Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 Εἰ δὲ τοίνυν καὶ γυνὴ καὶ γηραιὰ καὶ ἑπτὰ παίδων μήτηρ ὑπέμεινε τὰς μέχρι θανάτου βασάνους ὁρῶσα τῶν τέκνων, ὁμολογουμένως αὐτοκράτωρ ἐστὶ τῶν παθῶν ὁ εὐσεβὴς λογισμός. | 1 Εάν, λοιπόν, μία γηραιά γυναίκα, μητέρα επτά τέκνων, είχε την αντοχή να βλέπη τα μέχρι θανάτου μαρτύρια των παιδιών της, αυτό μαρτυρεί, πρέπει να ομολογήσωμεν, ότι κυρίαρχος επάνω εις τα πάθη είναι ο ευσεβής λογισμός. | 1 |
2 ἀπέδειξα οὖν ὅτι οὐ μόνον τῶν παθῶν ἄνδρες ἐπεκράτησαν, ἀλλὰ καὶ γυνὴ τῶν μεγίστων βασάνων ὑπερεφρόνησε. | 2 Απέδειξα, λοιπόν, ότι δεν εκυριάρχησαν άνδρες μόνον επάνω εις τα πάθη, αλλά ακόμη και μία γυναίκα περιεφρόνησε τα μέγιστα βασανιστήρια. | 2 |
3 καὶ οὐχ οὕτως οἱ περὶ τὸν Δανιὴλ λέοντες ἦσαν ἄγριοι, οὐδὲ ἡ κατὰ τὸν Μισαὴλ ἐκφλεγομένη κάμινος λαβροτάτῳ πυρί, ὡς ἡ τῆς φιλοτεκνίας περιέκαιεν ἐκείνην φύσις, ὁρῶσαν αὐτῆς οὕτως ποικίλως τοὺς ἑπτὰ υἱοὺς βασανιζομένους. | 3 Δεν ήσαν τόσον άγριοι οι λέοντες, που περιεκύκλωσαν τον Δανιήλ, ούτε η κάμινος που είχε πυρακτωθή εναντίον του Μισαήλ με σφοδρότατον πυρ, όσον το πυρ της φιλοτεκνίας που περιέφλεγεν εκείνην, καθώς έβλεπε με τόσον περίτεχνα βασανιστήρια να βασανίζωνται τα παιδιά της. | 3 |
4 ἀλλὰ τῷ λογισμῷ τῆς εὐσεβείας κατέσβεσε τοσαῦτα καὶ τηλικαῦτα πάθη ἡ μήτηρ. | 4 Η μητέρα αυτή κατέσβεσεν όλας τας πολυειδείς οδύνας με τον λογισμόν της εύσε βείας. | 4 |
5 καὶ γὰρ τοῦτο ἐπιλογίσασθε, ὅτι εἰ δειλόψυχος ἦν ἡ γυνή, καίπερ μήτηρ οὖσα, ὠλοφύρετο ἂν ἐπ' αὐτοῖς καὶ ἴσως ἂν ταῦτα οὕτως εἶπεν· | 5 Από τα ανωτέρω βγάλατε τούτο το συμπέρασμα· εάν η γυναίκα είχε δειλήν ψυχήν, μητέρα καθώς ήτο, θα εθρηνούσε δια την θανάτωσιν των παιδιών της και θα ωμιλούσεν ίσως ως εξής· | 5 |
6 ὦ μελέα ἔγωγε καὶ πολλάκις τρισαθλία ἥτις ἑπτὰ παῖδας τεκοῦσα οὐδενὸς μήτηρ γεγένημαι. | 6 “Ω δυστυχισμένη εγώ και τρις και πολλάκις αθλία! Επτά παιδιά έχω γεννήσει και ιδού είμαι σαν να μη έχω γίνει μητέρα κανενός παιδιού! | 6 |
7 ὦ μάταιοι ἑπτὰ κυοφορίαι, καὶ ἀνόνητοι ἑπτὰ δεκάμηνοι καὶ ἄκαρποι τιθηνίαι καὶ ταλαίπωροι γαλακτοτροφίαι. | 7 Ω επτά άγονοι εγκυμοσύναι και ανωφελείς επτά δε κάμηνοι και άκαρποι γαλακτοτροφίαι και ταλαιπωρίαι του θηλασμού! | 7 |
8 μάτην ἐφ' ὑμῖν, ὦ παῖδες, πολλὰς ὑπέμεινα ὠδῖνας καὶ χαλεπωτέρας φροντίδας ἀνατροφῆς. | 8 Ματαίως υπέμεινα, ω τέκνα μου, προς χάριν σας πολλάς ωδίνας και βαρυτέρας από αυτάς φροντίδας ανατροφής. | 8 |
9 ὦ τῶν ἐμῶν παίδων, οἱ μὲν ἄγαμοι, οἱ δὲ γήμαντες ἀνόνητοι· οὐκ ὄψομαι ὑμῶν τέκνα, οὐδὲ μάμμη κληθεῖσα μακαρισθήσομαι. | 9 Ω τέκνα μου, όσοι δεν ενυμφεύθητε και όσοι ενυμφεύθητε, αλλά δεν επρολάβατε να αποκτήσετε τέκνα, δεν θα ίδω παιδιά ιδικά σας ούτε θα καλοτυχισθώ καλουμένη μάμμη. | 9 |
10 ὦ ἡ πολύπαις καὶ καλλίπαις ἐγὼ γυνὴ χήρα καὶ μόνη πολύθρηνος· | 10 Αλλοίμονον! Εγώ, που είχα πολλά και καλά τέκνα, ιδού, είμαι τώρα γυναίκα χήρα και μόνη αξία θρήνων πολλών! | 10 |
11 οὐδ' ἂν ἀποθάνω, θάψοντα τῶν υἱῶν ἕξω τινά. - ᾿Αλλὰ τούτῳ τῷ θρήνῳ οὐδένα ὠλοφύρετο ἡ ἱερὰ καὶ θεοσεβὴς μήτηρ, | 11 Ακόμη και όταν αποθάνω, δεν θα έχω κανένα από τα παιδιά μου να με θάψη”. -Κανένα όμως από τα παιδιά της με τέτοιον θρήνον δεν εθρήνησεν η αγία και θεοσεβής μητέρα. | 11 |
12 οὐδ' ἵνα μὴ ἀποθάνωσιν ἀπέτρεπεν αὐτῶν τινα οὐδ ὡς ἀποθνῃσκόντων ἐλυπήθη· | 12 Ούτε ημπόδισε κανένα από τα παιδιά της να αποθάνη, ούτε ακόμη ελυπήθη δι' αυτά αφού απέθνησκον. | 12 |
13 ἀλλ' ὥσπερ ἀδαμάντινον ἔχουσα τὸν νοῦν καὶ εἰς ἀθανασίαν ἀνατίκτουσα τὸν τῶν υἱῶν ἀριθμόν, μᾶλλον ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας ἐπὶ τὸν θάνατον αὐτοὺς προετρέπετο ἱκετεύουσα. | 13 Αλλά, σαν από διαμάντι διατηρούσα σταθερόν τον νουν, και ωσάν να εγεννούσε εκ νέου μέσα εις την αθανασίαν τον αριθμόν των παιδιών της, τα προέτρεπε μάλλον ικετευτικώς προς τον θάνατον χάριν της ευσεβείας. | 13 |
14 ὦ μῆτερ δι' εὐσέβειαν Θεοῦ στρατιῶτι, πρεσβῦτι, καὶ γύναι, διὰ καρτερίαν καὶ τύραννον ἐνίκησας καὶ ἔργοις δυνατωτέρα καὶ λόγοις εὑρέθης ἀνδρός. | 14 Ω μητέρα, που δια την ευσέβειάν σου έγινες στρατιώτης του Θεού, και γραία και γυναίκα με την καρτερίαν σου ενίκησες και τον τύραννον και δια των έργων και δια των λόγων ανεδείχθης ισχυρότερα από άνδρα! | 14 |
15 καὶ γὰρ ὅτε συνελήφθης μετὰ τῶν παίδων, εἱστήκεις τὸν ᾿Ελεάζαρον ὁρῶσα βασανιζόμενον καὶ ἔλεγες τοῖς παισὶν ἐν τῇ ἑβραΐδι φωνῇ. | 15 Διότι, όταν συνελήφθης μαζή με τα παιδιά σου, εστέκεσο παρακολουθούσα τον Ελεάζαρον, που εβασανίζετο και έλεγες εις αυτά εις την εβραϊκήν γλώσσαν. | 15 |
16 ὦ παῖδες, γενναῖος ὁ ἀγών, ἐφ' ὃν κληθέντες ὑπὲρ τῆς διαμαρτυρίας τοῦ ἔθνους, ἐναγωνίσασθε προθύμως ὑπὲρ τοῦ πατρίου νόμου. | 16 “Ω παιδιά μου, είναι υπέροχος ο άγων, στον οποίον έχετε κληθή, δια να διαμαρτυρηθήτε δια την κακήν αυτήν μεταχείρισιν του έθνους μας. Αγωνισθήτε, λοιπόν, με προθυμίαν προς υπεράσπισιν του Νομου των πατέρων μας. | 16 |
17 καὶ γὰρ αἰσχρὸν τὸν μὲν γέροντα τοῦτον ὑπομένειν τὰς διὰ τὴν εὐσέβειαν ἀλγηδόνας, ὑμᾶς δὲ τοὺς νεανίσκους καταπλαγῆναι τὰς βασάνους. | 17 Διότι είναι εντροπή, ο μεν γέρων αυτός να υπομένη τους χάριν της ευσεβείας πόνους, ενώ σεις, νέοι και ρωμαλέοι, να φοβηθήτε τα βασανιστήρια. | 17 |
18 ἀναμνήσθητε ὅτι διὰ τὸν Θεὸν τοῦ κόσμου μετελάβετε, καὶ τοῦ βίου ἀπελαύσατε, | 18 Ενθυμηθήτε, ότι από αγάπην του Θεού ήλθατε στον κόσμον και εγευθήκατε την ζωήν. | 18 |
19 καὶ διὰ τοῦτο ὀφείλετε πάντα πόνον ὑπομένειν διὰ τὸν Θεόν, | 19 Δι' αυτό οφείλετε να υπομείνετε κάθε πόνον χάριν του Θεού, | 19 |
20 δι' ὃν καὶ ὁ πατὴρ ἡμῶν ῾Αβραὰμ ἔσπευδε τὸν ἐθνοπάτορα υἱὸν σφαγιάσαι ᾿Ισαάκ. καὶ τὴν πατρῴαν χεῖρα ξιφηφόρον καταφερομένην ἐπ' αὐτὸν ὁρῶν ὁ ᾿Ισαὰκ οὐκ ἔπτυξεν. | 20 χάριν του οποίου και ο πατήρ ημών, ο Αβραάμ, έσπευδε με προθυμίαν να θυσιάση τον πατέρα του έθνους μας, τον υιόν του Ισαάκ, και ο Ισαάκ, αν και έβλεπε να καταφέρεται εναντίον του το ξιφοφόρον πατρικόν χέρι, δεν εφοβήθη. | 20 |
21 καὶ Δανιὴλ ὁ δίκαιος εἰς λέοντας ἐβλήθη, καὶ ᾿Ανανίας καὶ ᾿Αζαρίας καὶ Μισαὴλ εἰς κάμινον πυρὸς ἀπεσφενδονήθησαν καὶ ὑπέμειναν διὰ τὸν Θεόν. | 21 Και ο δίκαιος Δανιήλ ερρίφθη στους λέοντας και ο Ανανίας με τον Αζαρίαν και τον Μισαήλ επετάχθησαν εις την κάμινον του πυρός και την απέμειναν χάριν του Θεού. | 21 |
22 καὶ ἡμεῖς οὖν τὴν αὐτὴν πίστιν πρὸς τὸν Θεόν ἔχοντες μὴ χαλεπαίνητε. | 22 Εχοντες λοιπόν και ημείς την ιδίαν πίστιν μη δυσανασχετείτε, | 22 |
23 ἀλόγιστον γὰρ εἰδότας εὐσέβειαν μὴ ἀνθίστασθαι τοῖς πόνοις. - | 23 διότι είναι πράξις απερίσκεπτος, ενώ γνωρίζετε καλά την ευσέβειαν, να μη αντισταθήτε στους πόνους”. | 23 |
24 Διὰ τούτων τῶν λόγων ἡ ἑπταμήτωρ ἕνα ἕκαστον τῶν υἱῶν παρακαλοῦσα, ἀποθανεῖν ἔπεισε μᾶλλον ἢ παραβῆναι τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ. | 24 Με αυτούς τους λόγους η επτάτεκνος αυτή μητέρα προτρέπουσα καθένα από τα παιδιά της τα έπεισε να αποθάνουν μάλλον, πάρα να παραθούν την εντολήν του Θεού. | 24 |
25 ἔτι δὲ καὶ ταῦτα εἰδότες ὅτι οἱ διὰ τὸν Θεὸν ἀποθανόντες ζῶσι τῷ Θεῷ, ὥσπερ ῾Αβραὰμ καὶ ᾿Ισαὰκ καὶ ᾿Ιακὼβ καὶ πάντες οἱ πατριάρχαι. | 25 Τους έλεγε δε και αυτά ακόμη να γνωρίζουν· ότι όσοι απέθαναν δια το όνομα του Θεού, ζουν ενώπιον του Θεού, όπως ο Αβραάμ και ο Ισαάκ και ο Ιακώβ και όλοι οι πατριάρχαι του Ισραήλ. | 25 |