Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:37
Δύση: 20:11
Σελ. 17 ημ.
116-250
16ος χρόνος, 5913η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΜΑΚΑΒΑΙΩΝ Δ' - ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 (Ζ)


 
 

 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Ωσπερ γὰρ ἄριστος κυβερνήτης ὁ τοῦ πατρὸς ἡμῶν ᾿Ελεαζάρου λογισμὸς πηδαλιουχῶν τὴν τῆς εὐσεβείας ναῦν ἐν τῷ τῶν παθῶν πελάγει 1 Καθώς ο ευσεβής λογισμός υπήρξεν εξαίρετος κυβερνήτης του πατρός ημών Ελεαζάρου κατευθύνων το πλοίον της ευσεβείας μέσα στο πέλαγος των παθών, 1
2 καὶ καταικιζόμενος ταῖς τοῦ τυράννου ἀπειλαῖς καὶ καταντλούμενος ταῖς τῶν βασάνων τρικυμίαις, 2 αυτός δεχόμενος τας απειλάς του τυράννου και καταταλαιπωρούμενος από τον κατακλυσμόν των βασανιστηρίων, 2
3 κατ' οὐδένα τρόπον μετέτρεψε τοὺς τῆς εὐσεβείας οἴακας, ἕως οὗ ἔπλευσεν ἐπὶ τὸν τῆς ἀθανάτου νίκης λιμένα. 3 κατ' ουδένα τρόπον μετέτρεψε το πηδάλιον της ευσεβείας, έως ότου έφθασεν στον λιμένα της αθανάτου νίκης. 3
4 οὐχ οὕτως πόλις πολλοῖς καὶ ποικίλοις μηχανήμασιν ἀντέσχε ποτὲ πολιορκουμένη, ὡς ὁ πανάγιος ᾿Ελεάζαρος· τὴν ἱερὰν ψυχὴν αἰκισμοῖς τε καὶ στρέβλαις πυρπολούμενος ἐνίκησε τοὺς πολιορκοῦντας διὰ τὸν ὑπερασπίζοντα τῆς εὐσεβείας λογισμόν. 4 Ποτέ δεν έδειξε τόσην αντοχήν μία πόλις, όταν επολιορκείτο με πολυποικίλους πολιορκητικάς μηχανάς, όσην έδειξεν ο αγιώτατος Ελεάζαρος. Και μολονότι η ιερά ψυχή του κατεκαίετο από τας κακοποιήσεις και τας στρεβλώσεις, ενίκησεν εν τούτοις τους πολιορκητάς του χάρις στον υπέρμαχον της ευσεβείας λογισμόν. 4
5 ὥσπερ γὰρ πρόκρημνον ἄκραν τὴν ἑαυτοῦ διάνοιαν ὁ πατὴρ ᾿Ελεάζαρος ἐκτείνας, περιέκλασεν τοὺς ἐπιμαινομένους τῶν παθῶν κλύδωνας. 5 Αφού εξέτεινε γύρω από τον εαυτόν του τον νουν, ωσάν απόκρημνον και απόρθητον ακρόπολιν, συνέτριψε τας λυσσαλέας εφόδους των παθών. 5
6 ὦ ἄξιε τῆς ἱερωσύνης ἱερεῦ, οὐκ ἐμίανας τοὺς ἱεροὺς ὀδόντας οὐδὲ τὴν θεοσέβειαν καὶ καθαρισμὸν νόμιμον χωρήσασαν γαστέρα ἐκοινώνησας μιαροφαγίᾳ. 6 Ω άξιε λειτουργέ της ιερωσυνης, δεν εμόλυνες τους ιερούς οδόντας σου ούτε προσέφερες εις την μικροφαγίαν την κοιλίαν σου, που είχε δεχθή την θεοσέβειαν με τον καθαρμόν του Νομου. 6
7 ᾦ σύμφωνε νόμου καὶ φιλόσοφε θείου βίου. 7 Ω ακόλουθε και τηρητά του νόμου και φιλόσοφε του θείου βίου, 7
8 τοιούτους δὴ δεῖ εἶναι τοὺς ἱερουργοῦντας τὸν νόμον ἰδίῳ αἵματι καὶ γενναίῳ ἱδρῶτι τοῖς μέχρι θανάτου πάθεσιν ὑπερασπίζοντας. 8 τέτοιοι λοιπόν πρέπει να είναι οι ιεροί λειτουργοί, να υπερασπίζουν τον Νομον με το ίδιόν των αίμα και τον γενναίον ιδρώτα των δια πάθους μέχρι θανάτου. 8
9 σὺ πάτερ, τὴν εὐνομίαν ἡμῶν διὰ τῶν ὑπομονῶν εἰς δόξαν ἐκύρωσας καὶ τὴν ἁγιστείαν σεμνολογήσας οὐ κατέλυσας καὶ διὰ τῶν ἔργων ἐπιστοποίησας τοὺς τῆς θείας φιλοσοφίας λόγους, 9 Συ, πάτερ, με την πολήν καρτερίαν σου έδωκες το κύρος της δόξης στον σεβααμόν μας προς τον Νομον και αγωνισθείς δια την ευσέβειαν με σεμνότητα λόγων δεν κατέλυσες την πατροπαράδοτον ευσέβειαν, αλλά τουναντίον δια των έργων σου επεσφράγισες τους λόγους της θείας φιλοσοφίας. 9
10 ὦ βασάνων βιαιότερε γέρον, καὶ πυρὸς εὐτονώτερε πρεσβῦτα, καὶ παθῶν μέγιστε βασιλεῦ ᾿Ελεάζαρε. 10 Ω γέρον, ισχυρότερε από τα βασανιστήρια! Πρεσβύτα, ορμητικώτερε από το πυρ! Βασιλεύ μέγιστε επί των παθών, Ελεάζαρε! 10
11 ὥσπερ γὰρ ὁ πατὴρ ᾿Ααρὼν τῷ θυμιατηρίῳ καθωπλισμένος διὰ τοῦ ἐθνοπλήθους ἐπιτρέχων τὸν ἐμπυριστὴν ἐνίκησεν ἄγγελον, 11 Οπως ο πρόγονος ήμων ο Ααρών, ωπλισμένος ασφαλώς με το θυμιατήριον, καταδιώκων δια μέσου του πλήθους του λαού μας, ενίκησε τον πυρπολητήν άγγελον, 11
12 οὕτως ὁ ᾿Ααρωνίδης ᾿Ελεάζαρος διὰ τοῦ πυρὸς ὑπερτηκόμενος οὐ μετετράπη τὸν λογισμόν. 12 έτσι και ο απόγονος του Ααρών, ο Ελεάζαρος, ενώ έλυωνε από το πυρ, δεν μετέβαλε τον λογισμόν του. 12
13 καίτοι τὸ θαυμασιώτατον, γέρων ὤν, λελυμένων μὲν ἤδη τῶν τοῦ σώματος τόνων, περικεχαλασμένων δὲ τῶν σαρκῶν, κεκμηκότων δὲ καὶ τῶν νεύρων, ἀνενέασε 13 Το δε υπεροχώτερον, ενώ ήτο γέρων και είχον ήδη εξασθενήσει αι σωματικαί του δυνάμεις, αι σάρκες είχαν χαλαρωθή και τα νεύρα του είχαν κουρασθή, έδειξε νεανικόν φρόνημα 13
14 τῷ πνεύματι διὰ τοῦ λογισμοῦ καὶ τῷ ἰσακίῳ λογισμῷ τὴν πολυκέφαλον στρέβλαν ἠκύρωσεν. 14 και κατά το πνεύμα δια του λογισμού, και με τον ισάξιον του πνεύματος λογισμόν ηχρήστευσε την πολυκέφαλον στρέβλαν του μαρτυρίου. 14
15 ὦ μακαρίου γήρως καὶ σεμνῆς πολιᾶς καὶ βίου νομίμου, ὃν πιστὴ θανάτου σφραγὶς ἐτελείωσεν. 15 Ω μακάριον γήρας, σεβαστή λευκότης και ζωη, σύμφωνος προς τον Νομον, που τον ωλοκλήρωσε πιστή σφραγίς θανάτου! 15
16 εἰ δέ τοίνυν γέρων ἀνὴρ τῶν μέχρι θανάτου βασάνων περιεφρόνησε δι' εὐσέβειαν, ὁμολογουμένως ἡγεμών ἐστι τῶν παθῶν ὁ εὐσεβὴς λογισμός. 16 Εάν, λοιπόν, ενας ανήρ γέρων κατεφρόνησε τα μέχρι θανάτου βασανιστήρια δια την θεοσέβειαν, πρέπει να ομολογήσωμεν ότι ο ευσεβής λογισμός είναι κύριος των παθών. 16
17 ῎Ισως δ' ἂν εἴποιέν τινες· τῶν παθῶν οὐ πάντες περικρατοῦσιν, ὅτι οὐδὲ πάντες φρόνιμον ἔχουσι τὸν λογισμόν. 17 Θα είχαν, ίσως, μερικοί την εξής αντίρρησιν· δεν γίνονται όλοι κύριοι επί των παθών, διότι δεν έχουν όλοι σώφρονα τον λογισμόν. 17
18 ἀλλ' ὅσοι εὐσεβείας προνοοῦσιν ἐξ ὅλης καρδίας, οὗτοι μόνοι δύνανται κρατεῖν τῶν τῆς σαρκὸς παθῶν, 18 Αλλά όσοι με όλην την ψυχήν των κάμνουν αντικείμενον της φροντίδος των την ευσέβειαν, μόνον αυτοί έχουν την δύναμιν να κυριαρχήσουν επί των παθών της σαρκός, 18
19 πιστεύοντες, ὅτι Θεῷ οὐκ ἀποθνήσκουσιν, ὥσπερ οὐδὲ οἱ πατριάρχαι ἡμῶν ῾Αβραάμ, ᾿Ισαάκ, ᾿Ιακώβ, ἀλλὰ ζῶσι τῷ Θεῷ. 19 με την πίστιν, ότι δεν αποθνήσκουν ενώπιον του Θεού όπως δεν απέθανον ούτε οι πατριάρχαι ημών 'Αβρααμ, Ισαάκ και Ιακώβ, αλλά είναι ζώντες εν τω Θεώ. 19
20 οὐδὲν οὖν ἐναντιοῦται τὸ φαίνεσθαί τινας παθοκρατεῖσθαι διὰ τὸν ἀσθενῆ λογισμόν. 20 Δεν αποτελεί λοιπόν αντίθετον απόδειξιν το γεγονός ότι μερικοί κυριαρχούνται από τα πάθη εξ αιτίας ασθενούς λογισμού. 20
21 ἐπεὶ τίς πρὸς ὅλον τὸν τῆς φιλοσοφίας κανόνα εὐσεβῶς φιλοσοφῶν 21 Ας σκεφθώμεν τούτο· ποιός, ενώ ζη ευσεβώς με τους οφθαλμούς εστραμμένους προς όλην την κλίμακα της φιλοσοφίας της ζωής, 21
22 καὶ πεπιστευκὼς Θεῷ καὶ εἰδὼς ὅτι τὸ διὰ τὴν ἀρετὴν πάντα πόνον ὑπομένειν μακάριόν ἐστιν, οὐκ ἂν περικρατήσειεν τῶν παθῶν διὰ τὴν θεοσέβειαν; 22 εάν έχη πίστιν στον Θεόν και γνωρίζη ότι μακαριότης είναι το να υπομένη κάθε τόσον χάριν της αρετής, ποιός δεν θα αποδειχθή κύριος των παθών εξ αιτίας του σεβασμού του προς τον Θεόν; 22
23 μόνος γὰρ ὁ σοφὸς καὶ σώφρων ἀνδρεῖός ἐστι τῶν παθῶν κύριος. 23 Μονος ο σοφός και σώφρων είναι ανδρείος και κύριος των παθών. 23