Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΩΣΠΕΡ δρόσος ἐν ἀμήτῳ καὶ ὥσπερ ὑετὸς ἐν θέρει, οὕτως οὐκ ἔστιν ἄφρονι τιμή. | 1 Οπως σπανιοτάτη είναι η πυκνή δροσιά κατά τον θερισμόν και η βροχή κατά την έποχήν του θέρους, έτσι ανύπαρκτος είναι τιμή και υπόληψις στον ασύνετον. | 1 Όπως κατὰ τὸν θερισμὸν ἡ δροσιά, ποὺ ὑγραίνει καὶ μαλακώνει τὰ στάχυα, καὶ ἡ κατὰ τὸ θέρος βροχὴ εἶναι ἀνεπιθύμητα, ἀλλὰ καὶ ἀσυμβίβαστα πρὸς τὴν κρατοῦσαν θερμοκρασίαν, ἔτσι δὲν ταιριάζει εἰς τὸν ἀσύνετον καὶ ἄφρονα ἡ ἐξουσία καὶ τὸ τιμητικὸν ἀξίωμα. |
2 ὥσπερ ὄρνεα πέταται καὶ στρουθοί, οὕτως ἀρὰ ματαία οὐκ ἐπελεύσεται οὐδενί. | 2 Οπως, όταν πετούν και φεύγουν τα πουλιά και τα στρουθία, δεν αφήνουν ίχνη, έτσι και άδική κατάρα δεν θα επέλθη εναντίον ουδενός. | 2 Ὅπως τὰ ὄρνεα καὶ τὰ στρουθία πετοῦν ὑψηλὰ καὶ δὲν τὰ πλησιάζει κανείς, ἔτσι καὶ ἡ ἄδικος κατάρα δὲν θὰ πέσῃ καὶ δὲν θὰ βλάψῃ κανένα ἀθῶον. |
3 ὥσπερ μάστιξ ἵππῳ καὶ κέντρον ὄνῳ, οὕτως ράβδος ἔθνει παρανόμῳ. | 3 Οπως είναι απαραίτητον το μαστίγιον δια τον ίππον και το κεντρί δια τον όνον, έτσι είναι απαραίτητος η ράβδος της τιμωρίας εναντίον αδίκου και ασεβούς έθνους. | 3 Ὅπως τὸ μαστίγιον χρειάζεται διὰ τὸ ἄλογον καὶ τὸ κεντρὶ διὰ τὸν δυσκίνητον ὄνον, ἔτσι χρειάζονται ἡ ράβδος καὶ αἱ τιμωρίαι διὰ τὰ ἄνομα καὶ ἁμαρτωλὰ ἔθνη. |
4 μὴ ἀποκρίνου ἄφρονι πρὸς τὴν ἐκείνου ἀφροσύνην, ἵνα μὴ ὅμοιος γένῃ αὐτῷ· | 4 Μη απαντάς προς άμυαλον και αυθάδη άνθρωπον με τον τρόπον, με τον οποίον εκείνος εν τη αφροσύνη του σου ομιλεί, δια να μη ομοιάσης με αυτόν. | 4 Μὴ ἀπαντᾷς εἰς τὸν ἄφρονα καὶ αὐθάδη μὲ ἀπρεπῆ καὶ ἀσύνετα λόγια σὰν τὰ ἰδικά του, διὰ νὰ μὴ ἐξισωθῇς μὲ αὐτὸν καὶ τοῦ ὁμοιάσῃς. |
5 ἀλλὰ ἀποκρίνου ἄφρονι κατὰ τὴν ἀφροσύνην αὐτοῦ, ἵνα μὴ φαίνηται σοφός παρ᾿ ἑαυτῷ. | 5 Αλλά να απαντάς στον άμυαλον με τρόπον συνετόν και ανάλογον προς την αμυαλωσύνην του, δια να συναισθανθή ότι είναι ανόητος, ώστε να μη αυτοθαυμάζεται και θεωρεί τον εαυτόν του σοφόν. | 5 Δῶσε ὅμως συνετὴν ἀπάντησιν εἰς τὸν ἄφρονα εἰς ὥραν κατάλληλον, διὰ νὰ καταλάβῃ ὅτι εἶναι ἀνόητος καὶ νὰ μὴ τοῦ περνᾷ ἡ ἰδέα ὅτι εἶναι σοφὸς καὶ αὐτοθαυμάζεται. |
6 ἐκ τῶν ὁδῶν ἑαυτοῦ ὄνειδος ποιεῖται ὁ ἀποστείλας δι᾿ ἀγγέλου ἄφρονος λόγον. | 6 Θα εντροπιασθή δια τον τρόπον της ενεργείας του εκείνος, ο οποίος αποστέλλει μίαν αγγελίαν με άμυαλον και ασύνετον άνθρωπον. | 6 Ἐκεῖνος ποὺ διαβιβάζει μὲ ἀνόητον ἄνθρωπον μίαν παραγγελίαν, θὰ ἐντροπιασθῇ, διότι ἐνήργησε μὲ τὸν τρόπον αὐτόν. |
7 ἀφελοῦ πορείαν σκελῶν καὶ παρανομίαν ἐκ στόματος ἀφρόνων. | 7 Ματαίωσε τας ανοήτους πορείας των ασυνέτων και πρόλαβε τας ανοησίας, που βγαίνουν από το στόμα των. Μη τους αναθέτης εμπιστευτικάς και σοβαράς υποθέσεις. | 7 Ἐμπόδισε τὰ πόδια τῶν ἀνοήτων νὰ βαδίσουν καὶ πρόλαβε τὰς ἀνοησίας, ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὸ στόμα των. Μὴ τοὺς στέλλῃς νὰ χειρισθοῦν καὶ διεκπεραιώσουν κάποιαν ὑπόθεσίν σου, διότι θὰ σὲ ἐκθέσουν. |
8 ὃς ἀποδεσμεύει λίθον ἐν σφενδόνῃ, ὅμοιός ἐστι τῷ διδόντι ἄφρονι δόξαν. | 8 Εκείνος που δίδει εξουσίαν και δόξαν εις ασύνετον και άμυαλον, όμοιάζει με εκείνον που ρίπτει με την σφενδόνην λίθον εις την τύχην. | 8 Πρὸς ἐκεῖνον ποὺ ἀφήνει νὰ ξεφύγῃ τὸ λιθάρι ἀπὸ τὴν σφενδόνην χωρὶς νὰ ξέρῃ ποὺ θὰ πάη ἡ πέτρα, πρὸς αὐτὸν ὁμοιάζει καὶ ἐκεῖνος, ποὺ δίδει ἐξουσίαν καὶ ἀποδίδει τιμὴν εἰς τὸν τρελλὸν καὶ τὸν ἀσυνείδητον. |
9 ἄκανθαι φύονται ἐν χειρὶ μεθύσου, δουλεία δὲ ἐν χειρὶ τῶν ἀφρόνων. | 9 Οδυνηρά αγκάθια δυστυχίας φυτρώνουν και διατρυπούν τα χέρια του μεθύσου. Κατά παρόμοιον τρόπον και ο ασύνετος με τα ίδια του τα χέρια καλλιεργεί υποδούλωσιν του εαυτού του. | 9 Ἀγκάθια δυστυχίας φυτρώνουν εἰς τὸ χέρι τοῦ μεθύσου καὶ ὑποδούλωσις ἀναμένει τὰ χέρια τῶν ἀφρόνων, οἱ ὁποῖοι κατασωτεύουν ἀνωφελῶς τὴν περιουσίαν των. |
10 πολλὰ χειμάζεται πᾶσα σάρξ ἀφρόνων· συντρίβεται γὰρ ἡ ἔκστασις αὐτῶν. | 10 Πολύ υποφέρει και ταλαιπωρείται το σώμα των ασυνέτων ανθρώπων, διότι τα όνειρά των και τα μεγάλα των σχέδια συντρίβονται και διαλύονται. | 10 Πολλὰ δεινὰ δοκιμάζει κάθε σῶμα ἀφρόνων καὶ ἀσυνέτων ἀνθρώπων, διότι οἱ ὁραματισμοὶ καὶ τὰ σχέδια των διαλύονται ὡσὰν ὄνειρα. |
11 ὥσπερ κύων ὅταν ἐπέλθῃ ἐπὶ τὸν ἑαυτοῦ ἔμετον καὶ μισητὸς γένηται, οὕτως ἄφρων τῇ ἑαυτοῦ κακίᾳ ἀναστρέψας ἐπὶ τὴν ἑαυτοῦ ἁμαρτίαν. 11α ἔστιν αἰσχύνη ἐπάγουσα ἁμαρτίαν, καί ἐστιν αἰσχύνη δόξα καὶ χάρις. | 11 Οπως το σκυλί, που επιστρέφει και τρώγει το ξέραμά του, είναι σιχαμερόν και αποκρουστικόν, έτσι σιχαμερός ενώπιον Θεού και ανθρώπων γίνεται ο ασύνετος, ο οποίος επιστρέφει εις τας πονηράς και αμαρτωλάς αυτού συνηθείας. 11α Υπάρχει εντροπή, οποία είναι αξιοκατάκριτος αμαρτία. Υπάρχει όμως αιδημοσύνη και συστολή, η οποία είναι δια τον άνθρωπον δόξα και χάρις. | 11 Ὅπως ἕνας σκύλος, ὅταν ξαναγυρίσῃ εἰς τὸν ἐμετόν του, γίνεται σιχαμερός, ἔτσι καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς γίνεται ἀηδὴς καὶ ἐπαχθής, ἐὰν ὑπὸ τὴν ὤθησιν τῆς κακίας του ξαναγυρίσῃ εἰς τὴν ἁμαρτίαν, ἀπὸ τῆς ὁποίας ἐχωρίσθη διὰ τῆς μετανοίας. 11α Ὑπάρχει ἐντροπὴ καὶ συστολὴ ἀξιοκατάκριτοι, ποὺ φέρνει μαζί της τὴν ἁμαρτίαν, ὑπάρχει ὅμως καὶ ἐντροπή, ποὺ εἶναι δόξα καὶ χάρις, διότι ὁδηγεῖ εἰς μετάνοιαν καὶ διόρθωσιν. |
12 εἶδον ἄνδρα δόξαντα παρ᾿ αὑτῷ σοφὸν εἶναι, ἐλπίδα μέντοι ἔσχε μᾶλλον ἄφρων αὐτοῦ. | 12 Είδα ένα άνθρωπον, ο οποίος εφαντάσθη τον εαυτόν του ότι είναι, σοφός· μεγαλυτέρα ελπίς διορθώσεως υπάρχει δι' ένα άφρονα, παρά δια τον αυτοθαυμαζόμενον δοκησίσοφον. | 12 Εἶδον ἄνθρωπον δοκησίσοφον, ποὺ ἐφαντάσθη ὅτι εἶναι σοφός. Ὁ ἄφρων ὅμως ἔχει περισσοτέρας ἐλπίδας διορθώσεως ἀπὸ αὐτόν. |
13 λέγει ὀκνηρὸς ἀποστελλόμενος εἰς ὁδόν· λέων ἐν ταῖς ὁδοῖς, ἐν δὲ ταῖς πλατείαις φονευταί. | 13 Ο οκνηρός, όταν αποσταλή εις κάποιαν εργασίαν, προφασίζεται και λέγει· Ληοντάρι υπάρχει στους δρόμους, εις δε τας πλατείας ενεδρεύουν δολοφόνοι! | 13 Ὁ ὀκνηρός, ὅταν ἀποστέλλεται εἰς κάποιαν ἐργασίαν, προβάλλει γελοίας προφάσεις λέγων· εἰς τοὺς δρόμους ὑπάρχει λιοντάρι καὶ εἰς τὰς πλατείας ὑπάρχουν φονιάδες. |
14 ὥσπερ θύρα στρέφεται ἐπὶ τοῦ στρόφιγγος, οὕτως ὀκνηρὸς ἐπὶ τῆς κλίνης αὐτοῦ. | 14 Οπως η θύρα στρέφεται γύρω από τους στρόφιγγάς της και δεν μετακινείται από τόπου εις τόπον, έτσι και ο οκνηρός στριφογυρίζει επάνω στο κρεββάτι του και δεν εξέρχεται προς εργασίαν. | 14 Ὅπως ἡ θύρα γυρίζει εἰς τὴν στρόφιγγά της καὶ δὲν ξεφεύγει ἀπὸ αὐτήν, ἔτσι καὶ ὁ ὀκνηρὸς γυρίζει ἐπάνω εἰς τὸ κρεββάτι του καὶ δὲν μετακινεῖται ἀπὸ αὐτό. |
15 κρύψας ὀκνηρὸς τὴν χεῖρα ἐν τῷ κόλπῳ αὐτοῦ, οὐ δυνήσεται ἐπενεγκεῖν ἐπὶ στόμα. | 15 Ο οκνηρός, που κρατεί συνεχώς άπρακτα και σταυρωμένα τα χέρια στο στήθος του, δεν θα ημπορέση ποτέ με αυτά να φέρη τροφήν στο στόμα του, διότι δεν εργάζεται δια την απόκτησίν της. | 15 Ὁ τεμπέλης, ἐπειδὴ ἔχει διαρκῶς τὸ χέρι του χωμένον εἰς τὸν κόλπον του καὶ δὲν ἐργάζεται, δὲν θὰ ἠμπορέσῃ νὰ τὸ φέρῃ οὔτε εἰς τὸ στόμα του νὰ φάγῃ. |
16 σοφώτερος ἑαυτῷ ὀκνηρὸς φαίνεται τοῦ ἐν πλησμονῇ ἀποκομίζοντος ἀγγελίαν. | 16 Ο οκνηρός φαντάζεται τον εαυτόν του σοφώτερον και αξιοπρεπέστερον από τον υπηρέτην, ο οποίος μεταφέρει αγγελίας του κυρίου του, αμείβεται και ζη χορταστικά, χωρίς να του λείπη τίποτε. | 16 Ὁ ὀκνηρός, ἐπειδὴ ζῇ εἰς βάρος τῶν ἄλλων, φαντάζεται τὸν ἑαυτόν του ἐξυπνότερον ἀπὸ τὸν ὑπηρέτην ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει πολλὰς φορὰς εἰς τοὺς κυρίους του ὅτι ἐπιτυχῶς ἐξεπλήρωσε τὰς ἐντολάς των. |
17 ὥσπερ ὁ κρατῶν κέρκου κυνός, οὕτως ὁ προεστὼς ἀλλοτρίας κρίσεως. | 17 Οπως εκείνος που κρατεί την ουράν ξένου σκυλιού, κινδυνεύει να δαγκωθή, έτσι και αυτός που επεμβαίνει απρόσκλητος εις φιλονεικίας και διαμάχας άλλων. | 17 Ὅπως ἐκεῖνος, ποὺ κρατεῖ τὴν οὐρὰν σκύλου, κινδυνεύει νὰ δαγκωθῇ ἀπὸ αὐτόν, ἔτσι κινδυνεύει νὰ κτυπηθῇ καὶ ἐκεῖνος, ποὺ ἀναμειγνύεται ἀπρόσκλητος εἰς φιλονικίαν ἄλλων. |
18 ὥσπερ οἱ ἰώμενοι προβάλλουσι λόγους εἰς ἀνθρώπους, ὁ δὲ ἀπαντήσας τῷ λόγῳ πρῶτος ὑποσκελισθήσεται, | 18 Οπως οι φρενοβλαβείς, που υποβάλλονται εις θεραπείαν, απευθύνουν εμπαικτικά και προσβλητικά λόγια εις ανθρώπους, και εκείνος που θα θελήση πρώτος να απαντήση εις αυτούς, θα εξευτελισθή και θα ντροπιαστή, | 18 Ὅπως οἱ ὑπὸ θεραπείαν φρενοβλαβεῖς ἀπευθύνουν προσβλητικὰ λόγια πρὸς τοὺς περαστικοὺς ἀνθρώπους, καὶ ὅποιος ἀπαντήσῃ εἰς αὐτοὺς πρῶτος θὰ κουρελιασθῇ καὶ θὰ ἐντροπιασθῇ ἐκ μέρους των, διότι αὐτοὶ ἔχουν τὸ ἀκαταλόγιστον, |
19 οὕτως πάντες οἱ ἐνεδρεύοντες τοὺς ἑαυτῶν φίλους, ὅταν δὲ ὁραθῶσι, λέγουσι ὅτι παίζων ἔπραξα. | 19 Ετσι με τους φρενοβλαβείς, εν τη ανοησία των, ομοιάζουν και όλοι εκείνοι, που στήνουν ενέδρας εις βάρος των φίλων των και όταν αποκαλυφθούν λέγουν, ότι χάριν αστειότητος έπραξα αυτό. | 19 ἔτσι δὲν εἶναι ὑγιεῖς τὰς φρένας καὶ ὅσοι στήνουν παγίδας εἰς τοὺς φίλους των καὶ τοὺς ἐπιβουλεύονται. Ὅταν δὲ αὐτοὶ ἀνακαλυφθοῦν, δικαιολογοῦνται καὶ λέγουν τὸ ἔκαμα αὐτὸ ἀστειευόμενος διὰ νὰ σὲ δοκιμάσω. |
20 ἐν πολλοῖς ξύλοις θάλλει πῦρ, ὅπου δὲ οὐκ ἔστι δίθυμος, ἡσυχάζει μάχη. | 20 Με τα πολλά τα ξύλα μεγαλώνει και αναλάμπει περισσότερον η φωτιά. Οπου όμως δεν υπάρχει δίβουλος και εριστικός άνθρωπος, εκεί είναι άγνωστος η φιλονεικία και επικρατεί ησυχία. | 20 Μὲ τὰ πολλὰ ξύλα ζωηρεύει καὶ φουντώνει περισσότερον ἡ φωτιά, ὅπου δὲ δὲν ὑπάρχει ὁ ἀσύμφωνος καὶ εὐερέθιστος ἄνθρωπος, ἡ φιλονικία εἶναι ἄγνωστος. |
21 ἐσχάρα ἄνθραξι καὶ ξύλα πυρί, ἀνὴρ δὲ λοίδορος εἰς ταραχὴν μάχης. | 21 Η εσχάρα ξανάβει και ζωηρεύει τα κάρβουνα και τα ξύλα δυναμώνουν τη φωτιά. Ετσι ο υβριστής και κακολόγος άνθρωπος εξεγείρει φιλονεικίας και μάχας, όπου ευρίσκεται. | 21 Ἡ ἐσχάρα εἶναι διὰ τὰ κάρβουνα καὶ τὰ ξύλα διὰ τὴν φωτιά. Ἄνθρωπος δὲ ἐριστικὸς καὶ ὑβριστὴς εἶναι ἀρκετὸς διὰ νὰ ἀνάψῃ ταραχώδης φιλονικία καὶ σύγκρουσις. |
22 λόγοι κερκώπων μαλακοί, οὗτοι δὲ τύπτουσιν εἰς ταμιεῖα σπλάγχνων. | 22 Οι κολακευτικοί και παραπειστικοί λόγοι των απατεώνων είναι γλυκείς και ευπρόσδεκτοι. Πληγώνουν όμως βαθύτατα τον άνθρωπον εις την ψυχήν και την καρδίαν. | 22 Οἱ λόγοι τῶν ἀπατεώνων εἶναι μαλακοὶ καὶ εὐχάριστοι, ἐντυπώνονται ὅμως εἰς τὰ βάθη τῆς ψυχῆς καὶ τὴν διαφθείρουν διὰ τοῦ ψεύδους τῆς κολακείας. |
23 ἀργύριον διδόμενον μετὰ δόλου, ὥσπερ ὄστρακον ἡγητέον. χείλη λεῖα καρδίαν καλύπτει λυπηράν. | 23 Χρήμα, που δίδεται με πονηρίαν και προς δολίους σκοπούς, πρέπει να θεωρήται ως όστρακον χωρίς καμμίαν αξίαν. Το γλυκόλογον στόμα καλύπτει πολλάκις επίβουλον και φαρμακεράν καρδίαν. | 23 Χρῆμα ποὺ δίδεται μὲ πονηρίαν καὶ ὑστεροβουλίαν, νὰ τὸ θεωρῇς ὡσὰν τὸ ἄνευ περιεχομένου θαλασσινὸν ὄστρακον. Χείλη μαλακὰ καὶ σαγηνευτικὰ σκεπάζουν ὑποκριτικῶς καρδίαν κακήν, διεφθαρμένην καὶ πικράν. |
24 χείλεσι πάντα ἐπινεύει ἀποκλαιόμενος ἐχθρός, ἐν δὲ τῇ καρδίᾳ τεκταίνεται δόλους. | 24 Ο εχθρός, όταν ευρεθή εις δύσκολον θέσιν και έχη την ανάγκην σου, με τα χείλη του συμφωνεί εις όσα συ λέγεις, και ψευδοσυγκινούμενος κλαίει. Μέσα όμως εις την καρδίαν του συλλαμβάνει και μηχανεύεται δόλια και επιβλαβή σχέδια. | 24 Μὲ τὰ χείλη καὶ τὴν ὅλην ἐξωτερικήν του ἐμφάνισιν ὁ ἐχθρὸς προσποιεῖται ὅτι συμφωνεῖ μαζί σου καὶ φαίνεται ὅτι συγκινεῖται καὶ κλαίει, εἰς τὴν καρδίαν του ὅμως μηχανορραφεῖ καὶ δολιεύεται ἐναντίον σου. |
25 ἐάν σου δέηται ὁ ἐχθρὸς μεγάλῃ τῇ φωνῇ, μὴ πεισθῆς, ἑπτὰ γάρ εἰσι πονηρίαι ἐν τῇ ψυχῇ αὐτοῦ. | 25 Εάν ο εχθρός σου με δάκρυα και με μεγάλην φωνήν σε παρακαλή, μη πεισθής, διότι πολυάριθμοι πονηρίαι και δολιότητες υπάρχουν μέσα εις την ψυχήν του. | 25 Ἐὰν ὁ ἐχθρός σου σὲ παρακαλῇ μὲ μεγάλην φωνήν, μὴ τὸν ἐμπιστεύεσαι, διότι μέσα εἰς τὰ βάθη τῆς ψυχῆς του εἶναι κρυμμέναι πολλαὶ πονηρίαι. |
26 ὁ κρύπτων ἔχθραν συνίστησι δόλον, ἐκκαλύπτει δὲ τὰς ἑαυτοῦ ἁμαρτίας εὔγνωστος ἐν συνεδρίοις. | 26 Εκείνος που συγκαλύπτει την έχθραν του και δεν την φανερώνει, ετοιμάζει δολίαν επίθεσιν και αυτός ακόμη ο πασίγνωστος δια τας δολιότητάς του, προσπαθεί να συγκαλύψη τας αμαρτίας του εις συγκέντρωσιν λαού. | 26 Ἐκεῖνος ποὺ κρύπτει τὴν ἔχθραν καὶ δὲν τὴν ἐκδηλώνει, δολιεύεται διὰ νὰ ἐπιτεθῇ αἰφνιδίως. Ἀποκαλύπτει δὲ καὶ ξεσκεπάζει τὰς ἁμαρτίας του εἰς τὰ συνέδρια καὶ τὰς κοινὰς συγκεντρώσεις, καθιστάμενος εὐδιάκριτος καὶ πασίγνωστος δι’ αὐτάς. |
27 ὁ ὀρύσσων βόθρον τῷ πλησίον ἐμπεσεῖται εἰς αὐτόν, ὁ δὲ κυλίων λίθον ἐφ᾿ ἑαυτὸν κυλίει. | 27 Εκείνος που σκάβει λάκκον δια τον άλλον, θα πέση ο ίδιος μέσα εις αυτόν. Και εκείνος που κυλίει λίθον, δια να συνθλίψη τον άλλον, θα δεχθή τον ίδιον τον λίθον επάνω στον εαυτόν του και θα συντριβή, | 27 Ἐκεῖνος ποὺ ἀνοίγει ὑπούλως λάκκον διὰ τὸν πλησίον του, θὰ πέσῃ εἰς αὐτὸν ὁ ἴδιος, καὶ ὁποῖος κυλᾷ λιθάρι ἐναντίον τοῦ ἄλλου, εἰς τὸ τέλος θὰ ἀποδειχθῇ ὅτι τὸ κυλᾷ διὰ τὸν ἑαυτόν του. |
28 γλῶσσα ψευδὴς μισεῖ ἀλήθειαν, στόμα δὲ ἄστεγον ποιεῖ ἀκαταστασίας. | 28 Ο ψευδολόγος άνθρωπος αποστρέφεται και μίσει την αλήθειαν. Το δε αφρούρητον και απύλωτον στόμα δημιουργεί ταραχάς και ακαταστασίας μεταξύ των ανθρώπων. | 28 Ἡ γλῶσσα τοῦ ψεύστου μισεῖ καὶ ἀποστρέφεται τὴν ἀλήθειαν, τὸ δὲ ἄφρακτον καὶ ἀσυγκράτητον στόμα προξενεῖ ἀναστατώσεις καὶ ταραχάς. |