Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:45
Δύση: 20:05
Σελ. 11 ημ.
110-256
16ος χρόνος, 5907η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Α' - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 (ΙΓ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ ἐκλέγεται ἑαυτῷ Σαοὺλ τρεῖς χιλιάδας ἀνδρῶν ἐκ τῶν ἀνδρῶν ᾿Ισραήλ, καὶ ἦσαν μετὰ Σαοὺλ δισχίλιοι οἱ ἐν Μαχμάς, καὶ ἐν τῷ ὄρει Βαιθήλ, καὶ χίλιοι ἦσαν μετὰ ᾿Ιωνάθαν ἐν Γαβαὰ τοῦ Βενιαμίν, καὶ τὸ κατάλοιπον τοῦ λαοῦ ἐξαπέστειλεν ἕκαστον εἰς τὸ σκήνωμα αὐτοῦ. 1 Ο Σαούλ εξέλεξε από όλον τον ισραηλιτικόν λαόν ως σωματοφύλακάς του τρεις χιλιάδας άνδρας. Από αυτούς αι μεν δύο χιλιάδες ήσαν μαζή με τον Σαούλ εις Μαχμάς, εις την ορεινήν περιοχήν της Βαιθήλ. Οι άλλοι χίλιοι ήσαν μαζή με τον Ιωνάθαν εις Γαβαά της φυλής Βενιαμίν. Τους υπολοίπους Ισροηλίτας ο Σαούλ έστειλε τον καθένα εις την κατοικίαν του. 1 Καὶ ἐδιάλεξε διὰ τὸν ἑαυτόν του ὁ Σαοὺλ τρεῖς χιλιάδες πολεμιστὰς ἀπὸ τοὺς ἄνδρας τοῦ Ἰσραήλ. Ἀπὸ τοὺς στρατιώτας αὐτοὺς οἱ μὲν δύο χιλιάδες ἦσαν μαζὶ μὲ τὸν Σαοὺλ εἰς τὴν θέσιν Μαχμάς, εἰς τὰ βουνὰ τῆς Βαιθήλ, ἐνῷ οἱ ὑπόλοιποι χίλιοι μαζὶ μὲ τὸν Ἰωνάθαν εὑρίσκοντο εἰς τὴν θέσιν Γαβαὰ τῆς χώρας τῆς φυλῆς Βενιαμίν. Ὅλους δὲ τοὺς ἄλλους Ἰσραηλίτας τοὺς ἔστειλε καθένα εἰς τὸ σπίτι του.
3 καὶ ἐπάταξεν ᾿Ιωνάθαν τὸν Νασὶβ τὸν ἀλλόφυλον τὸν ἐν τῷ βουνῷ· καὶ ἀκούουσιν οἱ ἀλλόφυλοι. καὶ Σαοὺλ σάλπιγγι σαλπίζει εἰς πᾶσαν τὴν γῆν λέγων· ἠθετήκασιν οἱ δοῦλοι. 3 Ο Ιωνάθαν εκτύπησε τον Νασίβ τον Φιλισταίον, ο οποίος ευρίσκετο με φρουράν εις ένα ύψωμα. Οι Φιλισταίοι επληροφορήθησαν την επιχείρησιν του Ιωνάθαν εναντίον της φρουράς των. Ο Σαούλ επήρε θάρρος από την νίκην αυτήν του Ιωνάθαν και διέταξε να σαλπίσουν εις όλην την χώραν της Παλαιστίνης, ότι οι έως τώρα σκλαβωμένοι Ισραηλίται επανεστάτησαν εναντίον των Φιλισταίων. 2 Μίαν ἡμέραν λοιπὸν ὁ Ἰωνάθαν ἐπετέθη καὶ ἐσκότωσε τὸν Νασίβ, ποὺ ἦτο ἐπὶ κεφαλῆς τῶν Φιλισταίων ποὺ εὑρίσκοντο εἰς τὸ βουνό, πρᾶγμα ποὺ τὸ ἔμαθαν ἀμέσως οἱ Φιλισταῖοι. Ἐσάλπισε τότε πολεμικὸν σάλπισμα εἰς ὅλην τὴν χώραν ὁ Σαοὺλ καὶ ἐκαλοῦσε τὸν λαὸν νὰ ἐξεγερθῇ ἐναντίον τῶν κατακτητῶν Φιλισταίων καὶ ἔλεγε: «Δὲν εἴμεθα πλέον δοῦλοι τῶν ἀλλοφύλων! Δὲν τοὺς θεωροῦμεν κατακτητάς μας!»
4 καὶ πᾶς ᾿Ισραὴλ ἤκουσε λεγόντων· πέπαικε Σαοὺλ τὸν Νασὶβ τὸν ἀλλόφυλον, καὶ ᾐσχύνθησαν ᾿Ισραὴλ ἐν τοῖς ἀλλοφύλοις. καὶ ἀνέβησαν οἱ υἱοὶ ᾿Ισραὴλ ὀπίσω Σαοὺλ ἐν Γαλγάλοις. 4 Ολοι οι Ισραηλίται επληροφορήθησαν την είδησιν, ότι ο Σαούλ προσέβαλε τον αλλόφυλον Νασίβ και εκυρίευσε το φυλάκιον εκείνο των Φιλισταίων, δια τούτο ο Ισραηλτικός λαός κατεφρονήθη περισσότερον από τους Φιλισταίους. Ο ισραηλιτικός λαός ηκολούθησε τον Σαούλ και συνεκεντρώθη εις τα Γαλγαλα. 3 Καὶ ἔμαθαν ὅλοι οἱ Ἰσραηλῖται τὰ νέα, ὅτι δηλαδὴ ἐκτύπησεν ὁ Σαοὺλ τὸν Φιλισταῖοι Νασὶβ καὶ ὅτι οἱ Ἰσραηλῖται ἔγιναν περισσότερον μισητοὶ εἰς τοὺς Φιλισταίους. Μετὰ τὰς πληροφορίας αὐτὰς οἱ Ἰσραηλῖται ἀνέβηκαν εἰς τὰ Γάλγαλα καὶ ἀκολούθησαν τὸν Σαούλ, ἕτοιμοι διὰ πόλεμον.
5 καὶ οἱ ἀλλόφυλοι συνάγονται εἰς πόλεμον ἐπὶ ᾿Ισραήλ, καὶ ἀναβαίνουσιν ἐπὶ ᾿Ισραὴλ τριάκοντα χιλιάδες ἁρμάτων καὶ ἓξ χιλιάδες ἱππέων καὶ λαὸς ὡς ἡ ἄμμος ἡ παρὰ τὴν θάλασσαν τῷ πλήθει· καὶ ἀναβαίνουσι καὶ παρεμβάλλουσιν ἐν Μαχμὰς ἐξ ἐναντίας Βαιθωρὼν κατὰ νότου. 5 Οι Φιλισταίοι συνηθροίσθησαν, δια να πολεμήσουν τους Ισραηλίτας. Ανέβησαν εναντίον των Ισραηλιτών με τριάκοντα χιλιάδας πολεμικά άρματα και εξ χιλιάδας ιππείς και με στρατόν τόσον κατά το πλήθος, όση είναι η άμμος η πλησίον της θαλάσσης. Οι Φιλισταίοι συνεκεντρώθησαν και εστρατοπέδευσαν εις Μαχμάς, απέναντι και προς νότον της Βαιθωρών. 4 Ἀλλὰ καὶ οἱ ἀλλόφυλοι Φιλισταῖοι ἐσυνάχθηκαν διὰ νὰ πολεμήσουν ἐναντίον τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ἐπῆραν τὸν δρόμον πρὸς τὰ ὑψώματα τῶν Γαλγάλων, ὅπου εὑρίσκοντο οἱ Ἰσραηλῖται, τριάντα χιλιάδες ἅρματα καὶ ἕξι χιλιάδες ἱππεῖς καὶ πλῆθος πεζοί, σὰν τοὺς κόκκους τῆς ἄμμου εἰς τὴν παραλίαν. Ἀνέβηκαν λοιπὸν καὶ ἐστρατοπέδευσαν εἰς τὴν Μαχμάς, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Βαιθωρών, πρὸς νότον.
6 καὶ ἀνὴρ ᾿Ισραὴλ εἶδεν ὅτι στενῶς αὐτῷ μὴ προσάγειν αὐτόν, καὶ ἐκρύβη ὁ λαὸς ἐν τοῖς σπηλαίοις καὶ ἐν ταῖς μάνδραις καὶ ἐν ταῖς πέτραις καὶ ἐν τοῖς βόθροις καὶ ἐν τοῖς λάκκοις, 6 Οι Ισραηλίται, ολιγάριθμοι καθώς ήσαν, όταν είδαν ότι ευρίσκοντο εις αδυναμίαν να πολεμήσουν εναντίον τόσον πολλών εχθρών, εκρύβησαν άλλοι εις τα σπήλαια, άλλοι εις τας μάνδρας, άλλοι στους βράχους, άλλοι στους βόθρους και άλλοι στους λάκκους. 5 Καὶ ἀντελήφθησαν οἱ ἄνδρες τοῦ Ἰσραὴλ ὅτι τὰ πράγματα ἦσαν πολὺ δυσκόλα δι’ αὐτοὺς καὶ ὅτι δὲν ἠμποροῦσαν νὰ ἐμποδίσουν τὴν προέλασιν τῶν ἐχθρῶν. Διὰ τοῦτο ἐκρύβησαν οἱ Ἰσραηλῖται εἰς τὰ σπήλαια, εἰς τὰς μάνδρας, εἰς τοὺς βράχους, εἰς τοὺς βόθρους καὶ εἰς τοὺς λάκκους.
7 καὶ οἱ διαβαίνοντες διέβησαν τὸν ᾿Ιορδάνην εἰς γῆν Γὰδ καὶ Γαλαάδ. καὶ Σαοὺλ ἔτι ἦν ἐν Γαλγάλοις, καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἐξέστη ὀπίσω αὐτοῦ. 7 Μερικοί δε διέβησαν τον Ιορδάνην ποταμόν και ήλθαν εις την χώραν Γαδ και την χώραν Γαλαάδ. Ο Σαούλ όμως ευρίσκετο ακόμη εις τα Γαλγαλα και ο άλλος Ισραηλιτικός λαός, ο οποίος τον ακολουθούσε, ήτο καταπτοημένος. 6 Ὅσοι μάλιστα ἠμποροῦσαν νὰ φύγουν, ἐπέρασαν τὸν Ἰορδάνην καὶ ἔφθασαν εἰς τὰς περιοχὰς Γὰδ καὶ Γαλαάδ. Ὁ Σαοὺλ ὅμως παρέμεινεν ἀκόμη εἰς τὰ Γάλγαλα, ὅλοι δὲ οἱ Ἰσραηλῖται ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν, ἦσαν ἀνήσυχοι καὶ τρομαγμένοι.
8 καὶ διέλιπεν ἑπτὰ ἡμέρας τῷ μαρτυρίῳ, ὡς εἶπε Σαμουὴλ, καὶ οὐ παρεγένετο Σαμουὴλ εἰς Γάλγαλα, καὶ διεσπάρη ὁ λαὸς αὐτοῦ ἀπ᾿ αὐτοῦ. 8 Ο Σαούλ επερίμενε τον Σαμουήλ επί επτά ημέρας σύμφωνα με την εντολήν του Σαμουήλ, αλλά ακόμη δεν είχεν έλθει ο Σαμουήλ εις τα Γαλγαλα. Ο ισραηλιτικός λαός διεσπάρη και έφυγε μακράν από τον Σαούλ. 7 Καὶ ἐπερίμενεν ἐκεῖ ὁ Σαοὺλ ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας, συμφώνως πρὸς τὴν παραγγελίαν ποὺ τοῦ εἶχε δώσει ὁ Σαμουήλ. Ὁ Σαμουὴλ ὅμως καθυστέρησε νὰ ὑπάγῃ εἰς τὰ Γάλγαλα καὶ δι’ αὐτὸ διεσκορπίσθησαν οἱ ἄνδρες τοῦ Σαοὺλ καὶ ἔφυγαν ἀπὸ κοντά του.
9 καὶ εἶπε Σαούλ· προσαγάγετε, ὅπως ποιήσω ὁλοκαύτωσιν καὶ εἰρηνικάς· καὶ ἀνήνεγκε τὴν ὁλοκαύτωσιν. 9 Είπε τότε ο Σαούλ· “φέρετέ μου να προσφέρω εγώ θυσίαν ολοκαυτώματος και θυσίαν ειρηνικήν”. Ο Σαούλ προσέφερε πράγματι την θυσίαν του ολοκαυτώματος. 8 Προτοῦ δὲ νὰ κλείσῃ ἡ ἑβδόμη ἡμέρα, εἶπεν ὁ Σαούλ: «Φέρετέ μου τὰ ζῶα, διὰ νὰ προσφέρω θυσίαν ὁλοκαυτώσεως καὶ θυσίας εἰρηνικός». Καὶ προσέφερε πράγματι τὴν θυσίαν τῆς ὁλοκαυτώσεως.
10 καὶ ἐγένετο ὡς συνετέλεσεν ἀναφέρων τὴν ὁλοκαύτωσιν, καὶ Σαμουὴλ παραγίνεται· καὶ ἐξῆλθε Σαοὺλ εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ εὐλογῆσαι αὐτόν. 10 Οταν ετελείωσε την προσφοράν της θυσίας, ήλθεν ο Σαμουήλ. Ο Σαούλ εβγήκεν εις προϋπάντησίν του, δια να τον χαιρετήση ειρηνικώς. 9 Μόλις ὅμως ἐτελείωσε τὴν προσφορὰν τῆς θυσίας τοῦ ὁλοκαυτώματος, φθάνει εἰς τὴν πόλιν ὁ Σαμουήλ. Ἐβγῆκε τότε ἀμέσως ὁ Σαοὺλ διὰ νὰ τὸν προϋπαντήσῃ καὶ νὰ τὸν καλωσορίσῃ.
11 καὶ εἶπε Σαμουήλ· τί πεποίηκας; καὶ εἶπε Σαούλ· ὅτι εἶδον ὡς διεσπάρη ὁ λαὸς ἀπ᾿ ἐμοῦ καὶ σὺ οὐ παρεγένου ὡς διετάξω ἐν τῷ μαρτυρίῳ τῶν ἡμερῶν, καὶ οἱ ἀλλόφυλοι συνήχθησαν εἰς Μαχμάς, 11 Ο Σαμουήλ ηρώτησε τότε τον Σαούλ· “τι έκαμες; Διατί εθυσίασες;” Ο Σαούλ απήντησεν· “εθυσίασα διότι είδον ότι ο λαός διεσκορπίσθη μακράν από εμέ και διότι ακόμη συ δεν είχες έλθει, όπως μου είχες υποσχεθή, κατά την ωρισμένην ημέραν. Και επί πλέον, διότι οι Φιλισταίοι ευρίσκονται εις Μαχμάς. 10 Ὁ Σαμουὴλ ὅμως τοῦ εἶπε: «Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ ἔκανες;» Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Σαούλ:«Προσέφερα θυσίαν, ἐπειδὴ εἶδα ὅτι διεσκορπίσθη ὁ λαὸς ἀπὸ κοντά μου καὶ σὺ δὲν ἦλθες μέσα εἰς τὴν ὡρισμένην προθεσμίαν τῶν ἡμερῶν ποὺ μοῦ καθώρισες, οἱ δὲ Φιλισταῖοι εἶχαν συγκεντρωθῇ εἰς τὴν Μαχμάς.
12 καὶ εἶπα· νῦν καταβήσονται οἱ ἀλλόφυλοι πρός με εἰς Γάλγαλα καὶ τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου οὐκ ἐδεήθην· καὶ ἐνεκρατευσάμην καὶ ἀνήνεγκα τὴν ὁλοκαύτωσιν. 12 Ενώπιον αυτής της καταστάσεως εσκέφθην και είπα· Τωρα θα επέλθουν οι Φιλισταίοι εναντίον μου εις Γαλγαλα και ακόμη δεν έχω παρακαλέσει τον Κυριον. Τοτε επίεσα τον εαυτόν μου και απεφάσισα και εθυσίασα το ολοκαύτωμα”. 11 Καὶ εἶπα μέσα μου: Ἀπὸ στιγμῆς εἰς στιγμὴν θὰ πέσουν ἐπάνω μου εἰς τὰ Γάλγαλα οἱ Φιλισταῖοι καὶ δὲν προσευχήθηκα εἰς τὸν Κύριον, διὰ νὰ ζητήσω τὴν βοήθειάν του. Ἀναγκάσθηκα λοιπὸν καὶ ἀνέλαβα τὴν εὐθύνην καὶ προσέφερα τὴν θυσίαν τῆς ὁλοκαυτώσεως».
13 καὶ εἶπε Σαμουὴλ πρὸς Σαούλ· μεματαίωταί σοι, ὅτι οὐκ ἐφύλαξας τὴν ἐντολήν μου, ἣν ἐνετείλατό σοι Κύριος, ὡς νῦν ἡτοίμασε Κύριος τὴν βασιλείαν σου ἐπὶ ᾿Ισραὴλ ἕως αἰῶνος· 13 Ο Σαμουήλ είπεν στον Σαούλ· “ενήργησες κατά τρόπον ανόητον και αμαρτωλόν, διότι δεν εσεβάσθης την εντολήν μου, την οποίαν εντολήν ο Κυριος σε διέταξε. Εάν δεν εφέρεσο με αυτόν τον τρόπον, ο Κυριος είχεν ετοιμάσει, ώστε να είναι παντοτεινή η βασιλεία σου. 12 Καὶ εἶπεν ὁ Σαμουὴλ εἰς τὸν Σαούλ: «Ἐνήργησες σὰν ἀνόητος. Δὲν σὲ ὠφελεῖ καθόλου αὐτὴ ἡ θυσία, ἐπειδὴ δὲν ἐτήρησες τὴν ἐντολήν μου, ποὺ ἦτο ἐντολὴ τοῦ Κυρίου πρὸς σέ. Μέχρι τώρα, ποὺ ἔδειξες τὸν πραγματικὸν ἑαυτόν σου, ὁ Κύριος σοῦ εἶχεν ἑτοιμάσει παντοτινὴν βασιλείαν εἰς τὸν λαὸν τοῦ Ἰσραήλ, ἐὰν βεβαίως ἐπρόσεχες.
14 καὶ νῦν ἡ βασιλεία σου οὐ στήσεταί σοι, καὶ ζητήσει Κύριος ἑαυτῷ ἄνθρωπον κατὰ τὴν καρδίαν αὐτοῦ, καὶ ἐντελεῖται Κύριος αὐτῷ εἰς ἄρχοντα ἐπὶ τὸν λαὸν αὐτοῦ, ὅτι οὐκ ἐφύλαξας ὅσα ἐνετείλατό σοι Κύριος. 14 Αλλά τώρα η βασιλεία σου δεν θα παραμείνη πλέον εις σέ. Ο Κυριος θα ζητήση και θα εύρη άνδρα, όπως τον ποθεί ο ίδιος. Ο Κυριος θα δώση εις αυτόν την εντολήν να βασιλεύση, επειδή συ δεν ετήρησες όσα σε διέταζεν ο Κυριος”. 13 Τώρα ὅμως, ποὺ ἔκανες αὐτό, δὲν θὰ παραμείνῃ εἰς σὲ καὶ τὴν οἰκογένειάν σου ἡ βασιλεία σου. Θὰ ζητήσῃ ὁ Κύριος διὰ τὸν ἑαυτόν του ἄνθρωπον, ποὺ θὰ εἶναι ὅπως τὸν ποθεῖ ἡ καρδιά του. Καὶ θὰ δώσῃ εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος τὴν ἐντολὴν τῆς ἐξουσίας διὰ νὰ κυβερνᾷ τὸν λαὸν Του, ἐπειδὴ σὺ δὲν ἐτήρησες ὅσα σὲ διέταξεν ὁ Κύριος».
15 καὶ ἀνέστη Σαμουὴλ καὶ ἀπῆλθεν ἐκ Γαλγάλων εἰς ὁδὸν αὐτοῦ, καὶ τὸ κατάλειμμα τοῦ λαοῦ ἀνέβη ὀπίσω Σαοὺλ εἰς ἀπάντησιν ὀπίσω τοῦ λαοῦ τοῦ πολεμιστοῦ. αὐτῶν παραγενομένων ἐκ Γαλγάλων εἰς Γαβαὰ Βενιαμὶν καὶ ἐπεσκέψατο Σαοὺλ τὸν λαὸν τὸν εὑρεθέντα μετ᾿ αὐτοῦ ὡς ἑξακοσίους ἄνδρας. 15 Ο Σαμουήλ ηγέρθη και έφυγεν από τα Γαλγαλα ακολουθών τον δρόμον του. Οι υπόλοιποι άνδρες του Ισραηλιτικού λαού ηκολούθησαν τον Σαούλ, δια να συναντήσουν τον στρατόν και ασφαλισθούν εις τα μετόπισθεν. Οταν αυτοί ήλθον από τα Γαλγαλα εις την Γαβαά, της φυλής Βενιαμίν, ο Σαούλ επιθεώρησε τον στρατόν του, ο οποίος ευρέθη μαζή του, και είδε ότι ήσαν εξακόσιοι μόνον άνδρες. 14 Μετὰ ταὐτὰ ἐσηκώθη ὁ Σαμουὴλ καὶ ἔφυγεν ἀπὸ τὰ Γάλγαλα καὶ ἐπῆρε τὸν δρόμον πρὸς τὴν κατοικίαν του. Ὅσοι δὲ ἀπέμειναν ἀπὸ τοὺς Ἰσραηλίτας, ἀκολούθησαν τὸν Σαοὺλ καὶ ἀνέβηκαν μαζί του εἰς τὰ ὑψώματα, διὰ νὰ συναντήσουν τοὺς πολεμιστὰς καὶ νὰ ἐνωθοῦν μαζί των. Ὅταν ἔφθασαν ἀπὸ τὰ Γάλγαλα εἰς τὴν Γαβαὰ τῆς χώρας τῆς φυλῆς Βενιαμίν, ἔκανε ὁ Σαοὺλ ἐπιθεώρησιν τοῦ στρατοῦ, ποὺ ἦτο μαζί του, καὶ διεπίστωσεν ὅτι ἦσαν ἑξακόσιοι περίπου ἄνδρες.
16 καὶ Σαοὺλ καὶ ᾿Ιωνάθαν υἱὸς αὐτοῦ καὶ ὁ λαὸς οἱ εὑρεθέντες μετ᾿ αὐτῶν ἐκάθισαν ἐν Γαβαὰ Βενιαμὶν καὶ ἔκλαιον, καὶ οἱ ἀλλόφυλοι παρεμβεβλήκεισαν ἐν Μαχμάς. 16 Ο Σαούλ και ο υιός του Ιωνάθαν και ο λαός, ο οποίος ευρίσκετο μαζή του, εκάθισαν εις την Γαβαά της φυλής Βενιαμίν και έκλαιον, επειδή οι Φιλισταίοι είχον πλέον στρατοπεδεύσει πλησίον των εις την Μαχμάς. 15 Καὶ ἐκάθισαν ὁ Σαοὺλ καὶ ὁ υἱὸς του ὁ Ἰωνάθαν καὶ οἱ Ἰσραηλῖται, ποὺ ἦσαν μαζί των, εἰς τὴν Γαβαὰ τῆς χώρας Βενιαμὶν καὶ ἐθρηνοῦσαν, ἐνῷ οἱ Φιλισταῖοι εἶχαν ἤδη στρατοπεδεύσει εἰς τὴν Μαχμάς.
17 καὶ ἐξῆλθε διαφθείρων ἐξ ἀγροῦ ἀλλοφύλων τρισὶν ἀρχαῖς· ἡ ἀρχὴ ἡ μία ἐπιβλέπουσα ὁδὸν Γοφερὰ ἐπὶ γῆν Σωγάλ, 17 Από κάποιον δε αγρόν των Φιλισταίων εβγήκαν τρία τμήματα στρατού των αλλοφύλων, δια να λεηλατήσουν την χώραν των Ισραηλιτών. Το πρώτον τμήμα του εχθρικού στρατού εστράφη προς την οδόν, η οποία ωδηγούσε εις Γοφεράν, εις την χώραν Σωγάλ. 16 Ἐβγῆκαν δὲ ἀπὸ τὸ στρατόπεδον τῶν Φιλισταίων στρατιῶται χωρισμένοι εἰς τρία τμήματα, διὰ νὰ καταστρέφουν τὴν χώραν. Τὸ ἕνα τμῆμα κατηυθύνθη πρὸς τὸν δρόμον, ποὺ ὡδηγοῦσε εἰς τὴν πόλιν Γοφερὰ τῆς χώρας Σωγάλ.
18 καὶ ἡ ἀρχὴ ἡ μία ἐπιβλέπουσα ὁδὸν Βαιθωρών, καὶ ἡ ἀρχὴ ἡ μία ἐπιβλέπουσα ὁδὸν Γαβαὲ τὴν εἰσκύπτουσαν ἐπὶ Γαὶ τὴν Σαβίμ. 18 Το δεύτερον τμήμα του στρατού εστράφη προς την πόλιν Βαιθωρών και το τρίτον τμήμα του στρατού έλαβε την οδόν, η οποία κατευθύνεται προς την Γαβαά την πόλιν Γαι της Σαβίμ. 17 Τὸ ἄλλο τμῆμα ἐπῆρε κατεύθυνσιν πρὸς τὸν δρόμον, ποὺ ὡδηγοῦσε εἰς τὴν Βαιθωρών, καὶ τὸ τρίτον τμῆμα ἐστράφη πρὸς τὸν δρόμον, ποὺ ὡδηγοῦσε εἰς τὴν πόλιν Γαβαέ, ἡ ὁποία ἐδέσποζε εἰς τὴν πόλιν Γαί, ποὺ εὑρίσκετο εἰς τὴν κοιλάδα Σαβίμ.
19 καὶ τέκτων σιδήρου οὐχ εὑρίσκετο ἐν πάσῃ γῇ ᾿Ισραήλ, ὅτι εἶπον οἱ ἀλλόφυλοι· μὴ ποιήσωσιν οἱ ῾Εβραῖοι ρομφαίαν καὶ δόρυ. 19 Σιδηρουργός δεν υπήρχεν εις όλην την ώραν των Ισραηλιτών, διότι οι αλλόφυλοι είχον διατάξει να μη κατασκευάσουν οι Εβραίοι ρομφαίας και δόρατα. 18 Κατὰ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον δὲν ὑπῆρχε σιδηρουργὸς εἰς ὅλην τὴν χώραν τῶν Ἰσραηλιτῶν, διότι οἱ κατακτηταὶ Φιλισταῖοι εἶχαν πάρει ἀπαγορευτικὰ μέτρα, διὰ νὰ μὴ κατασκευάζουν οἱ Ἑβραῖοι ρομφαίας καὶ δόρατα.
20 καὶ κατέβαινον πᾶς ᾿Ισραὴλ εἰς γῆν ἀλλοφύλων χαλκεύειν ἕκαστος τὸ θέριστρον αὐτοῦ καὶ τὸ σκεῦος αὐτοῦ καὶ ἕκαστος τὴν ἀξίνην αὐτοῦ καὶ τὸ δρέπανον αὐτοῦ. 20 Δια τούτο όλοι οι Ισραηλίται κατέβαιναν εις την χώραν των Φιλισταίων, δια να σφυρηλατήση ο καθένας το θεριστήριόν του και κάθε άλλο οικιακόν εργαλείον, δηλαδή την αξίνην του, το δρέπανόν του. 19 Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἀπαγορευτικῆς διατάξεως κατέβαιναν ὅλοι οἱ Ἰσραηλῖται εἰς τὴν χώραν τῶν Φιλισταίων, διὰ νὰ φτιάχνῃ ἢ νὰ ἐπισκευάζῃ καθένας των τὸ ἐργαλεῖον του διὰ τὸν θερισμόν, καθὼς καὶ κάθε ἐργαλεῖον διὰ τὸ σπίτι του καὶ ἀξίνας καὶ δρεπάνια, ἀναλόγως πρὸς τὰς ἀνάγκάς του.
21 καὶ ἦν ὁ τρυγητὸς ἕτοιμος τοῦ θερίζειν· τὰ δὲ σκεύη ἦν τρεῖς σίκλοι εἰς τὸν ὀδόντα, καὶ τῇ ἀξίνῃ καὶ τῷ δρεπάνῳ ὑπόστασις ἦν ἡ αὐτή. 21 Ο θερισμός επλησίαζεν, τα δε γεωργικά εργαλεία ήσαν πανάκριβα. Τρεις σίκλους εστοίχιζε το υνί και η αυτή τιμή ήτο δια την αξίναν και δια το δρέπανον. 20 Ἔτσι, ὅταν ἔφθανεν ὁ καιρὸς τῆς συγκομιδῆς τῶν καρπῶν, τὰ ἀπαραίτητα γεωργικὰ ἐργαλεῖα ἦσαν σπάνια καὶ πολὺ ἀκριβά. Κάθε δόντι ἐπὶ παραδείγματι ἀπὸ τὸ θεριστικὸ μαχαίρι ἐστοίχιζε τρεῖς σίκλους. Τὰ ἴδια χρήματα ἐχρειάζοντο ἐπίσης, διὰ νὰ κατασκευασθῇ ἡ ἀξίνα καὶ τὸ δρεπάνι.
22 καὶ ἐγενήθη ἐν ταῖς ἡμέραις τοῦ πολέμου Μαχμὰς καὶ οὐχ εὑρέθη ρομφαία καὶ δόρυ ἐν χειρὶ παντὸς τοῦ λαοῦ τοῦ μετὰ Σαοὺλ καὶ μετὰ ᾿Ιωνάθαν, καὶ εὑρέθη τῷ Σαοὺλ καὶ τῷ ᾿Ιωνάθαν υἱῷ αὐτοῦ. 22 Συνέβη όμως κατά τας ημέρας του πολέμου εις την Μαχμάς μεταξύ Φιλισταίων και Ισραηλιτών να μη ευρίσκεται ούτε δόρυ, ούτε ρομφαία εις τα χέρια του λαού, ο οποίος ήτο μαζή με τον Σαούλ και με τον Ιωνάθαν. Μονον ο Σαούλ και ο υιός του ο Ιωνάθαν είχον όπλον. 21 Τότε λοιπόν, ποὺ εἶχαν παραταχθῇ νὰ πολεμήσουν εἰς τὴν Μαχμάς, κανεὶς ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἰσραηλίτας, ποὺ ἦσαν μὲ τὸν Σαοὺλ καὶ τὸν Ἰωνάθαν, δὲν εἶχεν εἰς τὰ χέρια τοῦ ρομφαίαν καὶ δόρυ. Οἱ μόνοι ποὺ εἶχαν, ἦσαν ὁ Σαοὺλ καὶ ὁ υἱὸς του ὁ Ἰωνάθαν.
23 καὶ ἐξῆλθεν ἐξ ὑποστάσεως τῶν ἀλλοφύλων τὴν ἐν τῷ πέραν Μαχμάς. 23 Και ιδού ότι ένα τμήμα του στρατού των Φιλισταίων ήλθε και επροχώρησεν σε τοποθεσίαν, η οποία ευρίσκετο πέραν από την περιοχήν Μαχμάς. 22 Ἐν τῷ μεταξὺ ἕνα τμῆμα τοῦ στρατιωτικοῦ ἀποσπάσματος τῶν Φιλισταίων ἐβγῆκε, διὰ νὰ ἐγκατασταθῇ πέραν ἀπὸ τὴν Μαχμάς.