Κυριακή, 13 Οκτωβρίου 2024
Ανατ: 07:32
Δύση: 18:51
Σελ. 11 ημ.
287-79
16ος χρόνος, 6084η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΙΕΡΕΜΙΑΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 32 (ΛΒ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
῞Οσα ἐπροφήτευσεν ῾Ιερεμίας ἐπὶ πάντα τὰ ἔθνη. (Μασ. ΚΕ´, 15-38 ) Οσα προεφήτευσεν ο Ιερεμίας εναντίον όλων των εθνών. (Μασ. ΚΕ´, 15-38 ) Όλα ὅσα ἐπροφήτευσεν ὁ Ἱερεμίας ἐναντίον ὅλων τῶν ἐθνῶν. (Μασ.ΚΕ', 15-38).
1 ΟΥΤΩΣ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς ᾿Ισραήλ· λαβὲ τὸ ποτήριον τοῦ οἴνου τοῦ ἀκράτου τούτου ἐκ χειρός μου καὶ ποτιεῖς πάντα τὰ ἔθνη, πρὸς ἃ ἐγὼ ἀποστέλλω σε πρὸς αὐτούς, 1 Κατ' αυτόν τον τρόπον ο Κυριος, ο Θεός του Ισραηλιτικού λαού, ωμίλησε προς τον Ιερεμίαν. Παρε από το χέρι μου το ποτήριον τούτο, που περιέχει άκρατον οίνον, και θα ποτίσης όλα τα έθνη, προς τα οποία εγώ θα σε αποστείλω. 1 Κατ' αὐτὸν τὸν τρόπον ὡμίλησεν ὁ Κύριος καὶ Θεὸς τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ πρὸς ἐμέ, τὸν προφήτην Ἱερεμίαν: «Λάβε ἀπὸ τὰ χέρια μου τὸ ποτήριον μὲ τὸ καθαρὸν καὶ ἀνόθευτον αὐτὸ κρασί, τὸ ὁποῖον συμβολίζει τὴν δικαίαν τιμωρίαν τοῦ Κυρίου, καὶ μὲ αὐτὸ νὰ ποτίσῃς ὅλα τὰ ἔθνη, πρὸς τὰ ὁποῖα Ἐγὼ σὲ ἀποστέλλω·
2 καὶ πίονται καὶ ἐξεμοῦνται καὶ ἐκμανήσονται ἀπὸ προσώπου τῆς μαχαίρας, ἧς ἐγὼ ἀποστέλλω ἀνὰ μέσον αὐτῶν. 2 Θα πιουν από αυτόν, θα κάμουν εμετόν, θα περιέλθουν εις κατάστασιν αλλοφροσύνης, όταν αντικρύσουν την μάχαιραν την εχθρικήν, την οποίαν εγώ θα αποστείλω εναντίον των. 2 τὰ ἔθνη αὐτὰ θὰ πιοῦν ἀπὸ τὸ κρασὶ τοῦτο τῆς θείας ὀργῆς, θὰ κάμουν ἐμετὸν καὶ θὰ διεγερθοῦν, θὰ περιέλθουν εἰς κατάστασιν μανίας καὶ ἀλλοφροσύνης, ὅταν εὐρεθοῦν ἐμπρὸς εἰς τὴν ἐχθρικὴν μάχαιραν, τὴν ὁποίαν Ἐγὼ θὰ ἀποστείλω μεταξύ των».
3 καὶ ἔλαβον τὸ ποτήριον ἐκ χειρὸς Κυρίου καὶ ἐπότισα τὰ ἔθνη, πρὸς ἃ ἀπέστειλέ με Κύριος ἐπ' αὐτά, 3 Ελαβον, λέγει ο Ιερεμίας, το ποτήριον από τα χέρια του Κυρίου και επότισα τα έθνη, προς τα οποία ο Κυριος με απέστειλε· 3 Ἐγὼ δὲ «ὁ Ἱερεμίας» ἔλαβα τὸ ποτήριον ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Κυρίου καὶ ἐπότισα ὅλα τὰ ἔθνη, πρὸς τὰ ὁποῖα μὲ ἀπέστειλεν ὁ Κύριος.
4 τὴν ῾Ιερουσαλὴμ καὶ τὰς πόλεις ᾿Ιούδα καὶ βασιλεῖς ᾿Ιούδα καὶ ἄρχοντας αὐτοῦ τοῦ θεῖναι αὐτὰς εἰς ἐρήμωσιν καὶ εἰς ἄβατον καὶ εἰς συριγμὸν 4 την Ιερουσαλήμ και τας πόλεις της περιοχής Ιούδα, τους βασιλείς και τους άρχοντας του βασιλείου του ιουδαϊκού, δια να γίνουν όλα αυτά έρημα, αδιάβατα, αντικείμενα εμπαικτικού συριγμού. 4 Ἐπότισα τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ τὶς πόλεις τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα, τοὺς βασιλεῖς τοῦ Ἰούδα καὶ τοὺς ἄρχοντάς του, διὰ νὰ γίνουν ὅλα αὐτὰ ἔρημα καὶ ἀδιάβατα καὶ ἀντικείμενον χλευαστικοῦ, ἐμπαικτικοῦ σφυρίγματος.
5 καὶ τὸν Φαραὼ βασιλέα Αἰγύπτου καὶ τοὺς παῖδας αὐτοῦ καὶ τοὺς μεγιστᾶνας αὐτοῦ 5 Επότισα επίσης τον Φαραώ, βασιλέα της Αιγύπτου, και τους μεγιστάνας αυτού, 5 Ἐπότισα ἐπίσης τὸν Φαραώ, τὸν βασιλιᾶ τῆς Αἰγύπτου, καὶ τοὺς αὐλικούς του καὶ τοὺς μεγιστᾶνες του
6 καὶ πάντα τὸν λαὸν αὐτοῦ καὶ πάντας τοὺς συμμείκτους καὶ πάντας τοὺς βασιλεῖς ἀλλοφύλων, τὴν ᾿Ασκάλωνα καὶ τὴν Γάζαν καὶ τὴν ᾿Ακκάρων καὶ τὸ ἐπίλοιπον ᾿Αζώτου 6 όλον τον λαόν του, όλον τον σύμμικτον πληθυσμόν και όλους τους βασιλείς των Φιλισταίων, όπως επίσης την Ασκάλωνα, την Γαζαν, την Ακκαρών και τους λοιπούς κατοίκους της Αζώτου. 6 καὶ ὅλον τὸν λαόν του καὶ ὅλους τοῦ ἑτερογενεῖς, ποὺ εἶναι ἀναμεμειγμένοι μὲ τὸν λαὸν τῆς Αἴγυπτον, καὶ ὅλους τοὺς βασιλεῖς τῶν Φιλισταίων, καθὼς καὶ τὴν Ἀσκάλωνα καὶ τὴν Γάζαν καὶ τὴν Ἀκκάρων καὶ ὅσους κατοίκους ἔχουν ὑπολειφθῇ ἀπὸ τὴν Ἄζωτον.
7 καὶ τὴν ᾿Ιδουμαίαν καὶ τὴν Μωαβῖτιν καὶ τοὺς υἱοὺς ᾿Αμμὼν 7 Επότισα ακόμη την Ιδουμαίαν, την χώραν Μωάβ, τους Αμμωνίτας, 7 Ἀκόμη ἐπότισα τὴν Ἰδουμαίαν καὶ τὴν χώραν τῆς Μωὰβ καὶ τοὺς Ἀμμωνῖτες
8 καὶ βασιλεῖς Τύρου καὶ βασιλεῖς Σιδῶνος καὶ βασιλεῖς τοὺς ἐν τῷ πέραν τῆς θαλάσσης 8 τους βασιλείς της Τυρου, τους βασιλείς της Σιδώνος, τους βασιλείς, οι οποίοι ευρίσκονται πέραν από την Μεσόγειον Θαλασσαν. 8 καὶ τοὺς βασιλεῖς τῆς Τύρου καὶ τοὺς βασιλεῖς τῆς Σιδῶνος καὶ τοὺς βασιλεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐνρίσκονται πέραν τῆς Μεσογείου θαλάσσης.
9 καὶ τὴν Δαιδὰν καὶ τὴν Θαιμὰν καὶ τὴν Ρῶς καὶ πᾶν περικεκαρμένον κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ 9 Επότισα την Δαιδάν και την Θαιμάν και την Ρως και όλους εκείνους, οι οποίοι έχουν περικόψει το γένειον του προσώπου των εις τιμήν ειδωλικών θεών· 9 Ἐπότισα ἐπίσης τὴν Δαιδὰν καὶ τὴν Θαιμὰν καὶ τὴν πῶς καὶ ὅλους ἐκείνους, ποὺ ἔχουν κουρεύσει τὰ γένεια των πρὸς τιμὴν τῶν εἰδωλολατρικῶν θεῶν των
10 καὶ πάντας τοὺς συμμείκτους τοὺς καταλύοντας ἐν τῇ ἐρήμῳ 10 όλους τους αναμίκτους λαούς, οι οποίοι έχουν τα καταλύματά των εις την έρημον, 10 καὶ ὅλους τοὺς ἀναμείκτους λαούς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τὰ καταλύματά των εἰς τὴν ἔρημον
11 καὶ πάντας βασιλεῖς Αἰλὰμ καὶ πάντας βασιλεῖς Περσῶν 11 όλους τους βασιλείς Αιλάμ και όλους τους βασιλείς των Περσών, 11 καὶ ὅλους τοὺς βασιλεῖς τὸν Αἰλὰμ καὶ ὅλους τοὺς βασιλεῖς τῶν Περσῶν
12 καὶ πάντας βασιλεῖς ἀπὸ ἀπηλιώτου τοὺς πόρρω καὶ τοὺς ἐγγύς, ἕκαστον πρὸς τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, καὶ πάσας βασιλείας τὰς ἐπὶ προσώπου τῆς γῆς. 12 όλους τους βασιλείς προς τας ανατολικάς περιοχάς τους μακράν και τους πλησίον, τον ένα και τον άλλον, και όλας τας βασιλείας, που υπάρχουν στο πρόσωπον της γης. 12 καὶ ὅλους τοὺς βασιλεῖς, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται εἰς τὶς ἀνατολικὲς περιοχές, τοὺς μακρὰν καὶ τοὺς πλησίον, τὸν ἕνα μετὰ τὸν ἄλλον, καὶ ὅλα τὰ βασίλεια ποὺ εὑρίσκονται εἰς τὸ πρόσωπον τῆς γῆς.
13 καὶ ἐρεῖς αὐτοῖς· οὕτως εἶπε Κύριος παντοκράτωρ· πίετε καὶ μεθύσθητε καὶ ἐξεμέσετε καὶ πεσεῖσθε καὶ οὐ μὴ ἀναστῆτε ἀπὸ προσώπου τῆς μαχαίρας, ἧς ἐγὼ ἀποστέλλω ἀνὰ μέσον ὑμῶν. 13 Εις όλους αυτούς, του λέγει ο Θεός, θα είπης, έτσι ωμίλησεν ο Κυριος, ο παντοκράτωρ· Πιετε, μεθύσετε, κάμετε εμετόν, θα πέσετε εις την γην και δεν θα ημπορέσετε να εγερθήτε ενώπιον της εχθρικής μαχαίρας, την οποίαν εγώ αποστέλλω ανάμεσά σας. 13 Καὶ εἰς ὅλους αὐτοὺς «λέγει ὁ Θεὸς πρὸς τὸν Ἱερεμίαν» θὰ εἰπῇς: «Ἔτσι ὡμίλησεν ὁ παντοκράτωρ Κύριος: Πίετε! Καὶ μεθύστε! Καὶ κάμετε ἐμετόν! Καὶ θὰ πέσετε κάτω μεθυσμένοι, ἀνίκανοι νὰ ἐνεργήσετε ὀτιδήποτε, καὶ δὲν θὰ σηκωθῆτε πλέον ἐνώπιον τῆς μαχαίρας τῶν ἐχθρῶν, τὴν ὁποίαν Ἐγὼ ἀποστέλλω μεταξύ σας».
14 καὶ ἔσται ὅταν μὴ βούλωνται δέξασθαι τὸ ποτήριον ἐκ τῆς χειρός σου ὥστε πιεῖν, καὶ ἐρεῖς· οὕτως εἶπε Κύριος· πιόντες πίεσθε· 14 Εάν τυχόν δεν θελήσουν να δεχθούν το ποτήριον αυτό από τα χέρια σου, ώστε να πίουν το περιεχόμενόν του, θα πης προς αυτούς· Ετσι είπεν ο Κυριος θέλοντες και μη θα πίετε από αυτό. 14 Ἐὰν ὅμως οἰ ἐθνικοὶ αὐτοὶ λαοὶ ἀρνηθοῦν νὰ λάβουν τὸ ποτήριον τοῦτο τῆς θείας ὀργῆς ἀπὸ τὸ χέρι σου καὶ νὰ πίουν ἀπὸ τὸ περιεχόμενόν του, τότε «σύ, ὁ Ἱερεμίας» νὰ εἰπῇς εἰς αὐτούς: «Ἔτσι εἶπεν ὁ Κύριος: Θὰ πιῆτε ὁπωσδήποτε, εἴτε τὸ θέλετε εἴτε ὄχι!
15 ὅτι ἐν πόλει, ἐν ᾗ ὠνομάσθη τὸ ὄνομά μου ἐπ' αὐτήν, ἐγὼ ἄρχομαι κακῶσαι, καὶ ὑμεῖς καθάρσει οὐ μὴ καθαρισθῆτε, ὅτι μάχαιραν ἐγὼ καλῶ ἐπὶ πάντας τοὺς καθημένους ἐπὶ τῆς γῆς. 15 Εφ' όσον εγώ έχω αρχίσει να στέλλω τιμωρίας και συμφοράς εναντίον πόλεως, η οποία φέρει το όνομά μου, εναντίον της Ιερουσαλήμ, σεις δεν θα υποστήτε την καθαρτήριον αυτήν τιμωρίαν; Θα τιμωρήσω και σας, διότι εγώ προσκαλώ την εχθρικήν μάχαιραν εναντίον όλων των αμαρτωλών κατοίκων της γης. 15 Διότι, ἐφ' ὅσον Ἐγὼ ἄρχισα νὰ τιμωρῶ καὶ νὰ στέλλω τὸν ὄλεθρον εἰς τὴν πόλιν, ἡ ὁποία φέρει τὸ ὄνομά μου, δηλαδὴ τὴν Ἱερουσαλήμ, θὰ λυπηθῶ ἐσᾶς, ὥστε νὰ μὴ τιμωρηθῆτε μὲ τὴν καθαρτήριον αὐτὴν τιμωρίαν; Ὄχι! Θὰ τιμωρηθῆτε καὶ σεῖς ὁπωσδήποτε, διότι μετὰ τὴν Ἱερουσαλὴμ θὰ προσκαλέσω τὴν τιμωρητικὴν μάχαιραν ἐναντίον ὅλων τῶν κατοίκων τῆς γῆς».
16 καὶ σὺ προφητεύσεις ἐπ' αὐτοὺς τοὺς λόγους τούτους καὶ ἐρεῖς· Κύριος ἀφ' ὑψηλοῦ χρηματιεῖ, ἀπὸ τοῦ ἁγίου αὐτοῦ δώσει φωνὴν αὐτοῦ, λόγον χρηματιεῖ ἐπὶ τοῦ τόπου αὐτοῦ, καὶ αἰδὰδ ὥσπερ τρυγῶντες ἀποκριθήσονται· καὶ ἐπὶ καθημένους τὴν γῆν ἥκει ὄλεθρος 16 Θα προφητεύσης δε προς αυτούς ακόμη και τούτους τους λόγους· ο Κυριος από του ύψους του θρόνου του διαλαλεί τας αποφάσστου. Από τον ιερόν του οίκον, τον ναόν. θα δώση την φωνήν του, θα εκφράση τας αποφάσστου από τον Ιερόν τόπον· και ζωηραί κραυγαί ωσάν τας κραυγάς των τρυγώντων τας αμπέλους θα αποκριθούν. Εις τους κατοίκους της γης έρχεται πλέον ο όλεθρος. 16 Ὅσον ἀφορᾷ δὲ εἰς σέ, τὸν Ἱερεμίαν, θὰ προφητεύσῃς ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους καὶ θὰ εἴπῃς εἰς τοὺς κατοίκους τῆς γῆς: «Ὁ Κύριος ἀπὸ τὸν ὑψηλὸν καὶ ἔνδοξον θρόνον τοῦ οὐρανοῦ διακηρύσσει τὶς ἀποφάσεις του καὶ ἀπὸ τὸ ἅγιον κατοικητήριόν του θὰ ἀφήσῃ νὰ ἀκουσθῇ ἡ φωνή του· θὰ διακηρύξῃ τὶς ἀποφάσεις του ἐπὶ τοῦ τόπου αὐτοῦ, καὶ ζωηρὲς κραυγὲς θὰ ἀκουσθοῦν ὡς ἀπάντησις, ὅμοιες μὲ τὶς κραυγὲς ἐκείνων ποὺ τρυγοῦν τὰ ἀμπέλια.Καὶ εἰς ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς γῆς ἔρχεται πλέον ὁ ὄλεθρος, ποὺ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς δικαίας τιμωρίας τοῦ Κύριου.Τὰ ἔθνη θὰ καταπατηθοῦν ὅπως τὰ σταφύλια εἰς τὸ πατητήρι τῆς θείας ὀργῆς.
17 ἐπὶ μέρος τῆς γῆς, ὅτι κρίσις τῷ Κυρίῳ ἐν τοῖς ἔθνεσι, κρίνεται αὐτὸς πρὸς πᾶσαν σάρκα, οἱ δὲ ἀσεβεῖς ἐδόθησαν εἰς μάχαιραν, λέγει Κύριος. 17 Εις τα πέρατα της γης θα φθάση η κραυγή της δικαίας αποφάσεώς του, διότι ο Κυριος καταδικάζει τα έθνη, στήνει κρίσιν και παίρνει καταδικαστικήν απόφασιν αυτός εναντίον κάθε ανθρώπου. Οι ασεβείς παρεδόθησαν και θα παραδοθούν εις την μάχαιραν του ολέθρου, λέγει ο Κυριος. 17 Ὁ ὄλεθρος αὐτός, ἀποτέλεσμα τῆς δικαίας ἀποφάσεως τοῦ Κυρίου, φθάνει μέχρι τὸ τελευταῖον ἄκρον τῆς γῆς, διότι ὁ Κύριος καταδικάζει τὰ ἔθνη.Αὐτὸς ἐγκαλεῖ εἰς δίκην ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.Οἱ δὲ ἀσεβεῖς παρεδόθησαν «καὶ θὰ παραδοθοῦν» εἰς τὴν φονικὴν μάχαιραν τῶν ἐχθρῶν, λέγει ὁ Κύριος.
18 οὕτως εἶπε Κύριος· ἰδοὺ κακὰ ἔρχεται ἀπὸ ἔθνους ἐπὶ ἔθνος, καὶ λαῖλαψ μεγάλη ἐκπορεύεται ἀπ' ἐσχάτου τῆς γῆς. 18 Ούτως είπεν ο Κυριος· Ιδού, έρχονται σύμφοραί από ένα έθνος εις άλλο έθνος, θύελλα μεγάλη επέρχεται από τα άκρα της γης. 18 Τοιουτοτρόπως εἶπεν ὁ Κύριος: Ἰδού· θλίψεις, συμφορές, καταστροφὲς ἔρχονται ἀπὸ τὸ ἕνα ἔθνος εἰς τὸ ἄλλο, θύελλα καὶ καταιγίδα μεγάλη ἔρχεται ἀπὸ τὰ ἔσχατα τῆς γῆς.
19 καὶ ἔσονται τραυματίαι ὑπὸ Κυρίου ἐν ἡμέρᾳ Κυρίου, ἐκ μέρους τῆς γῆς, καὶ ἕως εἰς μέρος τῆς γῆς· οὐ μὴ κατορυγῶσιν, εἰς κόπρια ἐπὶ προσώπου τῆς γῆς ἔσονται. 19 Θα θανατωθούν οι άνθρωποι από τον Κυριον κατά την ημέραν της δικαίας αποφάσεώς και τιμωρίας εκ μέρους του Κυρίου. Από το ένα άκρον της γης έως το άλλο άκρον τα πτώματά των δεν θα ταφούν. θα μείνουν, ως κόπρος εις λίπανσιν της γης. 19 Καὶ οἱ νεκροὶ ποὺ θὰ φονευθοῦν ἀπὸ τὸν Κύριον κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τῆς ὀργῆς τοῦ Κυρίου θὰ εἶναι σκορπισμένοι παντοῦ, ἀπὸ τὸ ἕνα ἄκρον τῆς γῆς μέχρι τὸ ἄλλο.Τὰ πτώματά των θὰ μείνουν ἄταφα· θὰ παραμείνουν ἐκτεθειμένα καὶ θὰ χρησιμεύσουν ὡς λίπασμα τῆς γῆς!
20 ἀλαλάξατε, ποιμένες, καὶ κεκράξατε· καὶ κόπτεσθε οἱ κριοὶ τῶν προβάτων, ὅτι ἐπληρώθησαν αἱ ἡμέραι ὑμῶν εἰς σφαγήν, καὶ πεσεῖσθε ὥσπερ οἱ κριοὶ οἱ ἐκλεκτοί· 20 Ξεσπάσατε εις θρηνώδεις αλαλαγμούς άρχοντες του λαού, κραυγάσατε, θρηνήσατε με κοπετούς σεις, οι οποίοι, όπως οι κριοι δια τα πρόβατα, είσθε αρχηγοί των λαών, διότι συνεπληρώθησαν πλέον αι ημέραι σας δια την σφαγήν και θα πέσετε σφαζόμενοι, όπως οι εκλεκτοί, κριοι. 20 Οὐρλιάζατε, οἱ ποιμένες τῶν λαῶν, καὶ στριγγλίσατε! Θρηνήσατε γοερὰ μὲ κοπετούς, οἱ ἡγέται τῶν λαῶν, ποὺ ὁμοιάζετε μὲ τοὺς κριοὺς τῶν προβάτων, διότι ἐπλησίασαν, συνεπληρώθησαν οἱ ἡμέρες σας, κατὰ τὶς ὁποῖες θὰ σφαγῆτε καὶ θὰ πέσετε νεκροὶ ὅπως οἱ σφαζόμενοι ἐκλεκτοὶ κριοί.
21 καὶ ἀπολεῖται φυγὴ ἀπὸ τῶν ποιμένων καὶ σωτηρία ἀπὸ τῶν κριῶν τῶν προβάτων. 21 Δεν θα υπάρξη κανείς τρόπος διαφυγής δια τους ποιμένας αυτούς, καμμία σωτηρία δια τους πνευματικούς αυτούς ηγέτας των λογικών προβάτων. 21 Ἀπὸ δὲ τοὺς ποιμένας αὐτοὺς τῶν λαῶν θὰ ἀποκλεισθῇ κάθε διέξοδος διαφυγῆς καὶ κάθε εἶδος σωτηρίας διὰ τοὺς ἡγέτας αὐτοὺς τῶν λαῶν.
22 φωνὴ κραυγῆς τῶν ποιμένων καὶ ἀλαλαγμὸς τῶν προβάτων καὶ τῶν κριῶν, ὅτι ὠλόθρευσε Κύριος τὰ βοσκήματα αὐτῶν, 22 Θα ακουσθή θρηνώδης κραυγή των αρχόντων αυτών, αλαλαγμός φοβερός των προβάτων και των κριών, διότι ο Κυριος κατέστρεψε τας βοσκάς των, τας πόλεις εις τας οποίας έμεναν. 22 Φωνὲς ἀγωνιώδους κραυγῆς θὰ ἀκουσθοῦν ἀπὸ τοὺς ἡγέτας αὐτοὺς τῶν λαῶν καὶ οὐρλιάσματα τῶν λαῶν καὶ τῶν ἡγετῶν τῶν λαῶν, διότι ὁ Κύριος ἐξωλόθρευσε τοὺς τόπους, ὅπου ἔβοσκαν «τὶς πόλεις, εἰς τὶς ὁποῖες κατοικοῦσαν».
23 καὶ παύσεται τὰ κατάλοιπα τῆς εἰρήνης ἀπὸ προσώπου ὀργῆς θυμοῦ μου. 23 Και όση, τυχόν, ειρήνη είχε κάπου απομείνει εις την γην, θα παύση πλέον εξ αιτίας του ωργισμένου προσώπου του Κυρίου. 23 Ἡ καταστροφὴ θὰ εἶναι τόσον ὁλοκληρωτική, ὥστε θὰ παύσῃ νὰ ὑπάρχῃ πλέον κάθε εἰρηνικὴ ἐκδήλωσις ζωῆς, ἡ ὁποία τυχὸν ἀπέμεινεν, ἕνεκα τῆς ἐμφανίσεως τοῦ ὠργισμένου προσώπου Ἐμοῦ, τοῦ Κυρίου.
24 ἐγκατέλιπεν ὥσπερ λέων κατάλειμμα αὐτοῦ, ὅτι ἐγενήθη ἡ γῆ αὐτῶν εἰς ἄβατον ἀπὸ προσώπου τῆς μαχαίρας τῆς μεγάλης. 24 Ωσάν λέων αφήκε το κατάλοιπον της θήρας του. Ολη η χώρα των αμαρτωλών ανθρώπων έγινεν έρημος και άβατος εξ αιτίας της φοβεράς μαχαίρας του ολέθρου και της καταστροφής. 24 «Ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος ἐχρησιμοποίησεν ὡς τιμωρητικὸν ράβδον τὸν Ναβουχοδονόσορα,» ἐγκατέλειψεν ὅπως τὸ λιοντάρι τὸ ὑπόλοιπον τῆς θῆρας του «κατ' ἄλλην γραφήν: Τὸ κατάλυμα, τὸ κατοικητήριόν του», τοιουτοτρόπως δὲ ἡ χώρα των κατήντησεν ἔρημη, ἀδιάβατη ἀπὸ ἀνθρώπους ἕνεκα τῆς καταστροφῆς, ποὺ ἐπέφερεν ἡ μεγάλη καὶ ἄγρια μάχαιρα τοῦ ὀλέθρου».