες εἰς τὰ ἄκρα τῆς γῆς καὶ τὰ πλέον ἀπομεμακρυσμένα σημεῖα τῆς ἐπλησίασαν καὶ ἦλθον μαζί, |
6 κρίνων ἕκαστος τῷ πλησίον καὶ τῷ ἀδελφῷ βοηθῆσαι καὶ ἐρεῖ· | 6 με την απόφασιν να βοηθήση ο καθένας από αυτούς τον άλλον, να τον συμβουλεύση και να τον ενθαρρύνη. | 6 ἀποφασισμένος ὁ καθένας των νὰ βοηθήσῃ τὸν διπλανόν του καὶ τὸν πλησίον του, καὶ θὰ εἴπῃ προτροπάς, ἵνα ἐλπίζῃ εἰς τοὺς θεούς του. |
7 ἴσχυσεν ἀνὴρ τέκτων καὶ χαλκεὺς τύπτων σφύρῃ ἅμα ἐλαύνων· ποτὲ μὲν ἐρεῖ· σύμβλημα καλόν ἐστίν· ἰσχύρωσαν αὐτὰ ἐν ἥλοις, θήσουσιν αὐτὰ καὶ οὐ κινηθήσονται. | 7 Δια τα είδωλα των εθνικών θεών ο ξυλουργός επήρε δύναμιν, ώστε να κατασκευάση ξόανα, ο χαλκεύς κτυπών με την σφύραν του και πλατύνων το μέταλλον θα περιβάλη με αυτό το ξόανον άγαλμα και θα είπη· Ωραίον είναι αυτό το συγκόλλημα. Επειτα θα τα στερεώσουν αυτά με καρφιά, θα τα θέσουν ακίνητα, ώστε να μη μετακινούνται. | 7 Διὰ τὰ εἴδωλα ὅμως τῶν θεῶν τούτων ἔλαβε δύναμιν ἄνθρωπος ξυλουργός, κατασκευάζων ξόανα, καὶ χαλκεὺς κτυπῶν μὲ τὴν σφῦραν συγχρόνως καὶ πλατύνων τὸ μέταλλον, διὰ τοῦ ὁποίου θὰ καλυφθῇ τὸ ξύλινον ἄγαλμα.Καὶ κάποτε θὰ εἴπῃ: Ὡραῖον συγκόλλημα καὶ περίβλημα εἶναι τοῦτο.Τότε καὶ οἱ δύο ἐστερέωσαν αὐτὰ μὲ καρφία· καὶ θὰ τὰ τοποθετήσουν καὶ δὲν θὰ κινοῦνται πλέον ἀπὸ τὴν θέσιν των. |
8 Σὺ δέ, ᾿Ισραήλ, παῖς μου ᾿Ιακώβ, ὃν ἐξελεξάμην, σπέρμα ῾Αβραάμ, ὃν ἠγάπησα, | 8 Συ όμως, Ισραηλιτικέ μου λαέ, δούλε μου Ιακώβ, τον οποίον εγώ εξέλεξα ως ιδιαίτερόν μου λαόν, απόγονον του Αβραάμ τον οποίον ηγάπησα, | 8 Σὺ ὅμως, ὦ Ἰσραήλ, δοῦλε μου Ἰακώβ, τὸν ὁποῖον ἐξέλεξα, ἀπόγονε τοῦ Ἀβραάμ, τὸν ὁποῖον ἠγάπησα, |
9 οὗ ἀντελαβόμην ἀπ᾿ ἄκρων τῆς γῆς καὶ ἐκ τῶν σκοπῶν αὐτῆς ἐκάλεσά σε καὶ εἶπά σοι· παῖς μου εἶ, ἐξελεξάμην σε καὶ οὐκ ἐγκατέλιπόν σε· | 9 αυτόν, τον οποίον επήρα εις τα χέρια μου από τα άκρα της γης, από τα υψηλά μέρη, τον εκάλεσα και του είπα· Συ είσαι δούλος μου, εγώ σε εξέλεξα και ούτε σε εγκατέλειψα, ούτε θα σε εγκαταλείψω ποτέ· | 9 τὸν ὁποῖον ἐκράτησα διὰ τῆς χειρός μου στερεά, ἀπὸ τὰ ἄκρα τῆς γῆς καὶ ἀπὸ τὰς ἐσχατιὰς τῆς γῆς σὲ ἐκάλεσα καὶ σοῦ εἶπα: Εἶσαι δοῦλος μου· σὲ ἐξέλεξα καὶ δὲν σὲ ἐγκατέλιπα, οὔτε σὲ ἀπεδοκίμασα. |
10 μὴ φοβοῦ, μετὰ σοῦ γάρ εἰμι· μὴ πλανῶ, ἐγὼ γάρ εἰμι ὁ Θεός σου ὁ ἐνισχύσας σε καὶ ἐβοήθησά σοι καὶ ἠσφαλισάμην σε τῇ δεξιᾷ τῇ δικαίᾳ μου. | 10 μη φοβείσαι, διότι εγώ είμαι μαζή σου. Μη περιπλανηθής εδώ και εκεί αναζητών βοήθείαν παρά των ανθρώπων, διότι εγώ είμαι ο Θεός σου, ο οποίος σε ενεδυνάμωσα και σε εβοήθησα. Και δια της δικαίας παντοδυνάμου δεξιάς μου σε περιφρούρησα και σε εξησφαλισα. | 10 Μὴ φοβῆσαι, διότι εἶμαι μαζί σου.Μὴ παραπλανᾶσαι, ἀναζητῶν βοήθειαν ἀλλαχόθεν καὶ ἀπὸ θεοὺς ἀλλοτρίους, διότι ἐγὼ εἶμαι ὁ Θεός σου, ὁ Ὁποῖος σὲ ἐνίσχυσα κατὰ τὸν καιρὸν τῆς δουλείας σου καὶ σὲ ἐβοήθησα καὶ σὲ ἠσφάλισα διὰ τῆς ἐν δικαιοσύνῃ δρώσης πάντοτε παντοδυνάμου δεξιᾶς μου. |
11 ἰδοὺ αἰσχυνθήσονται καὶ ἐντραπήσονται πάντες οἱ ἀντικείμενοί σοι· ἔσονται γὰρ ὡς οὐκ ὄντες καὶ ἀπολοῦνται πάντες οἱ ἀντίδικοί σου· | 11 Ιδού, θα καταισχυνθούν και θα εντραπούν όλοι οι εχθροί σου· θα είναι, ως εάν δεν υπάρχουν, και θα καταστραφούν όλοι οι αντίδικοί σου. | 11 Ἰδοὺ θὰ καταισχυνθοῦν καὶ θὰ ἐντροπιασθοῦν ὅλοι οἱ ἐχθροί σου διότι θὰ καταντήσουν ὡσὰν νὰ μὴ ὑπάρχουν, καὶ θὰ ἀπολεσθοῦν ὅλοι οἱ ἀντιδικοῦντες μαζί σου. |
12 ζητήσεις αὐτοὺς καὶ οὐ μὴ εὕρῃς τοὺς ἀνθρώπους, οἳ παροινήσουσιν εἰς σέ· ἔσονται γὰρ ὡς οὐκ ὄντες καὶ οὐκ ἔσονται οἱ ἀντιπολεμοῦντές σε. | 12 Θα τους αναζήτησης και δεν θα εύρης αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι με αλλοφροσύνην ήθελαν να σε καταδιώξουν, διότι θα είναι, ως εάν δεν υπήρξαν· δεν θα ευρεθούν εκείνοι, οι οποίοι σε επολέμησαν. | 12 Θὰ τοὺς ἀναζητήσῃς, ἀλλὰ δὲν θὰ εὕρῃς τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μὲ μανίαν θὰ σὲ καταδιώξουν διότι θὰ καταντήσουν ὡσὰν νὰ μὴ ὑπάρχουν καὶ δὲν θὰ ζοῦν πλέον αὐτοί, οἱ ὁποῖοι σὲ ἐπολέμουν. |
13 ὅτι ἐγὼ ὁ Θεός σου ὁ κρατῶν τῆς δεξιᾶς σου, ὁ λέγων σοι· μὴ φοβοῦ, | 13 Διότι εγώ ο Θεός σου είμαι εκείνος, που σε κρατώ από την δεξιάν σου και σου λέγω· Μη φοβείσαι. | 13 Θὰ ἐκμηδενισθοῦν δέ, διότι ἐγὼ εἶμαι ὁ Θεός σου, ποὺ σὲ κρατῶ ὡσὰν στοργικὸς πατὴρ ἀπὸ τὸ δεξιόν σου χέρι, προσέχων μήπως σκοντάψῃς· ὁ Ὁποῖος σοῦ λέγω: Μὴ φοβῆσαι, |
14 ᾿Ιακώβ, ὀλιγοστὸς ᾿Ισραήλ· ἐγὼ ἐβοήθησά σοι, λέγει ὁ Θεός σου, ὁ λυτρούμενός σε, ᾿Ισραήλ. | 14 Ισραηλίται, απόγονοι του Ιακώβ, ολίγοι είσθε· εγώ όμως σας εβοήθησα, λέγει ο Θεός, εγώ, ο οποίος σε απήλλαξα από την δουλείαν. | 14 ὦ Ἰακώβ, ὦ ὀλιγοστὲ ἐν σχέσει πρὸς τὸ πλῆθος τῶν ἐχθρῶν σοῦ Ἰσραήλ.Ἐγὼ σὲ ἐβοήθησα, λέγει ὁ Θεός σου, ὁ ὁποῖος σὲ λυτρώνω καὶ σὲ ἐλευθερώνω, ὦ Ἰσραήλ. |
15 ἰδοὺ ἐποίησά σε ὡς τροχοὺς ἁμάξης ἁλοῶντας καινοὺς πριστηροειδεῖς, καὶ ἁλοήσεις ὄρη καὶ λεπτυνεῖς βουνοὺς καὶ ὡς χνοῦν θήσεις· | 15 Ιδού, εγώ σε έκαμα ωσάν τους πριονωτούς τροχούς αλωνιστικής αμάξης, καινουργείς, ικανούς να αλωνίζουν. Θα άλωνίσης όρη, θα λεπτύνης βουνά, θα τα μεταβάλης εις κόνιν. | 15 Ἰδού, σὲ ἐποίησα διὰ τῆς ἐνισχύσεώς μου ὡσὰν τροχοὺς ἁλωνιστικῆς ἁμάξης, ἁλωνίζοντας, καινουργεῖς, δρεπανοειδεῖς, καὶ θὰ ἁλωνίσῃς ὄρη καὶ θὰ λεπτύνῃς βουνὰ καὶ θὰ μεταβάλῃς ταῦτα εἰς σκόνην. |
16 καὶ λικμήσεις, καὶ ἄνεμος λήψεται αὐτούς, καὶ καταιγὶς διασπερεῖ αὐτούς, σὺ δὲ εὐφρανθήσῃ ἐν τοῖς ἁγίοις ᾿Ισραήλ. | 16 Θα τα λιχνίσης, και ο άνεμος θα τους παραλάβη και σαν καταιγίς θα τους διασκόρπισης. Συ δέ, ω Ισραηλιτικέ λαέ, θα ευφρανθής εις τα άγια κατασκηνώματά σου. | 16 Καὶ θὰ λιχνίσῃς, καὶ ἄνεμος θὰ τοὺς παραλάβῃ καὶ καταιγὶς θὰ τοὺς διασκορπίσῃ· σὺ δέ, ὦ Ἰσραήλ, θὰ εὐφρανθῇς εἰς τὰ ἅγια σκηνώματα τοῦ Κυρίου σου. |
17 καὶ ἀγαλλιάσονται οἱ πτωχοὶ καὶ οἱ ἐνδεεῖς· ζητήσουσι γὰρ ὕδωρ, καὶ οὐκ ἔσται, ἡ γλῶσσα αὐτῶν ἀπὸ τῆς δίψης ἐξηράνθη· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεός, ἐγὼ ἐπακούσομαι ὁ Θεὸς ᾿Ισραήλ, καὶ οὐκ ἐγκαταλείψω αὐτούς, | 17 Οι πτωχοί σου και οι ενδεείς θα δοκιμάσουν μεγάλην χαράν. Θα αναζητήσουν νερό και δεν θα υπάρχη· και η γλώσσα των θα ξηρανθή από την δίψαν. Εγώ όμως, ο Κυριος και Θεός, εγώ ο Θεός των Ισραηλιτών, θα ακούσω και θα κάμω δεκτήν την προσευχήν αυτών και δεν θα τους εγκαταλείψω. | 17 Καὶ θὰ δοκιμάσουν μεγάλην χαρὰν οἱ πτωχοὶ καὶ οἱ ἐνδεεῖς· διότι θὰ ζητήσουν ὕδωρ καὶ δὲν θὰ ὑπάρχῃ· ἡ γλῶσσα των ἀπὸ τὴν δίψαν θὰ ἔχῃ ξηρανθῇ.Ἐγὼ ὁ Κύριος καὶ Θεός, ἐγὼ ὁ ἔχων τὴν ἐξουσίαν ἐπὶ πάντων τῶν στοιχείων, θὰ τοὺς ἐπακούσω ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραὴλ καὶ δὲν θὰ τοὺς ἐγκαταλείψω. |
18 ἀλλὰ ἀνοίξω ἐπὶ τῶν ὀρέων ποταμοὺς καὶ ἐν μέσῳ πεδίων πηγάς· ποιήσω τὴν ἔρημον εἰς ἕλη ὑδάτων καὶ τὴν διψῶσαν γῆν ἐν ὑδραγωγοῖς· | 18 Αλλα θα κάμω να αναβλύσουν επάνω εις τα όρη ποταμοί ύδατος και εν μέσω των πεδιάδων πηγαί. Θα καταστήσω την έρημον εις λίμνας υδάτων και την διψώσαν γην εις ρεύματα αφθόνων υδάτων. | 18 Ἀλλὰ θὰ ἀνοίξω ἐπάνω εἰς τὰ ξηρὰ βουνὰ ποταμοὺς καὶ ἐν μέσῳ τῶν ἀγόνων πεδιάδων πηγάς.Θὰ μεταβάλω τὴν ἔρημον εἰς λιμνάζοντα ὕδατα, καὶ τὴν γῆν, ποὺ διψᾷ καὶ στερεῖται νεροῦ, εἰς πλουσίους αὔλακας ὑδάτων. |
19 θήσω εἰς τὴν ἄνυδρον γῆν κέδρον καὶ πύξον καὶ μυρσίνην καὶ κυπάρισσον καὶ λεύκην, | 19 Εις την άλλοτε άνυδρον γην θα φυτεύσω κέδρον, και πύξον και μυρσίνην και κυπάρισσον και λεύκην, | 19 Καὶ θὰ θέσω εἰς τὴν τέως ἄνυδρον γῆν κέδρα καὶ πυξάρια καὶ μυρσίνας καὶ κυπαρίσσους καὶ λεύκας, |
20 ἵνα ἴδωσι καὶ γνῶσι καὶ ἐννοηθῶσι καὶ ἐπιστῶνται ἅμα, ὅτι χεὶρ Κυρίου ἐποίησε ταῦτα καὶ ὁ ἅγιος τοῦ ᾿Ισραὴλ κατέδειξεν. | 20 δια να ίδουν και μάθουν και αντιληφθούν και κατανοήσουν καλά, ότι η χειρ του Κυρίου έκαμεν αυτά και ο άγιος Θεός του Ισραήλ ενεφάνισε την μεγαλοπρέπειαν αυτήν. | 20 διὰ να ἴδουν οἱ ἔχοντες καλὴν διάθεσιν καὶ λάβουν γνῶσιν καὶ ἐννοήσουν καὶ μάθουν συγχρόνους καλά, ὅτι ἡ παντοδύναμος χεὶρ τοῦ Κυρίου ἐποίησε ταῦτα καὶ ὁ ἅγιος τοῦ Ἰσραὴλ περιφανῶς τὰ ἐνεφάνισεν. |
21 ᾿Εγγίζει ἡ κρίσις ὑμῶν, λέγει Κύριος ὁ Θεός· ἤγγισαν αἱ βουλαὶ ὑμῶν, λέγει ὁ βασιλεὺς ᾿Ιακώβ. | 21 Εφθασεν η ημέρα της δίκης και της κρίσεως σας, λέγει ο Κυριος. Προβάλατε τα επιχειρήματά σας, λέγει ο βασιλεύς, ο Θεός του Ιακώβ. | 21 Ἂς γίνῃ δίκη τώρα, λέγει Κύριος ὁ Θεός, καὶ ἂς πλησιάσῃ ἡ ὑπόθεσις τῶν εἰδώλων καὶ τῶν ψευδῶν θεῶν πρὸς κρίσιν.Ἂς ἐκτεθοῦν καὶ ἂς πλησιάσουν οἱ ἰσχυροί σας λόγοι, τοὺς ὁποίους πρὸς ὑπεράσπισίν σας ἔχετε, λέγει ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰακώβ. |
22 ἐγγισάτωσαν καὶ ἀναγγειλάτωσαν ὑμῖν ἃ συμβήσεται, ἢ τὰ πρότερον τίνα ἦν, εἴπατε, καὶ ἐπιστήσομεν τὸν νοῦν καὶ γνωσόμεθα τί τὰ ἔσχατα, καὶ τὰ ἐπερχόμενα εἴπατε ἡμῖν. | 22 Ας έλθουν οι ειδωλολατρικοί θεοί σας και ας προαναγγείλουν εις σας, τι πρόκειται να συμβή. Η ας καταστήσουν εις σας γνωστά, ποία ήσαν αυτά τα οποία προηγουμένως έγιναν. Και ημείς θα στρέψωμεν με προσοχήν τον νουν μας, δια να γνωρίσωμεν, ποία είναι αυτά που κατά τας τελευταίας ημέρας έγιναν, όπως είχαν, τάχα, προφητευθή. Και ποία εκείνα, τα οποία πρόκειται να συμβούν. Είπατέ μας, λοιπόν. | 22 Ἂς πλησιάσουν οἱ ψευδεῖς θεοί σας καὶ ἂς σᾶς ἀναγγείλουν ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα θὰ συμβοῦν, ἢ ἐκεῖνα ποὺ εἰς προτέρους χρόνους ἐπροφητεύθησαν καὶ ἐπηλήθευσαν, ποία ἦσαν· εἴπατε, καὶ θὰ προσέξωμεν καὶ θὰ μάθωμεν ποία εἶναι τὰ κατὰ τὰς τελευταίας ταύτας ἡμέρας συμβάντα, καὶ ἐκεῖνα ποὺ πρόκειται νὰ συμβοῦν, εἴπατέ μας. |
23 ἀναγγείλατε ἡμῖν τὰ ἐπερχόμενα ἐπ᾿ ἐσχάτου, καὶ γνωσόμεθα ὅτι θεοί ἐστε· εὖ ποιήσατε καὶ κακώσατε, καὶ θαυμασόμεθα καὶ ὀψόμεθα ἅμα· | 23 Προαναγγείλατε εις ημάς αυτά, τα οποία θα γίνουν στο μέλλον, δια να ίδωμεν και μάθωμεν, εάν πράγματι είσθε θεοί. Αγαθοποιήσατε και κακοποιήσατε, και ημείς θα θαυμάσωμεν τότε και συγχρόνως θα ίδωμεν την δύναμίν σας. | 23 Ἀναγγείλατέ μας ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα θὰ γίνουν εἰς τὸ προσεχὲς μέλλον, καὶ θὰ μάθωμεν τότε ὅτι εἶσθε θεοί.Ἀγαθοποιήσατε καὶ κακοποιήσατε, καὶ θὰ θαυμάσωμεν τότε καὶ συγχρόνως θὰ ἴδωμεν τὴν δύναμίν σας. |
24 ὅτι πόθεν ἐστὲ ὑμεῖς καὶ πόθεν ἡ ἐργασία ὑμῶν; ἐκ γῆς· βδέλυγμα ἐξελέξαντο ὑμᾶς. | 24 Πληροφορήσατεέμας, ω είδωλα, από που προέρχεσθε και από τι είσθε κατασκευασμένα. Γνωρίζομεν, ότι δια να σας κατασκευάσουν επήραν το σιχαμερόν χώμα της γης. | 24 Οὐδὲν ἐκ τούτων δύνασθε.Διότι ἀπὸ ποὺ εἶσθε σεῖς καὶ ἀπὸ ποὺ εἶναι ἡ κατασκευή σας; Ἀπὸ τὴν γῆν.Ὕλη καὶ χῶμα εἶσθε.Καὶ ὅσοι σᾶς ἐξέλεξαν ὡς θεόν των, ἐξέλεξαν κάτι σιχαμερὸν καὶ βδελυκτόν. |
25 ἐγὼ δὲ ἤγειρα τὸν ἀπὸ βορρᾶ καὶ τὸν ἀφ᾿ ἡλίου ἀνατολῶν, κληθήσονται τῷ ὀνόματί μου· ἐρχέσθωσαν ἄρχοντες, καὶ ὡς πηλὸς κεραμέως καὶ ὡς κεραμεὺς καταπατῶν τὸν πηλόν, οὕτως καταπατηθήσεσθε. | 25 Εγώ παρεκίνησα και εσήκωσα κάποιον από τον βορράν, κάποιον που κατάγεται από την Ανατολήν, με τα στρατεύματα τα οποία θα κληθούν εξ ονόματός μου. Ας έλθουν οι άρχοντες εκείνοι και σαν πηλός κεραμέως έτσι θα καταπατηθήτε· δπως ο κεραμεύς καταπατεί και ζυμώνει τον πηλόν. | 25 Ἐγὼ ὅμως διὰ τῆς δυνάμεώς μου ἔφερα εἰς τὴν ζωὴν καὶ ἀνέδειξα τὸν ἀπὸ τὰ βόρεια καὶ ἀνατολικὰ μέρη προερχόμενον «Κῦρον» μετὰ τῶν στρατευμάτων του, τὰ ὁποῖα προσεχῶς θὰ κληθοῦν ἐξ ὀνόματός μου.Ἂς ἔλθουν καὶ οἱ ἄρχοντες τῆς Βαβυλῶνος καὶ ἂς ἀκούσουν: Ὡσὰν πηλὸς κεραμέως καὶ ὅπως ὁ κεραμεὺς καταπατεῖ τὸν πηλόν, ἔτσι θὰ καταπατηθῆτε. |
26 τίς γάρ ἀναγγελεῖ τὰ ἐξ ἀρχῆς, ἵνα γνῶμεν, καὶ τὰ ἔμπροσθεν, καὶ ἐροῦμεν ὅτι ἀληθῆ ἐστιν; οὐκ ἔστιν ὁ προλέγων οὐδὲ ὁ ἀκούων ὑμῶν τοὺς λόγους. | 26 Ποιός δε από τους ψευδοθεούς σας, σας προείπε αυτά τα γεγονότα, που έμελλαν να γίνουν, ώστε να γνωρίσωμεν και να ομολογήσωμεν και ημείς την θείαν αυτού δύναμιν και ουσίαν, και ότι λέγει την αλήθειαν; Αλλά κανείς από σας, ω ειδωλολατρικοί θεοί, δεν προλέγει το μέλλον, και κανείς δεν ακούει τους λόγους σας. | 26 Ναί· θὰ καταπατηθῆτε.Διότι ποῖος ἀπὸ τοὺς ψευδοθεούς σας θὰ ἀναγγείλῃ ἀπὸ τὴν ἀρχὴν καὶ προτοῦ λάβουν χώραν τὰ γεγονότα, διὰ νὰ γνωρίσωμεν τὴν ὑπερφυσικήν του γνῶσιν; Καὶ ποῖος θὰ προφητεύσῃ κατὰ τὸν ἔμπροσθεν χρόνον τὰ συμβησόμενα, ὥστε βλέποντες ἐξ ὑστέρου τὴν ἔκβασιν νὰ εἴπωμεν ὅτι εἶναι ἀληθῆ; Δὲν ὑπάρχει κανεὶς ἀπὸ σᾶς, ὦ ψευδοθεοί, ποὺ νὰ προλέγῃ, οὔτε ὑπάρχει κανείς, ποὺ νὰ ἀκούῃ τοὺς λόγους σας. |
27 ἀρχὴν Σιὼν δώσω καὶ ῾Ιερουσαλὴμ παρακαλέσω εἰς ὁδόν. | 27 Εγώ έκαμα αρχήν και προανήγγειλα την καλήν είδησιν εις την Ιερουσαλήμ παρηγορών αυτήν. | 27 Τὴν πρώτην εἴδησιν καὶ ἀρχὴν τοῦ ἀγαθοῦ μηνύματος θὰ δώσω εἰς τὴν Σιὼν καὶ θὰ παρηγορήσω τοὺς κατοίκους τῆς Ἱερουσαλὴμ εἰς τὸν δρόμον τῆς ἐπανόδου των, τὸν ὁποῖον ποθοῦν. |
28 ἀπὸ γὰρ τῶν ἐθνῶν ἰδοὺ οὐδείς, καὶ ἀπὸ τῶν εἰδώλων αὐτῶν οὐκ ἦν ὁ ἀναγγέλλων· καὶ ἐὰν ἐρωτήσω αὐτούς· πόθεν ἐστέ; οὐ μὴ ἀποκριθῶσί μοι. | 28 Ιδού δε ότι κανείς από τους θεούς των άλλων εθνών, και από τα είδωλα αυτών δεν ευρέθη να προαναγγείλη αυτά. Αλλα και αν ερωτήσω αυτούς· από που κατάγεσθε; Δεν θα ημπορέσουν να μου αποκριθούν. | 28 Ναί· μόνος ἐγὼ θὰ δώσω τὴν ἀγαθὴν εἴδησιν καὶ θὰ παρηγορήσω τὴν Ἱερουσαλήμ.Διότι ἀπὸ τὰ εἰδωλολατρικὰ ἔθνη ἰδού, δὲν ὑπάρχει κανείς, καὶ ἀπὸ τὰ εἴδωλά των δὲν ὑπῆρχε κανέν, ποὺ νὰ προαναγγέλλει ταῦτα.Καὶ ἐὰν ἐρωτήσω τοὺς ψευδεῖς αὐτοὺς τῶν εἰδώλων θεούς· ἀπὸ ποὺ εἶσθε; Δὲν θὰ μοῦ ἀποκριθοῦν. |
29 εἰσὶ γὰρ οἱ ποιοῦντες ὑμᾶς, καὶ μάτην οἱ πλανῶντες ὑμᾶς. | 29 Διότι εκείνοι οι οποίοι σας κατεσκεύασαν υπάρχουν και ζουν μεταξύ των άνθρωπων· εκείνοι οι οποίοι εις ματαίαν και ψευδή θρησκείαν σας παραπλανούν. | 29 Καὶ δὲν θὰ μοῦ ἀποκριθοῦν, διότι ὑπάρχουν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι πλάττουν καὶ κατασκευάζουν σᾶς, τὰ εἴδωλα· καὶ ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι εἰς μάταια ψεύδη καὶ εἰς ματαίαν θρησκείαν καὶ λατρείαν παραπλανοῦν σᾶς, τὰ ἔθνη. |