Αρχαίο κείμενο | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 Προσέχετε τὴν ἐλεημοσύνην ὑμῶν μὴ ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸ θεαθῆναι αὐτοῖς· εἰ δὲ μήγε, μισθὸν οὐκ ἔχετε παρὰ τῷ πατρὶ ὑμῶν τῷ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. | 1 Προσέχετε να μην κάνετε την ελεημοσύνην σας εμπρός εις τα μάτια των ανθρώπων, δια να σας ίδουν και σας θαυμάσουν και να σας επαινέσουν· διότι έτσι δεν έχετε κανένα μισθόν από τον Πατέρα σας τον επουράνιον. | 1 Προσέχετε νὰ μὴ κάνετε τὴν ἐλεημοσύνην σας ἐμπρὸς εἰς τοὺς ἀνθρώπους, διὰ νὰ σᾶς ἴδουν καὶ σᾶς θαυμάσουν.Εἰ δ’ ἄλλως ἀνταμοιβὴν δὲν ἔχετε πλησίον τοῦ Πατρός σας, ποὺ εἶναι εἰς τοὺς οὐρανούς. |
2 Ὅταν οὖν ποιῇς ἐλεημοσύνην, μὴ σαλπίσῃς ἔμπροσθέν σου, ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ ποιοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ ἐν ταῖς ῥύμαις, ὅπως δοξασθῶσιν ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. | 2 Οταν λοιπόν συ κάμνης ελεημοσύνην, μη την διαλαλής παντού διασαλπίζοντάς της, όπως κάμνουν οι υποκριταί εις τας συναγωγάς και τους πλατείς δρόμους, δια να δοξασθούν από τους ανθρώπους. Αληθινά σας λέγω ότι παίρνουν αυτοί ολόκληρον τον μισθόν των, (δηλαδή απολαμβάνουν ως αμοιβήν των τον έπαινον από τους άλλους). | 2 Ὅταν λοιπὸν κάνῃς ἐλεημοσύνην, μὴ τὸ διαφημίσῃς σὰν μὲ σάλπιγγα, ποὺ σημαίνει ἐμπρὸς ἀπὸ σέ, καθὼς κάνουν οἱ ὑποκριταὶ εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ εἰς τοὺς δρόμους, διὰ νὰ δοξασθοῦν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.Ἀληθῶς σᾶς λέγω, ὅτι ἐπῆραν ἐξ ὁλοκλήρου τὴν ἀμοιβήν των, εἶναι δὲ αὐτὴ ὁ παρὰ τῶν ἂνθρώπων ἔπαινος, ποὺ ἐπεδίωξαν. |
3 σοῦ δὲ ποιοῦντος ἐλεημοσύνην μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου, | 3 Συ δε, όταν κάνης ελεημοσύνην, να την προσφέρης με τόσην μυστικότητα, ώστε το αριστερό σου χέρι να μη μάθη το καλό που κάνει το δεξί σου. | 3 Σὺ ὅμως, ὅταν κάνῃς ἐλεημοσύνην, ἂς μὴ μάθῃ τὸ ἀριστερό σου χέρι, τὶ κάνει τὸ δεξί σου χέρι, |
4 ὅπως ᾖ σου ἡ ἐλεημοσύνη ἐν τῷ κρυπτῷ· καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. | 4 Δια να μείνη έτσι η ελεημοσύνη σου μυστική και άγνωστος· και ο Πατήρ σου, που βλέπει και τα πλέον απόκρυφα έργα, θα σου δώση την αμοιβήν ενώπιον όλου του κόσμου. | 4 διὰ νὰ μείνῃ ἡ ἐλεημοσύνη σου εἰς τὰ κρυφά.Καὶ ὁ Πατήρ σου, ποὺ βλέπει εἰς τὰ κρυφά, θὰ σοῦ δώσῃ τὴν ἀμοιβὴν εἰς τὰ φανερά. |
5 Καὶ ὅταν προσεύχῃ, οὐκ ἔσῃ ὡς οἱ ὑποκριταί· ὅτι φιλοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ ἐν ταῖς γωνίαις τῶν πλατειῶν ἑστῶτες προσεύχεσθαι, ὅπως ἄν φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν. | 5 Και όταν προσεύχεσαι, δεν πρέπει να μιμήσαι τους υποκριτάς. Διότι αυτοί ευχαριστούνται και επιδιώκουν να στέκουν όρθιοι και να προσεύχωνται εις τας συναγωγάς και εις τας γωνίας των πλατειών, εκεί δηλαδή που είναι πολύς κόσμος, δια να επιδειχθούν. Αληθινά σας λέγω, ότι παίρνουν έτσι την ανταμοιβήν των από τους ανθρώπους. | 5 Καὶ ὅταν προσεύχεσαι, δὲν πρέπει νὰ εἶσαι, καθὼς εἶναι οἱ ὑποκριταί.Διότι τοὺς ἀρέσει νὰ στέκωνται ὄρθιοι εἰς τὰς συναγωγὰς καὶ εἰς τὰς γωνίας τῶν πλατειῶν καὶ νὰ προσεύχονται, διὰ νὰ φανοῦν εἰς τοὺς ἀνθρώπους.Ἀληθῶς σᾶς λέγω, λαμβάνουν ἐδῶ ἐξ ὁλοκλήρου τὴν ἀμοιβήν τους. |
6 σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸ ταμιεῖόν σου καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ· καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. | 6 Συ όμως, όταν θέλης να προσευχηθής, προτίμα το ιδιαίτερον δωμάτιόν σου, κλείσε την θύραν και κάμε την προσευχήν σου στον Πατέρα σου, που είναι αόρατος και σαν κρυμμένος. Και ο Πατήρ σου, που βλέπει και τα πλέον απόκρυφα, θα σου αποδώση εις τα φανερά την αμοιβήν σου. | 6 Σὺ ὅμως, ὅταν πρόκειται νὰ προσευχηθῇς, ἔμβα εἰς τὸ ἰδιαίτερον σου δωμάτιον, καὶ ἀφοῦ κλείσῃς τὴν θύραν σου κάμε τὴν προσευχήν σου εἰς τὸν Πατέρα σου, ποὺ εἶναι ἀόρατος καὶ κρυμμένος· καὶ ὁ Πατήρ σου, ποὺ βλέπει εἰς τὰ κρυφά, θὰ σοῦ ἀποδώσῃ τὴν ἀνταμοιβήν σου εἰς τὰ φανερά. |
7 Προσευχόμενοι δὲ μὴ βαττολογήσητε ὥσπερ οἱ ἐθνικοί, δοκοῦσι γὰρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν εἰσακουσθήσονται. | 7 Οταν δε προσεύχεσθε, μη πολυλογείτε και φλυαρείτε, χωρίς να παρακολουθήτε και να καταλαβαίνετε αυτά που λέτε, όπως κάνουν οι εθνικοί· διότι αυτοί φαντάζονται ότι θα εισακουσθούν με ένα τρόπον μαγικόν χάρις εις την πολυλογίαν των. | 7 Ὅταν δὲ προσεύχεσθε, μὴ ζητεῖτε μὲ μηχανικὴν καὶ δεισιδαίμονα ἐπανάληψιν λέξεων, ποὺ δὲν τὰς παρακολουθεῖ ἢ καὶ δὲν τὰς κατανοεῖ ἡ διάνοιά σας, αἰτήματα ἀνόητα, καθὼς κάνουν οἱ ἐθνικοί.Διότι αὐτοὶ φαντάζονται, ὅτι ἡ ἀνόητος πολυλογία των θὰ ἐπιδράσῃ μαγικῶς καὶ θὰ εἰσακουσθοῦν. |
8 μὴ οὖν ὁμοιωθῆτε αὐτοῖς· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρὸ τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι αὐτόν. | 8 Μη ομοιάσετε λοιπόν με αυτούς· διότι ο Πατήρ σας γνωρίζει από ποιά πράγματα έχετε ανάγκην, πριν του τα ζητήσετε. | 8 Μὴ γίνετε λοιπὸν ὅμοιοι πρὸς αὐτούς.Διότι ὁ Πατήρ σας γνωρίζει ἐκεῖνα, ποὺ ἔχετε ἀνάγκην, προτοῦ σεῖς νὰ τοῦ τὰ ζητήσετε. |
9 Οὕτως οὖν προσεύχεσθε ὑμεῖς· Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου· | 9 Σεις λοιπόν έτσι να προσεύχεσθε· Πατερ ημών, που είσαι πανταχού παρών, αλλά εξαιρετικά στους ουρανούς κάνεις αισθητήν την παρουσίαν σου, ας αναγνωρισθή η αγιότης σου και ας δοξασθή και ας λατρευθή άξίως το όνομά σου απ' όλα τα λογικά όντα του ουρανού και της γης. | 9 Σεῖς λοιπὸν κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τοὺς ἐθνικοὺς πρέπει νὰ προσεύχεσθε κατὰ τὸν ἀκόλουθον τρόπον· Πατέρα μας, ποὺ εἶσαι πανταχοῦ παρών, ἀλλ’ ἐξαιρετικὰ εἰς τοὺς οὐρανοὺς δεικνύεις τὴν παρουσίαν σου, ἂς ἀναγνωρισθῇ ἡ ἁγιότης σου, ὥστε νὰ δοξασθῇ καὶ νὰ λατρευθῇ ἀξίως τὸ Ὄνομά σου. |
10 ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου· γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς. | 10 Ας έλθη η βασιλεία σου εις τας καρδίας όλων των ανθρώπων, ώστε όλοι να υποτάσσωνται με προθυμίαν και με αφοσίωσιν εις σε. Δώσε να εκτελήται το θέλημά σου και εις την γην από τους ανθρώπους, με όσην προθυμίαν και ακρίβειαν εκτελείται τούτο στον ουρανόν από τους αγγέλους και αγίους. | 10 Εἴθε νὰ ἔλθῃ ἡ βασιλεία σου διὰ τῆς ἐλευθέρας καὶ προθύμου μου ὑποταγῆς πάντων τῶν ἀνθρώπων εἰς σέ, ὥστε διὰ τῆς ὑπακοῆς των εἰς τὰ προστάγματά σου νὰ γίνουν οὗτοι πραγματικοὶ καὶ ἐξ ὁλοκλήρου ἀφωσιωμένοι ὑπήκοοί σου.Εἴθε νὰ γίνῃ τὸ θέλημά σου καὶ ἐπὶ τῆς γῆς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως γίνεται τοῦτο εἰς τὸν οὐρανὸν ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους καὶ ἁγίους. |
11 τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον· | 11 Δώσε μας σήμερα τον άρτον τον καθημερινόν και απαραίτητον δια την συντήρησίν μας. | 11 Τὸν ἄρτον μας, τὸν καθημερινὸν καὶ ἀναγκαῖον διὰ τὴν συντήρησιν τῆς οὐσίας καὶ ὑπάρξεως μας, δός μάς τον σήμερα. |
12 καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν· | 12 Και συγχώρησε τα βαρύτατα χρέη μας, δηλαδή τας αναριθμήτους αμαρτίας μας, όπως και ημείς συγχωρούμεν εκείνους, οι οποίοι είναι οφειλέται απέναντί μας εξ αιτίας των αδικημάτων που μας έκαμαν. | 12 Καὶ συγχώρησέ μας τὰ ὅσα σοῦ χρεωστοῦμεν λόγῳ τῶν ἀριθμήτων ἁμαρτιῶν μας, καθὼς καὶ ἡμεῖς συγχωροῦμεν ἐκείνους, ποὺ μᾶς εἶναι χρεῶσται λόγῳ ἀδικημάτων, ποὺ μᾶς ἔκαμαν. |
13 καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν. | 13 Και μη επιτρέψεις να περιπέσωμεν εις πειρασμόν, αλλά γλύτωσέ μας από τον πονηρόν. Ζητούμεν δε αυτά από Σε, διότι ιδική σου είναι η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα στους ατελείωτους αιώνας. Αμήν. | 13 Καὶ μὴ ἐπιτρέψῃς νὰ πέσωμεν εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ γλὺτωσέ μας ἀπὸ τὸν πονηρόν, ποὺ μᾶς πολεμεῖ.Ζητοῦμεν δὲ αὐτὰ ἀπὸ Σέ, διότι ἰδική σου εἶναι ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς ἀτελευτήτους αἰῶνας.Ἀμήν. |
14 Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· | 14 Πρέπει δε να έχετε υπ' όψιν σας ότι, αν και σεις συγχωρήτε με όλην σας την καρδιά τα αμαρτήματα που έκαμαν εις σας οι άλλοι, και ο Πατήρ σας ο ουράνιος θα συγχωρήση τα ιδικά σας αμαρτήματα. | 14 Πρέπει δέ, ὅταν ζητῆτε τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν σας, συγχωρῆτε καὶ σεῖς τοὺς ἄλλους, διότι, ἐὰν συγχωρήσετε τοὺς ἀνθρώπους τὰ ἁμαρτήματα, ποὺ ἔκαμαν εἰς σᾶς, καὶ ὁ Πατήρ σας ὁ οὐράνιος θὰ συγχωρήσῃ καὶ εἰς σᾶς τὰ ἰδικά σας ἁμαρτήματα. |
15 ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. | 15 Εάν όμως δεν δώσετε συγχώρησιν στους ανθρώπους δια τα αμαρτήματά των, τότε ούτε ο Πατήρ σας θα συγχωρήση τας ιδικά σας αμαρτίας. | 15 Ἐὰν ὅμως δὲν συγχωρήσετε εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὰ πρὸς σᾶς ἁμαρτήματά των, οὔτε ὁ Πατήρ σας θὰ συγχωρήσῃ τὰς πρὸς αὐτὸν ἁμαρτίας σας. |
16 Ὅταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί, ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσιν τὸν μισθὸν αὐτῶν. | 16 Οταν δε νηστεύητε, μη γίνεσθε όπως οι υποκριταί, σκυθρωποί και κατηφείς, διότι αυτοί αλλοιώνουν και μαραίνουν το πρόσωπόν των, παίρνουν την εμφάνισιν αδυνατισμένου ανθρώπου, δια να φανούν στους άλλους ότι νηστεύουν· αληθινά σας λέγω ότι απολαμβάνουν ολόκληρον τον μισθόν των,δηλαδή τους επαίνους των ανθρώπων. | 16 Ὅταν δὲ νηστεύετε, μὴ γίνεσθε σὰν τοὺς ὑποκριτὰς σκυθρωποὶ καὶ περίλυποι.Διότι ἀλλοιώνουν τὰ πρόσωπά των καὶ προσλαμβάνουν ὄψιν καὶ ἔκφρασιν καταβεβλημένου ἀπὸ τὰς στερήσεις ἀνθρώπου, διὰ νὰ φανοῦν εἰς τοὺς ἀνθρώπους ὅτι νηστεύουν.Ἀληθινὰ σᾶς λέγω, ὅτι ἔλαβαν ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ τοὺς ἐπαίνους τῶν ἀνθρώπων τὴν ἀμοιβήν των. |
17 σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, | 17 Συ όμως, όταν νηστεύης, περιποιήσου την κόμην σου και νίψε το πρόσωπόν σου, όπως συνηθίζεις. | 17 Σὺ ὅμως, ὅταν νηστεύης, ἄλειψε τὴν κεφαλήν σου καὶ νίψε τὸ πρόσωπόν σου, ὥστε νὰ φαίνεσαι χαρούμενος. |
18 ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ· καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ. | 18 Δια να μη φανής στους ανθρώπους ότι νηστεύεις, αλλά στον Πατέρα σου τον επουράνιον, ο οποίος ευρίσκεται αόρατος παντού και εις τα πλέον απόκρυφα μέρη. Και ο Πατήρ σου, που βλέπει και τα κρυπτά, θα σου αποδώση εις τα φανερά την αμοιβήν σου. | 18 Καὶ νὰ μὴ φανῇς εἰς τοὺς ἀνθρώπους, ὅτι νηστεύεις.Ἀλλὰ νὰ φανῇ ἡ νηστεία σου μόνον εἰς τὸν Πατέρα σου, ποὺ εἶναι μὲν ἀόρατος, ἀλλ’ εὑρίσκεται παρὼν καὶ εἰς αὐτὰ τὰ ἀπόκρυφα μέρη.Καὶ ὁ Πατήρ σου, ποὺ βλέπει εἰς τὰ κρυφά, θὰ σοῦ ἀποδώσῃ τὴν ἀμοιβήν σου εἰς τὰ φανερά. |
19 Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσιν καὶ κλέπτουσιν· | 19 Μη συσσωρεύετε δια τον εαυτόν σας θησαυρούς έδω εις την γην, όπου ο σκόρος και η αποσύνθεσις καταστρέφουν και αφανίζουν, και όπου οι κλέπται διατρυπούν τοίχους και χρηματοκιβώτια και κλέπτουν. | 19 Μὴ μαζεύετε χάριν τοῦ ἑαυτοῦ σας θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου ὁ σκόρος καὶ ἡ φθορὰ τῆς σαπίλας ἢ τῆς σκωρίας ἀφανίζουν τὰ ἀποθηκευόμενα εἴδη τοῦ πλούτου καὶ ὅπου κλέπται διατρυποῦν τοὺς τοίχους τῶν θησαυροφυλακίων σας καὶ τὰ κλέπτουν. |
20 θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν· | 20 Να θησαυρίζετε όμως δια τον εαυτόν σας και να αποταμιεύετε θησαυρούς στον ουρανόν, όπου ούτε ο σκόρος ούτε η σαπίλα αφανίζουν, και όπου οι κλέπται δεν τρυπούν τοίχους και δεν κλέπτουν. | 20 Μαζεύετε δὲ διὰ τοὺς ἑαυτούς σας θησαυροὺς εἰς τὸν οὐρανόν, ὅπου οὔτε σκόρος οὔτε σαπίλα καὶ σκωριὰ ἀφανίζουν τὰ θησαυριζόμενα καὶ ὅπου κλέπται δὲν τρυποῦν τοὺς τοίχους τῶν θησαυροφυλακίων οὔτε κλέπτουν. |
21 ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν. | 21 Διότι, όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδία σας (Εις τον ουρανόν ο θησαυρός σας, στον ουρανόν και η καρδία σας). | 21 Πρέπει δὲ νὰ θησαυρίζετε θησαυροὺς εἰς τὸν οὐρανόν, διὰ νὰ εἶναι καὶ ἡ καρδία σας προσκολλημένη εἰς τὸν Θεὸν καὶ εἰς τὰ οὐράνια.Διότι ἐκεῖ, ὅπου θὰ εἶναι ὁ θησαυρός σας, θὰ εἶναι καὶ ἡ καρδία σας. |
22 Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός. ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινὸν ἔσται· | 22 Ο λύχνος, που φωτίζει και εξυπηρετεί το σώμα, είναι το μάτι (λύχνος δε που φωτίζει την ψυχήν είναι ο νους, το λογικόν που σας έχει δώσει ο Θεός). Εάν λοιπόν το μάτι είναι γερό και καθαρό, όλον το σώμα θα φωτίζεται, θα είναι φωτεινόν (έτσι θα φωτίζεται και η ψυχή σου, εάν ο νους και η καρδία σου δεν έχουν τυφλωθή από την προσκόλλησιν στους επιγείους θησαυρούς). | 22 Δὲν εἶναι δὲ μικρὰ συμφορὰ ἡ καρδία σας καὶ ὁ νοῦς σας νὰ κολλήσουν εἰς τὰ γήϊνα καὶ τὰ μάταια.Διὰ νὰ τὸ καταλάβετε, σᾶς φέρω μίαν εἰκόνα.Ὁ λύχνος, ποὺ δίδει φῶς εἰς τὸ σῶμα, εἶναι τὸ μάτι· ὅπως καὶ ὁ λύχνος, ποὺ φωτίζει τὴν ψυχήν, εἶναι ὁ νοῦς· ἐὰν λοιπὸν τὸ μάτι εἶναι ὑγιές, ὅλον τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι γεμᾶτον φῶς, σὰν νὰ ἦτο ὁλόκληρον τὸ σῶμα σου μάτι· ἔτσι θὰ φωτίζεται καὶ ἡ ψυχή σου, ἐὰν ὁ νοῦς σου καὶ ἡ καρδία σου δὲν ἔχουν τυφλωθῆ ἀπὸ τὴν φιλαργυρίαν καὶ τὴν προσκόλλησιν εἰς τὰ μάταια. |
23 ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; | 23 Εάν όμως το μάτι σου είναι κατεστραμμένον και ανίκανον να ίδη το φως, όλο το σώμα σου θα είναι βυθισμένο στο σκοτάδι. Εάν λοιπόν το φως, που σου έδωκεν ο Θεός (ο νους δηλαδή και η συνείδησις, εξ αιτίας της προσκολλήσεως εις τα υλικά αγαθά), είναι σκοτάδι, τότε το ηθικόν σκοτάδι της ψυχής σου πόσον πυκνόν και αδιαπέραστον θα είναι; | 23 Ἐὰν ὅμως τὸ μάτι σου εἶναι βλαμμένον καὶ τυφλωμένον, ὅλον τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι βυθισμένον εἰς τὸ σκότος.Ἐὰν λοιπὸν ἐκεῖνο, ποὺ σοῦ ἐδόθη διὰ νὰ μεταδίδῃ φῶς εἰς σέ, γίνῃ σκότος, εἰς πόσον σκότος θὰ βυθισθῇς; Κάτι ἀνάλογον θὰ συμβῇ, ἐὰν καὶ ὁ νοῦς σου σκοτισθῇ ἀπὸ τὴν προσκόλλησιν εἰς τὸν πλοῦτον.Εἰς πόσον σκότος ἠθικὸν θὰ βυθισθῇ τότε ἡ ψυχή σου! |
24 Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει· οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. | 24 Κανείς δεν ημπορεί να υπηρετή συγχρόνως δύο κυρίους· διότι η θα μισήση τον ένα και θα αγαπήση τον άλλον η θα προσκολληθή στον ένα και θα καταφρονήση τον άλλο. Και σεις δεν είναι δυνατόν να υπηρετήτε τον Θεόν και τον πλούτον· η θα αγαπήσετε τον Θεόν και θα περιφρονήσετε τους επιγείους θησαυρούς η θα υποδουλωθήτε εις αυτούς και θα καταφρονήσετε τον Θεόν. | 24 Μὴ ἀπατᾶτε δὲ τὸν ἑαυτόν σας μὲ τὴν ἰδέαν, ὅτι εἶναι δυνατὸν καὶ εἰς τὴν γῆν νὰ θησαυρίζῃ κανεὶς καὶ εἰς τὸν Θεὸν νὰ εἶναι προσκολλημένος.Κανεὶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἶναι δοῦλος συγχρόνως εἰς δύο κυρίους.Διότι ἢ θὰ μισήσῃ τὸν ἕνα καὶ θὰ ἀγαπήσῃ τὸν ἄλλον· ἢ θὰ προσκολληθῇ εἰς τὸν ἕνα καὶ θὰ καταφρονήσῃ τὸν ἄλλον.Δὲν δύνασθε νὰ εἶσθε συγχρόνως δοῦλοι καὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ μαμωνᾶ.Ἢ θὰ μισήσετε τὸν πλοῦτον, διὰ νὰ ἀγαπήσετε τὸν Θεόν, ἢ θὰ προσκολληθῆτε εἰς τὸν πλοῦτον καὶ θὰ καταφρονήσετε τότε τὸν Θεόν. |
25 Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστιν τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος; | 25 Δια τούτο ακριβώς και σας λέγω, μη φροντίζετε με στενοχωρίαν και αγωνίαν δια την ζωήν σας, δηλαδή δια το τι θα φάγετε και το τι θα πίετε, ούτε και δια το σώμα σας με τι θα ενδυθήτε. Δεν αξίζει η ζωή περισσότερον από την τροφήν και το σώμα από το ένδυμα; (Ο Θεός, που σας έδωσε το πολυτιμότερον, δεν θα σας δώση και το κατώτερον;) | 25 Ἀφοῦ λοιπὸν ἡ καρδία σας πρέπει νὰ ἀνήκῃ ἀποκλειστικὰ εἰς τὸν Θεόν, διὰ τοῦτο σᾶς λέγω, κόψατε τὴν ρίζαν τῆς πλεονεξίας καὶ μὴ φροντίζετε μὲ ἀγωνίαν καὶ στενοχωρίαν διὰ τὴν ζωήν σας, τὶ θὰ φάγετε καὶ τί θὰ πίετε, οὔτε διὰ τὸ σῶμα σας, τὶ θὰ ἐνδυθῆτε.Δὲν ἀξίζει ἡ ζωὴ περισσότερον ἀπὸ τὴν τροφὴν καὶ τὸ σῶμα πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸ ἔνδυμα; Ὁ Θεὸς λοιπόν, ποὺ σᾶς ἔδωκε τὰ ἀνώτερα ταῦτα, θὰ σᾶς δώσῃ καὶ τὰ κατώτερα, τὴν τροφὴν δηλαδὴ καὶ τὸ ἔνδυμα. |
26 ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; | 26 Παρατηρήστε τα πτηνά του ουρανού και ίδετε ότι αυτά ούτε σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε συγκεντρώνουν τροφάς εις αποθήκας. Και όμως ο Πατήρ σας ο ουράνιος τα τρέφει. Σεις δεν έχετε ασυγκρίτως μεγαλυτέραν αξίαν από αυτά; | 26 Κυττάξατε τὰ πετεινά, ποὺ πετοῦν εἰς τὸν ἀέρα, καὶ ἴδετε, ὅτι αὐτὰ δὲν σπείρουν, οὔτε θερίζουν, οὔτε μαζεύουν εἰς ἀποθήκας διὰ τὸν χειμῶνα ἢ τὸν καιρὸν τῆς στερήσεως.Καὶ ὅμως ὁ Πατήρ σας ὁ ἐπουράνιος τὰ τρέφει.Σεῖς δὲν ἀξίζετε πολὺ περισσότερον ἀπὸ αὐτά; |
27 τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα; | 27 Ποιός δε από σας, όσας πολλάς και μεγάλας φροντίδας και αν καταβάλη, ημπορεί να προσθέση στο ανάστημά του ένα πήχυν; | 27 Διὰ νὰ καταλάβετε δέ, πόσον ἀνόητος καὶ ἀνίσχυρος εἶναι ἡ μέριμνά σας αὐτή, σᾶς ἐρωτῶ: Ποῖος ἀπὸ σᾶς, ὀσονδήποτε καὶ ἂν φροντίσῃ, ἠμπορεῖ νὰ προσθέσῃ εἰς τὸ ἀνάστημά του ἕνα πῆχυν; Κανείς.Τί κατορθώνετε λοιπὸν μὲ τὴν μέριμνάν σας; |
28 καὶ περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει· | 28 Και περί του ενδύματος διατί φροντίζετε με τόσην ανησυχίαν και αγωνίαν; Παρατηρήστε με προσοχήν τα άνθη του αγρού, πως φυτρώνουν και πως αυξάνουν. Ούτε κοπιάζουν ούτε γνέθουν. | 28 Καὶ διὰ τὸ ἔνδυμα διατὶ κυριεύεσθε ἀπὸ ἀνήσυχον καὶ ἀγωνιώδη φροντίδα; Παρατηρήσατε τὰ ἄνθη, ποὺ φυτρώνουν μόνα των εἰς τὸν ἀγρόν, μὲ ποῖον τρόπον αὐξάνουν.Δὲν κοπιάζουν οὔτε γνέθουν· |
29 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων. | 29 Και όμως σας λέγω τούτο, ούτε και αυτός ο Σολομών με όλην του την βασιλικήν μεγαλοπρέπειαν και δόξαν δεν εφόρεσε ποτέ ένα τόσον περίλαμπρον ένδυμα ωσαν αυτό, με το οποίον περιβάλλεται ένα από τα ταπεινά αυτά άνθη. | 29 καὶ ὅμως σᾶς λέγω, ὅτι οὔτε ὁ σοφὸς εἰς ἐπινοήσεις Σολομών, μὲ ὅλην τὴν ἑξακουσμένην βασιλικὴν μεγαλοπρέπειάν του καὶ τὴν λαμπρὰν καὶ ἔνδοξον περιβολὴν καὶ παράστασίν του, δὲν περιεβλήθη ἔνδυμα τόσον ὠραῖον καὶ θαυμάσιον, ὅπως περιβάλλεται ἕνα ἀπὸ τὰ ἄνθη αὐτά. |
30 Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; | 30 Εάν δε ο Θεός ενδύη με τόσην λαμπρότητα τα χορτάρια του αγρού, που σήμερα υπάρχουν και αύριον ρίπτονται στον φούρνον, δεν θα ενδύση πολύ περισσότερον σας, ολιγόπιστοι; | 30 Ἐὰν δὲ ὁ Θεὸς τόσον μεγαλοπρεπῶς ἐνδύῃ τὰ ἀγριόχορταρα, ποὺ φυτρώνουν μόνα των εἰς τὸν ἀγρόν, καὶ ποὺ δὲν ἔχουν προορισμὸν νὰ ζήσουν αἰώνια, ὅπως σεῖς, ἀλλὰ σήμερον ὑπάρχουν καὶ αὔριον ρίπτονται εἰς τὸν φοῦρνον ὡς καύσιμον ὑλικόν, δὲν θὰ δώσῃ ἔνδυμα πολὺ περισσότερον εἰς σᾶς, ὦ ὀλιγόπιστοι; |
31 μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἤ τί πίωμεν ἤ τί περιβαλώμεθα; | 31 Λοιπόν μη κυριευθήτε ποτέ από την ανήσυχον μέριμναν και μη λέγετε συνεχώς, τι θα φάγωμεν η τι θα πίωμεν η τι θα ενδυθώμεν; | 31 Μὴ καταληφθῆτε λοιπὸν ποτὲ ἀπὸ ἀνήσυχον φροντίδα λέγοντες, τί θὰ φάγωμεν ἢ τί θὰ πίωμεν ἢ τί θὰ περιβληθῶμεν ὡς ἔνδυμα; |
32 πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδεν γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. | 32 Διότι οι ειδωλολάτραι (που δεν γνωρίζουν τα αιώνια αγαθά και την στοργικήν πρόνοιαν του Θεού), επιζητούν αποκλεστικά και μόνον αυτά τα φθαρτά αγαθά. Σεις όμως μην κυριεύεσθε από τέτοιες μέριμνες, διότι ο Πατήρ σας ο ουράνιος γνωρίζει ότι έχετε ανάγκην από όλα αυτά, και σαν πανάγαθος, που είναι, θα σας τα δώση. | 32 Διότι οἱ ἐθνικοὶ καὶ εἰδωλολάτραι, ποὺ ἁγνοοῦν ὁλοτελῶς τὰ ἀσυγκρίτου ἀξίας οὐράνια ἀγαθά, ζητοῦν ὅλα αὐτὰ τὰ μάταια καὶ φθαρτά, ὡς τὰ μόνα σοβαρὰ καὶ ἀπαραίτητα.Σεῖς ὅμως μὴ ἀνησυχῆτε δι' αὐτά, διότι ὁ Πατήρ σας ὁ οὐράνιος γνωρίζει, ὅτι ἔχετε ἀνάγκην ἀπὸ ὅλα αὐτὰ καὶ συνεπῶς θὰ σᾶς τὰ δώσῃ αὐτός. |
33 ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν. | 33 Ζητείτε δε κατά πρώτον και κύριον λόγον την βασιλείαν του Θεού και την αρετήν που θέλει από σας ο Θεός, και όλα αυτά τα επίγεια αγαθά θα σας δοθούν μαζή με τα ανεκτίμητα αγαθά της βασιλείας των ουρανών. | 33 Ζητεῖτε δὲ πρωτίστως καὶ κυρίως τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόκτησιν τῶν ἀρετῶν, ποὺ ὁ Θεὸς ζητεῖ ἀπὸ σᾶς ὡς ὅρον, διὰ νὰ σᾶς χαρίσῃ τὰ ἀγαθὰ ταῦτα, καὶ τότε ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια θὰ σᾶς δοθοῦν μαζὶ μὲ ἐκεῖνα. |
34 Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον, ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει τα ἑαυτῆς· ἀρκετὸν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς. | 34 Λοιπόν μη καταληφθήτε ποτέ από την ανήσυχον μέριμναν δια τας ανάγκας της αυριανής ημέρας. Διότι η αύριον θα φροντίση δι' όσα θα χρειασθήτε κατ' αυτήν. Εις κάθε ημέραν αρκούν αι ιδικαί της ασχολίαι και τα ιδικά της βάσανα. | 34 Μὴ κυριευθῆτε λοιπὸν ἀπὸ ἀνήσυχον φροντίδα δι' ὅσα ἐνδέχεται νὰ παρουσιασθοῦν κατὰ τὴν αὔριον.Διότι ἡ αὐριανὴ ἡμέρα θὰ φροντίσῃ δι' ὅσα θὰ σᾶς συμβοῦν κατ' αὐτήν.Ἀρκεῖ διὰ τὴν ἡμέραν ἡ ἰδική της σκοτούρα καὶ ταλαιπωρία. |