Κυριακή, 13 Οκτωβρίου 2024
Ανατ: 07:32
Δύση: 18:51
Σελ. 11 ημ.
287-79
16ος χρόνος, 6084η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 23 (ΚΓ)


 
 
Αρχαίο κείμενο Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Τότε ὁ Ἰησοῦς ἐλάλησε τοῖς ὄχλοις καὶ τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ 1 Τοτε ο Ιησούς κατά ένα τρόπον επίσημον και έντονον ελάλησε προς τα πλήθη του λαού και τους μαθητάς του 1 Τότε ὁ Ἰησοῦς ὡμίλησε πρὸς τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ καὶ τοὺς μαθητάς του,
2 λέγων· Ἐπὶ τῆς Μωσέως καθέδρας ἐκάθισαν οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι. 2 λέγων· “εις την διδασκαλικήν έδραν του Μωϋσέως εκάθησαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι. 2 καὶ εἶπεν ἐπὶ τοῦ διδασκαλικοῦ θρόνου τοῦ Μωϋσέως ἐκάθισαν οἱ νομοδιδάσκαλοι.
3 πάντα οὖν ὅσα ἐὰν εἴπωσιν ὑμῖν τηρεῖν, τηρεῖτε καὶ ποιεῖτε, κατὰ δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν μὴ ποιεῖτε· λέγουσι γὰρ, καὶ οὐ ποιοῦσι. 3 Οσα λοιπόν αν σας διδάσκουν να τηρήτε, τηρείτετα και πράττετέ τα. Μη πράττετε όμως κατά τα έργα αυτών, διότι λέγουν άλλα δεν εφαρμόζουν όσα λέγουν. 3 Ὅλα λοιπόν, ὅσα ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ νόμου θὰ σᾶς εἶπουν αὐτοὶ νὰ τὰ φυλάττετε, φυλάττετε καὶ πράττετε αὐτά.Μὴ πράττετε ὅμως σύμφωνα πρὸς τὰ ἔργα των καὶ τὸ παράδειγμά των.Διότι λέγουν μὲν καὶ διδάσκουν τὴν ἀλήθειαν τοῦ νόμου, δὲν πράττουν ὅμως σύμφωνα μὲ αὐτήν.
4 δεσμεύουσιν γὰρ φορτία βαρέα καὶ ἐπιτιθέασιν ἐπὶ τοὺς ὤμους τῶν ἀνθρώπων, τῷ δὲ δακτύλῳ αὐτῶν οὐ θέλουσι κινῆσαι αὐτά. 4 Διότι δένουν φορτία βαρειά και δυσβάστακτα και επιβάλλουν αυτά στους ώμους των ανθρώπων, ενώ οι ίδιοι ούτε με τον δάκτυλον δεν θέλουν να τα κινήσουν. 4 Μὲ ἄλλα λόγια, σφικτοδένουν φορτώματα βαρειὰ καὶ δυσκόλως βασταζόμενα καὶ τὰ ἐπιβάλλουν εἰς τοὺς ὤμους τῶν ἀνθρώπων, αὐτοὶ ὅμως δὲν θέλουν οὔτε μὲ τὸ δάκτυλό τους νὰ τὰ κινήσουν.Μὲ τὰς ἰδικάς των δηλαδὴ γνώμας καὶ παραδόσεις μετέβαλαν τὸν νόμον εἰς βαρὺ φορτίον, τὸ ὁποῖον φορτώνουν εἰς τοὺς ἄλλους, ἐνῷ αὐτοὶ οὔτε κἂν τὸ ἐγγίζουν, διότι εὐρίσκουν τρόπους νὰ ξεφεύγουν αὐτοὶ ἀπὸ τὰς ὑποχρεώσεις αὐτάς, ποὺ ἐπιβάλλουν εἰς τοὺς ἄλλους.
5 πάντα δὲ τὰ ἔργα αὐτῶν ποιοῦσι πρὸς τὸ θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις, πλατύνουσι γὰρ τὰ φυλακτήρια αὐτῶν καὶ μεγαλύνουσι τὰ κράσπεδα τῶν ἰματίων αὐτῶν, 5 Ολα δε τα έργα των τα πράττουν, δια να επιδεικνύωνται και δοξάζωνται από τους ανθρώπους. Διότι δένουν και κρεμούν από τα χέρια των πλατειές λωρίδες με ρητά εκ του Νομου και κατασκευάζουν μεγαλύτερα τα κρόσσια γύρω από τα ιμάτιά των, δια να φανούν έτσι, ότι είναι ευσεβείς και δια να κάμουν εντύπωσιν στους ανθρώπους. 5 Πράττουν δὲ ὅλα τὰ ἔργα των διὰ νὰ τοὺς βλέπουν οἱ ἄνθρωποι καὶ τοὺς ἐπαινοῦν.Διότι τὰ φυλακτά, ποὺ κρεμοῦν εἰς τὰς χεῖρας των ἢ δένουν εἰς τὰ μέτωπά των, τὰ κατασκευάζουν πλατειὰ καὶ μεγαλώνουν τὶς ἄκρες τῶν φορεμάτων τους, ὥστε νὰ γίνωνται περίβλεπτοι ὡς ἄνθρωποι εὐσεβεῖς, εἰς τοὺς ὁποίους τὰ φυλακτὰ καὶ τὰ κράσπεδά των τοὺς ὑπενθυμίζουν διαρκῶς τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ.
6 φιλοῦσι δὲ τὴν πρωτοκλισίαν ἐν τοῖς δείπνοις καὶ τὰς πρωτοκαθεδρίας ἐν ταῖς συναγωγαῖς 6 Αγαπούν δε να καταλαμβάνουν τας πρώτας θέσεις εις τα δείπνα και τα πρώτα καθίσματα εις τας συναγωγάς 6 Ἀγαποῦν δὲ τὴν πρώτην θέσιν εἰς τὰ δεῖπνα καὶ τὰ πρῶτα καθίσματα εἰς τὰς συναγωγάς,
7 καὶ τοὺς ἀσπασμοὺς ἐν ταῖς ἀγοραῖς καὶ καλεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, ῥαββὶ ῥαββί. 7 και να τους χαιρετούν οι άνθρωποι με βαθείας υποκλίσεις και εκδηλώσεις σεβασμού και να προσφωνούνται από τους ανθρώπους· Διδάσκαλε, διδάσκαλε. 7 καὶ τοὺς εὐλαβεῖς χαιρετισμοὺς εἰς τὰς ἀγορὰς καὶ θέλουν νὰ τοὺς φωνάζουν οἱ ἄνθρωποι, διδάσκαλε, διδάσκαλε.
8 ὑμεῖς δὲ μὴ κληθῆτε ῥαββί· εἷς γάρ ὑμῶν ἐστιν ὁ διδάσκαλος, ὁ Χριστός· πάντες δὲ ὑμεῖς ἀδελφοί ἐστε. 8 Αλλά σεις μη επιδιώκετε να καλήσθε διδάσκαλοι· διότι ένας είναι ο διδάσκαλος σας, ο Χριστός, όλοι δε σεις είσθε αδελφοί και άρα ίσοι μεταξύ σας. 8 Σεῖς δὲ μὴ ὀνομασθῆτε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ραββί· διότι ἕνας εἶναι ὁ διδάσκαλός σας, ὁ Χριστός· ὅλοι δὲ σεῖς εἶσθε ἀδελφοί.
9 καὶ πατέρα μὴ καλέσητε ὑμῶν ἐπὶ τῆς γῆς· εἷς γάρ ἐστιν ὁ πατὴρ ὑμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. 9 Και πατέρα, είτε σαρκικόν είτε πνευματικόν, με την έννοιαν ότι αυτός έχει απόλυτον κύρος απέναντί σας και απεριόριστον εξουσίαν, μη καλέσετε κανένα εδώ εις την γην, διότι ένας είναι ο πατήρ σας, ο εν τοις ουρανοίς. 9 Καὶ πατέρα σας μὲ κῦρος καὶ ἐξουσίαν ἀπεριόριστον καὶ ἀπόλυτον μὴ καλέσητε εἰς τὴν γῆν.Διότι ἔνας εἶναι ὁ Πατήρ σας, ἐκεῖνος ποὺ εἶναι εἰς τοὺς οὐρανούς.
10 μηδὲ κληθῆτε καθηγηταί· εἷς γάρ ὑμῶν ἐστιν ὁ καθηγητὴς, ὁ Χριστός. 10 Ούτε να ονομασθήτε καθηγηταί, διότι ένας είναι ο μοναδικός και τέλειος καθηγητής σας, ο Χριστός, (ο οποίος και μόνος διδάσκει ανόθευτον την αλήθεια και καθοδηγεί με ασφάλειαν τους ανθρώπους στον δύσκολον δρόμον της σωτηρίας). 10 Οὔτε καθηγηταὶ νὰ κληθῆτε, διότι ἕνας εἶναι ὁ καθηγητής σας, ποὺ μὲ τὴν διδασκαλίαν του σᾶς ὁδηγεῖ εἰς τὴν σωτηρίαν, ὁ Χριστός.
11 ὁ δὲ μείζων ὑμῶν ἔσται ὑμῶν διάκονος. 11 Και εκείνος, που είναι μεγαλύτερος μεταξύ σας ως προς την γνώσιν και το αξίωμα πρέπει με ταπείνωσιν και καλωσύνην να υπηρετή τους άλλους. 11 Ἐκεῖνος δέ, ποὺ μεταξύ σας εἶναι μεγαλύτερος εἰς τὴν γνῶσιν καὶ εἰς τὸ ἀξίωμα, πρέπει νὰ ὑπηρετῇ τοὺς ἄλλους, γινόμενος μὲ κάθε τρόπον χρήσιμος καὶ ὠφέλιμος εἰς αὐτούς.
12 ὅστις δὲ ὑψώσει ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, καὶ ὅστις ταπεινώσει ἑαυτὸν ὑψωθήσεται. 12 Οποιος δε υπερηφανευθή και υψώσει τον ευατόν του απέναντι των άλλων θα ταπεινωθή και όποιος με χριστιανικήν αγάπην και συναίσθησιν ταπεινώσει τον ευατόν του και γίνη υπηρέτης των άλλων, θα εξυψωθή και δοξασθή από τον Θεόν. 12 Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ θὰ ὐψώσῃ τὸν ἑαυτόν του μεταχειριζόμενος τοὺς ἄλλους ὡς κατωτέρους του, θὰ ταπεινωθῇ καὶ θὰ ἐξευτελισθῇ.Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ θὰ ταπεινώσῃ τὸν ἑαυτόν του γινόμενος διὰ τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης δοῦλος καὶ ὑπηρέτης τῶν ἄλλων, θὰ ἀνυψωθῇ ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ θὰ δοξασθῇ.
13 Οὐαὶ δὲ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κατεσθίετε τὰς οἰκίας τῶν χηρῶν καὶ προφάσει μακρὰ προσευχόμενοι· διὰ τοῦτο λήψεσθε περισσότερον κρίμα. 13 Αλλοίμονον δε εις σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι, άπληστοι και πλεονέκται καθώς είσθε, κατατρώγετε τας οικίας των χηρών και συγχρόνως με το πρόσχημα της ευλαβείας κάνετε μακράς προσευχάς· δια τούτο και θα τιμωρηθήτε από την θείαν δικαιοσύνην πολύ περισσότερο, παρ' όσον οι άλλοι άρπαγες και κλέπται. 13 Ἀλλοίμονον δὲ εἰς σᾶς, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι κατατρώγετε τὰ σπίτια καὶ τὴν περιουσίαν τῶν χηρῶν, σεῖς ποὺ μὲ πρόσχημα εὐλαβείας διὰ σκοποὺς συμφεροντολογικοὺς κάμνετε μακρὰς προσευχάς· δι’ αὐτὸ θὰ λάβετε μεγαλυτέραν καταδίκην ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀδίκους καὶ κλέπτας.
14 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων· ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν. 14 Αλλοίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι με την διεστραμμένην διδασκαλίαν σας, που την παρουσιάζετε ως διδασκαλίαν τάχα του Θεού, κλείετε την βασιλείαν του Θεού εμπρός από τους ανθρώπους. Ετσι, και σεις δεν εισέρχεσθε, αλλά και εκείνους που θέλουν να εισέλθουν δεν τους αφήνετε 14 Ἀλλοίμονόν σας, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι μὲ τὴν διεστραμμένην διδασκαλίαν σας, ποῦ ἐπισκοτίζει καὶ νοθεύει τὸ περιεχόμενον τοῦ νόμου, κλείετε τὴν θύραν τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν πρὸ τῶν ἀνθρώπων.Ἀλλοίμονόν σας, διότι καὶ σεῖς δὲν εἰσέρχεσθε, ἀλλ’ οὔτε καὶ ἐκεῖνους, ποὺ ἔχουν τὴν διάθεσιν νὰ εἰσέλθουν, τοὺς ἀφίνετε νὰ ἔμβουν.
15 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι περιάγετε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν ξηρὰν ποιῆσαι ἕνα προσήλυτον, καὶ ὅταν γένηται, ποιεῖτε αὐτὸν υἱὸν γεέννης διπλότερον ὑμῶν. 15 Αλλοίμονόν σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι γυρίζετε εις όλα τα μέρη, περιέρχεσθε την θάλασσαν και την ξηράν, δια να κάμετε ένα ειδωλολάτρην προσήλυτον Ιουδαίον. Και όταν γίνη, τον εξωθείτε εις την κακίαν και την πώρωσιν και τον κάνετε γέννημα της κολάσεως δυό φορές χειρότερον από σας. 15 Ἀλλοίμονόν σας, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι περιέρχεσθε τὴν θάλασσαν καὶ τὴν γῆν διὰ νὰ προσελκύσετε ἔστω καὶ ἕνα μόνον προσήλυτον καὶ ἀπὸ εἰδωλολάτρην νὰ τὸν κάμετε Ἰουδαῖον.Καὶ ὅταν γίνῃ, τὸν κάνετε παιδὶ τῆς γεέννης, ἄξιον νὰ ριφθῇ εἰς αὐτὴν πολὺ περισσότερον ἀπὸ ὅ,τι εἶσθε σεῖς.
16 Οὐαὶ ὑμῖν, ὁδηγοὶ τυφλοὶ, οἱ λέγοντες· ὃς ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ ναῷ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ’ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ χρυσῷ τοῦ ναοῦ ὀφείλει. 16 Αλλοίμονό σας, οδηγοί τυφλοί, που λέγετε· Αν τυχόν ορκισθή κανείς στον ναόν, δεν είναι τίποτε, όποιος όμως ορκισθή στο χρυσάφι του ναού, οφείλει να τηρήση τον όρκον του. 16 Ἀλλοίμονόν σας, ὁδηγοὶ τοῦ λαοῦ τυφλοί, οἱ ὁποῖοι λέγετε· Ἂν τυχὸν κανεὶς ὁρκισθῇ εἰς τὸν ναόν, δὲν εἶναι τίποτε αὐτό· Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ θὰ ὁρκισθῇ εἰς τὸν χρυσὸν τοῦ ναοῦ, εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ τηρήσῃ τὸν ὅρκον του.
17 μωροὶ καὶ τυφλοί! τίς γὰρ μείζων ἐστίν, ὁ χρυσὸς ἢ ὁ ναὸς ὁ ἁγιάζων τὸν χρυσόν; 17 Είσθε μωροί και τυφλοί! Διότι ποιός είναι μεγαλυτέρας τιμής άξιος και σεβασμού ο χρυσός η ο ναός που αγιάζει τον χρυσόν; 17 Μωροὶ καὶ τυφλοί ! Σᾶς ἀξίζουν αἱ ὀνομασίαι αὐταί, διότι ποῖος εἶναι ἀνώτερος κατὰ τὴν ἱερότητα, ὁ χρυσὸς ἢ ὁ ναός, ποὺ ἁγιάζει τὸν χρυσόν;
18 καί· ὃς ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ, οὐδέν ἐστιν, ὃς δ’ ἂν ὀμόσῃ ἐν τῷ δώρῳ τῷ ἐπάνω αὐτοῦ, ὀφείλει. 18 Και πάλιν λέγετε· όποιος τυχόν ορκισθή στο θυσιαστήριον, είναι σαν να μη έχη κάμει όρκον, όποιος όμως ορκισθή στο δώρον, που έχει προσφερθή επάνω στο θυσιαστήριον, οφείλει να τηρήση τον όρκον του, 18 Λέγετε ἀκόμη καὶ τοῦτο· Ἐκεῖνος, ποὺ τυχὸν θὰ ὁρκισθῇ εἰς τὸ θυσιαστήριον, δὲν εἶναι τίποτε ὁ ὅρκος αὐτός.Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ θὰ ὁρκισθῇ εἰς τὸ δῶρον, ποὺ ἐτέθη ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου, δεσμεύεται ἀπὸ τὸν ὅρκον του.
19 μωροὶ καὶ τυφλοί! τί γὰρ μεῖζον, τὸ δῶρον ἢ τὸ θυσιαστήριον τὸ ἁγιάζον τὸ δῶρον; 19 Μωροί και τυφλοί! Τι είναι ανώτερον και ιερώτερον, το δώρον η το θυσιαστήριον που αγιάζει το δώρον; 19 Εἶσθε μωροὶ καὶ τυφλοί· διότι, τί εἶναι μεγαλύτερον εἰς ἱερότητα, τὸ δῶρον ἢ τὸ θυσιαστήριον, ποῦ ἁγιάζει τὸ δῶρον;
20 ὁ οὖν ὀμόσας ἐν τῷ θυσιαστηρίῳ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ἐπάνω αὐτοῦ· 20 Μαθετε λοιπόν, ότι εκείνος που ορκίζεται στο θυσιαστήριον, ορκίζεται εις αυτό και εις όλα όσα υπάρχουν επάνω εις αυτό. 20 Ἐκεῖνος λοιπόν, ποῦ ὡρκίσθη εἰς τὸ θυσιαστήριον, ὁρκίζεται εἰς αὐτὸ καὶ συγχρόνως εἰς ὅλα ποὺ εἶναι ἐπ’ αὐτοῦ.
21 καὶ ὁ ὀμόσας ἐν τῷ ναῷ ὀμνύει ἐν αὐτῷ καὶ ἐν τῷ κατοικήσαντι αὐτόν· 21 Και εκείνος που ορκίζεται στον ναόν, ορκίζεται όχι μόνον εις αυτόν, αλλά και στον Θεόν που τον έχει κάμει κατοικίαν του. 21 Καὶ ἐκεῖνος, ποῦ ὡρκίσθη εἰς τὸν ναόν, ὁρκίζεται εἰς αὐτὸν καὶ εἰς τὸν Θεόν, ποῦ κατοικεῖ εἰς τὸν ναόν.
22 καὶ ὁ ὀμόσας ἐν τῷ οὐρανῷ ὀμνύει ἐν τῷ θρόνῳ τοῦ Θεοῦ καὶ ἐν τῷ καθημένῳ ἐπάνω αὐτοῦ. 22 Και εκείνος που ορκίζεται στον ουρανόν, ορκίζεται συγχρόνως στον θρόνον του Θεού και στον Θεόν, που κάθεται επάνω εις αυτόν. 22 Καὶ ἐκεῖνος, ποὺ ὁρκίζεται εἰς τὸν οὐρανόν, ὁρκίζεται εἰς τὸν θρόνον τοῦ Θεοῦ, (διότι εἰς τὴν Γραφὴν ὁ οὐρανὸς λέγεται θρόνος τοῦ Θεοῦ), ἀλλ’ ὁρκίζεται συγχρόνως καὶ εἰς τὸν Θεόν, ποὺ κάθηται ἐπὶ τοῦ θρόνου αὐτοῦ.
23 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι ἀποδεκατοῦτε τὸ ἡδύοσμον καὶ τὸ ἄνηθον καὶ τὸ κύμινον, καὶ ἀφήκατε τὰ βαρύτερα τοῦ νόμου, τὴν κρίσιν καὶ τὸν ἔλεον καὶ τὴν πίστιν· ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι. 23 Αλλοίμονο σε σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι δίδετε στον ναόν δια τους ιερείς το δέκατον από τον δύοσμον και τον άνηθον και το κύμινον, τηρείτε δηλαδή τας επουσιώδεις διατάξεις του Νομου, και αφήσατε τα βαρύτερα και σπουδαιότερα, δηλαδή την δικαίαν κρίσιν και την ευσπλαγχνίαν και την αληθινήν πίστιν· και αυτά έπρεπε να εφαρμόσετε και εκείνα δεν έπρεπε να αφίνετε. 23 Ἀλλοίμονόν σας, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι δίδετε δεκάτην καὶ ἀπὸ τὸν δυόσμον ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὸ ἄνηθον καὶ ἀπὸ τὸ κύμινον, καὶ ἀφήκατε τὰ σπουδαιότερα τοῦ νόμου, δηλαδὴ τὴν δικαίαν κρίσιν καὶ τὴν εὐσπλαγχνίαν καὶ τὴν τιμιότητα, ποῦ κάμνει τὸν ἄνθρωπον ἀξιόπιστον.Ἐνῷ ἔπρεπε πρωτίστως τὰς τελευταίας αὐτὰς ἀρετὰς νὰ πράττετε καὶ νὰ ἀσκῆτε, κατὰ δεύτερον δὲ λόγον νὰ μὴ ἀφίνετε καὶ ἐκεῖνα.
24 ὁδηγοὶ τυφλοί, οἱ διυλίζοντες τὸν κώνωπα, τὴν δὲ κάμηλον καταπίνοντες! 24 Οδηγοί τυφλοί, που περνάτε από λεπτό σουρωτήρι το κρασί και το νερό, μήπως καταπιήτε κανένα κουνούπι, ενώ καταπίνετε ολόκληρη γκαμήλα. (Τηρείτε τα μικρά και ασήμαντα και αδιαφορείτε δια τα μεγάλα και σπουδαία). 24 Ὁδηγοὶ τυφλοί, ποὺ στραγγίζετε ἀπὸ τὸν οἶνον τὸ κουνούπι ὡς ἀκάθαρτον κατὰ τὸν νόμον, καταπίνετε ὅμως τὴν γκαμήλα, ποὺ καὶ αὐτὴ κατὰ τὸν νόμον εἶναι ἀκάθαρτος.Εἰς τὰ μικρὰ μόνον δίδετε ὁλόκληρον τὴν προσοχήν σας, εἰς καιρὸν ποὺ χωρὶς τύψιν κάνετε μεγάλα καὶ χονδρὰ ἁμαρτήματα.
25 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι καθαρίζετε τὸ ἔξωθεν τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ἐξ ἁρπαγῆς καὶ ἀδικίας. 25 Αλλοίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι καθαρίζετε το έξω από το ποτήρι και το πιάτο, μέσα δε αυτά είναι γεμάτα από τροφάς, που προέρχονται από αρπαγές και αδικίες. 25 Ἀλλοίμονόν σας, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι καθαρίζετε τὴν ἐξωτερικὴν ἐπιφάνειαν τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς πιατέλλας, μέσα δὲ εἶναι αὐτὰ γεμᾶτα ἀπὸ τροφάς, ποὺ προέρχονται ἀπὸ ἁρπαγὴν καὶ ἀδικίαν.
26 Φαρισαῖε τυφλέ, καθάρισον πρῶτον τὸ ἐντὸς τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς παροψίδος, ἵνα γένηται καὶ τὸ ἐκτὸς αὐτῶν καθαρόν. 26 Φαρισαίε τυφλέ, καθάρισε πρώτα αυτό που υπάρχει μέσα στο ποτήρι και το πιάτο, ώστε να μη προέρχεται από αδικίαν, αλλά από την τιμίαν εργασίαν σου, δια να γίνη και το απ' έξω καθαρόν. (Μη προσπαθείτε, δηλαδή, εξωτερικώς μόνον να φαίνεσθε ευσεβείς, αλλά προσπαθείτε να αποκτήσετε και την εσωτερικήν καθαρότητα και αγιότητα). 26 Φαρισαῖε τυφλέ, καθάρισε πρῶτον ἐκεῖνο, ποὺ εἶναι μέσα εἰς τὸ ποτήριον καὶ εἰς τὴν πιατέλλαν, φροντίζων νὰ μὴ προέρχεται τοῦτο ἐξ ἀδικίας καὶ ἁρπαγῆς, διὰ νὰ γίνῃ καὶ τὸ ἀπ’ ἔξω τοῦ ποτηρίου καὶ τῆς πιατέλλας καθαρόν.Διαφορετικά, ὅσον καὶ ἂν καθαρίζῃς τὰ σκεύη αὐτά, μένουν ἀκάθαρτα καὶ μολυσμένα.
27 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οἵτινες ἔξωθεν μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας. 27 Αλλοίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι ομοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, οι οποίοι εξωτερικώς μεν φαίνονται ωραίοι, ενώ από μέσα είναι γεμάτοι με κόκκαλα πεθαμένων και με κάθε ακαθαρσίαν. 27 Ἀλλοίμονόν σας, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι ὁμοιάζετε πρὸς τάφους ἀσβεστωμένους, οἱ ὁποῖοι ἀπ’ ἔξω μὲν φαίνονται ὠραῖοι καὶ κατάλευκοι, ἀπὸ μέσα ὅμως εἶναι γεμᾶτοι ἀπὸ κόκκαλα ἀποθαμένων καὶ ἀπὸ κάθε ἀκαθαρσίαν.
28 οὕτω καὶ ὑμεῖς ἔξωθεν μὲν φαίνεσθε τοῖς ἀνθρώποις δίκαιοι, ἔσωθεν δέ μεστοὶ ἐστε ὑποκρίσεως καὶ ἀνομίας. 28 Ετσι και σεις, εξωτερικώς μεν φαίνεσθε στους ανθρώπους δίκαιοι, ενώ από μέσα είσθε γεμάτοι από υποκρισίαν και κάθε παρανομίαν. 28 Ἔτσι καὶ σεῖς, ἀπ’ ἔξω μὲν φαίνεσθε εἰς τοὺς ἀνθρώπους δίκαιοι, ἀπὸ μέσα ὅμως εἶσθε γεμᾶτοι ἀπὸ ὑπόκρισιν καὶ ἀπὸ κάθε παράβασιν τοῦ νόμου.
29 Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι οἰκοδομεῖτε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ κοσμεῖτε τὰ μνημεῖα τῶν δικαίων, 29 Αλλοίμονο σε σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι οικοδομείτε τους τάφους των προφητών και στολίζετε τα μνημεία των δικαίων 29 Ἀλλοίμονόν σας, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, διότι οἰκοδομεῖτε τοὺς τάφους τῶν προφητῶν καὶ στολίζετε τὰ μνήματα τῶν δικαίων,
30 καὶ λέγετε· εἰ ἦμεν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν πατέρων ἡμῶν, οὐκ ἂν ἦμεν κοινωνοὶ αὐτῶν ἐν τῷ αἵματι τῶν προφητῶν. 30 και λέτε, εάν εζούσαμε εις τας ημέρας των προγόνων μας, δεν θα συμμετείχαμε εις την αιματοχυσίαν και τον άδικον θάνατον των προφητών. 30 καὶ λέγετε· Ἐὰν ἐζούσαμεν εἰς τὰς ἡμέρας τῶν πατέρων μας, δὲν θὰ ἐγινόμεθα συνεργοὶ καὶ συνένοχοί των εἰς τὸν φόνον τῶν προφητῶν.
31 ὥστε μαρτυρεῖτε ἑαυτοῖς ὅτι υἱοί ἐστε τῶν φονευσάντων τοὺς προφήτας. 31 Ωστε σεις οι ίδιοι βεβαιώνετε ότι είσθε γνήσιοι και αντάξιοι απόγονοι εκείνων, που εφόνευσαν τους προφήτας. 31 Ὥστε σεῖς οἱ ἴδιοι μαρτυρεῖτε διὰ τὸν ἑαυτόν σας, ὅτι εἶσθε ἀπόγονοι ἐκείνων, ποὺ ἐφόνευσαν τοὺς προφήτας καὶ ἔχετε κληρονομικότητα κακήν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ὅμως δὲν ἐφροντίσατε νὰ ἀπαλλάγητε.
32 καὶ ὑμεῖς πληρώσατε τὸ μέτρον τῶν πατέρων ὑμῶν. 32 Λοιπόν ολοκληρώστε και εσείς το έργον των πατέρων σας, κάμετε όσα εκείνοι δεν έκαμαν, φονεύσατε τον Μεσσίαν, δια να φθάσετε έτσι στο έσχατον όριον της κακίας. 32 Συμπληρώσατε λοιπὸν καὶ σεῖς ἐκεῖνα, ποῦ λείπουν ἀκόμη ἀπὸ ὅσα ἔκαμαν οἱ πρόγονοί σας, ὥστε νὰ φθάσετε εἰς τὸ ἀκρότατον ὅριον τῆς κακίας.
33 ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν! πῶς φύγητε ἀπὸ τῆς κρίσεως τῆς γεέννης; 33 Φιδια, οχιές, πως είναι δυνατόν να αποφύγετε την δικαίαν και τρομεράν καταδίκην της γέεννης; 33 Φίδια, γεννήματα ὀχιῶν, γεμᾶτοι κακίαν καὶ θανατηφόρον δηλητήριον, τὸ ὁποῖον ἐκληρονομήσατε καὶ ἀπὸ τοὺς προγόνους σας, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ φύγετε ἀπὸ τὴν καταδίκην, ποὺ θὰ σᾶς ρίψῃ εἰς τὴν γέενναν;
34 διὰ τοῦτο ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω πρὸς ὑμᾶς προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, καὶ ἐξ αὐτῶν ἀποκτενεῖτε καὶ σταυρώσετε, καὶ ἐξ αὐτῶν μαστιγώσετε ἐν ταῖς συναγωγαῖς ὑμῶν καὶ διώξετε ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν, 34 Δια να σας δώσω την τελευταίαν πολύτιμον ευκαιρίαν να σωθήτε, ιδού εγώ στέλνω εις σας προφήτας και σοφούς και δαδασκάλους του νόμου μου, τους Αποστόλους μου. Σεις όμως άλλους από αυτούς θα φονεύσετε και θα σταυρώσετε και άλλους θα τους μαστιγώσετε εις τας συναγωγάς σας και θα τους διώξετε από πόλιν εις πόλιν. 34 Δι’ αὐτὸ ἰδοὺ ἐγὼ κάνω τὴν τελευταίαν προσπάθειαν νὰ σᾶς σώσω καὶ σᾶς ἀποστέλλω προφήτας καὶ σοφοὺς καὶ γραμματεῖς, τοὺς ἀποστόλους μου δηλαδὴ καὶ τοὺς διαδόχους των, ποὺ θὰ εἶναι φωτισμένοι καὶ σοφισμένοι ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ τὴν διδασκαλίαν μου.Καὶ ἄλλους ἀπὸ αὐτοὺς θὰ φονεύσετε καὶ θὰ σταυρώσετε· καὶ ἄλλους ἀπὸ αὐτοὺς θὰ μαστιγώσετε εἰς τὰς συναγωγάς σας καὶ θὰ τοὺς διώξετε ἀπὸ τὴν μίαν πόλιν εἰς τὴν ἄλλην,
35 ὅπως ἔλθῃ ἐφ’ ὑμᾶς πᾶν αἷμα δίκαιον ἐκχυνόμενον ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοῦ αἵματος Ἄβελ τοῦ δικαίου ἕως τοῦ αἵματος Ζαχαρίου υἱοῦ Βαραχίου, ὃν ἐφονεύσατε μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου. 35 Δια να πέση έτσι επάνω σας το αθώον αίμα που εχύθη άδικα εις την γην, από το αίμα του δικαίου Αβελ έως το αίμα του Ζαχαρίου, του υιού Βαραχίου, τον οποίον εφονεύσατε μεταξύ του ναού και του θυσιστηρίου, χωρίς να φοβηθήτε ούτε του τόπου τούτου την ιερότητα. 35 διὰ νὰ πέσῃ ἐπάνω σας ἡ εὐθύνη καὶ ἡ καταδίκη διὰ κάθε δίκαιον αἷμα, ποὺ ἐχύθη ἄδικα εἰς τὴν γῆν, ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ δικαίου Ἄβελ, ἕως τὸ αἷμα τοῦ Ζαχαρίου τοῦ υἱοῦ τοῦ Βαραχίου, ποὺ τὸν ἐφονεύσατε μεταξὺ τοῦ ναοῦ καὶ τοῦ θυσιαστηρίου, καὶ ἔτσι ἐγίνατε ἔνοχοι ὄχι μόνον τοῦ ἐγκλήματος τοῦ φόνου, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀσεβοῦς βεβηλώσεως τοῦ ναοῦ, τὸν ὁποῖον ἐβάψατε μὲ αἷμα ἀνθρώπου δικαίου.
36 ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἥξει ταῦτα πάντα ἐπὶ τὴν γενεὰν ταύτην. 36 Σας διαβεβαιώνω ότι όλα αυτά θα ξεσπάσουν εις την γενεάν αυτήν. 36 Ἀλήθεια σᾶς λέγω, ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ δεινὰ θὰ πέσουν εἰς τὴν γενεὰν αὐτήν.
37 Ἱερουσαλὴμ Ἱερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ὄρνις ἐπισυνάγει τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. 37 Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, συ που φονεύστους προφήτας και λιθοβολείς εκείνους που ο Θεός σου έχει στείλει! Ποσες και πόσες φορές ηθέλησα να περιμαζεύσω τα παιδιά σου, όπως η κλώσσα συγκετρώνει τα μικρά πουλιά της κάτω από τις φτερούγες της, και δεν ηθελήσατε. 37 Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, δυστυχισμένη καὶ ταλαίπωρε πόλις, σὺ ποὺ φονεύεις τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολεῖς ἐκεῖνους ποὺ ὁ Θεὸς σοῦ ἀπέστειλε! Πόσας φορὰς ἠθέλησα νὰ συμμαζεύσω τὰ παιδιά σου μὲ στοργὴν παρομοίαν πρὸς ἐκείνην, μὲ τὴν ὁποίαν περιμαζεύει ἡ ὅρνιθα τὰ πουλιά της κάτω ἀπὸ τὰ πτερά της, καὶ δὲν ἠθελήσατε.
38 ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. 38 Ιδού, προς τιμωρίαν της κακίας σας και καταστροφήν σας αφίνεται έρημος και απροσταύτετος από τον Θεόν η πόλις σας και ο ναός. 38 Ἰδοὺ ἐγκαταλείπεται πρὸς τιμωρίαν καὶ καταστροφήν σας ἡ πόλις σας μὲ τὸν ναὸν της ἔρημος καὶ ἀπροστάτευτος ἀπὸ τὸν Θεόν.
39 λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ’ ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου. 39 Διότι σας λέγω ότι δεν θα με δήτε πλέον, έως ότου μετανοημένοι πήτε· Ευλογημένος είναι αυτός, που έρχεται εν ονόματι του Κυρίου”. 39 Διότι σᾶς λέγω, ὅτι δὲν θὰ μὲ ἴδετε πλέον ἀπὸ τώρα, ἕως ὅτου συνέλθετε εἰς τὸν ἑαυτόν σας καὶ πιστεύσετε, ὁπότε συγκαταριθμούμενοι εἰς τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας μου θὰ εἴπετε δι’ ἐμέ· Εὐλογημένος εἶναι αὐτός, ποὺ ἔρχεται εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου ὡς ἀντιπρόσωπός του καὶ ἀπεσταλμένος του.