Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:45
Δύση: 20:05
Σελ. 11 ημ.
110-256
16ος χρόνος, 5907η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΥΗ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 20 (Κ)


 
 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ ἐλάλησε Κύριος τῷ ᾿Ιησοῖ λέγων· 1 Επειτα από αυτά ωμίλησεν ο Κυριος προς τον Ιησούν λέγων· 1 Κατόπιν ὁ Κύριος ἐμιλησε εἰς τὸν Ἰησοῦν τοῦ Ναυῆ καὶ τοῦ εἶπε:
2 λάλησον τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ λέγων· δότε τὰς πόλεις τῶν φυγαδευτηρίων, ἃς εἶπα πρὸς ὑμᾶς διὰ Μωυσῆ. 2 “ειπέ προς τους Ισρσηλίτας τα εξής· Δωσατε τώρα τας πόλεις που θα χρησιμεύσουν ως άσυλα, όπως σας διέταξα άλλοτε δια του Μωϋσή. 2 «Μίλησε εἰς τοὺς Ἰσραηλῖτες καὶ εἰπέ τους: «Ὁρίσατε καὶ δῶστε τὶς πόλεις - ἄσυλα (φυγαδευτήρια), διὰ τὶς ὁποῖες σᾶς ἐμίλησα παλαιότερα μὲ τὸ στόμα τοῦ Μωϋσῆ.
3 φυγαδευτήριον τῷ φονευτῇ τῷ πατάξαντι ψυχὴν ἀκουσίως, καὶ ἔσονται ὑμῖν αἱ πόλεις φυγαδευτήριον, καὶ οὐκ ἀποθανεῖται ὁ φονευτὴς ὑπό τοῦ ἀγχιστεύοντος τὸ αἷμα, ἕως ἂν καταστῇ ἐναντίον τῆς συναγωγῆς εἰς κρίσιν. 3 Καθε μία από τας πόλεις άσυλα θα είναι καταφύγιον δια τον φονέα ο οποίος ακουσίως εφόνευσεν άνθρωπον. Αι πόλεις αυταί θα είναι απαραβίαστα καταφύγια όπου δεν έχει το δικαίωμα ο συγγενής του φονευθέντος να εκτελέση τον φονευτήν, μέχρις ότου αυτός προσαχθή ενώπιον του λαού και εισαχθή εις δίκην. 3 Κάθε μία ἀπὸ αὐτὲς τὶς πόλεις θὰ εἶναι ἄσυλον (φυγαδευτήριον) διὰ τὸν φονιᾶν, ποὺ ἐφόνευσε ἄνθρωπον ἀπὸ ἀμέλειαν, ἀπὸ ἀπροσεξίαν, ἀθέλητα. Οἱ πόλεις αὐτὲς θὰ σᾶς χρησιμεύουν ὡς καταφύγια, ἄσυλα, φυγαδευτήρια, τὰ ὁποῖα δὲν θὰ ἠμπορῇ νὰ παραβιάσῃ κανείς· ὁ στενὸς συγγενὴς τοῦ θύματος δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ φονεύσῃ τὸν φονιᾶν, ποὺ θὰ καταφεύγῃ ἐκεῖ, μέχρις ὅτου (ὁ φονιᾶς) ὁδηγηθῇ καὶ παρουσιασθῇ εἰς κανονικήν (δημοσίαν) δίκην ἐνώπιον τοῦ λαοῦ.
4 [(᾿Εκ τοῦ κώδ. Α) Καὶ φεύξεται εἰς μίαν τῶν πόλεων τούτων καὶ στήσεται ἐπὶ τὴν θύραν τῆς πόλεως καὶ λαλήσει ἐν τοῖς ὠσὶ τῶν πρεσβυτέρων τῆς πόλεως ἐκείνης τοὺς λόγους τούτους καὶ ἐπιστρέψουσιν αὐτὸν ἡ συναγωγὴ πρὸς αὐτοὺς καὶ δώσουσιν αὐτῷ τόπον καὶ κατοικήσει μετ' αὐτῶν 4 Ο φονεύς θα τρέξη εις μίαν από τας πόλεις αυτάς, θα σταθή εις την θύραν της πόλεως και θα αναφέρη στους πρεσβυτέρους της πόλεως εκείνης τους λόγους που τον ηνάγκασαν να καταφύγη εις αυτήν. Οι δε πρεσβύτεροι θα δεχθούν πλησίον των τον ακούσιον φονέα και θα παραχωρήσουν εις αυτόν τόπον, δια να κατοικήση μαζή των, 4 Ὅταν ὁ φονιᾶς μετὰ τὸν φόνον καταφύγῃ εἰς μίαν ἀπὸ τὶς πόλεις - ἄσυλα, θὰ σταθῇ εἰς τὴν πύλην τῆς πόλεως, ποὺ εἶναι ὁ τόπος, ὅπου ἀπονέμεται ἡ δικαιοσύνη· ἐκεῖ θὰ ἐξηγήσῃ (πρόχειρα) τὴν ὑπόθεσίν του καὶ θὰ ἀναφέρῃ τὶ συνέβη εἰς τοὺς πρεσβυτέρους (τὴν Γερουσίαν) τῆς πόλεως. Κατόπιν οἱ πρεσβύτεροι θὰ τὸν ὁδηγήσουν εἰς τὴν πόλιν, θὰ τὸν δεχθοῦν ὡς συμπολίτην των, θὰ τοῦ δώσουν μέρος νὰ κατοικήσῃ καὶ αὐτὸς θὰ κατοικήσῃ μαζί των
5 καὶ ὅτι διώξεται ὁ ἀγχιστεύων τὸ αἷμα ὀπίσω αὐτοῦ καὶ οὐ συγκλείσουσι τὸν φονεύσαντα ἐν τῇ χειρὶ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ εἰδὼς ἐπάταξε τὸν πλησίον αὐτοῦ καὶ οὐ μισῶν αὐτὸς αὐτὸν ἀπ' ἐχθὲς καὶ τῆς τρίτης 5 διότι ο συγγενής του φονευθέντος θα καταδιώξη τον φονέα. Δεν θα παραδώσουν οι πρεσβύτεροι τον φονέα εις τα χέρια του συγγενούς του φονευθέντος, διότι εκείνος εφόνευσε χωρίς να το θέλη τον πλησίον του, χωρίς να έχη κανένα μίσος και καμμίαν αφορμήν μαζή του κατά τας προηγουμένας ημέρας. 5 τοῦτο πρέπει νὰ κάμνουν, διότι ὁ στενὸς συγγενὴς τοῦ θύματος θὰ καταδιώξῃ τὸν φονιᾶν, διὰ νὰ ἐκδικηθῇ τὸν φόνον. Οἱ πρεσβύτεροι ὅμως δὲν θὰ παραδώσουν τὸν φονιᾶν εἰς τὰ χέρια τοῦ διώκτου του· διότι (ὁ φονιᾶς) ἐσκότωσε τὸν συνάνθρωπόν του ἀπὸ ἀμέλειαν, ἀπὸ ἀπροσεξίαν, ἀθέλητα καὶ ὄχι διότι τὸν ἐμισοῦσε προηγουμένως ἢ διότι ἔτρεφε μνησικακίαν καὶ ἔχθραν ἐναντίον του.
6 καὶ κατοικήσει ἐν τῇ πόλει ἐκείνῃ ἕως στῇ κατὰ πρόσωπον τῆς συναγωγῆς εἰς κρίσιν ἕως ἀποθάνῃ ὁ ἱερεὺς ὁ μέγας, ὃς ἔσται ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις· τότε ἐπιστρέψει ὁ φονεύσας καὶ ἐλεύσεται εἰς τὴν πόλιν αὐτοῦ καὶ πρὸς τὸν οἶκον αὐτοῦ καὶ πρὸς πόλιν ὅθεν ἔφυγεν ἐκεῖθεν.]. 6 Ο φονεύς θα παραμείνη εις την πόλιν εκείνην, μέχρις ότου εμφανισθή ενώπιον του λαού, δια να δικασθή νομίμως η μέχρις ότου αποθάνή ο αρχιερεύς, ο οποίος ήτο κατά την περίοδον εκείνην. Τοτε θα επιστρέψη ο ακούσιος φονεύς και θα έλθη εις την πόλιν αυτού, στον οίκον του, εις την πόλιν από όπου έφυγε”. 6 Ὁ φονιᾶς θὰ κατοικῇ εἰς τὴν πόλιν - ἄσυλον μέχρις ὅτου ὁδηγηθῇ καὶ παρουσιασθῇ εἰς κανονικήν (δημοσίαν) δίκην ἐνώπιον τοῦ λαοῦ, διὰ νὰ δικασθῇ μὲ δικαιοσύνην καὶ ἀντικειμενικότητα. Ἢ μέχρις ὅτου ἀποθάνῃ ὁ Ἀρχιερεύς, ποὺ θὰ ἱερατεύῃ κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην. Μετὰ τὸν θάνατον τοῦ Ἀρχιερέως ὁ φονιᾶς θὰ φύγῃ ἀπὸ τὴν πόλιν - ἄσυλον καὶ θὰ ἐπιστρέψῃ εἰς τὴν πόλιν του καὶ εἰς τὴν οἰκογένειάν του, εἰς τὴν πόλιν ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἔφυγε».
7 καὶ διέστειλε τὴν Κάδης ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ἐν τῷ ὄρει τῷ Νεφθαλὶ καὶ Συχὲμ ἐν τῷ ὄρει τῷ ᾿Εφραὶμ καὶ τὴν πόλιν ᾿Αρβὸκ (αὕτη ἐστὶ Χεβρών) ἐν τῷ ὄρει τῷ ᾿Ιούδα. 7 Ο Ιησούς εξεχώρισεν ως άσυλον πόλιν την Καδης εις την Γαλιλαίαν, εις την ορεινήν περιοχήν της φυλής Νεφθαλί· την Συχέμ, εις την ορεινήν περιοχήν της φυλής Εφραίμ, και την πόλιν Αρβόκ (αυτή είναι η Χεβρών) εις την ορεινήν περιοχήν της φυλής του Ιούδα. 7 Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ ἐξεχώρισεν ὡς πόλεις - ἄσυλα τὴν Κάδης εἰς τὴν Γαλιλαῖαν, εἰς τὴν ὀρεινὴν περιοχὴν τῆς φυλῆς Νεφθαλί· καὶ τὴν Συχέμ, εἰς τὴν ὀρεινὴν περιοχὴν τῆς φυλῆς Ἐφραίμ· καὶ τὴν Ἀρβόκ (αὐτὴ εἶναι ἡ Χεβρών), εἰς τὴν ὀρεινὴν περιοχὴν τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα.
8 καὶ ἐν τῷ πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου ἔδωκε Βοσὸρ ἐν τῇ ἐρήμῳ ἐν τῷ πεδίῳ ἀπὸ τῆς φυλῆς Ρουβὴν καὶ ᾿Αρημὼθ ἐν τῇ Γαλαὰδ ἐκ τῆς φυλῆς Γάδ, καὶ τὴν Γαυλὼν ἐν τῇ Βασανίτιδι ἐκ τῆς φυλῆς Μανασσῆ. 8 Ανατολικώς δε του Ιορδάνου ώρισε την Βοσόρ, η οποία ευρίσκεται εις την έρημον περιοχήν της πεδιάδος επί της φυλής Ρουβήν, την Αρημώθ εις την περιοχήν Γαλαάδ της φυλής του Γαδ και την Γαυλών εις την περιοχήν Βασάν της φυλής Μανασσή. 8 Εἰς δὲ τὴν ἀνατολικὴν πλευρὰν τοῦ Ἰορδάνη ὥρισεν ὡς πόλεις - ἄσυλα τὴν Βοσόρ, ἡ ὁποία εὑρίσκεται εἰς τὴν ἔρημον, εἠς τὴν πεδιάδα τῆς περιοχῆς τῆς φυλῆς Ρουβὴν καὶ τὴν Ἀρημώθ, ποὺ εὑρίσκεται εἰς τὴν περιοχὴν Γαλαάδ, ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Γάδ· καὶ τὴν Γαυλῶν, ἡ ὁποία εὑρίσκεται εἰς τὴν περιοχὴν Βασάν, ἀπὸ τὴν φυλὴν τοῦ Μανασσῆ.
9 αὗται αἱ πόλεις αἱ ἐπίκλητοι τοῖς υἱοῖς ᾿Ισραὴλ καὶ τῷ προσηλύτῳ τῷ προσκειμένῳ ἐν αὐτοῖς καταφυγεῖν ἐκεῖ παντὶ παίοντι ψυχὴν ἀκουσίως, ἵνα μὴ ἀποθάνῃ ἐν χειρὶ τοῦ ἀγχιστεύοντος τὸ αἷμα, ἕως ἂν καταστῇ ἔναντι τῆς συναγωγῆς εἰς κρίσιν. 9 Αυταί είναι αι καθρρισθείσαι ως ασυλα-πόλεις δια τους Ισραηλίτας, όπως και δια κάθε ξένον που θα έμενε πλησίον των, δια να κοααφεύγη εκεί κάθε ακούσιος φονεύς και να μη φονευθή από το χέρι συγγενούς του φονευθέντος μέχρις ότου εμφανισθή ενώπιον του λαού και δικασθή νομίμως. 9 Αὐτὲς ἦσαν οἱ ἕξι πόλεις, ποὺ ὡρίσθησαν ὡς ἄσυλα (φυγαδευτήρια) διὰ τοὺς Ἰσραηλῖτες καὶ διὰ κάθε ἐθνικόν, ποὺ εἶχε προσελκυσθῆ εἰς τὴν Ἰουδαϊκὴν πίστιν καὶ ἔγινε προσήλυτος, ὁ ὁποῖος θὰ ἐζοῦσε μεταξύ των· ὥστε κάθε ἕνας ποὺ φονεύει ἀπὸ ἀμέλειαν, ἀπὸ ἀπροσεξίαν, ἀθέλητα συνάνθρωπόν του, νὰ ἠμπορῇ νὰ καταφεύγῃ ἐκεῖ, διὰ νὰ μὴ φονευθῇ ἀπὸ στενὸν συγγενῆ τοῦ θύματος, ὁ ὁποῖος ζητεῖ ἐκδίκησιν, μέχρις ὅτου (ὁ φονιᾶς) ὁδηγηθῇ καὶ παρουσιασθῆ εἰς κανονικήν (δημοσίαν) δίκην ἐνώπιον τοῦ λαοῦ.