Σάββατο, 12 Οκτωβρίου 2024
Ανατ: 07:31
Δύση: 18:53
Σελ. 10 ημ.
286-80
16ος χρόνος, 6083η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΜΑΚΑΒΑΙΩΝ Δ' - ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 15 (ΙΕ)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Ω λογισμὲ τέκνων παθῶν τύραννε καὶ εὐσέβεια μητρὶ τέκνων ποθεινοτέρα. 1 Ω λογισμέ; Που κυριαρχείς επί του μητρικού πάθους προς τα τέκνα, και ω ευσέβεια, περισσότερον ποθητή εις την μητέρα από τα τέκνα! 1
2 μήτηρ δυοῖν προκειμένων, εὐσεβείας καὶ τῆς τῶν ἑπτὰ υἱῶν σωτηρίας προσκαίρου κατὰ τὴν τοῦ τυράννου ὑπόσχεσιν, 2 Δυο πράγματα είχεν εμπρός της η μητέρα, την ευσέβειαν και την, πρόσκαιρον άλλως τε, σωτηρίαν των επτά παιδιών της, σύμφωνα με την υπόσχεσιν του τυράννου. 2
3 τὴν εὐσέβειαν μᾶλλον ἠγάπησε τὴν σῴζουσαν εἰς αἰώνιον ζωὴν κατὰ Θεόν. 3 Ηγάπησεν όμως περισσότερον την ευσέβειαν, που σώζει εις την κατά Θεόν αιωνίαν ζωήν. 3
4 ᾦ τίνα τρόπον ἠθολογήσαιμι, φιλότεκνα γονέων πάθη. ψυχῆς τε καὶ μορφῆς ὁμοιότητα εἰς μικρὸν παιδὸς χαρακτῆρα θαυμάσιον ἐναποσφραγίζομεν, μάλιστα διὰ τὸ τῶν παθῶν τοῖς γεννηθεῖσι τὰς μητέρας τῶν πατέρων καθεστάναι συμπαθεστέρας. 4 Πως να εμβαθύνω στο ήθος και να ερμηνεύσω το πάθος της φιλοστοργίας των γονέων προς τα τέκνα; Την ομοιότητα της ψυχής αλλά και του σώματος εγχαράττομεν και αποθέτομεν κατά θαυμάσιον τρόπον στου μικρού παιδιού τον χαρακτήρα. Αλλά αι μητέρες γίνονται εις των παιδιά των συμπαθέστεραι από τους πατέρας δια την έντασιν ακριβώς της συμπαθείας των προς αυτά. 4
5 ὅσῳ γὰρ καὶ ἀσθενόψυχοι καὶ πολυγονώτεραι ὑπάρχουσιν αἱ μητέρες, τοσοῦτον μᾶλλόν εἰσι φιλοτεκνότεραι. 5 Διότι όσον περισσότερον συνδυάζουν την ψυχικήν ευαισθησίαν και την πολυτεκνίαν αι μητέρες, τόσον περισσότερον είναι και φοιλότεκνοι. 5
6 πασῶν δὲ τῶν μητέρων ἐγένετο ἡ τῶν ἑπτὰ παίδων μήτηρ φιλοτεκνοτέρα, ἥτις ἑπτὰ κυοφορίαις τὴν πρὸς αὐτοὺς ἐπιφυτευομένη φιλοστοργίαν 6 Από όλας όμως τας μητέρας η μητέρα των επτά αυτών νέων ανεδείχθη περισσότερον φιλότεκνος, η οποία με επτά κυοφορίας επηύξησε την έμφυτον φιλοστοργίαν της προς αυτούς 6
7 καὶ διὰ πολλὰς τὰς καθ' ἕκαστον αὐτῶν ὠδῖνας ἠναγκασμένη τὴν εἰς αὐτοὺς ἔχειν συμπάθειαν, 7 και τρόπον τινά ηναγκάσθη να τρέφη συμπάθειαν προς αυτούς και δια τους πόνους τοι τοκετού, που εδοκίμασε δια τον καθένα από αυτούς. 7
8 διὰ τὸν πρὸς τὸν Θεὸν φόβον ὑπερεῖδε τὴν τῶν τέκνων πρόσκαιρον σωτηρίαν. 8 Εδειξεν εν τούτοις αδιαφορίαν δια την πρόσκαιρον σωτηρία των παιδιών της, εξ αιτίας της ευλαβείας της προς τον Θεόν. 8
9 οὐ μὴν δέ, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν καλοκἀγαθίαν τῶν υἱῶν καὶ τὴν πρὸς τὸν νόμον αὐτῶν εὐπείθειαν μείζω τὴν ἐν αὐτοῖς ἔσχε φιλοστοργίαν. 9 Επί πλέον δε και δια την αρετήν, που είχαν τα παιδιά της και δια την υπακοήν των στους νόμους απέκτησε μεγαλυτέραν την προς αυτού φιλοστοργίαν. 9
10 δίκαιοί τε γὰρ ἦσαν καὶ σώφρονες καὶ ἀνδρεῖοι καὶ μεγαλόψυχοι καὶ φιλάδελφοι καὶ φιλομήτορες οὕτως, ὥστε καὶ μέχρι θανάτου τὰ νόμιμα φυλάσσοντας πείθεσθαι αὐτῇ. 10 Διότι ήσαν δίκαιοι σώφρονες, γενναίοι, μεγαλόψυχοι, φιλάδελφοι, φιλομήτορες τόσον πολύ, ώστε να υπακούουν εις αυτήν μέχρι θανάτου κα να φυλάσσουν τας εντολάς του Νομου 10
11 ἀλλ' ὅμως καίπερ τοσούτων ὄντων τῶν περὶ φιλοτεκνίαν εἰς συμπάθειαν ἑλκόντων τὴν μητέρα, ἐπ' οὐδενὸς αὐτῶν τὸν λογισμὸν αὐτῆς αἱ παμποίκιλοι βάσανοι ἴσχυσαν μεταστρέψαι, 11 Αλλ' όμως, ενώ ήσαν τόσον πολλά τα κίνητρα της φιλοστοργίας που ωδήγησα την μητέρα στο να συμπάσχη μαζή με τα παιδιά της, δια κανένα από αυτά δεν ημπόρεσαν τα πολυειδή βασανιστήρια μεταβάλουν τον λογισμόν της. 11
12 ἀλλὰ καὶ καθ' ἕνα παῖδα καὶ ὁμοῦ πάντας ἡ μήτηρ ἐπὶ τὸν ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας προετρέπετο θάνατον. 12 Αλλά κάθε παιδί ιδιαιτέρως και όλα μαζή τα προέτρεπεν η μητέρα στον θάνατον υπέρ της ευσεβείας. 12
13 ὦ φύσις ἱερὰ καὶ φίλτρα γονέων καὶ γένεσις φιλόστοργε καὶ τροφεῖα καὶ μητέρων ἀδάμαστα πάθη. 13 Ω ιερά φύσις φίλτρον των γονέων, γέννησις διαποτισμένη από στοργήν, ανατροφή και συναισθήματα αδάμαστα των μητέρων! 13
14 καθ' ἕνα στρεβλούμενον καὶ φλεγόμενον ὁρῶσα μήτηρ, οὐ μετεβάλλετο διὰ τὴν εὐσέβειαν. 14 Εβλεπε το καθένα από τα παιδιά της, να υφίσταται στρεβλώσεις και να καίεται και εν τούτοις δεν μετέβαλλε τρόπον· και τούτο χάριν της ευσεβείας. 14
15 τὰς σάρκας τῶν τέκνων ἑώρα περὶ τὸ πῦρ τηκομένας καὶ τοὺς τῶν ποδῶν καὶ χειρῶν δακτύλους ἐπὶ γῆς σπαίροντας καὶ τὰς τῶν κεφαλῶν μέχρι τῶν περὶ τὰ γένεια σάρκας ὥσπερ προσωπεῖα προκειμένας. 15 Εβλεπε τας σάρκας των παιδιών της να λυώνουν εις τας φλόγας του πυρός, τα δάκτυλα των χειρών και των ποδών να ασπαίρου κατά γης και τας σάρκας από την κόμην μέχρι των γενείων να προεξέχουν ως προσωπείον. 15
16 ὦ πικροτέρων μὲν νῦν μήτηρ πόνων πειρασθεῖσα ἤπερ τῶν ἐπ' αὐτοῖς ὠδίνων. 16 Ω μήτηρ, που εδοκίμασες τώρα πικρότερους πόνους από τους πόνους του τοκετού! 16
17 ὦ μόνη γύναι τὴν εὐσέβειαν ὁλόκληρον ἀποκυήσασα. 17 Ω μόνη γυναίκα, που εγέννησες το σύνολον της ευσεβείας, 17
18 οὐ μετέτρεψέ σε πρωτότοκος ἀποπνέων, οὐδὲ δεύτερος εἰς σὲ οἰκτρὸν βλέπων ἐν βασάνοις, οὐδὲ τρίτος ἀποψύχων, 18 δεν μετέτρεψε το ήθός σου ο πρωτότοκος παραδίδων την ψυχήν, ούτε ο δευτερότοκος που εν μέσω των μαρτυρίων του έστρεφε σπαρακτικόν προς σε το βλέμμα, ούτε ο τρίτος παραδίδων την ψυχήν. 18
19 οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἑνὸς ἑκάστου θεωροῦσα ταυρηδὸν ἐπὶ τῶν βασάνων ὁρῶντας τὸν ἑαυτῶν αἰκισμὸν καὶ τοὺς μυκτῆρας προσημειουμένους αὐτῶν τὸν θάνατον, οὐκ ἔκλαυσας. 19 Ούτε εθρήνησες, καθώς παρατηρούσες τον καθένα εις τα μάτια ατενώς, καθ' ον χρόνον και εκείνοι ευρισκόμενοι επάνω εις τα όργανα του βασανισμού έβλεπαν τον σπαραγμόν του σώματός των, ούτε εκάμφθης βλέπουσα το στόμα των, που προεδήλωνε τον επερχόμενον θάνατόν των. 19
20 ἐπὶ σαρξὶ τέκνων ὁρῶσα σάρκας τέκνων ἀποκαιομένας καὶ ἐπὶ χερσὶ χεῖρας ἀποτεμνομένας καὶ ἐπὶ κεφαλαῖς κεφαλὰς ἀποδειροτομουμένας καὶ ἐπὶ νεκροῖς νεκροὺς πίπτοντας καὶ πολυάνδριον ὁρῶσα τῶν τέκνων τὸ χορεῖον διὰ τῶν βασάνων, οὐκ ἐδάκρυσας. 20 Αν και έβλεπες τας σάρκας των τέκνων σου επάνω εις τας σάρκας των άλλων τέκνων σου να καίωνται, και επάνω εις τα χέρια άλλα χέρια να κόπτωνται και επάνω εις τας κεφαλάς άλλας κεφαλάς να γδέρνωνται και να αποκόπτωνται και επάνω εις νεκρούς να πίπτουν άλλοι νεκροί, αν και έβλεπες να μετατρέπεται δια των βασανιστηρίων εις πολυάνδριον μνήμα ο χορός των τέκνων σου, συ δεν εδάκρυσες. 20
21 οὐχ οὕτως σειρήνειοι μελῳδίαι, οὐδὲ κύκνειοι πρὸς φιληκοΐαν φωναὶ τοὺς ἀκούοντας ἐφέλκονται, ὡς τέκνων φωναὶ μετὰ βασάνων μητέρα φωνούντων. 21 Αι μελωδίαι των σειρήνων, τα άσματα των κύκνων δεν ασκούν τόσην έλξιν εις την ακοήν εκείνων, που τα ακούουν, όσον αι φωναί των παιδιών, τα όποία εν τω μέσω των βασάνων των επικαλούνται την μητέρα! 21
22 πηλίκαις καὶ πόσαις τότε ἡ μήτηρ τῶν υἱῶν βασανιζομένων τροχοῖς τε καὶ καυτηρίοις ἐβασανίζετο βασάνοις; 22 Με πόσον πολλά και μεγάλα βασανιστήρια εβασανίζετο τότε η μητέρα, όταν τα τέκνα της υπέφεραν επάνω στους τροχούς και τας εσχάρας! 22
23 ἀλλὰ τὰ σπλάγχνα αὐτῆς ὁ εὐσεβὴς λογισμὸς ἐν αὐτοῖς τοῖς πάθεσιν ἀνδρειώσας ἐπέτεινε τὴν πρόσκαιρον φιλοτεκνίαν παριδεῖν. 23 Αλλ' ο ευσεβής λογισμός ανδρειωθείς, μέσα ακριβώς εις τα βασανιστήρια εδυνάμωσε την καρδίαν της, ώστε να παραβλέψη την πρόσκαιρον προς τα τέκνα στοργήν. 23
24 καίπερ ἑπτὰ τέκνων ὁρῶσα ἀπώλειαν καὶ τὴν τῶν στρεβλῶν πολύπλοκον ποικιλίαν, ἁπάσας ἡ γενναία μήτηρ ἐξέλυσε διὰ τὴν πρὸς Θεὸν πίστιν. 24 Αν και είχε προ των οφθαλμών της την απώλειαν επτά τέκνων και την πολύπλοκον ποικιλίαν των βασανιστηρίων, όλα η γενναία μήτηρ τα υπερέβη χάρις εις την πίστιν της προς τον Θεόν. 24
25 καθάπερ γὰρ ἐν βουλετηρίῳ τῇ ἑαυτῆς ψυχῇ δεινοὺς ὁρῶσα συμβούλους, φύσιν καὶ γένεσιν καὶ φιλοτεκνίαν καὶ τέκνων στρέβλας, 25 Περικλείει η μητέρα μέσα εις την ψυχήν της, ωσάν εις βουλευτήριον, φοβερούς συμβούλους, την φύσιν, την γέννησιν, την στοργήν προς τα τέκνα και των τέκνων τα βασανιστήρια. 25
26 δύο ψήφους κρατοῦσα μήτηρ, θανατηφόρον τε καὶ σωτήριον, ὑπὲρ τέκνων 26 Και κρατούσα δύο ψήφους, την ψήφον του θανάτου και την ψήφον της σωτηρίας, 26
27 οὐκ ἐπέγνω τὴν σῴζουσαν ἑπτὰ υἱοὺς πρὸς ὀλίγον χρόνον σωτηρίαν, 27 δεν έρριψε προς χάριν των τέκνων της την ψήφον, που θα έσωζεν επ' ολίγον μόνον χρόνον τους επτά υιούς, 27
28 ἀλλὰ τῆς θεοσεβοῦς ῾Αβραὰμ καρτερίας ἡ θυγάτηρ ἐμνήσθη. 28 αλλ' έφερεν στον νουν της, η θυγάτηρ αυτή του Αβραάμ, την ευσεβή καρτερίαν του προπάτορος. 28
29 ὦ μήτηρ ἔθνους, ἔκδικε τοῦ νόμου καὶ ὑπερασπίστρια τῆς εὐσεβείας καὶ τοῦ διὰ σπλάγχνων ἀγῶνος ἀθλοφόρε· 29 Ω μητέρα ολοκλήρου έθνους, εκδικήτρια του Νομου και πρόμαχε της ευσεβείας, αθλοφόρε στον αγώνα της καρδίας! 29
30 ὦ ἀρρένων πρὸς καρτερίαν γενναιοτέρα καὶ ἀνδρῶν πρὸς ὑπομονὴν ἀνδρειοτέρα. 30 Ω γενναιότερα, συ ως προς την, καρτερίαν από το άρρεν φύλον, ανδρειότερα από τους άνδρας ως προς την υπομονήν! 30
31 καθάπερ γὰρ ἡ Νῶε κιβωτὸς ἐν τῷ κοσμοπληθεῖ κατακλυσμῷ κοσμοφοροῦσα καρτερῶς ὑπήνεγκε τοὺς κλύδωνας, 31 Οπως η κιβωτός του Νώε κατά τον κατακλυσμόν, που κατέστρεψε τον κόσμον, φέρουσα τον κόσμον, μέσα της, υπέφερε ακλονήτως τα κύματα, 31
32 οὕτως σύ, ἡ νομοφύλαξ, πανταχόθεν ἐν τῷ τῶν παθῶν περιαντλουμένη κατακλυσμῷ καὶ καρτεροῖς ἀνέμοις, ταῖς τῶν υἱῶν βασάνοις συνεχομένη γενναίως ὑπέμεινας τοὺς ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας χειμῶνας. 32 έτσι και συ, η φρουρός του Νομου. Ενῷ από όλα τα σημεία εδέχεσο κτυπήματα εξαντλητικά εν τω μέσω του κατακλυσμού των οδυνών, και ενώ εκτυπάσο ακόμη από τα δεινά των τέκνων σου, ωσάν από ισχυρούς ανέμους, υπέμεινες με γενναιότητα την τρικυμίαν χάριν της ευσεβείας. 32