Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΚΑΙ ἀνέστη ᾿Ηλίας προφήτης ὡς πῦρ, καὶ ὁ λόγος αὐτοῦ ὡς λαμπὰς ἐκαίετο· | 1 Επειτα ενεφανίσθη ο προφήτης Ηλίας ωσάν πυρ, και ο λόγος του εφώτιζε και έκαιεν ως λαμπάδα. | 1 Καὶ κατόπιν ἀνεφάνη ὁ προφήτης Ἠλίας, ὅμοιος λόγῳ τοῦ ζήλου του πρὸς φωτιάν, καὶ ὁ λόγος του ἔκαιε καὶ ἐφώτιζεν ὡς λαμπάδα. |
2 ὃς ἐπήγαγεν ἐπ᾿ αὐτοὺς λιμὸν καὶ τῷ ζήλῳ αὐτοῦ ὠλιγοποίησεν αὐτούς· | 2 Αυτός επέφερε λιμόν εναντίον των απίστων Ισραηλιτών και επάνω στον ιερόν ζήλον του εμίκρυνε τον αριθμόν των με τον εκ πείνης θάνατον. | 2 Αὐτὸς ἐπέφερε πεῖναν εἰς τοὺς Ἰσραηλίτας καὶ μὲ τὸν ζῆλον του ὠλιγόστευσεν αὐτοὺς λόγῳ τῶν ἐκ πείνης θανάτων. |
3 ἐν λόγῳ Κυρίου ἀνέσχεν οὐρανόν, κατήγαγεν οὕτως τρὶς πῦρ. | 3 Με τον λόγον του Κυρίου έκλεισε τον ουρανόν ώστε να μη βρέξη και τρεις φορές κατέβασε πυρ από τον ουρανόν. | 3 Διὰ τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου ἔκλεισε τὸν οὐρανὸν νὰ μὴ βρέξῃ, τρεῖς φορὰς δὲ ὡσαύτως κατέβασε ἀπὸ τὸν οὐρανὸν φωτιάν. |
4 ὡς ἐδοξάσθης, ᾿Ηλία, ἐν τοῖς θαυμασίοις σου· καὶ τίς ὅμοιός σοι καυχᾶσθαι; | 4 Ω Ηλία, πόσον εδοξάσθης με τα θαυματουργικά σου έργα! Ποιός δύναται να καυχηθή ότι είναι όμοιος με σέ; | 4 Πόσον ἐδοξάσθης, ὦ Ἠλία, μὲ τὰ θαυματουργικά σου ἔργα! Καὶ ποῖος θὰ ἠδύνατο νὰ καυχᾶται ὅτι εἶναι ὅμοιος πρὸς σέ; |
5 ὁ ἐγείρας νεκρὸν ἐκ θανάτου καὶ ἐξ ᾅδου ἐν λόγῳ ῾Υψίστου· | 5 Συ με τον λόγον του Υψίστου ανέστησες νεκρόν από τον θάνατον και τον επανέφερες από τον άδην. | 5 Σὺ εἶσαι, ὁ ὁποῖος ἀνέστησες νεκρὸν ἐκ τοῦ θανάτου καὶ ἐκ τοῦ Ἅδου διὰ τοῦ λόγου τοῦ Ὑψίστου. |
6 ὁ καταγαγὼν βασιλεῖς εἰς ἀπώλειαν καὶ δεδοξασμένους ἀπὸ κλίνης αὐτῶν· | 6 Συ καθήρεσες και ωδήγησες βασιλείς εις καταστροφήν, και ένδοξα πρόσωπα από την επιθανάτιον κλίνην των. | 6 Σὺ εἶσαι, ὁ ὁποῖος κατεκρήμνισες βασιλεῖς εἰς ἀφανισμὸν καὶ ἀνθρώπους δοξασμένους ἀπὸ τὴν κλίνην τῆς δόξης των εἰς τὸν θάνατον. |
7 ὁ ἀκούων ἐν Σινᾷ ἐλεγμὸν καὶ ἐν Χωρὴβ κρίματα ἐκδικήσεως· | 7 Συ ήκουσες από τον Θεόν στο όρος Σινά συγκλονιστικάς αποκαλύψεις και εις την κορυφήν Χωρήβ δικαίας καταδικαστικάς αποφάσστου Θεού. | 7 Σὺ ἤκουσες εἰς τὸ ὄρος Σινᾶ τὸν ἔλεγχον τοῦ Θεοῦ, (ὅταν παρεπονέθης εἰς αὐτόν, ὅτι μόνος σὺ ἀπέμεινες πιστὸς εἰς τὴν λατρείαν του), καὶ εἰς τὸ ὄρος Χωρὴβ τὰς καταδικαστικὰς ἀποφάσεις τοῦ Θεοῦ. |
8 ὁ χρίων βασιλεῖς εἰς ἀνταπόδομα καὶ προφήτας διαδόχους μετ᾿ αὐτόν· | 8 Συ έχρισες βασιλείς εκδικητάς, και προφήτας διαδόχους έπειτα από σέ. | 8 Σὺ ἔχρισες βασιλεῖς, διὰ νὰ ἐκτελέσουν τὴν ἀνταπόδοσιν καὶ τιμωρίαν τῆς θείας ὀργῆς, καὶ προφήτας διὰ νὰ εἶναι διάδοχοί σου. |
9 ὁ ἀναληφθεὶς ἐν λαίλαπι πυρὸς ἐν ἅρματι ἵππων πυρίνων· | 9 Συ ανελήφθης εις λαίλαπα πυρός με πύρινον άρμα και πυρίνους ίππους. | 9 Σὺ ἀνελήφθης μέσα εἰς καταιγίδα ἀπὸ φωτιὰν μὲ ἅρμα συρόμενον ἀπὸ πύρινα ἄλογα. |
10 ὁ καταγραφεὶς ἐν ἐλεγμοῖς εἰς καιροὺς κοπάσαι ὀργὴν πρὸ θυμοῦ, ἐπιστρέψαι καρδίαν πατρὸς πρὸς υἱὸν καὶ καταστῆσαι φυλὰς ᾿Ιακώβ. | 10 Συ έχεις καταγραφή και προορισθή από τον Θεόν να ελέγξης στους εσχάτους καιρούς τους ασεβείς, δια να κοπάση η θεία οργή, να επιστρέψης την καρδίαν του πατρός προς τον υιόν και να αποκαταστήσης τας δώδεκα φυλάς του Ιακώβ. | 10 Σὺ κατεγράφης καὶ προεφητεύθης εἰς τὰς Γραφάς, ὅτι θὰ ἔλθῃς μὲ ἐλέγχους εἰς ὡρισμένον καιρόν, διὰ νὰ κατευνάσῃς τὴν θείαν ὀργήν, προτοῦ νὰ ἐκσπάσῃ κατὰ τῶν ἀσεβῶν ὁ θυμὸς τοῦ Θεοῦ, διὰ νὰ ἐπαναφέρῃς τὴν ψυχρανθείσαν καὶ ἐστερημένην στοργῆς καρδίαν τοῦ πατρὸς εἰς τὸν υἱὸν καὶ νὰ ἀποκαταστήσῃς τὰς διεσκορπισμένας φυλὰς τοῦ Ἰακώβ. |
11 μακάριοι οἱ ἰδόντες σε καὶ οἱ ἐν ἀγαπήσει κεκοσμημένοι, καὶ γὰρ ἡμεῖς ζωῇ ζησόμεθα. | 11 Μακάριοι είναι εκείνοι, οι οποίοι σε είδον, οι στολισμένοι με την αγάπην του Θεού, και ημείς ασφαλώς και βεβαίως θα ζήσωμεν τότε, όταν εν τη δευτέρα παρουσία εμφανισθής. | 11 Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ σὲ εἶδαν καὶ ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι θὰ ἔχουν στολισθῆ με τὴν ἀγάπην ἀλλὰ καὶ ἠμεῖς βεβαίως θὰ ζήσωμεν τότε. |
12 ᾿Ηλίας, ὃς ἐν λαίλαπι ἐσκεπάσθη, καὶ ᾿Ελισαιὲ ἐνεπλήσθη πνεύματος αὐτοῦ· καὶ ἐν ἡμέραις αὐτοῦ οὐκ ἐσαλεύθη ὑπὸ ἄρχοντος, καὶ οὐ κατεδυνάστευσεν αὐτὸν οὐδείς. | 12 Οταν ο Ηλίας εσκεπάσθη από την λαίλαπα εκείνην και ανεφέρθη στον ουρανόν, ο Ελισσαίος εγέμισεν από το πνεύμα του Ηλιού. Κατά τας ημέρας της ζωής του ο Ελισσαίος δεν εταράχθη από κανένα άρχοντα, και κανείς δεν τον καθυπέταξε εις την θέλησίν του. | 12 Τοιοῦτος νπῆρξεν ὁ Ἠλίας, ὁ ὁποῖος ἐσκεπάσθη διὰ τῆς λαίλαπος καὶ καταιγίδος. Καὶ τότε ὁ Ἐλισαῖος ἐνεπλήσθη ἀπὸ τὸ προφητικὸν πνεῦμα καὶ χάρισμα αὐτοῦ, τοῦ Ἠλία δηλαδή, καὶ κατὰ τὰς ἡμέρας του δὲν ἐταράχθη ἀπὸ κανένα ἄρχοντα, καὶ δὲν ἐκυριάρχησεν ἐπ’ αὐτοῦ κανείς. |
13 πᾶς λόγος οὐχ ὑπερῇρεν αὐτόν, καὶ ἐν κοιμήσει ἐπροφήτευσε τὸ σῶμα αὐτοῦ· | 13 Τιποτε δεν ήτο ανώτερον από αυτόν· και όταν εκοιμήθη, το δε σώμα του έκειτο νεκρόν πλέον στον τάφον, εξεπληρώθη κάποια προφητεία, που είχεν είπει εν ζωή. | 13 Ἀπολύτως τίποτε δὲν ὑπερτέρει αὐτόν. Οὐδεὶς λόγος ἦτο ἀνώτερος τῆς δυνάμεως του· καὶ ἐν αὐτῷ ἀκόμη τῷ ὕπνῳ τοῦ θανάτου τοῦ ἐξεδήλωσε τὴν θαυματουργικὴν τοῦ Προφήτου δύναμιν τὸ ἐν τῷ τάφῳ σῶμα του. |
14 καὶ ἐν ζωῇ αὐτοῦ ἐποίησε τέρατα, καὶ ἐν τελευτῇ θαυμάσια τὰ ἔργα αὐτοῦ. - | 14 Καθ' ον χρόνον εζούσε, έκαμε θαύματα· αλλά και κατά τον θάνατόν του επραγματοποίησε θαυμαστά έργα. | 14 Καὶ κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς ζωῆς του ἐποίησε καταπληκτικὰ θαύματα, ἀλλὰ καὶ καθ’ ὃν χρόνον εἶχεν ἀποθάνει, ὑπῆρξαν θαυμαστὰ τὰ ἔργα του. |
15 ᾿Εν πᾶσι τούτοις οὐ μετενόησεν ὁ λαὸς καὶ οὐκ ἀπέστησαν ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν, ἕως ἐπρονομεύθησαν ἀπὸ τῆς γῆς αὐτῶν καὶ ἐσκορπίσθησαν ἐν πάσῃ τῇ γῇ. καὶ κατελείφθη ὁ λαὸς ὀλιγοστός, καὶ ἄρχων τῷ οἴκῳ Δαυίδ· | 15 Παρ' όλα όμως αυτά οι Ισραηλίται δεν μετενόησαν, δεν απεμακρύνθησαν από τας αμαρτίας των, μέχρις ότου έγιναν αιχμάλωτοι πολέμου, εξωρίσθησαν μακράν από τα μέρη της γης. Ολίγοι απ' αυτούς απέμειναν εις την Παλαιστίνην με αρχηγόν των κάποιον από την οικογένεια Δαβίδ. | 15 Παρ’ ὅλα αὐτὰ ὅμως δὲν μετενόησεν ὁ λαὸς καὶ δὲν ἀπεμακρύνθησαν ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας των, μέχρι ὅτου ἀπήχθησαν αἰχμάλωτοι μακρὰν ἀπὸ τὴν χώραν των καὶ διεσκορπίσθησαν εἰς ὅλην τὴν γῆν. Καὶ ἀπέμεινεν ὁ λαὸς ὀλιγοστὸς μὲ ἄρχοντα ἀπὸ τὴν γενεὰν Δαβίδ. |
16 τινὲς μὲν αὐτῶν ἐποίησαν τὸ ἀρεστόν, τινὲς δὲ ἐπλήθυναν ἁμαρτίας. - | 16 Μερικοί από τους εναπομείναντας ετήρησαν το θέλημα του Θεού· εξ αντιθέτου μερικοί άλλοι επλήθυναν τας αμαρτίας των. | 16 Καὶ μερικοὶ μὲν ἀπὸ αὐτοὺς ἐποίησαν τὸ ἀρεστὸν εἰς τὸν Θεόν, μερικοὶ ὅμως ἐπολλαπλασίασαν τὰς ἁμαρτίας των. |
17 ᾿Εζεκίας ὠχύρωσε τὴν πόλιν αὐτοῦ καὶ εἰσήγαγεν εἰς τὸ μέσον αὐτῆς ὕδωρ, ὤρυξε σιδήρῳ ἀκρότομον καὶ ᾠκοδόμησε κρήνας εἰς ὕδατα. | 17 Ο βασιλεύς Εζεκίας ωχύρωσε την πόλιν του, την Ιερουσαλήμ, και έφερε μέσα εις την πόλιν ύδωρ. Ηνοιξε με σιδηρά εργαλεία βράχον και έκτισε δεξαμενάς υδάτων. | 17 Ὁ Ἐζεκίας ὠχύρωσε τὴν πόλιν του Ἱερουσαλὴμ καὶ μετέφερεν εἰς τὸ ἐσωτερικὸν αὐτῆς τὸ ὕδωρ ἔσκαψε καὶ διήνοιξε σκληρὸν βράχον διὰ σιδήρων ἐργαλείων καὶ ἔκτισε δεξαμενὰς διὰ τὰ ὕδατα. |
18 ἐν ἡμέραις αὐτοῦ ἀνέβη Σενναχηρὶμ καὶ ἀπέστειλε Ραψάκην, καὶ ἀπῇρε· καὶ ἐπῇρεν ἡ χεὶρ αὐτοῦ ἐπὶ Σιὼν καὶ ἐμεγαλαύχησεν ἐν ὑπερηφανίᾳ αὐτοῦ. | 18 Κατά τας ημέρας της βασιλείας του επήλθεν ο Σενναχηρίμ εναντίον της Ιουδαίας και έστειλε τον στροπηγόν Ραψάκην εναντίον της Ιερουσαλήμ. Ο Ραψάκης με συνοδείαν πολλήν εξεκίνησε και ήλθεν, ύψωσεν απειλητικήν την χείρα του κατά της Σιών και αλαζονικώς εκόμπαζεν εναντίον της με πολλήν υπερηφάνειαν. | 18 Κατὰ τὰς ἡμέρας αὐτοῦ ἀνέβη κατ’ αὐτοῦ ὁ βασιλεὺς τῶν Ἀσσυρίων Σενναχηρὶμ καὶ ἀπέστειλεν οὗτος τὸν Ραψάκην καὶ ἀνεχώρησε καὶ ἐσήκωσε τὴν χεῖρα του κατὰ τῆς Σιὼν καὶ ἐν τῇ ὑπερηφανείᾳ του ἐκαυχήθη οὗτος καὶ εἶπε λόγους βλασφήμους καὶ περιφονητικούς. |
19 τότε ἐσαλεύθησαν καρδίαι καὶ χεῖρες αὐτῶν, καὶ ὠδίνησαν ὡς αἱ τίκτουσαι· | 19 Τοτε εταράχθησαν αι καρδίαι των κατοίκων, τα χέρια των παρέλυσαν και μεγάλοι πόνοι τους κατέλαβαν. | 19 Τότε ἐταράχθησαν ἔντρομοι αἱ καρδίαι καὶ χεῖρες αὐτῶν, τῶν κατοίκων τῆς Ἱερουσαλὴμ δηλαδὴ καὶ κατελήφθησαν ἀπὸ πόνους, ὅπως αἱ γυναῖκα ποὺ γεννοῦν. |
20 καὶ ἐπεκαλέσαντο τὸν Κύριον τὸν ἐλεήμονα ἐκπετάσαντες τὰς χεῖρας αὐτῶν πρὸς αὐτόν. καὶ ὁ ἅγιος ἐξ οὐρανοῦ ταχὺ ἐπήκουσεν αὐτῶν καὶ ἐλυτρώσατο αὐτοὺς ἐν χειρὶ ῾Ησαΐου. | 20 Αλλά παρεκάλεσαν τον πολυεύσπλαγχνον Κυριον, ύψωσαν τας χείρας των προς αυτόν· και ο άγιος Θεός ήκουσε την προσευχήν των ταχέως από τον ουρανόν και τους εγλύτωσεν από τα χέρια του Ραψάκου δια του προφήτου Ησαΐου. | 20 Καὶ ἐπεκαλέσθησαν τὸν Κύριον, τὸν εὔσπλαγχνον καὶ ἐλεήμονα, ὑψώσαντες τὰς χεῖρας των πρὸς Αὐτόν· καὶ ὁ Ἅγιος ἀπὸ τὸν οὐρανὸν ἀμέσως τοὺς ἑπήκουσε καὶ τοὺς ἐγλύτωσε διὰ χειρὸς τοῦ Ἠσαΐου. |
21 ἐπάταξε τὴν παρεμβολὴν τῶν ᾿Ασσυρίων. καὶ ἐξέτριψεν αὐτοὺς ὁ ἄγγελος αὐτοῦ. | 21 Εκτύπησε το στράτευμα των Ασυρρίων και ο άγγελος του Θεού τους συνέτριψε. | 21 Καὶ ἐπάταξε τὸ στρατόπεδον τῶν Ἀσσυρίων καὶ τοὺς συνέτριψεν ὁ ἀποσταλεὶς ὑπὸ τοῦ Θεοῦ Ἄγγελος. |
22 ἐποίησε γὰρ ᾿Εζεκίας τὸ ἀρεστὸν Κυρίῳ καὶ ἐνίσχυσεν ἐν ὁδοῖς Δαυὶδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ἃς ἐνετείλατο ῾Ησαΐας ὁ προφήτης, ὁ μέγας καὶ πιστὸς ἐν ὁράσει αὐτοῦ. | 22 Διότι ο Εζεκίας έπραξε το ευάρεστον ενώπιον του Θεού· με σταθερότητα και αποφασιστικότητα εβάδισε τους δρόμους του προπάτορός του Δαβίδ, όπως τον διέταξεν ο προφήτης Ησαΐας ο μέγας αυτός και αληθινός εις τας προφητικάς του οράσεις ανήρ. | 22 Εἱσήκουσε δὲ αὐτοὺς ὁ Θεός, διότι ὁ βασιλεὺς Ἐζεκίας ἐποίησε τὸ ἀρεστὸν εἰς τὸν Κύριον καὶ ἐδείχθη στερεὸς καὶ ἰσχυρὸς εἰς τοὺς δρόμους τῆς ἀρετῆς, κατὰ τοὺς ὁποίους συμπεριεφέρετο καὶ ἔζῃ ὁ Δαβὶδ ὁ πρόγονός του· τοὺς δρόμους αὐτοὺς συνέστησε καὶ παρήγγειλεν εἰς αὐτὸν Ἡσαΐας ὁ προφήτης, ὁ μέγας καὶ ἀξιόπιστος εἰς τὰς προφητικὰς ὁράσεις του. |
23 ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ ἀνεπόδισεν ὁ ἥλιος καὶ προσέθηκε ζωὴν βασιλεῖ. | 23 Κατά τας ημέρας του προφήτου Ησαΐου επί Εζεκίου ανεστράφη η πορεία του ηλίου και ο Ησαΐας εχάρισεν έτη ζωής στον βασιλέα. | 23 Κατὰ τὰς ἡμέρας αὐτοῦ ὠπισθοχώρησεν ὁ ἥλιος, καὶ προσέθεσεν ὁ Θεὸς ζωὴν εἰς τὸν βασιλέα. |
24 πνεύματι μεγάλῳ εἶδε τὰ ἔσχατα καὶ παρεκάλεσε τοὺς πενθοῦντας ἐν Σιών· | 24 Με τον φωτισμόν του Αγίου Πνεύματος είδεν ο Ησαΐας τα μέλλοντα γεγονότα και παρηγόρησε τους πενθούντας κατοίκους της Σιών. | 24 Φωτιζόμενος ὑπὸ μεγάλου προφητικοῦ χαρίσματος εἶδε τὰ ὅσα θὰ συνέβαινον εἰς τοὺς ἐσχάτους καιρούς, καὶ παρηγόρησεν ἐκείνους ποὺ ἦσαν τεθλιμμένοι εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ. |
25 ἕως τοῦ αἰῶνος ὑπέδειξε τὰ ἐσόμενα καὶ τὰ ἀπόκρυφα πρὶν ἢ παραγενέσθαι αὐτά. | 25 Αυτός προεφήτευσε και απεκάλυψεν εκείνα, τα οποία θα συμβούν στο μέλλον, κρυμμένα και άγνωστα πράγματα, πριν πραγματοποιηθούν. | 25 Ἐφανέρωσεν ὅσα θὰ γίνουν μέχρι συντελείας τοῦ αἰῶνος καὶ τὰ ἀπόκρυφα καὶ μυστηριώδη, πρὶν ἀκόμη συμβοῦν ταῦτα. |