Τετάρτη, 17 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:47
Δύση: 20:03
Σελ. 9 ημ.
108-258
16ος χρόνος, 5905η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 36 (ΛϚ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 (Μασ. ΚΘ´) ΚΑΙ οὗτοι οἱ λόγοι τῆς βίβλου, οὓς ἀπέστειλεν ῾Ιερεμίας ἐξ ῾Ιερουσαλὴμ πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἀποικίας καὶ πρὸς τοὺς ἱερεῖς καὶ πρὸς τοὺς ψευδοπροφήτας, ἐπιστολὴν εἰς Βαβυλῶνα τῇ ἀποικίᾳ καὶ πρὸς ἅπαντα τὸν λαόν, 1 Αυτό είναι το περιεχόμενον της επιστολής, την οποίαν ο Ιερεμίας απέστειλεν από την Ιερουσαλήμ προς τους πρεσβυτέρους της εν Βαβυλώνι παροικίας των αιχμαλώτων Ιουδαίων, προς τους ιερείς και προς τους ψευδοπροφήτας· επιστολήν, την οποίαν έστειλεν εις την εν Βαβυλώνι παροικίαν των αιχμαλώτων και προς όλον ανεξαιρέτως τον λαόν. 1 Αὐτὸ εἶναι τὸ κείμενον τῆς ἐπιστολῆς, τὴν ὁποίαν ἀπέστειλεν ὁ προφήτης Ἱερεμίας ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ πρὸς τοὺς αἰχμαλώτους πρεσβυτέρους τῆς Ἰουδαίας καὶ πρὸς τοὺς ἱερεῖς καὶ πρὸς τοὺς ψευδοπροφήτας.Τὴν ἐπιστολὴν αὐτὴν ὁ Ἱερεμίας ἀπέστειλεν εἰς τὴν Βαβυλῶνα πρὸς τοὺς ἐκεῖ εὑρισκομένους Ἰουδαίους αἰχμαλώτους καὶ πρὸς ὅλον γενικῶς τὸν λαόν,
2 ὕστερον ἐξελθόντος ᾿Ιεχονίου τοῦ βασιλέως καὶ τῆς βασιλίσσης καὶ τῶν εὐνούχων καὶ παντὸς ἐλευθέρου καὶ δεσμώτου καὶ τεχνίτου ἐξ ῾Ιερουσαλήμ, 2 Την ειτιστολην αυτήν έστειλεν, όταν απήχθησαν αιχμάλωτοι εις Βαβυλώνα ο 'Ιεχονιας ο βασιλεύς, η βασιλομήτωρ, οι αυλικοί του, όλοι οι άλλοι ελεύθεροι και δούλοι, όπως επίσης και οι τεχνίται της Ιερουσαλήμ. 2 ὀλίγον χρόνον μετὰ τὴν αἰχμαλωσίαν καὶ τὴν μεταφορὰν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ εἰς τὴν Βαβυλῶνα τοῦ βασιλιᾶ Ἰεχονία «ἢ Ἰωαχίμ» καὶ τῆς μητέρας του καὶ τῶν εὐνούχων καὶ παντὸς ἅλλου ἐλευθέρου καὶ δούλου, καθὼς ἐπίσης τῶν τεχνιτῶν τῆς Ἱερουσαλήμ.
3 ἐν χειρὶ ᾿Ελεασὰ υἱοῦ Σαφὰν καὶ Γαμαρίου υἱοῦ Χελκίου, ὃν ἀπέστειλε Σεδεκίας βασιλεὺς ᾿Ιούδα πρὸς βασιλέα Βαβυλῶνος εἰς Βαβυλῶνα λέγων· 3 Την έστειλε δια του Ελεασά, υιού του Σαφάν, και του Γαμαρίου υιού του Χελκίου, τυν οποίον ο βασιλεύς του Ιούδα, ο Σεδεκίας, είχεν αποστείλει προς τον βασιλέα της Βαβυλώνος εις Βαβυλώνα. Εις αυτήν, λοιπόν, έγραφε· 3 Τὴν ἐπιστολὴν αὐτὴν ὁ Ἱερεμίας ἀπέστειλε διὰ τοῦ Ἐλεασά, υἱοῦ τοῦ Σαφάν, καὶ τοῦ Γαμαρίου, υἱοῦ τοῦ Χελκίου, τὸν ὁποῖον ὁ βασιλιᾶς τοῦ Ἰούδα Σεδεκίας ἀπέστειλε πρὸς τὸν βασιλιᾶ τῆς Βαβυλῶνος Ναβουχοδονόσορα.Ἡ ἐπιστολὴ ἔγραφεν:
4 οὕτως εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς ᾿Ισραὴλ ἐπὶ τὴν ἀποικίαν, ἣν ἀπῴκισα ἀπὸ ῾Ιερουσαλήμ· 4 “Ετσι ωμίλησε Κυριος ο Θεός του ισραηλιτικού λαού προς την αιχμαλωτισμένην αποικίαν, την οποίαν εγώ μετώκισα από την Ιερουσαλήμ εις την Βαβυλώνα. 4 «Ἔτσι ὡμίλησε καὶ αὐτὰ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραὴλ πρὸς τοὺς αἰχμαλώτους Ἰουδαίους τῆς παροικίας, τοὺς ὁποίους Ἐγὼ ἔστειλα ὡς ἀποίκους ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ εἰς τὴν Βαβυλῶνα:
5 οἰκοδομήσατε οἴκους καὶ κατοικήσατε καὶ φυτεύσατε παραδείσους καὶ φάγετε τοὺς καρποὺς αὐτῶν 5 Οικοδομήσατε τα σπίτια σας, κατοικήσατε εις αυτά, φυτεύσατε κήπους και φάγετε τους καρπούς αυτών. 5 «Κτίστε οἰκίες, ἐγκατασταθῆτε εἰς αὐτές· φυτεύσατε καὶ καλλιεργήσατε κήπους καὶ φάγετε ἀπὸ τοὺς καρποὺς τῶν κήπων αὐτῶν.
6 καὶ λάβετε γυναῖκας καὶ τεκνοποιήσατε υἱοὺς καὶ θυγατέρας καὶ λάβετε τοῖς υἱοῖς ὑμῶν γυναῖκας καὶ τὰς θυγατέρας ὑμῶν δότε ἀνδράσι καὶ πληθύνεσθε καὶ μὴ σμικρυνθῆτε· 6 Λαβετε συζύγους, αποκτήσατε υιούς και θυγατέρας, δώσατε στους υιούς σας συζύγους και εις τας θυγατέρας σας δώσατε άνδρας· πληθύνθητε και μη ολιγοστεύετε. 6 Νυμφευθῆτε γυναῖκες καὶ γεννήσατε τέκνα, υἱοὺς καὶ θυγατέρες· ἐκλέξατε συζύγους καὶ νυμφεύσατέ τις μὲ τοὺς υἱούς σας, τὶς δὲ θυγατέρες σας νὰ ὑπανδρεύσετε μὲ ἄνδρες, ὥστε ἐν συνεχείᾳ νὰ τεκνοποιήσουν καὶ αὐτές.Ἐκεῖ εἰς τὴν ἐξορίαν πρέπει νὰ αὐξάνεσθε καὶ νὰ πληθύνεσθε καὶ νὰ μὴ ὀλιγοστεύετε.
7 καὶ ζητήσατε εἰς εἰρήνην τῆς γῆς, εἰς ἣν ἀπῴκισα ὑμᾶς ἐκεῖ, καὶ προσεύξασθε περὶ αὐτῶν πρὸς Κύριον, ὅτι ἐν εἰρήνῃ αὐτῆς ἔσται εἰρήνη ὑμῖν. 7 Επιζητήσατε την ειρήνην και την ευημερίαν της χώρας, εις την οποίαν εγώ σας μετώκισα εκεί και προσευχηθήτε περι των κατοίκων της χώρας αυτής προς τον Κυριον, διότι εις την ειρήνην της χώρας αυτής έγκειται και η ιδική σας ειρήνη. 7 Ζητήσατε τὸ καλὸν καὶ τὴν πρόοδον τῆς χώρας, εἰς τὴν ὁποίαν σᾶς ἔφερα ὡς ἀποίκους, καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν κατοίκων τῆς χώρας αὐτῆς πρὸς τὸν Κύριον, δεδομένου ὅτι ἀπὸ τὴν εἰρήνην καὶ τὴν εὐημερίαν τῆς χώρας αὐτῆς ἐξαρτᾶται καὶ ἡ ἰδική σας εἰρήνη καὶ εὐτυχία».
8 ὅτι οὕτως εἶπε Κύριος· μὴ ἀναπειθέτωσαν ὑμᾶς οἱ ψευδοπροφῆται οἱ ἐν ὑμῖν, καὶ μὴ ἀναπειθέτωσαν ὑμᾶς οἱ μάντεις ὑμῶν, καὶ μὴ ἀκούετε εἰς τὰ ἐνύπνια ὑμῶν, ἃ ὑμεῖς ἐνυπνιάζεσθε, 8 Ακόμη έτσι είπεν ο Κυριος· Μη σας παραπλανούν οι ψευδοπροφήται και μη παρασύρεσθε από αυτούς, οι οποίοι ευρίσκονται μεταξύ σας· μην εξαπατάσθε από τους ψευδομάντεις, μη δίδετε προσοχήν και σημασίαν εις τα όνειρα, τα οποία βλέπετε κατά τον ύπνον σας. 8 Διότι ἔτσι εἶπεν ὁ Κύριος: «Μὴ ἐπιτρέπετε νὰ σᾶς ἀπατοῦν καὶ νὰ σᾶς παρασύρουν οἱ ψευδοπροφῆται, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται μεταξύ σας· καὶ μὴ ἀφήνετε νὰ σᾶς παρασύρουν μὲ τρόπους καὶ λόγους ἀπατηλούς οἱ ψευδομάντεις σας, δηλαδὴ αὐτοὶ ποὺ ἐπιμένουν ὅτι προβλέπουν καὶ προλέγουν τὰ μέλλοντα, καὶ μὴ δίδετε προσοχὴν εἰς τὰ ὄνειρά σας, τὰ ὁποῖα βλέπετε εἰς τὸν ὕπνον σας.
9 ὅτι ἄδικα αὐτοὶ προφητεύουσιν ὑμῖν ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου, καὶ οὐκ ἀπέστειλα αὐτούς. 9 Διότι οι ψευδοπροφήται αυτοί ψευδή πράγματα προαναγγέλλουν εις σας, δήθεν εξ ονόματός μου. Δεν τους έχω αποστείλει εγώ. 9 Διότι ὅλοι αὐτοὶ οἱ ψευδοπροφῆται προφητεύουν εἰς σᾶς ψευδῆ πράγματα καὶ ἐπιμένουν ὅτι προφητεύουν ἐξ ὀνόματός μου· Ἐγὼ ὅμως δὲν τοὺς ἀπέστειλα».
10 ὅτι οὕτως εἶπε Κύριος· ὅταν μέλλῃ πληροῦσθαι Βαβυλῶνι ἑβδομήκοντα ἔτη, ἐπισκέψομαι ὑμᾶς καὶ ἐπιστήσω τοὺς λόγους μου ἐφ' ὑμᾶς τοῦ ἀποστρέψαι τὸν λαὸν ὑμῶν εἰς τὸν τόπον τοῦτον. 10 Ετσι ωμίλησεν ο Κυριος· όταν πρόκειται να συμπληρωθούν εβδομήκοντα έτη εξορίας σας εις την Βαβυλώνα, τότε θα σας επισκεφθώ με ευμένειαν και θα εκπληρώσω τους λόγους και τας υποιχέσεις μου προς σας, να επαναφέρω, δηλαδη, τον λαόν σας στον τόπον τούτον, 10 Διότι ἔτσι εἶπεν ὁ Κύριος: «Ὅταν πρόκειται νὰ συμπληρωθοῦν ἑβδομῆντα ἔτη ἐξορίας σας εἰς τὴν Βαβυλῶνα, τότε θὰ ἐπέμβω ὑπὲρ ὑμῶν, θὰ σᾶς ἐπισκεφθῶ καὶ θὰ βεβαιωθῆτε διὰ τὴν ἀλήθειαν τῶν λόγων μου· τότε θὰ ἐκπληρώσω τὶς εὐνοϊκὲς καὶ εὐμενεῖς ὑποσχέσεις μου πρὸς σᾶς μὲ τὸ νὰ ἐπιστρέψω τὸν λαόν σας εἰς τὸν τόπον τοῦτον, τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ τὴν Ἰουδαίαν.
11 καὶ λογιοῦμαι ἐφ' ὑμᾶς λογισμὸν εἰρήνης καὶ οὐ κακὰ τοῦ δοῦναι ὑμῖν ταῦτα. 11 Τοτε θα αποφασίσω και θα αποδώσω εις σας αγαθά και ειρηνικά δώρα, όχι δε συμφοράς και τιμωρίας. 11 Καὶ τότε θὰ σκεφθῶ καὶ θὰ λογαριάσω διὰ σᾶς σχέδια εἰρηνικὰ καὶ εὐμενῆ καὶ ὄχι σχέδια ὀλέθρου καὶ συμφορῶν, ὥστε νὰ σᾶς χαρίσω ἕνα εὐτυχισμένον μέλλον, γεμᾶτον ἀγαθὲς ἐλπίδες.
12 καὶ προσεύξασθε πρός με, καὶ εἰσακούσομαι ὑμῶν· 12 Σεις προσευχηθήτε προς εμέ και εγώ θα κάμω δεκτάς τας προσευχάς σας· 12 Σεῖς δὲ προσεύχεσθε πρὸς Ἐμέ, καὶ Ἐγὼ θὰ εἰσακούω τὴν προσευχήν σας.
13 καὶ ἐκζητήσατέ με, καὶ εὑρήσετέ με, ὅτι ζητήσετέ με ἐν ὅλῃ καρδίᾳ ὑμῶν, 13 αναζητήσατέ με με επιμέλειαν και επιμονήν και θα με εύρετε, διότι, θα με έχετε αναζητήσει με όλην σας την καρδίαν, 13 Ζητήσατέ με μὲ ζῆλον καὶ ἐπιμονὴν καὶ θὰ μὲ εὕρετε, διότι θὰ μὲ ἔχετε ζητήσει μὲ ὅλην τὴν καρδιά σας,
14 καὶ ἐπιφανοῦμαι ὑμῖν. 14 εγώ δε θα εμφανισθώ προς σας. 14 καὶ Ἐγὼ θὰ φανερωθῶ εἰς σᾶς».
15 ὅτι εἴπατε· κατέστησεν ἡμῖν Κύριος προφήτας ἐν Βαβυλῶνι, 15 Διότι είπατε· “ο Κυριος εγκατέστησε μεταξύ ημών και προς χάριν ημών προφήτας εις την Βαβυλώνα”. 15 Ἐπειδὴ ὅμως εἴπατε γεμᾶτοι ἰκανοποίησιν καὶ καύχησιν· «ἀνέδειξε δι’ ἡμᾶς ὁ Κύριος προφήτας εἰς τὴν Βαβυλῶνα»,
21 οὕτως εἶπε Κύριος ἐπὶ ᾿Αχιὰβ καὶ ἐπὶ Σεδεκίαν· ἰδοὺ ἐγὼ δίδωμι αὐτοὺς εἰς χεῖρας βασιλέως Βαβυλῶνος, καὶ πατάξει αὐτοὺς κατ' ὀφθαλμοὺς ὑμῶν. 21 Ετσι όμως ωμίλησεν ο Κυριος σχετικώς με τους ψευδοπροφήτας τον 'Αχιαδ και τον Σεδεκίαν εγώ θα παραδώσω αυτούς εις τα χέρια του βασιλέως της Βαβυλώνος, ο οποίος και θα τους θανατώση εμπρός εις τα μάτια σας. 16 διὰ τοῦτο ἔτσι ὡμίλησε καὶ εἶπεν ὁ Κύριος περὶ τῶν ψευδοπροφητῶν Ἀχιὰβ καὶ Σεδεκία: «Ἰδού! Ἐγὼ παραδίδω τώρα αὐτοὺς εἰς τὰ χέρια τοῦ βασιλιᾶ τῆς Βαβυλῶνος, ὁ ὁποῖος καὶ θὰ τοὺς φονεύσῃ ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια σας».
22 καὶ λήψονται ἀπ' αὐτῶν κατάραν ἐν πάσῃ τῇ ἀποικίᾳ ᾿Ιούδα ἐν Βαβυλῶνι λέγοντες· ποιήσαι σε Κύριος, ὡς Σεδεκίαν ἐποίησε καὶ ὡς ᾿Αχιάβ, οὓς ἀπετηγάνισε βασιλεὺς Βαβυλῶνος ἐν πυρί, 22 Από το γεγονός αυτό, της θανατικής εκτελέσεως των δύο ψευδοπροφητών, οι Ιουδαίοι θα πάρουν ένα τύπον κατάρας μεταξύ όλων των Ιουδαίων αιχμαλώτων εις Βαβυλώνα και θα λέγουν· “είθε ο Κυριος να σε κάμη, όπως έκαμε τον Σεδεκίαν και τον Αχιάβ τους οποίους ο βασιλεύς της Βαβυλώνος ετηγάνισεν επάνω στο πυρ”. 17 Ἀπὸ τὸ περιστατικὸν τοῦτο ὅλοι οἱ ἐξόριστοι -αἰχμάλωτοι εἰς τὴν Βαβυλῶνα Ἰουδαῖοι θὰ λάβουν ἕνα ὑπόδειγμα κατάρας καὶ θὰ λέγουν: «Εἴθε ὁ Κύριος νὰ σοῦ συμπεριφερθῇ, ὅπως ἔχει συμπεριφερθῆ εἰς τὸν Σεδεκίαν καὶ τὸν Ἀχιάβ, τοὺς ὁποίους ὁ βασιλιᾶς τῆς Βαβυλῶνος ἔψησε ζωντανοὺς εἰς τὸ τηγάνι ἐπάνω εἰς τὴν φωτιά»!
23 δι' ἣν ἐποίησαν ἀνομίαν ἐν ᾿Ισραὴλ καὶ ἐμοιχῶντο τὰς γυναῖκας τῶν πολιτῶν αὐτῶν καὶ λόγον ἐχρημάτισαν ἐν τῷ ὀνόματί μου, ὃν οὐ συνέταξα αὐτοῖς, καὶ ἐγὼ μάρτυς, φησὶ Κύριος. 23 Τούτο δέ, ένεκα τω παρανομιών, τας οποίας διέπραξαν αυτοί ανάμεσα στον Ισραηλιτικόν λαόν. Εμοιχώντο αυτοί με τας γυναίκας των συμπολιτών των και εδίδασκον δήθεν εξ Ονόματός μου προφητικούς λόγους και διδασκαλίας, που εγώ δεν είχα δώσει εις αυτούς. Εγώ είμαι μάρτυς τούτων, λέγει ο Κυριος. 18 Καὶ τοῦτο, ἕνεκα τῆς παραβάσεως τοῦ νόμου, ποὺ διέπραξαν μεταξὺ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ.Αὐτοὶ ἦσαν ψευδοπροφῆται καὶ μοιχοί· διέπρατταν μοιχείαν μὲ τὶς γυναῖκες τῶν συμπολιτῶν των καὶ ἀκόμη ἐπροφήτευαν καὶ ἐδίδασκαν δῆθεν ἐξ ὀνόματός μου, ἐξουσίαν τὴν ὁποίαν Ἐγὼ δὲν τοὺς ἔδωκα.Ἐγὼ δὲ εἶμαι γνώστης καὶ μάρτυς ὅλων αὐτῶν, λέγει ὁ Κύριος».
24 καὶ πρὸς Σαμαίαν τὸν Νελαμίτην ἐρεῖς· 24 Και προς τον Σαμαίαν, τον Νελαμίτην, θα πης· 19 «Καὶ πρὸς τὸν Σαμαίαν τὸν Νελαμίτην θὰ εἰπῇς:
25 οὐκ ἀπέστειλά σε τῷ ὀνόματί μου. καὶ πρὸς Σοφονίαν υἱὸν Μαασαίου τὸν ἱερέα εἰπέ· 25 Δεν σε απέστειλα εγώ να διδάσκης εν τω Ονόματί μου. Και προς τον Σοφονίαν, τον υιόν του Μαασαίου, τον ιερέα, ειπέ· 20 «Δὲν σὲ ἀπέστειλα νὰ ὁμιλήσῃς καὶ διδάξῃς ἐξ ὀνόματός μου.Καὶ πρὸς τὸν ἱερέα Σοφονίαν, τὸν υἱὸν τοῦ Μαασαίου, εἰπέ:
26 Κύριος ἔδωκέ σε ἱερέα ἀντὶ ᾿Ιωδαὲ τοῦ ἱερέως γενέσθαι ἐπιστάτην ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου παντὶ ἀνθρώπῳ προφητεύοντι καὶ παντὶ ἀνθρώπῳ μαινομένῳ, καὶ δώσεις αὐτὸν εἰς τὸ ἀπόκλεισμα καὶ εἰς τὸν καταράκτην. 26 ο Κυριος σε κατέστησεν ιερέα αντί του ιερέως Ιωδαέ, δια να εποπτεύης στον ναόν του Κυρίου και προφυλάσσης αυτόν από κάθε έξαλλον, ο οποίος υποκρίνεται, τον προφήτην, και να παραδώσης τον άνθρωπον αυτόν εις την φυλακήν και στο βασανιστικόν ξύλον. 21 «Ὁ Κύριος σὲ κατέστησεν ἱερέα εἰς τὴν θέσιν τοῦ ἱερέως Ἰωδαέ, διὰ νὰ ἐπιτηρῇς καὶ ἐποπτεύῃς εἰς τὸν Ναὸν τοῦ Κυρίου· καὶ κάθε ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος παρουσιάζεται ὡς δῆθεν προφήτης, καὶ καθένα ὁ ὁποῖος εὑρίσκεται ὑπὸ τὸ κράτος προφητικῆς μανίας, νὰ τοὺς συλλαμβάνῃς, νὰ τοὺς παραδίδῃς εἰς τὴν φυλακὴν καὶ εἰς τὸ βασανιστικὸν ξύλον, τὸν καταρράκτην.
27 καὶ νῦν διατί συνελοιδορήσατε ῾Ιερεμίαν τὸν ἐξ ᾿Αναθὼθ τὸν προφητεύσαντα ὑμῖν; 27 Και τώρα σας ερωτώ· Διατί συ και ο Σαμαίας ενεπαίξατε και εξηυτελίσατε τον Ιερεμίαν, τον καταγόμενον από την Αναθώθ, ο οποίος κατά το ίδικόν μου θέλημα επροφήτευσεν εις σας; 22 Καὶ τώρα ἐρωτῶ: Διατὶ σὺ καὶ ὁ Σαμαίας ἐχλευάσατε καὶ ἐξηυτελίσατε τὸν Ἱερεμίαν, ποὺ κατάγεται ἀπὸ τὴν Ἀναθώθ, ὁ ὁποῖος κατ’ ἐντολὴν ἰδικήν μου καὶ σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιον θέλημά μου ἐπροφήτευσεν εἰς σᾶς;
28 οὐ διὰ τοῦτο ἀπέστειλε πρὸς ὑμᾶς εἰς Βαβυλῶνα λέγων· μακράν ἐστιν, οἰκοδομήσατε οἰκίας καὶ κατοικήσατε καὶ φυτεύσατε κήπους καὶ φάγεσθε τὸν καρπὸν αὐτῶν; - 28 Αυτός, κατόπιν ιδικής μου εντολής, δεν απέστειλεν εις Βαβυλώνα, δια να είπουν προς σας και προς όλους τους εκεί ευρισκομένους, ότι είναι μακράν ο χρόνος της επιστροφής σας εις την πατρίδα σας; Δια τούτο οικοδομήσατε οικίας, κατοικήσατε εις αυτάς, φυτεύσατε κήπους και φάγετε εν ησυχία τους καρπούς αυτών;” 23 Μήπως ὁ Ἱερεμίας διὰ νὰ ἐκπληρώσῃ θείαν ἐντολήν, καὶ ὄχι ἰδικόν του θέλημα, δὲν ἀπέστειλε πρὸς σᾶς «καὶ γενικῶς πρὸς ὅλους» εἰς τὴν Βαβυλῶνα μήνυμα ποὺ ἔλεγεν: «Εἶναι ἀκόμη πολὺ μακριὰ ὁ χρόνος, κατὰ τὸν ὁποῖον θὰ ἐπιστρέψετε ἐλεύθεροι εἰς τὴν πατρίδα σας ἀπὸ τὴν Βαβυλῶνα.Διὰ τοῦτο κτίστε κατοικίες καὶ ἐγκατασταθῆτε εἰς αὐτές· φυτεύσατε καὶ καλλιεργήσατε κήπους καὶ φάγετε ἀπὸ τοὺς καρποὺς τῶν κήπων αὐτῶν»;
29 Καὶ ἀνέγνω Σοφονίας τὸ βιβλίον εἰς τὰ ὦτα ῾Ιερεμίου. 29 Οταν ο Σοφονίας ανέγνωσε την επιστολήν αυτήν, ώστε να την ακούση ο Ιερεμίας, 24 Ἀφοῦ δὲ ὁ Σοφονίας ἀνέγνωσε τὸ κείμενον τῆς ἐπιστολῆς εἰς τὸν Ἱερεμίαν,
30 καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρὸς ῾Ιερεμίαν λέγων· 30 ο Κυριος απηύθυνε πάλιν τον λόγον προς τον Ιερεμίαν και είπε· 25 ὁ Κύριος ὡμίλησε πάλιν πρὸς τὸν Ἱερεμίαν καὶ εἶπε;
31 ἀπόστειλον πρὸς τὴν ἀποικίαν λέγων· οὕτως εἶπε Κύριος ἐπὶ Σαμαίαν τὸν Νελαμίτην· ἐπειδὴ ἐπροφήτευσεν ὑμῖν Σαμαίας, καὶ ἐγὼ οὐκ ἀπέστειλα αὐτόν, καὶ πεποιθέναι ἐποίησεν ὑμᾶς ἐπ' ἀδίκοις, 31 “Στείλε προς την παροικίαν των αιχμαλώτων Ιουδαίων εις Βαβυλώνα και είπε προς αυτούς· έτσι ωμίλησεν ο Κυριος δια τον Σαμαίαν τον Νελαμίτην· επειδή αυτός ο Σαμαίας επροφήτευσεν εις σας, ενώ εγώ δεν τον απέστειλα, και σας έκαμε να δώσετε πίστιν και πεποίθησιν εις τας ψευδολογίας του, 26 «Στεῖλε πρὸς ὅλους τοὺς ἐξορίστους - αἰχμαλώτους Ἰουδαίους εἰς τὴν Βαβυλῶνα τὸ ἀκόλουθον μήνυμα: «Ἔτσι ὡμίλησεν ὁ Κύριος καὶ εἶπε διὰ τὸν Σαμαίαν τὸν Νελαμίτην.Ἐπειδὴ ὁ Σαμαίας ἐπροφήτευσεν εἰς σᾶς, ἐνῷ Ἐγὼ δὲν τὸν ἀπέστειλα, καὶ ἐπειδὴ σᾶς ἔπεισε νὰ ἀποδεχθῆτε καὶ νὰ βασισθῆτε εἰς πράγματα ψευδῆ,
32 διὰ τοῦτο οὕτως εἶπε Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐπισκέψομαι ἐπὶ Σαμαίαν καὶ ἐπὶ τὸ γένος αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἔσται αὐτῶν ἄνθρωπος ἐν μέσῳ ὑμῶν τοῦ ἰδεῖν τὰ ἀγαθά, ἃ ἐγὼ ποιήσω ὑμῖν, οὐκ ὄψονται. 32 δια τούτο έτσι λέγει ο Κυριος· Ιδού εγώ θα επισκεφθώ εν τη δικαιοσύνη μου τον Σαμαίαν και θα τιμωρήσω αυτόν και τους απογόνους του. Κανείς από τους ιδικούς του ανθρώπους δεν θα απομείνη ανάμεσά σας, δια να ίδη τα αγαθά, τα οποία εγώ θα κάμω προς σας. Κανείς από αυτούς δεν θα τα ίδη”. 27 διὰ τοῦτο ἔτσι εἶπεν ὁ Κύριος: Ἰδού! Ἐγὼ θὰ ἐπισκεφθῶ καὶ θὰ τιμωρήσω τὸν Σαμαίαν καὶ τοὺς ἀπογόνους του.Καὶ κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους του δὲν θὰ ἐπιζήσῃ μεταξύ σας, ὥστε νὰ ἰδῇ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὴν εὐτυχίαν, ποὺ θὰ ἐπιδαψιλεύσω εἰς σᾶς.Κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς οὔτε θὰ τὰ ἰδῇ οὔτε θὰ τὰ γευθῇ!».