Τετάρτη, 06 Νοεμβρίου 2024
Ανατ: 06:57
Δύση: 17:22
Σελ. 5 ημ.
311-55
16ος χρόνος, 6108η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 35 (ΛΕ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Ο ΣΥΝΤΗΡΩΝ νόμον πλεονάζει προσφοράς, θυσιάζων σωτηρίου ὁ προσέχων ἐντολαῖς. 1 Εκείνος που τηρεί τον θείον νόμον, προσφέρει πολλάς θοσίας· και εκείνος που προσέχει τας εντολάς του Θεού προσφέρει ευπροσδέκτους θυσίας ευχαριστίας δια την σωτηρίαν του. 1 Όποιος τηρεῖ τὸν θεῖον Νόμον, αὐτὸς διὰ τῆς τηρήσεως ταύτης προσφέρει πλῆθος θυσιῶν ἐκεῖνος δὲ ποὺ προσέχει εἰς τὰς ἐντολάς, διὰ νὰ μὴ παραβῇ αὐτάς, αὐτὸς προσφέρει τὴν καλυτέραν περὶ σωτηρίας εὐχαριστήριον Θυσίαν
2 ἀνταποδιδοὺς χάριν προσφέρων σεμίδαλιν, καὶ ὁ ποιῶν ἐλεημοσύνην θυσιάζων αἰνέσεως. 2 Εκείνος που θέλει να εκφράση την ευγνωμοσύνην του προς τον Θεόν, προσφέρει ως θυσίαν σημιγδάλι. Εκείνος όμως που κάμνει ελεημοσύνας, προσφέρει θυσίας δοξολογίας προς τον Θεόν. 2 Ἐκεῖνος ποὺ ἀνταποδίδει εὐγνωμοσύνην εἰς τὸν Θεόν, προσφέρει ὡς θυσίαν τὸ ἐκλεκτότερον ἄλευρον εἰς αὐτόν, καὶ ἐκεῖνος ποὺ κάμνει ἐλεημοσύνην, προσφέρει θυσίαν αἰνέσεως καὶ δοξολογίας καλυτέραν.
3 εὐδοκία Κυρίου ἀποστῆναι ἀπὸ πονηρίας, καὶ ἐξιλασμὸς ἀποστῆναι ἀπὸ ἀδικίας. 3 Η αγαθή θέλησις του Κυρίου είναι να απομακρυνθή ο άνθρωπος από τας πονηρίας· η δε συγχώρησις των αμαρτιών προσφέρεται, όταν απομακρυνθή ο άνθρωπος αποφασιστικώς από κάθε αδικίαν. 3 Τὸ νὰ ἀπομακρυνθῇ τις ἀπὸ τὴν πονηρίαν προκαλεῖ τὴν εὐαρέσκειαν τοῦ Κυρίου, καὶ ἡ ἐξιλέωσις καὶ συγχώρησις δίδεται εἰς ἐκεῖνον, ποὺ φεύγει μακρὰν ἀπὸ τὴν ἀδικίαν.
4 μὴ ὀφθῇς ἐν προσώπῳ Κυρίου κενός, πάντα γὰρ ταῦτα χάριν ἐντολῆς. 4 Μη προσέλθης στον ναόν του Κυρίου με αδειανά τα χέρια, διότι όλαι αι προσφοραί είναι χρέος, σύμφωνα με τας εντολάς του Θεού. 4 Ἐν τούτοις μὴ ἐμφανισθῇς εἰς τὸν Ναὸν ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μὲ ἀδειανὰς τὰς χεῖρας, χωρὶς κάποιαν προσφοράν, διότι ὅλα ταῦτα, τὰ περὶ θυσιῶν καὶ προσφορῶν, πρέπει νὰ γίνωνται, ἐπειδὴ εἶναι ἐντολὴ τοῦ Κυρίου.
5 προσφορὰ δικαίου λιπαίνει θυσιαστήριον, καὶ ἡ εὐωδία αὐτῆς ἔναντι ῾Υψίστου. 5 Η προσφορά θυσίας εκ μέρους του δικαίου λιπαίνει το θυσιαστήριον του Κυρίου και η ευωδία αυτής φθάνει ενώπιον του Υψιστου Θεού. 5 Ἡ προσφορὰ τοῦ δικαίου ἀνθρώπου λιπαίνει καὶ πλουτίζει τὸ Θυσιαστήριον, ἡ δὲ εὐωδία τῆς προσφορᾶς ταύτης φθάνει ἐνώπιον τοῦ Ὑψίστου.
6 θυσία ἀνδρὸς δικαίου δεκτή, καὶ τὸ μνημόσυνον αὐτῆς οὐκ ἐπιλησθήσεται. 6 Θυσία εκ μέρους ανδρός δικαίου γίνεται ευχαρίστως δεκτή από τον Θεόν, και η ανάμνησίς της ποτέ δεν θα λησμονηθή εκ μέρους του Θεού. 6 Ἡ θυσία τοῦ δικαίου ἀνθρώπου γίνεται δεκτὴ ἀπὸ τὸν Θεόν, καὶ ἡ ἐνθύμησίς της δὲν θὰ λησμονηθῇ ποτε ὑπ’ Αὐτοῦ.
7 ἐν ἀγαθῷ ὀφθαλμῷ δόξασον τὸν Κύριον, καὶ μὴ σμικρύνῃς ἀπαρχὴν χειρῶν σου. 7 Με άδολον τον οφθαλμόν δοξολόγησε τον Κυριον, και μη μικρύνης προσφοράν από τας απαρχάς των γεννημάτων σου· αυτήν που θα προσφέρης με τα χέριά σου στον ναόν του Κυρίου. 7 Μὲ βλέμμα χαρούμενον καὶ ἐκ πλουσίας διαθέσεως δόξασε τὸν Κύριον, καὶ μὴ ὀλιγοστεύσῃς τὰ προσφερόμενα εἰς τὸν Ναὸν πρωτογεννήματα τῆς ἐσοδείας σου.
8 ἐν πάσῃ δόσει ἱλάρωσον τὸ πρόσωπόν σου καὶ ἐν εὐφροσύνῃ ἁγίασον δεκάτην. 8 Εις κάθε δωρεάν σου δείχνε ιλαρόν και χαρούμενον το πρόσωπόν σου και με ευχαρίστησιν να προσφέρης στον ναόν το δέκατον των εισοδημάτων σου. 8 Εἰς κάθε δόσιμον, ποὺ προσφέρεις εἰς τὸν Θεόν, κάμε ἱλαρὸν καὶ χαρούμενον τὸ πρόσωπόν σου καὶ μὲ χαρὰν καὶ εὐφρόσυνον διάθεσιν ἀφιέρωσε τὸ δέκατον τῆς ἐσοδείας σου.
9 δὸς ῾Υψίστῳ κατὰ τὴν δόσιν αὐτοῦ καὶ ἐν ἀγαθῷ ὀφθαλμῷ καθ᾿ εὕρεμα χειρός· 9 Πρόσφερε προς τον Κυριον τας δωρεάς σου ανάλογα με τας δωρεάς που λαμβάνεις από αυτόν, και με χαρούμενον οφθαλμόν πρόσφερε ο,τι θα ευρεθή στο χέρι σου. 9 Δῶσε εἰς τὸν Ὕψιστον πλούσια, σύμφωνα μὲ τὴν πρὸς σὲ δωρεάν του, καὶ μὲ μάτι χαρούμενον καὶ γενναιόδωρον αὐτὸ ποὺ θὰ εὑρεθῇ εἰς τὸ χέρι σου, χωρὶς νὰ τσιγγουνευθῇς.
10 ὅτι Κύριος ἀνταποδιδούς ἐστι καὶ ἑπταπλάσια ἀνταποδώσει σοι. 10 Διότι ο Κυριος είναι ο ανταποδότης· και θα σου δώση πολύ περισσότερα, απ' όσα συ του προσφέρεις. 10 Δίδε ἀλογάριαστα, διότι ὁ Κύριος εἶναι ἀνταποδότης καὶ θὰ σοῦ τὰ ἀνταποδώσῃ ἑπταπλάσια.
11 Μὴ δωροκόπει, οὐ γὰρ προσδέξεται· 11 Αλλά και μη προσπαθής, δια των θυσιών σου να δωροδοκήσης τον Θεόν, διότι αυτάς τας θυσίας δεν τας δέχεται ο Θεός. 11 Μὴ προσφέρεις θυσίαν μὲ ἐλατήριον νὰ δωροδοκήσῃς τὸν Θεὸν καὶ νὰ τὸν καταστήσῃς ὑπόχρεων τῶν ἀξιώσεών σου, διότι ὁ Θεὸς δὲν θὰ προσδεχθῇ τὴν θυσίαν σου.
12 καὶ μὴ ἔπεχε θυσίᾳ ἀδίκῳ, ὅτι Κύριος κριτής ἐστι, καὶ οὐκ ἔστι παρ᾿ αὐτῷ δόξα προσώπου. 12 Μη στηρίζεσαι εις θυσίαν, η οποία προέρχεται από αδικίας, διότι ο Κυριος είναι δίκαιος κριτής και δεν επηρεάζεται από την δόξαν και τας επισήμους θέσεις προσώπων. 12 Καὶ μὴ στηρίζεσαι εἰς θυσίαν δι’ ἄδικον αἴτημα προσφερομένην, διότι ὁ Κύριος εἶναι κριτὴς δίκαιος καὶ δὲν ἔχει ἰσχὺν παρ' Αὐτῷ δόξα καὶ μεγαλεῖον οἰουδήποτε προσώπου.
13 οὐ λήψεται πρόσωπον ἐπὶ πτωχοῦ καὶ δέησιν ἠδικημένου εἰσακούσεται· 13 Δεν προσωποληπτεί και δεν καταφρονεί τον πτωχόν, διότι είναι πτωχός· τουναντίον ακούει την δέησιν του πτωχού, που έχει αδικηθή. 13 Δὲν θὰ λάβῃ ὑπ’ ὄψιν του πρόσωπον πλουσίου ἢ ἄρχοντος εἰς βάρος τοῦ πτωχοῦ ἀνθρώπου, καὶ θὰ ἀκούσῃ παράκλησιν κάθε ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀδικηθῇ.
14 οὐ μὴ ὑπερίδῃ ἱκετείαν ὀρφανοῦ καὶ χήραν, ἐὰν ἐκχέῃ λαλιάν· 14 Δεν θα παράβλεψη την δέησιν του ορφανού και της χήρας, όταν αυτοί εκχύσουν προς αυτόν τον πόνον των. 14 Δὲν θὰ ἀδιαφορήσῃ εἰς τὴν παράκλησιν τοῦ ὀρφανοῦ, οὔτε εἰς τὴν χήραν, ἐὰν αὕτη ἐκχύνῃ τὸν βαθὺν πόνον της μὲ φωνὴν πρὸς Αὐτόν.
15 οὐχὶ δάκρυα χήρας ἐπὶ σιαγόνα καταβαίνει καὶ ἡ καταβόησις ἐπὶ τῷ καταγαγόντι αὐτά; 15 Τα δάκρυα της χήρας δεν κυλούν στο πρόσωπόν της; Και η κατακραυγή της δεν στρέφεται εναντίον εκείνου, ο οποίος υπήρξεν αιτία να ρεύσουν τα δάκρυα αυτά; 15 Τὰ δάκρυα τῆς χήρας δὲν καταβαίνουν ἐπὶ τῶν παρειῶν της, καὶ ἡ κατακραυγή της δὲν θὰ ἐπιπέσῃ ἐπὶ ἐκείνου, ὁ ὁποῖος τὰ ἐπροκάλεσε;
16 θεραπεύων ἐν εὐδοκίᾳ δεχθήσεται, καὶ ἡ δέησις αὐτοῦ ἕως νεφελῶν συνάψει. 16 Θα γίνη δεκτός από τον Θεόν εκείνος, που προσφέρει με αγαθήν διάθεσιν τας υπηρεσίας του προς αυτόν, και η δέησίς του θα φθάση μέχρι των νεφελών του ουρανού. 16 Ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος θεραπεύει καὶ λατρεύει τὸν Θεὸν μὲ πρόθυμον καὶ εὐχάριστον θέλησιν, θὰ γίνῃ δεκτὸς ἀπὸ Αὐτόν, καὶ ἡ προσευχή του θὰ φθάσῃ μέχρι τῶν νεφελῶν.
17 προσευχὴ ταπεινοῦ νεφέλας διῆλθε, καὶ ἕως συνεγγίσῃ, οὐ μὴ παρακληθῇ· 17 Η προσευχή του ταπεινού και πιστού ξεπερνά τας νεφέλας, φθάνει έως στον θρόνον του Θεού και δεν σταματά, μέχρις ότου εισακουσθή και δοθή παρηγορία στον ταπεινόν. 17 Ἡ προσευχὴ τοῦ ταπεινοῦ διέρχεται καὶ τὰς νεφέλας· καὶ ἕως ὅτου πλησιάσῃ τὸν Θεόν, δὲν θὰ σταματήσῃ καὶ δὲν θὰ παρηγορηθῇ.
18 καὶ οὐ μὴ ἀποστῇ, ἕως ἐπισκέψηται ὁ ῞Υψιστος. καὶ κρινεῖ δικαίως καὶ ποιήσει κρίσιν. 18 Δεν θα σταματήση την προσευχήν του ο ταπεινός, μέχρις ότου ο Υψιστος θα τον επισκεφθή, θα τον κρίνη με δικαιοσύνην και θα εκδώση την δικαίαν του υπέρ αυτού απόφασιν. 18 Καὶ δὲν θὰ ἀπομακρυνθῇ, ἕως ὅτου ὁ Ὕψιστος τὸν ἐπισκεφθῇ καὶ κρίνῃ δικαίως καὶ ἐκδώσῃ ἀπόφασιν.
19 καὶ ὁ Κύριος οὐ μὴ βραδύνῃ, οὐδὲ μὴ μακροθυμήσῃ ἐπ᾿ αὐτοῖς, 19 Ο Κυριος δεν θα αργοπορήση να αποδώση το δίκαιον και δεν θα δείξη επί πολύν χρόνον την μακροθυμίαν του δια τους αδίκους · 19 Ὁ δὲ Κύριος δὲν θὰ βραδύνῃ, οὔτε θὰ εἶναι πάντοτε μακρόθυμος εἰς αὐτοὺς ποὺ ἀδικοῦν,
20 ἕως ἂν συντρίψῃ ὀσφὺν ἀνελεημόνων, καὶ τοῖς ἔθνεσιν ἀνταποδώσει ἐκδίκησιν, 20 μέχρις ότου θα συντρίψη, την μέσην των σκληρών αυτών ανθρώπων και θα τιμωρήση τα ασεβή έθνη· 20 μέχρις ὅτου συντρίψῃ τὴν ὀσφὺν τῶν ἀσπλάγχνων καὶ σκληρῶν ἀνθρώπων καὶ ἀνταποδώσῃ ἐκδίκησιν εἰς τὰ ἔθνη,
21 ἕως ἐξάρῃ πλῆθος ὑβριστῶν καὶ σκῆπτρα ἀδίκων συντρίψῃ· 21 μέχρις ότου εξολοθρεύση πλήθος υπερηφάνων ανθρώπων και συντρίψη, σκήπτρα αδίκων βασιλέων· 21 καὶ ἕως ὅτου ἐξαφανίσῃ πλῆθος ὑπερηφάνων καὶ βλασφήμων καὶ συντρίψῃ σκῆπτρα ἀδίκων·
22 ἕως ἀνταποδῷ ἀνθρώπῳ κατὰ τὰς πράξεις αὐτοῦ καὶ τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων κατὰ τὰ ἐνθυμήματα αὐτῶν· 22 μέχρις ότου ανταποδώση, βραβεύση, η τιμωρήση ανθρώπους, ανάλογα με τας πράξεις των και τα έργα των και τους διαλογισμούς και επιθυμίας των· 22 ἕως ὅτου ἀνταποδώσῃ εἰς κάθε ἄνθρωπον σύμφωνα μὲ τὰς πράξεις του καὶ ἕως ὅτου κρίνῃ τὰ ἔργα τῶν ἀνθρώπων σύμφωνα μὲ τὰς σκέψεις καὶ τὰ ἐλατήριά των·
23 ἕως κρίνῃ τὴν κρίσιν τοῦ λαοῦ αὐτοῦ, καὶ εὐφρανεῖ αὐτοὺς ἐν τῷ ἐλέει αὐτοῦ. 23 μέχρις ότου θα κρίνη και θα αποδώση δικαιοσύνην και θα υπερασπίση τον λαόν του και θα χαροποιήση τους εκλεκτούς του λαού του με το έλεός του. 23 μέχρις ὅτου ἀποδώσῃ πλήρη δικαιοσύνην εἰς τὸν λαόν του καὶ τοὺς εὐφράνῃ μὲ τὸ ἔλεός του.
24 ὡραῖον ἔλεος ἐν καιρῷ θλίψεως αὐτοῦ, ὡς νεφέλαι ὑετοῦ ἐν καιρῷ ἀβροχίας. 24 Ωραίον είναι το έλεος του Θεού εις καιρόν θλίψεως· ομοιάζει με τα νέφη, που φέρουν βροχήν στον καιρόν ανομβρίας και ξηρασίας. 24 Τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου εἶναι ὡραῖον ἐν καιρῷ θλίψεως καὶ δοκιμασίας τοῦ λαοῦ του, ὅπως τὰ σύννεφα, ποὺ φέρουν βροχὴν κατὰ τὸν καιρὸν τῆς ξηρασίας.