Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΕΥΦΡΑΝΘΗΤΙ, στεῖρα ἡ οὐ τίκτουσα, ρῆξον καὶ βόησον, ἡ οὐκ ὠδίνουσα, ὅτι πολλὰ τὰ τέκνα τῆς ἐρήμου μᾶλλον ἢ τῆς ἐχούσης τὸν ἄνδρα· εἶπε γὰρ Κύριος· | 1 Ευφράνθητι, λοιπόν, συ η εκκλησία των εθνών, η μέχρι σήμερον στερα, η οποία δεν εγεννοσες παιδιά. Βγάλε μεγάλην φωνήν, βόησε με χαράν συ, η οποία δεν εγνώρισες τας ωδίνας του τοκετου. Διότι σήμερον περισσότερα είναι τα τέκνα σου, της ερήμου και χήρας, παρά της Ιουδαϊκής συναγωγής, η οποία είχεν ως πνευματικόν νυμφίον της τον Κυριον. Διότι εις σε είπεν ο Κυριος· | 1 Εὐφράνθητι, ἡ ἐξ ἐθνῶν Ἐκκλησία, ἡ μέχρι σήμερον στεῖρα, ἡ ὁποία δὲν ἐτεκνοποίεις.Κρᾶξον καὶ βόησον φωνὴν εὐφροσύνων ὠδίνων σύ, ἡ ὁποία δὲν ἐδοκίμασες τοὺς πόνους τοῦ τοκετοῦ, διότι περισσότερα εἶναι τὰ τέκνα τῆς ἐρήμου ἀνδρὸς καὶ χήρας, ὅπως ἦσο μέχρι τοῦδε σύ, παρὰ τῆς Ἰουδαϊκῆς Συναγωγῆς, ἡ ὁποία εἶχε πνευματικὸν νυμφίον τὸν Θεόν.Διότι εἶπεν ὁ Κύριος εἰς σέ: |
2 πλάτυνον τὸν τόπον τῆς σκηνῆς σου καὶ τῶν αὐλαιῶν σου, πῆξον, μὴ φείσῃ· μάκρυνον τὰ σχοινίσματά σου καὶ τοὺς πασσάλους σου κατίσχυσον. | 2 Αυξησε εις πλάτος και μήκος τον χώρον της σκηνής σου· έκτεινε απεριόριστα τα παραπετάσματα αυτής, στήσε την σκηνήν σου. Μακρυνε τα σχοινία της και στερέωσε τους πασσάλους της. | 2 Αὔξησε εἰς πλάτος τὸν τόπον τῆς σκηνῆς σου καὶ τῶν αὐλῶν σου, στῆσε τὴν σκηνήν· μὴ δείξῃς φειδὼ εἰς τὰ μέτρα καὶ τὴν ἔκτασιν.Κάμε μακρὰ τὰ σχοινία σου καὶ στερέωσε γερὰ τοὺς πασσάλους σου. |
3 ἔτι εἰς τὰ δεξιὰ καὶ εἰς τὰ ἀριστερὰ ἐκπέτασον, καὶ τὸ σπέρμα σου ἔθνη κληρονομήσει, καὶ πόλεις ἠρημωμένας κατοικιεῖς. | 3 Απλωσε την ακόμη περισσότερον εις τα δεξιά και εις τα αριοτερά. Διότι οι απόγονοί σου θα κληρονομήσουν και θα επεκταθούν εις τας χώρας των εθνών, θα κατοικήσης συ εις πόλεις, αι οποίαι έχουν ερημωθή. | 3 Ἀκόμη εἰς τὰ δεξιὰ καὶ εἰς τὰ ἀριστερὰ ἄπλωσε τὰ σχοινία καὶ τὴν σκηνήν σου, διότι οἱ ἀπόγονοί σου θὰ κληρονομήσουν χώρας ἐθνῶν, καὶ θὰ κατοικίσῃς πόλεις, αἱ ὁποῖαι ἔχουν ἐρημωθῇ. |
4 μὴ φοβοῦ, ὅτι κατῃσχύνθης, μηδὲ ἐντραπῇς, ὅτι ὠνειδίσθης· ὅτι αἰσχύνην αἰώνιον ἐπιλήσῃ καὶ ὄνειδος τῆς χηρείας σου οὐ μὴ μνησθήσῃ ἔτι. | 4 Μη φοβηθής, επειδή εις παλαιοτέραν εποχήν είχες καταισχυνθή, ούτε και να εντραπής, διότι τότε είχες υποστή ονειδισμούς. Διότι την μακροχρόνιον προηγουμένην εντροπήν σου θα λησμονήσης, και το όνειδος της χηρείας και ατεκνίας σου δεν θα το ενθυμηθής πλέον. | 4 Μὴ φοβῆσαι δέ, ἐπειδὴ παλαιότερον κατῃσχύνθης, οὔτε νὰ ἐντραπῇς, ἐπειδὴ τότε ὠνειδίσθης· διότι τὴν ἐπὶ μακροὺς αἰῶνας παραταθεῖσαν ἐντροπήν σου ταύτην θὰ λησμονήσῃς καὶ τὸ ὄνειδος τῆς χηρείας σου καὶ τοῦ χωρισμοῦ σου ἀπὸ τὸν οὐράνιον Νυμφίον δὲν θὰ τὸ ἐνθυμηθῇς πλέον. |
5 ὅτι Κύριος ὁ ποιῶν σε, Κύριος σαβαὼθ ὄνομα αὐτῷ· καὶ ὁ ρυσάμενός σε αὐτὸς Θεὸς ᾿Ισραήλ, πάσῃ τῇ γῇ κληθήσεται. | 5 Διότι ο Κυριος, είναι αυτός που σέ, την Εκκλησίαν, συνεκρότησε και ανέδειξε. Κυριος των δυνάμεων είναι το όνομά του. Ο λυτρωτής σου είναι αυτός ούτος ο Θεός του Ισραήλ, ο οποίος όχι πλέον εις μόνην την ισραηλιτικήν χώραν, αλλά εις όλην την οικουμένην θα ονομάζεται και θα δοξάζεται ως Θεός. | 5 Θὰ λησμονηθῇ τὸ παρελθόν σου, διότι ὁ Κύριος εἶναι ὁ ποιητής σου, ὀνομάζεται Κύριος τῶν Δυνάμεων καὶ ὁ Λυτρωτής σου εἶναι αὐτὸς ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Ὁποῖος εἰς ὅλην τὴν γῆν θὰ ὀνομασθῇ καὶ θὰ ἀναγνωρισθῇ Θεός. |
6 οὐχ ὡς γυναῖκα καταλελειμμένην καὶ ὀλιγόψυχον κέκληκέ σε Κύριος, οὐδ᾿ ὡς γυναίκα ἐκ νεότητος μεμισημένην, εἶπεν ὁ Θεός σου· | 6 Οχι ως γυναίκα, η οποία έχει εγκαταλειφθή από τον σύζυγον της, γυναίκα εριστικήν προς τον άνδρα της και ολιγόψυχον σε έχει καλέσει ο Κυριος. Ούτε ως γυναίκα,η οποία από μακρού, από τα χρόνια της νεότητας της, έχει μισηθή, είπεν ο Θεός σου. | 6 Οὐχὶ ὡς γυναῖκα, ἡ ὁποία ἔχει ἐγκαταλειφθῇ καὶ εἶναι διεζευγμένη, καὶ δι’ ἀσυμβίβαστον χαρακτῆρα μὴ ὑπομένουσαν τὸν ἄνδρα αὐτῆς, σὲ ἔχει καλέσει ὁ Κύριος, οὔτε ὡς γυναῖκα, ἥτις ἀπὸ μακροῦ, ὅταν ἦτο ἀκόμη νέα, ἔχει μισηθ· εἶπεν ὁ Θεός σου: |
7 χρόνον μικρὸν κατέλιπόν σε καὶ μετ᾿ ἐλέους μεγάλου ἐλεήσω σε, | 7 Επί μικρόν χρονικόν διάστημα σε εγκατέλειψα. Με αιώνιον όμως μέγα έλεος θα σε ελεήσω. | 7 Ἐπὶ χρόνον βραχὺν σὲ ἐγκατέλιπον καὶ μὲ ἔλεος παρατεινόμενον εἰς μακροὺς αἰῶνας θὰ σὲ ἐλεήσω. |
8 ἐν θυμῷ μικρῷ ἀπέστρεψα τὸ πρόσωπόν μου ἀπὸ σοῦ καὶ ἐν ἐλέει αἰωνίῳ ἐλεήσω σε, εἶπεν ὁ ρυσάμενός σε Κύριος. | 8 Με μικρόν και μικράς διαρκείας θυμόν απέστρεψα από σε το πρόσωπον μου· με αιώνιον όμως και ατελεύτητον έλεος θα σε ελεήσω, είπεν ο Κυριος ο λυτρωτής σου. | 8 Μὲ θυμὸν μικρὸς διαρκείας ἀπέστρεψα ἀπὸ σὲ τὸ πρόσωπόν μου καὶ μὲ ἔλεος αἰώνιον καὶ ἀτελεύτητον θὰ σὲ ἐλεήσω· αὐτὸ εἶπεν ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος σὲ ἠλευθέρωσεν. |
9 ἀπὸ τοῦ ὕδατος τοῦ ἐπὶ Νῶε τοῦτό μοί ἐστι· καθότι ὤμοσα αὐτῷ ἐν τῷ χρόνῳ ἐκείνῳ τῇ γῇ μὴ θυμωθήσεσθαι ἐπὶ σοὶ ἔτι, μηδὲ ἐν ἀπειλῇ σου | 9 Ο,τι έπραξα τότε, επί της εποχής του κατακλυσμού του Νώε, αυτό θα κάμω και τώρα. Οπως δηλαδή ωρκίσθην κατά την έποχην εκείνην, ότι δια σε τον Νώε δεν θα οργισθώ πλέον εναντίον της γης, ούτε δι' απειλήν τινά εναντίον σου | 9 Ἀπὸ τοῦ κατακλυσμοῦ τοῦ ὕδατος, ὅστις συνέβη ἐπὶ τοῦ Νῶε, αὐτὸ ἔχει ὁρισθῇ ἀπὸ Ἐμὲ καὶ ἔχει κρατήσει παρ’ Ἐμοί· ὅπως δηλαδὴ ὡρκίσθην εἰς αὐτὸν κατὰ τὸν χρόνον ἐκεῖνον ὅτι δὲν θὰ θυμώσω πλέον κατὰ τῆς γῆς διὰ σέ, οὔτε ἕνεκα ἀπειλῇς κατὰ σοῦ |
10 τὰ ὄρη μεταστήσεσθαι, οὐδ᾿ οἱ βουνοί σου μετακινηθήσονται, οὕτως οὐδὲ τὸ παρ᾿ ἐμοῦ σοὶ ἔλεος ἐκλείψει, οὐδὲ ἡ διαθήκη τῆς εἰρήνης σου οὐ μὴ μεταστῇ· εἶπε γὰρ Κύριος· ἵλεώς σοι. | 10 ότι τα όρη θα μετατεθούν και τα βουνά θα μετακινηθούν, έτσι και τώρα ορκίζομαι, ότι δεν θα λείψη ποτέ το έλεός μου προς σέ. Ούτε θα ατονήση και θα ακυρωθή ποτέ η διαθήκη, που συνήψα προς σε δια την ειρήνην σου. Διότι είπεν ο Κυριος· Από έδω και πέρα θα είμαι πάντοτε ελεήμων, συγχωρών τας αμαρτίας σου. | 10 θὰ μετατεθοῦν τὰ ὅρη, οὔτε τὰ βουνά σου θὰ μετακινηθοῦν, οὕτω δὲν θὰ ἐκλείψῃ τὸ παρ' Ἐμοῦ ἔλεος εἰς σέ, οὔτε ἡ διαθήκη τῆς μετὰ σοῦ εἰρήνης μου θὰ μετατεθῇ.Διότι εἶπεν ὁ Κύριος: Ἵλεως θὰ εἶμαι εἰς σέ, συγχωρῶν τὰς ἁμαρτίας σου. |
11 Ταπεινὴ καὶ ἀκατάστατος, οὐ παρεκλήθης, ἰδοὺ ἐγὼ ἑτοιμάζω σοι ἄνθρακα τὸν λίθον σου καὶ τὰ θεμέλιά σου σάπφειρον | 11 Ταπεινωμένη εις κατάστασιν ασταθείας και αβεβαιότητος, χωρίς παρηγορίαν ευρίσκετο μέχρι σήμερον, ω Ιερουσαλήμ. Ιδού όμως ότι εγώ ετοιμάζω το οικοδομικόν υλικόν, λίθους πολύτιμους, αδάμαντας δια το κτίριόν σου και σαπφείρουςδια τα θεμέλια του οίκου σου. | 11 Ὑπῆρξες ἕως τώρα ταπεινωμένη καὶ ἀστερέωτος καὶ θλιμμένη.Ἰδοὺ τώρα Ἐγὼ ἐτοιμάζω διὰ σὲ τὸν πολύτιμον λίθον ἄνθρακα, διὰ να χρησιμοποιήσω αὐτὸν ὡς λίθον κατασκευῆς τοῦ κτιρίου σου, καὶ διὰ τὰ θεμέλιά σου ἑτοιμάζω σάπφειρον. |
12 καὶ θήσω τὰς ἐπάλξεις σου ἴασπιν καὶ τὰς πύλας σου λίθους κρυστάλλου καὶ τὸν περίβολόν σου λίθους ἐκλεκτοὺς | 12 Με πολύτιμον ίασπιν θα κτίσω τας επάλξεις των τειχών σου, τας δε πύλας του τείχους σου με κρυστάλλους και το τείχος, που θα σε περιβάλη, με εκλεκτούς λίθους. | 12 Καὶ θὰ κτίσω τὰς ἐπάλξεις τῶν τειχῶν σου μὲ τὸν πολύτιμον λίθον ἴασπιν καὶ τὰς πύλας σου μὲ λίθους κρυστάλλου καὶ τὸν τοῖχον, ὁ ὁποῖος θὰ σὲ περιβάλλῃ, μὲ λίθους ἐκλεκτούς. |
13 καὶ πάντας τοὺς υἱούς σου διδακτοὺς Θεοῦ καὶ ἐν πολλῇ εἰρήνῃ τὰ τέκνα σου. | 13 Ολα δε τα τέκνα σου θα διδαχθούν κατ' ευθείαν από τον θεόν, θα ζουν εις αδιατάρακτον και πολλήν ειρήνην. | 13 Καὶ ὅλα τὰ τέκνα σου θὰ καταστήσω μαθητὰς διδασκομένους ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἐν πολλῇ εἰρήνῃ διάγοντα καὶ εὐτυχοῦντα. |
14 καὶ ἐν δικαιοσύνῃ οἰκοδομηθήσῃ· ἀπέχου ἀπὸ ἀδίκου καὶ οὐ φοβηθήσῃ, καὶ τρόμος οὐκ ἐγγιεῖ σοι. | 14 Θα οικοδομηθής και θα προοδεύσης στηριζομένη επάνω εις την δικαιοσύνην, θα απέχης από κάθε άδικον πράγμα και έτσι δεν θα φοβηθής ποτέ. Τρόμος ποτέ δεν θα σε πλησίαση. | 14 Καὶ θὰ οἰκοδομηθῇς ἐπὶ τῆς δικαιοσύνης, τὴν ὁποίαν θὰ ἀσκοῦν καὶ θὰ τηροῦν πάντα τὰ τέκνα σου· ἄπεχε ἀπὸ πᾶν πρᾶγμα ἄδικον, καὶ τότε δὲν θὰ φοβηθῇς ποτέ, καὶ τρόμος δὲν θὰ σὲ ἐγγίσῃ. |
15 ἰδοὺ προσήλυτοι προσελεύσονταί σοι δι᾿ ἐμοῦ καὶ ἐπὶ σὲ καταφεύξονται. | 15 Ιδού, πολλοί προσήλυτοι οδηγούμενοι από εμέ θα προσέλθουν εις σε· με εμπιστοσύνην θα καταφύγουν εις σέ, δια να εύρουν σωτηρίαν. | 15 Ἰδού, προσήλυτοι θὰ προσέλθουν εἰς σέ, ἐλκυόμενοι εἰς τὴν ἀλήθειαν δι’ Ἐμοῦ, καὶ θὰ καταφύγουν εἰς σέ, διὰ νὰ σωθοῦν. |
16 ἰδοὺ ἐγὼ ἔκτισά σε οὐχ ὡς χαλκεὺς φυσῶν ἄνθρακας καὶ ἐκφέρων σκεῦος εἰς ἔργον· ἐγὼ δὲ ἔκτισά σε οὐκ εἰς ἀπώλειαν φθεῖραι | 16 Ιδού, εγώ σε έκτισα, οχι όπως ο χαλκουργός, ο οποίος φυσά τα κάρβουνα, βγάζει από το πυρ σκεύος φθαρτόν και χειροποίητον. Εγώ σε έκτισα εν τη παντοδυναμία μου, δια να μη περιέλθης ποτέ εις απώλειαν και φθοράν, αλλά να μένης αιωνία. | 16 Ἰδού, Ἐγὼ σὲ ἔκτισα οὐχὶ ὅπως ὁ χαλκουργός, φυσώντας κάρβουνα καὶ βγάζοντας ἀπὸ τὸ πῦρ σκεῦος πρὸς περαιτέρω ἐπεξεργασίαν.Ἐγὼ ὅμως δὲν σὲ ἔκτισα διὰ τὴν ἀπώλειαν, διὰ νὰ φθαρῇς. |
17 πᾶν σκεῦος φθαρτόν, ἐπὶ σὲ οὐκ εὐοδώσω, καὶ πᾶσα φωνὴ ἀναστήσεται ἐπὶ σὲ εἰς κρίσιν· πάντας αὐτοὺς ἡττήσεις, οἱ δὲ ἔνοχοί σου ἔσονται ἐν αὐτῇ. ἔστι κληρονομία τοῖς θεραπεύουσι Κύριον, καὶ ἡμεῖς ἔσεσθέ μοι δίκαιοι, λέγει Κύριος. | 17 Καθε τι φθαρτόν και επικίνδυνον δια σε σκεύος δεν θα το κατευοδώσω, δεν θα το αφήσω να επιτύχη τίποτε εις βάρος σου· όπως επίσης και κάθε φωνήν, η οποία θα σηκωθή εναντίον σου, δια να ζητήση την καταδίκην σου. Ολους αυτούς οι οποίοι θα εγερθούν εναντίον σου, θα τους νικήσης. Οσοι δε είναι ένοχοι αδικιών εναντίον σου, θα είναι εις καταδίκην. Εξ αντιθέτου επιφυλάσσεται κληρονομία αγαθών δι' εκείνους, που υπηρετούν πιστώς τον Κυριον. Και σεις θα είσθε ενώπιόν μου δίκαιοι, λέγει ο Κυριος, και μέτοχοι των αγαθών, που έχω ετοιμάσει. | 17 Κάθε πολεμικὸν ὅπλον, κατεσκευασμένον ἐναντίον σου, δὲν θὰ τὸ κατευοδώσω, ὥστε νὰ ἐπιτύχῃ νὰ σὲ καταστρέψῃ· δὲν θὰ εὐοδώσω ἐπίσης κάθε φωνήν, ἡ ὁποία θὰ σηκωθῇ ἐναντίον σου κατηγοροῦσα σὲ πρὸς καταδίκην σου· ὅλους αὐτούς, ποὺ θὰ στραφοῦν ἐναντίον σου, θὰ τοὺς νικήσῃς.Αὐτοὶ δέ, ποὺ ἔγιναν ἔνοχοι διὰ τῆς εἰς βάρος σου κατηγορίας, θὰ εἶναι ἐν τῇ καταδίκῃ ταύτῃ.Ὑπάρχει κληρονομία ἀγαθῶν, διὰ τοὺς ὑπηρετοῦντας τὸν Κύριον.Καὶ σεῖς νὰ μοῦ εἶσθε δίκαιοι, καὶ θὰ εἶμαι Ἐγώ, ὅστις θὰ σᾶς δικαιώσω, λέγει ὁ Κύριος. |