Πέμπτη, 26 Δεκεμβρίου 2024
Ανατ: 07:40
Δύση: 17:13
Σελ. 26 ημ.
361-5
16ος χρόνος, 6158η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΑΡΙΘΜΟΙ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15 (ΙΕ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· 1 Ο Κυριος είπε προς τον Μωϋσήν· 1 Ο Κύριος ἐμίλησε εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ εἶπε:
2 λάλησον τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτοῦς· ὅταν εἰσέλθητε εἰς τὴν γῆν τῆς κατοικήσεως ὑμῶν, ἣν ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν, 2 “ομίλησε προς τους Ισραηλίτας και ειπέ προς αυτούς· Οταν εισέλθετε εις την χώραν της οριστικής εγκαταστάσεώς σας, την οποίαν εγώ σας δίδω, 2 «Νὰ ὁμιλήσῃς εἰς τοὺς Ἰσραηλίτες καὶ νὰ τοὺς εἰπῇς· ὅταν εἰσέλθετε εἰς τὴν χώραν, εἰς τὴν ὁποίαν πρόκειται νὰ ἐγκατασταθῆτε καὶ κατοικήσετε ὁριστικῶς, τὴν χώραν τὴν ὁποίαν ἐγὼ ὁ Θεὸς σᾶς δίδω,
3 καὶ ποιήσεις ὁλοκαυτώματα Κυρίῳ, ὁλοκάρπωμα ἢ θυσίαν, μεγαλῦναι εὐχὴν ἢ καθ' ἑκούσιον ἢ ἐν ταῖς ἑορταῖς ὑμῶν ποιῆσαι ὀσμὴν εὐωδίας τῷ Κυρίῳ, εἰ μὲν ἀπὸ τῶν βοῶν ἢ ἀπό τῶν προβάτων, 3 θα προσφέρετε προς τον Κυριον θυσίας ολοκαυτωμάτων, αιματηράν η αναίμακτον θυσίαν δια την εκπλήρωσιν ταξίματος η άλλην εκουσίαν προσφοράν η θυσίαν κατά τας εορτάς σας, ώστε αυτή να γίνη ευπρόσδεκτος ως οσμή ευωδίας προς τον Κυριον. Αν μεν η προσφορά είναι από τα βόδια η από τα πρόβατα, 3 θὰ προσφέρετε εἰς τὸν Κύριον θυσίες ὁλοκαυτωμάτων, θυσίαν αἱματηρὰν ἢ θυσίαν ἀναίμακτον διὰ τὴν ἐκπλήρωσιν κάποιου ταξίματος ἢ ἄλλην ἐθελοντικὴν προσφορὰν ἢ θυσίαν εἰς τὶς καθωρισμένες ἐορτές σας, διὰ νὰ εἶναι ἡ θυσία αὐτὴ σὰν μυρωδιὰ ποὺ μοσχομυρίζει εἰς τὸν Κύριον. Εἴτε ἀπὸ τὰ βόδια εἶναι ἡ θυσία αὐτὴ εἴτε ἀπὸ τὰ πρόβατα,
4 καὶ προσοίσει ὁ προσφέρων τὸ δῶρον αὐτοῦ Κυρίῳ θυσίαν σεμιδάλεως δέκατον τοῦ οἰφὶ ἀναπεποιημένης ἐν ἐλαίῳ ἐν τετάρτῳ τοῦ ἴν· 4 ο προσφέρων αυτήν την αιματηράν θυσίαν προς τον Κυριον θα προσφέρη συγχρόνως και εν δέκατον του οιφί (δύο περίπου κιλά) σεμιγδάλι, ζυμωμένο με λάδι ενός τετάρτου του ιν (840 περίπου γραμμάρ.). 4 ἐκεῖνος ποὺ προσφερεῖ αὐτὴν τὴν αἱματηρὰν θυσίαν εἰς τὸν Κύριον, πρέπει νὰ προσφέρῃ καὶ τὴν σχετικὴν ἀναίμακτον θυσίαν ἀπὸ τρεῖς περίπου ὀκάδες (κατ' ἄλλους δύο περίπου κιλὰ) σιμιγδάλι ζυμωμένο μὲ λάδι βάρους 500 περίπου δραμίων (κατ’ ἄλλους 840 περίπου γραμμαρίων).
5 καὶ οἶνον εἰς σπονδὴν τὸ τέταρτον τοῦ ἲν ποιήσετε ἐπὶ τῆς ὁλοκαυτώσεως, ἢ ἐπὶ τῆς θυσίας· τῷ ἀμνῷ τῷ ἑνὶ ποιήσεις τοσοῦτο, κάρπωμα ὀσμὴν εὐωδίας τῷ Κυρίῳ. 5 Εις την αιματηράν θυσίαν του ολοκαυτώματος η εις την αναίμακτον θυσίαν θα προσφέρετε προς σπονδήν και ένα τέταρτον του ιν οίνου (840 περίπου γραμ.) εις κάθε θυσίαν αμνού θα προσφέρης και θυσίαν του οίνου, ώστε αυτή να γίνεται ευάρεστος οσμή ευωδίας στον Κυριον. 5 Εἰς τὴν αἱματηρὰν θυσίαν τοῦ ὁλοκαυτώματος ἢ εἰς τὴν ἀναίμακτον θυσίαν θὰ προσφέρετε κρασὶ βάρους 500 περίπου δραμίων (κατ' ἄλλους 840 περίπου γραμμαρίων) ὡς θυσίαν σπονδῆς. Διὰ κάθε θυσίαν ἐνὸς ἀμνοῦ θὰ προσθέσῃς τὴν ἰδίαν ποσότητα κρασιοῦ, διὰ νὰ γίνῃ ἡ θυσία αὐτὴ σὰν μυρωδιά, ποὺ μοσχομυρίζει εἰς τὸν Κύριον.
6 καὶ τῷ κριῷ, ὅταν ποιῆτε αὐτὸν εἰς ὁλοκαύτωμα ἢ εἰς θυσίαν, ποιήσεις θυσίαν σεμιδάλεως δύο δέκατα ἀναπεποιημένης ἐν ἐλαίῳ, τὸ τρίτον τοῦ ἴν· 6 Και δι' εκάστην θυσίαν κριου, που προσφέρετε ως ολοκαύτωμα η ως θυσίαν άλλου είδους, θα προσφέρης και θυσίαν δύο δέκατα σεμιγδάλι ζυμωμένο με εν τρίτον του ιν ελαίου. 6 Καὶ διὰ κάθε θυσίαν κριαριοῦ, ὅταν τὸ προσφέρετε ὡς ὁλοκαύτωμα ἢ ὡς ἄλλην θυσίαν, θὰ προσθέσετε ὡς ἀναίμακτον θυσίαν ἕξι ὀκάδες καὶ τριάντα δράμια σιμιγδάλι ζυμωμένον μὲ 1,77 ὀκάδες λάδι.
7 καὶ οἶνον εἰς σπονδὴν τὸ τρίτον τοῦ ἲν προσοίσετε εἰς ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ. 7 Θα προσφέρετε επίσης και εν τρίτον του ιν οίνου εις σπονδήν, ώστε η θυσία σας να γίνη ευπρόσδεκτος οσμή ευωδίας στον Κυριον. 7 Καὶ θὰ προσθέσετε εἰς τὴν θυσίαν τοῦ κριαριοῦ κρασὶ διὰ θυσίαν σπονδῆς 1,77 ὀκάδες, διὰ νὰ γίνῃ ἡ θυσία εὐπρόσδεκτος σὰν μυρωδιά, ποὺ μοσχομυρίζει εἰς τὸν Κύριον.
8 ἐὰν δέ ποιῆτε ἀπὸ τῶν βοῶν εἰς ὁλοκαύτωσιν ἢ εἰς θυσίαν μεγαλῦναι εὐχήν, ἢ εἰς σωτήριον Κυρίῳ, 8 Οταν δε προσφέρετε βόδια ως θυσίαν ολοκαυτώματος η ως θυσίαν εις εκτέλεσιν ταξίματος η ως σωτήριον προς τον Κυριον, 8 Ὅταν δὲ προσφέρετε ὡς θυσίαν ὁλοκαυτώματος ἀπὸ τὰ βόδια ἢ δι' ἄλλην θυσίαν διὰ νὰ ἐκπληρώσετε κάποιο τάξιμον ἢ ὡς εἰρηνικὴν θυσίαν σωτηρίου εἰς τὸν Κύριον,
9 καὶ προσοίσει ἐπὶ τοῦ μόσχου θυσίαν σεμιδάλεως τρία δέκατα ἀναπεποιημένης ἐν ἐλαίῳ ἥμισυ τοῦ ἲν 9 ο προσφέρων θα προσθέση στον θυσιαζόμενον μόσχον, ως αναίμακτον θυσίαν, τρία δέκατα σεμιγδάλι, ζυμωμένο με λάδι ημίσεως ιν, 9 τότε αὐτὸς ποὺ προσφέρει τὴν θυσίαν, θὰ προσφέρῃ μαζὶ μὲ τὸ μοσχάρι καὶ ὡς ἀναίμακτον θυσίαν 9 ὀκάδες καὶ 45 δράμια σιμιγδάλι ζυμωμένον μὲ 2,66 ὀκάδες λάδι·
10 καὶ οἶνον εἰς σπονδὴν τὸ ἥμισυ τοῦ ἴν, κάρπωμα ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ. 10 και οίνον προς σπονδήν ήμισυ του ιν, ώστε η θυσία να γίνη ευπρόσδεκτος οσμή ευωδίας στον Κυριον. 10 ἀκόμη θὰ προσθέσετε εἰς τὴν θυσίαν αὐτὴν καὶ 2,1/2 περίπου ὀκάδες κρασὶ διὰ θυσίαν σπονδῆς, διὰ να γίνῃ ἡ θυσία εὐπρόσδεκτος σὰν μυρωδιά, ποὺ μοσχομυρίζει εἰς τὸν Κύριον.
11 οὕτω ποιήσεις τῷ μόσχῳ τῷ ἑνὶ ἢ τῷ κριῷ τῷ ἑνὶ ἢ τῷ ἀμνῷ τῷ ἑνὶ ἐκ τῶν προβάτων ἢ ἐκ τῶν αἰγῶν· 11 Το αυτό θα κάμης δια την θυσίαν ενός μόσχου η ενός κριου η ενός αμνού από τα πρόβατα η από τα γίδια. 11 Τὸ ἴδιον θὰ κάμῃς διὰ κάθε θυσίαν ἐνὸς μοσχαριοῦ ἢ ἐνὸς κριαριοῦ ἢ ἐνὸς ἀμνοῦ ἀπὸ τὰ πρόβατα ἢ ἀπὸ τὰ γίδια·
12 κατὰ τὸν ἀριθμὸν ὧν ἐὰν ποιήσητε, οὕτως ποιήσετε τῷ ἑνὶ κατὰ τὸν ἀριθμὸν αὐτῶν. 12 Αναλόγως του αριθμού των προσφερομένων, ως θυσίαν, ζώων θα κάμετε και δια την αναίμακτον προσφοράν σύμφωνα με τον αριθμόν ενός εκάστου από αυτά. 12 ἀνάλογα μὲ τὸν ἀριθμὸν τῶν ζώων, ποὺ προσφέρετε ὡς θυσίαν εἰς τὸν Θεόν, ἔτσι θὰ κάμετε καὶ διὰ τὴν ἀνάλογον ἀναίμακτον προσφοράν, ποὺ θὰ συνοδεύῃ κάθε ἕνα ἀπὸ τὰ προσφερόμενα ζῶα.
13 πᾶς ὁ αὐτόχθων ποιήσει οὕτως τοιαῦτα, προσενέγκαι καρπώματα εἰς ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ. 13 Καθε εντόπιος Ισραηλίτης έτσι θα κάμνη προκειμένου να προσφέρη θυσίαν στον Κυριον, δια να γίνη ευπρόσδεκτος ως οσμή ευωδίας στον Κυριον. 13 Ὅλοι οἰ ἐντόπιοι, αὐτόχθονες Ἰσραηλῖται θὰ κάμουν ὅλα αὐτὰ κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον, ὅταν πρόκειται νὰ προσφέρουν θυσίαν, διὰ νὰ γίνῃ ἡ θυσία εὐπρόσδεκτος σὰν μυρωδιά, ποὺ μοσχομυρίζει εἰς τὸν Κύριον.
14 ἐὰν δὲ προσήλυτος ἐν ὑμῖν προσγένηται ἐν τῇ γῇ ὑμῶν, ἢ ὃς ἂν γένηται ἐν ὑμῖν ἐν ταῖς γενεαῖς ὑμῶν, καὶ ποιήσει κάρπωμα ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ, ὃν τρόπον ποιεῖτε ὑμεῖς, οὕτω ποιήσει ἡ συναγωγὴ Κυρίῳ. 14 Εάν έλθη ξένος εις την χώραν σας η άλλος κανείς ευρεθή μεταξύ σας σήμερον και εις τας κατόπιν γενεάς σας και θελήση να προσφέρη θυσίαν ευπρόσδεκτον, ως ευάρεστον ευωδίαν στον Κυριον, θα πράξη όπως και σεις κάμνετε. Ετσι θα προσφέρη τας θυσίας του προς τον Κυριον όλος ο λαός του Ισραήλ. 14 Ἐὰν δὲ ἔλθῃ ξένος εἰς τὴν χώραν σας, ἢ ἐὰν εὑρεθῇ κάποιος ἄλλος μεταξύ σας εἰς τὶς μέλλουσες γενεὲς καὶ ἐπιθυμῇ νὰ προσφέρῃ θυσίαν εὐχάριστον σὰν μυρωδιά, ποὺ μοσχομυρίζει εἰς τὸν Κύριον, θὰ προσφέρῃ τὴν θυσίαν μὲ τὸν ἴδιον τρόπον, ποὺ τὴν προσφέρετε σεῖς. Ἔτσι θὰ θυσιάζῃ ὅλη ἡ συναγωγὴ τῶν Ἰσραηλιτῶν εἰς τὸν Κύριον.
15 νόμος εἷς ἔσται ὑμῖν καὶ τοῖς προσηλύτοις τοῖς προσκειμένοις ἐν ὑμῖν, νόμος αἰώνιος εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν· ὡς ὑμεῖς καὶ ὁ προσήλυτος ἔσται ἔναντι Κυρίου. 15 Ενας νόμος θα υπάρχη δια σας και δια τους ξένους, οι οποίοι ευρίσκονται μεταξύ σας, νόμος παντοτεινός εις όλας τας γενεάς σας. Οπως σεις, έτσι και ο ξένος θα είναι και θα ενεργή απέναντι του Κυρίου. 15 Ἕνας κοινὸς νόμος θὰ ἰσχύῃ τόσον διὰ σᾶς τοὺς ἐντοπίους Ἰουδαίους, ὅσον καὶ διὰ τοὺς ξένους, ποὺ διαμένουν μαζί σας, νόμος αἰώνιος, παντοτινὸς εἰς ὅλες τὶς γενεές σας· ὅπως ἐνεργεῖτε σεῖς οἱ ἐντόπιοι Ἰουδαῖοι, ἔτσι θὰ ἐνεργῇ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ ὁ ξένος, ποὺ διαμένει μαζί σας.
16 νόμος εἷς ἔσται καὶ δικαίωμα ἓν ἔσται ὑμῖν καὶ τῷ προσηλύτῳ τῷ προσκειμένῳ ἐν ὑμῖν. 16 Νομος ένας, καθήκον ένα θα υπάρχη και δια σας και δια τον ξένον, που κατοικεί μεταξύ σας”. 16 Θὰ ἰσχύῃ ἕνας κοινὸς νόμος καὶ μία κοινὴ διάταξις, ἕνα κοινὸν καθῆκον θὰ ὑπάρχῃ διὰ σᾶς καὶ διὰ τὸν ξένον, ποὺ κατοικεῖ μεταξύ σας».
17 Καί ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· 17 Ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Μωϋσήν λέγων· 17 Ὁ Κύριος ἐμίλησε εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ εἶπε:
18 λάλησον τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτούς· ἐν τῷ εἰσπορεύεσθαι ὑμᾶς εἰς τὴν γῆν, εἰς ἣν ἐγὼ εἰσάγω ὑμᾶς ἐκεῖ, 18 “ομίλησε προς τους Ισραηλίτας και είπε προς αυτούς· Οταν εισέλθετε εις την χώραν, εις την οποίαν εγώ θα σας εισαγάγω, 18 «Νὰ ὁμιλήσῃς εἰς τοὺς Ἰσραηλίτες καὶ να τοὺς εἰπῇς· ὅταν θὰ εἰσέλθετε καὶ θὰ κατοικήσετε μονίμως εἰς τὴν χώραν, εἰς τὴν ὁποίαν ἐγὼ ὁ Θεὸς σᾶς ὁδηγῶ καὶ θὰ σᾶς εἰσαγάγω,
19 καὶ ἔσται ὅταν ἔσθητε ὑμεῖς ἀπὸ τῶν ἄρτων τῆς γῆς, ἀφελεῖτε ἀφαίρεμα ἀφόρισμα Κυρίῳ· ἀπαρχὴν φυράματος ὑμῶν 19 και όταν πρόκειται να φάγετε σεις από τους άρτους της γης εκείνης, θα αφαιρέσετε, δια να αφιερώσετε στον Κυριον, την απαρχήν από τους ενζύμους άρτους σας. 19 τότε, ὅταν θὰ τρώγετε ἀπὸ τὸ ψωμὶ τῆς χώρας ἐκείνης, θὰ ἀφαιρῆτε καὶ θὰ ξεχωρίζετε ἕνα μέρος, τὸ ὁποῖον θὰ ἀφιερώνετε εἰς τὸν Κύριον, τὴν ἀπαρχήν (τὸν πρῶτον καρπόν) τῶν ζυμωτῶν σας·
20 ἄρτον ἀφοριεῖτε ἀφαίρεμα αὐτό· ὡς ἀφαίρεμα ἀπὸ ἅλω, οὕτως ἀφελεῖτε αὐτόν, 20 Θα ξεχωρίσετε ένα άρτον ως αφιέρωμα θυσίας, ως “αφαίρεμα” προς τον Κυριον. Οπως προσφέρετε τας απαρχάς από το αλώνι, έτσι θα προσφέρετε και τον ένζυμον άρτον. 20 θὰ ξεχωρίσετε ἕνα ψωμί, διὰ νὰ τὸ ἀφιερώσετε μὲ θυσίαν ὡς «ξεχώρισμα» εἰς τὸν Κύριον. Ὅπως θὰ προσφέρετε τὸν πρῶτον καρπὸν ἀπὸ τὸ ἁλώνι εἰς κόκκους, ἔτσι θὰ ξεχωρίσετε καὶ θὰ ἀφιερώσετε
21 ἀπαρχὴν φυράματος ὑμῶν, καὶ δώσετε Κυρίῳ ἀφαίρεμα εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν. 21 Αυτός ο άρτος θα είναι η απαρχή, την οποίαν ως αφιέρωμα θα δώσετε στον Κυριον. Αυτό θα το τηρήτε εις όλας τας γενεάς σας. 21 τὸ πρῶτον ἀπὸ τὸ ζυμωτὸν ψωμί σας· καὶ αὐτὸ θὰ τὸ προσφέρετε ὡς ἀφιέρωμα εἰς τὸν Κύριον. Αὐτὸ θὰ συνεχίζετε νὰ τὸ τηρῆτε καὶ εἰς ὅλες τὶς γενεές, ποὺ θὰ ἀκολουθήσουν μετὰ τὴν ἰδικήν σας.
22 ῞Οταν δὲ διαμάρτητε καὶ μὴ ποιήσητε πάσας τὰς ἐντολὰς ταύτας, ἃς ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν, 22 Οταν δε αμαρτήσετε και δεν εκτελέσετε αυτάς τας εντολάς, τας οποίας έδωσε προς τον Μωϋσήν ο Κυριος, 22 Ὅταν δὲ ἁμαρτήσετε καὶ δὲν ἐφαρμόσετε ὅλες αὐτὲς τὶς ἐντολές, τὶς ὁποῖες ὁ Κύριος ἔδωκε πρὸς τὸν Μωϋσῆν.
23 καθὰ συνέταξε Κύριος πρὸς ὑμᾶς ἐν χειρὶ Μωυσῆ ἀπὸ τῆς ἡμέρας, ᾗ συνέταξε Κύριος πρὸς ὑμᾶς καὶ ἐπέκεινα εἰς τὰς γενεὰς ὑμῶν, 23 όπως διέταξε δια του Μωϋσέως εις σας από την ημέραν, κατά την οποίαν έδωσε τας εντολάς αυτάς ο Κυριος προς σας και εις όλας τας κατόπιν γενεάς σας, 23 ὅπως ὥρισε τὶς ἐντολὲς αὐτὲς ὁ Κύριος διὰ τοῦ Μωϋσῆ διὰ νὰ τὶς ἐφαρμόζετε, ἀπὸ τὴν ἡμέραν ποὺ ὁ Κύριος ἐνομοθέτησε τὶς ἐντολὲς αὐτὲς πρὸς σᾶς καὶ πρὸς ὅλους τοὺς μετέπειτα ἀπογόνους σας,
24 καὶ ἔσται ἐὰν ἐξ ὀφθαλμῶν τῆς συναγωγῆς γενηθῇ ἀκουσίως, καὶ ποιήσει πᾶσα ἡ συναγωγὴ μόσχον ἕνα ἐκ βοῶν ἄμωμον εἰς ὁλοκαύτωμα εἰς ὀσμὴν εὐωδίας Κυρίῳ καὶ θυσίαν τούτου καὶ σπονδὴν αὐτοῦ κατὰ τὴν σύνταξιν καὶ χίμαρον ἐξ αἰγῶν ἕνα περὶ ἁμαρτίας. 24 εάν μεν η αμαρτία αυτή δεν υποπέση εις την αντίληψιν της συναγωγής και γίνη ακουσίως εκ μέρους του λαού, όλος ο λαός θα προσφέρη ένα μοσχάρι υγιές και αρτιμελές εις θυσίαν ολοκαυτώματος, δια να γίνη αυτή ευάρεστος ως οσμή ευωδίας στον Κυριον. Θα προσθέσετε εις την αιματηράν αυτήν θυσίαν και την ανάλογον θυσίαν του οίνου, σύμφωνα με την προαναφερθείσαν εντολήν, και ένα τράγον προς θυσίαν περί αμαρτίας. 24 καὶ τὴν ἁμαρτίαν αὐτὴν δὲν τὴν προσέξει ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαός, καὶ ἁμαρτήσῃ χωρὶς νὰ τὸ θέλῃ, τότε ὅλον τὸ πλῆθος τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ πρέπει νὰ προσφέρῃ ἕνα βόδι μὲ ἀκέραια καὶ ὑγιῆ ὅλα τὰ μέλη του ὡς θυσίαν ὁλοκαυτώματος, διὰ νὰ γίνῃ ἡ θυσία αὐτὴ σὰν μυρωδιά, ποὺ μοσχομυρίζει εἰς τὸν Κύριον. Εἰς τὴν αἱματηρὰν αὐτὴν θυσίαν θὰ προσθέσετε καὶ τὴν ἀνάλογον ἀναίμακτον θυσίαν, τὴν σχετικὴν θυσίαν σπονδῆς τοῦ κρασιοῦ, σύμφωνα μὲ τὴν τάξιν, ποὺ ὡρίσθη προηγουμένως, καὶ ἕνα τράγον ἀπὸ τὸ κοπάδι τῶν γιδιῶν ὡς θυσίαν περὶ ἁμαρτίας, διὰ τὴν συγχώρησίν της.
25 καὶ ἐξιλάσεται ὁ ἱερεὺς περὶ πάσης συναγωγῆς υἱῶν ᾿Ισραήλ, καὶ ἀφεθήσεται αὐτοῖς· ὅτι ἀκούσιόν ἐστι, καὶ αὐτοὶ ἤνεγκαν τὸ δῶρον αὐτῶν κάρπωμα Κυρίῳ περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν ἔναντι Κυρίου, περὶ τῶν ἀκουσίων αὐτῶν. 25 Ο ιερεύς με όλα αυτά θα εξιλεώση ενώπιον του Θεού όλον το πλήθος των Ισραηλιτών και θα συγχωρηθή εις αυτούς η αμαρτία, διότι είναι ακουσία και διότι οι παραβάται προσέφεραν δια την αμαρτίαν των αυτήν προς τον Κυριον θυσίαν, όπως ορίζει ο νόμος δια τα ακούσια αμαρτήματά των. 25 Τότε ὁ ἱερεὺς θὰ ἐξιλεώσῃ μὲ τὶς θυσίες αὐτὲς εἰς τὸν Θεὸν ὅλον τὸ πλῆθος τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, καὶ ὁ Θεὸς θὰ συγχωρήσῃ τὴν ἁμαρτίαν των, διότι εἶναι ἀθέλητον ἁμάρτημα, καὶ διότι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ἁμαρτήσει, ἔφεραν τὴν προσφοράν, ποὺ ὁρίζει ὁ νόμος, ὡς θυσίαν εἰς τὸν Κύριον διὰ τὸ ἀθέλητον ἁμάρτημά των.
26 καὶ ἀφεθήσεται κατὰ πᾶσαν συναγωγὴν υἱῶν ᾿Ισραὴλ καὶ τῷ προσηλύτῳ τῷ προσκειμένῳ πρὸς ὑμᾶς, ὅτι παντὶ τῷ λαῷ ἀκούσιον. 26 Θα δοθή δε άφεσις εις όλον το πλήθος των Ισραηλιτών και στον ξένον, ο οποίος ευρίσκεται μεταξύ σας, διότι η ακουσία αυτή αμαρτία είναι όλου του λαού. 26 Καὶ θὰ δοθῇ ἀπὸ τὸν Θεὸν σογχώρησις εἰς ὅλον τὸ πλῆθος τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ καὶ εἰς τὸν ξένον, ὁ ὁποῖος κατοικεῖ μεταξύ σας· διότι τὸ ἀθέλητον αὐτὸ ἁμάρτημα βαρύνει ὅλον τὸν λαόν.
27 ἐάν τε ψυχὴ μία ἁμάρτῃ ἀκουσίως, προσάξει αἶγα μίαν ἐνιαυσίαν περὶ ἁμαρτίας, 27 Εάν ένας άνθρωπος αμαρτήση ακουσίως θα προσφέρη προς θυσίαν περί αμαρτίας μίαν αίγα ενός έτους. 27 Ἐὰν ἕνας ἄνθρωπος ἁμαρτήσῃ χωρὶς νὰ τὸ θέλῃ ἕνεκα τῆς ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας, θὰ προσφέρῃ μίαν αἶγα, ἡλικίας ἐνὸς ἔτους, ὡς θυσίαν περὶ ἁμαρτίας·
28 καὶ ἐξιλάσεται ὁ ἱερεὺς περὶ τῆς ψυχῆς τῆς ἀκουσιασθείσης καὶ ἁμαρτούσης ἀκουσίως ἔναντι Κυρίου ἐξιλάσασθαι περὶ αὐτοῦ. 28 Ο ιερεύς δια της θυσίας της αιγός θα εξιλεώση ενώπιον του Κυρίου τον άνθρωπον, ο οποίος ακουσίως και εν αγνοία του ημάρτησεν ενώπιον του Κυρίου. 28 Καὶ ὁ ἱερεὺς θὰ ἐξιλεώσῃ μὲ τὴν θυσίαν αὐτὴν εἰς τὸν Θεὸν τὸν ἄνθρωπον ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος ἁμάρτησε ἀπὸ ἄγνοιαν καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλῃ, ἕνεκα τῆς ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας του, ἐμπρὸς εἰς τὸν Κύριον καὶ ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος θὰ λάβῃ συγχώρησιν ἀπὸ τὸν Θεόν.
29 τῷ ἐγχωρίῳ ἐν υἱοῖς ᾿Ισραὴλ καὶ τῷ προσηλύτῳ τῷ προσκειμένῳ ἐν αὐτοῖς νόμος εἷς ἔσται αὐτοῖς, ὃς ἐὰν ποιήσῃ ἀκουσίως. 29 Δια τον εντόπιον Ισραηλίτην, όπως και δια τον ξένον που ευρίσκεται μεταξύ των Ισραηλιτών, ένας νόμος θα ισχύη δι' αυτούς, όταν κανείς ακουσίως αμαρτήση. 29 Διὰ τὸν ἐντόπιον Ἰσραηλίτην καὶ διὰ τὸν ξένον, ποὺ κατοικεῖ μεταξὺ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ θὰ ὑπάρχῃ καὶ θὰ ἰσχύῃ ἕνας κοινὸς νόμος δι’ ὅλους, διὰ τὴν περίπτωσιν ποὺ θὰ ἁμαρτήσῃ κάποιος ἀπὸ αὐτοὺς ἀπὸ ἄγνοιαν καὶ χωρὶς νὰ τὸ θέλῃ.
30 καὶ ψυχή, ἥτις ποιήσει ἐν χειρὶ ὑπερηφανίας ἀπὸ τῶν αὐτοχθόνων ἢ ἀπὸ τῶν προσηλύτων, τὸν Θεὸν οὗτος παροξυνεῖ, ἐξολοθρευθήσεται ἡ ψυχὴ ἐκείνη ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτῆς, 30 Εκείνος όμως ο άνθρωπος, ο οποίος από υπερηφάνειαν και πείσμα θα αμαρτήση ενσυνειδήτως και εγωϊστικώς, είτε εντόπιος είναι είτε ξένος, αυτός θα εξοργίση τον Θεόν και θα εξολοθρευθή εκ μέσου του λαού, 30 Ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, ποὺ θὰ ἁμαρτήσῃ συνειδητά, μὲ τὴν ἐλευθέραν θέλησίν του, κινούμενος ἀπὸ ἐγωϊσμόν, ἐνῷ ἔχει γνῶσιν τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ, εἴτε εἶναι ἐντόπιος Ἰσραηλίτης εἴτε εἶναι ξένος, αὐτὸς περιφρονεῖ πεισματικά, ὑβρίζει καὶ ἐξοργίζει τὸν Θεόν· διὰ τοῦτο θὰ καταστραφῇ, θὰ ἐξολοθρευθῇ ὁ ἐγωϊστὴς καὶ ὑβριστὴς ἐκεῖνος ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν λαόν του,
31 ὅτι τὸ ρῆμα Κυρίου ἐφαύλισε καὶ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ διεσκέδασεν· ἐκτρίψει ἐκτριβήσεται ἡ ψυχὴ ἐκείνη, ἡ ἁμαρτία αὐτῆς ἐν αὐτῇ. 31 διότι κατεφρόνησε τον λόγον του Κυρίου και διεσκόρπισεν ως στους ανέμους τας εντολάς αυτού. Θα εξοντωθή ο άνθρωπος αυτός, διότι η εν επιγνώσει αυτή αμαρτία του είναι ασυγχώρητος”. 31 ἐπειδὴ ἐπεριφρόνησε, κατεπάτησε τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ παρέβη, ἀπέρριψε τὶς ἐντολές του· ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς θὰ συντριβῇ καὶ θὰ ἐξαφανισθῇ ὁπωσδήποτε, διότι εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ὑπεύθυνος, ἀφοῦ ἁμάρτησε συνειδητά, μὲ τὴν ἐλευθέραν θέλησίν του, μὲ τρόπον ἐγωϊστικόν».
32 Καὶ ἦσαν οἱ υἱοὶ ᾿Ισραὴλ ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ εὗρον ἄνδρα συλλέγοντα ξύλα τῇ ἡμέρᾳ τῶν σαββάτων. 32 Εμεναν τότε οι Ισραηλίται εις την έρημον. Είδον ένα άνθρωπον να μαζεύη ξύλα κατά την ημέραν του Σαββάτου και να καταλύη έτσι την σαββατικήν αργίαν. 32 Ὅταν οἱ Ἰσραηλῖται εὑρίσκοντο εἰς τὴν ἔρημον, εὑρῆκαν ἕνα ἄνδρα νὰ μαζεύῃ ξύλα τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου καὶ νὰ παραβαίνῃ ἔτσι τὴν θείαν ἐντολὴν διὰ τὴν ἀργίαν τῆς ἡμέρας τοῦ Σαββάτου.
33 καὶ προσήγαγον αὐτὸν οἱ εὑρόντες συλλέγοντα ξύλα τῇ ἡμέρᾳ τῶν σαββάτων πρὸς Μωυσῆν καὶ ᾿Ααρὼν καὶ πρὸς πᾶσαν συναγωγὴν υἱῶν ᾿Ισραήλ. 33 Αυτοί, που τον εύρον να μαζεύη ξύλα κατά την ημέραν του Σαββάτου, τον ωδήγησαν προς τον Μωϋσήν και τον Ααρών και προς όλον τον λαόν των Ισραηλιτών. 33 Καὶ αὐτοὶ ποὺ τὸν εὐρῆκαν νὰ μαζεύῃ ξύλα τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου, τὸν ἔπιασαν, τὸν ὡδήγησαν καὶ τὸν παρουσίασαν εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ τὸν Ἀαρὼν καὶ εἰς ὅλους τοὺς Ἰσραηλίτες, ποὺ ἦσαν συγκεντρωμένοι διὰ τὴν λατρείαν τοῦ Θεοῦ.
34 καὶ ἀπέθεντο αὐτὸν εἰς φυλακήν, οὐ γὰρ συνέκριναν τί ποιήσωσιν αὐτόν. 34 Τον έθεσαν εις την φυλακήν, διότι δεν εγνώριζαν τι να κάμουν εις αυτόν, ποίαν τιμωρίαν να του επιβάλουν. 34 Καὶ αὐτοὶ τὸν ἔβαλαν εἰς τὴν φυλακὴν κάτω ἀπὸ ἐπιτήρησιν καὶ φρούρησιν, διότι δεν ἐγνώριζαν οὔτε ἐτολμοῦσαν νὰ βγάλουν ἀπόφασιν διὰ τὸ πῶς νὰ τὸν τιμωρήσουν.
35 καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· θανάτῳ θανατούσθω ὁ ἄνθρωπος, λιθοβολήσατε αὐτὸν λίθοις πᾶσα ἡ συναγωγή. 35 Ο Κυριος ομίλησε προς τον Μωϋσήν και είπεν· “ο άνθρωπος αυτός πρέπει να τιμωρηθή με θάνατον· να τον λιθοβολήση όλος ο λαός”. 35 Ὁ Κύριος ἐμίλησε εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ εἶπε: «Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς νὰ τιμωρηθῇ ὁπωσδήποτε μὲ θάνατον· νὰ τὸν θανατώσετε μὲ λιθοβολισμόν, εἰς τὸν ὁποῖον θὰ πάρῃ μέρος ὅλος ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαός».
36 καὶ ἐξήγαγον αὐτὸν πᾶσα ἡ συναγωγὴ ἔξω τῆς παρεμβολῆς, καὶ ἐλιθοβόλησεν αὐτὸν πᾶσα ἡ συναγωγὴ λίθοις ἔξω τῆς παρεμβολῆς, καθὰ συνέταξε Κύριος τῷ Μωυσῇ. 36 Ωδήγησεν αυτόν όλος ο λαός έξω από το στρατόπεδον και ελιθοβόλησαν όλοι αυτόν έξω από το στρατόπεδον, όπως δίεταξεν ο Κυριος τον Μωϋσήν. 36 Ἔτσι ὅλος ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς τὸν ὠδήγησαν ἔξω ἀπὸ τὸ στρατόπεδον, ποὺ ἦσαν στρατοπεδευμένοι, καὶ ὅλος ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς τὸν ἐλιθοβόλησαν μὲ πέτρες ἔξω ἀπὸ τὸ στρατόπεδον, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Κύριος διέταξε τὸν Μωϋσῆν.
37 Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων· 37 Ο Κυριος είπε προς τον Μωϋσήν· 37 Ὁ Κύριος ἐμίλησε εἰς τὸν Μωϋσῆν καὶ εἶπε:
38 λάλησον τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ καὶ ἐρεῖς πρὸς αὐτοὺς καὶ ποιησάτωσαν ἑαυτοῖς κράσπεδα ἐπὶ τὰ πτερύγια τῶν ἱματίων αὐτῶν εἰς τὰς γενεὰς αὐτῶν καὶ ἐπιθήσετε ἐπὶ τὰ κράσπεδα τῶν πτερυγίων κλῶσμα ὑακίνθινον. 38 “ομίλησε προς τους Ισραηλίτας και είπε προς αυτούς· Να ράψουν ταινίαν εις τα κάτω άκρα των ενδυμάτων των, να θέσουν εις τα άκρα των ιματίων των κλώσμα κυανούν. Αυτό θα γίνεται εις όλας των τας γενεάς. 38 «Νὰ ὁμιλήσῃς εἰς τοὺς Ἰσραηλῖτες καὶ νὰ τοὺς εἰπῇς νὰ κατασκευάζουν εἰς ὅλες τὶς γενεές τους καὶ νὰ ράβουν γύρω ἀπὸ τὰ ἐξωτερικὰ ἐνδύματά τους εἰς τὸ κάτω μέρος μίαν γιρλάντα, καὶ ἀπὸ τὶς ἄκρες της νὰ βάλουν, ὥστε νὰ κρέμωνται κρόσσια, φοῦντες ἀπὸ γαλάζιες κλωστές.
39 καὶ ἔσται ὑμῖν ἐν τοῖς κρασπέδοις καὶ ὄψεσθε αὐτὰ καὶ μνησθήσεσθε πασῶν τῶν ἐντολῶν Κυρίου καὶ ποιήσετε αὐτάς, καὶ οὐ διαστραφήσεσθε ὀπίσω τῶν διανοιῶν ὑμῶν καὶ τῶν ὀφθαλμῶν ὑμῶν, ἐν οἷς ὑμεῖς ἐκπορνεύετε ὀπίσω αὐτῶν, 39 Θα υπάρχουν αυτά εις τα άκρα των ενδυμάτων σας, θα τα βλέπετε και θα ενθυμήσθε όλας τας εντολάς του Κυρίου, δια να τας εφαρμόζετε· και δεν θα διαφθαρήτε παρασυρόμενοι από τας αμαρτωλάς επιθυμίας της καρδίας σας και τα αμαρτωλά θεάματα των οφθαλμών σας, δια των οποίων απομακρύνεσθε από τον Θεόν εις παραστρατημένην ζωήν. 39 Τὰ κρόσσια, οἱ φοῦντες αὐτές, θὰ εὐρίσκωνται εἰς τὶς ἄκρες τῶν ἐξωτερικῶν ἐνδυμάτων, καὶ θὰ βλέπετε τὴν γιρλάνταν αὐτὴν μὲ τὶς φοῦντες καὶ θὰ ἐνθυμῆσθε ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, διὰ νὰ ἐφαρμόζετε τὶς ἐντολὲς αὐτὲς καὶ ἔτσι δὲν θὰ διαφθαρῆτε παρασυρόμενοι ἀπὸ τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες τῆς καρδιᾶς καὶ τῶν ματιῶν σας, ἐξ ἀφορμῆς τῶν ὁποίων ἀπομακρύνεσθε καὶ χωρίζεσθε ἀπὸ τὸν Θεὸν μὲ ἄπιστη καὶ παραστρατημένην ζωήν.
40 ὅπως ἂν μνησθῆτε καὶ ποιήσητε πάσας τὰς ἐντολάς μου καὶ ἔσεσθε ἅγιοι τῷ Θεῷ ὑμῶν. 40 Δι' αυτών θα ενθυμήσθε τας εντολάς εμού του Κυρίου, θα τας τηρήτε και θα γίνεσθε άγιοι ενώπιον του Θεού σας. 40 Ὅταν θὰ ἔχετε συνεχῶς ἐμπρὸς εἰς τὰ μάτια σας τὴν γιρλάνταν αὐτὴν μὲ τὰ κρόσσια, θὰ ἐνθυμῆσθε τὶς θεῖες ἐντολὲς καὶ θὰ ἐφαρμόζετε ὅλες τὶς ἐντολές μου, καὶ θὰ εἶσθε χωρισμένοι ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἅγιοι δὲ καὶ ἀφιερωμένοι εἰς τὸν ἀληθινὸν Θεόν σας.
41 ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν ὁ ἐξαγωγὼν ὑμᾶς ἐκ γῆς Αἰγύπτου εἶναι ὑμῶν Θεός, ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν. 41 Εγώ είμαι Κυριος ο Θεός σας, ο οποίος σας έβγαλα ελευθέρους από την Αίγυπτον, δια να είμαι Θεός σας. Εγώ, Κυριος ο Θεός σας, δίδω αυτάς τας εντολάς”. 41 Διότι ἐγὼ εἶμαι Κύριος ὁ Θεός σας, ὁ ὁποῖος σᾶς ἐχάρισα τὴν ἐλευθερίαν καὶ σᾶς ἔβγαλα ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον, διὰ νὰ εἶμαι ὁ μόνος Θεός σας· ἐγὼ εἶμαι Κύριος ὁ Θεός σσς καὶ ἐγὼ σᾶς δίδω ἐντολὲς δι' ὅλα αὐτά».