Τρίτη, 16 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:49
Δύση: 20:02
Σελ. 8 ημ.
107-259
16ος χρόνος, 5904η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΣΟΦΙΑ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 (Α)


 
 

 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΑΓΑΠΗΣΑΤΕ δικαιοσύνην, οἱ κρίνοντες τὴν γῆν, φρονήσατε περὶ τοῦ Κυρίου ἐν ἀγαθότητι, καὶ ἐν ἁπλότητι καρδίας ζητήσατε αὐτόν· 1 Σεις οι άρχοντες και κριταί των λαών της γης αγαπήσατε την δικαιοσύνην, υπό την στενήν και την ευρείαν σημασίαν της λέξεως. Σκεφθήτε ορθά περί του Κυρίου, με ειλικρινή και αγαθήν διάθεσίν· με απλότητα και άδολον καρδίαν αναζητήσατε αυτόν. 1 Σεῖς ποὺ κυβερνᾶτε καὶ δικάζετε τοὺς λαοὺς τῆς γῆς, βασιλεῖς καὶ ἄρχοντες καὶ δικασταί, ἀγαπήσατε τὴν δικαιοσύνην καὶ τὴν ἠθικὴν ἀκεραιότητα διὰ τῆς τελείας ὑπακοῆς σας εἰς τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ· τὰ περὶ τοῦ Κυρίου δὲ φρονήματά σας συνοδεύσατέ τα μὲ ἀγαθὰς προθέσεις καὶ διαθέσεις πρὸς αὐτὸν καὶ ζητήσατέ τον μὲ εὐθύτητα καὶ εἰλικρίνειαν καρδίας.
2 ὅτι εὑρίσκεται τοῖς μὴ πειράζουσιν αὐτόν, ἐμφανίζεται δὲ τοῖς μὴ ἀπιστοῦσιν αὐτῷ. 2 Διότι ο Κυριος ευρίσκεται εν μέσω των ανθρώπων, που δεν ανθίστανται στο θέλημά του. Εμφανίζεται εις εκείνους, οι οποίοι δεν απιστούν προς αυτόν. 2 Διότι ὁ Θεὸς εὑρίσκεται ἀπὸ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι δὲν τὸν πειράζουν ἀναζητοῦντες αὐτὸν μὲ ἀμφιβολίας ἀσεβεῖς καὶ συλλογισμοὺς αὐτοπεποιθήσεως θρασείας, ἀλλὰ τοὐναντίον ἐμφανίζεται εἰς ἐκείνους, ποὺ δὲν ἀντιτάσσουν ἐκ πείσμονος προκαταλήψεως ἀπιστίαν εἰς αὐτόν.
3 σκολιοὶ γὰρ λογισμοὶ χωρίζουσιν ἀπὸ Θεοῦ, δοκιμαζομένη τε ἡ δύναμις ἐλέγχει τοὺς ἄφρονας. 3 Διότι τα διεστραμμένα φρονήματα και συναισθήματα της καρδίας χωρίζουν τους ανθρώπους από τον Θεόν. Και η καταφρονουμένη θεία του δύναμις τιμωρεί στον κατάλληλον καιρόν τους άφρονας καταφρονητάς της. 3 Διότι σοφιστικοὶ καὶ κακόπιστοι ἐκ δυστροπίας καὶ διαστροφῆς συλλογισμοὶ καὶ σκέψεις χωρίζουν ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ἡ θεία δύναμις, ὅταν ὑποβάλλεται εἰς δοκιμασίαν καὶ πειρασμόν, ἐλέγχει καὶ τιμωρεῖ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ὑπὸ τῆς ἐγωϊστικῆς των τυφλώσεως καὶ ἀπιστίας ἐγένοντο ἄφρονες.
4 ὅτι εἰς κακότεχνον ψυχὴν οὐκ εἰσελεύσεται σοφία, οὐδὲ κατοικήσει ἐν σώματι κατάχρεῳ ἁμαρτίας· 4 Εις κακότροπον ψυχήν, που μηχανεύεται πάντοτε το πονηρόν, δεν θα εισέλθη η σοφία του Θεού και εις σώμα καταχρεωμένον με τας πολλάς αμαρτίας δεν θα κατοικήση η θεία σοφία. 4 Διότι εἰς ψυχήν, ποὺ ἐσκεμμένως μηχανεύεται τὸ κακόν, δὲν θὰ εἰσέλθῃ ἡ σοφία, πολὺ δὲ περισσότερον δὲν θὰ κατοικήσῃ μονίμως εἰς σῶμα καταχρεωμένον καὶ ὑποδουλωμένον εἰς τὴν ἁμαρτίαν.
5 ἅγιον γὰρ πνεῦμα παιδείας φεύξεται δόλον καὶ ἀπαναστήσεται ἀπὸ λογισμῶν ἀσυνέτων καὶ ἐλεγχθήσεται ἐπελθούσης ἀδικίας. 5 Διότι το Αγιον Πνεύμα, το οποίον παιδαγωγεί και μορφώνει τους ανθρώπους, αποφεύγει τας δολίας ψυχάς, φεύγει και ίσταται μακράν από ασυνέτους ανθρώπους, που σκέπτονται το πονηρόν και οι οποίοι θα τιμωρηθούν, όταν έλθη η ώρα να κριθούν αι αδικίαι των. 5 Διότι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ποὺ διδάσκει καὶ παιδαγωγεῖ τὸν ἄνθρωπον, θὰ φύγῃ ἀπὸ τὴν ἀνειλικρίνειαν καὶ τὴν δολιότητα καὶ θὰ ἀπομακρυνθῇ ἀπὸ συλλογισμοὺς καὶ σκέψεις ἀσυνέτους, καὶ ὅταν ἐπέλθῃ ἀδικία καὶ καταπίεσις τῆς ἀληθείας ὑπὸ ἀνειλικρινοῦς καρδίας, θὰ ἐπιτιμηθῇ καὶ θὰ ἐκδιωχθῇ.
6 φιλάνθρωπον γὰρ πνεῦμα σοφία καὶ οὐκ ἀθῳώσει βλάσφημον ἀπὸ χειλέων αὐτοῦ· ὅτι τῶν νεφρῶν αὐτοῦ μάρτυς ὁ Θεὸς καὶ τῆς καρδίας αὐτοῦ ἐπίσκοπος ἀληθὴς καὶ τῆς γλώσσης ἀκουστής· 6 Η θεία σοφία είναι πνεύμα πλήρες αγάπης προς τους ανθρώπους· αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα αφήση ατιμώρητον και θα αναγνωρίση ως αθώον τον βλάσφημον, ο οποίος με τα λόγια του κατεφέρετο κατά του Θεού. Διότι ο Θεός είναι ο ακριβής μάρτυς των συναισθημάτων του, ο παρατηρητής των σκέψεων του πονηρού ανθρώπου, και ακούει τα λόγια, που βγαίνουν από την γλώσσαν του. 6 Διότι ἡ σοφία εἶναι πνεῦμα φιλάνθρωπον καὶ δὲν θὰ ἀνεχθῇ ὡς ἀθῶον, ἀλλὰ θὰ τιμωρήσῃ τὸν βλάσφημον ἐξ αἰτίας τῶν ἀσεβῶν καὶ βλασφήμων σοφιστειῶν τῆς ἀπιστίας, ποὺ ἐξέρχονται ἀπὸ τὰ χείλη του· διότι μάρτυς τῶν ἐσωτερικῶν ἐπιθυμιῶν καὶ διαλογισμῶν του εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ἀκριβὴς παρατηρητὴς τοῦ βάθους τῆς καρδίας του καὶ ἀκούει ὅλα, ὅσα λέγει ἡ γλῶσσα του.
7 ὅτι πνεῦμα Κυρίου πεπλήρωκε τὴν οἰκουμένην, καὶ τὸ συνέχον τὰ πάντα γνῶσιν ἔχει φωνῆς. 7 Τα πάντα βλέπει ο Θεός, διότι το Πνεύμα του Κυρίου πληροί με την θείαν παρουσίαν του όλην την οικουμένην. Συγκρατεί και κυβερνά τα σύμπαντα και γνωρίζει όλα, όσα λέγονται από τους ανθρώπους. 7 Διότι τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου ἔχει γεμίσει ὅλην τὴν οἰκουμένην καί, ἐπειδὴ αὐτὸ συγκρατεῖ τὰ πάντα, γνωρίζει κάθε τι ποὺ λέγεται.
8 διὰ τοῦτο φθεγγόμενος ἄδικα οὐδεὶς μὴ λάθῃ, οὐδὲ μὴ παροδεύσῃ αὐτὸν ἐλέγχουσα ἡ δίκη. 8 Δια τούτο και κανείς από εκείνους, που ομλούν και πράττουν άδικα, δεν θα διαφύγη την προσοχήν και την γνώσιν του Κυρίου. Αυτόν δεν θα τον προσπεράση ατιμώρητον η τα πάντα ελέγχουσα και το δίκαιον αποδίδουσα θεία δίκη. 8 Διὰ τὴν παγγνωσίαν λοιπὸν ταύτην τοῦ Κυρίου κανεὶς δὲν θὰ ξεφύγῃ καὶ δὲν θὰ κρυφθῇ ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ ἐκστομίζουν λόγους ἀπιστίας, ξένους πρὸς τὴν ἀλήθειαν καὶ γεμάτους ἀπὸ ψεῦδος, οὔτε ἡ θεία δίκη θὰ προσπεράσῃ αὐτόν, χωρὶς νὰ τὸν ἐλέγξῃ καὶ τὸν τιμωρήσῃ.
9 ἐν γὰρ διαβουλίοις ἀσεβοῦς ἐξέτασις ἔσται, λόγων δὲ αὐτοῦ ἀκοὴ πρὸς Κύριον ἥξει εἰς ἔλεγχον ἀνομημάτων αὐτοῦ· 9 Διότι και αυτά τα πλέον μυστικά και απόκρυφα διαβούλια των ασεβών ανθρώπων θα εξετασθούν και θα κριθούν. Και όσα αυτοί οι ασεβείς εκστομίζουν, φθάνουν προς τον Κυριον, δια να υποβληθούν εις ελέγχον και τιμωρηθούν αι παρανομίαι των. 9 Ναί· δὲν θὰ τὸν προσπεράσὴ ἡ θεία δίκη, διότι διὰ τὰ ὅσα ἐσυλλογίσθη καὶ μυστικῶς ἀπεφάσισεν ὁ ἀσεβής, θὰ γίνῃ ἀκριβῆς ἐξέτασις, τῶν λόγων του δὲ ἡ ἀκρόασις θὰ φθάσῃ πρὸς τὸν Κύριον διὰ νὰ ἐλεγχθοῦν καὶ τιμωρηθοῦν τὰ ἀνομήματά του.
10 ὅτι οὖς ζηλώσεως ἀκροᾶται τὰ πάντα, καὶ θροῦς γογγυσμῶν οὐκ ἀποκρύπτεται. 10 Διότι το προσεκτικόν και ζηλοτύπως παρακολουθούν τα πάντα αυτί του Θεού ακούει τας ασεβείας των. Δεν μένει εις αυτό άγνωστος και κρύφος ούτε ο ελαφρότερος ψίθυρος γογγυσμού εναντίον του. 10 Διότι τὸ αὐτὶ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ζηλωτὴς ἐκ πολλῆς ἀγάπης πρὸς ἡμᾶς καὶ ἀξιοῖ νὰ τὸν ἀγαπῶμεν καὶ ἠμεῖς περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλον, τὰ ἀκούει ἐπακριβῶς ὅλα καὶ ὁ παραμικρὸς ψίθυρος τῶν κατ' αὐτοῦ γογγυσμῶν δὲν κρύπτεται ἀπὸ αὐτόν.
11 φυλάξασθε τοίνυν γογγυσμὸν ἀνωφελῆ καὶ ἀπὸ καταλαλιᾶς φείσασθε γλώσσης· ὅτι φθέγμα λαθραῖον κενὸν οὐ πορεύσεται, στόμα δὲ καταψευδόμενον ἀναιρεῖ ψυχήν. 11 Αποφύγετε, λοιπόν, κάθε ασεβή γογγυσμόν κατά του Θεού και φυλάξατε την γλώσσαν σας από την κατάκρισιν εναντίον των ενεργειών του Θεού. Διότι και πλέον απόκρυφος φράσις δεν θα πέση στο κενόν, χωρίς να επισύρη την δικαίαν τιμωρίαν. Στόμα δέ, που εκτοξεύει ψεύδη κατά του Θεού, θα επιφέρη θάνατον εις την ψυχήν. 11 Φυλαχθῆτε λοιπὸν ἀπὸ τὸν γογγυσμὸν κατὰ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος δὲν φέρει καμμίαν ὠφέλειαν, καὶ συγκρατήσατε δυνατὰ τὴν γλῶσσαν σας ἀπὸ τὴν κακολογίαν, διότι ὁ πλέον μυστικὸς καὶ ἀπόκρυφος λόγος δὲν θὰ πέσῃ εἰς τὸ κενόν, χωρὶς καμμίαν συνέπειαν, στόμα δέ, τὸ ὁποῖον ψεύδεται κατὰ τοῦ Θεοῦ, θανατώνει τὴν ψυχήν.
12 μὴ ζηλοῦτε θάνατον ἐν πλάνῃ ζωῆς ὑμῶν, μηδὲ ἐπισπᾶσθε ὄλεθρον ἔργοις χειρῶν ὑμῶν· 12 Μη, πλανώμενοι εις την καθημερινήν πορείαν της ζωής σας, ελκύετε ακαίρως επάνω σας τον θάνατον. Μη με τα πονηρά έργα των χειρών σας σύρετε επάνω σας την καταστροφήν. 12 Μὴ ἐπιζητεῖτε ζηλοτύπως τὸν θάνατον μὲ τὴν εἰς τὴν ἁμαρτίαν ἀποπλάνησιν τῆς ζωῆς σας, μηδὲ σύρετε ἐπάνω σας τὸν ὄλεθρόν σας διὰ τῶν ἁμαρτωλῶν ἔργων, τὰ ὁποῖα μὲ τὰ ἴδια σας τὰ χέρια διαπράττετε.
13 ὅτι ὁ Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ τέρπεται ἐπ᾿ ἀπωλείᾳ ζώντων. 13 Διότι δεν είναι ο Θεός, που έκαμε τον θάνατον, ούτε και ευχαριστείται δια τον όλεθρον των ανθρώπων. 13 Διότι ὁ Θεὸς δὲν ἔκαμε τὸν θάνατον, οὔτε εὐχαριστεῖται νὰ βλέπῃ τοὺς ζωντανοὺς νὰ χάνωνται.
14 ἔκτισε γὰρ εἰς τὸ εἶναι τὰ πάντα, καὶ σωτήριοι αἱ γενέσεις τοῦ κόσμου, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν αὐταῖς φάρμακον ὀλέθρου οὔτε ᾅδου βασίλειον ἐπὶ γῆς. 14 Αυτός εδημιούργησε τα πάντα, δια να υπάρχουν. Απ' αρχής έκτισε τα σύμπαντα, δια να ζουν και να διασώζωνται από κάθε καταστροφήν. Δεν υπήρχεν εις αυτά το δηλητήριον του ολέθρου και της καταστροφής· ούτε το βασίλειον του άδου είχεν ενθρονισθή επί της γης· 14 Καὶ δὲν τὸν τέρπει ἡ ἀπώλεια τῶν ζώντων, διότι ἔκτισε τὰ πάντα διὰ νὰ ὑπάρχουν, καὶ ὅσα ἔγιναν ἐν τῷ κόσμῳ, ἔγιναν διὰ νὰ σώζωνται καὶ νὰ μὴ χάνωνται, καὶ δὲν ὑπάρχει μέσα των δηλητήριον καταστροφῆς, οὔτε κατὰ τὸ ἀρχικὸν σχέδιον τῆς δημιουργίας ὑπῆρχε βασίλειον τοῦ ᾅδου ἐπὶ τῆς γῆς.
15 δικαιοσύνη γὰρ ἀθάνατός ἐστιν. 15 διότι η δικαιοσύνη, η αρετή, μένει αθάνατος. 15 Καὶ δὲν ὑπῆρχεν ὄλεθρος καὶ ᾅδης ἐπὶ τῆς γῆς, διότι ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ ἠθικὴ ἀκεραιότης, ἡ ὁποία εἶναι γέννημα τῆς Σοφίας, εἶναι ἀθάνατος.
16 ᾿Ασεβεῖς δὲ ταῖς χερσὶ καὶ τοῖς λόγοις προσεκαλέσαντο αὐτόν, φίλον ἡγησάμενοι αὐτὸν ἐτάκησαν καὶ συνθήκην ἔθεντο πρὸς αὐτόν, ὅτι ἄξιοί εἰσι τῆς ἐκείνου μερίδος εἶναι. 16 Αλλά οι ασεβείς με τα ίδια των τα χέρια και με τα λόγια των επέσυραν εναντίον των τον θάνατον. Τον εθεώρησαν φίλον των και έλυωσαν κάτω από το βάρος της αμαρτίας. Συνήψαν συνθήκην με αυτόν και υπεδουλώθησαν. Ετσι εδείχθησαν, ότι είναι άξια θύματα και κτήματα του θανάτου. 16 Οἱ ἀσεβεῖς ὅμως μὲ τὰ ἔργα τῶν χειρῶν των καὶ μὲ τοὺς λόγους των προσεκάλεσαν τὸν θάνατον καὶ νομίσαντες αὐτὸν φίλον ἔλειωσαν καὶ ἐξηφανίσθησαν καὶ ἐσυνθηκολόγησαν μαζί του, διότι εἶναι ἄξιοι νὰ ἀνήκουν εἰς τὴν μερίδα του καὶ εἰς τὴν κληρονομίαν του.