Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024
Ανατ: 07:38
Δύση: 17:10
Σελ. 21 ημ.
356-10
16ος χρόνος, 6153η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 17 (ΙΖ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΥΡΙΟΣ ἔκτισεν ἐκ γῆς ἄνθρωπον καὶ πάλιν ἀπέστρεψεν αὐτὸν εἰς αὐτήν. 1 Ο Κυριος έπλασε το σώμα του ανθρώπου από την γην, και πάλιν διέταΞε να επιστρέψη αυτό εις την γην. 1 Ο Κύριος ἔπλασε τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸ χῶμα τῆς γῆς καὶ διέταξε νὰ ἐπιστρέψῃ εἰς αὐτήν.
2 ἡμέρας ἀριθμοῦ καὶ καιρὸν ἔδωκεν αὐτοῖς καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τῶν ἐπ᾿ αὐτῆς. 2 Μετρημένας τας ημέρας της ζωής των έδωκεν στους πρωτοπλάστους. Εχορήγησεν επίσης εις αυτούς την εξουσίαν να άρχουν εις όλα τα ζώα της ξηράς και της θαλάσσης. 2 Ἔδωκεν εἰς αὐτοὺς ὡρισμένον ἀριθμὸν ἡμερῶν καὶ χρόνον ζωῆς μετρημένον καὶ τοὺς ἔδωκεν ἐξουσίαν ἐπὶ ὅλων τῶν ἐπὶ τῆς γῆς.
3 καθ᾿ ἑαυτοὺς ἐνέδυσεν αὐτοὺς ἰσχὺν καὶ κατ᾿ εἰκόνα αὐτοῦ ἐποίησεν αὐτοὺς 3 Περιέβαλε τον καθένα από αυτούς με δύναμιν, τους εδημιούργησε σύμφωνα με την ιδικήν του εικόνα. 3 Καθένα τους περιέβαλε μὲ δύναμιν καὶ τοὺς ἔπλασε κατ’ εἰκόνα του.
4 καὶ ἔθηκε τὸν φόβον αὐτοῦ ἐπὶ πάσης σαρκὸς καὶ κατακυριεύειν θηρίων καὶ πετεινῶν. 4 Εις όλα τα δημιουργήματα ενέπνευσε ψόβον απέναντι του ανθρώπου, δια να κατεξουσιάζη αυτός εις όλα τα θηρία του αγρού και εις τα πετεινά του ουρανού. 4 Ἐνέβαλε τὸν φόβον τοῦ ἀνθρώπου εἰς πᾶσαν ζωντανὴν σάρκα, ὥστε νὰ κυριαρχῇ οὗτος ἐπὶ τῶν θηρίων καὶ τῶν πετεινῶν.
5 [ἔλαβον χρῆσιν τῶν πέντε τοῦ Κυρίου ἐνεργημάτων, ἕκτον δὲ νοῦν αὐτοῖς ἐδωρήσατο μερίζων καὶ τὸν ἕβδομον λόγον ἑρμηνέα τῶν ἐνεργημάτων αὐτοῦ]. 5 Επήραν οι πρωτόπλαστοι από τον Κυριον την δύναμιν και την χρήσιν των πέντε αισθήσεων, ως έκτον δε δώρον εχορήγησεν εις αυτούς ο Κυριος την διάνοιαν. Εβδομον δε τον προφορικόν λόγον, δια να ημπορούν να εκφράζουν και να ερμηνεύουν τας ενεργείας και τα δημιουργήματα του Θεού. 5 Οἱ ἄνθρωποι ἔλαβον ἀπὸ τὸν Κύριον τὴν δύναμιν τῆς χρήσεως τῶν πέντε αἰσθήσεων, διὰ τῶν ὁποίων κανονίζουν τὰς διαφόρους ἐνεργείας των, ὡς ἕκτον δέ, καθὼς ἐμοίραζε τὰ χαρίσματά του, τοὺς ἐδώρησε τὸν νοῦν καὶ τὸ λογικόν, καὶ ὡς ἕβδομον χάρισμα τοὺς ἔδωκε τὸν προφορικὸν λόγον, διὰ νὰ δίδῃ μὲ αὐτὸν ἐξηγήσεις διατὶ ἐνεργεῖ οὕτως ἢ ἄλλως.
6 διαβούλιον καὶ γλῶσσαν καὶ ὀφθαλμούς, ὦτα καὶ καρδίαν ἔδωκε διανοεῖσθαι αὐτοῖς. 6 Ελευθέραν βούλησιν, γλώσσαν, οφθαλμούς, αυτιά και καρδίαν έδωσεν εις αυτούς ο Θεός, δια να σκέπτωνται. 6 Ἐλευθέραν βούλησιν καὶ γλῶσσαν καὶ μάτια, αὐτιὰ καὶ καρδίαν ἔδωκεν ὁ Θεὸς εἰς αὐτοὺς διὰ νὰ σκέπτωνται.
7 ἐπιστήμην συνέσεως ἐνέπλησεν αὐτοὺς καὶ ἀγαθὰ καὶ κακὰ ὑπέδειξεν αὐτοῖς. 7 Τους εγέμισε με γνώσιν συνέσεως, υπέδειξεν εις αυτούς τα καλά και τα κακά. 7 Ἐγέμισεν αὐτοὺς μὲ γνῶσιν πλήρη συνέσεως καὶ τοὺς ὑπέδειξε διὰ τῆς συνειδήσεως ποῖα εἶναι τὰ καλὰ καὶ ποῖα τὰ κακά.
8 ἔθηκε τὸν ὀφθαλμὸν αὐτοῦ ἐπὶ τὰς καρδίας αὐτῶν δεῖξαι αὐτοῖς τὸ μεγαλεῖον τῶν ἔργων αὐτοῦ, 8 Εθεσε τον οφθαλμόν του εις τας καρδίας των, τους έδωσε φως νοήσεως, δια να δείξη εις αυτούς, και εκείνοι να ίδουν, το μεγαλείον των έργων του. 8 Ἐνεφύτευσεν εἰς τὰς καρδίας των καὶ τοὺς ἐπροίκισε μὲ ἠθικὴν διάκρισιν, διὰ νὰ δεικνύῃ εἰς αὐτοὺς τὸ μεγαλεῖον τῶν ἔργων του
9 καὶ ὄνομα ἁγιασμοῦ αἰνέσουσιν, 9 Τους έδωσε την δυνατότητα να υμνολογούν και να αγιάζουν το Ονομα του 9 οὕτως, ὥστε νὰ δοξολογοῦν τὸ ἅγιον Ὄνομά του
10 ἵνα διηγῶνται τὰ μεγαλεῖα τῶν ἔργων αὐτοῦ. 10 και να διηγούνται τα μεγαλεία των έργων του. 10 καὶ νὰ διακηρύττουν τὰ μεγαλεῖα τῶν ἔργων του.
11 προσέθηκεν αὐτοῖς ἐπιστήμην καὶ νόμον ζωῆς ἐκληροδότησεν αὐτοῖς. 11 Προσέθεσεν εις αυτούς γνώσιν και σοφίαν, τους εκληροδότησε τον νόμον της ζωής, 11 Ἐπὶ πλέον ἐπρόσθεσεν εἰς αὐτοὺς ἀνωτέραν γνῶσιν καὶ σοφίαν, καὶ Νόμον, ποὺ χαρίζει τὴν πραγματικὴν καὶ αἰωνίαν ζωήν, τοὺς ἔδωκεν ὡς κληρονομίαν.
12 διαθήκην αἰῶνος ἔστησε μετ᾿ αὐτῶν καὶ τὰ κρίματα αὐτοῦ ὑπέδειξεν αὐτοῖς. 12 συνήψε μαζή των αιωνίαν διαθήκην και υπέδειξεν εις αυτούς τας εντολάς του. 12 Συνῆψε μαζί τους Διαθήκην καὶ συμφωνίαν αἰώνιον καὶ ὑπέδειξεν εἰς αὐτοὺς τὰς ἐντολάς του.
13 μεγαλεῖον δόξης εἶδον οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν, καὶ δόξαν φωνῆς αὐτῶν ἤκουσε τὸ οὖς αὐτῶν. 13 Μεγαλείον δόξης είδαν τα μάτια των και την ένδοξον φωνήν του ήκουσαν τα αυτιά των. 13 Τὰ μάτια των εἶδαν τὸ μεγαλεῖον τῆς δόξης του καὶ τὰ αὐτιά των ἤκουσαν τὴν δοξασμένην φωνήν του.
14 καὶ εἶπεν αὐτοῖς· προσέχετε ἀπὸ παντὸς ἀδίκου· καὶ ἐνετείλατο αὐτοῖς ἑκάστῳ περὶ τοῦ πλησίον. 14 Είπε δε προς αυτούς· “προσέχετε από κάθε αδικίαν”. Εδωσεν στον καθένα των εντολάς σχετικώς με την συμπεριφοράν του απέναντι του πλησίον του. 14 Καὶ τοὺς εἶπε· προσέχετε ἀπὸ κάθε ἀδικίαν καὶ εἰς τὸν καθένα των ἔδωκεν ἐντολὰς ἐν σχέσει πρὸς τὸν πλησίον του.
15 αἱ ὁδοὶ αὐτῶν ἐναντίον αὐτοῦ διαπαντός, οὐ κρυβήσονται ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ. 15 Οι δρόμοι και οι τρόποι της ζωής των ευρίσκονται πάντοτε ενώπιόν του. Δεν θα ημπορέσουν να αποκρυβούν από τα μάτια του. 15 Ἡ συμπεριφορά των καὶ οἱ τρόποι τῆς ζωῆς των εἶναι πάντοτε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· δὲν θὰ κρυφθοῦν ἀπὸ τοὺς ὀφθαλμούς του.
17 ἑκάστῳ ἔθνει κατέστησεν ἡγούμενον, καὶ μερὶς Κυρίου ᾿Ισραήλ ἐστιν. 17 Εις κάθε άλλο έθνος εγκατέστησεν ο Θεός άρχοντα. Αρχων και κληρονομία όμως του Ισραήλ είναι ο Κυριος. 16 Εἰς κάθε ἔθνος ἐγκατέστησεν ἀρχηγόν, καὶ ἰδιαίτερον ἐκλεκτὸν μερίδιον τοῦ Κυρίου εἶναι ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαός.
19 ἅπαντα τὰ ἔργα αὐτῶν ὡς ὁ ἥλιος ἐναντίον αὐτοῦ, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ἐνδελεχεῖς ἐπὶ τὰς ὁδοὺς αὐτῶν. 19 Ολα τα έργα αυτών είναι ενώπιόν του φανερά όπως ο ήλιος, και τα μάτια του συνεχώς εις τας πορείας της ζωής των. 17 Ὅλα τὰ ἔργα των εἶναι ὁλοφάνερα σὰν τὸν ἥλιον ἐνώπιόν Του, καὶ τὰ μάτια Του παρατηροῦν ἀδιακόπως πῶς πορεύονται καὶ ποία εἶναι ἡ διαγωγή των.
20 οὐκ ἐκρύβησαν αἱ ἀδικίαι αὐτῶν ἀπ᾿ αὐτοῦ, καὶ πᾶσαι αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν ἔναντι Κυρίου. 20 Δεν απεκρύβησαν ούτε αποκρύπτονται αι αδικίαι των από αυτόν και όλαι αι αμαρτίαι των ευρίσκονται πάντοτε ενώπιον του Κυρίου. 18 Δὲν παρέμειναν κρυμμέναι αἱ ἀδικίαι των ἀπὸ Αὐτὸν καὶ ὅλαι αἱ ἁμαρτίαι των εἶναι ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ τὰς βλέπει.
22 ἐλεημοσύνη ἀνδρὸς ὡς σφραγὶς μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ χάριν ἀνθρώπου ὡς κόρην συντηρήσει. 22 Καθε ελεημοσύνη ανθρώπου είναι δι' αυτόν ως μία σφραγίς. Προσέχει δε και διαφυλάττει ελεημοσύνην ανθρώπου ως κόρην οφθαλμού. 19 Ἡ ἐλεημοσύνη, εἰς τὴν ὁποίαν θὰ προβῇ ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος, εἶναι σὰν σφραγῖδα ἀνεξάλειπτος, ποὺ τὴν φέρει πάντοτε μαζί του. Τὴν δὲ εὐεργεσίαν καὶ γενναιοδωρίαν, εἰς τὴν ὁποίαν θὰ προβῇ ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος, θὰ τὴν διατηρήσῃ ὁ Κύριος σὰν κόρην ὀφθαλμοῦ.
23 μετὰ ταῦτα ἐξαναστήσεται καὶ ἀνταποδώσει αὐτοῖς καὶ τὸ ἀνταπόδομα αὐτῶν εἰς κεφαλὴν αὐτῶν ἀποδώσει· 23 Επειτα θα εξεγερθή ο Κυριος και θα αποδώση εις αυτούς, που διαπράττουν αδικίας, το δίκαιον ανταπόδομα. Εις το κεφάλι των θα ανταποδώση τας αδικίας, τας οποίας διέπραξαν. 20 Καὶ ἔπειτα, εἰς τὸν κατάλληλον καιρόν, θὰ σηκωθῇ ὁ Θεὸς διὰ νὰ κρίνῃ τοὺς ἀνθρώπους, καὶ θὰ ἀποδώσῃ εἰς αὐτοὺς τὴν δικαίαν ἀνταπόδοσιν καὶ θὰ ἀνταποδώσῃ ρίπτων εἰς τὰς κεφαλὰς τῶν ἀσεβῶν τὴν τιμωρίαν ποὺ τοὺς ἀξίζει.
24 πλὴν μετανοοῦσιν ἔδωκεν ἐπάνοδον καὶ παρεκάλεσεν ἐκλείποντας ὑπομονήν. 24 Αλλά στους μετανοούντας έδωσε το δικαίωμα και την δυνατότητα επιστροφής, τους δε λιποψυχούντας τους παρηγόρησε και τους ενίσχυσε, ώστε να υπομένουν. 21 Εἰς ἐκείνους ὅμως, οἱ ὁποῖοι μετανοοῦν, ἔδωκεν ὁ Κύριος ἐπάνοδον καὶ ἐπιστροφὴν καὶ παρηγόρησεν ἐκείνους, ποὺ ἔχασαν τὴν ὑπομονὴν καὶ τὸ θάρρος των.
25 ᾿Επίστρεφε ἐπὶ Κύριον καὶ ἀπόλειπε ἁμαρτίας, δεήθητι κατὰ πρόσωπον καὶ σμίκρυνον πρόσκομμα. 25 Γυρισε λοιπόν, ω αμαρτωλέ, και έλα προς τυν Κυριον. Απαρνήσου και άφησε τας αμαρτίας, παρακάλεσέ τον προσωπικώς και λιγόστεψε τας παραβάσεις σου, αι οποίαι παρεντίθενται πρόσκομμα μεταξύ σου και του Κυρίου. 22 Ἐπίστρεψε διὰ μετανοίας εἰς τὸν Κύριον καὶ παῦσε νὰ ἁμαρτάνῃς. Δεήθητι ἐνώπιον τοῦ προσώπου του καὶ ἐλάττωσε κάθε ἐμπόδιον τῆς σωτηρίας σου.
26 ἐπάναγε ἐπὶ ῞Υψιστον καὶ ἀπόστρεφε ἀπὸ ἀδικίας, καὶ σφόδρα μίσησον βδέλυγμα. 26 Επάνελθε προς τον υψιστον Θεόν. Απομακρύνσου από κάθε αδικίαν, μίσησέ με όλην σου την καρδία αυτά, που είναι βδελυρά και μισητά δια τον Κυριον. 23 Γύριζε πάλιν διὰ τῆς μετανοίας πλησίον τοῦ Ὑψίστου καὶ φεῦγε μακρὰν ἀπὸ κάθε ἀδικίαν καὶ μίσησε μὲ ὅλην σου τὴν δύναμιν κάθε σιχαμερὴ πρᾶξιν.
27 ῾Υψίστῳ τίς αἰνέσει ἐν ᾅδου ἀντὶ ζώντων καὶ ζώντων καὶ διδόντων ἀνθομολόγησιν; 27 Ποιός θα δοξολογήση κάτω στον άδην τον Κυριον αντί εκείνων, που ζουν εις την γην, ζουν και αναπέμπουν δοξολογίαν προς αυτόν; 24 Ποῖος θὰ ἀνυμνήσῃ καὶ θὰ δοξολογήσῃ εἰς τὸν Ἅδην τὸν Ὕψιστον ἀντὶ ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ζοῦν καὶ οἱ ὁποῖοι, ἐφ’ ὅσον ζοῦν, δύνανται νὰ προσφέρουν δοξολογίαν εἰς Αὐτόν;
28 ἀπὸ νεκροῦ ὡς μηδὲ ὄντος ἀπόλλυται ἐξομολόγησις· ζῶν καὶ ὑγιὴς αἰνέσει τὸν Κύριον. 28 Από τον νεκρόν, ως εάν πλέον δεν υπάρχη, χάνεται κάθε δοξολογία προς τον Κυριον. Ο ζων και ο υγιής άνθρωπος θα υμνολογήση τον Κυριον. 25 Ἀπὸ τὸν νεκρόν, ἐπειδὴ οὗτος δὲν εἶναι πλέον ζωντανὸς ἐπὶ τῆς γῆς, ἀχάθη ἡ δοξολογία πρὸς τὸν Θεόν. Ὁ ζωντανὸς καὶ ὑγιὴς θὰ δοξάσῃ τὸν Θεόν.
29 ὡς μεγάλη ἡ ἐλεημοσύνη τοῦ Κυρίου καὶ ἐξιλασμὸς τοῖς ἐπιστρέφουσιν ἐπ᾿ αὐτόν. 29 Ποσον μέγα είναι το έλεος του Κυρίου! Η εξιλέωσις και η άφεσις, την οποίαν προσφέρει προς εκείνους, που επιστρέφουν εις αυτόν! 26 Πόσον μεγάλη εἶναι ἡ εὐσπλαγχνία καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου καὶ ἡ συγχώρησις δι’ ὅσους μετανοοῦν καὶ ἐπιστρέψουν εἰς Αὐτόν!
30 οὐ γὰρ δύναται πάντα εἶναι ἐν ἀνθρώποις, ὅτι οὐκ ἀθάνατος υἱὸς ἀνθρώπου. 30 Διότι δεν είναι όλα δυνατά και κατορθωτά εκ μέρους των ανθρώπων. Κανείς άνθρωπος, κανείς γεννητός γυναικών δεν είναι αθάνατος. 27 Καταφαίνεται δὲ ὁ πλοῦτος οὗτος τοῦ θείου ἐλέους πρὸς τοὺς ἀνθρώπους· διότι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ εὑρίσκωνται ὅλα εἰς αὐτούς, ἐπειδὴ δὲν εἶναι ἀθάνατος κάθε ἀπόγονος ἀνθρώπου, ἀλλ' εἶναι φθαρτὸς καὶ ἀτελής.
31 τί φωτεινότερον ἡλίου; καὶ τοῦτο ἐκλείπει· καὶ πονηρὸς ἐνθυμηθήσεται σάρκα καὶ αἷμα. 31 Ποίον άλλο κτίσμα είναι φωτεινότερον από τον ήλιον; Και όμως και ο ίδιος εξαφανίζεται με την δύσιν του. Ετσι εκλείπει και ο αμαρτωλός, ο οποίος έχει πάντοτε στον νουν και την καρδίαν του αμαρτωλάς καταστάσεις και πράξεις σαρκός και αίματος. 28 Ποῖον ἄλλο κτίσμα εἶναι φωτεινότερον καὶ λαμπρότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον; Καὶ ὅμως καὶ αὐτὸ χάνεται καὶ ὑφίσταται ἔκλειψιν. Καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος, ποὺ μόνον σαρκικὰ καὶ μάταια θὰ σκέπτεται καὶ θὰ ἐπιθυμῇ, πόσῳ μᾶλλον θὰ ἐκλείψῃ;
32 δύναμιν ὕψους οὐρανοῦ αὐτὸς ἐπισκέπτεται, καὶ οἱ ἄνθρωποι πάντες γῆ καὶ σποδός. 32 Ο Θεός είναι εκείνος, ο οποίος επιβλέπει τας εν υψηλοίς ουρανίους στρατιάς, όλοι δε οι άνθρωποι δεν είναι παρά χώμα και στάκτη. 29 Τὰ ἄστρα, ποὺ εἶναι ἡ δύναμις καὶ σὰν συντεταγμένος στρατὸς τοῦ οὐρανοῦ, Αὐτὸς τὰ παρακολουθεῖ καὶ τὰ ἐπιβλέπει· πόσῳ μᾶλλον τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ εἶναι χῶμα καὶ στάκτη.