Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΥΙΕ, ἐμῶν νομίμων μὴ ἐπιλανθάνου, τὰ δὲ ρήματά μου τηρείτω σὴ καρδία· | 1 Παιδί μου, μη λησμονής τους νόμους μου. Ο δε νους και η καρδία σου ας φυλάττουν τους λόγους μου ως θησαυρούς. | 1 Παιδί μου, μὴ λησμονῇς ποτὲ τὰ ὅσα ἐγὼ διεκήρυξα ὡς νόμιμα, ὁ νοῦς σου δὲ καὶ ἡ καρδία σου ἂς φυλάττῃ ὡς θησαυρὸν τοὺς λόγους μου· |
2 μῆκος γὰρ βίου καὶ ἔτη ζωῆς καὶ εἰρήνην προσθήσουσί σοι. | 2 Διότι αυτά θα σου χαρίσουν μακροβιότητα, θα προσθέσουν χρόνια ζωής ειρηνικής και ευτυχισμένης. | 2 διότι αὐτὰ θὰ σοῦ χαρίσουν μακροβιότητα καὶ θὰ σοῦ προσθέσουν χρόνια ζωῆς εὐτυχισμένης καὶ ψυχικὴν γαλήνην καὶ εἰρήνην. |
3 ἐλεημοσύναι καὶ πίστεις μὴ ἐκλιπέτωσάν σε, ἄφαψαι δὲ αὐτὰς ἐπὶ σῷ τραχήλῳ, καὶ εὑρήσεις χάριν· | 3 Αι ελεημοσύναι ποός τους ανθρώπους και η πίστις προς τον Θεόν, ποτέ ας μη σε αφήσουν. Να τας δέσης σαν περιλαίμιον, που θα εφάπτεται στον λαιμόν σου, να τας χάραξης εις την καρδίαν σου, και να είσαι βέβαιος ότι θα εύρης χάριν παρά Θεώ και ανθρώποις. | 3 Φρόντιζε νὰ μὴ σοῦ λείψουν ποτὲ αἱ ἐλεημοσύναι μὲν πρὸς τοὺς δυστυχεῖς, ἡ ἐμπιστοσύνη δὲ πρὸς τὴν πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ. Καὶ διὰ νὰ μὴ σοῦ λείψουν ποτέ, φρόντισε νὰ τὰς δέσῃς καλὰ σὰν περιλαίμιον, ποὺ θὰ ἐφάπτεται καὶ θὰ εἶναι κολλημένον εἰς τὸν λαιμόν σου, καὶ ἔσο βέβαιος, ὅτι θὰ εὕρῃς καὶ θὰ ἐξασφαλίσῃς θείαν χάριν καὶ εὔνοιαν. |
4 καὶ προνοοῦ καλὰ ἐνώπιον Κυρίου καὶ ἀνθρώπων. | 4 Σκέψου και φρόντιζε, ώστε η διαγωγή σου να είναι καλή και αξιέπαινος ενώπιον Θεού και ανθρώπων. | 4 Λάμβανε πρόνοιαν καὶ φροντίδα, ὥστε ἡ διαγωγή σου νὰ εἶναι καλὴ καὶ ἐπαινετὴ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ τῶν ἀνθρώπων. |
5 ἴσθι πεποιθὼς ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ ἐπὶ Θεῷ ἐπὶ δὲ σῇ σοφίᾳ μὴ ἐπαίρου· | 5 Εχε σταθεράν πίστιν και ακλόνητον πεποίθησιν με όλην σου την ψυχήν στον Θεόν. Μη αλαζονεύεσαι δια τας πολλάς γνώσεις και δια την σοφίαν σου. | 5 Στήριζε μὲ ὅλην τὴν ψυχήν σου τὴν πεποίθησιν καὶ τὴν ἐμπιστοσύνην σου εἰς τὸν Θεόν. Μὴ ὑπερηφανεύεσαι δὲ διὰ τὰς πολλὰς γνώσεις σου καὶ διὰ τὴν ἰδικήν σου σοφίαν. |
6 ἐν πάσαις ὁδοῖς σου γνώριζε αὐτήν, ἵνα ὀρθοτομῇ τὰς ὁδούς σου, ὁ δὲ πούς σου μὴ προσκόψῃ. | 6 Εις όλην σου την ζωήν και συμπεριφοράν να έχης πάντοτε υπ' όψιν σου την θείαν σοφίαν, δια να σε καθοδηγή ορθώς εις τας ενεργείας σου και να μη σκοντάψουν ποτέ τα πόδια σου. | 6 Εἰς ὅλας τὰς ἐνεργείας καὶ πράξεις σου λάμβανε συμβουλὰς καὶ γνῶσιν ἀπὸ τὴν θείαν σοφίαν, διὰ νὰ σὲ ὁδηγῇ εἰς τὸν εὐθὺν δρόμον τῆς ἀρετῆς καὶ διὰ νὰ μὴ σκοντάψῃ τὸ πόδι σου καὶ ἐκτραπῇς ἀπὸ τὸν ὀρθὸν καὶ σωτήριον δρόμον. |
7 μὴ ἴσθι φρόνιμος παρὰ σεαυτῷ, φοβοῦ δὲ τὸν Θεὸν καὶ ἔκκλινε ἀπὸ παντὸς κακοῦ· | 7 Μη σχηματίσης το φρόνημα ότι είσαι συνετός και μη εμπιστεύεσαι εις την σοφίαν σου, αλλά να φοβήσαι τον Θεόν. Απόφευγε κάθε κακόν και λοξοδρόμει μακράν, όταν το αντικρύζης. | 7 Μὴ σχηματίζῃς διὰ τὸν ἑαυτόν σου φρόνημα ὅτι εἶσαι συνετὸς καὶ ἔχεις ὅλην τὴν γνῶσιν, ὥστε νὰ μὴ χρειάζεσαι τὴν συμβουλὴν τοῦ ἄλλου. Ἔχε δὲ φόβον Θεοῦ καὶ φεῦγε μακρὰν ἀπὸ κάθε κακόν, διότι εὔκολα ἠμπορεῖ νὰ παρασυρθῇς ἀπὸ ἀσήμαντα καὶ νὰ πέσῃς εἰς βαρέα ἁμαρτήματα. |
8 τότε ἴασις ἔσται τῷ σώματί σου καὶ ἐπιμέλεια τοῖς ὀστέοις σου. | 8 Οταν έτσι πορεύεσαι, θα απολαμβάνης υγείαν και ευεξίαν στο σώμα σου, ανανέωσιν δε και ανάπαυσιν εις τα κόκκαλά σου. | 8 Ὅταν συμμορφωθῇς πρὸς αὐτά, τότε θὰ ἀπολαμβάνῃς σωματικὴν ὑγείαν καὶ εὐεξίαν, καὶ τὰ ὀστᾶ σου θὰ διατηροῦνται εἰς καλὴν κατάστασιν. |
9 τίμα τὸν Κύριον ἀπὸ σῶν δικαίων πόνων καὶ ἀπάρχου αὐτῷ ἀπὸ σῶν καρπῶν δικαιοσύνης, | 9 Τιμα τον Θεόν με θυσίας από τους ιδικούς σου δικαίους κόπους, και δίδε εις αυτόν πάντοτε τας απαρχάς από τους καρπούς, τους οποίους απέκτησες με δικαιοσύνην και τιμιότητα· | 9 Δείκνυε σεβασμὸν καὶ εὐλαβῆ τιμὴν πρὸς τὸν Θεὸν μὲ τὸ νὰ προσφέρῃς εἰς τὸν ναόν του ἀπὸ τοὺς τιμίους κόπους τῆς ἐργασίας σου καὶ πρόσφερε εἰς Αὐτὸν τὰ πρωτογεννήματα ἀπὸ τοὺς καρποὺς καὶ τὰ εἰσοδήματά σου, τὰ ὁποῖα ἀποκτᾷς μὲ δικαιοσύνην καὶ τιμιότητα, |
10 ἵνα πίμπληται τὰ ταμιεῖά σου πλησμονῆς σίτῳ, οἴνῳ δὲ αἱ ληνοί σου ἐκβλύζωσιν. | 10 δια να γεμίζουν έτσι αι αποθήκαι σου από αφθονίαν σίτου και να αναβλύζη σαν από πηγήν πλούσιος ο μούστος από τα πατητήρια των σταφυλών σου. | 10 διὰ νὰ γεμίζουν αἱ ἀποθῆκαι σου ἀπὸ ἀφθονίαν σιταριοῦ, νὰ τρέχῃ δὲ ἀπὸ τὰ πατητήρια τῶν σταφυλῶν σου μοῦστος πολύς. |
11 Υἱέ, μὴ ὀλιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδὲ ἐκλύου ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐλεγχόμενος· | 11 Παιδί μου, μη παραμελής και μη αδιαφορής εις την παιδαγωγίαν του Κυρίου και μη λιποψυχής, όταν δια το καλόν σου επιτιμάσαι από αυτόν. | 11 Παιδί μου, μὴ παραμελῇς καὶ μὴ ξεχνᾷς τὴν ὠφέλειαν, ποὺ φέρει ἡ διὰ μέσου δοκιμασιῶν καὶ θλίψεων παιδαγωγία τοῦ παναγάθου Θεοῦ, καὶ μὴ καταβάλλεσαι καὶ μὴ ἀποκάμνῃς, ὅταν ἐλέγχεσαι καὶ ἐπιτιμᾶσαι ἀπὸ Αὐτόν, |
12 ὃν γὰρ ἀγαπᾷ Κύριος παιδεύει, μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχεται. | 12 Διότι εκείνον, τον οποίον ο Κυριος αγαπά, τον παιδαγωγεί με θλίψεις και σαν στοργικός πατέρας μαστιγώνει με διαφόρους δοκιμασίας κάθε τέκνον του, το οποίον αναγνωρίζει και παραδέχεται ως ιδικόν του. | 12 διότι ἐκεῖνον, ποὺ ἀγαπᾷ ὁ Κύριος, τὸν παιδαγωγεῖ μὲ θλίψεις, μαστιγώνει δὲ μὲ δοκιμασίας κάθε τέκνον του καὶ παιδί, τὸ ὁποῖον ἀναγνωρίζει ὡς ἰδικόν του. |
13 μακάριος ἄνθρωπος ὃς εὗρε σοφίαν καὶ θνητὸς ὃς εἶδε φρόνησιν· | 13 Τρισευτυχισμένος και από τον Θεόν ευλογημένος είναι ο άνθρωπος, ο οποίος ευρήκε την αληθή σοφίαν, και κάθε θνητός, ο οποίος εγνώρισε και απέκτησε την από τον Θεόν χορηγουμένην φρόνησιν και σύνεσιν. | 13 Εὐτυχὴς εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ἠξιώθη νὰ εὕρῃ καὶ νὰ γνωρίσῃ τὴν σοφίαν, τὴν ὁποίαν παρέχει ἡ θεία παιδαγωγία, καὶ μακάριος εἶναι ὁ θνητός, ὁ ὁποῖος ἐγνώρισε καὶ ἀπέκτησε τὴν ἀπὸ Θεοῦ φρόνησιν καὶ σύνεσιν. |
14 κρεῖσσον γὰρ αὐτὴν ἐμπορεύεσθαι ἢ χρυσίου καὶ ἀργυρίου θησαυρούς. | 14 Διότι είναι ασυγκρίτως καλύτερον να αγοράζη και αποκτά κανείς την σοφίαν, παρά θησαυρούς χρυσού και αργύρου. | 14 Εἶναι δὲ μακάριος, διότι εἶναι ἀσυγκρίτως καλύτερον καὶ ἐπικερδέστερον νὰ ἐμπορεύεται κανεὶς καὶ νὰ ἐξαγοράζῃ ἀντὶ πάσης θυσίας τὴν σοφίαν αὐτὴν παρὰ νὰ κερδίζῃ θησαυροὺς ἀπὸ νομίσματα χρυσᾶ καὶ ἀργυρᾶ. |
15 τιμιωτέρα δέ ἐστι λίθων πολυτελῶν, οὐκ ἀντιτάξεται αὐτῇ οὐδὲν πονηρόν· εὔγνωστός ἐστι πᾶσι τοῖς ἐγγίζουσιν αὐτῇ, πᾶν δὲ τίμιον οὐκ ἄξιον αὐτῆς ἐστι. | 15 Αύτη είναι ασυγκρίτως πολυτιμοτέρα από τους αδάμαντας και τους άλλους πολυτελείς λίθους και εναντίον αυτής δεν ημπορεί να, αντιπαραταχθή κανένα απολύτως πονηρόν πράγμα. Η σοφία γίνεται γνωστή εις όλους εκείνους, οι οποίοι την πλησιάζουν με αγαθήν διάθεσιν. Και κάθε τι από όσα οι άνθρωποι θεωρούν πολύτιμα, δεν ημπορεί να αντιπαραβληθή προς αυτήν. | 15 Ἡ σοφία δὲ αὐτὴ εἶναι πολὺ πιὸ ἀκριβῆ ἀπὸ τοὺς ἀδάμαντας καὶ τοὺς ἄλλους πολυτίμους λίθους. Ἐμπρὸς εἰς αὐτὴν δὲν ἠμπορεῖ νὰ ἀντισταθῇ τίποτε τὸ κακόν· εὔκολα γνωρίζουν τὴν ἀξίαν της, ὅσοι τὴν πλησιάζουν μὲ εἰλικρινῆ καὶ ταπεινὴν διάθεσιν νὰ λάβουν πεῖραν αὐτῆς. Ὀτιδήποτε δὲ ἀπὸ ἐκεῖνα, ποὺ ὁ κόσμος θεωρεῖ ὡς πολύτιμα, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀντιπαραβληθῇ πρὸς αὐτήν. |
16 μῆκος γὰρ βίου καὶ ἔτη ζωῆς ἐν τῇ δεξιᾷ αὐτῆς, ἐν δὲ τῇ ἀριστερᾷ αὐτῆς πλοῦτος καὶ δόξα· ἐκ τοῦ στόματος αὐτῆς ἐκπορεύεται δικαιοσύνη, νόμον δὲ καὶ ἔλεον ἐπὶ γλώσσης φορεῖ. | 16 Είναι δε πολυτιμοτέρα από οποιονδήποτε πλούτον και θησαυρόν, διότι εις την δεξιάν της κρατεί και προσφέρει μακροβιότητα. Εις δε την αριστεράν της κρατεί και προσφέρει πλούτον και δόξαν. Από το στόμα της εξέρχεται πάντοτε λόγος δικαιοσύνης και αρετής. Εις δε την γλώσσαν της φέρει και εκφράζει τον νόμον του Θεού, αλλά και το έλεος του Θεού. | 16 Εἶναι δὲ ἀσυγκρίτως πολυτιμοτέρα ἀπὸ οἰονδήποτε πλοῦτον τοῦ κόσμου, διότι εἰς τὸ δεξί της χέρι ὑπάρχει μακροζωΐα καὶ χρόνια εὐτυχισμένης ζωῆς καὶ εἰς τὸ ἀριστερό της πλοῦτος καὶ δόξα, καὶ σκορπίζει ὅλα αὐτὰ εἰς ὅποιον τὴν πλησιάσῃ καὶ τὴν γνωρίσῃ. Ἀπὸ τὸ στόμα της δὲ βγαίνουν πάντοτε λόγια δίκαια καὶ γεμᾶτα χάριν καὶ ἁγιότητα, εἰς δὲ τὴν γλῶσσαν της φέρει ὡς χρυσοῦν χαλινὸν τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ λόγους συμπαθείας καὶ εὐσπλαγχνίας πρὸς πάντα πταίστην. |
17 αἱ ὁδοὶ αὐτῆς ὁδοὶ καλαί, καὶ πᾶσαι αἱ τρίβοι αὐτῆς ἐν εἰρήνῃ· | 17 Οι δρόμοι, στους οποίους οδηγεί, είναι καλοί και αγαθοί. Ολαι δε αι πορείαι της είναι ειρηνικαί και ειρηνοφόροι. | 17 Οἱ δρόμοι, εἰς τοὺς ὁποίους ὁδηγεῖ ἡ σοφία, εἶναι καλοί, διότι ὁδηγοῦν πάντοτε εἰς τὸ ἀγαθὸν καὶ τὴν σωτηρίαν, καὶ ὅλα τὰ μέρη ποὺ περνᾷ γεμίζουν εἰρήνην. |
18 ξύλον ζωῆς ἐστι πᾶσι τοῖς ἀντεχομένοις αὐτῆς, καὶ τοῖς ἐπερειδομένοις ἐπ᾿ αὐτὴν ὡς ἐπὶ Κύριον ἀσφαλής. | 18 Η σοφία είναι το δένδρον της ζωής δι' όλους εκείνους, που την κρατούν σφιγκτά· δι' όσους δε στηρίζονται σταθερά εις αυτήν, ως επ' αυτού του Κυρίου, είναι στήριγμα ασφαλές. | 18 Ἡ σοφία εἶναι δένδρον ζωῆς δι’ ὅλους, ὅσοι τὴν κρατοῦν σφιγκτά· καὶ δι’ ὅλους, ὅσοι στηρίζονται ἐπ’ αὐτῆς, εἶναι στήριγμα τόσον ἀσφαλές, σὰν νὰ στηρίζονται ἐπ’ αὐτοῦ τοῦ Κυρίου. |
19 ὁ Θεὸς τῇ σοφίᾳ ἐθεμελίωσε τὴν γῆν, ἡτοίμασε δὲ οὐρανοὺς φρονήσει· | 19 Ο Θεός δια της ενυποστάτου σοφίας, δια του Μονογενούς δηλαδή Υιού του, έθεσε τα θεμέλια της γης και με άπειρον σύνεσιν κατεσκεύασε τους ουρανούς. | 19 Ὁ Θεὸς διὰ τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ του, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἐνυπόστατος Σοφία τοῦ Πατρός, μὲ τὴν ἐν χρόνῳ ἐκδηλωθεῖσαν σοφίαν του ἐθεμελίωσε τὴν γῆν καὶ μὲ ἄπειρον σύνεσιν κατεσκεύασε τοὺς οὐρανούς. |
20 ἐν αἰσθήσει ἄβυσσοι ἐρράγησαν, νέφη δὲ ἐρρύησαν δρόσους. | 20 Με την άπειρον αυτού γνώσιν και αγαθότητα, εξεχύθησαν τα ύδατα των θαλασσών και των υπογείων δεξαμενών εις την γην, από δε τα νέφη έρρευσαν δροσερά τα ύδατα των βροχών. | 20 Μὲ τὴν ἀλάνθαστον γνῶσιν, ἐπιστήμην καὶ διάκρισιν τοῦ Θεοῦ ἐξεχύθησαν αἱθ ὑπόγειοι δεζαμεναὶ τοῦ ὕδατος, διὰ νὰ ἀποτελέσουν τὰς θαλάσσας, τὰ δὲ νέφη ἤρχισαν νὰ σταλάζουν δρόσον καὶ νὰ ριπτοῦν βροχὰς εἰς τὴν γῆν. |
21 Υἱέ, μὴ παραρρυῇς, τήρησον δὲ ἐμὴν βουλὴν καὶ ἔννοιαν, | 21 Υιέ μου, πρόσεχε μη παρεκκλίνης από τον δρόμον μου και παρασυρθής στον ολισθηρόν κατήφορον της απωλείας. Φυλαξε την ιδικήν μου συμβουλήν και οδηγίαν, | 21 Παιδί μου, πρόσεχε νὰ μὴ ἐκπέσῃς καὶ παρεκτροπῇς, χάνων τὴν ψυχικήν σου στερρότητα καὶ ὀλισθαίνων εἰς τὸ κακὸν ἀπὸ θέλησιν χαλαρὰν καὶ νερουλιασμένην. Φύλαξε δὲ τὸν νόμον μου, ὁ ὁποῖος ἐκφράζει τὸ θέλημά μου καὶ τὴν σκέψιν μου, |
22 ἵνα ζήσῃ ἡ ψυχή σου, καὶ χάρις ᾖ περὶ σῷ τραχήλῳ. ἔσται δὲ ἴασις ταῖς σαρξί σου καὶ ἐπιμέλεια τοῖς σοῖς ὀστέοις, | 22 δια να διατηρηθή επί μακρόν χρόνον η ζωη σου εις την γην. Η δε εύνοια του Θεού και η εκτίμησις εκ μέρους των ανθρώπων, ως πολύτιμον κόσμημα θα περιβάλλη τον τράχηλόν σου. Τοτε θα έχης υγείαν σωματικήν, ευεξίαν δε και αναγέννησιν εις τα οστά σου, | 22 διὰ νὰ ζήσῃς περισσότερα χρόνια εἰς τὴν γῆν καὶ διὰ νὰ μὴ ὑποστῇ ἡ ψυχή σου τὸν αἰώνιον θάνατον. Τότε ἡ εὔνοια τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐκτίμησις τῶν ἀνθρώπων θὰ εἶναι ὡς περιδέραιον γύρω ἀπὸ τὸν λαιμόν σου, θὰ ἔχῃς δὲ ὑγείαν σωματικὴν καὶ τὰ κόκκαλά σου θὰ εἶναι στερεὰ καὶ ποτισμένα μὲ λίπος, |
23 ἵνα πορεύῃ πεποιθὼς ἐν εἰρήνῃ πάσας τὰς ὁδούς σου, ὁ δὲ πούς σου οὐ μὴ προσκόψῃ· | 23 δια να πορεύεσαι ετσι με πεποίθησιν και ειρήνην εις όλους τους δρόμους της ζωής σου, τα δε πόδια σου δεν θα σκοντάπτουν. | 23 διὰ νὰ βαδίζῃς καὶ πορεύεσαι μὲ σταθερότητα καὶ πεποίθησιν καὶ γεμᾶτος εἰρήνην εἰς κάθε σου ἐνέργειαν καὶ εἰς κάθε τρόπον διαγωγῆς καὶ συμπεριφορᾶς σου, καὶ τὸ πόδι σου δὲν θὰ σκοντάψῃ. |
24 ἐὰν γὰρ κάθῃ, ἄφοβος ἔσῃ, ἐὰν δὲ καθεύδῃς, ἡδέως ὑπνώσεις· | 24 Οταν θα κάθεσαι κατά την ημέραν, δεν θα έχης κανένα φόβον. Οταν δε κατά την νύκτα θα κοιμάσαι, ο ύπνος σου θα είναι γλυκύς, ειρηνικός και ξεκούραστος. | 24 Ναί· θὰ εἶσαι γεμᾶτος εἰρήνην, διότι, ὅταν θὰ κάθεσαι καὶ θὰ ἀναπαύεσαι ἐν καιρῷ ἡμέρας, δὲν θὰ φοβῆσαι, ἐπειδὴ θὰ αἰσθάνεσαι τὰς δυνάμεις σου ἀκμαίας, ὅταν δὲ θὰ κοιμᾶσαι, θὰ κοιμᾶσαι εὐχάριστα. |
25 καὶ οὐ φοβηθήσῃ πτόησιν ἐπελθοῦσαν, οὐδὲ ὁρμὰς ἀσεβῶν ἐπερχομένας· | 25 Δεν θα φοβηθής από κάτι, που έρχεται να σε τρομάξη, ούτε από τας εναντίον σου εφορμήσεις και εφόδους των ασεβών ανθρώπων. | 25 Καὶ δὲν θὰ φοβηθῇς ἀπὸ κάθε τι, ποὺ ἔρχεται νὰ σὲ τρομάξῃ, οὔτε τὰς ἐπιθέσεις καὶ ἑφόδους τῶν ἀσεβῶν ἀνθρώπων, ποὺ θὰ πέσουν ἐπάνω σου. |
26 ὁ γὰρ Κύριος ἔσται ἐπὶ πασῶν ὁδῶν σου καὶ ἐρείσει σὸν πόδα, ἵνα μὴ σαλευθῇς. | 26 Διότι ο Κυριος θα ευρίσκεται εις όλας τας πορείας της ζωής σου και θα στερεώση ασφαλείς τους πόδας σου, ώστε να μη κλονισθής και πέσης. | 26 Διότι αὐτὸς ὁ Κύριος θὰ σὲ συντροφεύῃ εἰς ὅλην σου τὴν ζωήν, ὅπου καὶ ἂν πηγαίνῃς, καὶ θὰ στηρίζῃ τὸ πόδι σου διὰ νὰ μὴ κλονισθῇς καὶ πέσῃς. |
27 μὴ ἀπόσχῃ εὖ ποιεῖν ἐνδεῆ, ἡνίκα ἂν ἔχῃ ἡ χείρ σου βοηθεῖν· | 27 Μη αποφύγης, δι' έλλειψιν αγάπης, να βοηθήσης τον πτωχόν, εφ' όσον ημπορεί το χέρι σου να δώση βοήθειαν. | 27 Μὴ ἀποφύγῃς, ἀπὸ ἔλλειψιν ἀγάπης, νὰ συνδράμῃς καὶ νὰ εὐεργετήσῃς ἐκεῖνον ποὺ εὑρίσκεται εἰς ἀνάγκην καὶ κίνδυνον, ἐφ’ ὅσον ἔχεις εἰς τὰ χέρια σου τὰ μέσα καὶ ἠμπορεῖς νὰ τὸν βοηθήσῃς. |
28 μὴ εἴπῃς· ἐπανελθὼν ἐπάνηκε, αὔριον δώσω, δυνατοῦ σου ὄντος εὖ ποιεῖν· οὐ γὰρ οἶδας τί τέξεται ἡ ἐπιοῦσα. | 28 Ποτέ να μη του είπης “ξαναέλα αύριον να σου δώσω”, εφ' όσον ημπορείς να κάμης το καλόν αμέσως. Διότι δεν γνωρίζεις τι θα παρουσιάσ δια σε και δι' εκείνον η αυριανή ημέρα. | 28 Μὴ εἴπῃς εἰς τὸν δυστυχῇ· <ξαναγύρισε πάλιν, αὔριον θὰ σοῦ δώσω>, ἐφ’ ὅσον σήμερον σοῦ εἶναι δυνατὸν νὰ κάμῃς τὸ καλὸν διότι δὲν γνωρίζεις τί θὰ γεννήσῃ καὶ διὰ σὲ καὶ δι’ ἐκεῖνον ἡ αὐριανὴ ἡμέρα. |
29 μὴ τέκταινε ἐπὶ σὸν φίλον κακὰ παροικοῦντα καὶ πεποιθότα ἐπὶ σοί. | 29 Μη χαλκεύης πονηρά σχέδια και μηχανορραφίας εναντίον του φίλου σου, που είναι μάλιστα και γείτονάς σου, και έχει εμπιστοσύνην εις σέ. | 29 Εἶναι ἄνανδρον καὶ ποταπὸν νὰ μηχανεύεσαι κακὰ ἐν τῷ κρυπτῷ ἐναντίον τοῦ φίλου σου, ὁ ὁποῖος εἶναι γείτονάς σου καὶ ἔχει ἐμπιστοσύνην εἰς σέ. |
30 μὴ φιλεχθρήσῃς πρὸς ἄνθρωπον μάτην, μήτι σε ἐργάσηται κακόν. | 30 Μη ευχαριστήσαι και μη επιδιώκης εχθρότητας εναντίον άλλων ανθρώπων χωρίς λόγον και αιτίαν, δια να μη σου δημιουργήση αυτή η εχθρότης πειρασμούς και ταλαιπωρίας. | 30 Μὴ ἀρέσκεσαι νὰ δημιουργῇς ἔχθραν μὲ ἀνθρώπους χωρὶς λόγον καὶ χωρὶς σπουδαίαν αἰτίαν, ὁποία μόνη εἶναι τὸ νὰ μένῃς πιστὸς εἰς τὸν Θεόν, μήπως ἡ ἔχθρα αὐτὴ σοῦ δημιουργήσῃ ζητήματα καὶ πειρασμούς. |
31 μὴ κτήσῃ κακῶν ἀνδρῶν ὀνείδη, μηδὲ ζηλώσῃς τὰς ὁδοὺς αὐτῶν· | 31 Μη θελήσης να κάμης ιδικά σου τα επονείδιστα έργα και ελαττώματα των κακών ανθρώπων. Μηδέ να ζηλεύσης τας πορείας της ζωής των. | 31 Μὴ θελήσῃς νὰ κάμῃς δικά σου τὰ σιχαμερὰ ἔργα τῶν κακῶν ἀνθρώπων καὶ μὴ ζηλεύσῃς τὸν τρόπον τῆς ζωῆς των· |
32 ἀκάθαρτος γὰρ ἔναντι Κυρίου πᾶς παράνομος, ἐν δὲ δικαίοις οὐ συνεδριάζει. | 32 Διότι ενώπιον του Κυρίου είναι ακάθαρτος κάθε παράνομος. Δι αυτό και δεν ευχαριστείται αυτός εις την συντροφιάν των δικαίων. | 32 διότι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ κάθε παραβάτης τῶν ἐντολῶν του εἶναι ἀκάθαρτος, δι' αὐτὸ δὲ καὶ δὲν ἀρέσκεται, ἀλλ’ ἀποφεύγει τὴν συναναστροφὴν μὲ δικαίους καὶ ἐναρέτους. |
33 κατάρα Θεοῦ ἐν οἴκοις ἀσεβῶν, ἐπαύλεις δὲ δικαίων εὐλογοῦνται. | 33 Η κατάρα του Θεού είναι πάντοτε μέσα εις τα μέγαρα των ασεβών, ενώ τα αγροτικά και πτωχά σπίτια των δικαίων ευλογούνται από τον Κυριον. | 33 Ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι εἰς τὰ μέγαρα τῶν ἁμαρτωλῶν, ἐνῷ αἱ ἀγροικίαι καὶ τὰ χαμόσπιτα τῶν δικαίων εὐλογοῦνται. |
34 Κύριος ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσιν χάριν. | 34 Ο Κυριος αντιτάσσεται εναντίον των υπερηφάνων, εις δε τους ταπεινούς δίδει την ευμένειαν και προστασίαν του. | 34 Ὁ Κύριος στέκει ἀντιμέτωπος πρὸς τοὺς ἀλαζόνας καὶ ὑπερηφάνους, ἐνῷ εἰς τοὺς ταπεινοὺς δίδει χάριν. |
35 δόξαν σοφοὶ κληρονομήσουσιν, οἱ δὲ ἀσεβεῖς ὕψωσαν ἀτιμίαν. | 35 Οι κατά Θεόν σοφοί θα κληρονομήσουν και θα αποκτήσουν δόξαν παρά Θεού και ανθρώπων. Αντιθέτως όμως οι ασεβείς θα συσσωρεύσουν εις βάρος των φανερόν τον εξευτελισμόν και την καταισχύνην. | 35 Οἱ σοφοὶ κατὰ Θεὸν θὰ κληρονομήσουν ἐκτίμησιν παρὰ τῶν ἀνθρώπων καὶ δόξαν παρὰ Θεοῦ, ἐνῷ οἱ ἀσεβεῖς θὰ καταλήξουν εἰς ἀτιμίαν, ἡ ὁποία ὡς ἀπὸ μέρους ὑψηλοῦ θὰ εἶναι καταφανὴς εἰς ὅλους. |