Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:45
Δύση: 20:05
Σελ. 11 ημ.
110-256
16ος χρόνος, 5907η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΙΕΖΕΚΙΗΛ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 21 (ΚΑ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων· 1 Ο Κυριος ωμίλησε προς εμέ και είπε· 1 Ωμίλησε δὲ ὁ Κύριος πρὸς ἐμὲ καὶ εἶπε:
2 διὰ τοῦτο προφήτευσον, υἱὲ ἀνθρώπου, καὶ στήρισον τὸ πρόσωπόν σου ἐπὶ ῾Ιερουσαλὴμ καὶ ἐπίβλεψον ἐπὶ τὰ ἅγια αὐτῶν καὶ προφητεύσεις ἐπὶ τὴν γῆν τοῦ ᾿Ισραὴλ 2 “δια τούτο, υιέ ανθρώπου, προφήτευσε και στρέψε απειλητικόν το πρόσωπόν σου εναντίον της Ιερουσαλήμ. Ριψε το βλέμμα σου στους ιερούς τόπους και θα προφητεύσης καθ όλην την χώραν της Ιουδαίας. 2 Προφήτευσε λοιπόν, ἄνθρωπε, καὶ στήριξε τὸ πρόσωπόν σου ἀπειληηκὸν πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ· προσήλωσε τὸ βλέμμα σου εἰς τοὺς ἁγίους τόπους τῆς λατρείας των.Θὰ προφητεύσῃς δὲ πρὸς τὴν χώραν τῶν Ἰσραηλιτῶν
3 καὶ ἐρεῖς πρὸς τὴν γῆν τοῦ ᾿Ισραήλ· τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ πρὸς σὲ καὶ ἐκσπάσω τὸ ἐγχειρίδιόν μου ἐκ τοῦ κολεοῦ αὐτοῦ καὶ ἐξολοθρεύσω ἐκ σοῦ ἄνομον καὶ ἄδικον· 3 Εναντίον της χώρας του Ισραήλ θα είπης· αυτά λέγει ο Κυριος· Ιδού εγώ έρχομαι εναντίον σου, θα ανασπάσω την μάχαιράν μου από την θήκην της και θα εξολοθρεύσω από σε κάθε παράνομον και άδικον άνθρωπον. 3 καὶ θὰ εἰπῇς τὰ ἑξῆς πρὸς τὴν χώραν αὐτὴν τῶν Ἰσραηλιτῶν, δηλαδὴ πρὸς τοὺς κατοίκους της: Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος: Ἰδοὺ στρέφομαι πλέον Ἐγὼ ἐναντίον σου καὶ θὰ τραβήξω ἀπὸ τὴν θήκην του τὸ μαχαίρι μου καὶ θὰ ἐξοντώσω κάθε παράνομον καὶ ἄδικον, ἀσεβῆ κάτοικόν σου.
4 ἀνθ' ὧν ἐξολοθρεύσω ἐκ σοῦ ἄδικον καὶ ἄνομον, οὕτως ἐξελεύσεται τὸ ἐγχειρίδιόν μου ἐκ τοῦ κολεοῦ αὐτοῦ ἐπὶ πᾶσαν σάρκα ἀπὸ ἀπηλιώτου ἕως βορρᾶ· 4 Επαναλαμβάνω δια να εξολοθρεύσω από σε κάθε άδικον και παράνομον άνθρωπον, δι' αυτόν τον σκοπόν θα εξέλθη η μαχαίρα μου από την θήκην αυτής, δια να εξοντώση κάθε αμαρτωλόν ανθρωπον από ανατολών έως βορρά. 4 Ἐπειδὴ ἀπεφάσισα νὰ ἐξολοθρεύσω κάθε παράνομον καὶ ἄδικον, ἀσεβῆ κάτοικόν σου, θὰ βγῇ πλέον τὸ μαχαίρι μου ἀπὸ τὴν θήκην του καὶ θὰ στραφῇ ἐναντίον κάθε ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος κατοικεῖ ἀπὸ τὴν ἀνατολὴν ἕως τὸν βορρᾶν.
5 καὶ ἐπιγνώσεται πᾶσα σὰρξ διότι ἐγὼ Κύριος ἐξέσπασα τὸ ἐγχειρίδιόν μου ἐκ τοῦ κολεοῦ αὐτοῦ καὶ οὐκ ἀποστρέψει οὐκέτι. 5 Ετσι κάθε άνθρωπος θα μάθη, ότι εγώ ο Κυριος ανέσπασα την μάχαιράν μου από την θήκην αυτής και δεν θα επιστρέψη πλέον εις αυτήν. 5 Θὰ καταλάβῃ δὲ τότε καλὰ κάθε ἄνθρωπος ὅτι Ἐγώ, ὁ Κύριος τῶν πάντων, ἐτράβηξα τὸ μαχαίρι μου ἀπὸ τὴν θήκην του καὶ δὲν πρόκειται νὰ ἐπιστρέψῃ πλέον ἄπρακτον εἰς αὐτήν.
6 καὶ σὺ υἱὲ ἀνθρώπου, καταστέναξον ἐν συντριβῇ ὀσφύος σου καὶ ἐν ὀδύναις στενάξεις κατ' ὀφθαλμοὺς αὐτῶν. 6 Και συ, υιέ ανθρώπου, στέναξε και ξαναστέναξε πολύ, εν συντριβή καρδίας. Βγάλε οδυνηρούς στεναγμούς ενώπιον των οφθαλμών των. 6 Καὶ σύ, ἄνθρωπε, ἀναστέναξε βαθιὰ διὰ τὴν συμφορὰν ποὺ θὰ ἐπέλθῃ.Νὰ ἀναστενάξῃς ἐμπρός των, ὡσὰν νὰ ἐκυριεύθης ἀπὸ πόνους εἰς τὴν μέσην σου καὶ ὡσὰν νὰ ὑποφέρῃς ἀπὸ φρικτοὺς πόνους.
7 καὶ ἔσται ἐὰν εἴπωσι πρὸς σέ· ἕνεκα τίνος σὺ στενάζεις; καὶ ἐρεῖς· ἐπὶ τῇ ἀγγελίᾳ, διότι ἔρχεται, καὶ θραυσθήσεται πᾶσα καρδία, καὶ πᾶσαι χεῖρες παραλυθήσονται, καὶ ἐκψύξει πᾶσα σὰρξ καὶ πᾶν πνεῦμα, καὶ πάντες μηροὶ μολυνθήσονται ὑγρασίᾳ· ἰδοὺ ἔρχεται καὶ ἔσται λέγει Κύριος. 7 Εάν δε και σε ερωτήσουν, διατί συ στενάζεις; Θα πης· δια την αναγγελίαν, ότι έρχεται η καταστροφή και θα θρυμματισθή κάθε καρδία και όλαι αι χείρες θα παραλύσουν από τον τρόμον. Καθε ζωντανή σαρξ και κάθε πνεύμα θα λιποψυχήσουν και ένεκα του τρόμου θα μολυνθούν οι μηροί όλων από το ακάθαρτον υγρόν του σώματος. Ιδού, έρχεται η σύμφορα· και ετσι θα γίνη”, λέγει ο Κυριος. 7 Καὶ ἐὰν σὲ ἐρωτήσουν διατὶ ἀναστενάζεις; Νὰ τοὺς εἰπῇς: Δι' αὐτὸ ποὺ μοῦ ἀνήγγειλεν ὁ Κύριος· διότι ἔρχεται συμφορὰ καὶ θὰ τσακισθῇ κάθε καρδιά.Θὰ παραλύσουν ὅλα τὰ χέρια, θὰ λιποψυχήσω κάθε ἄνθρωπος, κάθε νοῦς.Ὅλων δὲ οἱ μηροὶ θὰ μολυνθοῦν ἀπὸ τὰ ὑγρά των, λόγῳ τοῦ μεγάλου φόβον των.Ἰδοὺ ἔρχεται ἡ συμφορὰ καὶ θὰ πραγματοποιηθῇ.Τὸ λέγει ὁ Κύριος τῶν πάντων!
8 καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με, λέγων· 8 Ο Κύριος ωμίλησε προς εμέ και είπε· 8 Ὡμίλησε δὲ πάλιν ὁ Κύριος καὶ μοῦ εἶπε:
9 υἱὲ ἀνθρώπου, προφήτευσον καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος· εἰπόν· ρομφαία ρομφαία, ὀξύνου καὶ θυμώθητι, 9 “υιέ ανθρώπου, προφήτευσε και ειπέ· αυτά λέγει ο Κυριος· ειπέ· Μαχαιρα, μάχαιρα ακονίσου, θύμωσε, 9 Προφήτευσε, ἄνθρωπε, καὶ νὰ εἰπῇς τὰ ἑξῆς: Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος.Νὰ εἰπῇς δηλαδή: Ρομφαία, ρομφαία, ἐτοιμάσου, ἀκονίσου καὶ θύμωσε, ἀγρίεψε!
10 ὅπως σφάξῃς σφάγια, ὀξύνου ὅπως γένῃ εἰς στίλβωσιν, ἑτοίμη εἰς παράλυσιν, σφάζε, ἐξουδένει, ἀπωθοῦ πᾶν ξύλον. 10 δια να σφάξης σφάγια. Γινε οξεία και κοπτερή, στίλβουσα, ετοίμη να παραλύσης κάθε άνθρωπον. Σφάζε κατά συνέχειαν, εξωλόθρευε, απομάκρυνε από εμπρός σου κάθε εμπόδιον”. 10 Ἐτοιμάσου νὰ σφάξῃς πολλὰ θύματα, ἀκονίσου διὰ νὰ λάμπῃς καθὼς θὰ σφάζῃς, ἐτοιμάσου διὰ νὰ παραλύσῃς ἀνθρώπους.Σφάζε, ἐξόντωνε, ρίψε κάτω κάθε ἄνθρωπον ποὺ θὰ σταθῇ ὡσὰν δένδρον ἐμπρός σου.
11 καὶ ἔδωκεν αὐτὴν ἑτοίμην τοῦ κρατεῖν χεῖρα αὐτοῦ· ἐξηκονήθη ἡ ρομφαία, ἐστὶν ἑτοίμη τοῦ δοῦναι αὐτὴν εἰς χεῖρα ἀποκεντοῦντος. 11 Και έδωκεν ο Κυριος ετοίμην την μάχαιραν αυτήν εις την χείρα του εξολοθρευτού. Η μάχαιρα ηκονίσθη, είναι ετοίμη, δια να την δώση ο Κυριος εις τα χέρια του φονευτού. 11 Ἔδωσε δὲ ὁ Κύριος τὴν ρομφαίαν ἑτοίμην διὰ τὸ φονικὸν ἔργον της εἰς τὸ χέρι τοῦ ἐκτελεστοῦ διὰ νὰ τὴν κρατῇ.Ἔχει πλέον ἀκονισθῇ ἡ ρομφαία.Εἶναι ἕτοιμη διὰ νὰ τὴν παραδώσῃ εἰς τὰ χέρια τοῦ ἐξολοθρευτοῦ ὁ Κύριος.
12 ἀνάκραγε καὶ ὀλόλυξον, υἱὲ ἀνθρώπου, ὅτι αὐτὴ ἐγένετο ἐν τῷ λαῷ μου, αὐτὴ ἐν πᾶσι τοῖς ἀφηγουμένοις τοῦ ᾿Ισραήλ· παροικήσουσιν ἐπὶ ρομφαίᾳ, ἐγένετο ἐν τῷ λαῷ μου. διὰ τοῦτο κρότησον ἐπὶ τὴν χεῖρά σου, 12 “Κραύγασε και ολόλυξε, υιέ ανθρώπου, διότι αυτή η κοπτερή μάχαιρα επέρχεται εναντίον του λαού μου, εναντίον όλων των αρχόντων του Ισραηλιτικού λαού. Ολοι αυτοί κάτω από την απειλήν της φονικής ρομφαίας θα παροικήσουν αιχμάλωτοι εις ξένας χώρας. Αυτό έγινε πλέον εναντίον του λαού μου. Δια τούτο κρότησε τας παλάμας σου, 12 Φώναξε δυνατὰ καὶ θρήνησε, ἄνθρωπε, διότι ἡ ρομφαία ἐστράφη πλέον ἐναντίον τοῦ λαοῦ μου, διότι ἡ ρομφαία θὰ σφάξῃ ὅλους τοὺς ἄρχοντας τοῦ Ἰσραήλ.Θὰ χάσουν πλέον τὸν τόπον των λόγῳ τῆς ρομφαίας, ἡ ὁποία ἐστράφη κατὰ τοῦ λαοῦ μου.Διὰ τοῦτο κτύπησε ἐπάνω εἰς τὸ ἕνα χέρι σου τὸ ἄλλο χέρι, ὥστε νὰ ἐκδηλώσῃς τὸν πόνον καὶ τὰ συναισθήματά σου ἐμπρὸς εἰς τὴν μεγάλην καὶ δικαίαν συμφοράν.
13 ὅτι δεδικαίωται· καὶ τί εἰ καὶ φυλὴ ἀπώσθη; οὐκ ἔσται, λέγει Κύριος Κύριος. 13 διότι απεδόθη δικαιοσύνη. Και τι σημαίνει, εάν μία φυλή απολεσθή; Δεν θα υπάρχη πλέον αυτή η φυλή, λέγει ο Κυριος Κυριος. 13 Γνώριζε δὲ ὅτι τὸ ἔργον τῆς ρομφαίας ἔχει δικαιωθῆ.Ἔχει μήπως σημασίαν ἐὰν μία τέτοια φυλὴ « ὡσὰν τὴν φυλὴν τῶν σκληροτραχήλων Ἰουδαίων» κατέπεσε καὶ ἐχάθη; Εἶναι δὲ βέβαιον ὅτι θὰ ἐξοντωθῇ, διότι τὸ λέγει ὁ Κύριος, ὁ Ὁποῖος εἶναι ὁ Κύριος καὶ Δεσπότης τοῦ σύμπαντος.
14 καὶ σύ, υἱὲ ἀνθρώπου, προφήτευσον καὶ κρότησον χεῖρα ἐπὶ χεῖρα καὶ διπλασίασον ρομφαίαν· ἡ τρίτη ρομφαία τραυματιῶν ἐστι, ρομφαία τραυματιῶν ἡ μεγάλη καὶ ἐκστήσει αὐτούς, 14 Και συ, υιέ ανθρώπου, προφήτευσε, κτύπησε την μίαν παλάμην εις την άλλην, ανάγγειλε και δευτέραν ρομφαίαν ολέθρου. Η τρίτη όμως ρομφαία θα ρίψη κάτω πολλά θύματα, θα είναι ρομφαία τραυματιών, μεγάλη, η οποία θα τους καταπλήξη. 14 Καὶ σύ, ἄνθρωπε, προφήτευσε καὶ χειροκρότησε.Νὰ ὁμιλήσῃς δὲ καὶ διὰ δευτέραν ρομφαίαν καὶ νὰ εἰπῇς ὅτι θὰ ἔλθῃ καὶ τρίτη ρομφαία, ἡ ὁποία θὰ πληγώσῃ πολλούς, θὰ προκαλέσῃ πολλὰ θύματα· θὰ εἶναι ἡ μεγάλη ρομφαία, ἡ ὁποία θὰ τοὺς κάμῃ νὰ « τὰ χάσουν».
15 ὅπως θραυσθῇ ἡ καρδία καὶ πληθυνθῶσιν οἱ ἀσθενοῦντες ἐπὶ πᾶσαν πύλην αὐτῶν· παραδέδονται εἰς σφάγια ρομφαίας, εὖ γέγονεν εἰς σφαγήν, εὖ γέγονεν εἰς στίλβωσιν. 15 Ετσι θα συντριβή και θα τρομάξη κάθε ανθρωπίνη καρδία. Πολύ δε πλήθος ασθενούντων ανθρώπων θα συγκεντρωθούν εις όλας τας πύλας των πόλεων. Εκεί όμως θα έχουν παραδοθή προς σφαγήν εις την φονικήν ρομφαίαν. Η μάχαιρα αυτή εξεπλήρωσε καλώς την αποστολήν της, εστιλβώθη καλώς δια τον σκοπόν, που έχει προορισθη. 15 Θὰ πέσῃ ἡ μεγάλη αὐτὴ ρομφαία, διὰ νὰ τσακισθῇ ἡ καρδία των καὶ νὰ πληθυνθοῦν οἱ ἀσθενεῖς εἰς κάθε πύλην των.Ἔχει ἀποφασισθῇ πλέον νὰ παραδοθοῦν εἰς σφαγὴν διὰ ρομφαίας.Ἡ ρομφαία ἔχει ἐτοιμασθῇ καλὰ διὰ τὴν σφαγήν, ἔχει ἐτοιμασθῇ καλὰ διὰ νὰ λάμπῃ καὶ ἀστράπτη κατὰ τὴν σφαγήν.
16 καὶ διαπορεύου, ὀξύνου, ἐκ δεξιῶν καὶ ἐξ εὐωνύμων, οὗ ἂν τὸ πρόσωπόν σου ἐξεγείρηται. 16 Και συ, μάχαιρα, πορεύου δια μέσου του λαού. Γινε οξεία και κοπτερή, κόπτε από τα δεξιά και από τα αριστερά, προς κάθε κατεύθυνσιν, που θα στραφή η κοπτερή σου όψις. 16 Καὶ σύ, ρομφαία, προχώρει μέσα ἀπὸ τὰ πλήθη, γίνε κοπτερὴ καὶ κόβε ἀπὸ δεξιὰ καὶ ἀπὸ ἀριστερά, παντοῦ ὅπου στραφῇ ἡ ὄψις σου.
17 καὶ ἐγὼ δὲ κροτήσω χεῖρά μου πρὸς χεῖρά μου καὶ ἀναφήσω τόν θυμόν μου· ἐγὼ Κύριος λελάληκα. 17 Και εγώ θα επικροτώ το ένα μου χέρι με το άλλο και τότε πλέον θα αφήσω να καταπαύση ο θυμός μου. Εγώ ο Κυριος ωμίλησα και ετσι θα γίνη”. 17 Σοῦ λέγω δὲ ὅτι καὶ Ἐγὼ θὰ εἶμαι συνεργός σου, θὰ χειροκροτῶ καὶ θὰ ξεχύνω τὸν θυμόν μου.Ἐγώ, ὁ Κύριος τῶν πάντων, ἔχω ὁμιλήσει περὶ τούτου καὶ θὰ πραγματοποιηθοῦν ὁπωσδήποτε οἱ λόγοι μου.
18 Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός με λέγων· 18 Ο Κυριος ωμίλησε πάλιν προς εμέ και είπε· 18 Ὡμίλησε δὲ ὁ Κύριος καὶ μοῦ εἶπε:
19 καὶ σὺ υἱὲ ἀνθρώπου, διάταξον σεαυτῷ δύο ὁδοὺς 19 “συ, υιέ ανθρώπου, χάραξε εμπρός σου δύο δρόμους, 19 Σὺ τώρα, ἄνθρωπε, χάραξε, ὡσὰν νὰ ζωγραφίζῃς, δύο δρόμους,
20 τοῦ εἰσελθεῖν ρομφαίαν βασιλέως Βαβυλῶνος· ἐκ χώρας μιᾶς ἐξελεύσονται αἱ δύο, καὶ χεὶρ ἐν ἀρχῇ ὁδοῦ πόλεως, ἐπ' ἀρχῆς ὁδοῦ διατάξεις τοῦ εἰσελθεῖν ρομφαίαν ἐπὶ Ραββὰθ υἱῶν ᾿Αμμὼν καὶ ἐπὶ τὴν ᾿Ιουδαίαν καὶ ἐπὶ ῾Ιερουσαλὴμ ἐν μέσῳ αὐτῆς. 20 δια των οποίων ημπορεί να πέραση η μάχαιρα του βασιλέως της Βαβυλώνος. Και αι δύο αυταί οδοί από μίαν χώραν θα εξέλθουν. Χαραξε ένα σημείον, που θα φανερώνη την αρχήν της οδού της πόλεως. Από την αρχήν της οδού θα χαράξης να εισέλθη η φονική ρομφαία εναντίον της πύλεως Ραββάθ, πρωτευούσης των Αμμωνιτών και εναντίον της Ιουδαίας, εν μέσω και αυτής ταύτης της Ιερουσαλήμ. 20 διὰ νὰ φανῇ ἡ πορεία τὴν ὁποίαν θὰ ἀκολουθήσῃ ὁ βασιλεὺς τῆς Βαβυλῶνος, ὁ ὁποῖος κρατεῖ τὴν ρομφαίαν πρὸς ἐκτέλεσιν τῆς ἀποφάσεώς μου νὰ τιμωρηθοῦν οἱ ἀσεβεῖς.Καὶ οἱ δύο αὐτοὶ δρόμοι θὰ ξεκινοῦν ἀπὸ τὴν ἰδίαν χώραν.Νὰ χαράξῃς καὶ ἕνα χέρι εἰς τὴν ἀρχὴν τοῦ κάθε δρόμου, ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὴν μίαν καὶ εἰς τὴν ἄλλην πόλιν.Τὸ χέρι αὐτό, ποὺ θὰ χαράξῃς εἰς τὴν ἀρχὴν τοῦ δρόμου, θὰ δείχνῃ ποίαν πορείαν πρέπει νὰ ἀκολουθήσῃ ἡ ρομφαία, διὰ νὰ εἰσέλθῃ ἢ εἰς τὴν πρωτεύουσαν τῶν Ἀμμωνιτῶν Ραββὰθ ἢ εἰς τὴν Ἰουδαίαν καὶ μέσα εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ.
21 διότι στήσεται βασιλεὺς Βαβυλῶνος ἐπὶ τὴν ἀρχαίαν ὁδόν, ἐπ' ἀρχῆς τῶν δύο ὁδῶν, τοῦ μαντεύσασθαι μαντείαν, τοῦ ἀναβράσαι ράβδον καὶ ἐπερωτῆσαι ἐν τοῖς γλυπτοῖς καὶ κατασκοπήσασθαι ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ. 21 Ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, καθώς θα έρχεται, θα σταθή εις την αρχαίαν οδόν· εκεί, όπου αρχίζουν αι δύο οδοί. Θα ερωτήση τα μαντεία να τον πληροφορήσουν, συμβουλευόμενα τας μαγικάς ράβδους των. Θα ερωτήση σχετικώς τα είδωλα και θα προσπαθήση να διακριβώση, αν πρέπει να βαδίση εις τα δεξιά. 21 Γνώριζε δὲ ὅτι ὁ βασιλεὺς τῆς Βαβυλῶνος θὰ σταθῇ εἰς τὸ σημεῖον τῆς ἀρχαίας ἐμπορικῆς ὁδοῦ, εἰς τὸ ὁποῖον συναντῶνται καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἀρχίζουν οἱ δύο δρόμοι, ὁ ἕνας πρὸς τὴν Ραββὰθ καὶ ὁ ἄλλος πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ.Θὰ σταθῇ καὶ θὰ συμβουλευθῇ τοὺς μάντεις του ὡς πρὸς τὴν πορείαν ποὺ θὰ πρέπῃ νὰ ἀκολουθήσῃ.Θὰ ἀνακινήσῃ δηλαδὴ τὰς ράβδους, ὅπως κάμνουν συνήθως, διὰ νὰ πληροφορηθῇ τὴν γνώμην τῶν εἰδώλων των καὶ διαπιστώσει ἐὰν πρέπῃ νὰ ἀκολουθήσῃ πρῶτον τὸν δρόμον ὁ ὁποῖος ἀρχίζει ἀπὸ τὰ δεξιά του καὶ ὁδηγεῖ εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ.
22 ἐγένετο τὸ μαντεῖον ἐπὶ ῾Ιερουσαλὴμ τοῦ βαλεῖν χάρακα, τοῦ διανοῖξαι στόμα ἐν βοῇ, ὑψῶσαι φωνὴν μετὰ κραυγῆς, τοῦ βαλεῖν χάρακα ἐπὶ τὰς πύλας αὐτῆς καὶ βαλεῖν χῶμα καὶ οἰκοδομῆσαι βελοστάσεις. 22 Εδόθη εις αυτόν πληροφορία από το μαντείον να βαδίση με τον στρατόν του εναντίον της Ιερουσαλήμ, να περιβάλουν αυτήν με χάρακα, να ανοίξουν το στόμα αυτών κραυγάζοντες απειλητικώς εναντίον της, να εκβάλουν πολεμικάς κραυγάς, να ανοίξουν χαράκωμα κοντά εις τας πύλας της, να συσσωρεύσουν χώματα εις ύψος και να στήσουν πολιορκητικάς μηχανάς, που εκτοξεύουν βέλη. 22 Γνωρίζω δὲ ὅτι τὰ μαντικὰ μέσα θὰ ὑποδείξουν ὁπωσδήποτε εἰς τοὺς Βαβυλωνίους νὰ ἀκολουθήσουν τὴν ὁδὸν πρὸς τὴν Ἱερουσαλήμ.Γύρω δὲ ἀπὸ αὐτὴν θὰ ἀνοίξουν χαρακώματα καὶ τάφρον, θὰ κραυγάζουν πολεμικὰς ἰαχὰς μὲ δύναμιν μεγάλην, ὥστε νὰ ἀκούωνται ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς Ἱερουσαλήμ.Θὰ κατασκευάσουν ἐπίσης χαρακώματα ὡς προγεφυρώματα ἐμπρὸς εἰς τὰς πύλας της καὶ θὰ συγκεντρώσουν χῶμα, διὰ νὰ ἀνέλθουν εἷς τὰ τείχη- θὰ φτιάξουν ἐπίσης πολιορκητικὰς μηχανὰς δι’ ἐκτόξευσιν τῶν βελῶν.
23 καὶ αὐτὸς αὐτοῖς ὡς μαντευόμενος μαντείαν ἐνώπιον αὐτῶν καὶ αὐτὸς ἀναμιμνήσκων ἀδικίας αὐτοῦ μνησθῆναι. 23 Οι Ιουδαίοι θα ίδουν αυτόν να ζητή μαντείας εναντίον των, να ενθυμήται και να υπενθυμιζη τας αδικίας των και την παράβασιν της συνθήκης των. 23 Θὰ θεωρηθῇ ὅμως ὁ βασιλεὺς τῶν Βαβυλωνίων ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς Ἱερουσαλὴμ ὡς θῦμα τῶν ψευδομάντεών του.Δὲν θὰ τοῦ δώσουν, ἀνοήτως σκεπτόμενοι, καμμίαν σημασίαν.Ὁ ἴδιος ὅμως θὰ τοὺς ὑπενθυμίσῃ τὴν ἀδικίαν καὶ παρασπονδίαν εἰς βάρος του τοῦ βασιλέως τῶν Σεδεκίου, τὴν ὁποίαν ἐνθυμεῖται διαρκῶς.
24 διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἀνθ' ὧν ἀνεμνήσατε τὰς ἀδικίας ὑμῶν, ἐν τῷ ἀποκαλυφθῆναι τὰς ἀσεβείας ὑμῶν, τοῦ ὁραθῆναι ἁμαρτίας ὑμῶν ἐν πάσαις ταῖς ἀσεβείαις ὑμῶν καὶ ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν ὑμῶν, ἀνθ' ἀνεμνήσατε, ἐν τούτοις ἁλώσεσθε. 24 Δια τούτο αυτά λέγει ο Κυριος· επειδή εθυμηθήκατε τας παλαιάς παρανομίας σας, καθώς έχουν επίσης αποκαλυφθη και αι σημεριναί ασέβειαί σας προς εμέ, ώστε να είναι ολοφάνεραι αι αμαρτίαι σας, όλαι αι ασέβειαί σας και αι αδικίαι σας, επειδή με τα πονηρά σας έργα μου ενεθυμήσατε όλην την αμαρτωλότητά σας, δια τούτο και θα εξολοθρευθήτε εξ αιτίας αυτών. 24 Διὰ τοῦτο αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος: Ἐπειδὴ μὲ τὴν ἀποκάλυψιν τῶν σημερινῶν ἀσεβειῶν σας ἐφέρατε εἰς τὴν μνήμην καὶ τὰς παρανομίας τῶν πατέρων σας καὶ φαίνονται πλέον αἱ ἁμαρτίαι σας, τὰς ὁποίας διεπράξατε μὲ ὅλας τὰς ἀσεβείας σας καὶ τὰ διεφθαρμένα ἔργα σας, σᾶς λέγω τὸ ἑξῆς: Αὐτὰ ἀκριβῶς ποὺ ὑπενθυμίσατε μὲ τὴν συμπεριφοράν σας θὰ γίνουν αἰτία τῆς καταστροφῆς σας.
25 καὶ σύ, βέβηλε, ἄνομε, ἀφηγούμενε τοῦ ᾿Ισραήλ, οὗ ἥκει ἡ ἡμέρα, ἐν καιρῷ ἀδικίας πέρας, 25 Και συ, βέβηλε και παράνομε αρχηγέ του ισραηλιτικού λαού, εναντίον του οποίου ήλθε πλέον η ημέρα της τιμωρίας, δια να τεθή τέρμα στον καιρόν της αδικίας σου, άκουσε τι λέγει ο Κυριος. 25 Καὶ διὰ σέ, ἄρχοντα τοῦ Ἰσραήλ, βέβηλε καὶ παράνομε, ποὺ ἔφθασεν ἡ ἡμέρα τῆς κρίσεώς σου καὶ τελειώνει ἡ ζωή σου, ἐνῷ ζῇς,μέσα εἰς ἀδικίας,
26 τάδε λέγει Κύριος· ἀφείλου τὴν κίδαριν καὶ ἐπέθου τὸν στέφανον· αὕτη οὐ τοιαύτη ἔσται· ἐταπείνωσας τὸ ὑψηλὸν καὶ ὕψωσας τὸ ταπεινόν. 26 Αυτά λέγει ο Κυριος· βγάλε από την κεφαλήν σου το πολύτιμον βασιλικόν κάλυμμα, απόθεσε τον στέφανόν σου. Η κίδαρις δεν θα είναι πλέον το κάλυμμα της κεφαλής σου, διότι συ παρεγνώρισες και. εξηυτέλισες τους αξίους. Ετίμησες και ανύψωσες τους αναξίους και χυδαίους. 26 αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος: Βγάλε τὸ βααιλικὸν κάλυμμα ἀπὸ τὸ κεφάλι σου καὶ ἀπόθεσε τὸ βααιλικὸν στεφάνι.Ἡ ἐξουσία ποὺ ἔχεις τώρα δὲν θὰ ὑπάρχῃ πλέον.Τὰ πράγματα θὰ ἀλλάξουν.Διέπραξες παρανομίας καὶ ἀδικίας, διότι ἐκτύπησες καὶ ἐταπείνωσες κάθε ἀξίαν καὶ ἀρετὴν καὶ ἐβράβευσες καὶ ὕψωσες κάθε τι τὸ κατώτερον καὶ ἁμαρτωλόν.
27 ἀδικίαν ἀδικίαν θήσομαι αὐτήν, οὐδ' αὕτη τοιαύτη ἔσται, ἕως οὗ ἔλθῃ ᾧ καθήκει, καὶ παραδώσω αὐτῷ. - 27 Θα καταλογίσω εις την βασιλείαν σου τας πολυαρίθμους φοβεράς αδικίας και δεν θα παραμείνη εις τα χέρια σου αυτή η βασιλεία, εώς ότου έλθη εκείνος στον οποίον ανήκουν όλα, ο Μεσσίας και Λυτρωτής, προς τον οποίον και θα την παραδώσω. 27 Διέπραξες ὄχι μίαν, ἀλλὰ τὴν μίαν μετὰ τὴν ἄλλην πολλὰς ἀδικίας.Ἡ βασιλικὴ ἐξουσία τῆς οἰκογενείας σου θὰ παύσῃ πλέον νὰ ὑπάρχῃ εἰς τὸ μέλλον θὰ ὑπάρχῃ μόνον ἕως ὅτου ἔλθῃ Ἐκεῖνος εἰς τὸν Ὁποῖον ἀνήκει καὶ ἁρμόζει ἡ βασιλεία εἰς τοὺς αἰῶνας καὶ εἰς τὸν Ὁποῖον θὰ τὴν παραδώσω, δηλαδὴ ὁ Μεσσίας.
28 Καὶ σὺ υἱὲ ἀνθρώπου, προφήτευσον, καὶ ἐρεῖς· τάδε λέγει Κύριος πρὸς τοὺς υἱοὺς ᾿Αμμὼν καὶ πρὸς τὸν ὀνειδισμὸν αὐτῶν καὶ ἐρεῖς· ρομφαία ρομφαία ἐσπασμένη εἰς σφάγια καὶ ἐσπασμένη εἰς συντέλειαν, ἐγείρου ὅπως στίλβῃς 28 Και συ, υιέ ανθρώπου, προφήτευσε και ειπέ· αυτά λέγει ο Κυριος προς τους Αμμωνίτας· προς ελέγχόν των ειπέ προς αυτούς· Η μάχαιρα η φοβερά, η οποία έχει ανασπασθή από την θήκην της, δια να σφάξη ωσάν σφάγια τα θύματά της, έχει ανασπασθή από την θήκην της, δια να επιφέρη πλήρη όλεθρον. Σηκω ρομφαία, δια να ακτινοβολήσης την λάμψιν σου. 28 Καὶ σύ, ἄνθρωπε, προφήτευσε καὶ νὰ εἰπῇς τὰ ἑξῆς: Αὐτὰ λέγει ὁ Κύριος τοῦ παντὸς πρὸς τοὺς Ἀμμωνίτας καὶ πρὸς τὴν ὑβριστικὴν καὶ ἀλαζονικὴν συμπεριφοράν των.Θὰ εἰπῇς δηλαδή: Ρομφαία, ρομφαία, ποὺ ἔχεις ἐτοιμασθῆ διὰ νὰ σφάζῃς, ποὺ ἔχεις ἐτοιμασθῆ διὰ νὰ ἐξοντώνῃς, σήκω καὶ ἄστραψε!
29 ἐν τῇ ὁράσει σου τῇ ματαίᾳ καὶ ἐν τῷ μαντεύεσθαί σε ψευδῆ, τοῦ παραδοῦναί σε ἐπὶ τραχήλους τραυματιῶν ἀνόμων, ὧν ἥκει ἡ ἡμέρα, ἐν καιρῷ ἀδικίας πέρας. 29 Ανωφελή υπήρξαν δια σας τα οράματα των ψευδοπροφητών σας και αι ψευδείς μαντείαι των μάντεών σας, δια να παραδώσουν σας αμερίμνους εις σφαγήν και όλεθρον των ανόμων, δια τους οποίους έχει φθάσει η ημέρα της τιμωρίας. Ετερματίσθη ο χρόνος της αδικίας των. 29 Σᾶς ἐξηπάτησαν οἱ ψευδοπροφῆται σας καὶ οἱ μάντεις σας μὲ τὰ ψεύδη των.Σᾶς παρεκίνησαν νὰ πατήσετε εἰς τοὺς τραχήλους τῶν παρανόμων τραυματιῶν, τῶν Ἰουδαίων δηλαδή, τῶν ὁποίων ἔφθασεν ἡ ἡμέρα τῆς κρίσεως διὰ τῆς ἐπιθέσεως ἐναντίον των τῶν Βαβυλωνίων καὶ ἐτελείωσε πλέον ἡ ζωὴ τῆς ἀδικίας των.
30 ἀπόστρεφε, μὴ καταλύσῃς ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ, ᾧ γεγέννησαι· ἐν τῇ γῇ τῇ ἰδίᾳ σου κρινῶ σε 30 Και συ, μάχαιρα των Βαβυλωνίων, μη παραμείνης επί πολύ στον τόπον τούτον, στον οποίον έχεις γεννηθή δι' όλεθρον. Εγώ μέσα εις την ίδικήν σου χώραν θα σε κρίνω και θα σε καταδικάσω. 30 Γύρισε πίσω, λαὲ τῶν Ἀμμωνιτῶν, μὴ παραμείνῃς εἰς τὸν τόπον αὐτόν.Γύρισε ἐκεῖ ὅπου ἐγεννήθης.Θὰ σὲ κρίνῳ μέσα εἰς τὴν ἰδικήν σου χώραν.
31 καὶ ἐκχεῶ ἐπὶ σέ ὀργήν μου, ἐν πυρὶ ὀργῆς μου ἐμφυσήσω ἐπὶ σέ καὶ παραδώσω σε εἰς χεῖρας ἀνδρῶν βαρβάρων τεκταινόντων διαφθοράν. 31 Θα αφήσω, ω Αμμωνίται, να εκσπάση η οργή μου και εναντίον σας, θα αναρριπίσω και θα ανάψω την φωτιάν της οργής μου, θα σας παραδώσω εις τα χέρια βαρβάρων ανδρών, οι οποίοι σχεδιάζουν και διαπράττουν με τέχνην πολλήν καταστροφάς. 31 Θὰ ξεχύσω δὲ ἐπάνω σου τὴν ὀργήν μου· θὰ φυσήσω μὲ τὴν φωτιὰ τῆς ὀργῆς μου ἐναντίον σου καὶ θὰ σὲ παραδώσω εἰς τὰ χέρια ἀνθρώπων βαρβάρων, οἱ ὁποῖοι ὡς τέχνην καὶ ἔργον των ἔχουν τὴν καταστροφήν.
32 ἐν πυρὶ ἔσῃ κατάβρωμα, τὸ αἷμά σου ἔσται ἐν μέσῳ τῆς γῆς σου· οὐ μὴ γένηταί σου μνεία, διότι ἐγὼ Κύριος λελάληκα. 32 Θα σε καταφάγη το πυρ, και το αίμα των φονευομένων τέκνων σου θα πλημμυρίση την χώραν σου. Θα χαθής και κανείς πλέον δεν θα σε ενθυμηθή. Εγώ, ο Κυριος είπα αυτά και έτσι θα γίνη”. 32 Θὰ σὲ καταφάγῃ ἡ φωτιά· καὶ τὸ αἷμα σου θὰ κυλᾷ μέσα εἰς τὴν χώραν σου.Κανεὶς πλέον δὲν θὰ σὲ ἐνθυμῆται, διότι Ἐγώ, ὁ Κύριος τοῦ παντός, τὰ εἶπα ἤδη αὐτὰ καὶ θὰ πραγματοποιηθοῦν ὅλα ὅσα εἶπα διὰ σέ.