Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΥΙΕ, ἐμῇ σοφίᾳ πρόσεχε, ἐμοῖς δὲ λόγοις παράβαλλε σὸν οὗς, | 1 Παιδί μου, δώσε προσοχήν εις τας ίδικάς μου σοφάς συμβουλάς. Κλίνε και τέντωσε το αυτί σου εις τα λόγια μου, | 1 Παιδί μου, πρόσεχε τὰς σοφὰς συμβουλὰς ἐμοῦ τοῦ μεγαλυτέρου σου καὶ πλησίαζε τὸ αὐτί σου εἰς τὰ λόγια τῆς πείρας μου, |
2 ἵνα φυλάξῃς ἔννοιαν ἀγαθήν· αἴσθησις δὲ ἐμῶν χειλέων ἐντέλλεταί σοι. | 2 δια να πάρης έτσι και διατηρήσης ορθήν και ωφέλιμον γνώσιν. Η ορθή και ωφέλιμος αυτή γνώσις, που εξέρχεται από τα χείλη μου, σου δίδει την εντολήν· | 2 διὰ νὰ φυλάξῃς καὶ νὰ μὴ χάσῃς ποτὲ τὴν καλὴν καὶ σωτήριον σκέψιν, ἡ ὁποία πρέπει νὰ προηγῆται πάσης ἐνεργείας σου. Αἱ παραγγελίαι δέ, ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὰ χείλη μου, εἶναι ἐντολαί, τὰς ὁποίας σοῦ δίδει ἡ διάκρισις καὶ ἡ πεφωτισμένη καὶ πλούσια πεῖρα μου. |
3 μὴ πρόσεχε φαύλῃ γυναικί· μέλι γὰρ ἀποστάζει ἀπὸ χειλέων γυναικὸς πόρνης, ἣ πρὸς καιρὸν λιπαίνει σὸν φάρυγγα, | 3 Μη δίδης προσοχήν εις φαύλην και ανήθικον γυναίκα, διότι από τα δόλια χείλη της πόρνης γυναικός στάζει μέλι, το οποίον προς στιγμήν μόνον γλυκαίνει τον φάρυγγά σου· | 3 Μὴ δίδῃς καμμίαν προσοχὴν εἰς τὴν διεφθαρμένην γυναῖκα· διότι ναὶ μὲν φαίνεται, ὅτι ἀπὸ τὰ χείλη τῆς πόρνης στάζει μέλι, ποὺ πρὸς στιγμὴν γλυκαίνει τὸν φάρυγγά σου, |
4 ὕστερον μέντοι πικρότερον χολῆς εὑρήσεις καὶ ἠκονημένον μᾶλλον μαχαίρας διστόμου. | 4 έπειτα όμως θα εύρης αυτό πικρότερον από την χολήν και ακονισμένον περισσότερον από δίκοπον μαχαίρι, ώστε να σφάζη τους ασυνέτους. | 4 ἔπειτα ὅμως θὰ διαπιστώσῃς, ἀπὸ τὰς θλιβερὰς συνεπείας τῆς πονηρὰς πράξεως, ὅτι τὸ μέλι αὐτὸ εἶναι ἀπατηλὸν καὶ περισσότερον πικρὸν ἀπὸ τὴν χολὴν καὶ πολὺ πιὸ ἀκονισμένον καὶ κοπτερὸν ἀπὸ τὸ δίκοπον μαχαίρι. |
5 τῆς γὰρ ἀφροσύνης οἱ πόδες κατάγουσι τοὺς χρωμένους αὐτῇ μετὰ θανάτου εἰς τὸν ᾅδην, τὰ δὲ ἴχνη αὐτῆς οὐκ ἐρείδεται· | 5 Διότι τα πόδια των αφρόνων εκείνων, οι οποίοι συγχρωτίζονται με την γυναίκα αυτήν, τους οδηγούν στον θάνατον και στον άδην. Τα βήματά των δεν είναι ασφαλή, αλλά διαρκώς γλυστρούν στον κατήφορον του κακού. | 5 Διότι ἡ ἄφρων καὶ ἀνόητος αὐτὴ ζωὴ τῆς ἀκολασίας ὁδηγεῖ, ὅσους τὴν ἀκολουθοῦν, εἰς τὸν σκοτεινὸν καὶ ταρταρώδη ἅδην, μὲ θάνατον ὀδυνηρὸν καὶ ἐπαίσχυντον, τὰ δὲ βήματά της δὲν εἶναι σταθερά, ἀλλὰ διαρκῶς κλονίζονται καὶ γλιστροῦν πρὸς τὸν κατήφορον, ὁδηγοῦντα εἰς πράξεις ὁλονὲν καὶ περισσότερον ἐπαίσχυντους. |
6 ὁδοὺς γὰρ ζωῆς οὐκ ἐπέρχεται, σφαλεραὶ δὲ αἱ τροχιαὶ αὐτῆς καὶ οὐκ εὔγνωστοι. | 6 Διότι η αφροσύνη δεν ακολουθεί και δεν οδηγεί εις δρόμους ζωής και σωτηρίας. Τα δε μονοπάτια της είναι εις εσφαλμένας κατευθύνσεις, δυσδιάκριτα δε από εκείνους, που τα ακολουθούν. | 6 Διότι ἡ ἀφροσύνη δὲν ἀκολουθεῖ δρόμους, ποὺ ὁδηγοῦν εἰς τὴν ζωὴν καὶ τὴν σωτηρίαν, τὰ δὲ μονοπάτια της εἶναι ἀποτυχημένα καὶ γεμᾶτα ἀπὸ σφάλματα καὶ δύσκολα διακρίνονται ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ βαδίζουν εἰς αὐτά. |
7 νῦν οὖν, υἱέ, ἄκουέ μου καὶ μὴ ἀκύρους ποιήσῃς ἐμοὺς λόγους. | 7 Συ, λοιπόν, παιδί μου, άκουσε τώρα τας σύμβουλάς μου· μη θεωρήσης και μη καταφρονήσης ως αναξίους προσοχής και σημασίας τους λόγους μου. | 7 Σὺ λοιπόν, παιδί μου, ἄκουέ με τώρα καὶ μὴ θεωρήσῃς ποτὲ τὰ λόγια μου, ὅτι στεροῦνται κύρους καὶ σοβαρότητος. |
8 μακρὰν ποίησον ἀπ᾿ αὐτῆς σὴν ὁδόν, μὴ ἐγγίσῃς πρὸς θύραις οἴκων αὐτῆς, | 8 Απομάκρυνε από την πονηράν αυτήν γυναίκα την πορείαν σου. Μη πλησίασης ποτέ εις τας θύρας του οίκου της, | 8 Βάδιζε μακριὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν αἰσχρὰν καὶ κακοήθη γυναῖκα. Μὴ πλησιάσῃς οὔτε εἰς τὰ προθύρα τῆς οἰκίας της, |
9 ἵνα μὴ πρόῃ ἄλλοις ζωήν σου καὶ σὸν βίον ἀνελεήμοσιν· | 9 δια να μη παραδώσης την ζωήν σου εις ξένους και την περιουσίαν σου εις τα χέρια ασπλάγχνων. | 9 διὰ νὰ μὴ καταδαπανήσῃς τὰ χρόνια τῆς ζωῆς σου εἰς τὸν βωμὸν τοῦ αἰσχροῦ πάθους· διὰ νὰ μὴ δώσῃς εἰς τοὺς ἄλλους τὴν περιουσίαν σου καὶ περιέλθουν οἱ κόποι καὶ τὰ πλοῦτη σου εἰς σκληροὺς καὶ ἀσπλάγχνους ἐκμεταλλευτάς· |
10 ἵνα μὴ πλησθῶσιν ἀλλότριοι σῆς ἰσχύος, οἱ δὲ σοὶ πόνοι εἰς οἴκους ἀλλοτρίων ἔλθωσι | 10 Δια να μη πλουτήσουν και χορτάσουν ξένοι από την ιδικήν σου δύναμιν και να μη περιέλθουν οι καρποί των κόπων σου εις οίκον ξένων ανθρώπων. | 10 διὰ νὰ μὴ χορτάσουν ἄλλοι ἀπὸ τὴν δύναμίν σου καὶ ἀπὸ τὰ μέσα τῆς συντηρήσεώς σου καὶ διὰ νὰ μὴ καταλήξουν οἱ κόποι σου εἰς ξένα σπίτια· |
11 καὶ μεταμεληθήσῃ ἐπ᾿ ἐσχάτων, ἡνίκα ἂν κατατριβῶσι σάρκες σωματός σου, | 11 Και δια να μη μεταμεληθής ανωφελώς στο τέλος της ζωής σου, όταν πλέον θα έχουν κατατριβή και φθαρή αι σάρκες του σώματός σου από την παραστρατημένην ζωήν. | 11 καὶ διὰ νὰ μὴ μετανοήσῃς ἀνώφελα εἰς τὰ τελευταῖα τῆς ζωῆς σου, ὅταν θὰ τσακίσουν πλέον καὶ θὰ κατατριβοῦν αἱ σωματικαί σου δυνάμεις, |
12 καὶ ἐρεῖς· πῶς ἐμίσησα παιδείαν, καὶ ἐλέγχους ἐξέκλινεν ἡ καρδία μου; | 12 Και θα ευρεθής τότε εις την ανάγκην να είπης· “πως εμίσησα την παιδαγωγίαν του Κυρίου και η καρδία μου παρεξέκλινεν από τους δικαίους και σωτηρίους ελέγχους; | 12 ὁπότε, ταλανίζων τὸν ἑαυτόν σου, θὰ εἴπῃς: Πῶς τὴν ἔπαθα καὶ ἐμίσησα τὴν σωτήριον παιδαγωγίαν τοῦ Θεοῦ, καὶ πῶς τὸ ἐσωτερικόν μου ἀπέκρουε καὶ ἀπέφευγε τὰς σωτηρίους συμβουλὰς καὶ παρατηρήσεις; |
13 οὐκ ἤκουον φωνὴν παιδεύοντός με καὶ διδάσκοντός με, οὐδὲ παρέβαλλον τὸ οὖς μου· | 13 Δεν ήκουα και δεν υπήκουα εις την φωνήν του παιδαγωγού μου και του διδασκάλου μου. Δεν έκλινα και δεν επλησίαζα το αυτί μου εις τας συμβουλάς του. | 13 Δὲν ἤκουα καὶ δὲν ἔδιδα προσοχὴν καὶ σημασίαν εἰς τὸν παιδαγωγὸν καὶ διδάσκαλόν μου καὶ δὲν ἐπλησίαζα τὸ αὐτί μου νὰ ἀκούσω τί μοῦ ἔλεγε. |
14 παρ᾿ ὀλίγον ἐγενόμην ἐν παντὶ κακῷ ἐν μέσῳ ἐκκλησίας καὶ συναγωγῆς. | 14 Ολίγον έλλειψε να φθάσω εις την πληρότητα όλων των κακών, να εκτεθώ εις την αποδοκιμασίαν ενώπιον συναθροίσεως πολλού λαού,εν μέσω συναγωγής ανθρώπων”! | 14 Παρ' ὀλίγον θὰ ὑφιστάμην δημόσιον λιθοβολισμὸν καὶ θὰ ἐδοκίμαζα κάθε κακὸν καὶ κάθε καταισχύνην, ἐκτιθέμενος καὶ ἀποδοκιμαζόμενος ἐν μέσῳ συναθροίσεως λαοῦ πολλοῦ καὶ ἐν μέσῳ συναγωγῆς. |
15 πῖνε ὕδατα ἀπὸ σῶν ἀγγείων καὶ ἀπὸ σῶν φρεάτων πηγῆς. | 15 Παιδί μου, πίνε νερό από τα ιδικά σου δοχεία και από το νερό, που βγαίνει από το ιδικόν σου φρέαρ. Ζήσε την ζωήν σου με σωφροσύνην με την νόμιμον σύζυγόν σου. | 15 Πῖνε νερὸ μόνον ἀπὸ τὰ ἰδικά σου δοχεῖα· καὶ ἀπὸ νερὸ ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὸ ἰδικόν σου πηγάδι. Δηλαδὴ περιορίσου μόνον εἰς τὴν νόμιμον σύζυγόν σου, αὐτὴν ἀπολάμβανε, καὶ ζῆσε μαζί της βίον σωφροσύνης, διατηρῶν τίμιον τὸν γάμον καὶ τὴν κοίτην ἀμίαντον. |
16 μὴ ὑπερεκχείσθω σοι ὕδατα ἐκ τῆς σῆς πηγῆς, εἰς δὲ σὰς πλατείας διαπορευέσθω τὰ σὰ ὕδατα· | 16 Ας μη υπερεκχειλίζουν και χύνωνται τα νερά της ιδικής σου πηγής εις ξένας περιοχάς, αλλά εις τας ιδικάς σου πλατείας ας περνούν και ας ποτίζουν τα νερά σου. Μη τρέχης εις ξένας γυναίκας, αλλά απόλαυσε την χαράν της ζωής σου στο σπίτι σου με την νόμιμον σύζυγόν σου. | 16 Ἂς μὴ χύνωνται τὰ νερὰ τῆς πηγῆς σου εἰς ξένους τόπους, τὰς πλατείας δὲ τὰς ἰδικάς σου ἂς περνοῦν καὶ ἂς ποτίζουν τὰ ἰδικά σου νερά. Δηλαδὴ μὴ τρέχῃς εἰς ξένα σπίτια καὶ εἰς ξένας γυναῖκας μὲ φόβον καὶ κίνδυνον τῆς ὑπολήψεως καὶ τῆς ζωῆς σου, ἀλλ’ εὐφραίνου εἰς τὸ σπίτι σου ἄφοβα καὶ ἐλεύθερα μὲ τὴν νόμιμον σύζυγόν σου. |
17 ἔστω σοι μόνῳ ὑπάρχοντα, καὶ μηδεὶς ἀλλότριος μετασχέτω σοι· | 17 Τα υπάρχοντά σου ας ανήκουν εις σε και μόνον, κανένας δε άλλος ας μη γίνεται μέτοχος των αγαθών της οικογενειακής σου ζωής. Πρόσεχε να μη σε εκμεταλλεύωνται φαύλαι γυναίκες και πονηροί άνθρωποι. | 17 Τὰ ὑπάρχοντά σου ἂς ἀνήκουν μόνον εἰς σὲ καὶ κανεὶς ἄλλος ἂς μὴ γίνεται συμμέτοχος εἰς τὰ ἀγαθά σου. Δηλαδή, ὅπως σὺ δὲν πρέπει νὰ ἀτιμάζῃς ξένον σπίτι, ἔτσι δὲν πρέπει νὰ ἀνέχεσαι ὅπως εἰσέρχεται εἰς τὸ ἰδικόν σου ξένος καὶ ἀτιμάζῃ τὴν γυναῖκα σου. Πρόσεχε μὴ ἀτιμάζεται ὁ συζυγικός σου δεσμὸς ἀπὸ γυναῖκας ἢ ἄνδρας φαύλους. |
18 ἡ πηγή σου τοῦ ὕδατος ἔστω σοι ἰδία, καὶ συνευφραίνου μετὰ γυναικὸς τῆς ἐκ νεότητός σου. | 18 Η πηγή του νερού σου ας ανήκη εις σε και μόνον και να ευφραίνεσαι με την γυναίκα, που επήρες ως σύζυγον εκ νεότητός σου. | 18 Ἡ πηγή σου τοῦ νεροῦ, δηλαδὴ ἡ σύζυγός σου, ἂς ἀνήκῃ ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον εἰς σέ, καὶ εὐφραίνου μὲ τὴν γυναῖκα, ποὺ ἐγνώρισες καὶ ἐνυμφεύθης κατὰ τὴν νεότητά σου. |
19 ἔλαφος φιλίας καὶ πῶλος σῶν χαρίτων ὁμιλείτω σοι· ἡ δὲ ἰδία ἡγείσθω σου καὶ συνέστω σοι ἐν παντὶ καιρῷ, ἐν γὰρ τῇ ταύτης φιλίᾳ συμπεριφερόμενος πολλοστὸς ἔσῃ. | 19 Ως προς αξιαγάπητον έλαφον και χαριτωμένον πουλαράκι ας είναι η αγάπη σου και η αναστροφή σου προς αυτήν. Αυτήν και μόνην να θεωρής ανωτέραν από οιανδήποτε άλλην και ας είναι μαζή σου εις όλας τας περιστάσστου βίου σου, διότι ζων με τον σύνδεσμον της αγάπης σου προς αυτήν, θα γίνης μέγας και ευτυχής. | 19 Ἡ ἀγαπητὴ σὰν ἔλαφος καὶ σὰν χαριτωμένος πῶλος σύζυγός σου ἂς εἶναι ἡ μόνη συναναστροφή σου. Αὐτὴ νὰ προτιμᾶται ἀπὸ πᾶσαν ἄλλην καὶ αὐτὴ νὰ εἶναι πάντοτε εἰς πάντα καιρὸν καὶ εἰς πᾶσαν περίστασιν, καθ’ ὅλην σου τὴν ζωὴν πλησίον σου, διότι, ἐφ’ ὅσον θὰ ζῇς μέσα εἰς τὴν ἀγάπην καὶ τὴν φιλίαν της, θὰ εἶσαι πανευτυχὴς καὶ πλούσιος. |
20 μὴ πολὺς ἴσθι πρὸς ἀλλοτρίαν, μηδὲ συνέχου ἀγκάλαις τῆς μὴ ἰδίας· | 20 Μη συναναστρέφεσαι και μη υποδουλώνεσαι εις άλλην γυναίκα, μη καταδεχθής να σε σφίγγουν αι αγκάλαι γυναικός, που δεν σου ανήκει. | 20 Μὴ ἀναπτύσσῃς σχέσεις μὲ ξένην γυναῖκα, οὔτε νὰ ἐλκύεσαι ἀπὸ τὰς ἀγκάλας γυναικός, ἡ ὁποία δὲν σοῦ ἀνήκει. |
21 ἐνώπιον γάρ εἰσι τῶν τοῦ Θεοῦ ὀφθαλμῶν ὁδοὶ ἀνδρός, εἰς δὲ πάσας τὰς τροχιὰς αὐτοῦ σκοπεύει. | 21 Διότι όλαι αι πράξεις και οι δρόμοι της ζωής του κάθε ανδρός ευρίσκονται ολοφάνεροι ενώπιον των οφθαλμών του Θεού. Ο Θεός παρατηρεί με ακρίβειαν όλας τας ενεργείας του κάθε ανθρώπου. | 21 Διότι οἱ δρόμοι καὶ οἱ τρόποι τῆς διαγωγῆς κάθε ἀνδρὸς μὲ ὅλας τὰς λεπτομερείας καὶ τὰ ἐλατήριά των εἶναι ὁλοφάνερα ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος παρακολουθεῖ ἐπακριβῶς ὅλας τὰς ἐνεργείας τοῦ ἀνθρώπου καὶ τίποτε δὲν διαφεύγει ἀπὸ τὸ παντέφορον ὄμμα του. |
22 παρονομίαι ἄνδρα ἀγρεύουσι, σειραῖς δὲ τῶν ἑαυτοῦ ἁμαρτιῶν ἕκαστος σφίγγεται· | 22 Αι παρανομίαι παγιδεύουν και συλλαμβάνουν, σαν μέσα σε δίκτυον, τον κακόν άνδρα. Καθε δε πονηρός άνθρωπος περισφίγγεται συνεχώς από τας επαναλαμβανομένας αμαρτίας του, αι οποίαι καταντούν δι' αυτόν τυραννικόν πάθος. | 22 Αἱ παρανομίαι ὡσὰν ἄλλα δίκτυα συλλαμβάνουν τὸν ἄνθρωπον, ὁ καθένας δὲ δένεται καὶ σφίγγεται σὰν μὲ σχοινιὰ καὶ καλώδια μὲ τὰς ἐπανειλημμένας ἑκουσίας ἁμαρτίας του, αἱ ὀποῖαι τοῦ γίνονται πάθος τυραννικὸν καὶ δυσαπόσειστον. |
23 οὗτος τελευτᾷ μετὰ ἀπαιδεύτων, ἐκ δὲ πλήθους τῆς ἑαυτοῦ βιότητος ἐξερρίφη καὶ ἀπώλετο δι᾿ ἀφροσύνην. | 23 Ο ανήθικος θα αποθάνη και θα συγκαταταχθή με τους ακαλλιεργήτους ψυχικώς ανθρώπους. Εξ αιτίας δε του πλήθους των σφαλμάτων της εξάλλου ζωής του ερρίφθη έξω από την μακαρίαν ζωήν και εχάθηκε δια την αφροσύνην του. | 23 Αὐτὸς ὁ ὁποῖος ζῇ μὲ τρόπον παράνομον καὶ ἀνήθικον, θὰ ἀποθάνῃ καὶ θὰ συγκαταριθμηθῇ μὲ τοὺς ψυχικῶς ἀμορφώτους καὶ ἀτιθάσους, ἀπὸ δὲ τὸ πλῆθος τῆς αἰωνίου καὶ μακαρίας ζωῆς, τὴν ὁποίαν καὶ αὐτὸς θὰ ἠδύνατο νὰ κατακτήσῃ, ἐπετάχθη ἔξω καὶ ἀπωλέσθη ἐξ αἰτίας τῆς ἀφροσύνης του. |