Σάββατο, 20 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:43
Δύση: 20:06
Σελ. 12 ημ.
111-255
16ος χρόνος, 5908η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 (Α)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ Σολομῶντος υἱοῦ Δαυίδ, ὃς ἐβασίλευσεν ἐν ᾿Ισραήλ, 1 Οσα ακολουθούν είναι παροιμίαι, παραβολαί και γνωμικά και αποφθέγματα του Σολομώντος, υιού του Δαυίδ, ο οποίος υπήρξε βασιλεύς του ισραηλιτικού λαού. 1 Εἰς τὸ βιβλίον τοῦτο περιέχονται αἱ παροιμίαι καὶ τὰ σοφὰ ἀποφθέγματα τοῦ Σολομῶντος, τοῦ υἱοῦ τὸν Δαβίδ, ὁ ὁποῖος ἐβασίλευσεν εἰς τὸ Ἰσραηλιτικὸν ἔθνος.
2 γνῶναι σοφίαν καὶ παιδείαν νοῆσαί τε λόγους φρονήσεως 2 Σκοπόν έχουν αι παροιμίαι αυταί να καταστήσουν γνωστήν την θείαν σοφίαν και την ωφέλιμον δια την ψυχήν εκ μέρους του Θεού παιδαγωγίαν και να κάμουν τον άνθρωπον ικανόν να κατανόηση τους λόγους, δια των οποίων θα αποκτήση φρόνησιν και σύνεσιν. 2 Ἐγράφησαν δὲ αἱ παροιμίαι αὐταί, ὥστε ἐκεῖνος ποὺ τὰς μελετᾷ ἢ τὰς ἀκούει, νὰ ἀποκτήσῃ τὴν πραγματικὴν ἐπιστήμην, δηλαδὴ τὴν ἀληθῆ γνῶσιν, ποὺ ἐμπνέει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Σκοπὸς ἑπομένως τῶν παροιμιῶν αὐτῶν εἶναι νὰ γνωρίσῃ καλῶς ὁ ἄνθρωπος τὰ θεῖα καὶ τὰ ἀνθρώπινα πράγματα, τὴν ὠφέλιμον διδασκαλίαν καὶ παιδαγωγίαν διὰ τὴν ψυχήν του καὶ ἔτσι νὰ ἀποκτήσῃ τὴν σύνεσιν καὶ τὴν ἱκανότητα, διὰ νὰ διακρίνῃ τί πρέπει νὰ ἀποφεύγῃ καὶ τί νὰ πράττῃ, ὥστε ἡ ὅλη του συμπεριφορὰ νὰ εἶναι θεάρεστος.
3 δέξασθαί τε στροφὰς λόγων νοῆσαί τε δικαιοσύνην ἀληθῆ καὶ κρίμα κατευθύνειν, 3 Ακόμη δε να δώσουν εις αυτόν την ικανότητα, ώστε να κατανοή και να αποκρούη την απάτην των περίτεχνων λόγων και τα υποκρυπτόμενα αυτών νοήματα, να εννοήση και δεχθή την αληθινήν δικαιοσύνην του Θεού, ώστε να είναι εις θέσιν να εκφέρη δικαίας κρίσεις και αποφάσεις. 3 Νὰ εἶναι ἀκόμη εἰς θέσιν νὰ δεχθῇ καὶ νὰ ἀποκρούσῃ τὰς προσβολὰς ἀντιθέτων λόγων, ποὺ λέγονται ἢ γράφονται μὲ ρητορικὴν τέχνην καὶ σοφιστείαν, νὰ ἐννοήσῃ δὲ ποία εἶναι ἡ ἀληθὴς δικαιοσύνη, ὥστε νὰ ἐκφέρῃ κρίσεις καὶ ἀποφάσεις δικαίας καὶ εὐθείας ἐπὶ τῶν ἑκάστοτε παρουσιαζομένων περιστάσεων.
4 ἵνα δῷ ἀκάκοις πανουργίαν, παιδὶ δὲ νέῳ αἴσθησίν τε καὶ ἔννοιαν· 4 Σκοπός επίσης των παροιμιών είναι, να δώση στους αδόλους και απονηρεύτους σύνεσιν και ευφυΐαν, εις δε τον νεαρόν κατά την ηλικίαν συναίσθησιν και γνώσιν του καλού και κακού. 4 Ἐπὶ πλέον τὸ βιβλίον τῶν Παροιμιῶν ἐγράφη διὰ νὰ δώσῃ εἰς τοὺς ἁπλοῦς καὶ ἀπονηρεύτους ἀνθρώπους σύνεσιν καὶ ἐξυπνάδα πρὸς ὠφέλειαν ἑαυτῶν καὶ τοῦ πλησίον, εἰς δὲ τὸν νεαρὸν κατὰ τὴν ἡλικίαν καὶ στερούμενον πείρας συνείδησιν τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ καὶ ὡριμότητα σκέψεως πρὸς ὀρθὴν τῶν πραγμάτων ἀντίληψιν.
5 τῶνδε γὰρ ἀκούσας σοφὸς σοφώτερος ἔσται, ὁ δὲ νοήμων κυβέρνησιν κτήσεται. 5 Αλλά και αυτός ακόμη ο σοφός, όταν ακούση τας παροιμίας αυτάς, θα γίνη περισσότερον σοφός. Ο δε εκ φύσεως ευφυής και συνετός θα αποκτήση περισσοτέραν σύνεσιν και ικανότητα, ώστε ορθώς να διακυβερνά την ζωήν του και τους άλλους. 5 Καίτοι δὲ τὸ βιβλίον αὐτὸ ἀπευθύνεται κυρίως πρὸς τὴν ἀνώριμον καὶ ἄπειρον νεότητα, ἐν τούτοις ἔχει νὰ ὠφεληθῇ ἀπὸ τὴν μελέτην του καὶ αὐτὸς ὁ σοφός· πράγματι, ὅταν ὁ σοφὸς ἀκούσῃ τὰ ὅσα γράφονται εἰς αὐτό, θὰ γίνῃ περισσότερον σοφὸς καὶ γνωστικός, ὁ δὲ συνετὸς καὶ φρόνιμος θὰ ἀποκτήσῃ τὴν ἱκανότητα νὰ κυβερνᾷ καὶ νὰ κατευθύνῃ θεαρέστως τὴν ζωήν του
6 νοήσει τε παραβολὴν καὶ σκοτεινὸν λόγον ρήσεις τε σοφῶν καὶ αἰνίγματα. 6 Με τας σοφάς αυτάς παροιμίας καθένας θα είναι εις θέσιν να εννοή παραβολήν και δυσνόητον λόγον, όπως επίσης ρητά και γνωμικά των σοφών και αινιγματώδεις εκφράσεις, υπό τας οποίας κρύπτεται κάποιο βαθύτερον νόημα. 6 Τόσον πολὺ δὲ θὰ ἐξασκηθῇ καὶ θὰ ἀναπτυχθῇ ἡ διάνοιά του, ὥστε θὰ εἶναι εἰς θέσιν νὰ ἐννοῇ κάθε παραβολήν, δυσνόητον καὶ ἀλληγορικὸν λόγον, καθὼς ἐπίσης τὰ ἀποφθέγματα καὶ τὰ γνωμικὰ τῶν σοφῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ τὰ αἰνίγματα, εἰς τὰ ὁποῖα κρύπτεται κάποια βαθύτερη ἀλήθεια.
7 ᾿Αρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου, σύνεσις δὲ ἀγαθὴ πᾶσι τοῖς ποιοῦσι αὐτήν· εὐσέβεια δὲ εἰς Θεὸν ἀρχὴ αἰσθήσεως, σοφίαν δὲ καὶ παιδείαν ἀσεβεῖς ἐξουθενήσουσιν. 7 Αρχή και θεμέλιον πάσης σοφίας είναι ο σεβασμός και ο φόβος προς τον Θεόν. Η δε σύνεσις είναι κατ' εξοχήν ωφέλιμος εις εκείνους, ο οποίοι εφαρμόζουν τα σοφά προστάγματα της εις την ζωήν των. Η προς τον Θεόν ευσέβεια είναι η αρχή και το θεμέλιον της αληθινής σοφίας και γνώσεως. Οι ασεβείς όμως, δι' ο και ασύνετοι, θα περιφρονήσουν την θείαν σοφίαν και παιδαγωγίαν. 7 Ἀρχή, ρίζα καὶ θεμέλιον τῆς ἀληθινῆς σοφίας εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ· ἡ σύνεσις δὲ τότε εἶναι ἀγαθὴ καὶ ἀποδίδει τοὺς καρπούς της, ὅταν ἐφαρμόζεται καὶ ἐπιτελῆται δι’ ἔργων. Ἡ εὐσέβεια δέ, δηλαδὴ ὁ πρὸς τὸν Θεὸν σεβασμὸς καὶ ἡ πρὸς αὐτὸν εὐλάβεια, εἶναι ἀρχὴ τῆς ἀληθινῆς γνώσεως· οἱ ἀσεβεῖς ὅμως θὰ περιφρονήσουν τὴν θείαν παιδαγωγίαν.
8 ἄκουε, υἱέ, παιδείαν πατρός σου καὶ μὴ ἀπώσῃ θεσμοὺς μητρός σου· 8 Συ όμως, υιέ, άκουε μετά προσοχής και υπάκουε προθύμως εις την διδασκαλίαν και παιδαγωγίαν του πατρός σου. Ποτέ δε να μη αποστροφής και απορρίψης τας στοργικάς παραγγελίας και τους θεσμούς της μητρός σου. 8 Ἄκουε πάντοτε, παιδί μου, προσεκτικὰ τὴν διδασκαλίαν τοῦ πατέρα σου καὶ νὰ εἶσαι ὑπάκουος εἰς τὴν παιδαγωγίαν του, καὶ νὰ μὴ διώχνῃς μακριὰ ἀπὸ σένα τὰς συμβουλὰς καὶ ὁδηγίας τῆς μητέρας σου, τὰς ὁποίας ὡς θεσμοὺς καὶ νόμους ἱεροὺς νὰ μνημονεύῃς καθ’ ὅλην τὴν ζωήν σου·
9 στέφανον γὰρ χαρίτων δέξῃ σῇ κορυφῇ καὶ κλοιὸν χρύσεον περὶ σῷ τραχήλῳ. 9 Διότι, εάν προθύμως δεχθής την παιδαγωγίαν των γονέων σου, θα τιμηθής, θα δεχθής εις την κεφολήν σου στέφανον από τας χαρίτας των αρετών και περί τον λαιμόν σου περιδέραιον χρυσούν, ασυγκρίτως πολυτιμότερον από κάθε άλλο κόσμημα. 9 διότι ἔτσι θὰ τιμηθῇς καὶ θὰ δεχθῇς εἰς τὴν κεφαλήν σου στέφανον ἀπὸ χάριτας ἀρετῶν καὶ γύρω ἀπὸ τὸν λαιμόν σου θὰ στολισθῇς μὲ χρυσοῦν περιδέραιον, ἀσυγκρίτως πολυτιμότερον ἀπὸ κάθε ἄλλο μέταλλον.
10 υἱέ, μή σε πλανήσωσιν ἄνδρες ἀσεβεῖς, μηδὲ βουληθῇς, 10 Παιδί μου, πρόσεχε να μη σε παραπλανήσουν προς το κακόν ασεβείς άνθρωποι και ποτέ να μη συγκατατεθής εις τας αμαρτωλάς αυτών σκέψεις και προτάσεις. 10 Παιδί μου, πρόσεχε μὴ σὲ ἀποπλανήσουν ἄνθρωποι ἀσεβεῖς, οὔτε να συγκατατεθῇς θεληματικῶς εἰς ὅσα σοῦ προτείνουν.
11 ἐὰν παρακαλέσωσί σε λέγοντες· ἐλθὲ μεθ᾿ ἡμῶν, κοινώνησον αἵματος, κρύψωμεν δὲ εἰς γῆν ἄνδρα δίκαιον ἀδίκως, 11 Εάν παρουσιασθούν ως φίλοι σου και σε προσκαλέσουν και σου είπουν· “έλα μαζή μας, λάβε μέρος και συ στο αίμα, το οποίον θα χύσωμεν· ας θανατώσωμεν αδίκως άνδρα δίκαιον και το πτώμα του ας το κρύψωμεν βαθειά στον τάφον. 11 Ἐὰν σὲ προσκαλέσουν μὲ τρόπον φιλικὸν καὶ σοῦ εἴπουν· ἔλα μαζί μας, λάβε μέρος εἰς τὰ αἵματα, ποὺ θὰ χύσωμεν, ἂς κρύψωμεν δὲ καὶ ἂς θάψωμεν εἰς τὴν γῆν ὅλως ἀδίκως τὸν δίκαιον ἄνθρωπον, ἔστω καὶ ἂν δὲν μᾶς ἔκαμε ποτὲ κακὸν ἢ ἀδικίαν,
12 καταπίωμεν δὲ αὐτὸν ὥσπερ ᾅδης ζῶντα καὶ ἄρωμεν αὐτοῦ τὴν μνήμην ἐκ γῆς· 12 Ζωντανόν ας τον καταπίωμεν, όπως ο άδης. Ας σβήσωμεν το όνομα του και την ανάμνησίν του από τους ανθρώπους της γης, ώστε κανείς πλέον να μη τον ενθυμήται. 12 ἂς τὸν καταπίωμεν δὲ ζωντανόν, ὅπως ὁ ἀχόρταστος Ἅδης, καὶ ἂς ἐξαλείψωμεν τὴν μνήμην του ἀπὸ τὴν γῆν, ὥστε νὰ μὴ τὸν ἐνθυμῆται πλέον κανείς·
13 τὴν κτῆσιν αὐτοῦ τὴν πολυτελῆ καταλαβώμεθα, πλήσωμεν δὲ οἴκους ἡμετέρους σκύλων· 13 Ας βάλωμεν χέρι και ας κάμωμεν ιδικήν μας την μεγάλην περιουσίαν του, ας γεμίσωμεν δε τα σπίτια μας από λάφυρα, τα οποία θα αρπάσωμεν από τους άλλους με τας ληστείας και τα εγκλήματά μας. 13 ἂς καταλάβωμεν καὶ ἂς κάμωμεν ἰδιοκτησίαν μας τὴν μεγάλην καὶ πολύτιμον περιουσίαν του, ἂς γεμίσωμεν δὲ τὰ σπίτια μας ἀπὸ λάφυρα, τὰ ὁποῖα θὰ ἀρπάσωμεν χύνοντες αἵματα ἀθώων καὶ πατοῦντες ἐπὶ πτωμάτων·
14 τὸν δὲ σὸν κλῆρον βάλε ἐν ἡμῖν, κοινὸν δὲ βαλάντιον κτησώμεθα πάντες, καὶ μαρσίππιον ἓν γενηθήτω ἡμῖν. 14 Οσα χρήματα και κτήματα έχεις κληρονομήσει από τον πατέρα σου βάλε τα εδώ μαζή με τα ιδικά μας. Ταύτισε την τύχην σου μαζή μας και ας έχωμεν όλοι ένα κοινόν βαλάντιον, ένα κοινόν δερμάτινον σάκκον, όπου θα αποταμιεύωμεν, όσα θα αρπάζωμεν”. 14 βάλε καὶ σὺ τὸ μερίδιον τῆς πατρικῆς σου κληρονομίας μὲ τὰ ἰδικά μας, καὶ ταύτισε τὴν τύχην σου μὲ τὴν ἰδικήν μας τύχην καὶ ἂς ἔχωμεν ὅλοι κοινὸν βαλάντιον καὶ ὅλοι μας κοινὸν ταμεῖον, εἰς τὸ ὁποῖον ἂς μαζεύσωμεν ὅσα λάφυρα καὶ χρήματα θὰ συνάξωμεν οὕτω πῶς.
15 μὴ πορευθῆς ἐν ὁδῷ μετ᾿ αὐτῶν, ἔκλινον δὲ τὸν πόδα σου ἐκ τῶν τρίβων αὐτῶν· 15 Παιδί μου, πρόσεξε, μη πορευθής στον ίδιον δρόμον μαζή των, αλλά άλλαξε πορείαν, λοξοδρόμησε μακρυά από τους δρόμους εκείνων. 15 Παιδί μου, μὴ ὑπάγῃς μαζί των εἰς τὸν δρόμον ποὺ βαδίζουν, ἀπομάκρυνε δὲ τὰ βήματά σου ἀπὸ τοὺς δρόμους των
16 οἱ γὰρ πόδες αὐτῶν εἰς κακίαν τρέχουσι καὶ ταχινοὶ τοῦ ἐκχέαι αἷμα· 16 Διότι τα πόδια εκείνων τρέχουν ταχέως πάντοτε προς το κακόν, σπεύδουν να χύσουν αίματα αθώων ανθρώπων. 16 διότι τὰ πόδια των τρέχουν γρήγορα εἰς τὸ κακὸν καὶ εἰς τὸ ἔγκλημα καὶ εἶναι ἕτοιμα εἰς τὸ νὰ σπεύσουν καὶ νὰ χύσουν ἀμέσως αἷμα.
17 οὐ γὰρ ἀδίκως ἐκτείνεται δίκτυα πτερωτοῖς. 17 Εχε δε υπ' όψιν σου και τούτο· ότι, όπως δεν στήνονται χωρίς σκοπόν δίκτυα, αλλά δια να συλλάβουν λαίμαργα ασύνετα πουλιά, ετσι και αυτοί θα συλληφθούν εις παγίδα, και δεν θα μείνουν ατιμώρητοι, αν οχι από τους ανθρώπους, πάντως όμως από τον Θεόν. Θα συλληφθούν εις τα δίκτυα της παρανομίας των. 17 Ἀλλ' ὅπως δὲν στήνονται ἀσκόπως καὶ χωρὶς ἀποτέλεσμα παγίδες καὶ δίκτυα διὰ τὰ πουλιά, ἔτσι καὶ αὐτοὶ δὲν θὰ μείνουν ἀτιμώρητοι· θὰ τιμωρηθοῦν εἴτε ἀπὸ ἀνθρώπους εἴτε ἀπὸ τὸν Θεόν.
18 αὐτοὶ γὰρ οἱ φόνου μετέχοντες θησαυρίζουσιν ἑαυτοῖς κακά, ἡ δὲ καταστροφὴ ἀνδρῶν παρανόμων κακή. 18 Διότι αυτοί, οι οποίοι συμμετέχουν στο έγκλημα, από κοινού δε και εκ συστάσεως διαπράττουν φόνον, συσσωρεύουν εναντίον των πολλά κακά, η δε καταστροφή των παρανόμων ανθρώπων θα είναι τρομερά. 18 Διότι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι συμμετέχουν εἰς φόνον, θησαυρίζουν εἰς τοὺς ἑαυτούς των κακὰ πολλά, ἡ δὲ καταστροφὴ τῶν παρανόμων ἀνθρώπων θὰ εἶναι κακή.
19 αὗται αἱ ὁδοί εἰσι πάντων τῶν συντελούντων τὰ ἄνομα· τῇ γὰρ ἀσεβείᾳ τὴν ἑαυτῶν ψυχὴν ἀφαιροῦνται. 19 Εις αυτά τα ολέθρια αποτελέσματα οδηγούν όλους τους εργάτας της παρανομίας αι οδοί των. Δια της παρανομίας των καταστρέφουν οι ιδιοί και την ζωήν και την ψυχήν των. 19 Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ζοῦν καὶ τέτοιο θὰ εἶναι τὸ κατάντημα ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι πράττουν ἔργα παράνομα· διότι ἐξ αἰτίας τῆς κακίας καὶ ἀσεβείας των καταστρέφουν καὶ τὴν ζωὴν καὶ τὴν ψυχήν των.
20 Σοφία ἐν ἐξόδοις ὑμνεῖται, ἐν δὲ πλατείαις παρρησίαν ἄγει· 20 Αντιθέτως προς τους εργάτας του σκότους και τας δολιότητάς των, η σοφία του Θεού εξυμνείται δημοσία στους δρόμους από όσους την έχουν γνωρίσει και δεχθή, και με παρρησίαν ακούεται η διδασκαλία της εις τας πλατείας. 20 Ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ ὅσους μὲ τὴν πεῖραν των τὴν ἐγνώρισαν, ἐξυμνεῖται δημοσίᾳ εἰς τοὺς δρόμους, ἡ δὲ θεία διδασκαλία της διακηρύττεται μὲ παρρησίαν εἰς τὰς πλατείας.
21 ἐπ᾿ ἄκρων τειχέων κηρύσσεται, ἐπὶ δὲ πύλαις δυναστῶν παρεδρεύει, ἐπὶ δὲ πύλαις πόλεως θαρροῦσα λέγει· 21 Το κήρυγμά της διαλαλείται από τας υψηλάς επάλξεις των τειχών, ώστε να ακούεται από όλους. Παραστέκει εις τας θύρας των αρχόντων, δια να τους καθιστά σοφούς και συνετούς εις τα έργα των. Παρευρίσκεται εις τας πύλας της πόλεως, όπου γίνονται συγκεντρώσεις δια την λύσιν μεγάλων ζητημάτων, απευθύνεται προς όλους και με θάρρος πολύ λέγει; 21 Τὸ κήρυγμά της δὲν γίνεται μέσα ἀπὸ τὰ τείχη, ἀλλὰ διαλαλεῖται ἐπὶ τῶν ἄκρων καὶ ἐπὶ τῶν ἐπάλξεων τῶν τειχῶν, ὥστε νὰ ἀκούεται καὶ να μὴ μένῃ μυστικόν, παραστέκει δὲ εἰς τὰς θύρας τῶν ἀρχόντων, ὥστε νὰ τοὺς σοφίζῃ εἰς τὰ καθήκοντά των κηρύσσεται ὅμως καὶ εἰς τὰς εἰσόδους καὶ εἰς τὰς πύλας τῶν πόλεων, ὅπου γίνονται αἱ συγκεντρώσεις δι’ ἀγοραπωλησίας, διὰ συνοικέσια, διὰ πολιτικὰς συζητήσεις καὶ δικαστικὰς ὑποθέσεις, ἀπευθύνεται δὲ πρὸς ὅλους καὶ λέγει μὲ παρρησίαν:
22 ὅσον ἂν χρόνον ἄκακοι ἔχωνται τῆς δικαιοσύνης, οὐκ αἰσχυνθήσονται· οἱ δὲ ἄφρονες, τῆς ὕβρεως ὄντες ἐπιθυμηταί, ἀσεβεῖς γενόμενοι ἐμίσησαν αἴσθησιν 22 “Οσον χρόνον οι άδολοι και άκακοι άνθρωποι κρατούν και ακολουθούν τον βίον της δικαιοσύνης και της αρετής, δεν πρόκειται να. εντροπιασθούν. Εξ αντιθέτου οι αμαρτωλοί, οι καταφρονηταί της θείας σοφίας, επειδή επεθύμησαν την αλαζονικήν και γεμάτην επιδείξεις ζωήν, κατήντησαν εις βάθος ασεβείας και εμίσησαν την αληθινήν και σώζουσαν γνώσιν του Θεού. 22 Ἐφ’ ὅσον οἱ ἀπλοὶ καὶ ἀπονήρευτοι θὰ ἀκολουθοῦν τὸν βίον τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἀρετῆς, δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ ἐντροπιασθοῦν· οἱ δὲ ἁμαρτωλοί, ἐπειδὴ ἐπεθύμησαν τὴν ὑπερήφανον καὶ ὑβριστικὴν ζωὴν τῆς κακίας καὶ κατήντησαν εἰς ἐσχάτην ἀσέβειαν, ἐμίσησαν τὴν σωτηριώδη γνῶσιν τῆς ἀληθείας,
23 καὶ ὑπεύθυνοι ἐγένοντο ἐλέγχοις, ἰδοὺ προήσομαι ὑμῖν ἐμῆς πνοῆς ρῆσιν, διδάξω δὲ ὑμᾶς τὸν ἐμὸν λόγον. 23 Δι' αυτό και έγιναν υπεύθυνοι και άξιοι ελέγχων και τιμωριών. Ιδού όμως ότι εγώ η σοφία, θα σας παρουσιάσω τα λόγια της ιδικής μου εμπνεύσεως. Θα σας διδάξω τους ιδικούς μου λόγους. 23 καὶ δι' αὐτὸ ἔγιναν ὑπεύθυνοι καὶ ἄξιοι ἐλέγχων καὶ τιμωριῶν. Ἰδοὺ ἐγώ, ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, σᾶς ἀπευθύνω διδασκαλίαν σοφήν, ποὺ ἐμπνέεται ἀπὸ ἐμέ, θὰ σᾶς διδάξω δὲ τὸν ἰδικόν μου σοφὸν καὶ ἀλάνθαστον λόγον.
24 ἐπειδὴ ἐκάλουν καὶ οὐχ ὑπηκούσατε καὶ ἐξέτεινα λόγους καὶ οὐ προσείχετε, 24 Επειδή είδα, ότι μολονότι σας εκαλούσα και σεις δεν υπηκούσατε, εγώ η σοφία σας ωμίλησα εις εντονώτερον ύφος, εμάκρυνα τον λόγον μου προς σας. Σεις όμως και πάλιν δεν εδίδατε καμμίαν προσοχήν· 24 Ἐπειδὴ σᾶς προσκαλοῦσα καὶ δὲν ὑπηκούσατε καὶ ἐπειδὴ σᾶς ὠμιλοῦσα ἐντονώτερον καὶ διὰ μακρῶν καὶ δὲν ἐδίδετε καμμίαν προσοχήν,
25 ἀλλὰ ἀκύρους ἐποιεῖτε ἐμᾶς βουλάς, τοῖς δὲ ἐμοῖς ἐλέγχοις οὐ προσείχετε, 25 αλλά τουναντίον εθεωρείτε χωρίς αξίαν και σημασίαν τας σύμβουλάς μου. Εις δε τους ελέγχους μου δεν εδίδατε καμμίαν προσοχήν· 25 ἀλλὰ περιεφρονεῖτε τὸ θέλημά μου καὶ ἐθεωρεῖτε ὡς ἐστερημένας κύρους τὰς ἀποφάσεις μου καὶ εἰς τοὺς ἐλέγχους τῆς διδασκαλίας μου δὲν ἐδίδετε προσοχήν,
26 τοιγαροῦν κἀγὼ τῇ ὑμετέρᾳ ἀπωλείᾳ ἐπιγελάσομαι, καταχαροῦμαι δὲ ἡνίκα ἔρχηται ὑμῖν ὄλεθρος, 26 δια τούτο, λοιπόν, και εγώ θα γελάσω με την απώλειάν σας, θα χαρώ πάρα πολύ, όταν θα επέρχεται εναντίον σας ο όλεθρος. 26 δι’ αὐτὸ καὶ ἐγὼ δὲν θὰ σᾶς λυπηθῶ, ἀλλὰ θὰ γελάσω περιφρονητικῶς, ὅταν θὰ καταστραφῆτε, καὶ θὰ χαρῶ ὑπερβολικά, ὅταν ἔλθῃ καὶ πέσῃ ἐπάνω σας ὄλεθρος,
27 καὶ ὡς ἂν ἀφίκηται ὑμῖν ἄφνω θόρυβος, ἡ δὲ καταστροφὴ ὁμοίως καταιγίδι παρῇ, καὶ ὅταν ἔρχηται ὑμῖν θλῖψις καὶ πολιορκία ἢ ὅταν ἔρχηται ὑμῖν ὄλεθρος. 27 Και όταν αιφνιδίως εγερθή εναντίον σας ταραχή, ο δε όλεθρός σας ως καταστρεπτική καταιγίς επιπέση επάνω σας, όταν σας βρη θλίψις μεγάλη η πολιορκία της πόλεως σας από τους εχθρούς, όταν θα βλέπετε και σεις να έρχεται αναπόφευκτος ο όλεθρός σας, 27 καὶ ὅταν θὰ σᾶς καταφθάσουν ξαφνικὰ δεινὰ καὶ θὰ θορυβηθῆτε, θὰ ἐνσκήψῃ δὲ καταστροφὴ ὅμοια πρὸς αἰφνίδιον καταιγίδα, καὶ ὅταν θὰ σᾶς ἔλθῃ θλῖψις καὶ θὰ σᾶς πολιορκήσουν ἐχθροί, ἢ ὅταν θὰ ἐπέλθῃ ἐναντίον σας καταστροφή.
28 ἔσται γὰρ ὅταν ἐπικαλέσησθέ με, ἐγὼ δὲ οὐκ εἰσακούσομαι ὑμῶν· ζητήσουσί με κακοί, καὶ οὐχ εὑρήσουσιν· 28 τότε θα συμβή τούτο· θα με επικαλεσθήτε, εγώ όμως δεν θα ακούσω την επίκλησίν σας. Θα με ζητήσουν ως βοηθόν των και στήριγμά των οι κακοί εις τας δυσκόλους των περιστάσεις, και δεν θα με εύρουν ως λυτρωτήν και σωτήρα των. 28 Θὰ γελάσω περιφρονητικῶς, διότι τότε θὰ συμβῇ τοῦτο: Θὰ μὲ ἐπικαλεσθῆτε, ἐγὼ ὅμως δὲν θὰ εἰσακούσω τὴν ἐπίκλησίν σας. Θὰ μὲ ζητήσουν οἱ κακοὶ καὶ πονηροὶ κατὰ τὰς δυσκόλους ἡμέρας των, διὰ νὰ τοὺς λυτρώσω ἀπὸ τὰ δεινά, καὶ δὲν θὰ μὲ εὔρουν·
29 ἐμίσησαν γὰρ σοφίαν, τὸν δὲ λόγον τοῦ Κυρίου οὐ προείλαντο, 29 Διότι εμίσησαν την θείαν σοφίαν, τον δε λόγον του Κυρίου δεν τον επροτίμησαν, αλλά τον απέρριψαν. 29 διότι ἐμίσησαν ἐμέ, τὴν θείαν σοφίαν, καὶ δὲν ἐπροτίμησαν τὸν λόγον τοῦ Κυρίου καὶ τὴν θεοσέβειαν,
30 οὐδὲ ἤθελον ἐμαῖς προσέχειν βουλαῖς, ἐμυκτήριζον δὲ ἐμοὺς ἐλέγχους. 30 Ούτε ήθελον να δώσουν προσοχήν εις τα θελήματά μου. Εξ αντιθέτου περιέπαιζαν και εχλεύαζαν τους ελέγχους, τους οποίους προς σωτηρίαν των απηύθυνα. 30 οὔτε ἤθελαν νὰ προσέχουν εἰς τὰ θελήματά μου, περιέπαιζαν δὲ καὶ ἐχλεύαζαν τοὺς σωτηρίους ἐλέγχους καὶ τὰς διαμαρτυρίας μου.
31 τοιγαροῦν ἔδονται τῆς ἑαυτῶν ὁδοῦ τοὺς καρποὺς καὶ τῆς ἑαυτῶν ἀσεβείας πλησθήσονται· 31 Δια τούτο θα φάγουν τους καρπούς της κακής των ζωής και συμπεριφοράς. Θα απολαύσουν τα επίχειρα της κακίας των. Θα πλημμυρίσουν και θα πνιγούν μέσα εις τας οδυνηράς συνεπείας της ασεβείας των. 31 Δι’ αὐτὸ λοιπὸν θὰ φάγουν τοὺς καρποὺς τῆς πονηρᾶς διαγωγῆς των καὶ ἡ ζωή των θὰ πλημμυρίσῃ ἀπὸ ἀθλιότητας, εἰς τὰς ὁποίας τοὺς ὠδήγησεν ἡ ἀσέβειά των·
32 ἀνθ᾿ ὧν γὰρ ἠδίκουν νηπίους, φονευθήσονται, καὶ ἐξετασμὸς ἀσεβεῖς ὀλεῖ. 32 Επειδή ηδίκησαν τους αφελείς και αγαθούς ανθρώπους, θεία φοβερά κρίσις θα εξολοθρεύση τους ασεβείς. 32 διότι εἰς ἀνταπόδοσιν τῶν πολλῶν ἀδικιῶν, ποὺ ἔκαμαν εἰς νέους καὶ ἀπονηρεύτους, θὰ παραδοθοῦν εἰς σφαγὴν καὶ φόνον, καὶ φοβερὰ ἀνάκρισις καὶ θεία κρίσις θὰ ἐξολοθρεύσῃ τοὺς ἀσεβεῖς.
33 ὁ δὲ ἐμοῦ ἀκούων κατασκηνώσει ἐπ᾿ ἐλπίδι καὶ ἡσυχάσει ἀφόβως ἀπὸ παντὸς κακοῦ. 33 Εκείνος όμως, που ακούει και υπακούει εις εμέ, την σοφίαν, θα ζη με σταθεράν την ελπίδα του εις την παντοδύναμον προστασίαν του Υψιστου και θα διατηρή την γαλήνην του εις κάθε περίστασιν, χωρίς φόβον από κανένα κακόν”. 33 Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ ὑπακούει εἰς ἐμέ, τὴν σοφίαν, θὰ ζήσῃ ἀσφαλὴς μὲ σύντροφον τὴν ἐλπίδα εἰς τὴν προστασίαν τοῦ Ὑψίστου, θὰ διατηρῇ δὲ τὴν εἰρήνην καὶ ἡσυχίαν του εἰς κάθε περίστασιν, χωρὶς φόβον κανενὸς κακοῦ.