Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΚΑΙ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς πρὸς Νῶε· εἴσελθε σὺ καὶ πᾶς ὁ οἶκός σου εἰς τὴν κιβωτόν, ὅτι σὲ εἶδον δίκαιον ἐναντίον μου ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ. | 1 Τοτε είπε Κυριος ο Θεός προς τον Νώε· “είσελθε συ και όλη η οικογένειά σου εις την κιβωτόν, διότι μόνον σε μέσα εις την γενεάν αυτήν ευρήκα πιστόν και ενάρετον ενώπιόν μου. | 1 Καὶ ὁ παντοδύναμος καὶ ἀπειροτέλειος Θεὸς εἶπε πρὸς τὸν Νῶε: «Ἔλα μέσα εἰς τὴν κιβωτὸν σὺ καὶ ὅλη ἡ οἰκογένειά σου, διότι ἐσὲ μόνον εἶδα καὶ ἐσὲ μόνον εὑρῆκα πιστὸν εἰς ἑμέ, ἐνάρετον, εὐγνώμονα καὶ ἐνδιαφερόμενον διὰ τὴν ἀρετήν, εἰς τὴν ἁμαρτωλὴν αὐτὴν γενεάν, ἡ ὁποία βαδίζει πρὸς τὴν καταστροφήν. |
2 ἀπὸ δὲ τῶν κτηνῶν τῶν καθαρῶν εἰσάγαγε πρὸς σὲ ἑπτὰ ἑπτά, ἄρσεν καὶ θῆλυ, ἀπὸ δὲ τῶν κτηνῶν τῶν μὴ καθαρῶν δύο δύο, ἄρσεν καὶ θῆλυ, | 2 Από τα ζώα τα καθαρά εισάγαγε εις την κιβωτόν ανά επτά ζεύγη, άρσεν και θήλυ· από δε τα κτήνη τα μη καθαρά ανά δύο ζεύγη άρσεν και θήλυ. | 2 Ἀπὸ δὲ τὰ ζῶα τὰ καθαρὰ νὰ εἰσαγάγῃς μαζί σου εἰς τὴν κιβωτὸν ἀνὰ ἑπτὰ ζεύγη ἀπὸ κάθε εἶδος· τὸ ζεῦγος θὰ ἀποτελῆται ἀπὸ ἕνα ἀρσενικὸν καὶ ἀπὸ ἕνα θηλυκόν· ἀπὸ δὲ τὰ ζῶα τὰ ἀκάθαρτα να εἰσαγάγῃς ἀνὰ δύο ζεύγη ἀπὸ τὸ κάθε εἶδος· τὸ ζεῦγος θὰ ἀποτελῆται ἀπὸ ἕνα ἀρσενικὸν καὶ ἀπὸ ἕνα θηλυκόν. |
3 καὶ ἀπὸ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ τῶν καθαρῶν ἑπτὰ ἑπτά, ἄρσεν καὶ θῆλυ, καὶ ἀπὸ πάντων τῶν πετεινῶν τῶν μὴ καθαρῶν δύο δύο, ἄρσεν καὶ θῆλυ, διαθρέψαι σπέρμα ἐπί πᾶσαν τὴν γῆν. | 3 Επίσης από τα πτηνά του ουρανού τα καθαρά ανά επτά ζεύγη, άρσεν και θήλυ και από όλα τα πτηνά τα μη καθαρά ανά δύο ζεύγη, άρσεν και θήλυ, ώστε να διατραφούν και σωθούν από τον κατακλυσμόν και πολλαπλασιασθούν κατόπιν εις όλην την γην. | 3 Καὶ ἀπὸ τὰ πτηνά (ποὺ διασχίζουν τοὺς αἰθέρες) τὰ καθαρὰ εἰσάγαγε ἀνὰ ἑπτὰ ζεύγη ἀπὸ κάθε εἶδος· τὸ ζεῦγος θὰ ἀποτελῆται ἀπὸ ἕνα ἀρσενικὸν καὶ ἀπὸ ἕνα θηλυκόν· καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ πτηνὰ τὰ ἀκάθαρτα να εἰσαγάγῃς ἀνὰ δύο ζεύγη ἀπὸ τὸ κάθε εἶδος· τὸ ζεῦγος θὰ ἀποτελῆται ἀπὸ ἕνα ἀρσενικὸν καὶ ἀπὸ ἕνα θηλυκόν. Τοῦτο θὰ κάμῃς διὰ να διατραφοῦν, να σωθοῦν καὶ να διαιωνίσουν μετὰ τὸν κατακλυσμὸν τὸ εἶδος των ἐπάνω εἰς τὴν γῆν. |
4 ἔτι γὰρ ἡμερῶν ἑπτὰ ἐγὼ ἐπάγω ὑετὸν ἐπὶ τὴν γῆν τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας καὶ ἐξαλείψω πᾶν τὸ ἀνάστημα, ὃ ἐποίησα, ἀπὸ προσώπου πάσης τῆς γῆς. | 4 Καμε σύντομα τούτο, διότι μετά επτά ημέρας θα εξαπολύσω κατακλυσμόν εις ολόκληρον την γην επί τεσσαράκοντα ημερονύκτια και θα εξαφανίσω από το πρόσωπον της γης ανθρώπους και ζώα, τα οποία είχον δημιουργήσει”. | 4 Κάμε ὅλα αὐτά, διότι μόνον ἑπτὰ ἡμέρες ὑπολείπονται καὶ θὰ ἐπιφέρω βιαίαν, ἀπότομον καὶ ὁρμητικὴν βροχὴν εἰς τὴν γῆν ἐπὶ σαράντα ἡμερόνυκτα καὶ θὰ καταστρέψω ὅλα τὰ δημιουργήματα, ποὺ ἐδημιούργησα, ἀπὸ τὴν ἐπιφάνειαν ὅλης τῆς γῆς». |
5 καὶ ἐποίησε Νῶε πάντα, ὅσα ἐνετείλατο αὐτῷ Κύριος ὁ Θεός. | 5 Και εξετέλεσεν ο Νώε όλα όσα διέταξε και υπέδειξεν εις αυτόν Κυριος ο Θεός. | 5 Ὁ Νῶε συνεμορφώθη ἀπολύτως, ὑπήκουσε καὶ ἐπραγματοποίησεν ἀμέσως καὶ μὲ προθυμίαν ὅλα, ὅσα τὸν διέταξεν ὁ Θεός. |
6 Νῶε δὲ ἦν ἐτῶν ἑξακοσίων, καὶ ὁ κατακλυσμὸς τοῦ ὕδατος ἐγένετο ἐπὶ τῆς γῆς. | 6 Ο δε Νώε ήτο εξακοσίων ετών τότε, που έγινεν ο κατακλυσμός εις την γην. | 6 Ὁ Νῶε δὲ ἦταν ἐξακοσίων ἐτῶν, ὅταν ἐπραγματοποιήθη εἰς τὴν γῆν ὁ κατακλυσμός. |
7 εἰσῆλθε δὲ Νῶε καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ καὶ αἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τὴν κιβωτὸν διὰ τὸ ὕδωρ τοῦ κατατακλυσμοῦ. | 7 Εισήλθε, σύμφωνα με την διαταγήν του Θεού, εις την κιβωτόν αυτός και μαζή με αυτόν τα παιδιά του και η γυναίκα του και αι γυναίκες των παιδιών του, δια να σωθούν από τα ύδατα του κατακλυσμού. | 7 Εἰσῆλθε δὲ εἰς τὴν κιβωτὸν ὁ Νῶε καὶ οἱ υἱοί του καὶ ἡ γυναῖκα του, μαζί του δὲ καὶ οἱ γυναῖκες τῶν υἱῶν του, διὰ νὰ σωθοῦν ἀπὸ τὰ ὕδατα τοῦ κατακλυσμοῦ. |
8 καὶ ἀπὸ τῶν πετεινῶν τῶν καθαρῶν καὶ ἀπὸ τῶν πετεινῶν τῶν μὴ καθαρῶν καὶ ἀπὸ τῶν κτηνῶν τῶν καθαρῶν καὶ ἀπὸ τῶν κτηνῶν τῶν μὴ καθαρῶν καὶ ἀπὸ πάντων τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς | 8 Μαζή του επίσης εισήλθον από τα καθαρά και ακάθαρτα πτηνά, από τα καθαρά και ακάθαρτα ζώα και από όλα τα ερπετά, που σύρονται εις την γην. | 8 Μαζὶ μὲ τὸν Νῶε εἰσῆλθαν ἐπίσης εἰς τὴν κιβωτὸν ἀπὸ τὰ πτηνὰ τὰ καθαρὰ καὶ ἀπὸ τὰ πτηνὰ τὰ ἀκάθαρτα, καὶ ἀπὸ τὰ ζῶα τὰ καθαρὰ καὶ ἀπὸ τὰ ζῶα τὰ ἀκάθαρτα, καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ ἑρπετά, τὰ ὁποῖα σύρονται ἐπάνω εἰς τὴν γῆν. |
9 δύο δύο εἰσῆλθον πρὸς Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ, καθὰ ἐνετείλατο ὁ Θεὸς τῷ Νῶε. | 9 Εισήλθον μαζή με τον Νώε εις την κιβωτόν κατά ζεύγη, αρσενικόν και θηλυκόν, όπως είχε διατάξει ο Θεός. | 9 Ὅλα αὐτὰ εἰσῆλθαν εἰς τὴν κιβωτὸν μαζὶ μὲ τὸν Νῶε κατὰ ζεύγη· τὸ κάθε ζευγάρι ἀπετελεῖτο ἀπὸ ἕνα ἀρσενικὸν καὶ ἕνα θηλυκόν, ὅπως ἀκριβῶς εἶχε διατάξει ὁ Θεὸς τὸν Νῶε. |
10 καὶ ἐγένετο μετὰ τὰς ἑπτὰ ἡμέρας καὶ τὸ ὕδωρ τοῦ κατακλυσμοῦ ἐγένετο ἐπὶ τῆς γῆς. | 10 Επτά δε ημέρας μετά την είσοδον αυτών εξεχύθησαν τα ύδατα του κατακλυσμού επάνω εις την γην. | 10 Καὶ ἑπτὰ ἡμέρες μετὰ τὴν εἴσοδον ὅλων αὐτῶν εἰς τὴν κιβωτόν, εἰς τὸ τέλος τῆς ἑβδόμης ἡμέρας ἐπραγματοποιήθη ὁ κατακλυσμὸς τῶν ὑδάτων ἐπάνω εἰς τὴν γῆν. |
11 ἐν τῷ ἑξακοσιοστῷ ἔτει ἐν τῇ ζωῇ τοῦ Νῶε, τοῦ δευτέρου μηνός, ἑβδόμῃ καὶ εἰκάδι τοῦ μηνός, τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ ἐρράγησαν πᾶσαι αἱ πηγαὶ τῆς ἀβύσσου, καὶ οἱ καταρράκται τοῦ οὐρανοῦ ἠνεῴχθησαν. | 11 Κατά το εξακοσιοστόν έτος της ηλικίας του Νώε, εις τας είκοσι δύο του δευτέρου μηνός διερράγησαν όλαι αι πηγαί των υπογείων υδάτων και των θαλασσών και ήνοιξαν οι καταρράκται του ουρανού εις καταρρακτώδεις βροχάς. | 11 Κατὰ τὸ ἑξακοσιοστὸν ἔτος τῆς ζωῆς τοῦ Νῶε, καὶ μάλιστα κατὰ τὴν 27ην ἡμέραν τοῦ δευτέρου μηνός (τοῦ πολιτικοῦ ἔτους), δηλαδὴ τὸν Νοέμβριον μῆνα· κατὰ τὴν ἡμέραν αὐτὴν ὁ Κύριος διέταξε μόνον καὶ ἡ φύσις τῶν νερῶν ἐπειθάρχησεν εἰς τὸ θεῖον πρόσταγμα καὶ κατέκλυσεν ὅλον τὸν κόσμον· ἀμέσως ἔσπασαν ἀπότομα καὶ ἄνοιξαν βίαια ὅλες οἱ τεράστιες ἀποθῆκες τῶν ὑπογείων νερῶν καὶ τὰ νερὰ ἐκτινάχθηκαν μὲ ὁρμήν· ἄνοιξαν ἐπίσης οἱ ὁρμητικοὶ καταρράκτες τοῦ οὐρανοῦ. |
12 καὶ ἐγένετο ὑετὸς ἐπὶ τῆς γῆς τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας. | 12 Εβρεχε δε συνεχώς επί τεσσαράκοντα ημερονύκτια εις την γην. | 12 Καὶ ἔπιπτε συνεχῶς χωρὶς διακοπὴν ἡ πρωτοφανὴς καταιγιστικὴ νεροποντή, ἡ ἀνεπανάληπτος ἐκείνη καταρρακτώδης βροχὴ ἐπάνω εἰς τὴν γῆν ἐπὶ σαράντα ἡμερόνυκτα. |
13 ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ εἰσῆλθε Νῶε, Σήμ, Χάμ, ᾿Ιάφεθ, οἱ υἱοὶ Νῶε, καὶ ἡ γυνὴ Νῶε καὶ αἱ τρεῖς γυναῖκες τῶν υἱῶν αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ εἰς τὴν κιβωτόν. | 13 Κατά την ημέραν αυτήν, όπως είχε διατάξει ο Θεός, εισήλθεν εις την κιβωτόν ο Νώε και τα παιδιά του, ο Σημ, ο Χαμ και ο Ιάφεθ, η γυναίκα του Νώε και αι τρεις γυναίκες των παιδιών του. | 13 Καὶ κατὰ τὴν ἰδίαν ἡμέραν, κατὰ τὴν ὁποίαν διέταξεν ὁ Θεὸς τὸν Νῶε, εἰσῆλθαν εἰς τὴν κιβωτὸν ὁ Νῶε καί οἰ υἱοί του Σήμ, Χάμ, Ἰάφεθ καὶ ἡ γυναῖκα τοῦ Νῶε καὶ οἱ τρεῖς γυναῖκες τῶν υἱῶν του μαζί του. |
14 καὶ πάντα τὰ θηρία κατὰ γένος καὶ πάντα τὰ κτήνη κατὰ γένος καὶ πᾶν ἑρπετὸν κινούμενον ἐπὶ τῆς γῆς κατὰ γένος καὶ πᾶν ὄρνεον πετεινὸν κατὰ γένος αὐτοῦ | 14 Μαζή του επίσης είχον εισέλθει όλα τα θηρία κατά τα είδη αυτών και όλα τα κτήνη κατά τα είδη αυτών και όλα τα είδη των ερπετών που σύρονται εις την γην, και όλα τα πτηνά του ουρανού κατά τα είδη αυτών. | 14 Μαζί του εἰσῆλθαν ἐπίσης καὶ ὅλα τὰ ἄγρια ζῶα κατὰ τὰ εἴδη των καὶ ὅλα τὰ ἥμερα ζῶα κατὰ τὰ εἴδη των καὶ ὅλα τὰ εἴδη τῶν ἑρπετῶν, ποὺ κινοῦνται εἰς τὴν γῆν, καὶ ὅλα τὰ εἴδη τῶν πτηνῶν τοῦ οὐρανοῦ, κατὰ τὰ εἴδη των. |
15 εἰσῆλθον πρὸς Νῶε εἰς τὴν κιβωτόν, δύο δύο ἄρσεν καὶ θῆλυ ἀπὸ πάσης σαρκός, ἐν ᾧ ἐστι πνεῦμα ζωῆς. | 15 Κατά ζεύγη, άρρενα και θήλεα, εισήλθον μαζή με τον Νώε εις την κιβωτόν, κάθε ζωντανόν της ξηράς. | 15 Ὅλα αὐτὰ εἰσῆλθαν μαζὶ μὲ τὸν Νῶε εἰς τὴν κιβωτὸν κατὰ ζεύγη· τὸ κάθε ζευγάρι ἀπὸ ὅλα τὰ εἴδη τῶν ζωντανῶν ὑπάρξεων τῆς ξηρᾶς ἀπετελεῖτο ἀπὸ ἕνα ἀρσενικὸν καὶ ἕνα θηλυκόν. |
16 καὶ τὰ εἰσπορευόμενα ἄρσεν καὶ θῆλυ ἀπὸ πάσης σαρκὸς εἰσῆλθε, καθὰ ἐνετείλατο ὁ Θεὸς τῷ Νῶε. καὶ ἔκλεισε Κύριος ὁ Θεὸς τὴν κιβωτὸν ἔξωθεν αὐτοῦ. | 16 Τα εισελθόντα εις την κιβωτόν ζώα ήσαν από όλα τα είδη αρσενικά και θηλυκά, όπως είχε διατάξει ο Θεός τον Νώε. Και αφού τα πάντα ησφαλίσθησαν εις την κιβωτόν, έκλεισεν ο ίδιος ο Θεός απ' έξω την κιβωτόν. | 16 Καὶ τὰ εἰσερχόμενα ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ ἀπὸ ὅλα τὰ ζωντανὰ ὅντα, εἰσῆλθαν ὅπως ἀκριβῶς εἶχε διατάξει ὁ Θεὸς τὸν Νῶε. Κατόπιν τούτου ὁ Θεός, δεικνύων τὸ στοργικὸν ἐνδιαφέρον καὶ τὴν εἰδικὴν φροντίδα του πρὸς τὸν Νῶε, ἔκλεισε καὶ ἀσφάλισε ἀπ' ἔξω τὴν κιβωτόν. |
17 Καὶ ἐγένετο ὁ κατακλυσμὸς τεσσαράκοντα ἡμέρας καὶ τεσσαράκοντα νύκτας ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ ἐπεπληθύνθη τὸ ὕδωρ καὶ ἐπῆρε τὴν κιβωτόν, καὶ ὑψώθη ἀπὸ τῆς γῆς. | 17 Ο κατακλυσμός εγίνετο επί τεσσαράκοντα κατά συνέχειαν ημερονύκτια εις την γην και επληθύνθη πάρα πολύ το νερό επάνω εις την γην, ανεσήκωσε την κιβωτόν εις την επιφάνειάν του και την ύψωσεν επάνω από την γην. | 17 Καὶ ὁ κατακλυσμὸς ἐγίνετο ἐπάνω εἰς τὴν γῆν ἀδιακόπως ἐπὶ τεσσαράκοντα ἡμερόνυκτα καὶ τὸ νερὸν ἐπληθύνετο καὶ ἐξωγκώνετο ὁλονὲν καὶ περισσότερον· καθὼς δὲ ἐσκέπαζε τὰ πάντα, ἀνεσήκωνε καὶ τὴν κιβωτόν, ἡ ὁποία ὑψώθη ἐπάνω ἀπὸ τὴν γῆν. |
18 καὶ ἐπεκράτει τὸ ὕδωρ καὶ ἐπληθύνετο σφόδρα ἐπὶ τῆς γῆς, καί ἐπεφέρετο ἡ κιβωτὸς ἐπάνω τοῦ ὕδατος. | 18 Και εκυριάρχει συνεχώς το ύδωρ και επληθύνετο ολονέν και περισσότερον επάνω εις την γην, η δε κιβωτός εφέρετο επάνω εις τα ύδατα. | 18 Καὶ ἐκάλυπτε τὸ νερὸν ὅλα καὶ ἐπολλαπλασιάζετο καὶ ἐπλεόναζεν ὑπερβολικὰ ἐπάνω εἰς τὴν γῆν καὶ ἡ κιβωτὸς ἔπλεεν ἐπάνω εἰς τὰ ὕδατα. |
19 τὸ δὲ ὕδωρ ἐπεκράτει σφόδρα σφόδρα ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐκάλυψε πάντα τὰ ὄρη τὰ ὑψηλά, ἃ ἦν ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ· | 19 Και εξωγκώθη ακόμη περισσότερον το ύδωρ και υπερεπληθύνθη και εσκέπασεν όλα τα όρη τα υψηλά, όσα υπήρχον κάτω από τον ουρανόν. | 19 Τὸ νερὸν δὲ ἐκυριαρχοῦσε κατὰ πολύ, μὲ μεγάλην δύναμιν καὶ ὁρμὴν ἐπάνω εἰς τὴν γῆν καὶ ἐξωγκώθη καὶ ἐσκέπασεν ὅλως διόλου ὅλα τὰ ὑψηλὰ ὅρη, ποὺ ἦσαν κάτω ἀπὸ τὸν οὐράνιον θόλον. |
20 πεντεκαίδεκα πήχεις ὑπεράνω ὑψώθη τὸ ὕδωρ καὶ ἐπεκάλυψε πάντα τὰ ὄρη τὰ ὑψηλά. | 20 Δέκα πέντε πήχεις επάνω από τα υψηλότερα όρη υψώθη το ύδωρ και εσκέπασεν εξ ολοκλήρου αυτά. | 20 Τὸ νερὸν εἶχε τόσον πολὺ αὐξηθῆ καὶ ἐπικρατήσει, ὥστε ὑψώθη δεκαπέντε πήχεις (περίπου 7 ἢ 8,5 μέτρα) πάνω ἀπὸ τὴν ὑψηλοτέραν κορυφὴν καὶ ἐσκέπασεν ἐξ ὁλοκλήρου ὅλα τὰ ὑψηλὰ ὅρη. Τοιουτοτρόπως δὲν κατεποντίσθησαν εἰς τὰ ὕδατα μόνον οἱ ἄνθρωποι καὶ τὰ κτήνη καὶ τὰ τετράποδα καὶ τὰ ἑρπετά, ἀλλὰ καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ὅσα ἄγρια θηρία καὶ ἄλογα ζῶα ἑκατοικοῦσαν εἰς τὰ ὅρη. |
21 καὶ ἀπέθανε πᾶσα σὰρξ κινουμένη ἐπὶ τῆς γῆς τῶν πετεινῶν καὶ τῶν κτηνῶν καὶ ἀπὸ θηρίων καὶ πᾶν ἑρπετὸν κινούμενον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πᾶς ἄνθρωπος. | 21 Επνίγη δε και απέθανε μέσα εις τα ύδατα του κατακλυσμού κάθε ζωϊκή υπαρξις της γης, τα πτηνά του ουρανού και τα κτήνη και τα θηρία και τα ερπετά που σύρονται εις την γην και κάθε άνθρωπος· | 21 Ἐπνίγη δὲ καὶ ἀπέθανε μέσα εἰς τὰ νερὰ κάθε ζωντανὴ ὕπαρξις, ἡ ὁποῖα ἐκινεῖτο ἐπάνω εἰς τὴν γῆν, ὅλα τὰ πτηνὰ καὶ ὅλα τὰ ἥμερα ζῶα καὶ ὅλα τὰ ἄγρια θηρία καὶ ὅλα τὰ ἑρπετά, τὰ ὁποῖα σύρονται ἐπάνω εἰς τὴν γῆν, καὶ ὅλοι οἰ ἄνθρωποι. |
22 καὶ πάντα, ὅσα ἔχει πνοὴν ζωῆς, καὶ πᾶν, ὃ ἦν ἐπὶ τῆς ξηρᾶς, ἀπέθανε. | 22 και όλα όσα έχουν ζωήν και αναπνέουν, κάθε τι το οποίον έζη εις την ξηράν επνίγη. | 22 Καὶ ὅλα τὰ ζωντανὰ ὄντα, ποὺ εὑρίσκονται καὶ ἀναπνέουν ἐπάνω εἰς τὴν ξηράν, ἐπνίγησαν καὶ ἀπέθαναν. |
23 καὶ ἐξήλειψε πᾶν τὸ ἀνάστημα, ὃ ἦν ἐπί προσώπου τῆς γῆς, ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους καὶ ἑρπετῶν καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ἐξηλείφθησαν ἀπὸ τῆς γῆς· καὶ κατελείφθη μόνος Νῶε καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ ἐν τῇ κιβωτῷ. | 23 Τοιουτοτρόπως ο Θεός εξηφάνισε κάθε ζωντανήν ύπαρξιν επί της γης από ανθρώπου μέχρι των κτηνών και ερπετών και πτηνών του ουρανού· τα πάντα εξηφανίσθησαν από το πρόσωπον της γης. Εμεινε δε εν τη ζωή μόνον ο Νώε και όσοι ήσαν μαζή με αυτόν εις την κιβωτόν. | 23 Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπον ὁ Θεὸς ἐξωλόθρευσε ὅλα τὰ ζωντανὰ δημιουργήματα, ποὺ ἦσαν εἰς τὴν ἐπιφάνειαν ὅλης τῆς γῆς, ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μέχρι τὰ ἥμερα ζῶα καὶ τὰ ἑρπετὰ καὶ τὰ πτηνὰ τοῦ οὐρανοῦ· ὅλα ἐξωλοθρεύθησαν καὶ ἐξηφανίσθησαν ἀπὸ τὴν γῆν· ἀπέμεινε δὲ εἰς τὴν ζωὴν μόνον ὁ Νῶε καὶ ὅσοι ἦσαν μαζί του μέσα εἰς τὴν κιβωτόν. |
24 καὶ ὑψώθη τὸ ὕδωρ ἐπὶ τῆς γῆς ἡμέρας ἑκατὸν πεντήκοντα. | 24 Και το ύδωρ κατεπλημμύρισε την επιφάνειαν της γης επί εκατόν πεντήκοντα ημέρας. | 24 Καὶ τὸ νερὸν ἀνέβηκε καὶ ἐσκέπασε τὴν γῆν ἐπὶ ἑκατὸν πενήντα ἡμέρες. |