Τετάρτη, 13 Νοεμβρίου 2024
Ανατ: 07:05
Δύση: 17:16
Σελ. 12 ημ.
318-48
16ος χρόνος, 6115η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 (ΙΑ)


 
 
Αρχαίο κείμενο Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Καὶ ἐγένετο ὅτε ἐτέλεσεν ὁ Ἰησοῦς διατάσσων τοῖς δώδεκα μαθηταῖς αὐτοῦ, μετέβη ἐκεῖθεν τοῦ διδάσκειν καὶ κηρύσσειν ἐν ταῖς πόλεσιν αὐτῶν. 1 Οταν δε ετελείωσε ο Ιησούς να δίδη τας παραγγελίας αυτάς στους δώδεκα μαθητάς του και εκείνοι ήρχισαν την περιοδείαν των, ανεχώρησεν από εκεί δια να διδάξη και κηρύξη εις τας πόλεις των Ιουδαίων. 1 Καὶ ὅταν ἐτελείωσεν ὁ Ἰησοῦς νὰ δίδῃ ἐντολὰς καὶ ὁδηγίας εἰς τοὺς δώδεκα μαθητάς του καὶ ἔφυγαν αὐτοὶ διὰ τὴν περιοδείαν των, ἀνεχώρησε καὶ αὐτὸς ἀπ’ ἐκεῖ, διὰ νὰ συνεχίσῃ τὴν κατ’ ἰδίαν διδασκαλίαν του εἰς τὰ σπίτια καὶ τὸ δημόσιον κήρυγμά του εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ τὰ λοιπὰ δημόσια κέντρα τῶν Ἰουδαϊκῶν πόλεων.
2 Ὁ δὲ Ἰωάννης ἀκούσας ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ τὰ ἔργα τοῦ Χριστοῦ, πέμψας δύο τῶν μαθητῶν αὐτοῦ 2 Ο Ιωάννης δε ο Βαπτιστής, όταν ήκουσε μέσα εις την φυλακήν του τα καταπληκτικά έργα του Χριστού, έστειλε δύο από τους μαθητάς του 2 Ὁ Ἰωάννης δέ, ὅταν ἤκουσε μέσα εἰς τὴν φυλακὴν τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ, ἔστειλε δύο ἀπὸ τοὺς ἰδικούς του μαθητὰς
3 εἶπεν αὐτῷ· Σὺ εἶ ὁ ἐρχόμενος ἢ ἕτερον προσδοκῶμεν; 3 και τον ηρώτησεν· “Συ είσαι ο ερχόμενος Μεσσίας η μήπως πρέπει να περιμένωμεν άλλον” (Τούτο δε έκαμεν, όχι διότι ο ίδιος αμφέβαλλε, αλλά δια να στηρίξη τους κλονισμένους μαθητάς του εις την προς τον Χριστόν πίστιν). 3 καὶ τοῦ εἶπε: Σὺ εἶσαι ὁ Μεσσίας, ποὺ ἀσφαλῶς ἀπὸ ὥρας εἰς ὥραν πρόκειται νὰ ἔλθῃ εἰς τὸν κόσμον, ἢ πρέπει νὰ περιμένωμεν ἄλλον; Καὶ ἔκαμε τὴν ἐρώτησιν αὐτὴν ὁ Ἰωάννης, διὰ νὰ στηριχθοῦν μὲ τὴν ἀπάντησιν εἰς τὴν πίστιν πρὸς τὸν Χριστὸν οἱ κλονισμένοι μαθηταί του.
4 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Πορευθέντες ἀπαγγείλατε Ἰωάννῃ ἃ ἀκούετε καὶ βλέπετε· 4 Απεκρίθη ο Ιησούς και είπε εις αυτούς· “πηγαίνετε και είπατε στον Ιωάννην αυτά που ακούετε και βλέπετε· 4 Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς εἶπε· Πηγαίνετε καὶ διηγηθῆτε εἰς τὸν Ἰωάννην ἐκεῖνα ποὺ ἀκούετε καὶ βλέπετε.
5 τυφλοὶ ἀναβλέπουσι καὶ χωλοὶ περιπατοῦσι, λεπροὶ καθαρίζονται καὶ κωφοὶ ἀκούουσι, νεκροὶ ἐγείρονται καὶ πτωχοὶ εὐαγγελίζονται· 5 Οτι δηλαδή τυφλοί αποκτούν το φως των, χωλοί θεραπεύονται και περιπατούν, λεπροί καθαρίζονται από την λέπραν και κωφοί αποκτούν την ακοήν των, νεκροί ανασταίνονται, περιφρονημένοι δε πτωχοί και άσημοι δέχονται ολοπρόθυμα την χαροποιόν αγγελίαν της βασιλείας των ουρανών. 5 Ὅ,τι ἐπροφήτευσεν ὁ Ἡσαΐας διὰ τὴν δρᾶσιν τοῦ Μεσσίου, πραγματοποιεῖται ἤδη ἐπακριβῶς.Τυφλοὶ δηλαδὴ ἀποκτοῦν τὸ φῶς των καὶ βλέπουν πάλιν, καὶ κουτσοὶ περιπατοῦν ἐλεύθερα, λεπροὶ καθαρίζονται ἀπὸ τὴν λέπραν καὶ κωφοὶ ἀκούουν, νεκροὶ ἀνασταίνονται καὶ περιφρονημένοι πτωχοὶ καὶ ἄσημοι ἀκούουν τὸ χαροποιὸν ἄγγελμα τῆς οὐρανίου βασιλείας, ἡ ὁποία θὰ τοὺς φέρῃ τὴν εὐδαιμονίαν καὶ δόξαν.
6 καὶ μακάριός ἐστιν ὃς ἐὰν μὴ σκανδαλισθῇ ἐν ἐμοί. 6 Και μακάριος είναι εκείνος, που δεν θα σκανδαλισθή και δεν θα κλονισθή εις την πίστιν του προς εμέ”. 6 Καὶ μακάριος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ δὲν θὰ λάβῃ ἀφορμὴν νὰ πέσῃ πνευματικῶς καὶ νὰ σκληρυνθῇ λόγω τοῦ ἐξωτερικοῦ φαινομένου τῆς ταπεινώσεως, εἰς τὴν ὁποίαν ὑπεβλήθην, διὰ νὰ σώσω τὸν ἄνθρωπον.
7 Τούτων δὲ πορευομένων ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς λέγειν τοῖς ὄχλοις περὶ Ἰωάννου· Τί ἐξήλθετε εἰς τὴν ἔρημον θεάσασθαι; κάλαμον ὑπὸ ἀνέμου σαλευόμενον; 7 Ενώ δε αυτοί επήγαιναν δια να αναγγείλουν στον Ιωάννην όσα ήκουσαν, ήρχισε ο Ιησούς να λέγη εις τα πλήθη περί του Ιωάννου· “τι είχατε βγη εις την έρημον να ιδήτε; Ανθρωπον ο οποίος θα ωμοίαζε με καλάμι που το λυγίζει προς όλες τις διευθύνσεις ο άνεμος; Οχι βέβαια. 7 Ὅταν δὲ αὐτοὶ ἀνεχώρησαν, ἤρχισεν ὁ Ἰησοῦς νὰ λέγῃ εἰς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ περὶ τοῦ Ἰωάννου· Τί ἐβγήκατε νὰ ἰδῆτε εἰς τὴν ἔρημον, τὴν ἐποχὴν ποὺ ἐκήρυττεν ἐκεῖ ὁ Ἰωάννης; Μήπως ἐβγήκατε νὰ ἰδῆτε κανένα ἄνθρωπον ἄστατον, ὁ ὁποῖος νὰ ὁμοιάζῃ μὲ κάλαμον, ποὺ σαλεύεται ἀπὸ κάθε φύσημα ἀέρος; Ὄχι βέβαια.
8 ἀλλὰ τί ἐξήλθετε ἰδεῖν; ἄνθρωπον ἐν μαλακοῖς ἠμφιεσμένον; ἰδοὺ οἱ τὰ μαλακὰ φοροῦντες ἐν τοῖς οἴκοις τῶν βασιλέων εἰσίν. 8 Αλλά τι είχατε βγη να ιδήτε; Μαλθακόν άνθρωπον, ντυμένον με μαλακά και πολύτιμα ενδύματα; Ούτε. Διότι, όπως είναι εις όλους γνωστόν, αυτοί που φορούν τα μαλακά ενδύματα μένουν μέσα εις τα ανάκτορα των βασιλέων. 8 Ἀλλὰ τί ἐβγήκατε νὰ ἰδῆτε; Ἄνθρωπον ντυμένον μαλακὰ φορέματα καὶ μαλθακὸν καὶ ὅχι σκληραγωγημένον; Ἰδοὺ αὐτοί, ποὺ φοροῦν τὰ μαλακά, μένουν εἰς τὰ ἀνάκτορα τῶν βασιλέων ὡς αὐλικοὶ αὐτῶν.
9 ἀλλὰ τί ἐξήλθετε ἰδεῖν; προφήτην; ναί λέγω ὑμῖν, καὶ περισσότερον προφήτου. 9 Αλλά τι εβγήκατε να ιδήτε; Προφήτην; Ναι, σας λέγω και σας τονίζω, και περισσότερον ακόμη από προφήτην. 9 Ἀλλὰ τί ἐβγήκατε νὰ ὶδῆτε; Προφήτην; Ναί, σᾶς λέγω, καὶ περισσότερον ἀπὸ προφήτην, διότι αὐτὸς ἠξιώθη νὰ ἴδῃ τὸν προφητευόμενον Μεσσίαν, ἐπὶ πλέον δὲ ἐπροφητεύθη ἡ δρᾶσις καὶ ἡ ἀποστολή του.
10 οὗτος γὰρ ἐστι περὶ οὗ γέγραπται· ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου. 10 Διότι αυτός είναι εκείνος, περί του οποίου έχει γραφή (από άλλον προφήτην, τον Μαλαχίαν)· Ιδού εγώ αποστέλλω τον αγγελιοφόρον μου ολίγον ενωρίτερα από σε, ο οποίος θα προετοιμάση έμπροσθέν σου τον δρόμον σου και θα προπαρασκευάση τους ανθρώπους να σε δεχθούν. 10 Διότι αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος, διὰ τὸν ὁποῖον ἔχει γραφῆ ὑπὸ τοῦ Μαλαχίου· Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἀγγελιαφόρον μου ἀμέσως προτήτερα ἀπὸ σέ, ὁ ὁποῖος θὰ προετοιμάσῃ τὸν δρόμον σου ἐμπρὸς ἀπὸ σέ, καὶ θὰ προπαρασκευάσῃ τὰς ψυχὰς νὰ σὲ δεχθοῦν.
11 ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ ἐγήγερται ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ· ὁ δὲ μικρότερος ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν μείζων αὐτοῦ ἐστιν. 11 Σας διαβεβαιώνω ότι ανώτερος από τον Ιωάννην τον Βαπτιστήν δεν έχει παρουσιασθή μεταξύ όλων, που έχουν γεννηθή έως τώρα από γυναίκας. (Τοσον μέγας είναι ο Ιωάννης). Αλλ' ο πλέον ταπεινός και άσημος πολίτης της βασιλείας των ουρανών-της Εκκλησίας δηλαδή-που θεμελιώνεται τώρα, είναι, από απόψεως χαρισμάτων και γνώσεων και σωτηρίας, ανώτερος από τον Ιωάννην τον Βαπτιστήν (ο οποίος δεν απήλαυσε ακόμη την δωρεάν και την χάριν της λυτρωτικής μου θυσίας). 11 Ἀληθῶς σᾶς λέγω· δὲν ἔχει ἀναφανῆ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἐγεννήθησαν ἕως τώρα ἀπὸ γυναῖκας, ἄλλος μεγαλύτερος κατὰ τὴν ἀξίαν ἀπὸ Ἰωάννην τὸν βαπτιστήν.Πρέπει ὅμως νὰ ξεύρετε καὶ τοῦτο· ὅτι ὁ ἔσχατος καὶ ὁ πλέον ταπεινὸς καὶ ἄσημος εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἡ ὁποία θεμελιώνεται ἀπὸ ἑμὲ ἐπὶ τῆς γῆς, (δηλαδὴ τὸ τελευταῖον μέλος τῆς Ἐκκλησίας μου) εἶναι ὑπὸ τὴν ἔποψιν τῶν θείων χαρισμάτων καὶ τῆς σωτηριώδους γνώσεως, τὰ ὁποῖα ἀπολαμβάνει ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας μου, μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν Ἰωάννην, ὁ ὁποῖος δὲν ἀπήλαυσε τὰς δωρεὰς καὶ τὰ χαρίσματα τῆς Καινῆς Διαθήκης.
12 ἀπὸ δὲ τῶν ἡμερῶν Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ ἕως ἄρτι ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται, καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν. 12 Αλλη εποχή αρχίζει τώρα, πολύ διαφορετική από την εποχήν της Παλαιάς Διαθήκης, που φθάνει μέχρι Ιωάννου του Βαπτιστού. Από την στιγμήν που έκαμε την εμφάνισίν του ο Ιωάννης έως τώρα, η βασιλεία των ουρανών εγκαθιδρύεται εις την γην, αποκτάται με αγώνα και όσοι αγωνίζονται εναντίον της αμαρτίας, που υπάρχει μέσα των και μέσα στον κόσμον, την αρπάζουν και την κρατούν σφικτά. 12 Νέοι χρόνοι ἦλθαν τώρα.Ἄλλη ἡ πρὸ τοῦ Ἰωάννου ἐποχὴ καὶ ἄλλη ἡ ἐποχὴ ἡ σημερινή.Ἀπὸ τὴν ἐποχὴν ποὺ ἤρχισε τὸ κήρυγμά του ὁ Ἰωάννης ἕως τώρα, ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, τὴν ὁποίαν δὲν ἠμποροῦσε κανεὶς νὰ ἀποκτήσῃ, κερδίζεται διὰ τῆς βίας, καὶ ἐκεῖνοι, ποὺ μεταχειρίζονται σπουδὴν καὶ βίαν ἐπὶ τοῦ ἑαυτοῦ των τὴν ἁρπάζουν γρήγορα, πρὶν τοὺς φύγῃ, καὶ τὴν κρατοῦν σφιγκτά.
13 πάντες γὰρ οἱ προφῆται καὶ ὁ νόμος ἕως Ἰωάννου ἐπροφήτευσαν· 13 Εχει αρχίσει νέα πλέον εποχή, διότι όλοι οι προφήται και ο νόμος του Μωϋσέως μέχρι του Ιωάννου επροφήτευσαν. 13 Ναί· ἤρχισεν ἄλλη ἐποχὴ ἀπὸ τὰς ἡμέρας τοῦ Ἰωάννου.Διότι ὅλοι οἱ προφῆται καὶ ὁ νόμος μέχρι τοῦ Ἰωάννου ἐπροφήτευσαν, τώρα δὲ ταῦτα ἀρχίζουν νὰ πραγματοποιοῦνται.
14 καὶ εἰ θέλετε δέξασθαι, αὐτός ἐστιν Ἠλίας ὁ μέλλων ἔρχεσθαι. 14 Και εάν θέλετε, παραδεχθήτε το· αυτός είναι ο Ηλίας ο οποίος (όπως επροφήτευσε ο Μαλαχίας) επρόκειτο να έλθη προ της ελεύσεως του Μεσσίου. 14 Καὶ ἐὰν ἔχετε καλὴν διάθεσιν νὰ τὸ παραδεχθῆτε, αὐτὸς εἶναι ὁ Ἠλίας, ποὺ κατὰ τὴν προφητείαν τοῦ Μαλαχίου ἐπρόκειτο νὰ ἔλθῃ πρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσίου.Τόσον μεγάλη, τόσον ἔνδοξος εἶναι ἡ νέα αὐτὴ ἐποχή.
15 ὁ ἔχων ὦτα ἀκουέτω. 15 Εγώ τα κηρύττω αυτά και όποιος έχει αυτιά, καλήν δηλαδή διάθεσιν, να ακούη ας τα ακούη. 15 Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει αὐτιὰ πνευματικὰ διὰ νὰ ἀκούῃ μὲ ἐνδιαφέρον καὶ κατανοῇ αὐτὰ ποὺ λέγω, ἂς τὰ ἀκούῃ καὶ ἂς κατανοῇ, ὅτι ὁ Μεσσίας ἦλθε.
16 Τίνι δὲ ὁμοιώσω τὴν γενεὰν ταύτην; ὁμοία ἐστὶ παιδίοις καθημένοις ἐν ἀγοραῖς ἃ προσφωνοῦντα τοῖς ἑτέροις αὐτῶν λέγουσιν· 16 Με τι να παρομοιάσω την γενεάν αυτήν; Ομοιάζει με ανόητα παιδιά, που κάθονται είς τας αγοράς και φωνάζουν στους φίλους των και λέγουν· 16 Ἀλλὰ πρὸς ποῖον νὰ παρομοιάσω τὴν διεστραμμένην αὐτὴν γενεάν, ἡ ὁποία δὲν ἔχει αὐτιὰ διὰ νὰ ἀκούῃ; Εἶναι ὁμοία πρὸς παιδιὰ ἀνόητα καὶ ὀκνηρά, ποὺ κάθηνται εἰς τὰς ἀγοράς, τὰ ὁποῖα φωνάζουν δυνατὰ εἰς τοὺς φίλους των καὶ λέγουν·
17 ηὐλήσαμεν ὑμῖν, καὶ οὐκ ὠρχήσασθε, ἐθρηνήσαμεν ὑμῖν, καὶ οὐκ ἐκόψασθε. 17 Επαίξαμεν χορευτικά τραγούδια με την φλογέρα και δεν εχορέψατε, εθρηνήσαμε και σας είπαμε μοιρολόγια και δεν εκτυπήσατε κλαίοντες το κεφάλι και το στήθος. 17 Σᾶς ἐπαίξαμεν χαρούμενα μὲ τὸν αὐλὸν καὶ δὲν ἐχορεύσατε· σᾶς ἐμοιρολογήσαμεν καὶ σᾶς εἴπαμεν τραγούδια θλιβερὰ καὶ δὲν ἐκτυπήσατε τὰ στήθη καὶ τὴν κεφαλὴν κλαίοντες ἀπαρηγόρητα.
18 ἦλθεν γὰρ Ἰωάννης μήτε ἐσθίων μήτε πίνων, καὶ λέγουσι· δαιμόνιον ἔχει· 18 Διότι ήλθε ο Ιωάννης, που εζούσε ασκητικήν ζωήν, χωρίς να τρώγη και χωρίς να πίνη όπως οι άλλοι, και είπαν οι άνθρωποι της γενεάς αυτής ότι έχει δαιμόνιον. 18 Τῆς γενεᾶς αὐτῆς οἰ ἄνθρωποι εἶναι δύστροποι καὶ δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ τοὺς εὔρη πουθενά.Διότι ἦλθεν ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος οὔτε ἔτρωγεν οὔτε ἔπινεν ὅπως οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, ἀλλ’ ἔζη ἀσκητικά, καὶ εἶπαν δι’ αὐτόν· Εἶναι ὑποχόνδριος καὶ μεαγχολικὸς καὶ ἔχει μέσα του δαιμόνιον.
19 ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐσθίων καὶ πίνων, καὶ λέγουσιν· ἰδοὺ ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης, τελωνῶν φίλος καὶ ἁμαρτωλῶν. καὶ ἐδικαιώθη ἡ σοφία ἀπὸ τῶν τέκνων αὐτῆς! 19 Ηλθε ο Υιός του ανθρώπου, ο οποίος και τρώγει και πίνει, όπως κάθε φυσιολογικός, εγκρατής και κοινωνικός άνθρωπος, και λέγουν· να, άνθρωπος φαγάς και οινοπότης, φίλος τελωνών και αμαρτωλών. Και έτσι η θεία σοφία εθαυμάσθη και εδικαιώθη από τα συνετά τέκνα της, διότι χρησιμοποιεί πάντοτε σοφούς και δικαίους τρόπους εις σωτηρίαν του ανθρώπου”. 19 Ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ τρώγει καὶ πίνει ὡς ἐγκρατὴς ἀλλὰ κοινωνικὸς ἄνθρωπος, καὶ λέγουν· Ἰδοὺ ἄνθρωπος φαγᾶς καὶ οἰνοπότης, φίλος τῶν τελωνῶν καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν.Καὶ ἐθαυμάσθη ἡ θεία σοφία ὡς δικαία καὶ ὡς ἐργασθεῖσα σοφῶς διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων, ὅχι ἀπὸ ὅλους, ὅπως θὰ ἔπρεπε, ἀλλὰ μόνον ἀπὸ τοὺς πράγματι συνετοὺς καὶ πνεῦμα σοφίας ἔχοντας ἀνθρώπους.
20 Τότε ἤρξατο ὀνειδίζειν τὰς πόλεις ἐν αἷς ἐγένοντο αἱ πλεῖσται δυνάμεις αὐτοῦ, ὅτι οὐ μετενόησαν· 20 Τοτε ήρχισεν ο Ιησούς να ελέγχη και να επιτιμά με δριμύτητα τας πόλεις εις τας οποίας είχαν γίνει τα πλείστα από τα θαύματά του και αι οποίαι, παρ' όλα αυτά, δεν μετενόησαν. 20 Τότε ἤρχισεν ὁ Ἰησοῦς νὰ μέμφεται καὶ νὰ ταλανίζῃ τὰς πόλεις, εἰς τὰς ὁποίας εἶχαν γίνει τὰ περισσότερα θαύματά του, διότι δὲν μετενόησαν.
21 Οὐαί σοι, Χοραζίν, οὐαί σοι, Βηθσαϊδά· ὅτι εἰ ἐν Τύρῳ καὶ Σιδῶνι ἐγενήθησαν αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν ὑμῖν, πάλαι ἂν ἐν σάκκῳ καὶ σποδῷ καθήμεναι μετενόησαν. 21 “Αλλοίμονο εις σε, Χοραζίν, αλλοίμονον εις σε, Βησθαϊδά· διότι εάν εις τας διαβοήτους δια την κακίαν των πόλεις Τυρον και Σιδώνα είχαν γίνει τα μεγάλα θαύματα, που έγιναν εις σας, προ πολλού θα είχαν μετανοήσει και εις εκδήλωσιν της μετανοίας και της συντριβής των θα εφορούσαν αντί ενδύματος ευτελή σάκκον και θα έρριπταν στο κεφάλι των αντί μύρου στάκτην. 21 Ἀλλοίμονον εἰς σέ, Χοραζίν, ἀλλοίμονον εἰς σέ, Βηθσαϊδά, διότι ἐὰν εἰς τὰς φημισμένος διὰ τὴν κακίαν τους εἰδωλολατρικὰς πόλεις Τύρον καὶ Σιδῶνα εἶχαν γίνει τὰ μεγάλα θαύματα, ποὺ ἔγιναν εἰς σᾶς, πρὸ πολλοῦ οἱ κάτοικοί τους θὰ εἶχαν μετανοήσει καὶ θὰ ἐξωτερίκευαν τὴν συντριβὴν διὰ τὰς ἁμαρτίας των φοροῦντες σάκκον δι’ ἔνδυμα καὶ ρίπτοντες στάκτην ἐπὶ τῆς κεφαλῆς των.
22 πλὴν λέγω ὑμῖν, Τύρῳ καὶ Σιδῶνι ἀνεκτότερον ἔσται ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ ὑμῖν. 22 Αλλά σας λέγω και τούτο, ότι κατά την ημέραν της κρίσεως η θέσις της Τυρου και της Σιδώνος θα είναι περισσότερον υποφερτή παρά η ιδική σας. 22 Σᾶς φαίνεται ὑπερβολικὸν τοῦτο.Ἀλλὰ σᾶς λέγω, ὅτι κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως οἱ κάτοικοι τῆς Τύρου καὶ Σιδῶνος θὰ ὑποστοῦν ἐλαφροτέραν τιμωρίαν παρὰ σεῖς.
23 καὶ σύ Καπερναούμ, ἡ ἕως τοῦ οὐρανοῦ ὑψωθεῖσα ἕως ᾅδου καταβιβασθήσῃ· ὅτι εἰ ἐν Σοδόμοις ἐγενήθησαν αἱ δυνάμεις αἱ γενόμεναι ἐν σοί, ἔμειναν ἂν μέχρι τῆς σήμερον. 23 Και συ, Καπερναούμ, που σε εξέλεξα ως τόπον κατοικίας μου και εξυψώθηκες δια τούτο έως τον ουρανόν, θα κρημνισθής βαθύτατα μέχρι τον Αδην, διότι εάν τα μεγάλα θαύματα, που έγιναν εις σε, είχαν γίνει εις τα διεφθαρμένα Σοδομα, οι κάτοικοι θα μετανοούσαν και δεν θα κατεστρέφοντο, αλλά θα έμεναν μέχρι σήμερα. 23 Καὶ σὺ Καπερναούμ, ποὺ ἔγινες κατοικία τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Κυρίου καὶ δι’ αὐτὸ ὑψώθης δοξασμένη μέχρι τοῦ οὐρανοῦ, θὰ καταβιβασθῇς ἐντροπιασμένη μέχρι τοῦ ᾋδου.Διότι ἐὰν εἶχαν γίνει εἰς τὰ Σόδομα τὰ μεγάλα θαύματα, ποὺ ἔγιναν εἰς σέ, δὲν θὰ κατεστρέφοντο, ἀλλὰ θὰ μετενόουν οἱ κάτοικοί των καὶ τὰ Σόδομα θὰ ἔμεναν μέχρι τῆς σήμερον ἡμέρας.
24 πλὴν λέγω ὑμῖν ὅτι γῇ Σοδόμων ἀνεκτότερον ἔσται ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἢ σοί. 24 Πλην, σας λέγω και τούτο· ότι η θέσις και η τιμωρία των Σοδόμων κατά την μεγάλην ημέρα της κρίσεως θα είναι περισσότερον υποφερτή, παρά η ιδική σας”. 24 Καὶ αὐτὸ θὰ φανῇ παράδοξον εἰς τοὺς κατοίκους σου.Σᾶς διαβεβαιῶ ὅμως, ὅτι διὰ τοὺς κατοίκους τῆς χώρας τῶν Σοδόμων θὰ εἶναι περισσότερον ὑποφερτὴ ἡ τιμωρία παρὰ εἰς σὲ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως.
25 Ἐν ἐκείνῳ τῷ καιρῷ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἐξομολογοῦμαί σοι, πάτερ, Κύριε τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπὸ σοφῶν καὶ συνετῶν, καὶ ἀπεκάλυψας αὐτὰ νηπίοις· 25 Τοτε, έστρεψε τον λόγον του ο Ιησούς προς τον ουρανόν και είπε· “Σ' ευχαριστώ και σε δοξάζω, Πατερ, που είσαι κύριος και εξουσιαστής του ουρανού και της γης, διότι απέκρυψες αυτάς τας υψίστας αληθείας από εκείνους, που νομίζουν τον ευατόν των σοφόν και συνέτον, και εφανέρωσες αυτάς εις ανθρώπους απλοϊκούς, ως νήπια, εις αφελείς και ταπεινούς, που είχαν όμως την αγαθήν διάθεσιν να τας δεχθοόν. 25 Κατ’ ἐκεῖνον τὸν καιρὸν ἔλαβε τὸν λόγον ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπε· Σὲ εὐχαριστῶ, Πάτερ, ὡς κύριον καὶ ἐξουσιαστὴν καὶ κυβερνήτην πάνσοφον καὶ δίκαιον τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς.Σὲ εὐχαριστῶ, διότι πανσόφως καὶ ἐν δικαιοσύνῃ ἐνεργῶν ἀπέκρυψας τὰς μυστηριώδεις καὶ οὐρανίους ταύτας ἀληθείας ἀπὸ ἀνθρώπους, ποὺ νομίζουν ὅτι εἶναι σοφοὶ καὶ συνετοί, καὶ ἐφανέρωσας τὰ σωτηριώδη αὐτὰ μυστήρια εἰς ἁπλοῦς καὶ ἀφελεῖς καὶ ταπεινούς.Καὶ ἐξαρτᾶται λοιπὸν τώρα ἡ γνῶσις τῆς σωτηριώδους ἀληθείας, ὅχι ἀπὸ ἐξυπνάδα διανοητικήν, ποὺ μόνον ὀλίγοι τὴν ἔχουν, ἀλλ’ ἀπὸ τὴν ταπεινὴν διάθεσιν, ποὺ ὅλοι ὅσοι θέλουν ἠμποροῦν νὰ τὴν ἀποκτήσουν.
26 ναί, ὁ πατήρ, ὅτι οὕτως ἐγένετο εὐδοκία ἔμπροσθέν σου. 26 Ναι, Πατερ, διότι έτσι ήρεσεν εις σε και έτσι, ως δίκαιος και πανάγαθος, ηθέλησες. 26 Ναί· σὲ εὐχαριστῶ, Πάτερ, διότι ἔτσι ἤρεσεν εἰς σὲ καὶ τέτοια ὑπῆρξεν ἡ ἀγαθὴ καὶ δικαία θέλησίς σου.
27 Πάντα μοι παρεδόθη ὑπὸ τοῦ πατρός μου· καὶ οὐδεὶς ἐπιγινώσκει τὸν υἱὸν εἰ μὴ ὁ πατήρ, οὐδὲ τὸν πατέρα τις ἐπιγινώσκει εἰ μὴ ὁ υἱὸς καὶ ᾧ ἐὰν βούληται ὁ υἱὸς ἀποκαλύψαι. 27 Ολα έχουν παραδοθή από τον Πατέρα εις εμέ και, ως γνήσιος μονογενής Υιός του, έχω κάθε εξουσίαν. Και κανείς δεν γνωρίζει πλήρως και τελείως τον Υιόν, παρά μόνον ο Πατήρ και κανείς άλλος δεν γνωρίζει πλήρως και τελείως τον Πατέρα ειμή ο Υιός, ο ομοούσιος και ίσος προς αυτόν, και εν μέρει τον γνωρίζει ακόμη και εκείνος, στον οποίον ο Υιός θα φανερώση τον Πατέρα. 27 Ὅλα παρεδόθησαν εἰς ἑμὲ ἀπὸ τὸν Πατέρα μου καὶ ἔλαβον καὶ ὡς ἄνθρωπος πᾶσαν ἐξουσίαν καὶ δύναμιν.Καὶ ἐπειδὴ ἔχω ὡς Λόγος τὴν αὐτὴν οὐσίαν μὲ τὸν Πατέρα μου καὶ εἶμαι ἄπειρος ὡς Ἐκεῖνος, κανεὶς ἄλλος δὲν γνωρίζει τελείως τὸν Υἱὸν καὶ ποία εἶναι ἡ φύσις καὶ αἱ βουλαὶ τοῦ Υἱοῦ παρὰ μόνον ὁ Πατήρ.Ὁ ἄπειρος μόνον ὑπὸ τοῦ ἀπείρου δύναται πλήρως καὶ τελείως νὰ γνωσθῇ.Οὔτε τὸν Πατέρα λοιπὸν γνωρίζει κατὰ βάθος καὶ κατὰ τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ἄλλος κανεὶς παρὰ μόνον ὁ Υἱός, ἐν μέρει δὲ τὸν γνωρίζει καὶ ἐκεῖνος, εἰς τὸν ὁποῖον ὁ Υἱὸς θὰ θελήσῃ νὰ τὸν ἀποκαλύψῃ.
28 Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. 28 Ελάτε κοντά μου όλοι όσοι μοχθήτε και κοπιάζετε και είσθε φορτωμένοι από το βάρος των αμαρτιών και των θλίψεων και των πλανών και εγώ θα σας αναπαύσω και θα σας ξεκουράσω. 28 Θέλει δὲ ὁ Υἱὸς νὰ καταστήσῃ γνωστὸν τὸν Πατέρα του εἰς ὅλους, ὅσοι ἔχουν εἰλικρινῆ πόθον νὰ λάβουν τὴν γνῶσιν αὐτήν.Καὶ δι’ σᾶς προσκαλεῖ: Ἔλθετε πρὸς ἑμὲ ὅλοι, ὅσοι εἶσθε κοπιασμένοι καὶ αὐτὸ φορτωμένοι ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν θλίψεων καὶ ἀπὸ τὸ φόρτωμα τῶν φαρισαϊκῶν παραδόσεων, μὲ τὰς ὁποίας ὁ θεόπνευστος νόμος μετεβλήθη εἰς φορτίον δυσβάστακτον.Ἔλθετε πρὸς ἑμέ, καὶ ἑγὼ θὰ σᾶς ἀναπαύσω.
29 ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ’ ὑμᾶς καὶ μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν· 29 Σηκώσατε επάνω σας τον ζυγόν της υπακοής σας εις εμέ και μάθετε από εμέ τον ίδιον ότι είμαι πράος και ταπεινός κατά την καρδίαν και θα εύρετε τότε ανάπαυσιν και ειρήνην εις τας ψυχάς σας. 29 Παρέτε ἐπάνω σας τὸν ζυγὸν τῆς ὑποταγῆς εἰς ἑμὲ καὶ εἰς τὴν διδασκαλίαν μου, καὶ μάθετε ἀπὸ ἑμέ, ὅτι εἶμαι πρᾷος καὶ ταπεινὸς κατὰ τὸ φρόνημα καὶ τὴν ἐσωτερικὴν διάθεσιν, καὶ θὰ εὕρετε ἀνάπαυσιν καὶ εἰρήνην εἰς τὰς ψυχάς σας.
30 ὁ γὰρ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν. 30 Μη διστάσετε· διότι ο ζυγός μου είναι καλός και χρήσιμος και το φορτίον των υποχρεώσεων και των καθηκόντων, που επιβάλλω εγώ, είναι ελαφρόν”. (Εγώ το επιβάλλω, αλλά και εγώ σας βοηθώ να το σηκώσετε). 30 Διότι ὁ ζυγὸς τῆς ὑπακοῆς πρὸς ἑμὲ καὶ τὴν διδασκαλίαν μου εἶναι μαλακὸς καὶ ὠφέλιμος εἰς αὐτὸν ποὺ τὸν φέρει· καὶ τὸ φορτίον τῶν ὑποχρεώσεων καὶ καθηκόντων, ποὺ θέτω ἐγὼ ἐπὶ τῶν ὀπαδῶν μου, εἶναι ἐλαφρόν.