Αρχαίο κείμενο | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, ἀδελφοί, διὰ τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ, παραστῆσαι τὰ σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ, τὴν λογικὴν λατρείαν ὑμῶν, | 1 Σας παρακαλώ, λοιπόν, αδελφοί, και σας εξορκίζω εν ονόματι της στοργής και της ευσπλαγχνίας, που δεικνύει εις ημάς ο Θεός, να καταστήσετε και να παρυσιάσετε, σαν άλλοι ιερείς με θυσιαστήριον, τον ευατόν σας, τα σώματά σας, θυσίαν ζωντανήν, αγίαν, ευάρεστον στον Θεόν, η οποία αποτελεί έτσι την πράγματι ορθήν και πνευματικήν λατρείαν σας, αξίαν του λογικού σας. | 1 Αλλ’ ἀφοῦ τόσην ἀγαθότητα δεικνύει εἰς ἡμᾶς ὁ Θεός, ὀφείλομεν καὶ ἡμεῖς νὰ δείξωμεν διαγωγὴν ἀνταξίαν πρὸς τὰς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ. Σᾶς προτρέπω λοιπόν, ἀδελφοί, ἐν ὀνόματι τῆς εὐσπλαγχνίας καὶ τῶν οἰκτιρμῶν, ποὺ μᾶς ἔδειξεν ὁ Θεός, νὰ παραστήσετε ὡς εἰς ἄλλο θυσιαστήριον τὰ σώματά σας θυσίαν ζωντανήν, ἁγίαν, εὐχάριστον εἰς τὸν Θεόν, χρησιμοποιοῦντες τὰ μέλη σας ὡς ὄργανα πράξεων ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον ἁγίων, οὐδέποτε δὲ ὡς ὄργανα ἁμαρτίας. Αὐτὴ δὲ ἡ θυσία εἶναι καὶ ἡ μόνη πρέπουσα καθαρῶς πνευματικὴ λατρεία, ποὺ γίνεται μὲ τὰς λογικὰς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου. |
2 καὶ μὴ συσχηματίζεσθε τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλὰ μεταμορφοῦσθε τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοός ὑμῶν, εἰς τὸ δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ τὸ ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον. | 2 Και προσέχετε να μη συμμορφώνεσθε με τα φρονήματα και τον τρόπον της ζωής των ανθρώπων της υλόφρονος αυτής εποχής, αλλά συνεχώς να μεταμορφώνεσθε με το ξεκαινούργωμα και την ευθυκρισίαν του νου σας, ώστε να εξακριβώνετε και να διακρίνετε, ποίον είναι το θέλημα του Θεού, το οποίον έχει πάντοτε ως χαρακτηριστικόν του γνώρισμα, ότι είναι αγαθόν, ευάρεστον εις αυτόν και τέλειον. | 2 Καὶ διὰ νὰ προσφέρετε μίαν τέτοιαν λογικὴν καὶ πνευματικὴν θυσίαν εἰς τὸν Θεόν, σᾶς προτρέπω νὰ μὴ ἐξομοιώνεσθε πρὸς τὸν τρόπον τῆς ζωῆς τῶν ὑλοφρόνων ἀνθρώπων, ποὺ εἶναι προσκολλημένοι εἰς τὰς ματαίας σκέψεις καὶ φροντίδας τοῦ παρόντος βίου, ἀλλὰ νὰ μεταμορφώνεσθε διὰ τῆς, ἀποκτήσεως νέων χριστιανικῶν φρονημάτων, ὥστε νὰ διακρίνετε ποῖον εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖον εἶναι ἀγαθὸν καὶ εὐάρεστον εἰς αὐτόν, εἶναι δὲ συγχρόνως καὶ τέλειον. |
3 Λέγω γὰρ διὰ τῆς χάριτος τῆς δοθείσης μοι παντὶ τῷ ὄντι ἐν ὑμῖν μὴ ὑπερφρονεῖν παρ’ ὃ δεῖ φρονεῖν, ἀλλὰ φρονεῖν εἰς τὸ σωφρονεῖν, ἑκάστῳ ὡς ὁ Θεὸς ἐμέρισεν μέτρον πίστεως. | 3 Διότι, φωτιζόμενος και εγώ από την αποστολικήν χάριν και κλήσίν που μου εδόθη, παρακαλώ και διδάσκω τον καθένα από σας να μη φρονή δια τον εαυτόν του υψηλότερα από ο,τι πρέπει να φρονή, αλλά να έχη το αληθές και δίκαιον φρόνημα, ώστε να σκέπτεται αληθινά και συνετά δια το χάρισμα της πίστεως και την θέσιν, που ο Θεός σύμφωνα με το δίκαιον μέτρον του του έχει δώσει. Ετσι δε θα υπάρχη αρμονία, ενότης και συνεργασία εις την Εκκλησίαν. | 3 Πρὸς ἀπόκτησιν δὲ τῶν νέων φρονημάτων, ποὺ θὰ σᾶς ἀλλάξουν τὸν νοῦν, φωτιζόμενος ἐγὼ ἀπὸ τὸ χάρισμα τοῦ ἀποστολικοῦ ἀξιώματος ποὺ μοῦ ἐδόθη, διακηρύττω εἰς πάντα μεταξύ σας πιστὸν νὰ μὴ ἔχῃ διὰ τὸν ἑαυτόν του φρόνημα ὑψηλότερον παρ’ ἐκεῖνο ποὺ ὀφείλει νὰ ἔχῃ, ἀλλὰ νὰ ἔχῃ φρόνημα τέτοιο, ὥστε νὰ σκέπτεται διὰ τὸν ἑαυτόν του συνετὰ καὶ ἀληθινά, ἀναλόγως τοῦ χαρίσματος, τὸ ὁποῖον ὁ Θεὸς ἐμοίρασεν εἰς τὸν καθένα. Μὴ νομίσετε δέ, ὅτι τὰ χαρίσματα δίδονται εἰς τὸν καθένα διὰ νὰ τοῦ γίνωνται ἀφορμὴ ἁμαρτωλῆς καυχήσεως καὶ ἀλαζονείας. Δίδονται ταῦτα πρὸς ὑπηρεσίαν τῶν ἄλλων καὶ τοῦ συνόλου τῆς Ἐκκλησίας. |
4 καθάπερ γὰρ ἐν ἑνὶ σώματι πολλὰ μέλη ἔχομεν, τὰ δὲ μέλη πάντα οὐ τὴν αὐτὴν ἔχει πρᾶξιν, | 4 Διότι όπως στο ένα σώμα έχομεν πολλά μέλη, όλα δε τα μέλη δεν έχουν την αυτήν λειτουργίαν και υπηρεσίαν, | 4 Διότι, καθὼς εἰς ἕνα σῶμα ἔχομεν πολλὰ μέλη, ὅλα δὲ τὰ μέλη δὲν ἔχουν τὸ αὐτὸ ἔργον, |
5 οὕτως οἱ πολλοὶ ἓν σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῷ, τὸ δὲ καθ’ εἷς ἀλλήλων μέλη. | 5 έτσι και τα πολλά μέλη της Εκκλησίας, οι Χριστιανοί, είμεθα ένα σώμα με τον Χριστόν, και δια του Χριστού μεταξύ μας· ο καθένας μας δε είμεθα μέλη αλλήλων, με την υποχρέωσιν να συνεργαζώμεθα μεταξύ μας και να υπηρετούμεν ο ένας τον άλλον. | 5 ἔτσι οἱ πολλοὶ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ πιστοί, εἴμεθα ἕνα σῶμα ἕνεκα τῆς ἑνώσεώς μας μὲ τὸν Χριστόν, ὁ καθένας δὲ εἴμεθα μέλη ἀλλήλων καὶ συνεπῶς ὀφείλομεν ταπεινοφρόνως νὰ συνεργαζώμεθα καὶ νὰ ὑπηρετῇ ὁ καθένας τὸ ὅλον σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. |
6 ἔχοντες δὲ χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα, εἴτε προφητείαν, κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς πίστεως, | 6 Εφ' όσον δε έχομεν διάφορα χαρίσματα σύμφωνα με την χάριν, που μας έχει δοθή από το Αγιον Πνεύμα, ας επαναπαυώμεθα εις αυτά και ας εργαζώμεθα πνευματικώς δι' αυτών. Είτε δηλαδή έχομεν προφητικόν χάρισμα, ας διδάσκωμεν την αλήθειαν ανάλογα με το χάρισμα αυτό. | 6 Ἔχοντες δὲ διαφόρους ἱκανότητας ἀνάλογα μὲ τὴν χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ ὁποία μᾶς ἐδόθη, ἂς ἀρκούμεθα εἰς αὐτὰς καὶ ἂς μὴ ζητοῦμεν ἐγωϊστικῶς ἐκεῖνα, ποὺ δὲν μᾶς ἔδωκε τὸ Πνεῦμα. Εἴτε δηλαδὴ ἔχομεν προφητείαν, ἂς προφητεύωμεν ἀνάλογα μὲ τὸν βαθμὸν τοῦ χαρίσματος, τὸ ὁποῖον ἐδόθη εἰς ἕκαστον προφητεύοντα σύμφωνα μὲ τὸν βαθμὸν τῆς πίστεώς του. |
7 εἴτε διακονίαν, ἐν τῇ διακονίᾳ, εἴτε ὁ διδάσκων, ἐν τῇ διδασκαλίᾳ, | 7 Είτε έχομεν χάρισμα πνευματικής διακονίας εις την Εκκλησίαν, ας μένωμεν συνεπείς εις αυτό· εκείνος, που έλαβε το χάρισμα να διδάσκη, ας μένη εις την διακονίαν της διδασκαλίας και ας αναλύη τας αληθείας του Θεού στους πιστούς. | 7 Εἴτε ἔχομεν χάρισμα ἐκκλησιαστικῆς διακονίας, ἂς μένωμεν εἰς τὸ χάρισμα τοῦτο τῆς διακονίας· εἴτε κανεὶς εἶναι διδάσκαλος τῶν θείων ἀληθειῶν, ἂς μένῃ ἐν τῇ διδασκαλίᾳ καὶ ἂς ἀρκῆται νὰ ἐξηγῇ τὰς ὑπὸ τῶν προφητῶν ἀποκαλυπτομένας καὶ εἰς τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ περιλαμβανομένας ἀληθείας. |
8 εἴτε ὁ παρακαλῶν, ἐν τῇ παρακλήσει, ὁ μεταδιδοὺς, ἐν ἁπλότητι, ὁ προϊστάμενος, ἐν σπουδῇ, ὁ ἐλεῶν, ἐν ἱλαρότητι. | 8 Εκείνος που έχει το χάρισμα να παρηγορή, να ενθαρρύνη και να προτρέπη τους πιστούς στον δρόμον της αρετής, ας μένη στο έργον αυτό της ηθικής τονώσεως· εκείνος, που έχει αγαθά και αισθάνεται την εσωτερικήν κλίσιν να τα μοιράζη στους πτωχούς, ας το πράττη με απλότητα και διάκρισιν· εκείνος που έχει ορισθή προϊστάμενος, ας διαχειρίζεται την εξουσίαν και ας επιστατή εις κάθε καλόν έργον με επιμέλειαν και δραστηριότητα· εκείνος, που ελεεί, ας προσφέρη την ελεημοσύνην του με γλυκύτητα και καλωσύνην. | 8 Καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει τὸ χάρισμα νὰ προτρέπῃ εἰς τὴν ἀρετὴν καὶ εἰς τὴν ἐφαρμογὴν τῶν θείων ἀληθειῶν, τὰς ὁποίας ἀποκαλύπτει μὲν ὁ προφήτης, ἐξηγεῖ δὲ ὁ διδάσκαλος, ἂς μένῃ εἰς τὸ ἔργον τῆς προτροπῆς. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει κλίσιν νὰ μοιράζῃ ἀπὸ τὰ ἀγαθά του εἰς τοὺς πτωχούς, ἂς πράττῃ τοῦτο μὲ ἀφέλειαν, χωρὶς ἐπίδειξιν ἢ ἄλλα ἐγωϊστικὰ ἐλατήρια. Ἐκεῖνος, εἰς τὸν ὁποῖον ἀνετέθη ἡ ἐπιστασία καὶ φροντὶς καὶ ἐπιμέλεια ὁποιουδήποτε καλοῦ ἔργου, ἂς ἐπιστατῇ μὲ προθυμίαν καὶ δραστηριότητα. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ κάνει ἐλεημοσύνην, ἂς ἐλεῇ μὲ χαρὰν καὶ προσήνειαν. |
9 Ἡ ἀγάπη ἀνυπόκριτος. ἀποστυγοῦντες τὸ πονηρόν, κολλώμενοι τῷ ἀγαθῷ, | 9 Η αγάπη σας ας είναι πάντοτε ειλικρινής, απηλλαγμένη από κάθε υποκρισίαν και ιδιοτέλειαν· να αποστρέφεσθε και να μισήτε με όλην σας την δύναμιν το πονηρόν, να είσθε δε και να μένετε πάντοτε προσκολλημένοι στο αγαθόν. | 9 Ἡ ἀγάπη ἂς εἶναι εἰλικρινὴς καὶ ἐλευθέρα ἀπὸ ὑποκρισίαν. Νὰ ἀποστρέφεσθε μὲ ὅλην σας τὴν δύναμιν τὸ πονηρὸν καὶ να εἶσθε προσκολλημένοι εἰς τὸ ἀγαθόν. |
10 τῇ φιλαδελφίᾳ εἰς ἀλλήλους φιλόστοργοι, τῇ τιμῇ ἀλλήλους προηγούμενοι, | 10 Δια της ειλικρινούς και αδελφικής αγάπης να γίνεσθε φιλόστοργοι ο ένας στον άλλον και ο καθένας σας να αποδίδη τα πρωτεία της τιμής και του σεβασμού στους άλλους (και να μη σπεύδη να ζητή δια τον ευατόν του τιμάς και πρωτοκαθεδρίας). | 10 Διὰ τῆς φιλαδελφίας νὰ γίνεσθε φιλόστοργοι μεταξύ σας. Νὰ προλαμβάνῃ ὁ καθένας τοὺς ἄλλους εἰς τὸ νὰ τοὺς ἀποδίδῃ τὴν τιμήν. |
11 τῇ σπουδῇ μὴ ὀκνηροί, τῷ πνεύματι ζέοντες, τῷ Κυρίῳ δουλεύοντες, | 11 Εις τον ζήλον και την δραστηριότητα, που απαιτείται δια κάθε καλόν έργον, να μη είσθε ράθυμοι και δυσκίνητοι. Το πνεύμα σας, αι εσωτερικαί πνευματικαί δυνάμεις σας, να είναι διαποτισμέναι και πλήρεις από την φλόγα του κατά Θεόν ζήλου. Δι' όλων δε αυτών των χαρισμάτων και αρετών να δουλεύετε με προθυμίαν και να ευαρεστήτε στον Κυριον. | 11 Εἰς τὴν προθυμίαν καὶ τὸν ζῆλον, ποὺ ἀπαιτεῖται διὰ κάθε ἔργον θεάρεστον, νὰ μὴ εἶσθε δυσκίνητοι καὶ ὀκνηροί. Αἱ ἐσωτερικαί σας πνευματικαὶ δυνάμεις νὰ εἶναι γεμᾶται ἀπὸ θερμὴν ἀφοσίωσιν καὶ πάντοτε ζεσταὶ ἀπὸ τὴν πνευματικὴν φλόγα τοῦ Πνεύματος. Δι’ ὅλων δὲ αὐτῶν νὰ ὑπηρετῆτε ὡς ἀφωσιωμένοι δοῦλοι τὸν Κύριον. |
12 τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες, | 12 Εχοντες ακλόνητον την ελπίδα εις τα άπειρα αγαθά, που σας έχει ετοιμάσει ο Θεός, να χαίρετε και να αγάλλεσθε· εις την θλίψιν να δεικνύετε υπομονήν και γενναιότητα· να επιμένετε πάντοτε με προθυμίαν και ζήλον εις την προσευχήν. | 12 Ἡ ἀκλόνητος ἐλπίς σας εἰς τὰ μέλλοντα ἀγαθὰ νὰ σᾶς γεμίζῃ χαρὰν καὶ νὰ σᾶς ἐνισχύῃ, διὰ νὰ δεικνύετε ὑπομονὴν εἰς τὴν θλῖψιν. Καὶ νὰ ἐπιμένετε εἰς τὴν προσευχήν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν θὰ λαμβάνετε σπουδαίαν βοήθειαν δι’ ὅλας αὐτὰς τὰς ἀρετάς, καθὼς καὶ εἰς τὰς δυσκόλους τοῦ βίου περιστάσεις. |
13 ταῖς χρείαις τῶν ἁγίων κοινωνοῦντες, τὴν φιλοξενίαν διώκοντες. | 13 Με τα δώρα της αγάπης σας να γίνεσθε συμμέτοχοι και βοηθοί εις τας ανάγκας των Χριστιανών· να επιδιώκετε την φιλοξενίαν, χωρίς να περιμένετε να σας την ζητήσουν. | 13 Νὰ γίνεσθε συμμέτοχοι καὶ βοηθοὶ εἰς τὰς ἀνάγκας τῶν Χριστιανῶν καὶ νὰ ἐπιδιώκετε τὴν φιλοξενίαν, χωρὶς νὰ περιμένετε οἱ ξενητευμένοι ἀδελφοὶ νὰ σᾶς ζητήσουν αὐτήν. |
14 εὐλογεῖτε τοὺς διώκοντας ὑμᾶς, εὐλογεῖτε καὶ μὴ καταρᾶσθε. | 14 Να εύχεσθε και να παρακαλήτε, τον Θεόν δι' εκείνους που σας διώκουν. Να εύχεσθε και να λέγετε πάντοτε καλά λόγια δι' όλους και ποτέ να μη καταράσθε. | 14 Νὰ εὔχεσθε δι’ ἐκείνους, ποὺ σᾶς καταδιώκουν· νὰ εὔχεσθε καὶ νὰ λέγετε καλὰ δι’ ὅλους καὶ ποτὲ νὰ μὴ καταρᾶσθε. |
15 χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ κλαιόντων. | 15 Πλημμυρισμένοι από ανεπίφθονον αγάπην να χαίρετε μαζή με εκείνους που χαίρουν και να κλαίετε μαζή με εκείνους που θλίβονται και κλαίουν. | 15 Χαίρετε μαζὶ μὲ ἐκείνους ποὺ χαίρουν καὶ κλαίετε μαζὶ μὲ ἐκείνους ποὺ κλαίουν. |
16 τὸ αὐτὸ εἰς ἀλλήλους φρονοῦντες, μὴ τὰ ὑψηλὰ φρονοῦντες, ἀλλὰ τοῖς ταπεινοῖς συναπαγόμενοι. μὴ γίνεσθε φρόνιμοι παρ’ ἑαυτοῖς. | 16 Να έχετε μεταξύ σας τα ίδια φρονήματα, τας αυτάς πεποιθήσεις και κατευθύνσεις. Μη έχετε υψηλόν φρόνημα δια τον εαυτόν σας (και μη ζητείτε υψηλάς διακρίσεις και τιμάς), αλλά να συγκαταβαίνετε με αγάπην και να συναναστρέφεσθε με απλότητα τους ταπεινούς. “Μη αυταπατάσθε και φαντάζεσθε δια τον εαυτόν σας ότι είσθε σεις συνετοί και φρόνημοι” (ώστε να μη σας χρειάζεται συμβουλή και καθοδήγησις από τους άλλους). | 16 Νὰ ἔχετε μεταξύ σας τὰ αὐτὰ φρονήματα καὶ σχέσεις ἁρμονικάς. Μὴ ἀποβλέπετε καὶ μὴ ἐπιζητεῖτε τὰς ὑψηλὰς διακρίσεις καὶ τιμάς, ἀλλὰ νὰ συγκαταβαίνετε πρὸς τοὺς ταπεινοὺς καὶ νὰ συμμερίζεσθε τὴν ταπεινήν τους θέσιν καὶ ἀσημότητα. Μὴ σχηματίζετε διὰ τὸν ἑαυτόν σας τὸ φρόνημα, ὅτι εἶσθε συνετοὶ καὶ ἔχετε σεῖς ὅλην τὴν γνῶσιν, ὥστε νὰ μὴ σᾶς χρειάζεται ἀπὸ ἄλλον συμβουλή. |
17 μηδενὶ κακὸν ἀντὶ κακοῦ ἀποδιδόντες. προνοούμενοι καλὰ ἐνώπιον πάντων ἀνθρώπων· | 17 Ποτέ να μη αποδίδετε κακόν αντί κακού, αλλά “να λαμβάνετε πρόνοιαν και φροντίδα, ώστε να φέρεσθε καλά και να πράττετε τα καλά εις όλους τους ανθρώπους”, τους φίλους και τους εχθρούς. | 17 Μὴ ἀποδίδετε εἰς κανένα κακὸν ἀντὶ κακοῦ ποὺ σᾶς ἔκαμε. Νὰ εἶσθε προνοητικοὶ καὶ προσεκτικοί, ὥστε ἡ διαγωγή σας νὰ εἶναι ἔντιμος καὶ νὰ παρουσιάζεται καλὴ εἰς τὰ μάτια ὅλων τῶν ἀνθρώπων, διὰ νὰ μὴ σκανδαλίζωνται οὗτοι ἐξ αὐτῆς καὶ σχηματίζουν κακὴν ἰδέαν διὰ τὸ εὐαγγέλιον. |
18 εἰ δυνατόν, τὸ ἐξ ὑμῶν μετὰ πάντων ἀνθρώπων εἰρηνεύοντες. | 18 Καθόσον δε εξαρτάται από σας να έχετε ειρήνην με όλους τους ανθρώπους. | 18 Ὅσον ἐξαρτᾶται ἀπὸ σᾶς, προσπαθεῖτε νὰ ἔχετε εἰρηνικὰς σχέσεις μὲ ὅλους, ἂν εἶναι δυνατόν, τοὺς ἀνθρώπους. |
19 μὴ ἑαυτοὺς ἐκδικοῦντες, ἀγαπητοί, ἀλλὰ δότε τόπον τῇ ὀργῇ· γέγραπται γάρ· ἐμοὶ ἐκδίκησις, ἐγὼ ἀνταποδώσω, λέγει Κύριος. | 19 Να μην εκδικήτε και να μην υπερασπίζετε τον εαυτόν σας απέναντι εκείνων που σας αδικούν, αγαπητοί, αλλά αφήστε ελεύθερον τον τόπον να ενεργήση η δικαία οργή του Θεού εναντίον εκείνων που σας αδικούν. Διότι είναι γραμμένον· Μεις εμέ ανήκει η εκδίκησις· εγώ θα ανταποδώσω το δίκαιον”. λέγει ο Κυριος. | 19 Μὴ ζητῆτε, ἀγαπητοί, μὲ ἐκδικήσεις νὰ ὑπερασπίζετε τὸν ἑαυτόν σας, ἀλλὰ δώσατε τόπον εἰς τὴν ὀργὴν τοῦ Θεοῦ νὰ ἒλθῃ καὶ νὰ κάμῃ αὐτὴ τὴν ἐκδίκησιν. Διότι εἶναι γραμμένον· Ἐγὼ θὰ κάμω τὴν ἐκδίκησιν· Ἐγὼ θὰ ἀνταποδώσω, λέγει ὁ Κύριος. |
20 ἐὰν οὖν πεινᾷ ὁ ἐχθρός σου, ψώμιζε αὐτόν, ἐὰν διψᾷ, πότιζε αὐτόν· τοῦτο γὰρ ποιῶν ἄνθρακας πυρὸς σωρεύσεις ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ. | 20 Κανετε κάτι πολύ περισσότερον· δηλαδή “εάν πεινά ο εχθρός σου δίδε του ψωμί, εάν διψά φέρε του νερό να πιή· διότι εάν αυτά τα καλά πράττης, είναι σαν να βάζης σωρούς από αναμμένα κάρβουνα στο κεφάλι του”. (Αυτός δηλαδή θα καταληφθή από φλογεράς τύψεις συνειδήσεως και θα δοκιμάση μεγάλην εντροπήν δια το κακόν, που σου έκαμε). | 20 Ἐὰν λοιπὸν πεινᾷ ὁ ἐχθρός σου, δίδε ψωμὶ καὶ τροφὴν εἰς αὐτόν· ἐὰν διψᾷ, φέρε του νερὸ νὰ πίῃ· διότι, ἐὰν πράττῃς αὐτό, θὰ μαζεύσῃς ἐπὶ τῆς κεφαλῆς του σὰν ἄλλα κάρβουνα ἀναμμένα σωροὺς ἐντροπῆς καὶ τύψεως συνειδήσεως. |
21 μὴ νικῶ ὑπὸ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ νίκα ἐν τῷ ἀγαθῷ τὸ κακόν. | 21 Να μη νικάσαι από το κακόν και να μη κυριαρχήσαι από οργήν και εκδίκησιν εναντίον αυτού, που σε ηδίκησε, αλλά να νικάς το κακόν με την καλωσύνην και τα αγαθά σου έργα. | 21 Μὴ νικᾶσαι ἀπὸ τὸ κακόν, ὥστε διὰ παραφορῶν καὶ ἐκδικήσεων νὰ παρασύρεσαι καὶ σὺ εἰς αὐτό, ἀλλὰ νίκα μὲ τὸν καλὸν τρόπον καὶ μὲ τὴν ἀγαθοεργίαν τὸ κακόν. Αὐτὰ εἶναι τὰ καθήκοντα, τὰ ὁποῖα ὁ καθένας σας ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ τηρῇ ἀπέναντι τῶν ἄλλων Χριστιανῶν ἀδελφῶν του. |