Τετάρτη, 24 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:38
Δύση: 20:10
Σελ. 16 ημ.
115-251
16ος χρόνος, 5912η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΕΞΟΔΟΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 23 (ΚΓ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΟΥ παραδέξῃ ἀκοὴν ματαίαν. οὐ συγκαταθήσῃ μετὰ τοῦ ἀδίκου γενέσθαι μάρτυς ἄδικος. 1 Εάν είσαι δικαστής, δεν πρέπει να παραδεχθής ποτέ επιπολαίαν και αναπόδεικτον κατηγορίαν. Εάν κληθής ως μάρτυς, ποτέ δεν πρέπει να έλθης εις συμφωνίαν με τον αδικησαντα, ώστε να γίνης ψευδομάρτυς. 1 Προκειμένου νὰ βγάλῃς ἀπόφασιν ὡς Κριτής, δεν πρέπει νὰ δεχθῇς καὶ νὰ λάβῃς ὑπ' ὄψιν σου κατηγορίαν ἀστήρικτον, ποὺ διαδίδεται ψευδῶς καὶ χωρὶς ἀποδείξεις. Δὲν πρέπει ἐπίσης νὰ πάρῃς τὸ μέρος τοῦ ἀδίκου καὶ νὰ δεχθῇς νὰ καταθέσῃς ψευδῆ μαρτυρίαν ὑπὲρ αὐτοῦ,
2 οὐκ ἔσῃ μετὰ πλειόνων ἐπὶ κακίᾳ. οὐ προστεθήσῃ μετὰ πλήθους ἐκκλῖναι μετὰ τῶν πλειόνων, ὥστε ἐκκλῖναι κρίσιν. 2 Ποτέ δεν θα συνταυτισθής με την πλειοψηφίαν, δια να κάμης κάτι κακόν. Δεν θα ακολουθήσης το πολύ πλήθος, ώστε να παρεκτροπής και συ με τους πολλούς και να παρεκκλίνης από την δικαίαν κρίσιν. Ο καθένας είναι υπεύθυνος δια τας πράξστου. 2 Δὲν πρέπει νὰ ἀκολουθήσῃς καὶ νὰ ταχθῇς μὲ τοὺς περισσοτέρους, διὰ νὰ διαπραχθῇ κάτι ἄδικον καὶ κακόν. Οὔτε νὰ γίνῃς ἕνα μὲ τοὺς πολλοὺς ἔτσι, ὥστε νὰ ἀκολουθήσῃς τὸν λανθασμένον δρόμον τῶν περισσοτέρων καὶ νὰ παρεκκλίνῃς ἀπὸ τὴν ὀρθὴν καὶ δικαίαν κρίσιν.
3 καὶ πένητα οὐκ ἐλεήσεις ἐν κρίσει. 3 Ούτε παρασυρόμενος από συμπάθειαν θα μεροληπτήσης υπέρ του πτωχού κατά την δίκην. 3 Δὲν θὰ ἐπηρεασθῇς ἀπὸ τὴν πτωχείαν κάποιου, ὅταν εἶναι ἔνοχος, ὥστε νὰ τὸν δικαιώσῃς διὰ λόγους εὐσπλαγχνίας.
4 ἐὰν δὲ συναντήσῃς τῷ βοΐ τοῦ ἐχθροῦ σου ἢ τῷ ὑποζυγίῳ αὐτοῦ πλανωμένοις, ἀποστρέψας ἀποδώσεις αὐτῷ. 4 Εάν συναντήσης το βόδι του εχθρού σου η το υποζύγιον του εχθρού σου περιπλανώμενα, γύρισέ τα και δόσε τα εις αυτόν. 4 Ἐὰν δὲ συναντήσῃς τὸ βόδι ἢ τὸ ὑποζύγιον κάποιου, ποὺ εἶναι ἐχθρός σου, νὰ γυρίζουν χαμένα ἐδῶ καὶ ἐκεῖ, πρέπει νὰ τὰ φέρῃς ὀπίσω καὶ νὰ τὰ παραδώσῃς εἰς τὸν ἰδιοκτήτην των.
5 ἐὰν δὲ ἴδῃς τὸ ὑποζύγιον τοῦ ἐχθροῦ σου πεπτωκὸς ὑπὸ τὸν γόνον αὐτοῦ, οὐ παρελεύσῃ αὐτό, ἀλλὰ συναρεῖς αὐτὸ μετ᾿ αὐτοῦ. 5 Εάν ίδης το υποζύγιον του εχθρού σου να έχει πέσει υπό το βάρος του φορτίου του, δεν θα το προσπεράσης με αδιαφορίαν, αλλά μαζή με αυτόν θα το σηκώσης. 5 Ἐὰν δέ, καθὼς περνᾷς εἰς τὸν δρόμον, ἰδῇς τὸ ὑποζύγιον τοῦ ἐχθροῦ σου νὰ ἔχῃ πέσει κάτω λόγῳ τοῦ φορτίου, δὲν θὰ προσπεράσεις ἀδιάφορος· πρέπει νὰ βοηθήσῃς τὸν ἐχθρόν σου καὶ νὰ σηκώσετε μαζὶ τὸ ζῶον του.
6 οὐ διαστρέψεις κρίμα πένητος ἐν κρίσει αὐτοῦ. 6 Δεν θα διαστρέψης και δεν θα καταπατήσης το δίκαιον του πτωχού κατά την δίκην. 6 Κατὰ τὴν δίκην ἐνὸς πτωχοῦ ἀνθρώπου δὲν θὰ κάνῃς ἀδικίαν μὲ τὸ νὰ στραγγαλίσῃς τὸ δίκαιόν του.
7 ἀπὸ παντὸς ρήματος ἀδίκου ἀποστήσῃ· ἀθῷον καὶ δίκαιον οὐκ ἀποκτενεῖς καὶ οὐ δικαιώσεις τὸν ἀσεβῆ ἕνεκεν δώρων. 7 Φυγε μακράν από κάθε αδικίαν. Δεν θα καταδικάσης εις θάνατον αθώον και δίκαιον. Δεν θα δικαιώσης τον ασεβή δελεαζόμενος από τα δώρα του. 7 Κράτησε τὸν ἑαυτόν σου μακρυὰ ἀπὸ κάθε τι ἄδικον. Δὲν θὰ ἀποφασίσῃς νὰ θανατωθῇ ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι ἀθῶος καὶ δίκαιος. Οὔτε θὰ δικαιώσῃς τὸν ἀσεβῆ, ἐπειδὴ σοῦ προσέφερε δῶρα καὶ σὲ ἐπηρέασεν ὑπὲρ αὐτοῦ.
8 καὶ δῶρα οὐ λήψῃ· τὰ γὰρ δῶρα ἐκτυφλοῖ ὀφθαλμοὺς βλεπόντων καὶ λυμαίνεται ρήματα δίκαια. 8 Ως δικαστής δεν θα λάβης ποτέ δώρα, διότι τα δώρα τυφλώνουν τους οφθαλμούς και αυτών ακόμη των συνετών ανθρώπων και γίνονται αφορμή καταδολιεύσεως της δικαιοσύνης. 8 Καὶ δεν πρέπει νὰ δέχεσαι ποτὲ δῶρα ἀπὸ ὅσους δικάζεις. Διότι τὰ δῶρα τυφλώνουν τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς διανοίας καὶ τῶν συνετῶν ἀνθρώπων καὶ καταστρέφουν κάθε ἰδέαν δικαιοσύνης.
9 καὶ προσήλυτον οὐ θλίψετε· ὑμεῖς γὰρ οἴδατε τὴν ψυχὴν τοῦ προσηλύτου· αὐτοὶ γὰρ προσήλυτοι ἦτε ἐν γῇ Αἰγύπτῳ. 9 Δεν θα στενοχωρήσετε ξένον. Διότι και σεις γνωρίζετε την ζωήν του ξένου, επειδή και οι ίδιοι εζήσατε ως ξένοι εις την Αίγυπτον. 9 Δὲν πρέπει ἐπίσης νὰ καταπιέσετε κάποιον, ποὺ δὲν εἶναι μὲν Ἰσραηλίτης, ζῇ ὅμως μαζί σας. Διότι γνωρίζετε πῶς ζῇ καὶ τί αἰσθάνεται ἕνας ξένος, ἐπειδὴ ἐζήσατε καὶ σεῖς οἱ ἴδιοι σὰν ξένοι καὶ πάροικοι εἰς τὴν χώραν τῆς Αἰγύπτου.
10 ῝Εξ ἔτη σπερεῖς τὴν γῆν σου καὶ συνάξεις τὰ γεννήματα αὐτῆς· 10 Εξ έτη κατά συνέχειαν θα σπείρης τους αγρούς σου και θα μαζεύης τα γεννήματά των. 10 Ἐπὶ ἕξι χρόνια θὰ σπείρῃς τὰ ἀγροκτήματά σου καὶ θὰ συγκεντρώνῃς τὰ προϊόντα, ποὺ σοῦ προσφέρουν.
11 τῷ δὲ ἑβδόμῳ ἄφεσιν ποιήσεις καὶ ἀνήσεις αὐτήν, καὶ ἔδονται οἱ πτωχοὶ τοῦ ἔθνους σου, τὰ δὲ ὑπολειπόμενα ἔδεται τὰ ἄγρια θηρία. οὕτω ποιήσεις τὸν ἀμπελῶνά σου καὶ τὸν ἐλαιῶνά σου. 11 Κατά το έβδομον όμως έτος θα αφήσης αυτούς ακαλλιεργήτους, τα δε αυτοφυή προϊόντα των αγρών σου κατά το έτος τούτο θα τα φάγουν οι πτωχοί, και όσα υπολειφθούν θα τα φάγουν τα άγρια θηρία. Το ίδιο πράγμα θα κάμης και δια τον αμπελώνά σου και δια τον ελαιώνά σου. 11 Κάθε ἕβδομον ὅμως χρόνον θὰ ἀφήνῃς τὰ χωράφια σου ἀκαλλιέργητα, διὰ νὰ ἀναπαύωνται. Κάθε τι ποὺ θὰ φυτρώσει καὶ ἀναπτυχθῇ μόνον του εἰς αὐτὰ κατὰ τὸν χρόνον αὐτόν, θὰ τὸ τρώγουν οἱ πτωχοὶ Ἰσραηλῖται καὶ ὅ,τι ἀπομένει τελικῶς θὰ τὸ τρώγουν τὰ ἄγρια ζῶα. Τὸ ἴδιο θὰ κάνεις καὶ στὸ ἀμπέλι καὶ διὰ τὸν ἐλαιῶνα σου.
12 ἓξ ἡμέρας ποιήσεις τὰ ἔργα σου, τῇ δὲ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ ἀνάπαυσις, ἵνα ἀναπαύσηται ὁ βοῦς σου καὶ τὸ ὑποζύγιόν σου, καὶ ἵνα ἀναψύξῃ ὁ υἱὸς τῆς παιδίσκης σου καὶ ὁ προσήλυτος. 12 Εξ ημέρας θα εκτελής όλα τα έργα σου, κατά δε την εβδόμην ημέραν θα γίνεται ανάπαυσις, δια να αναπαυθή το βόδι σου και το υποζύγιόν σου, να εύρη αναψυχήν το παιδί της δούλης σου και ο ξένος, που εργάζεται κοντά σου. 12 Ἐπὶ ἕξι ἡμέρας θὰ ἐργάζεσαι, διὰ νὰ κάμνῃς τὰ διάφορα ἔργα σου. Κατὰ τὴν ἑβδόμην ὅμως ἡμέραν θὰ γίνεται διακοπή, διὰ νὰ ἀναπαυθῇ τὸ βόδι καὶ τὸ ὑποζύγιον σου καὶ διὰ νὰ ἀναπαυθοῦν ὁ υἱὸς τῆς δούλης σου καὶ ὀ ξένος, ποὺ μένει καὶ ἐργάζεται μαζί σου.
13 πάντα, ὅσα εἴρηκα πρὸς ὑμᾶς, φυλάξασθε. Καὶ ὄνομα θεῶν ἑτέρων οὐκ ἀναμνησθήσεσθε, οὐδὲ μὴ ἀκουσθῇ ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν. 13 Ολα όσα σας έχω πει θα τα φυλάξετε. Ονομα άλλων θεών δεν θα φέρετε εις την μνήμην σας ούτε πρέπει να ακουσθή λεγόμενον από το στόμα σας. 13 Ὅλα, ὅσα σᾶς ἔχω εἰπῇ, πρέπει νὰ τὰ φυλάξετε. Καὶ προσέχετε, ὥστε οὔτε νὰ βάλετε εἰς τὸν νοῦν σας ὄνομα ἄλλων θεῶν, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ βγῇ καὶ νὰ ἀκουσθῇ ἀπὸ τὸ στόμα σας. Μόνον ἐμὲ θὰ σκέπτεσθε καὶ θὰ ἐπικαλῆσθε.
14 τρεῖς καιροὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ ἑορτάσατέ μοι. 14 Εις τρεις εποχάς του έτους θα εμού αφιερώσετε εορτάς. 14 Τρεῖς φορὰς κατὰ τὸ διάστημα τοῦ χρόνου θὰ ἔχετε ἑορτὰς πρὸς τιμήν μου.
15 τὴν ἑορτὴν τῶν ἀζύμων φυλάξασθε ποιεῖν· ἑπτὰ ἡμέρας ἔδεσθε ἄζυμα, καθάπερ ἐνετειλάμην σοι, κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ μηνὸς τῶν νέων· ἐν γὰρ αὐτῷ ἐξῆλθες ἐξ Αἰγύπτου, οὐκ ὀφθήσῃ ἐνώπιόν μου κενός. 15 Προσέξατε, ώστε να τηρήτε την εορτήν των αζύμων, δηλαδή το Πασχα. Επί επτά ημέρας, όπως σας έχω διατάξει, θα τρώγετε άζυμον άρτον κατά την εποχήν του μηνός των νέων γεννημάτων, διότι κατά τον καιρόν αυτόν εξήλθες ελεύθερος από την Αίγυπτον. Δεν θα εμφανισθής στο θυσιαστήριον ενώπιόν μου με τα χέρια αδειανά, χωρίς προσφοράν θυσίας. 15 Προσέχετε, ὥστε νὰ τηρῆτε πάντοτε τὴν ἑορτὴν τῶν Ἀζύμων. Κατὰ τὴν ἐποχὴν τῆς ἀνοίξεως, ὅταν θὰ φθάνετε εἰς τὸν μῆνα τῆς ἀναπτύξεως τῶν νέων γεννημάτων, πρέπει νὰ τρώγετε ἄζυμα ψωμία ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας, συμφώνως πρὸς τὰς ἐντολὰς ποὺ σᾶς ἔχω δώσει. Διότι κατ' αὐτὸν τὸν μῆνα ἐβγῆκες σὺ ὁ Ἰσραηλίτης ἐλεύθερος ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον. Δὲν πρέπει δὲ νὰ ἐμφανισθῇς ποτὲ ἐνώπιόν μου εἰς τὸν τόπον τῆς λατρείας ἀδειανός, χωρὶς νὰ φέρῃς δηλαδὴ κάποιαν προσφορὰν θυσίας.
16 καὶ ἑορτὴν θερισμοῦ πρωτογεννημάτων ποιήσεις τῶν ἔργων σου, ὧν ἐὰν σπείρῃς ἐν τῷ ἀγρῷ σου, καὶ ἑορτὴν συντελείας ἐπ᾿ ἐξόδου τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐν τῇ συναγωγῇ τῶν ἔργων σου τῶν ἐκ τοῦ ἀγροῦ σου. 16 Θα εορτάσης επίσης εορτήν θερισμού των πρωτογεννημάτων από τα σιτηρά, τα οποία έσπειρες στον αγρόν σου και άλλην εορτήν κατά το τέλος του γεωργικού έτους με την συγκομιδήν των προϊόντων του αγρού σου. 16 Θὰ κάμνῃς ἐπίσης ἑορτὴν καὶ διὰ τὸν θερισμὸν τῶν πρώτων καρπῶν τῆς ἐργασίας σου, διὰ κάθε τι ποὺ ἔσπειρες εἰς τὸ χωράφι σου. Θὰ ἐορτάζῃς ἐπὶ πλέον καὶ κατὰ τὸ τέλος τὸν χρόνου, κατὰ τὴν συγκομιδὴν δηλαδὴ ὅλων τῶν καρπῶν τῆς ἐργασίας σου, ποὺ ἔκανες εἰς τὸ χωράφι σου.
17 τρεῖς καιροὺς τοῦ ἐνιαυτοῦ ὀφθήσεται πᾶν ἀρσενικόν σου ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου. 17 Κατά τας εορτάς των τριών αυτών εποχών θα παρουσιάσης ενώπιον του Κυρίου κάθε αρσενικόν εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου. 17 Μὲ τὰς ἑορτὰς αὐτὰς τρεῖς φορὰς κάθε χρόνον ὅλα τὰ ἀρσενικά σου θὰ ἐμφανίζωνται εἰς τὸν τόπον τῆς λατρείας, ἐνώπιον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου.
18 ὅταν γὰρ ἐκβάλω τὰ ἔθνη ἀπὸ προσώπου σου καὶ ἐμπλατύνω τὰ ὅριά σου, οὐ θύσεις ἐπὶ ζύμῃ αἷμα θυσιάσματός μου, οὐ δὲ μὴ κοιμηθῇ στέαρ τῆς ἑορτῆς μου ἕως πρωΐ. 18 Οταν διώξω εγώ προς χάριν σας από την γην Χαναάν όλα τα ειδωλολατρικά έθνη και μεγαλώσω τα όρια της χώρας σου, δεν θα προσφέρης αιματηράν κατά το Πασχα θυσίαν προς εμέ με ένζυμον άρτον· ούτε θα μείνουν μέχρι πρωΐας τα λίπη και τα κρέατα των θυσιαζομένων κατά την εορτήν μου (κατά το Πασχα) αμνών, αλλά θα φαγωθούν κατά την διάρκειαν της νυκτός. 18 Ὅταν λοιπὸν ἀπομακρύνω ἀπὸ ἐμπρός σου λαέ μου, τὰ διάφορα ἔθνη καὶ πλατύνω πολὺ τὰ σύνορά σου καὶ γίνῃς μεγάλο κράτος, δὲν πρέπει νὰ μοῦ προσφέρῃς τὸ αἷμα τῆς πασχαλινῆς θυσίας μαζὶ μὲ ἔνζυμο ψωμὶ ἀλλὰ μὲ ἄζυμον. Καὶ δὲν πρέπει νὰ μείνῃ ἀπὸ τὰς θυσίας τῆς ἑορτῆς μου ἐκείνης λίπος μέχρι τὸ πρωΐ, ἄλλα πρέπει νὰ φαγωθῇ.
19 τὰς ἀπαρχὰς τῶν πρωτογεννημάτων τῆς γῆς σου εἰσοίσεις εἰς τὸν οἶκον Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου. οὐχ ἑψήσεις ἄρνα ἐν γάλακτι μητρὸς αὐτοῦ. 19 Τα πρωτογεννήματα από τους αγρούς σου θα τα προσφέρης αφιέρωμα στον οίκον Κυρίου του Θεού σου- εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου και βραδύτερον στον ναόν. Δεν θα βράσης αρνί μέσα στο γάλα της μητρός του. 19 Τὰ πρῶτα καὶ καλύτερα προϊόντα τῆς πρώτης ἐσοδειάς σου ἀπὸ τὰ κτήματά σου θὰ τὰ προσφέρῃς ὡς θυσίαν εὐγνωμοσύνης εἰς τὸν τόπον τῆς λατρείας Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου. Δὲν θὰ βράσῃς ποτὲ ἀρνὶ εἰς τὸ γάλα τῆς μητρός του, ὅπως κάμνουν οἱ εἰδωλολάτραι, (ποὺ χύνουν κατόπιν τὸ γάλα εἰς τοὺς ἀγροὺς διὰ νὰ εἶναι εὔφοροι).
20 Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ἵνα φυλάξῃ σε ἐν τῇ ὁδῷ, ὅπως εἰσαγάγῃ σε εἰς τὴν γῆν, ἣν ἡτοίμασά σοι. 20 Ιδού εγώ στέλλω εμπρός από σε τον άγγελόν μου, δια να σε προφυλάξη εις την οδόν σου, να σε οδηγήση και εγκαταστήση εις την χώραν, την οποίαν έχω ετοιμάσει δια σέ. 20 Καὶ νά, ἐγὼ θὰ στείλω ἐμπρός σου τὸν ἄγγελόν μου, διὰ νὰ σὲ προστατεύῃ κατὰ τὴν πορείαν καὶ νὰ σὲ ὁδηγήσῃ μέσα εἰς τὴν χώραν, ποὺ ἔχω ἑτοιμάσει πρὸς χάριν σου.
21 πρόσεχε σεαυτῷ καὶ εἰσάκουε αὐτοῦ καὶ μὴ ἀπείθει αὐτῷ· οὐ γὰρ μὴ ὑποστείληταί σε, τὸ γὰρ ὄνομά μού ἐστιν ἐπ᾿ αὐτῷ. 21 Πρόσεχε στον εαυτόν σου, ακούε πάντοτε τον οδηγόν σου άγγελον και μη δείξης απείθειαν προς αυτόν. Διότι αυτός δεν θα υποχωρή εις τας παραβάσεις και τας ανομίας σου, επειδή θα ενεργή εξ ονόματός μου. 21 Πρόσεχε εἰς τὸν ἑαυτόν σου, ὥστε νὰ τὸν ὑπακούῃς καὶ νὰ μὴ τὸν προκαλῇς μὲ τὴν ἀπείθειάν σου. Διότι δὲν πρόκειται νὰ σοῦ χαρισθῇ καὶ νὰ παραβλέψῃ τὴν ἀνυπακοήν σου, ἐπειδὴ θὰ εἶναι ἐκπρόσωπός μου καὶ θὰ ἐνεργῇ ἐξ ὀνόματός μου.
22 ἐὰν ἀκοῇ ἀκούσητε τῆς ἐμῆς φωνῆς καὶ ποιήσῃς πάντα, ὅσα ἂν ἐντείλωμαί σοι, καὶ φυλάξητε τὴν διαθήκην μου, ἔσεσθέ μοι λαὸς περιούσιος ἀπὸ πάντων τῶν ἐθνῶν· ἐμὴ γάρ ἐστι πᾶσα ἡ γῆ, ὑμεῖς δὲ ἔσεσθέ μοι βασίλειον ἱεράτευμα καὶ ἔθνος ἅγιον. ταῦτα τὰ ρήματα ἐρεῖς τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραήλ· ἐὰν ἀκοῇ ἀκούσητε τῆς φωνῆς μου καὶ ποιήσητε πάντα ὅσα ἂν εἴπω σοι, ἐχθρεύσω τοῖς ἐχθροῖς σου καὶ ἀντικείσομαι τοῖς ἀντικειμένοις σοι· 22 Εάν ακούσετε με προσοχήν τους λόγους μου και κάμετε όσα εγώ διατάσσω και φυλάξετε την διαθήκην μου, θα είσθε δι' εμέ ο εκλεκτός λαός μεταξύ όλων των άλλων εθνών. Ιδική μου βέβαια είναι η γη και όλα τα έθνη, αλλά σεις μόνον θα είσθε δι' εμέ βασίλειον ιερέων, έθνος άγιον, θεοκρατικός λαός. Αυτά θα είπης στους Ισραηλίτας· Εάν υπακούσετε στους λόγους μου και κάμετε όλα όσα θα σας είπω, θα είμαι εχθρός στους εχθρούς σας και θα αντιπαρατάσσωμαι εναντίον εκείνων, που ανθίστανται εις σας. Θα έχετε δε αυτήν την προστασίαν μου, 22 Ἐὰν ὑπακούσετε μὲ προθυμίαν εἰς τὸν λόγον μου καὶ ἐφαρμόσετε ὅλα, ὅσα θὰ σᾶς παραγγείλω καὶ τηρήσετε τὸν Νόμον μου, θὰ εἶσθε δι’ ἐμὲ λαὸς ἐκλεκτὸς καὶ πιὸ ἀγαπητὸς ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη, σὰν περιουσία ἰδική μου. Δική μου ἄλλως τε εἶναι ὅλη ἡ γῆ καὶ ἐγὼ τὴν ὁρίζω. Καὶ θὰ εἶσθε σεῖς ἕνα βασίλειον ἱερατικόν, τόσον πλησίον μου δηλαδὴ ἐν σχέσει πρὸς τὰ ἄλλα βασίλεια, ὅσον εἶναι καὶ οἱ ἱερεῖς ποὺ μὲ πλησιάζουν καὶ μὲ ὑπηρετοῦν ἐν σχέσει πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Θὰ εἶσθε ἔθνος ἅγιον, ξεχωρισμένον ἀπὸ τὰ ἄλλα ἔθνη, ἀφιερωμένον εἰς ἐμέ. Αὐτὰ τὰ λόγια θὰ εἰπῇς εἰς τοὺς Ἰσραηλίτας: Ἐὰν ἀκούσετε μὲ προθυμίαν τὸν λόγον μου καὶ κάμετε ὅλα ὅσα θὰ σᾶς εἴπω, σᾶς διαβεβαιώνω ὅτι θὰ γίνω καὶ ἐγὼ ἐχθρὸς πρὸς ὅσους εἶναι ἐχθροί σας καὶ θὰ σταθῶ ἀντιμέτωπος πρὸς τοὺς ἀντιπάλους σας.
23 πορεύσεται γὰρ ὁ ἄγγελός μου ἡγούμενός σου καὶ εἰσάξει σε πρὸς τὸν ᾿Αμορραῖον καὶ Χετταῖον καὶ Φερεζαῖον καὶ Χαναναῖον καὶ Γεργεσαῖον καὶ Εὐαῖον καὶ ᾿Ιεβουσαῖον, καὶ ἐκτρίψω αὐτούς. 23 διότι ο άγγελός μου θα προπορεύεται ως οδηγός σας και θα σας εισαγάγη εις την Χαναάν, όπου σήμερον κατοικούν οι Αμορραίοι, οι Χετταίοι, οι Φερεζαίοι, οι Χαναναίοι, οι Γεργεσαίοι, οι Ευαίοι και οι Ιεβουσαίοι. Αυτούς εγώ θα τους ξεπαστρέψω. 23 Διότι ὁ ἀπεσταλμένος μου ἄγγελος θὰ προχωρῇ ἐπὶ κεφαλῆς σας ὡς ὁδηγὸς καὶ θὰ σᾶς ὁδηγήσῃ πρὸς τοὺς Ἀμορραίους καὶ τοὺς Χετταίους καὶ τοὺς Φερεζαίους, πρὸς τοὺς Χαναναίους καὶ τοὺς Γεργεσαίους, πρὸς τοὺς Εὐαίους καὶ τοὺς Ἰεβουσαίους. Ὅλους αὐτοὺς τοὺς λαοὺς θὰ τοὺς ἐξοντώσω.
24 οὐ προσκυνήσεις τοῖς θεοῖς αὐτῶν, οὐ δὲ μὴ λατρεύσῃς αὐτοῖς· οὐ ποιήσεις κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν, ἀλλὰ καθαιρέσει καθελεῖς καὶ συντρίβων συντρίψεις τὰς στήλας αὐτῶν. 24 Προσέξατε, δεν θα προσκυνήσετε τους θεούς αυτών ούτε θα τους λατρεύσετε, ούτε θα κάμετε τα έργα, που εκείνοι κάμνουν, αλλά θα κρημνίσετε εκ θεμελίων και θα συντρίψετε εξ ολοκλήρου τας ειδωλολατρικάς των στήλας. 24 Δὲν πρέπει νὰ προσκυνήσῃς σὺ ὁ λαός μου τοὺς θεοὺς αὐτῶν τῶν λαῶν, οὔτε νὰ προσφέρῃς λατρείαν εἰς αὐτούς. Πρόσεχε νὰ μὴ κάνης ὅ,τι κάμνουν αὐτοὶ ἀλλὰ νὰ κρημνίσῃς ὁπωσδήποτε τὰ εἴδωλά των καὶ νὰ συντρίψῃς ὁλοτελῶς τὰς λιθίνας στήλας των, ποὺ συμβολίζουν τοὺς θεούς των.
25 καὶ λατρεύσεις Κυρίῳ τῷ Θεῷ σου, καὶ εὐλογήσω τὸν ἄρτον σου καὶ τὸν οἶνόν σου καὶ τὸ ὕδωρ σου, καὶ ἀποστρέψω μαλακίαν ἀφ᾿ ὑμῶν. 25 Θα λατρεύσετε μόνον Κυριον τον Θεόν σας και εγώ θα ευλογήσω και θα πληθύνω τον άρτον σας, τον οίνον σας, τα ύδατά σας και θα απομακρύνω από σας και την πιο μικράν αδιαθεσίαν. 25 Καὶ νὰ προσφέρῃς τὴν λατρείαν σου μόνον εἰς Κύριον τὸν Θεόν σου καὶ ἐγὼ ὁ Κύριος σοῦ ὑπόσχομαι ὅτι θὰ εὐλογήσω τὸ ψωμὶ ποὺ τρώγεις καὶ τὸ κρασὶ καὶ τὸ νερὸ ποὺ πίνεις καὶ θὰ διώξω μακρυὰ ἀπὸ σᾶς κάθε ἀρρώστιαν.
26 οὐκ ἔσται ἄγονος οὐδὲ στείρα ἐπὶ τῆς γῆς σου· τὸν ἀριθμὸν τῶν ἡμερῶν σου ἀναπληρῶν ἀναπληρώσω. 26 Δεν θα υπάρχη εις την χώραν σου άγονος ανήρ ούτε στείρα γυνή. Θα μεγαλώνω πάντοτε τα έτη της ζωής σας και θα γίνουν πλήρη ευτυχισμένων ημερών. 26 Δὲν θὰ ὑπάρχῃ εἰς τὴν χώραν σου ἄνδρας ἄγονος καὶ γυναῖκα στεῖρα. Θὰ σοῦ χαρίσω μακροζωΐαν καὶ θὰ φθάνῃς εἰς τὸν θάνατον πολύχρονος, πλήρης ἡμερῶν.
27 καὶ τὸν φόβον ἀποστελῶ ἡγούμενόν σου καὶ ἐκστήσω πάντα τά ἔθνη, εἰς οὓς σὺ εἰσπορεύῃ εἰς αὐτούς, καὶ δώσω πάντας τούς ὑπεναντίους σου φυγάδας. 27 Καθώς σεις θα προχωρήτε δια την γην της επαγγελίας, θα στείλω εμπρός από σας τον φόβον μου, θα κατατρομάξω όλα τα έθνη, όπου σεις θα εισέλθετε, και θα εμβάλω πανικόν στους εχθρούς σας, ώστε να τραπούν εις φυγήν. 27 Καὶ θὰ στείλω πρὶν ἀπὸ ἐσὲ τὸν φόβον· θὰ συντελέσω δέ, ὥστε νὰ κυριευθοῦν ἀπὸ ταραχὴν ὅλα τὰ ἔθνη, εἰς τὰς χώρας τῶν ὁποίων θὰ εἰσέρχεσαι καὶ νὰ φεύγουν ἀπὸ ἐμπρός σου τρομαγμένοι ὅλοι οἱ ἐχθροί σοῦ.
28 καὶ ἀποστελῶ τὰς σφηκίας προτέρας σου, καὶ ἐκβαλεῖς τοὺς ᾿Αμορραίους καὶ τοὺς Εὐαίους καὶ τοὺς Χαναναίους καὶ τοὺς Χετταίους ἀπό σοῦ. 28 Θα στείλω εμπρός από σας εναντίον των εχθρών σας σμήνη από σφήκας, ώστε σεις εύκολα να εκδιώξετε από εμπρός σας τους Αμορραίους, τους Ευαίους, τους Χαναναίους και τους Χετταίους. 28 Θὰ στείλω ἐμπρὸς ἀπὸ σὲ καὶ τὰς σφήκας, ποὺ θὰ σκορπίζουν πανικὸν εἰς τοὺς ἐχθρούς σου καὶ ἔτσι θὰ ἐκδιώξῃς ἀπὸ ἐμπρός σου τοὺς Ἀμορραίους καὶ τοὺς Εὐαίους, καθὼς ἐπίσης καὶ τοὺς Χαναναίους καὶ τοὺς Χετταίους.
29 οὐκ ἐκβαλῶ αὐτοὺς ἐν ἐνιαυτῷ ἑνί, ἵνα μὴ γένηται ἡ γῆ ἔρημος καὶ πολλὰ γένηται ἐπὶ σὲ τὰ θηρία τῆς γῆς. 29 Αλλά δεν θα εκδιώξω αυτούς εντός ενός έτους, δια να μη μείνη έρημος και ακαλλιέργητος η χώρα και πολλαπλασιασθούν τα θηρία της γης εναντίον σας. 29 Δὲν θὰ ἐκτοπίσω ὅμως αὐτοὺς τοὺς ἐχθροὺς ἀμέσως, μέσα εἰς ἕνα χρόνον, διὰ νὰ μὴ ἐρημωθῇ ἡ γῆ καὶ αὐξηθοῦν πολὺ τὰ ἄγρια θηρία τῆς χώρας καὶ ἀπειλῆται ἐξ αἰτίας των ἡ ζωή σου.
30 κατὰ μικρὸν ἐκβαλῶ αὐτοὺς ἀπὸ σοῦ, ἕως ἂν αὐξηθῇς καὶ κληρονομήσῃς τὴν γῆν. 30 Ολίγον κατ' ολίγον θα τους εκδιώκω, έως ότου σεις αυξηθήτε και απλωθήτε και κληρονομήσετε όλην την χώραν. 30 Θὰ τοὺς ἑξαφανίζω ἀπὸ ἐμπρός σου σιγά - σιγά, ἕως ὅτου αὐξηθῇς ἀρκετὰ σὰν λαὸς καὶ κληρονομήσῃς τὴν χώραν των.
31 καὶ θήσω τὰ ὅριά σου ἀπὸ τῆς ἐρυθρᾶς θαλάσσης, ἕως τῆς θαλάσσης τῆς Φυλιστιεὶμ καὶ ἀπὸ τῆς ἐρήμου ἕως τοῦ μεγάλου ποταμοῦ Εὐφράτου· καὶ παραδώσω εἰς τὰς χεῖρας ὑμῶν τοὺς ἐγκαθημένους ἐν τῇ γῇ καὶ ἐκβαλῶ αὐτοὺς ἀπὸ σοῦ. 31 Θα εκτείνω και θα θέσω τα όρια της χώρας σας από την Ερυθράν Θαλασσαν έως την θάλασσαν των Φιλισταίων, την Μεσόγειον Θαλασσαν, και από την έρημον Σουρ έως τον Ευφράτην, τον μεγάλον ποταμόν. Και θα παραδώσω εις τας χείρας σας τους κατοίκους της χώρας αυτής, ενώ άλλους από αυτούς θα τους εκδιώξω από έμπροσθέν σας. 31 Καὶ θὰ ἁπλώσω τὰ σύνορά σου ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰν θάλασσαν μέχρι τὴν Μεσόγειον, τὴν θάλασσαν τῶν Φιλισταίων· καὶ ἀπὸ τὴν ἔρημον τοῦ Σινᾶ μέχρι τὸν μεγόλον ποταμὸν Εὐφράτην. Καὶ θὰ παραδώσω εἰς τὰ χέρια σου τοὺς κατοίκους αὐτῆς τῆς περιοχῆς καὶ θὰ τοὺς διώξω ἀπὸ ἐμπρός σου.
32 οὐ συγκαταθήσῃ αὐτοῖς καὶ τοῖς θεοῖς αὐτῶν διαθήκην, 32 Δεν θα συνάψετε με αυτούς ούτε με τους θεούς των καμμίαν διαθήκην. 32 Πρόσεχε! Δεν θὰ συνάψῃς καμμίαν συμφωνίαν μὲ αὐτοὺς καὶ μὲ τοὺς θεούς των.
33 καὶ οὐκ ἐγκαθήσονται ἐν τῇ γῇ σου, ἵνα μὴ ἁμαρτεῖν σε ποιήσωσι πρός με· ἐὰν γὰρ δουλεύσῃς τοῖς θεοῖς αὐτῶν, οὗτοι ἔσονταί σοι πρόσκομμα. 33 Δεν θα παραμείνουν αυτοί εις την χώραν σας, δια να μη σας παρασύρουν και αμαρτήσετε ενώπιόν μου. Διότι εάν σεις λατρεύσετε και υπηρετήσετε τους θεούς των, θα γίνουν αυτοί πρόσκομμα εις σας”. 33 Καὶ δὲν πρέπει νὰ κατοικήσῃ μαζί σου εἰς τὴν χώραν σου κανεὶς ἀπὸ αὐτούς, διὰ νὰ μὴ σὲ ἐπηρεάσουν καὶ σὲ κάνουν νὰ ἁμαρτήσῃς εἰς Ἐμέ. Διότι, ἐὰν προσφέρῃς λατρείαν εἰς τοὺς θεούς των, αὐτοὶ οἱ ἀλλόφυλοι θὰ σοῦ γίνουν ἐμπόδιον καὶ αἰτία τῆς καταστροφῆς σου.