Κυριακή, 06 Οκτωβρίου 2024
Ανατ: 07:26
Δύση: 19:02
Σελ. 4 ημ.
280-86
16ος χρόνος, 6077η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΓΕΝΕΣΙΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 (Θ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ εὐλόγησεν ὁ Θεὸς τὸν Νῶε καὶ τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτοῖς· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς. 1 Ευλόγησε τότε ο Θεός τον Νώε και τα παιδιά αυτού και είπε προς αυτούς· “αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και απλωθήτε εις όλην την γην και γενήτε κύριοι αυτής. 1 Καὶ ὁ Θεὸς ἀμείβων τὴν εὐγνωμοσύνην τοῦ δίκαιου μὲ γενναιοδωρίαν, εὐλόγησε τὸν Νῶε καὶ τοὺς υἱούς του καὶ τοὺς εἶπε: (Σεῖς τὰ τέσσερα ζεύγη καρποφορεῖτε, ἀναπαράγεσθε καὶ πολλαπλασιάζεσθε· με τοὺς ἀπογόνους, ποὺ θὰ προέλθουν ἀπὸ σᾶς, γεμίσατε καὶ καλύψατε τὴν γῆν καὶ γίνετε οἱ κυρίαρχοι, ποὺ θὰ τὴν ὑποτάξετε.
2 καὶ ὁ τρόμος καὶ ὁ φόβος ὑμῶν ἔσται ἐπὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς, ἐπὶ πάντα τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐπὶ πάντα τὰ κινούμενα ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐπὶ πάντας τοὺς ἰχθύας τῆς θαλάσσης· ὑπὸ χεῖρας ὑμῖν δέδωκα. 2 Ας είσθε τρόμος και φόβος εις όλα τα θηρία της γης, εις όλα τα πτηνά του ουρανού, εις κάθε τι που ζη και κινείται έτι της ξηράς, και εις όλους τους ιχθύας της θαλάσσης. Υπό την εξουσίαν σας έδωκα όλα αυτά. 2 Σεῖς να εἶσθε τρόμος καὶ φόβος εἰς ὅλα τὰ ἄγρια θηρία τῆς γῆς, εἰς ὅλα τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ εἰς ὅλα, ὅσα κινοῦνται ἐπάνω εἰς τὴν ξηρὰν καὶ εἰς ὅλους τοὺς ἰχθύες τῆς θαλάσσης· ὅλα αὐτὰ τὰ ἔχω δώσει ὑπὸ τὴν ἐξουσίαν καὶ κυριαρχίαν σας· ἔχετε τὸ δικαίωμα τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου ἐπάνω των.
3 καὶ πᾶν ἑρπετόν, ὅ ἐστι ζῶν, ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν· ὡς λάχανα χόρτου δέδωκα ὑμῖν τὰ πάντα. 3 Καθε τι που ζη και κινείται επί της γης, θα είναι προς διατροφήν σας. Σας δίδω όλα αυτά εις τροφήν, όπως σας έδωσα τα λάχανα και τα χόρτα. 3 Καὶ κάθε εἴδους ζῶον, ποὺ ζῇ καὶ κινεῖται, ἂς εἶναι πρὸς τροφὴν καὶ συντήρησίν σας. Σᾶς ἔχω δώσει ὅλα τὰ ζῶα νὰ τὰ τρώγετε, ὅπως σᾶς ἔδωκα καὶ τὰ λάχανα τοῦ χόρτου.
4 πλὴν κρέας ἐν αἵματι ψυχῆς οὐ φάγεσθε· 4 Πλην όμως κρέας μαζή με το αίμα, επί του οποίου βασίζεται η ζωή του ζώου, δεν θα φάγετε. 4 Ὅμως σάρκα μαζί με τὸ αἷμα, τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ ἔδρα τῆς ζωῆς τοῦ ζώου, δὲν θὰ φάγετε»· διότι κύριος τῆς ζωῆς (τοῦ αἵματος) τοῦ ζώου εἶναι ὁ Θεός.
5 καὶ γὰρ τὸ ὑμέτερον αἷμα τῶν ψυχῶν ὑμῶν ἐκ χειρὸς πάντων τῶν θηρίων ἐκζητήσω αὐτὸ καὶ ἐκ χειρὸς ἀνθρώπου ἀδελφοῦ ἐκζητήσω τὴν ψυχὴν τοῦ ἀνθρώπου. 5 Δια δε το αίμα των συνανθρώπων σας, το οποίον τυχόν με τα χέρια σας εγκληματούντες θα χύσετε, θα τιμωρήσω δια των αγρίων ζώων, τα οποία θα εξαπολύσω εναντίον σας. Αλλά και δι' άλλου ανθρώπου θα τιμωρήσω εκείνον, ο οποίος αφαιρεί ανθρωπίνην ζωήν. 5 «Τὸ αἷμα σας εἶναι ἡ ἔδρα τῆς ζωῆς σας». Καὶ ἐπειδὴ εἶναι σκληρόν, ἄγριον καὶ ἐγκληματικὸν νὰ κατασπαράσσεται με τὰ δόντια μία ζωντανὴ ὕπαρξις καὶ νὰ καταπίνωνται ὠμὲς οἱ σάρκες, «διὰ τοῦτο θὰ ζητήσω τὸ αἷμα τὸ ἰδικόν σας ἀπὸ ὅλα τὰ ἄγρια θηρία. Θὰ τιμωρήσω μὲ θάνατον κάθε θηρίον, ποὺ θὰ κατασπαράξῃ ἄνθρωπον· κάθε τέτοιο θηρίον θὰ θανατωθῇ καὶ αὐτό (εἴτε ἀπὸ ἄνθρωπον εἴτε ἀπὸ ἄλλο θηρίον εἴτε με θάνατον πρόωρον καὶ βίαιον). Ἀκόμη θὰ ζητήσω καὶ τὸ αἷμα τοῦ συνανθρώπου σας, ὁ ὁποῖος φονεύεται ἀπὸ ἄλλον ἄνθρωπον· θὰ τιμωρήσω μὲ θάνατον ἐκεῖνον, ποὺ τὸν ἐσκότωσε». Διὰ τὸ ζήτημα τοῦτο ὁρίζω νόμον, σύμφωνα μὲ τὸν ὁποῖον:
6 ὁ ἐκχέων αἷμα ἀνθρώπου, ἀντὶ τοῦ αἵματος αὐτοῦ ἐκχυθήσεται, ὅτι ἐν εἰκόνι Θεοῦ ἐποίησα τὸν ἄνθρωπον. 6 Εκείνος δηλαδή ο οποίος χύνει αίμα ανθρώπου, εις τιμωρίαν του δια το εκχυθέν υπ' αυτού αίμα, θα φονευθή και θα χυθή έτσι και το ιδικόν του αίμα, διότι εγώ ο Θεός εδημιούργησα κατ' εικόνα ιδικήν μου τον άνθροπον και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να του αφαιρέση την ζωήν. 6 «Ἐκεῖνος ποὺ χύνει αἷμα ἀνθρώπου, θὰ τιμωρηθῇ μὲ τὸ χύσιμον τοῦ ἰδικοῦ του αἵματος ἀπὸ ἄλλον ἄνθρωπον («ὁ φονιᾶς θὰ πάῃ σκοτωτός»), διότι ἐδημιούργησα τὸν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα Θεοῦ (μὲ ψυχὴν λογικὴν καὶ μὲ ἐλευθέραν βούλησιν, μὲ ἱκανότητα γνωστικὴν καὶ δημιουργικὴν καὶ ἐξουσίαν ἐπὶ ὅλου τοῦ ὑλικοῦ κόσμου)· ὥστε κανεὶς δὲν ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ καταατρέψῃ τὴν εἰκόνα αὐτήν. Κάθε φόνος ποὺ γίνεται ἐναντίον ἀνθρώπου, προσβάλλει καὶ τὸν μέγαν Θεόν, τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα.
7 ὑμεῖς δὲ αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν, καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς. 7 Σεις δε αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε όλην την γην και γενήτε κύριοι αυτής”. 7 Σεῖς δὲ οἱ ὀλίγοι, οἱ ὀκτὼ ἄνθρωποι, καρποφορεῖτε, ἀναπαράγεσθε καὶ πολλαπλασιάζεσθέ· μὲ τοὺς ἀπογόνους, ποὺ θὰ προέλθουν ἀπὸ σᾶς, γεμίσατε καὶ καλύψατε τὴν γῆν καὶ γίνετε οἱ κυρίαρχοι, ποὺ θὰ τὴν ὑποτάξετε».
8 Καὶ εἶπεν ὁ Θεός τῷ Νῷε καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ λέγων· 8 Είπε δε ακόμη ο Θεός στον Νώε και εις τα παιδιά αυτού λέγων· 8 Καὶ εἶπεν ὁ Θεὸς πρὸς τὸν Νῶε καὶ τοὺς υἱούς του, ποὺ ἦσαν μαζί του:
9 καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀνίστημι τὴν διαθήκην μου ὑμῖν καὶ τῷ σπέρματι ὑμῶν μεθ᾿ ὑμᾶς 9 “ιδού εγώ σήμερον συνάπτω και κλείω μίαν συμφωνίαν μαζή σας και με τους απογόνους σας, οι οποίοι θα σας διαδεχθούν. 9 «Νά· ἐγὼ σήμερα συνάπτω συμφωνίαν, κάμνω συνθήκην μαζί σας καὶ μὲ τοὺς ἀπογόνους σας, οἱ ὁποῖοι θὰ σᾶς διαδεχθοῦν,
10 καὶ πάσῃ ψυχῇ ζώσῃ μεθ᾿ ὑμῶν, ἀπὸ ὀρνέων καὶ ἀπὸ κτηνῶν, καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς, ὅσα ἐστὶ μεθ᾿ ὑμῶν ἀπὸ πάντων τῶν ἐξελθόντων ἐκ τῆς κιβωτοῦ. 10 Η συμφωνία και η υπόσχεσίς μου αυτή επεκτείνεται και εις κάθε ζώσαν ψυχήν, που υπάρχει μαζή σας και γύρω σας, εις τα πτηνά του ουρανού και εις όλα τα κτήνη και τα θηρία της γης, όσα μαζή με σας εξήλθον από την κιβωτόν. 10 καὶ μὲ κάθε ζωντανὴν ὕπαρξιν, ποὺ ὑπάρχει μαζί σας: Μὲ τὰ πτηνὰ καὶ τὰ ἥμερα ζῶα καὶ μὲ ὅλα τὰ ἄγρια θηρία τῆς γῆς, μὲ ὅλα ὅσα ἐβγῆκαν μαζί σας ἀπὸ τὴν κιβωτόν.
11 καὶ στήσω τὴν διαθήκην μου πρὸς ὑμᾶς, καὶ οὐκ ἀποθανεῖται πᾶσα σὰρξ ἔτι ἀπὸ τοῦ ὕδατος τοῦ κατακλυσμοῦ, καὶ οὐκ ἔτι ἔσται κατακλυσμὸς ὕδατος τοῦ καταφθεῖραι πᾶσαν τὴν γῆν. 11 Καμνω διαθήκην και σας υπόσχομαι ότι δεν θα καταστραφή ποτέ πλέον το ζωϊκόν βασίλειον από ύδατα του κατακλυσμού και δεν θα γίνη ποτέ κατακλυσμός, δια να καταστρέψη όλην την γην”. 11 Καὶ σᾶς ὑπόσχομαι, ὅτι τὴν συμφωνίαν μου αὐτὴν μαζί σας θὰ τὴν καταστήσω ἀπαρασάλευτον καὶ δὲν θὰ ἀποθάνῃ πλέον τὸ ζωϊκὸν βασίλειον ἀπὸ τὸ νερὸν τοῦ κατακλυσμοῦ καὶ δὲν θὰ γίνῃ ποτὲ πλέον κατακλυσμὸς νεροῦ, διὰ νὰ καταστρέψῃ ὅλην τὴν γῆν».
12 καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς πρὸς Νῶε· τοῦτο τὸ σημεῖον τῆς διαθήκης, ὃ ἐγὼ δίδωμι ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ὑμῶν καὶ ἀνὰ μέσον πάσης ψυχῆς ζώσης, ἥ ἐστι μεθ᾿ ὑμῶν εἰς γενεὰς αἰωνίους· 12 Είπε δε ακόμη Κυριος ο Θεός προς τον Νώε· “σημείον δε αυτής της υποσχέσεως, την οποίαν εγώ δίδω, ώστε να μένη μεταξύ εμού και μεταξύ σας και μεταξύ πάσης ζώσης υπάρξεως η οποία υπάρχει σήμερον μαζή σας και θα υπάρχη εις γενεάς γενεών, είναι τούτο· 12 Ἀκόμη ὁ Θεὸς εἶπε πρὸς τὸν Νῶε: «Τὸ σημεῖον, ἡ ἀπόδειξις τῆς συμφωνίας, ποὺ συνάπτεται μεταξύ μας καὶ μεταξὺ ἐμοῦ καὶ κάθε ζωντανῆς ὑπάρξεως, ἡ ὁποία ὑπάρχει τώρα μαζί σας καὶ θὰ ὑπάρχῃ εἰς ὅλες τὶς γενεές, ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων, εἶναι τοῦτο:
13 τὸ τόξον μου τίθημι ἐν τῇ νεφέλῃ, καὶ ἔσται εἰς σημεῖον διαθήκης ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ τῆς γῆς. 13 Θέτω το ουράνιον τόξον εις τα νέφη, και αυτό θα είναι εις σημείον και εις υπόμνησιν της διαθήκης μου μεταξύ Εμού και όλων των ζώντων επί της γης, ανθρώπων και ζώων. 13 Τοποθετῶ τὸ οὐράνιον τόξον μου, τὸ εἰρηνικὸν σύμβολον τῆς ἴριδος, εἰς τὰ νέφη· τοῦτο θὰ εἶναι σημεῖον, σφραγῖδα καὶ ὑπόμνησις τῆς συμφωνίας, ἡ ὁποία συνάπτεται μεταξύ μας καὶ μεταξὺ ἐμοῦ καὶ ὅλων τῶν δημιουργημάτων, ποὺ ζοῦν ἐπάνω εἰς τὴν γῆν.
14 καὶ ἔσται ἐν τῷ συννεφεῖν με νεφέλας ἐπὶ τὴν γῆν, ὀφθήσεται τὸ τόξον ἐν τῇ νεφέλῃ, 14 Οταν θα συναθροίζω τα νέφη στον ουρανόν της γης, θα φαίνεται το ουράνιον τόξον επάνω εις αυτά, 14 Καὶ θὰ συμβαίνῃ τοῦτο: Ὅταν θὰ συναθροίζω τὰ νέφη εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπάνω ἀπὸ τὴν γῆν, θὰ φαίνεται τὸ οὐράνιον τόξον εἰς τὰ νέφη,
15 καὶ μνησθήσομαι τῆς διαθήκης μου, ἥ ἐστιν ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ὑμῶν, καὶ ἀνὰ μέσον πάσης ψυχῆς ζώσης ἐν πάσῃ σαρκί, καὶ οὐκ ἔσται ἔτι τὸ ὕδωρ εἰς κατακλυσμόν, ὥστε ἐξαλεῖψαι πᾶσαν σάρκα. 15 και θα ενθυμούμαι την διαθήκην μου, την οποίαν έκαμα προς σας και προς κάθε άλλην ζωντανήν υπαρξιν, προς κάθε σάρκα και δεν θα πέση ύδωρ επί της γης εις κατακλυσμόν αυτής, ώστε να καταστραφή κάθε ζώσα ύπαρξις από ανθρώπου έως ζώου. 15 καὶ τότε θὰ ἐνθυμοῦμαι τὴν συμφωνίαν, τὴν διαβεβαίωσιν καὶ ὑπόσχεσίν μου, ἡ ὁποία ὑπάρχει μεταξύ μας καὶ μεταξὺ ἐμοῦ καὶ κάθε ἄλλης ζωῆς, ποὺ ὑπάρχει εἰς κάθε σάρκα· καὶ δεν θὰ πέσ ποτὲ πλέον τὸ νερόν, διὰ νὰ κατακλύσῃ καὶ σκεπάσῃ τὴν γῆν, ὥστε νὰ πνίξῃ καὶ νὰ ἐξολοθρευσῃ κάθε ζωντανὴν ὕπαρξιν (ἀνθρώπου καὶ ζώου).
16 καὶ ἔσται τὸ τόξον μου ἐν τῇ νεφέλῃ, καὶ ὄψομαι τοῦ μνησθῆναι διαθήκην αἰώνιον ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ τῆς γῆς καὶ ἀνὰ μέσον ψυχῆς ζώσης ἐν πᾶσι σαρκί, ἥ ἐστιν ἐπὶ τῆς γῆς. 16 Τούτο το ουράνιόν μου τόξον θα υπάρχη εις τα νέφη, και θα το βλέπω, ώστε να ενθυμούμαι, την αιωνίαν και απαράβατον συμφωνίαν μεταξύ εμού και των ανθρώπων της γης και πάσης άλλης ζωής που θα υπάρχη εις κάθε ζωϊκόν οργανισμόν επάνω εις την γην”. 16 Καὶ τοῦτο τὸ οὐράνιον τόξον μου θὰ ὑπάρχῃ εἰς τὰ νέφη, καὶ θὰ τὸ βλέπω διὰ νὰ ἐνθυμοῦμαι τὴν αἰωνίαν συμφωνίαν, ποὺ συνῆψα μεταξὺ ἐμοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων καὶ κάθε ἄλλης ζωντανῆς ὑπάρξεως, ἡ ὁποία ὑπάρχει ἐπάνω εἰς τὴν γῆν».
17 καὶ εἶπεν ὁ Θεὸς τῷ Νῶε· τοῦτο τὸ σημεῖον τῆς διαθήκης, ἧς διεθέμην ἀνὰ μέσον ἐμοῦ καὶ ἀνὰ μέσον πάσης σαρκός, ἥ ἐστιν ἐπὶ τῆς γῆς. 17 Είπεν ακόμη ο Θεός στον Νώε· “λοιπόν αυτό το ουράνιον τόξον είναι το αιώνιον σημείον της συμφωνίας, την οποίαν έκαμα μεταξύ εμού και παντός ζωϊκού οργανισμού επί της γης και της υποσχέσεώς μου ότι δεν θα αποστείλω πλέον κατακλυσμόν εις την γην”. 17 Ὁ Θεὸς εἶπεν ἀκόμη πρὸς τὸν Νῶε· «αὐτὸ τὸ οὐράνιον τόξον εἶναι τὸ μόνιμον καὶ αἰώνιον σημεῖον τῆς συμφωνίας, ποὺ συνῆψα μεταξὺ ἐμοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων καὶ κάθε ζωντανῆς ὑπάρξεως, ἡ ὁποία ὑπάρχει ἐπάνω ες τὴν γῆν».
18 ῏Ησαν δὲ οἱ υἱοὶ Νῶε, οἱ ἐξελθόντες ἐκ τῆς κιβωτοῦ, Σήμ, Χάμ, ᾿Ιάφεθ· Χάμ δὲ ἦν πατὴρ Χαναάν. 18 Τα παιδιά του Νώε, τα οποία εξήλθον από την κιβωτόν, ήσαν ο Σημ, ο Χαμ και ο Ιάφεθ. Ο Χαμ ήτο γενάρχης των Χαναναίων. 18 Οἱ δὲ υἱοὶ τοῦ Νῶε, ποὺ ἐβγῆκαν ἀπὸ τὴν κιβωτόν, ἦσαν ὁ Σήμ, ὁ Χὰμ καὶ ὁ Ἰἀφεθ. Ὁ Χὰμ ἦταν γενάρχης καὶ πρόγονος τῶν Χαναναίων.
19 τρεῖς οὗτοί εἰσιν υἱοὶ Νῶε· ἀπὸ τούτων διεσπάρησαν ἐπί πᾶσαν τὴν γῆν. 19 Αυτοί οι τρεις ήσαν οι υιοί του Νώε. Από αυτούς δε εγεννήθησαν και επληθύνθησαν οι άνθρωποι και διεσπάρησαν εις όλην την γην. 19 Αὐτοί οἰ τρεῖς ἦσαν οἱ υἱοὶ τοῦ Νῶε· ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς ἐγεννήθησαν καὶ διεσκορπίσθησαν οἱ ἄνθρωποι εἱς ὅλην τὴν γῆν.
20 Καὶ ἤρξατο Νῶε ἄνθρωπος γεωργὸς γῆς καὶ ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα. 20 Ο Νώε έγινε γεωργός, ήρχισε να καλλιεργή την γην, και εφύτευσε μεταξύ των άλλων, και αμπελώνα. 20 Καὶ ὁ Νῶε, ποὺ ἦταν γεωργός, ἄρχισε τὴν καλλιέργειαν τῆς γῆς καὶ ἐφύτευσεν ἀμπέλι.
21 καὶ ἔπιεν ἐκ τοῦ οἴνου καὶ ἐμεθύσθη καὶ ἐγυμνώθη ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ. 21 Επιε δε από τον οίνον και εμέθυσε. Μεθυσμένος δε καθώς ήτο, εγυμνώθη εντός της οικίας του, χωρίς να το αντιληφθή. 21 Καὶ ἤπιεν ἀπὸ τὸ κρασὶ τοῦ ἀμπελιοῦ καὶ ἐμέθυσεν· ἐπανω εἰς τὸ μεθύσι τοῦ ἔβγαλε ὅλα τὰ ροῦχα του καὶ ἐγυμνώθη μέσα εἰς τὸ σπίτι του.
22 καὶ εἶδε Χὰμ ὁ πατὴρ Χαναὰν τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ ἐξελθὼν ἀνήγγειλε τοῖς δυσὶν ἀδελφοῖς αὐτοῦ ἔξω. 22 Ο Χαμ, ο πρόγονος των Χαναναίων, είδε την γύμνωσιν του πατρός του και εξελθών εγνωστοποίησεν εμπαικτικώς το γεγονός στους δύο αδελφούς του, οι οποίοι ευρίσκοντο έξω. 22 Καὶ ὁ Χάμ, ὁ γενάρχης τῶν Χαναναίων, εἶδε τὴν γύμνωσιν τοῦ πατέρα του καὶ δὲν ἐντράπη· ἀφοῦ δὲ ἐβγῆκεν ἀπὸ τὸ σπίτι, ἔτρεξε καὶ ἐγνωστοποίησε τὸ γεγονὸς μὲ τρόπον χλευαστικὸν εἰς τοὺς ἄλλους δύο ἀδελφούς του, τὸν Σὴμ καὶ τὸν Ἰάφεθ, ποὺ εὑρίσκοντο ἔξω.
23 καὶ λαβόντες Σὴμ καὶ ᾿Ιάφεθ τὸ ἱμάτιον ἐπέθεντο ἐπὶ τὰ δύο νῶτα αὐτῶν καὶ ἐπορεύθησαν ὀπισθοφανῶς καὶ συνεκάλυψαν τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτῶν, καὶ τὸ πρόσωπον αὐτῶν ὀπισθοφανῶς, καὶ τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτῶν οὐκ εἶδον. 23 Αμέσως δε ο Σημ και ο Ιάφεθ έλαβον το ιμάτιον του πατρός των, έθεσαν αυτό στους ώμους των και οπισθοβατούντες μέχρι του πατρός των εσκέπασαν την γύμνωσιν αυτού έχοντες το πρόσωπόν των προς την αντιθέτον διεύθυνσιν, και έτσι δεν είδον καθόλου την γύμνωσιν του πατρός των. 23 Ἀλλὰ ὁ Σὴμ καὶ ὁ Ἰάφεθ, ἀφοῦ ἐπῆραν τὸν χιτῶνα τοῦ πατέρα των, τὸν ἄπλωσαν ἐπάνω εἰς τοὺς ὤμους των καὶ βαδίζοντες πρὸς τὰ πίσω, ἐπλησίασαν τὸν πατέρα των καὶ ἐσκέπασαν τὴν γύμνωσίν του· καὶ τὸ πρόσωπόν των τὸ εἶχαν στραμμένον πρὸς τὴν ἀντίθετον κατεύθυνσιν καὶ ἔτσι αὐτοί οἰ δύο δὲν εἶδαν καθόλου τὴν γύμνωσιν τοῦ πατέρα των.
24 ἐξένηψε δὲ Νῶε ἀπὸ τοῦ οἴνου καὶ ἔγνω ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ νεώτερος, 24 Ανένηψε και συνήλθε ο Νώε από την επίδρασίν του οίνου, έμαθε όσα έκαμεν ο νεώτερος υιός του ο Χαμ 24 Ἀνέκτησε δὲ ὁ Νῶε τὴν πνευματικήν του διαύγειαν καὶ συνῆλθεν ἀπὸ τὴν ἐπίδρασιν τοῦ κρασιοῦ καὶ ἔμαθεν ὅσα τοῦ ἔκαμε τὸ νεώτερον παιδί του, ὁ Χάμ.
25 καὶ εἶπεν· ἐπικατάρατος Χαναάν· παῖς οἰκέτης ἔσται τοῖς ἀδελφοῖς αὐτοῦ. 25 και είπε· “κατηραμένος θα είναι ο Χαμ και οι απόγονοί του. Υπηρέτης και δούλος θα είναι στους αδελφούς του”. 25 Ὅταν ὁ Νῶε ἔμαθε τὴν ἀσεβῆ καὶ ὑβριστικὴν συμπεριφορὰν τοῦ Χάμ, εἶπε· «καταράμενος θὰ εἶναι ὁ Χαναάν, ὁ υἱὸς τοῦ Χάμ· δοῦλος θὰ εἶναι εἰς τοὺς ἀδελφούς του».
26 καὶ εἶπεν· εὐλογητὸς Κύριος ὁ Θεὸς τοῦ Σήμ, καὶ ἔσται Χαναὰν παῖς οἰκέτης αὐτοῦ. 26 Είπε δε ακόμη ο Νώε· “ευλογημένος ο Θεός του Σημ και ο Χαναάν θα είναι δούλος αυτού κατά την δικαίαν απόφασιν του Θεού. 26 Καὶ ἐπρόσθεσεν: «Ἂς εἶναι εὐλογημένος ὁ παντοδύναμος Κύριος, ὁ Θεὸς τοῦ Σήμ, καὶ ὁ Χαναὰν θὰ εἶναι δοῦλος τοῦ Σήμ.
27 πλατύναι ὁ Θεὸς τῷ ᾿Ιάφεθ, καὶ κατοικησάτω ἐν τοῖς οἴκοις τοῦ Σὴμ καὶ γενηθήτω Χαναὰν παῖς αὐτοῦ. 27 Ας αυξήση και ας πλατύνη ο Θεός την γενεάν και τας χώρας του Ιάφεθ και ας βάλη αυτόν να κατοική εις τας περιοχάς του Σημ, ο δε Χαναάν ας γίνη υπηρέτης του”. 27 Ἂς μεγαλώσῃ, ἂς πληθύνῃ καὶ ἂς αὐξήσῃ ὁ Θεὸς τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰάφεθ καὶ ἂς κατοικήσουν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἰάφεθ εἰς τὶς χῶρες καὶ τὶς περιοχὲς τοῦ Σὴμ καὶ ἂς γίνῃ ὁ Χαναὰν καὶ οἱ ἀπόγονοί του δοῦλοι των».
28 ῎Εζησε δὲ Νῶε μετὰ τὸν κατακλυσμὸν ἔτη τριακόσια πεντήκοντα. 28 Εζησε δε ο Νώε μετά τον κατακλυσμόν τριακόσια πεντήκοντα έτη. 28 Ἔζησε δὲ ὁ Νῶε μετὰ τὸν κατακλυσμὸν τριακόσια πενήντα ἔτη.
29 καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι Νῶε ἐννακόσια πεντήκοντα ἔτη, καὶ ἀπέθανεν. 29 Εφθασαν εν συνόλω τα έτη της ζωής του Νώε εννεακόσια πεντήκοντα και έπειτα απέθανε. 29 Συνεπῶς ὅλες οἱ ἡμέρες τῆς ζωῆς τοῦ Νῶε, τὶς ὁποῖες ἔζησεν εἰς τὴν γῆν, ἔφθασαν συνολικῶς τὰ ἐννιακόσια πενήντα ἔτη καὶ ἔπειτα ἀπέθανεν.