Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΟΥΤΩ λέγει Κύριος ὁ Θεὸς τῷ χριστῷ μου Κύρῳ, οὗ ἐκράτησα τῆς δεξιᾶς ἐπακοῦσαι ἔμπροσθεν αὐτοῦ ἔθνη, καὶ ἰσχὺν βασιλέων διαρρήξω, ἀνοίξω ἔμπροσθεν αὐτοῦ θύρας, καὶ πόλεις οὐ συγκλεισθήσονται. | 1 Αυτά λέγει Κυριος ο Θεός στον Κύρον, τον οποίον εγώ έχρισα βασιλέα και του οποίου την δεξιάν κατέστησα κραταιάν, δια να υπακούσουν εις αυτόν και υποταχθύν ενώπιόν του τα έθνη· και την ισχύν των βασιλέων θα συντρίψω, θα ανοίξω έμπροσθεν αυτού τας θύρας και καμμία πόλις δεν θα μείνη κλειστή δι' αυτόν. | 1 Οὕτω λέγει Κύριος ὁ Θεὸς εἰς τὸν Κῦρον, τὸν ὁποῖον ἐγὼ ἔχρισα εἰς βασιλέα, τὸν ὁποῖον ἐκράτησα ἀπὸ τὴν δεξιὰν χεῖρα ἐνισχύων καὶ βοηθῶν αὐτόν, διὰ να ὑπακούσουν καὶ ὑποταχθοῦν ἐνώπιόν του ἔθνη πολλά· καὶ δι' αὐτοῦ θὰ σπάσω δύναμιν βασιλέων καὶ θὰ ἀνοίξω ἐνώπιόν του πύλας φρουρίων, καὶ πόλεις δὲν θὰ μείνουν κλεισταὶ ἐμπρός του. |
2 ἐγὼ ἔμπροσθέν σου πορεύσομαι καὶ ὄρη ὁμαλιῶ, θύρας χαλκᾶς συντρίψω καὶ μοχλοὺς σιδηροῦς συγκλάσω | 2 Εγώ, ω Κύρε, θα πορευθώ έμπροσθέν σου, θα εξομαλύνω τα όρη, θα συντρίψω θύρας χαλκάς και μοχλούς σιδηρούς θα σπάσω. | 2 Ἐγὼ θὰ πορευθῶ ἐμπρὸς ἀπὸ σέ, καὶ ἐμπόδια ὡσὰν βουνὰ ἐπεγειρόμενα θὰ τὰ ἐξομαλύνω, ὥστε νὰ προελαύνεις ἐλεύθερα, καὶ θύρας χαλκίνας θὰ συντρίψω καὶ μοχλοὺς σιδερένιους θὰ σπάσω, ὥστε ἐλεύθερα νὰ ἔμβῃς εἰς τὰς πόλεις διὰ μέσου τῶν τειχῶν των. |
3 καὶ δώσω σοι θησαυροὺς σκοτεινούς, ἀποκρύφους, ἀοράτους ἀνοίξω σοι, ἵνα γνῷς, ὅτι ἐγὼ Κύριος ὁ Θεός σου ὁ καλῶν τὸ ὄνομά σου, ὁ Θεὸς ᾿Ισραήλ. | 3 Θα δώσω εις σε θησαυρούς, που ευρίσκονται εις σκοτεινούς τόπους, θα ανοίξω και θα παρουσιάσω εις σε αποκρύφους και αοράτους θησαυρούς, δια να γνωρίσης ότι εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σου, ο οποίος σε εκάλεσεν ονομαστικώς, ο Θεός του Ισραηλιτικού λαού. | 3 Καὶ θὰ σοῦ δώσω θησαυροὺς εἰς σκοτεινὰ μέρη ἠσφαλισμένους, ἀποκρύφους· θὰ σοῦ ἀνοίξω θησαυρούς, ποὺ ἦσαν ἀόρατοι, διὰ νὰ μάθῃς ὅτι Ἐγὼ εἶμαι ὁ Κύριος καὶ Θεός σου, ὁ Ὁποῖος σὲ καλῶ μὲ τὸ ὄνομά σου, προτοῦ γεννηθῇς, ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ. |
4 ἕνεκεν τοῦ παιδός μου ᾿Ιακὼβ καὶ ᾿Ισραὴλ τοῦ ἐκλεκτοῦ μου, ἐγὼ καλέσω σε τῷ ὀνόματί σου καὶ προσδέξομαί σε, σὺ δὲ οὐκ ἔγνως με | 4 Εγώ θα σε καλέσω ονομαστικώς, προς χάριν του δούλου μου Ιακώβ, του εκλεκτού ισραηλιτικού λαού μου, θα σε δεχθώ ως όργανόν μου δια το έργον, που σε έχω προορίσει. Συ όμως δεν εγνώρισες εμέ, | 4 Χάριν τοῦ δούλου μου Ἰακὼβ καὶ τοῦ ἐκλεκτοῦ μου Ἰσραὴλ Ἐγὼ θὰ σὲ καλέσω μὲ τὸ ὄνομά σου, προορίζων σὲ εἰς εἰδικὴν ἀποστολήν, καὶ θὰ σὲ προσδεχθῶ.Σὺ ὅμως δὲν μὲ ἐγνώρισες, διότι ἐλάτρευες τὰ εἴδωλα. |
5 ὅτι ἐγὼ Κύριος ὁ Θεός, καὶ οὐκ ἔστι πλὴν ἐμοῦ Θεός, ἐνίσχυσά σε καὶ οὐκ ᾔδεις με, | 5 ότι δηλαδή εγώ είμαι Κυριος ο Θεός και δεν υπάρχει άλλος Θεός πλην εμού. Εγώ έδωκα εις σε αυτήν την δύναμιν· συ όμως δεν με εγνωρισες ως δωρεοδότην. | 5 Ἐπειδὴ δὲ Ἐγὼ εἶμαι Κύριος ὁ Θεὸς καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλος θεὸς πλὴν ἐμοῦ, σὲ ἀνέδειξα ἰσχυρὸν βασιλέα· καὶ σὺ δὲν μὲ ἐγνώριζες. |
6 ἵνα γνῶσι οἱ ἀπ᾿ ἀνατολῶν ἡλίου καὶ οἱ ἀπὸ δυσμῶν, ὅτι οὐκ ἔστι Θεὸς πλὴν ἐμοῦ· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεός, καὶ οὐκ ἔστιν ἔτι· | 6 Και έπραξα αυτά, δια να γνωρίσουν όσοι κατοικούν εις την ανατολήν, και οι άλλοι που κατοικούν εις την δύσιν, ότι δεν υπάρχει άλλος Θεός πλην εμού· ότι εγώ είμαι Κυριος ο Θεός και δεν υπάρχει κανείς άλλος. | 6 Καὶ ἔπραξα τοῦτο, διὰ νὰ γνωρίσουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, οἱ ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου καὶ οἱ ἀπὸ δυσμῶν προερχόμενοι, ὅτι δὲν ὑπάρχει θεὸς ἐκτὸς ἐμοῦ.Ἐγὼ εἶμαι Κύριος ὁ Θεός, καὶ δὲν ὑπάρχει κάποιος ἄλλος ἀκόμη. |
7 ἐγὼ ὁ κατασκευάσας φῶς καὶ ποιήσας σκότος, ὁ ποιῶν εἰρήνην καὶ κτίζων κακά· ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὁ ποιῶν πάντα ταῦτα. | 7 Εγώ κατεσκεύασα το φως και έκαμα το σκοτάδι. Επιφέρω και αποκαθιστώ ειρήνην αλλά και παραχωρώ να έρχωνται συμφοραί και θλίψεις. Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός, ο οποίος κάμνω όλα αυτά. | 7 Ἐγὼ εἶμαι, ποὺ κατεσκεύασα τὸ φῶς καὶ ἐποίησα τὸ σκότος, ὁ Ὁποῖος ἐπιφέρω εἰρήνην καὶ ἐπιτρέπω νὰ γίνωνται τὰ κακοποιοῦντα καὶ θλίβοντα τοὺς ἀνθρώπους· Ἐγὼ εἶμαι ὁ Κύριος καὶ Θεός, ὁ Ὁποῖος ποιῶ ὅλα αὐτά. |
8 εὐφρανθήτω ὁ οὐρανὸς ἄνωθεν, καὶ αἱ νεφέλαι ρανάτωσαν δικαιοσύνην· ἀνατειλάτω ἡ γῆ καὶ βλαστησάτω ἔλεος, καὶ δικαιοσύνην ἀνατειλάτω ἅμα· ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ κτίσας σε. | 8 Ας ευφρανθή ο ουρανός άνω, αι δε νεφέλαι ας βρέξουν δικαιοσύνην εις την γην. Η γη ας βλάστηση έλεος και ας ανατείλη συγχρόνως δικαιοσύνην. Εγώ είμαι ο Κυριος, ο οποίος σε έχω κτίσει. | 8 Ἂς εὐφρανθῇ ὁ οὐρανὸς ἀπ’ ἐπάνω καὶ αἱ νεφέλαι ἂς βρέξουν ἥσυχα δικαιοσύνην ἂς ἀνοίξῃ ἡ γῆ καὶ ἂς βλαστήσῃ ἔλεος καὶ ἂς καρποφορήσῃ συγχρόνως δικαιοσύνην.Ἐγὼ εἶμαι ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος σὲ ἔκτισα, ὦ Ἰσραήλ. |
9 Ποῖον βέλτιον κατεσκεύασα ὡς πηλὸν κεραμέως; μὴ ὁ ἀροτριῶν ἀροτριάσει τὴν γῆν ὅλην τὴν ἡμέραν; μὴ ἐρεῖ ὁ πηλὸς τῷ κεραμεῖ· τί ποιεῖς, ὅτι οὐκ ἐργάζῃ οὐδὲ ἔχεις χεῖρας; | 9 Ποίον άλλο δημιούργημα έκαμα καλύτερον από σέ, αφού σε έπλασα όπως ο κεραμεύς πλάθει τον πηλόν; Μηπως ο γεωργός θα οργώνη το χωράφι όλην την ημέραν; Μηπως θα είπη ο πηλός στον κεραμοποιόν, όταν εκείνος διακόπτη το έργον του, τι κάμνεις; Διατί δεν εργάζεσαι; Δεν έχεις πλέον χέρια προς εργασίαν; | 9 Διατὶ παραπονεῖσθε κατὰ τῆς προνοίας μου; Ποῖον ἄλλο καλλίτερον δημιούργημα κατεσκεύασα ἀπὸ πηλόν, ὡς πλάσσει αὐτὸν ὁ κεραμεύς; Μήπως αὐτός, ποὺ ὀργώνει τὴν γῆν, θὰ τὴν ὀργώνη ὅλην τὴν ἡμέραν; Δὲν θὰ λάβῃ τέλος κάποτε τὸ ὄργωμα; Ἔτσι καὶ ἡ πρὸς ὄργωμα ὁμοιάζουσα ἐξορία σας θὰ λάβῃ τέλος.Μὴ παραπονεῖσθε.Μήπως θὰ εἴπῃ ὁ πηλὸς εἰς τὸν κεραμέα, ὅταν οὗτος διακόπτη τὸ ἔργον του· τί κανείς, διότι δὲν ἐργάζεσαι, οὔτε ἔχεις χεῖρας, ποὺ νὰ ἀντέχουν εἰς τὴν ἐργασίαν καὶ νὰ εἶναι ἐπιτήδειοι εἰς αὐτήν; |
10 μὴ ἀποκριθήσεται τὸ πλάσμα πρὸς τὸν πλάσαντα αὐτό; ὁ λέγων τῷ πατρί· τί γεννήσεις; καὶ τῇ μητρί· τί ὠδίνεις; | 10 Μηπως και θα απαντήση, τάχα, το πλάσμα αυτό στον κεραμέα, που το έπλασε; Δεν είναι ανόητος εκείνος που λέγει στον πατέρα· Τι θα γεννήσης; Και εις την μητέρα του· Τι κοιλοπονάς; | 10 Μήπως θὰ ἀποκριθῇ προβάλλον ἀντιρρήσεις τὸ πλάσμα εἰς τὸν κεραμέα, ποὺ τὸ ἔπλασεν; Ἢ μήπως δὲν εἶναι ἀδικαιολόγητος καὶ παράλογος αὐτός, ποὺ λέγει εἰς τὸν πατέρα· τί θὰ γεννήσῃς; Καὶ εἰς τὴν μητέρα· τί κοιλοπονεῖς; |
11 ὅτι οὕτω λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ὁ ἅγιος ᾿Ισραὴλ ὁ ποιήσας τὰ ἐπερχόμενα· ἐρωτήσατέ με περὶ τῶν υἱῶν μου καὶ περὶ τῶν θυγατέρων μου καὶ περὶ τῶν ἔργων τῶν χειρῶν μου ἐντείλασθέ μοι. | 11 Κατά κάποιον τέτοιον τρόπον ομιλεί Κυριος ο Θεός προς σας, ο απολύτως άγιος Θεός του Ισραήλ. Αυτός, ο οποίος έχει προαποφασίσει εκείνα, που θα συμβούν. Ερωτήσατέ με, λοιπόν, και σεις, διατί κατ' αυτόν τον τρόπον μεταχειρίζομαι τους υιούς μου και τας θυγατέρας μου. Δωσατέ μου εντολάς και οδηγίας σεις δια τα έργα των χειρών μου. | 11 Σᾶς προβάλλω τὰς εἰκόνας καὶ τὰ ἐρωτήματα αὐτά, διότι ἔτσι λέγει ὁ Κύριος καὶ Θεός, ὁ ἀπολύτως ἅγιος, τὸν Ὁποῖον λατρεύει ὁ Ἰσραήλ, ὁ Ὁποῖος ἔχει προγνωρίσει καὶ προδιαθέσει αὐτά, ποὺ πρόκειται νὰ συμβοῦν.Ἐρωτήσατέ με λοιπὸν καὶ σεῖς διὰ τοὺς υἱούς μου καὶ τὰς θυγατέρας μου, διατὶ τοὺς μεταχειρίζομαι οὕτω· καὶ δώσατέ μου ἐντολὰς καὶ ὁδηγίας σεῖς διὰ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν μου, ὁμιλοῦντες πρὸς Ἐμέ, ὡς θὰ ὡμίλει ὁ πηλὸς πρὸς τὸν κεραμέα. |
12 ἐγὼ ἐποίησα γῆν καὶ ἄνθρωπον ἐπ᾿ αὐτῆς, ἐγὼ τῇ χειρί μου ἐστερέωσα τὸν οὐρανόν, ἐγὼ πᾶσι τοῖς ἄστροις ἐνετειλάμην. | 12 Εγώ είμαι εκείνος, ο οποίος εδημιούργησα την γην και επλασα τον άνθρωπον επάνω εις αυτήν. Εγώ με την παντοδύναμον δεξιάν μου, εστερέωσα τον ουρανόν. Εγώ έδωσα εντολήν στους αστέρας να καταλάβουν την θέσιν, που τους ώρισα. | 12 Μὴ λοιπὸν τολμᾶτε νὰ μὲ συμβουλεύσετε ἢ νὰ ἐπικρίνετε τὰς ἐνεργείας μου.Ἐγὼ ἐποίησα τὴν γῆν καὶ τὸν ἄνθρωπον ἐπ’ αὐτῆς· Ἐγὼ με τὴν χεῖρα μου ἐστερέωσα τὸν οὐρανὸν Ἐγὼ ἔδωκα ἐντολὴν καὶ ἔβαλα εἰς τάξιν ὅλα τὰ ἄστρα. |
13 ἐγὼ ἤγειρα αὐτὸν μετὰ δικαιοσύνης βασιλέα, καὶ πᾶσαι αἱ ὁδοὶ αὐτοῦ εὐθεῖαι. οὗτος οἰκοδομήσει τὴν πόλιν μου καὶ τὴν αἰχμαλωσίαν τοῦ λαοῦ μου ἐπιστρέψει οὐ μετὰ λύτρων, οὐδὲ μετὰ δώρων, εἶπε Κύριος σαβαώθ. | 13 Εγώ ύψωσα και ανέδειξα τον Κύρον βασιλέα ως όργανον της δικαιοσύνης μου· και με την ιδικήν μου καθοδήγησιν όλαι αι ενέργειαί του θα είναι ευθείαι και απρόσκοπτοι. Αυτός θα ανοικοδόμηση την πόλιν μου, την Ιερουσαλήμ, θα επαναφέρη τον αιχμάλωτον λαόν μου εις την πατρίδα του, χωρίς να εκβίαση λύτρα και δώρα, είπε Κυριος ο Θεός ο παντοκράτωρ. | 13 Ἐγὼ ἀνέδειξα αὐτόν «τὸν Κῦρον» βασιλέα, ὄργανον δικαιοσύνης μου· καὶ ὅλαι αἱ ἐνέργειαί του εἶναι ἐπιτυχεῖς καὶ ἀνεμπόδιστοι.Οὗτος θὰ οἰκοδομήσῃ τὴν πόλιν μου Ἱερουσαλὴμ καὶ τοὺς αἰχμαλώτους ἐκ τοῦ λαοῦ θὰ ἐπιστρέψῃ χωρὶς λύτρα καὶ χωρὶς δῶρα, εἶπεν ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων, ὁ Παντοκράτωρ. |
14 Οὕτω λέγει Κύριος σαβαώθ· ἐκοπίασεν Αἴγυπτος καὶ ἐμπορία Αἰθιόπων, καὶ οἱ Σεβωεὶμ ἄνδρες ὑψηλοὶ ἐπὶ σὲ διαβήσονται καὶ σοὶ ἔσονται δοῦλοι καὶ ὀπίσω σου ἀκολουθήσουσι δεδεμένοι χειροπέδαις καὶ διαβήσονται πρός σε, καὶ προσκυνήσουσί σοι καὶ ἐν σοὶ προσεύξονται, ὅτι ἐν σοὶ ὁ Θεός ἐστι καὶ οὐκ ἐστι Θεὸς πλὴν σοῦ· | 14 Ούτω λέγει ο Κυριος των δυνάμεων, ο παντοκράτωρ· “Οι κόποι της Αιγύπτου, τα κέρδη από το εμπόριον των Αιθιόπων, οι υψηλοί και ρωμαλαίοι άνδρες της Σεβωείμ θα έλθουν προς σέ, θα είναι δούλοι σου, θα ακολουθούν οπίσω σου δεμένοι με χειροπέδας· θα έλθουν προς σέ, ω Ιερουσαλήμ. Θα σε προσκυνήσουν και θα προσευχηθούν εις σέ, διότι εις σε ευρίσκεται ο αληθινός Θεός και δεν υπάρχει άλλος Θεός εκτός από σέ, Κυριε. | 14 Οὕτω λέγει ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων: Ὅσα διὰ τῶν κόπων τῆς ἀπέκτησεν ἡ Αἴγυπτος καὶ ὅσα διὰ τοῦ ἐμπορίου ἐκέρδισαν οἱ Αἰθίοπες, μαζὶ μὲ τὰς χώρας αὐτὰς καὶ οἱ κατοικοῦντες τὴν χώραν Σαβά, οἱ ἄνδρες μὲ τὸ ὑψηλὸν ἀνάστημα, ὅλοι, ὦ Ἱερουσαλήμ, θὰ διαβοῦν εἰς σὲ καὶ θὰ γίνουν δοῦλοι σου καὶ θὰ ἀκολουθήσουν ὀπίσω σου δεμένοι μὲ χειροπέδας· καὶ θὰ ἔλθουν εἰς σὲ καὶ θὰ προσκυνήσουν τὸν Θεόν, ποὺ λατρεύεται ἀπὸ σέ, καὶ θὰ προσευχηθοῦν μετὰ σοῦ, διότι ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ὑπάρχει εἰς σὲ καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλος θεὸς ἐκτὸς ἀπὸ σέ, Κύριε. |
15 σὺ γὰρ εἶ Θεός, καὶ οὐκ ᾔδειμεν, ὁ Θεὸς τοῦ ᾿Ισραὴλ σωτήρ. | 15 Πράγματι, συ είσαι ο αληθινός Θεός και ημείς δεν το εγνωριζαμεν, ο Θεός του Ισραηλιτικού λαού, ο σωτήρ. | 15 Ἀληθῶς σὺ εἶσαι ὁ ἀληθινὸς Θεός, καὶ δὲν τὸ ἐγνωρίζομεν - θὰ διακηρύξουν οὗτοι - ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Σωτήρ. |
16 αἰσχυνθήσονται καὶ ἐντραπήσονται πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ καὶ πορεύσονται ἐν αἰσχύνῃ. ἐγκαινίζεσθε πρός με, νῆσοι. | 16 Θα καταισχυνθούν και θα εντροπιασθούν όλοι οι αντιτιθέμενοι προς αυτόν, θα πορευθούν και θα ζήσουν μέσα εις την εντροπήν των. Ελάτε κοντά μου, γίνετε νέα κτίσις, λαοί ειδωλολατρικοί, που κατοικείτε εις τας νήσους και εις τα παράλια. | 16 Θὰ αἰσχυνθοῦν καὶ θὰ ἐντροπιασθοῦν ὅλοι οἱ ἀντιτιθέμενοι εἰς Αὐτὸν θὰ πορευθοῦν μὲ αἰσχύνην.Γίνεσθε πλησίον μου καινούργια κτίσις σεῖς.Οἱ εἰδωλολάτραι κάτοικοι τῶν νήσων καὶ τῶν παραλίων μερῶν. |
17 ᾿Ισραὴλ σώζεται ὑπὸ Κυρίου σωτηρίαν αἰώνιον· οὐκ αἰσχυνθήσονται οὐδὲ μὴ ἐντραπῶσιν ἕως τοῦ αἰῶνος ἔτι. | 17 Οι Ισραηλίται θα σωθούν από τον Κυριον, θα πάρουν σωτηρίαν αιώνιον. Αυτοί δεν θα εντραπούν εις αιώνας αιώνων. | 17 Ἀντιθέτως ὁ Ἰσραὴλ σώζεται ὑπὸ τοῦ Κυρίου σωτηρίαν αἰώνιον καὶ παντοτινήν.Δὲν θὰ αἰσχυνθοῦν οὔτε θὰ ἐντραποῦν πλέον μέχρι τῶν ἀτελευτήτων αἰώνων οἱ ἀποτελοῦντες τὸν νέον τοῦτον Ἰσραήλ. |
18 Οὕτως λέγει Κύριος ὁ ποιήσας τὸν οὐρανόν, οὗτος ὁ Θεὸς ὁ καταδείξας τὴν γῆν καὶ ποιήσας αὐτήν, αὐτὸς διώρισεν αὐτήν, οὐκ εἰς κενὸν ἐποίησεν αὐτήν, ἀλλὰ κατοικεῖσθαι ἔπλασεν αὐτὴν - ἐγώ εἰμι Κύριος, καὶ οὐκ ἔστιν ἔτι. | 18 Ετσι λέγει ο Κυριος, ο οποίος εδημιούργησε τον ουρανόν, αυτός ο οποίος κατέστησε φανεράν και ορατήν την κρυμμένην στον γνόφον και τα ύδατα γην και την παρεσκεύασε κατάλληλον προς διαμονήν των ανθρώπων. Αυτός διεχώρισε την θάλασσαν από την ζηράν, δεν την εδημιούργησεν εική και ως έτυχε, άνευ σκοπού, αλλά την έπλασε και την διε-μόρφωσε, δια να κατοικήται από τους ανθρώπους. Αυτός, λοιπόν, διακηρύσσει και λέγει· Εγώ είμαι ο Κυριος και δεν υπάρχει άλλος εκτός από εμέ. | 18 Οὕτω λέγει ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος ἐποίησε τὸν οὐρανόν, Αὐτὸς ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος κατέστησεν ὁρατὴν τὴν ἄλλοτε κρυμμένην ὑπὸ τὰ ὕδατα γῆν καὶ κατεσκεύασεν αὐτὴν κατάλληλον πρὸς καρποφορίαν Αὐτὸς διεχώρισε καὶ ὥρισε τὰ σύνορά της· δὲν τὴν ἔκαμεν εἰς μάτην καὶ ἄνευ σκοποῦ, ἀλλὰ τὴν ἔπλασε καὶ τὴν διεμόρφωσε διὰ νὰ κατοικῆται.Αὐτὸς λοιπὸν λέγει: Ἐγὼ εἶμαι ὁ Κύριος, καὶ δὲν ὑπάρχει πλέον ἄλλος ἐκτὸς Ἐμοῦ. |
19 οὐκ ἐν κρυφῇ λελάληκα, οὐδὲ ἐν τόπῳ γῆς σκοτεινῷ· οὐκ εἶπα τῷ σπέρματι ᾿Ιακώβ· μάταιον ζητήσατε. ἐγώ εἰμι ἐγώ εἰμι Κύριος ὁ λαλῶν δικαιοσύνην καὶ ἀναγγέλλων ἀλήθειαν. | 19 Δεν έχω ομιλήσει εγώ εις τα κρυφά, ούτε εις σκοτεινόν τινα τόπον της γης. Ποτέ δεν είπα στους απογόνους του Ιακώβ· εις μάτην θα με αναζητήσετε. Εγώ είμαι, εγώ είμαι ο μόνος Κυριος και Θεός, ο οποίος λαλώ δικαιοσύνην και αναγγέλλω πάντοτε την αλήθειαν. | 19 Δὲν ἔχω ὁμιλήσει κρυφά, οὔτε εἰς τόπον γῆς σκοτεινόν.Δὲν εἶπα εἰς τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰακώβ: Ματαίως ζητήσατέ με.Δὲν θὰ μὲ εὕρετε πουθενά.Ἐγὼ εἶμαι, μόνος ἐγὼ εἶμαι ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος λαλῶ δικαιοσύνην καὶ διακηρύττω ἀλήθειαν. |
20 συνάχθητε καὶ ἥκετε, βουλεύσασθε ἅμα οἱ σωζόμενοι ἀπὸ τῶν ἐθνῶν, οὐκ ἔγνωσαν οἱ αἴροντες τὸ ξύλον γλύμμα αὐτῶν καὶ οἱ προσευχόμενοι ὡς πρὸς θεούς, οἳ οὐ σῴζουσι. | 20 Συγκεντρωθήτε, ελάτε κοντά μου, σκεφθήτε σοβαρώς μαζή συγχρόνως όλοι όσοι έχετε σωθή από την πλάνην της εθνικής ειδωλολατρείας. Δεν γνωρίζουν τι κάνουν αυτοί, που με ευλάβειαν σηκώνουν το ξυλόγλυπτον, αναίσθητον άγαλμα των, που προσεύχοντονται προς τα είδωλά των ως προς θεούς, οι οποίοι εν τούτοις δεν έχουν την δύναμιν να σώζουν. | 20 Συνάχθητε καὶ πλησιάσατε, συγχρόνως δὲ σκεφθῆτε σοβαρῶς, ὅσοι ἀπὸ τοὺς λατρεύοντας τὰ εἴδωλα ἐθνικοὺς ἐσώθητε ἐκ τῆς θείας κρίσεως.Σκεφθῆτε ὅτι δὲν ξεύρουν τί κάνουν αὐτοί, ποὺ μετ’ εὐλαβείας σηκώνουν τὸ ξόανον, τὸ ξύλον τὸ ἀναίσθητον, τὸ ὁποῖον κατεσκευάσθη γλυπτὸν ἀπὸ αὐτούς, καὶ οἱ ὁποῖοι προσεύχονται εἰς τὰ εἴδωλα ὡς πρὸς θεούς, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν τὴν δύναμιν νὰ σώσουν. |
21 εἰ ἀναγγελοῦσιν, ἐγγισάτωσαν, ἵνα γνῶσιν ἅμα τίς ἀκουστὰ ἐποίησε ταῦτα ἀπ᾿ ἀρχῆς· τότε ἀνηγγέλη ὑμῖν· ἐγὼ ὁ Θεός, καὶ οὐκ ἔστιν ἄλλος πλὴν ἐμοῦ· δίκαιος καὶ σωτὴρ οὐκ ἔστιν πάρεξ ἐμοῦ. | 21 Εάν οι θεοί των εθνών έχουν την δύναμιν να αναγγέλλουν κάτι προφητικώς, ας πλησιάσουν και ας το πουν, δια να μάθουν και οι άλλοι λαοί, ποιός προανήγγειλε και κατέστησεν εκ των προτέρων γνωστά και ακουστά εκείνα, τα οποία έμελλαν να γίνουν. Από τον αληθινόν Θεόν ανηγγέλθησαν τότε αυτά εις ημάς. Εγώ είμαι ο Θεός, ο οποίος τα ανήγγειλα, ο αληθινός Θεός και δεν υπάρχει άλλος εκτός από εμέ. Απολύτως δίκαιος και παντοδύναμος σωτήρ δεν υπάρχει εκτός από εμέ. | 21 Ἐὰν θὰ ἠμποροῦσαν νὰ ἀναγγείλουν προφητεύοντες, ἂς πλησιάσουν, διὰ νὰ λάβουν συγχρόνως γνῶσιν, ποῖος ἐξ ἀρχῆς καὶ προτοῦ συμβοῦν ἔκαμε γνωστὰ καὶ ἀκουστὰ τὰ γεγονότα ταῦτα.Τότε, προτοῦ συμβοῦν, ἀνηγγέλθησαν εἰς σᾶς.Ἐγώ, ὅστις τὰ ἀνήγγειλα, εἶμαι ὁ ἀληθινὸς Θεός, καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλος ἐκτὸς Ἐμοῦ· δίκαιος καὶ σωτὴρ δὲν ὑπάρχει ἐκτὸς Ἐμοῦ. |
22 ἐπιστράφητε ἐπ᾿ ἐμὲ καὶ σωθήσεσθε, οἱ ἀπ᾿ ἐσχάτου τῆς γῆς· ἐγώ εἰμι ὁ Θεός, καὶ οὐκ ἔστιν ἄλλος. | 22 Επανέλθετε, λοιπόν, εν μετανοία προς εμέ και θα σωθήτε. Και σεις ακόμη οι οποίοι κατοικείτε εις τα άκρα της γης. Εγώ είμαι ο αληθινός Θεός και δεν υπάρχει άλλος πλην από εμέ. | 22 Ἐπιστραφῆτε πρὸς Ἐμὲ καὶ θὰ σωθῆτε καὶ σεῖς, ποὺ κατοικεῖτε εἰς τὰς ἐσχατιὰς τῆς γῆς.Ἐγὼ εἶμαι ὁ Θεός, καὶ δέν ὑπάρχει ἄλλος, ἀπὸ τὸν ὁποῖον εἶναι δυνατὸν νὰ ἐλπίσετε σωτηρίαν. |
23 κατ᾿ ἐμαυτοῦ ὀμνύω, ἦ μὴν ἐξελεύσεται ἐκ τοῦ στόματός μου δικαιοσύνη, οἱ λόγοι μου οὐκ ἀποστραφήσονται, ὅτι ἐμοὶ κάμψει πᾶν γόνυ καὶ ἐξομολογήσεται πᾶσα γλῶσσα τῷ Θεῷ | 23 Ορκίζομαι στον εαυτόν μου, λέγει ο Κυριος, πράγματι και αληθεία θα εξέλθη από το στόμα μου λόγος αληθινός και δίκαιος. Οι λόγοι μου δεν θα επανέλθουν απραγματοποίητοι, διότι ενώπιόν μου θα καμφθή κάθε γόνατον εις λατρείαν μου. Πάσα γλώσσα θα δοξολογήση τον Θεόν | 23 Ὁρκίζομαι εἰς τὸν ἑαυτόν μου, λέγει ὁ Κύριος: Ἀληθῶς, βεβαίως θὰ ἐξέλθῃ ἐκ τοῦ στόματός μου λόγος ἀληθείας καὶ δικαιοσύνης, οἱ δὲ λόγοι μου δὲν θὰ ἐπιστραφοῦν ἀνεκτέλεστοι.Θὰ εἴπω δηλαδὴ ὅτι εἰς Ἐμὲ θὰ καμφθῇ κάθε γόνατον λατρευτικῶς καὶ πᾶσα γλῶσσα ἀνεξαιρέτως θὰ δοξολογήση τὸν Θεόν. |
24 λέγων· δικαιοσύνη καὶ δόξα πρὸς αὐτὸν ἥξουσι καὶ αἰσχυνθήσονται πάντες οἱ ἀφορίζοντες ἑαυτούς· | 24 λέγουσα· δικαιοσύνη και δόξα θα έλθουν από αυτόν και προς αυτόν, θα κατεντροπιασθούν δε όλοι εκείνοι, οι οποίοι ξεχωρίζουν και απομακρύνουν τον εαυτόν των από αυτόν. | 24 Πᾶς λοιπὸν εὐδιάθετος ἄνθρωπος θὰ δοξολογήσῃ τὸν Θεὸν λέγων: Ἄνθρωποι περικεκοσμημένοι μὲ ἀρετὴν καὶ δόξαν θὰ ἔλθουν πρὸς Αὐτὸν ὅλοι, ὅσοι θὰ εἶναι πλησίον του, θὰ εἶναι ἐνάρετοι καὶ ἔνδοξοι· θὰ ἐντροπιασθοῦν δὲ ὅλοι, ὅσοι χωρίζουν τὸν ἑαυτόν των ἀπὸ Αὐτόν. |
25 ἀπὸ Κυρίου δικαιωθήσονται καὶ ἐν τῷ Θεῷ ἐνδοξασθήσονται πᾶν τὸ σπέρμα τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ. | 25 Από τον Κυριον θα εύρουν την δικαίωσίν των και θα δοξασθούν εν τω Θεώ και δια του Θεού όλοι οι απόγονοι των Ισραηλιτών. | 25 Ἀπὸ τὸν Κύριον θὰ δικαιωθοῦν καὶ ἐν τῷ συνδέσμῳ των μετὰ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ θὰ δοξασθοῦν ὅλοι οἱ ἀπόγονοι τῶν Ἰσραηλιτῶν. |