Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΜΗ ἔπεχε ἐπὶ τοῖς χρήμασί σου καὶ μὴ εἴπῃς· αὐτάρκη μοί ἐστι. | 1 Μη στηρίζεσαι εις τα χρήματά σου και μη είπης καυχώμενος· “έχω αρκετά χρήματα”. | 1 Μὴ στηρίζεσαι εἰς τὰ χρήματά σου καὶ μὴ εἴπῃς: Ἔχω ἀρκετὰ καὶ εἶμαι ἐξησφαλισμένος διὰ νὰ ζήσω ἄνετα καὶ πλούσια. |
2 μὴ ἐξακολούθει τῇ ψυχῇ σου καὶ τῇ ἰσχύϊ σου τοῦ πορεύεσθαι ἐν ἐπιθυμίαις καρδίας σου, | 2 Μη ακολουθής τους αμαρτωλούς πόθους της ψυχής σου και μη στηρίζεσαι, εις την δύναμίν σου, ώστε να πορεύεσαι σύμφωνα προς τας κακάς επιθυμίας της καρδίας σου. | 2 Μὴ ἀκολουθῇς τὰς ὀρέξεις τῆς ψυχῆς σου καὶ τῆς σωματικῆς σου δυνάμεως, ἀφήνων τὸν ἑαυτόν σου νὰ πορεύεται συμφώνως πρὸς τὰς κακὰς ἐπιθυμίας τῆς καρδίας σου. |
3 καὶ μὴ εἴπῃς· τίς με δυναστεύσει; ὁ γὰρ Κύριος ἐκδικῶν ἐκδικήσει σε. | 3 Μη είπης· “ποίος έχει εξουσίαν και κυριότητα επάνω μου;» Διότι Ο Κυριος αυστηρώς θα σε τιμωρήση. | 3 Καὶ μὴ εἴπῃς· ποῖος θὰ ἐπιβάλῃ τὴν ἐξουσίαν του ἐπ’ ἐμοῦ; Διότι ὁ Κύριος ἀσφαλῶς θὰ σὲ τιμωρήσῃ καὶ θὰ ἐκδικηθῇ τὴν ἀλαζονείαν σου. |
4 μὴ εἴπῃς, ἥμαρτον, καὶ τί μοι ἐγένετο; ὁ γὰρ Κύριός ἐστι μακρόθυμος. | 4 Μη είπης· “ημάρτησα και λοιπόν τι κακόν μο συνέβη προς τιμωρίαν μου;” Δεν ετιμωρήθης διότι ο Κυριος είναι μακρόθυμος. | 4 Μὴ εἴπῃς· ἡμάρτησα, καὶ τί κακὸν μοῦ συνέβη πρὸς τιμωρίαν μου; Διότι δὲν ἐτιμωρήθης διὰ τὴν παρεκτροπήν σου, ἐπειδὴ ὁ Κύριος εἶναι μακρόθυμος καὶ ἀναβάλλει νὰ τιμωρήσῃ τὸν ἁμαρτάνοντα, περιμένων τὴν μετάνοιάν του. |
5 περὶ ἐξιλασμοῦ μὴ ἄφοβος γίνου, προσθεῖναι ἁμαρτίαν ἐφ᾿ ἁμαρτίαις· | 5 Μη στηρίζεσαι εις την συγχώρησιν, που δίδει ο Θεός, και μη γίνεσαι άφοβος απέναντι της αμαρτίας και έτσι προσθετής αμαρτίας επάνω εις αμαρτίας. | 5 Διὰ τὸν ἐξιλασμὸν καὶ τὴν συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν σου μὴ θαρρεύῃς καὶ μὴ γίνεσαι ἄφοβος καὶ ξέγνοιαστος, ὥστε νὰ προσθέτῃς ἁμαρτίαν ἐπάνω εἰς ἄλλην ἁμαρτίαν. |
6 καὶ μὴ εἴπῃς· ὁ οἰκτιρμὸς αὐτοῦ πολύς, τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μου ἐξιλάσεται· ἔλεος γὰρ καὶ ὀργὴ παρ᾿ αὐτοῦ, καὶ ἐπὶ ἁμαρτωλοὺς καταπαύσει ὁ θυμὸς αὐτοῦ. | 6 Μη είπης· “μέγα και πολύ είναι το έλεος του Θεού και οσονδήποτε πλήθος αμαρτιών και αν έχω διαπράξει, θα με συγχωρήση ο Κυριος”. Μη λησμονής όμως, ότι παρά τω Θεώ υπάρχει βεβαίως το έλεος άλλα και η οργή. Εναντίον δε εκείνων, οι οποίοι αφόβως αμαρτάνουν, θα επιπέση η οργή του Θεού. | 6 Καὶ μὴ εἴπῃς· ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ εἶναι μεγάλη καὶ θὰ συγχωρήσῃ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μου, διότι ἀπὸ τὸν Θεὸν ἔρχονται καὶ τὸ ἔλεος, ἀλλὰ καὶ ἡ ὀργή, καὶ ὁ θυμός του θὰ ἐκσπάσῃ καὶ θὰ ξεθυμάνῃ εἰς τοὺς ἁμαρτωλούς. |
7 μὴ ἀνάμενε ἐπιστρέψαι πρὸς Κύριον καὶ μὴ ὑπερβάλλου ἡμέραν ἐξ ἡμέρας· ἐξάπινα γὰρ ἐξελεύσεται ὀργὴ Κυρίου, καὶ ἐν καιρῷ ἐκδικήσεως ἐξολῇ. | 7 Μη βραδύνης αναμένων κατάλληλον τάχα καιρόν, δια να επιστρέψης προς τον Κυριον, και μη αναβάλλης την μετάνοιαν και διόρθωσίν σου από την μίαν ημέραν εις την άλλην. Διότι αιφνιδίως θα επέλθη εναντίον σου η οργή του Κυρίου και κατά τον καιρόν της δικαίας παρά του Θεού τιμωρίας θα καταστραφής. | 7 Μὴ περιμένῃς καὶ μὴ βραδύνῃς νὰ ἐπιστρέψῃς πρὸς τὸν Κύριον καὶ μὴ ἀναβάλλῃς ἀπὸ ἠμέρας εἰς ἡμέραν τὴν μετάνοιάν σου· διότι θὰ ἐκσπάσῃ ξαφνικὰ ἡ ὀργὴ τοῦ Κυρίου καὶ κατὰ τὴν ὥραν τῆς ἐκδικήσεώς του θὰ ἐξολοθρευθῇς. |
8 μὴ ἔπεχε ἐπὶ χρήμασιν ἀδίκοις· οὐδὲν γὰρ ὠφελήσει σε ἐν ἡμέρᾳ ἐπαγωγῆς. | 8 Μη στηρίζεσαι εις χρήματα άδικα· διότι αυτά τίποτε δεν θα σε ωφελήσουν κατά την ημέραν των συμφορών και της οργής του Θεού. | 8 Μὴ προσκολλᾶσαι καὶ μὴ ἐλπίζῃς εἰς ἄδικα χρήματα, διότι δὲν θὰ σὲ ὠφελήσουν κατὰ τὴν ἡμέραν, ποὺ θὰ ἐπαχθῇ καὶ θὰ ἐπέλθῃ ἐπὶ σοῦ ἡ συμφορὰ καὶ ἡ δυστυχία. |
9 μὴ λίκμα ἐν παντὶ ἀνέμῳ καὶ μὴ πορεύου ἐν πάσῃ ἀτραπῷ· οὕτως ὁ ἁμαρτωλὸς ὁ δίγλωσσος. | 9 Μη λιχνίζης το σιτάρι σου με κάθε άνεμον και μη βαδίζης εις κάθε δρόμον, που παρουσιάζεται εμπρός σου. Ετσι πράττει ο διπρόσωπος και ανθρωπάρεσκος αμαρτωλός. | 9 Μὴ λιχνίζῃς τὸ σιτάρι σου εἰς ὁποιονδήποτε ἄνεμον καὶ μὴ ἀκολουθῇς ἀνεξέταστα ὁποιοδήποτε μονοπάτι, ποὺ θὰ εὑρεθῇ ἐμπρός σου. Ἔτσι ὁμοιάζει ὁ ἁμαρτωλός, ὁ διπρόσωπος καὶ ὑποκριτής. |
10 ἴσθι ἐστηριγμένος ἐν συνέσει σου, καὶ εἷς ἔστω σου ὁ λόγος. | 10 Να είσαι σταθερός εις τας συνετάς και όρθάς πεποιθήσεις και αποφάσεις σου και ο λόγος σου να είναι ένας. | 10 Ἔσο σταθερὸς καὶ καλὰ στηριγμένος εἰς τὰς μετὰ σκέψεως συνετῆς πεποιθήσεις σου, καὶ ὁ λόγος σου νὰ εἶναι ἕνας· ναὶ ἢ ὄχι. |
11 γίνου ταχὺς ἐν ἀκροάσει σου καὶ ἐν μακροθυμίᾳ φθέγγου ἀπόκρισιν. | 11 Να είσαι ταχύς στο να ακούης, βραδύς δε στο να δίδης απαντήσεις. | 11 Γίνου γρήγορος εἰς τὸ νὰ ἀκούῃς καὶ μὲ ὑπομονητικὴν βραδύτητα σκέψεως δίδε τὴν ἀπάντησίν σου. |
12 εἰ ἔστι σοι σύνεσις, ἀποκρίθητι τῷ πλησίον· εἰ δὲ μή, ἡ χείρ σου ἔστω ἐπὶ στόματί σου. | 12 Εάν έχης συνετήν απάντησιν, αποκρίσου στον πλησίον σου· ει δε άλλως βάλε το χέρι στο στόμα σου, ώστε να μη ομιλήσης. | 12 Ἐὰν ἔχῃς συνετὴν καὶ φρόνιμον γνώμην, ἀπάντησε εἰς τὸν πλησίον σου, ποὺ σὲ ἐρωτᾷ· ἐν ἐναντίᾳ περιπτώσει βάλε τὸ χέρι σου εἰς τὸ στόμα σου, διὰ νὰ μὴ εἴπῃς τίποτε. |
13 δόξα καὶ ἀτιμία ἐν λαλιᾷ, καὶ γλῶσσα ἀνθρώπου πτῶσις αὐτῷ. | 13 Δοξα και εξευτελισμός υπάρχουν εις την ομιλίαν, αναλόγως των όσων λέγει ο άνθρωπος. Η δε άκριτος και απρόσεκτος γλώσσα οδηγεί εις πτώσεις και δυσκολίας τον άνθρωπον. | 13 Δόξα καὶ καταισχύνῃ προέρχονται εἰς τὸν καθένα μας ἀπὸ τὸ τί λέγει· καὶ ἡ γλῶσσα τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἀσυγκράτητος καὶ ἀπρόσεκτος, γίνεται αἰτία τῆς πτώσεως καὶ καταστροφῆς του. |
14 μὴ κληθῇς ψίθυρος, καὶ τῇ γλώσσῃ σου μὴ ἐνέδρευε· ἐπὶ γὰρ τῷ κλέπτῃ ἐστὶν αἰσχύνη, καὶ κατάγνωσις πονηρὰ ἐπὶ διγλώσσου. | 14 Μη φέρεσαι έτσι, ώστε να σε ονομάσουν κουτσομπόλην και ψιθυριστήν· με την γλώσσαν σου δε μη στήνης παγίδας εις βάρος των άλλων. Διότι, εάν δια τον κλέπτην επιφυλάσσεται καταισχύνη, δια τον διπλοπρόσωπον και καταλάλον επιφυλάσσεται αυστηρά καταδίκη. | 14 Πρόσεξε να μὴ ἀποκληθῇς ψιθυριστὴς καὶ κρυφὸς κατήγορος τῶν ἄλλων καὶ μὴ στήνῃς ἐνέδρας καὶ παγίδας μὲ τὴν γλῶσσάν σου· διότι εἰς τὸν κλέπτην, ποὺ κρυφὰ ὑπεξαιρεῖ τὰ ἀνήκοντα εἰς τὸν πλησίον καὶ πρὸς τὸν ὁποῖον ὁμοιάζει πολὺ ὁ ψιθυριστής, ἀνήκει ἡ ἐντροπὴ καὶ ἀνυποληψία, καὶ εἰς τὸν δόλιον, ποὺ ἔχει διπλὴν καὶ ὑποκριτικὴν γλῶσσαν, κατάκρισις μεγάλη καὶ αὐστηρά. |
15 ἐν μεγάλῳ καὶ ἐν μικρῷ μὴ ἀγνόει. | 15 Και τα μεγάλα και τα μικρά εξέταζέ τα με πολλήν προσοχήν, ώστε να μη τα αγνοής. | 15 Ἐξέταζε μετὰ προσοχῆς, ὥστε νὰ μὴ ἀγνοῇς ὄχι μόνον τὰ μεγάλα, ἀλλὰ καὶ τὰ μικρά, διὰ νὰ μὴ σφάλλῃς οὐδὲ εἰς αὐτά. |