Αρχαίο κείμενο | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 Καὶ σημεῖον μέγα ὤφθη ἐν τῷ οὐρανῷ, γυνὴ περιβεβλημένη τὸν ἥλιον, καὶ ἡ σελήνη ὑποκάτω τῶν ποδῶν αὐτῆς, καὶ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς αὐτῆς στέφανος ἀστέρων δώδεκα, | 1 Και εφάνη στον ουρανόν ένα έκτακτον και καταπληκτικόν σημείον, εφάνη δηλαδή μία γυναίκα, που είχε ολόγυρά της, σαν ολόλαμπρο ένδυμα, τον ήλιον, και η σελήνη ήτο κάτω από τα πόδια της σαν υποπόδιόν της, και επάνω στο κεφάλι της υπήρχαν, σαν ολόφωτο στεφάνι, δώδεκα αστέρια. (Και συμβολίζει αυτή την λάμπουσαν από αγιότητα βασιλείαν του Θεού, την οποίαν λαμπρύνει ως ήλιος αυτός ο Χριστός και ως δώδεκα φωτεινοί αστέρες οι δώδεκα Απόστολοι). | 1 Καὶ ὤφθη εἰς τὸν οὐρανὸν ἔκτακτον καὶ μεγάλο σημεῖον. Ἐνεφανίσθη δηλαδὴ μία γυναῖκα, ποὺ εἶχε τριγύρω της τὸν ἥλιον καὶ ἤστραπτε σὰν αὐτόν, καὶ ἡ σελήνη ἦτο κάτω ἀπὸ τὰ πόδια της καὶ ὡς στέφανον εἶχεν ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τῆς δώδεκα ἀστέρας. Εἶναι τὸ σύμβολον τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀπὸ τὸν οὐρανὸν πρόκειται διὰ τῆς Ἐκκλησίας νὰ ἐγκαθιδρυθῇ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἡ ὁποία περιστέφεται ἀπὸ τὸ σύνολον τῶν Προφητῶν καὶ τῶν δώδεκα Ἀποστόλων. |
2 καὶ ἐν γαστρὶ ἔχουσα καὶ ἔκραζεν ὠδίνουσα καὶ βασανιζομένη τεκεῖν. | 2 Και η γυναίκα αυτή ήτο έγκυος και έκραζε, διότι ησθάνετο τους πόνους του τοκετού και εβασανίζετο, δια να γεννήση τον Μεσσίαν (να ενθρονίση δια της Εκκλησίας τον Κυριον Ιησούν Χριστόν εις τας καρδίας των ανθρώπων). | 2 Καὶ ἡ γυναῖκα αὐτὴ ἦτο ἔγκυος καὶ φωνάζει αἰσθανομένη τοὺς πόνους τοῦ τοκετοῦ καὶ βασανίζεται διὰ νὰ γεννήσῃ τὸν Μεσσίαν. Λόγῳ τῆς ἀντιδράσεως τοῦ διεφθαρμένου κόσμου καὶ τῆς ἀντιστάσεως τῆς ἁμαρτωλῆς φύσεως ἀναβάλλεται ἡ γέννησις τοῦ Μεσσίου καὶ δυσχερὴς καθίσταται ἡ ἐν ἑκάστῃ ψυχῇ μόρφωσις αὐτοῦ. |
3 καὶ ὤφθη ἄλλο σημεῖον ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ἰδοὺ δράκων πυρρὸς μέγας, ἔχων κεφαλὰς ἑπτὰ καὶ κέρατα δέκα, καὶ ἐπὶ τὰς κεφαλὰς αὐτοῦ ἑπτὰ διαδήματα, | 3 Και εφάνη άλλο σημείον στον ουρανόν. Και ιδού ένας μεγάλος κόκκινος δράκων, που είχε επτά κεφάλια και δέκα κέρατα και επάνω εις τα επτά κεφάλια του επτά διαδήματα, (το απαίσιον αυτό τέρας συμβολίζει τον μοχθηρότατον ανθρωποκτόνον διάβολον με τα πολυάριθμα όργανα του και την τεραστίαν δια την αμαρτωλότητα των λαών εξουσίαν του επί του κόσμου). | 3 Καὶ ἐνεφανίσθη ἄλλο σημεῖον εἰς τὸν οὐρανόν. Καὶ ἰδοὺ ἕνας δράκων μεγάλος κοκκινωπός, ποὺ εἶχεν ἑπτὰ κεφαλὰς καὶ δέκα κέρατα καὶ ἐπὶ τῶν κεφαλῶν του ἑπτὰ στέμματα. Σύμβολον τοῦ ἀνθρωποκτόνου καὶ αἱμοχαροῦς σατανᾶ, τοῦ ὁποίου τὰ πολυπληθῆ ὄργανα καὶ ἡ κοσμοκρατορία εἰκονίζονται διὰ τῶν πολλῶν κεφαλῶν καὶ κεράτων καὶ στεμμάτων αὐτοῦ. |
4 καὶ ἡ οὐρὰ αὐτοῦ σύρει τὸ τρίτον τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ἔβαλεν αὐτοὺς εἰς τὴν γῆν. καὶ ὁ δράκων ἕστηκεν ἐνώπιον τῆς γυναικὸς τῆς μελλούσης τεκεῖν, ἵνα, ὅταν τέκῃ, τὸ τέκνον αὐτῆς καταφάγῃ. | 4 Και η ουρά αυτού σύρει το εν τρίτον από τα αστέρια του ουρανού, τους αγγέλους δηλαδή που επανεστάτησαν μαζή του εναντίον του Θεού, και τους οποίους έρριψε κάτω εις την γην. Και ο δράκων αυτός εστάθη εμπρός εις την γυναίκα, που επρόκειτο να γεννήση, δια να καταφάγη το τέκνον της όταν το γεννήση. (Ο σατανάς με μανίαν και λύσσαν εστράφη εναντίον του Μεσσίου, δια να τον εξοντώση με την φονικήν απόφασιν του Ηρώδου, με τους ιδικούς του μεγάλους πειρασμούς και με την θεοκτόνον μανίαν των Εβραίων). | 4 Καὶ ἡ οὑρὰ τοῦ δράκοντος αὐτοῦ σύρει τὸ ἓν τρίτον τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ, τοὺς μετ’ αὐτοῦ δηλαδὴ ἐκπεσόντας ἀγγέλους, τοὺς ὁποίους ἀπὸ τὸν οὐρανὸν ἔρριψεν εἰς τὴν γῆν. Καὶ ὁ δράκων ἔχει σταθῆ ἐμπρὸς εἰς τὴν γυναῖκα, ποὺ πρόκειται νὰ γεννήσῃ, διὰ νὰ καταφάγῃ τὸ τέκνον της, ὅταν τὸ γεννήσῃ. Καὶ πρότερον ἀλλὰ καὶ διὰ τῆς ἐπιβουλῆς τοῦ Ἡρῴδου καὶ τῶν ἐν ἐρήμῳ πειρασμῶν ἡ προσπάθεια τοῦ δράκοντος ἐστράφη μανιώδης πρὸς ἑξαφανισμὸν τοῦ Μεσσίου. |
5 καὶ ἔτεκεν υἱόν ἄρρενα, ὃς μέλλει ποιμαίνειν πάντα τὰ ἔθνη ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ· καὶ ἡρπάσθη τὸ τέκνον αὐτῆς πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τὸν θρόνον αὐτοῦ. | 5 Και εγέννησεν η γυναίκα παιδί αρσενικό, που μέλλει να ποιμάνη τα έθνη με σιδηράν ράβδον. Και ηρπάσθη το τέκνον αυτής πλησίον του Θεού και στον θρόνον αυτού (ο Μεσσίας διέφυγε την εξοντωτικήν μανίαν του διαβόλου και των οργάνων του, ετελείωσε το έργον του και ανελήφθη ένδοξος στον ουρανόν). | 5 Καὶ ἐγέννησεν ἡ γυναῖκα υἱὸν ἀρσενικόν, ὁ ὁποῖος μέλλει νὰ ποιμαίνῃ ὅλα τὰ ἔθνη μὲ ράβδον σιδηρᾶν. Καὶ ἡρπάσθη τὸ τέκνον της πλησίον τοῦ Θεοῦ καὶ πλησίον τοῦ θρόνου αὐτοῦ. Ὁ Μεσσίας ἀπρόσβλητος ἀπὸ τὴν ἁμαρτίαν διέφυγε τὴν ἐπιβουλὴν τοῦ δράκοντος καὶ ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανόν. |
6 καὶ ἡ γυνὴ ἔφυγεν εἰς τὴν ἔρημον, ὅπου ἔχει ἐκεῖ τόπον ἡτοιμασμένον ἀπὸ τοῦ Θεοῦ, ἵνα ἐκεῖ τρέφωσιν αὐτὴν ἡμέρας χιλίας διακοσίας ἑξήκοντα. | 6 Και η γυναίκα έφυγεν εις την έρημον, όπου έχει τόπον ητοιμασμένον από τον Θεόν, δια να την τρέφουν τα όργανα του Θεού χιλίας διακοσίας εξήντα ημέρας, τριάμηση έτη. (Η Εκκλησία διωκομένη από τον αμαρτωλόν κόσμον χωρίζεται από αυτόν όχι τοπικώς αλλά πνευματικώς, ασφαλίζεται όμως και υπάρχει και δρα εις τας καλοπροαιρέτους ψυχάς με την χάριν του ιδρυτού της). | 6 Καὶ ἡ γυναῖκα ἔφυγεν εἰς τὴν ἔρημον. (Ἡ Ἐκκλησία ἐχωρίσθη πνευματικῶς ἀπὸ τὸν κόσμον καὶ μολονότι ἐν τῷ κόσμῳ οἰκοῦσα, ζῇ ἔξω αὐτοῦ). Καὶ ἐκεῖ εἰς τὴν ἔρημον ἔχει τόπον ἐτοιμασμένον ἀπὸ τὸν Θεόν, νὰ τὴν τρέφουν τὰ ὄργανά του ἐπὶ ἡμέρας χιλίας διακοσίας ἑξήκοντα ἢ ἔτη τρία καὶ μισό, ὅσος θὰ εἶναι ὁ ἀνωτέρω καθορισθεὶς καιρὸς τῶν ἐθνῶν καὶ ἡ περίοδος τῆς δοκιμασίας καὶ τῆς θλίψεως. |
7 Καὶ ἐγένετο πόλεμος ἐν τῷ οὐρανῷ· ὁ Μιχαὴλ καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ τοῦ πολεμῆσαι μετὰ τοῦ δράκοντος· καὶ ὁ δράκων ἐπολέμησε καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ, | 7 Και έγινε πόλεμος στον ουρανόν. Ο Μιχαήλ και οι άγγελοι αυτού ήλθαν να πολεμήσουν εναντίον του δράκοντος, του διαβόλου (ο οποίος είχε επαναστατήσει κατά του Θεού και ηγωνίζετο να αποσπάση τους ανθρώπους από τον αληθινόν Θεόν και να τους υποτάξη στον εαυτόν του και την ειδωλολατρίαν). Και ο δράκων μαζή με τους αγγέλους του επολέμησε. | 7 Καὶ ἔγινε πόλεμος εἰς τὸν οὐρανὸν ὅπου ὁ δράκων διὰ τῆς εἰδωλολατρίας προσεπάθησε νὰ στήσῃ τὸν θρόνον αὐτοῦ, ἐξαλείφων ἀπὸ τὰς διανοίας τῶν ἀνθρώπων τὴν πίστιν καὶ τὴν λατρείαν τοῦ ἑνὸς καὶ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁ Μιχαὴλ καὶ οἱ ὑπὸ τὰς διαταγάς του ἄγγελοι ἦλθαν νὰ πολεμήσουν μὲ τὸν δράκοντα. Καὶ ὁ δράκων ἐπολέμησε καὶ οἱ ἄγγελοί του μαζὶ μὲ αὐτόν. |
8 καὶ οὐκ ἴσχυσεν, οὐδὲ τόπος εὑρέθη αὐτῷ ἔτι ἐν τῷ οὐρανῷ. | 8 Και δεν υπερίσχυσεν, αλλά ενικήθη ολοσχερώς και η ήττα του ήτο τόσον μεγάλη, ώστε δεν ευρέθη πλέον τόπος δι' αυτόν στον ουρανόν. | 8 Καὶ δεν ὑπερίσχυσεν, ἀλλ’ ἡ ἧττα του ἦτο τόσον μεγάλη, ὥστε δὲν εὑρέθη πλέον θέσις δι' αὐτὸν εἰς τὸν οὐρανόν. |
9 καὶ ἐβλήθη ὁ δράκων, ὁ ὄφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος, ὁ καλούμενος Διάβολος καὶ ὁ Σατανᾶς, ὁ πλανῶν τὴν οἰκουμένην ὅλην, ἐβλήθη εἰς τὴν γῆν, καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ μετ’ αὐτοῦ ἐβλήθησαν. | 9 Και ερρίφθη αυτός ο δράκων, ο μεγάλος, ο παλαιός όφις, που εξηπάτησε τους πρωτοπλάστους, ο καλούμενος διάβολος και σατανάς, ο οποίος παραπλανά στο ψεύδος και την αμαρτίαν όλην την οικουμένην, ερρίφθη εις την γην και μαζή με αυτόν ερρίφθησαν και οι πονηροί άγγελοί του. | 9 Καὶ ἐρρίφθη ὁ δράκων ὁ μεγάλος, ὁ παλαιὸς ὄφις, ποὺ παρέσυρεν εἰς τὴν παράβασιν τοὺς πρωτοπλάστους, ὁ καλούμενος διάβολος καὶ ὁ σατανᾶς, ὁ ὁποῖος πλανᾷ τὴν οἰκουμένην ὅλην. Ἐρρίφθη εἰς τὴν γῆν, καὶ οἱ σκοτεινοὶ ἄγγελοί του ἐρρίφθησαν καὶ αὐτοὶ μαζὶ μὲ αὐτόν. |
10 καὶ ἤκουσα φωνὴν μεγάλην ἐν τῷ οὐρανῷ λέγουσαν· Ἄρτι ἐγένετο ἡ σωτηρία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἡμῶν καὶ ἡ ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ αὐτοῦ, ὅτι ἐβλήθη ὁ κατήγορος τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν, ὁ κατηγορῶν αὐτῶν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἡμέρας καὶ νυκτός. | 10 Και ήκουσα φωνήν μεγάλην στον ουρανόν να λέγη· “τώρα πλέον επραγματοποιήθη εξ ολοκλήρου η σωτηρία των ανθρώπων και η δύναμις και η βασιλεία του Θεού μας και η δύναμις και η κυριαρχία του Χριστού του, διότι κατερρίφθη ο κατήγορος των αδελφών μας, που είναι εις την γην, αυτός που τους κατηγορούσε ενώπιον του Θεού μας συνεχώς ημέραν και νύκτα. | 10 Καὶ ἤκουσα φωνὴν μεγάλην εἰς τὸν οὐρανὸν νὰ λέγῃ· Τώρα συνετελέσθη ἡ ἀναμενομένη σωτηρία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μας καὶ ἡ ἐξουσία καὶ κυριαρχία τοῦ Χριστοῦ του, διότι ἐρρίφθη ὁ κατήγορος τῶν ἐπὶ γῆς ἀδελφῶν μας, αὐτὸς ποὺ τοὺς ἐκατηγόρει καὶ τοὺς διεξεδίκει ὡς ἰδικούς του ἐμπρὸς εἰς τὸν Θεόν μας ἡμέραν καὶ νύκτα. |
11 καὶ αὐτοὶ ἐνίκησαν αὐτὸν διὰ τὸ αἷμα τοῦ ἀρνίου καὶ διὰ τὸν λόγον τῆς μαρτυρίας αὐτῶν, καὶ οὐκ ἠγάπησαν τὴν ψυχὴν αὐτῶν ἄχρι θανάτου. | 11 Και αυτοί, οι πιστοί στον Χριστόν αδελφοί μας, τον ενίκησαν χάρις στο αίμα και την θυσίαν του Αρνίου και χάρις στο κήρυγμα της μαρτυρίας των ενώπιον του κόσμου, και οι οποίοι δεν ηγάπησαν και δεν επροτίμησαν την ζωήν των μέχρι και του μαρτυρικού ακόμη θανάτου δια την πίστιν των και την μαρτυρίαν των υπέρ του Χριστού. | 11 Καὶ αὐτοί, οἱ πιστοὶ ἀδελφοί μας τὸν ἐνίκησαν. Καὶ ἡ νίκη των ὀφείλεται εἰς τὸ αἷμα καὶ τὴν θυσίαν τοῦ Ἀρνίου καὶ εἰς τὸν λόγον τῆς μαρτυρίας, ποὺ ἔδωκαν ἐν μέσῳ τοῦ εἰδωλολατρικοῦ κόσμου περὶ τοῦ ἑνὸς καὶ μόνου Θεοῦ. Καὶ διὰ τὴν μαρτυρίαν αὐτὴν δὲν ἠγάπησαν τὴν ζωήν των, ἀλλὰ τὴν ἐπεριφρόνησαν μέχρι θανάτου. |
12 διὰ τοῦτο εὐφραίνεσθε οὐρανοὶ καὶ οἱ ἐν αὐτοῖς σκηνοῦντες· οὐαὶ τὴν γῆν καὶ τὴν θάλασσαν, ὅτι κατέβη ὁ διάβολος πρὸς ὑμᾶς ἔχων θυμὸν μέγαν, εἰδὼς ὅτι ὀλίγον καιρὸν ἔχει. | 12 Δια τούτο ευφραίνεσθε ουρανοί και όσοι κατοικούν εις αυτούς. Αλλοίμονον όμως εις την γην και την θάλασσαν, διότι κατέβηκε ο διάβολος προς σας με μανίαν μεγάλην, γνωρίζων καλά, ότι ολίγον ακόμη καιρόν έχει εις την διάθεσιν του διότι η σκοτεινή κυριαρχία του θα καταλυθή έντος ολίγου. | 12 Δι’ αὐτὸ εὐφραίνεσθε οὐρανοὶ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ κατοικοῦν εἰς αὐτούς. Ἀλλοίμονον εἰς τὴν γῆν καὶ εἰς τὴν θάλασσαν, διότι κατέβη ὁ διάβολος κάτω πρὸς σᾶς μὲ θυμὸν καὶ μανίαν μεγάλην, ἐπειδὴ γνωρίζει, ὅτι ὀλίγον ἀκόμη καιρὸν ἔχει καὶ ἡ ἐξουσία του σύντομα θὰ καταλυθῇ. |
13 Καὶ ὅτε εἶδεν ὁ δράκων ὅτι ἐβλήθη εἰς τὴν γῆν, ἐδίωξε τὴν γυναῖκα ἥτις ἔτεκε τὸν ἄρρενα. | 13 Και όταν ο δράκων είδεν ότι ερρίφθη εις την γην, κατεδίωξεν με μανίαν την γυναίκα, που εγέννησε το αρσενικόν τέκνον. (Κατεδίωξε με τα όργανά του την Εκκλησίαν του Χριστού). | 13 Καὶ ὅταν εἶδεν ὁ δράκων, ὅτι ἐρρίφθη εἰς τὴν γῆν, κατεδίωξε τὴν γυναῖκα, ἡ ὁποία ἐγέννησε τὸν ἀρσενικὸν υἱόν. Ἀρχίζουν λοιπὸν οἱ διωγμοὶ τοῦ διαβόλου κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. |
14 καὶ ἐδόθησαν τῇ γυναικὶ δύο πτέρυγες τοῦ ἀετοῦ τοῦ μεγάλου, ἵνα πέτηται εἰς τὴν ἔρημον εἰς τὸν τόπον αὐτῆς, ὅπως τρέφηται ἐκεῖ καιρὸν καὶ καιροὺς καὶ ἥμισυ καιροῦ ἀπὸ προσώπου τοῦ ὄφεως. | 14 Και εδόθησαν εις την γυναίκα οι δύο φτερούγες του αετού του μεγάλου, δια να πετά εις την έρημον, στον τόπον της, που είχεν ορισθή από τον Θεόν και να τρέφεται εκεί ασφαλής και απρόσβλητος από την μανίαν του όφεως ένα έτος και δύο ακόμη έτη και μισό έτος. (Δεν θα ηττηθή ούτε θα καταβληθή από τους διωγμούς, αλλά φρουρουμένη και ενισχυομένη από τον Θεόν θα τους υπερνικήση). | 14 Καὶ ἐδόθησαν εἰς τὴν γυναῖκα τὰ δύο πτερὰ τοῦ μεγάλου ἀετοῦ. Τὴν ἐπῆρε δηλαδὴ ὁ Θεὸς (Ψαλμ. 90,4) ὑπὸ τὰς πτέρυγάς του καὶ τὴν προστασίαν του. Καὶ τῆς ἐδόθησαν τὰ πτερὰ αὐτὰ διὰ νὰ πετᾷ εἰς τὴν ἔρημον, εἰς τὸν ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ὡρισμένον τόπον της, διὰ νὰ τρέφεται ἐκεῖ μακρὰν ἀπὸ τὸ πρόσωπον τοῦ φιδιοῦ ἐπὶ ἓν ἔτος καὶ ἐπὶ δύο ἀκόμη ἔτη καὶ μισὸν ἀκόμη ἔτος, ἤτοι κατὰ τὰ ἔτη τῆς περιόδου τῶν διωγμῶν καὶ τῆς δοκιμασίας καὶ τῆς θλίψεως. |
15 καὶ ἔβαλεν ὁ ὄφις ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ ὀπίσω τῆς γυναικὸς ὕδωρ ὡς ποταμόν, ἵνα αὐτὴν ποταμοφόρητον ποιήσῃ. | 15 Και τότε ο όφις έβγαλεν από το στόμα του και έρριψε πίσω από την γυναίκα ύδατα πολλά, σαν ποτάμι, δια να την παρασύρη μέσα εις αυτό και την πνίξη. (Ποτάμι έρρευσαν τα αίματα των μαρτύρων, μέσα εις τα οποία ηθέλησεν ο σατανάς να πνίξη και εξολοθρεύση την Εκκλησίαν). | 15 Καὶ ἐπειδὴ τὸ φίδι δὲν ἠμποροῦσε νὰ τὴν πιάσῃ, ἔρριψεν ἀπὸ τὸ στόμα του πίσω ἀπὸ τὴν γυναῖκα νερὸν σὰν ποταμόν, διὰ νὰ τὴν παρασύρῃ καὶ τὴν πνίξῃ μέσα εἰς τὸν ποταμὸν αὐτόν, καὶ εἶναι τοῦτο σύμβολον τῶν πολλῶν διωγμῶν καὶ τῶν μαρτυρικῶν αἱμάτων, μέσα εἰς τὰ ὁποῖα ὁ σατανᾶς ἐζήτησε νὰ πνίξῃ τὴν Ἐκκλησίαν. |
16 καὶ ἐβοήθησεν ἡ γῆ τῇ γυναικί, καὶ ἤνοιξεν ἡ γῆ τὸ στόμα αὐτῆς καὶ κατέπιε τὸν ποταμὸν ὃν ἔβαλεν ὁ δράκων ἐκ τοῦ στόματος αὐτοῦ. | 16 Και εβοήθησεν η γη την γυναίκα, και ήνοιξεν η γη (κατά διαταγήν Θεού) το στόμα της και κατάπιε τον ποταμόν, τον οποίον ο δράκων έρριψε από το στόμα του. (Οι διωγμοί και οι διώκται δεν θα επιτύχουν τίποτε εναντίον της Εκκλησίας, αλλά θα συντριβούν και θα εξαφανισθούν εις την γην). | 16 Καὶ ἐβοήθησεν ἡ γῆ τὴν γυναῖκα. Καὶ ἤνοιξεν ἡ γῆ τὸ στόμα της καὶ κατέπιε τὸν ποταμόν, ποὺ ἔρριψεν ὁ δράκων ἀπὸ τὸ στόμα του. Οἱ διωγμοὶ δηλαδὴ διὰ τῆς εἰκόνος αὐτῆς παρουσιάζονται ἀνίσχυροι καὶ ἄνευ σοβαροῦ ἀποτελέσματος. |
17 καὶ ὠργίσθη ὁ δράκων ἐπὶ τῇ γυναικί, καὶ ἀπῆλθε ποιῆσαι πόλεμον μετὰ τῶν λοιπῶν τοῦ σπέρματος αὐτῆς, τῶν τηρούντων τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ καὶ ἐχόντων τὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ. | 17 Και κατελήφθη από μανίαν ο δράκων εναντίον της γυναικός και επήγε να κάμη πόλεμον εναντίον των υπολοίπων απογόνων της (των ανθρώπων, που θα επίστευαν στον Χριστόν και θα ήσαν αδελφοί αυτού), οι οποίοι θα ετήρουν τας εντολάς του Θεού και θα είχαν σταθεράν και ακλόνητον την ομολογίαν της πίστεως των στον Ιησούν Χριστόν. | 17 Καὶ ἐθύμωσεν ὁ δράκων κατὰ τῆς γυναικός. Καὶ ἐπῆγε νὰ κάμῃ πόλεμον μὲ τοὺς ὑπολοίπους ἀπογόνους της, οἱ ὁποῖοι ἐφύλαττον τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ καὶ κατεῖχαν τὴν ὁμολογίαν τῆς πίστεως πρὸς τὸν Ἰησοῦν. |