Δευτέρα, 30 Δεκεμβρίου 2024
Ανατ: 07:41
Δύση: 17:15
Σελ. 0 ημ.
365-1
16ος χρόνος, 6162η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Α' - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 14 (ΙΔ)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΚΑΙ ἐν ἔτει δευτέρῳ καὶ ἑβδομηκοστῷ καὶ ἑκατοστῷ συνήγαγε Δημήτριος ὁ βασιλεὺς τὰς δυνάμεις αὐτοῦ καὶ ἐπορεύθη εἰς Μηδίαν τοῦ ἐπισπάσασθαι βοήθειαν αὐτῷ, ὅπως πολεμήσῃ τὸν Τρύφωνα. 1 Κατά το εκατοστόν εβδομηκοστόν δεύτερον έτος της χρονολογίας των Σελευκιδών ο βασιλεύς Δημήτριος συνεκέντρωσε τας στρατιωτικάς του δυνάμεις και επορεύθη εις την Μηδίαν, δια να προσλάβη στρατιώτας, ικανούς να τον βοηθήσουν να πολεμήση εναντίον του Τρύφωνος. 1 Κατὰ τὸ ἑκατοστὸν ἑβδομηκοστὸν δεύτερον (172ον) ἔτος τῆς βασιλείας τῶν Ἑλλήνων Σελευκιδῶν (δηλαδὴ τὸ 140 π.Χ.) ὁ βασιλιᾶς Δημήτριος Β' συνεκέντρωσε τὶς στρατιωτικές του δυνάμεις καὶ ἐξεστράτευσεν εἰς τὴν Μηδίαν, διὰ νὰ στρατολογήσῃ καὶ ἄλλες ἐπιπρόσθετες στρατιωτικὲς δυνάμεις, ὥστε νὰ τὶς χρησιμοποιήσῃ εἰς τὸν πόλεμόν του ἐναντίον τοῦ Τρύφωνος.
2 καὶ ἤκουσεν ᾿Αρσάκης ὁ βασιλεὺς τῆς Περσίδος καὶ Μηδίας ὅτι ἦλθε Δημήτριος εἰς τὰ ὅρια αὐτοῦ, καὶ ἀπέστειλεν ἕνα τῶν ἀρχόντων αὐτοῦ συλλαβεῖν αὐτὸν ζῶντα. 2 Ο Αρσάκης, ο βασιλεύς της Περσίας και της Μηδίας, όταν επληροφορήθη ότι ο Δημήτριος εισήλθεν εις την χώραν του, έστειλεν ένα αυτό τους στρατηγούς του, να τον συλλάβη ζωντανόν. 2 Ὅταν ὁ Ἀρσάκης, ὁ βασιλιᾶς τῆς Περσίας καὶ τῆς Μηδίας, ἐπληροφορήθη ὅτι ὁ Δημήτριος εἰσῆλθεν εἰς τὴν περιοχὴν τοῦ βασιλείου του, ἔστειλεν ἕνα ἀπὸ τοὺς στρατηγούς του νὰ τὸν συλλάβῃ ζωντανόν.
3 καὶ ἐπορεύθη καὶ ἐπάταξε τὴν παρεμβολὴν Δημητρίου καὶ συνέλαβεν αὐτὸν καὶ ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς ᾿Αρσάκην, καὶ ἔθετο αὐτὸν ἐν φυλακῇ. 3 Ο στρατηγός αυτός εβάδισε, εκτύπησε και ενίκησε τον στρατόν του Δημητρίου. Συνέλαβεν αυτόν τον ίδιον αιχμάλωτον και τον οδήγησε προς τον Αρσάκην, ο οποίος και τον έκλεισεν εις την φυλακήν. 3 Ὁ στρατηγὸς ἐπροχώρησε, ἐπετέθη κατὰ τοῦ στρατοῦ τοῦ Δημητρίου, τὸν ἐνίκησε καὶ συνέλαβε τὸν Δημήτριον αἰχμάλωτον, τὸν ὁποῖον ἔφερε καὶ παρέδωκεν εἰς τὸν Ἀρσάκην, ὁ ὁποῖος ἐφυλάκισε τὸν Δημήτριον.
4 Καὶ ἡσύχασεν ἡ γῆ ᾿Ιούδα πάσας τὰς ἡμέρας Σίμωνος, καὶ ἐζήτησαν ἀγαθὰ τῷ ἔθνει αὐτοῦ, καὶ ἤρεσεν αὐτοῖς ἡ ἐξουσία αὐτοῦ καὶ ἡ δόξα αὐτοῦ πάσας τὰς ἡμέρας. 4 Εις όλην την χώραν της Ιουδαίας επικρατούσεν ησυχία και ειρήνη καθ' όλας τας ημέρας του Σιμωνος. Αυτός δε και οι περί αυτόν επεδίωξαν και ειργάσθησαν εις ειρηνικά έργα δια το καλόν του έθνους του. Η διοίκησίς του ήρεσεν στους Εβραίους και η δόξα τον συνώδευεν εις όλας τας ημέρας της ζωής του. 4 Καθ’ ὅλην δὲ τὴν διαρκειαν τῆς ζωῆς τοῦ Σίμωνος ἡ χώρα τῆς Ἰουδαίας ἀπελάμβανεν εἰρήνην.Καὶ ὁ Σίμων, ἐπωφελούμενος τῆς εἰρήνης, ἐπεδίωξε καὶ εἰργάσθη διὰ τὴν εὐτυχίαν τοῦ ἔθνους του· εἰς δὲ τοὺς Ἰσραηλῖτες ἤρεσεν ἡ διοίκησις καὶ τὸ μεγαλεῖον του καθ’ ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς χρηστῆς καὶ εὐεργετικῆς βασιλείας του.
5 καὶ μετὰ πάσης τῆς δόξης αὐτοῦ ἔλαβε τὴν ᾿Ιόππην εἰς λιμένα καὶ ἐποίησεν εἴσοδον ταῖς νήσοις τῆς θαλάσσης. 5 Ενας επί πλέον τίτλος της λαμπράς του δόξης ήτο και το γεγονός, ότι κατέλαβε την Ιόππην, την οποίαν έκαμε λιμένα, και δι' αυτής εισέπλεεν εις τας νήσους της Μεσογείου Θαλάσσης. 5 Μεταξὺ τῶν ἄλλων λαμπρῶν καὶ ἐνδόξων ἐπιτευγμάτων του κατέλαβε τὴν Ἰόππην καὶ τὴν ἔκαμε λιμάνι, καὶ ἔτσι ἐπέτυχε δι’ αὐτῆς εἴσοδον καὶ ἐπικοινωνίαν μὲ τὶς νήσους τῆς Μεσογείου θαλάσσης.
6 καὶ ἐπλάτυνε τὰ ὅρια τῷ ἔθνει αὐτοῦ καὶ ἐκράτησε τῆς χώρας. 6 Ηύρυνεν έτσι τα σύνορα του κράτους του και έγινε κύριος πράγματι της χώρας του. 6 Καὶ ἐπεξέτεινε τὰ σύνορα τοῦ ἔθνους του καὶ ἔγινε κύριος ὁλοκλήρου τῆς χώρας του.
7 καὶ συνήγαγεν αἰχμαλωσίαν πολλὴν καὶ ἐκυρίευσε Γαζάρων καὶ Βαιθσούρων καὶ τῆς ἄκρας· καὶ ἐξῇρε τὰς ἀκαθαρσίας ἐξ αὐτῆς, καὶ οὐκ ἦν ὁ ἀντικείμενος αὐτῷ. 6 Εις τας ημέρας του ευωδώθη και επετεύχθη δια των χειρών τοω η εκδίωξις των ξένων εχθρών από την χώραν των Ιουδαίων, όπως επίσης και εκείνων που είχαν εγκατασταθή εις την πόλιν Δαυίδ εν Ιερουσαλήμ. Αυτοί εχρησιμοποιούσαν την ακρόπολιν ως ορμητήριόν των, από όπου έκαναν εξορμήσεις και εμίαιναν τα γύρω από τον ναόν και επέφερον μεγάλην καταστροφήν εις την ιερότητα και καθαρότητα του ναού. 7 Ἀπηλευθέρωσε καὶ ἐπανεπάτρισε μεγάλον ἀριθμὸν αἰχμαλώτων (κατ’ ἄλλην ἑρμηνείαν: Συνεκέντρωσε πάρα πολλοὺς αἰχμαλώτους) καὶ κατέλαβε τὰ Γάζαρα καὶ τὴν Βαιθσούραν καὶ τὴν ἀκρόπολιν τῆς Ἱερουσαλὴμ καὶ ἀφῄρεσεν ἀπὸ αὐτὴν ὅλα, ὅσα τὴν καθιστοῦσαν νομικῶς ἀκάθαρτον.Καὶ κανεὶς δὲν ὑπῆρχε πλέον, ὁ ὁποῖος νὰ παραταχθῇ ἐναντίον του.
8 καὶ ἦσαν γεωργοῦντες τὴν γῆν αὐτῶν μετ᾿ εἰρήνης, καὶ ἡ γῆ ἐδίδου τὰ γεννήματα αὐτῆς καὶ τὰ ξύλα τῶν πεδίων τὸν καρπὸν αὐτῶν. 7 Συνεκέντρωσε μεγάλον αριθμόν αιχμαλώτων, κατέλαβε τα Γαζαρα, την Βαιθσούραν, την ακρόπολιν της Ιερουσαλήμ, την οποίαν και εκαθάρισεν από τα ειδωλολατρικά μιάσματα. Δεν υπήρχε δε κανείς πλέον έχθρυς ανθιστάμενος εις αυτόν. 8 Ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς ἐκαλλιεργοῦσε τὴν χώραν του ἐν εἰρήνῃ καὶ ἡ γῆ ἀπέδιδε τὰ γεννήματά της καὶ τὰ δένδρα τῶν πεδιάδων τοὺς καρπούς των.
9 πρεσβύτεροι ἐν ταῖς πλατείαις ἐκάθηντο, πάντες περὶ ἀγαθῶν ἐκοινολογοῦντο, καὶ οἱ νεανίσκοι ἐνεδύσαντο δόξας καὶ στολὰς πολέμου. 8 Οι Ισραηλίται εκαλλιεργούσαν τους αγρούς των ειρηνικοί, η δε γη απέδιδε τα προϊόντα της και τα καρποφόρα δένδρα των αγρών έδιδαν τους καρπούς των. 9 Οἱ γεροντότεροι ἐκάθηντο εἰς τὶς πλατεῖες καὶ ὅλοι εἶχαν ὡς ἀντικείμενον τῶν διαλόγων καὶ συζητήσεών των τὰ ἀγαθὰ καὶ τὴν εὐημερίαν τῆς χώρας· οἱ δὲ νεώτεροι ἐφοροῦσαν λαμπρές, πολυτελεῖς καὶ στρατιωτικὲς πολεμικὲς στολές (κατ’ ἄλλην ἑρμηνείαν: Ἐφοροῦσαν ὡς κατ’ ἐξοχὴν λαμπρὸν ἔνδυμα στρατιωτικὲς πολεμικὲς στολές).
10 ταῖς πόλεσιν ἐχορήγησε βρώματα καὶ ἔταξεν αὐτὰς ἐν σκεύεσιν ὀχυρώσεως, ἕως ὅτου ὠνομάσθη τὸ ὄνομα τῆς δόξης αὐτοῦ ἕως ἄκρου τῆς γῆς. 9 Οι γεροντότεροι εκάθηντο εις τας πλατείας και συνεζήτουν όλοι δια τα αγαθά και την ειρήνην της χώρας των, ενώ οι νεώτεροι εφορούσαν πολυτελείς και πολεμικάς στολάς. 10 Ὁ Σίμων ἐπρομήθευε τὶς πόλεις μὲ ἄφθονες τροφές, τὶς ἐφωδίαζε μὲ ὀχυρώματα καὶ τὶς ἐνίσχυὲ μὲ ὅπλα κατάλληλα διὰ τὴν ἄμυνάν των.Μὲ ὅλα αὐτὰ τὸ ἔνδοξον ὄνομά του καὶ ἡ φήμη τοῦ ἔφθασαν μέχρι τῶν περάτων τῆς γῆς.
11 ἐποίησε τὴν εἰρήνην ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ εὐφράνθη ᾿Ισραὴλ εὐφροσύνην μεγάλην. 10 Ο Σιμων εχορήγει τροφάς εις τας πόλεις και ενίσχυεν αυτάς με οχυρωματικά έργα. Ετσι το όνομά του έγινε γνωστόν και ένδοξον έως εις τα άκρα του κόσμου. 11 Ἀποκατέστησε καὶ ἐγκαθίδρυσε τὴν εἰρήνην εἰς τὴν χώραν τῆς Ἰουδαίας καὶ ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς ἀπήλαυσε μεγάλην χαρὰν καὶ εὐφροσύνην.
12 καὶ ἐκάθισεν ἕκαστος ὑπὸ τὴν ἄμπελον αὐτοῦ καὶ τὴν συκῆν αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἦν ὁ ἐκφοβῶν αὐτούς. 11 Αποκατέστησε αδιατάρακτον την ειρήνην εις την χώραν του, ο δε ισραηλιτικός λαός απελάμβανε μεγάλην χαράν και ευφροσύνην. 12 Ἦταν τόση ἡ εὐτυχία των, ὥστε καθένας ἐκάθητο ἥσυχος καὶ χαρούμενος κάτω ἀπὸ τὴν κληματαριά του καὶ κάτω ἀπὸ τὴν συκιά του καὶ δὲν ὑπῆρχε κανείς, ποὺ νὰ τοὺς ἀπειλὴ καὶ νὰ τοὺς φοβίζῃ.
13 καὶ ἐξέλιπεν ὁ πολεμῶν αὐτοὺς ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ οἱ βασιλεῖς συνετρίβησαν ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις. 12 Ο καθένας εκάθητο κάτω από την κληματαριάν του και την συκήν του, και δεν υπήρχε κανείς πλέον να τους εκφοβίζη. 13 Ἑξαφανίσθηκε ἀπὸ τὴν περιοχὴν ἐκείνην κάθε ἐχθρός, ὁ ὁποῖος θὰ τοὺς ἐπολεμοῦσε, καὶ οἱ ἀπέναντί των ἐχθρικοὶ βασιλεῖς συνετρίβησαν κατὰ τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες.
14 καὶ ἐστήρισε πάντας τοὺς ταπεινοὺς τοῦ λαοῦ αὐτοῦ· τὸν νόμον ἐξεζήτησε καὶ ἐξῇρε πάντα ἄνομον καὶ πονηρόν· 13 Εξέλιπε κάθε πολέμιος από την χώραν των και οι εχθροί βασιλείς είχαν συντριβή κατά τας ημέρας εκείνας. 14 Ὁ Σίμων ἐπροστάτευεν, ἐστήριζεν, ἐνεθάρρυνεν ὅλους τοὺς πτωχούς, τοὺς θλιμμένους καὶ ἀδυνάτους τοῦ λαοῦ του.Ἀκόμη ἐμελετοῦσε καὶ ἐφήρμοζε μὲ ἀπόφασιν στερεὰν καὶ θερμὸν ζῆλον τὸν νόμον τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπήλλαξε τὴν χώραν ἀπὸ κάθε ἀσεβῆ, ἁμαρτωλὸν καὶ ἐξωμότην.
15 τὰ ἅγια ἐδόξασε, καὶ ἐπλήθυνε τὰ σκεύη τῶν ἁγίων. 14 Υπήρξε το στήριγμα όλων των ταλαιπωρημένων ανθρώπων του λαού του. Εμελέτα και εφήρμοζε τον Νομον, και έβγαλεν εκ μέσου των Ισραηλιτών κάθε παράνομον και κακόν. 15 Ἔδωσε μεγάλην λαμπρότητα καὶ δόξαν εἰς τὸν Ναὸν καὶ τὸν ἐξώπλισε μὲ πολλὰ ἱερὰ ἀντικείμενα καὶ σκεύη.
16 Καὶ ἠκούσθη ἐν Ρώμῃ, ὅτι ἀπέθανεν ᾿Ιωνάθαν, καὶ ἕως Σπάρτης, καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα. 15 Εδόξασε τον ιερόν τόπον και επλούτισεν εις αριθμόν και ποιόν τα ιερά σκεύη του ναού. 16 Ὅταν ἡ θλιβερὴ εἴδησις τοῦ θανάτου τοῦ Ἰωνάθαν ἔφθασεν εἰς τὴν Ρώμην καὶ μέχρι τῆς Σπάρτης, οἱ Ρωμαῖοι καὶ οἳ Σπαρτιᾶται ἐλυπήθησαν πάρα πολύ.
17 ὡς δὲ ἤκουσαν, ὅτι Σίμων ὁ ἀδελφὸς αὐτοῦ γέγονεν ἀντ᾿ αὐτοῦ ἀρχιερεὺς καὶ ἐπικρατεῖ τῆς χώρας καὶ τῶν πόλεων τῶν ἐν αὐτῇ, 16 Οταν ηκούσθη έως εις την Ρωμην και εις την Σπάρτην, ότι ο Ιωνάθαν απέθανεν, ελυπήθησαν πάρα πολύ και οι Ρωμαίοι και οι Σπαρτιάται. 17 Ὅταν ὅμως ἐπληροφορήθησαν ὅτι ὁ ἀδελφός του, ὁ Σίμων, τὸν διεδέχθη εἰς τὴν ἀρχιερωσύνην καὶ εἶναι ἀπόλυτος κύριος τῆς Ἰουδαίας καὶ τῶν πόλεων ποὺ εὑρίσκοντο εἰς αὐτήν,
18 ἔγραψαν πρὸς αὐτὸν δέλτοις χαλκαῖς τοῦ ἀνανεώσασθαι πρὸς αὐτὸν φιλίαν καὶ τὴν συμμαχίαν, ἣν ἔστησαν πρὸς ᾿Ιούδαν καὶ ᾿Ιωνάθαν τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ. 17 Οταν όμως έμαθαν ότι ο Σιμων ο αδελφός του τον διεδέχθη εις την αρχιερωσύνην και ότι αυτός είναι άρχων της Ιουδαίας και των πόλεων, που ευρίσκοντο εις αυτήν, 18 Ἔγραψαν πρὸς τὸν Σίμωνα ἐπιστολὴν ἐπάνω εἰς χάλκινες πλάκες διὰ νὰ ἀνανεώσουν τὴν πρὸς αὐτὸν συνθήκην φιλίας καὶ συμμαχίας, τὴν ὁποίαν εἶχαν συνάψει μὲ τὸν Ἰούδαν καὶ τὸν Ἰωνάθαν, τοὺς ἀδελφούς του.
19 καὶ ἀνεγνώσθησαν ἐνώπιον τῆς ἐκκλησίας ἐν ῾Ιερουσαλήμ. 18 έγραψαν προς αυτόν επιστολήν επάνω εις χαλκίνας πλάκας, δια να ανανεώσουν την φιλίαν και συμμαχίαν των προς αυτόν, την οποίαν προηγουμένως είχον συνάψει με τον Ιούδαν και τον Ιωνάθαν, τους αδελφούς του. 19 Οἱ πλάκες ἐκεῖνες μὲ τὸ περιεχόμενον τῆς ἐπιστολῆς ἀνεγνώσθησαν ἐνώπιον τῆς γενικῆς συνελεύσεως τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ εἰς τὴν Ἱερουσαλήμ.
20 καὶ τοῦτο τὸ ἀντίγραφον τῶν ἐπιστολῶν, ὧν ἀπέστειλαν οἱ Σπαρτιάται· «Σπαρτιατῶν ἄρχοντες καὶ ἡ πόλις Σίμωνι ἱερεῖ μεγάλῳ καὶ τοῖς πρεσβυτέροις καὶ τοῖς ἱερεῦσι καὶ τῷ λοιπῷ δήμῳ τῶν ᾿Ιουδαίων ἀδελφοῖς χαίρειν. 19 Αι επιστολαί αυταί ανεγνώσθησαν ενώπιον της συγκεντρώσεως όλων των Ιουδαίων εις την Ιερουσαλήμ. 20 Αὐτὸ δὲ εἶναι τὸ ἀντίγραφον τῆς ἐπιστολῆς, τὴν ὁποίαν ἔστειλαν οἱ Σπαρτιᾶται: Οἱ ἄρχοντες καὶ ἡ πόλις τῶν Σπαρτιατῶν πρὸς τὸν ἀρχιερέα Σίμωνα, τοὺς πρεσβυτέρους, τοὺς ἱερεῖς καὶ τὸν ὑπόλοιπον Ἰουδαϊκὸν λαόν, τοὺς ἀδελφούς μας, εὐχόμεθα εἰς αὐτοὺς νὰ χαίρουν.
21 οἱ πρεσβευταὶ οἱ ἀποσταλέντες πρὸς τὸν δῆμον ἡμῶν ἀπήγγειλαν ἡμῖν περὶ τῆς δόξης ὑμῶν καὶ τιμῆς, καὶ ηὐφράνθημεν ἐπὶ τῇ ἐφόδῳ αὐτῶν. 20 Αυτό δε είναι το περιεχόμενον της επιστολής, την οποίαν έστειλαν οι Σπαρτιάται· “Οι άρχοντες των Σπαρτιατών και όλη η πόλις χαιρετούν τον Σιμωνα, τον μέγαν αρχιερέα, τους πρεσβυτέρους, τους ιερείς και τους άλλους άνδρας των Ιουδαίων, τους αδελφούς μας. 21 Οἱ πρεσβευταί, τοὺς ὁποίους ἀπεστείλατε πρὸς τὸν λαόν μας, μᾶς ἐπληροφόρησαν διὰ τὴν δόξαν, τὴν φήμην, τὴν τιμὴν καὶ τὴν προκοπήν σας, καὶ ἐδοκιμάσαμεν εὐφροσύνην διὰ τὴν ἐπίσκεψίν των.
22 καὶ ἀνεγράψαμεν τὰ ὑπ᾿ αὐτῶν εἰρημένα ἐν ταῖς βουλαῖς τοῦ δήμου οὕτως· Νουμήνιος ᾿Αντιόχου καὶ ᾿Αντίπατρος ᾿Ιάσωνος πρεσβευταὶ ᾿Ιουδαίων ἤλθοσαν πρὸς ἡμᾶς ἀνανεούμενοι τὴν πρὸς ἡμᾶς φιλίαν. 21 Οι πρεσβευταί, τους οποίους εστείλατε στον λαόν μας, ανήγγειλαν εις ημάς την δόξαν σας και την τιμήν, που απολαμβάνετε σήμερον, ημείς δε ηυχαριστήθημεν πολύ δια την έλευσίν των. 22 Καὶ κατεγράψαμεν ὅσα μᾶς ἔχουν εἰπεῖ εἰς τὰ πρακτικὰ τῶν συνελεύσεων τοῦ δήμου ὡς ἀκολούθως: (Ὁ Νουμήνιος, ὁ υἱὸς τοῦ Ἀντιόχου, καὶ ὁ Ἀντίπατρος, ὁ υἱὸς τοῦ Ἰάσονος, πρεσβευταὶ τῶν Ἰουδαίων, ἦλθαν πρὸς ἡμᾶς διὰ νὰ ἀνανεώσουν τὴν πρὸς ἡμᾶς συμμαχίαν φιλίας.
23 καὶ ἤρεσε τῷ δήμῳ ἐπιδέξασθαι τοὺς ἄνδρας ἐνδόξως καὶ τοῦ θέσθαι τὸ ἀντίγραφον τῶν λόγων αὐτῶν ἐν τοῖς ἀποδεδειγμένοις τῶ δήμῳ βιβλίοις τοῦ ἔχειν μνημόσυνον τὸν δῆμον τῶν Σπαρτιατῶν. τὸ δὲ ἀντίγραφον τούτων ἐγράψαμεν Σίμωνι τῷ ἀρχιερεῖ». - 22 Ανεκοινώσαμεν και κατεχωρήσαμεν τα λεχθέντα από αυτούς εις τας αποφάσστου δήμου ως εξής· Ο Νουμήνιος ο υιός του Αντιόχου, και ο Αντίπατρος ο υιός του Ιάσωνος, πρεσβευταί από τους Ιουδαίους ήλθον προς ημάς με τον σκοπον να ανανεώσουν την προς ημάς φιλίαν. 23 Ἐφάνη δὲ ἀρεστὸν εἰς τὸν δῆμον νὰ ὑποδεχθῶμεν τοὺς δύο αὐτοὺς ἄνδρες μὲ τιμὲς καὶ νὰ καταχωρίσωμεν ἀντίγραφον τῶν λόγων των εἰς τὰ ἐπίσημα ἀρχεῖα τοῦ δήμου, ὥστε ὁ δῆμος τῶν Σπαρτιατῶν νὰ ἔχῃ μόνιμον ἀνάμνησιν τῶν λόγων των.Ἀντίγραφον δὲ τοῦ ἐγγράφου τούτου ἐγράψαμεν καὶ ἐστείλαμεν εἰς τὸν Σίμωνα τὸν ἀρχιερέα).
24 Μετὰ δὲ ταῦτα ἀπέστειλε Σίμων τὸν Νουμήνιον εἰς Ρώμην ἔχοντα ἀσπίδα χρυσῆν μεγάλην ὁλκῆς μνῶν χιλίων εἰς τὸ στῆσαι πρὸς αὐτοὺς τὴν συμμαχίαν. 23 Ηρεσε και ενέκρινεν ο δήμος να υποδεχθώμεν τους άνδρας αυτούς με κάθε τιμήν και να καταθέσωμεν αντίγραφον των προτάσεών των εις τα επίσημα βιβλία του δήμου, ώστε ο δήμος να διατηρηή την ανάμνησιν αυτών. Αντίγραφον δε τούτων εγράψαμεν και αποστέλλομεν στον Σιμωνα τον αρχιερέα”. 24 Ἔπειτα ἀπὸ αὐτὰ ὁ Σίμων ἔστειλεν εἰς τὴν Ρώμην τὸν Νουμήνιον μὲ μίαν μεγάλην χρυσὴν ἀσπίδα, ἡ ὁποία εἶχε βάρος χιλίων μνῶν, διὰ νὰ ἀνανεώσῃ καὶ ἐπιβεβαιώσῃ τὴν συμμαχίαν μὲ τοὺς Ρωμαίους.
25 ῾Ως δὲ ἤκουσεν ὁ δῆμος τῶν λόγων τούτων, εἶπαν· τίνα χάριν ἀποδώσομεν Σίμωνι καὶ τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ; 24 Μετά ταύτα ο Σιμων απέστειλεν εις την Ρωμην τον Νουμήνιον μεταφέροντα μεγάλην χρυσήν ασπίδα βάρους χιλίων μνων, δια να ανανεώση και επικυρώση την συμμαχίαν με αυτούς. 25 Ὅταν ὁ Ἰουδαϊκὸς λαὸς ἐπληροφορήθη τὰ γεγονότα αὐτά, εἶπαν: Μὲ ποῖον τρόπον ἠμποροῦμεν νὰ δείξωμεν τὴν εὐγνωμοσύνην μας πρὸς τὸν Σίμωνα καὶ τοὺς υἱούς του;
26 ἐστήρισε γὰρ αὐτὸς καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ καὶ ὁ οἶκος τοῦ πατρὸς αὐτοῦ καὶ ἐπολέμησαν τοὺς ἐχθροὺς ᾿Ισραὴλ ἀπ᾿ αὐτῶν καὶ ἔστησαν αὐτῷ ἐλευθερίαν. καὶ κατέγραψαν ἐν δέλτοις χαλκαῖς καὶ ἔθεντο ἐν στήλαις ἐν ὄρει Σιών. 25 Οταν ο λαός της Ρωμης έμαθε τα πράγματα αυτά είπεν· “Ποίον δείγμα της ευγνωμοσύνης μας θα δώσωμεν τώρα στον Σιμωνα και τα παιδιά του; 26 Διότι αὐτὸς καὶ οἱ ἀδελφοί του καὶ ἡ οἰκογένεια τοῦ πατρός του ἔμειναν σταθεροὶ καὶ ἀμετακίνητοι ἐπολέμησαν καὶ ἔδιωξαν ἀπὸ τὴν χώραν τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ καὶ ἐπέτυχαν καὶ ἐξασφάλισαν τὴν ἐλευθερίαν του.Ἔτσι ἐχάραξαν μίαν ἐπιγραφὴν εἰς χάλκινες πλάκες, τὶς ὁποῖες ἐτοποθέτησαν εἰς στῆλες ὡς μνημεῖον ἐπάνω εἰς τὸν λόφον τῆς Σιών.
27 καὶ τοῦτο τὸ ἀντίγραφον τῆς γραφῆς· «᾿Οκτωκαιδεκάτῃ ᾿Ελούλ, ἔτους δευτέρου καὶ ἑβδομηκοστοῦ καὶ ἑκατοστοῦ - καὶ τοῦτο τρίτον ἔτος ἐπὶ Σίμωνος ἀρχιερέως 26 Διότι αυτός και οι αδελφοί του και ο οίκος του πατρός των εφάνησαν σταθεροί εις την φιλίαν των προς ημάς. Επολέμησαν δε και εξεδίωξαν τους εχθρούς του Ισραηλιτικού λαού και εστερέωσαν την ελευθερίαν αυτού”. Αυτά δε τα έργα εχάραξαν εις χαλκίνους πίνακας, τους οποίους εκρέμασαν εις στήλας στο όρος Σιών. 27 Αὐτὸ δὲ εἶναι τὸ ἀντίγραφον τῆς ἐπιγραφῆς Κατὰ τὴν δεκάτην ὀγδόην ἡμέραν τοῦ μηνὸς Ἐλούλ (=Αὐγούστου /Σεπτεμβρίου) τοῦ ἑκατοστοῦ ἑβδομηκοστοῦ δευτέρου (172ου) ἔτους τῆς βασιλείας τῶν Ἑλλήνων Σελευκιδῶν (δηλαδὴ τὸ 140 π.Χ.) - τὸ ἔτος αὐτὸ εἶναι τὸ τρίτον ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ ἀρχιερέως Σίμωνος,
28 ἐν ἀσαραμὲλ - ἐπὶ συναγωγῆς μεγάλης ἱερέων καὶ λαοῦ καὶ ἀρχόντων ἔθνους καὶ τῶν πρεσβυτέρων τῆς χώρας ἐγνώρισεν ἡμῖν· 27 Ιδού δε και το αντίγραφον αυτών· “Κατά την δεκάτην ογδόην ημέραν του Ελούλ, του εκατοστού εβδομηκοστού δευτέρου έτους της χρονολογίας των Σελευκιδών- αυτό συμπίπτει προς το τρίτον έτος του Σιμωνος του αρχιερέως, 28 εἰς ἀσαραμέλ - εἰς μεγάλην συνάθροισιν ἱερέων καὶ λαοῦ καὶ ἀρχηγῶν τοῦ ἔθνους καὶ τῶν πρεσβυτέρων τῆς χώρας μᾶς ἐγνωστοποιήθησαν τὰ ἀκόλουθα:
29 ἐπεὶ πολλάκις ἐγενήθησαν πόλεμοι ἐν τῇ χώρᾳ, Σίμων δὲ ὁ υἱὸς Ματταθίου ὁ υἱὸς τῶν υἱῶν ᾿Ιωαρὶβ καὶ οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ ἔδωκαν ἑαυτοὺς τῷ κινδύνῳ καὶ ἀντέστησαν τοῖς ὑπεναντίοις τοῦ ἔθνους αὐτῶν, ὅπως σταθῇ τὰ ἅγια αὐτῶν καὶ ὁ νόμος, καὶ δόξῃ μεγάλῃ ἐδόξασαν τὸ ἔθνος αὐτῶν. 28 εις ασαραμελ-κατά μίαν μεγάλην συγκέντρωσιν ιερέων και λαού και αρχόντων του έθνους και των πρεσβυτέρων της χώρας εκοινοποιήθησαν εις ημάς τα εξής· 29 Ἐπειδὴ πολλὲς φορὲς ἡ χώρα μας ὑπέφερεν ἀπὸ συνεχεῖς πολέμους, ὁ Σίμων, ὁ υἱὸς τοῦ Ματταθία, ἀπὸ τοὺς ἀπογόνους τῆς οἰκογενείας Ἰωαρίβ, καὶ οἱ ἀδελφοί του ἐρριψοκινδύνευσαν τὴν ζωήν των καὶ ἀντεστάθησαν εἰς τοὺς ἐχθροὺς τοῦ ἔθνους τῶν, διὰ νὰ διαφυλάξουν καὶ ἀσφαλίσουν τὸν Ναόν των καὶ τὸν Νόμον, καὶ ἔτσι ἐδόξασαν μὲ μεγάλην δόξαν τὸ ἔθνος των.
30 καὶ ἤθροισεν ᾿Ιωνάθαν τὸ ἔθνος αὐτῶν καὶ ἐγενήθη αὐτοῖς ἀρχιερεὺς καὶ προσετέθη πρὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ, 29 Επειδή πολλές φορές πόλεμοι εξερράγησαν εναντίον της χώρας μας ο Σιμων ο υιός του Ματταθίου, από τους απογόνους του Ιωαρίβ, και οι αδελφοί αυτού εξετέθησαν εις κίνδυνον, αντέστησαν εναντίον των εχθρών του έθνους των, δια να ίσταται όρθιος ο ναός του Κυρίου και να ισχύη ο νόμος ο θείος. Αυτοί με μεγάλην δόξαν εδόξασαν το έθνος των. 30 Ὁ Ἰωνάθαν ἀνασυνέταξε καὶ συνήθροισε τὸ ἔθνος των καὶ ἔγινε δι’ αὐτοὺς ἀρχιερεύς, κατόπιν δὲ ἀπέθανε καὶ προσετέθη εἰς τοὺς εὐλαβεῖς προγόνους του, ποὺ ἀπέθαναν πρὶν ἀπὸ αὐτόν.
31 καὶ ἐβουλήθησαν οἱ ἐχθροὶ αὐτῶν ἐμβατεῦσαι εἰς τὴν χώραν αὐτῶν τοῦ ἐκτρῖψαι τὴν χώραν αὐτῶν καὶ ἐκτεῖναι χεῖρας ἐπὶ τὰ ἅγια αὐτῶν. 30 Ο Ιωνάθαν συνεκέντρωσε το έθνος των, εγινεν στους Ισραηλίτας αρχιερεύς και όταν απέθανε προσετέθη στον λαόν του. 31 Οἱ δὲ ἐχθροὶ τῶν Ἰουδαίων ἀπεφάσισαν καὶ ἐσχεδίασαν νὰ εἰσβάλουν εἰς τὴν χώραν των διὰ νὰ τὴν καταστρέψουν καὶ τὴν ἐρημώσουν καὶ νὰ θέσουν ἱερόσυλα χέρια εἰς τὸν Ναόν των.
32 τότε ἀνέστη Σίμων, καὶ ἐπολέμησε περὶ τοῦ ἔθνους αὐτοῦ καὶ ἐδαπάνησε χρήματα πολλὰ τῶν ἑαυτοῦ καὶ ὡπλοδότησε τοὺς ἄνδρας τῆς δυνάμεως τοῦ ἔθνους αὐτοῦ καὶ ἔδωκεν αὐτοῖς ὀψώνια 31 Οι εχθροί ηθέλησαν να εισχωρήσουν εις την χώραν των Ιουδαίων, να καταστρέψουν αυτήν και έπειτα να απλώσουν τα χέρια των στον ιερόν ναόν των. 32 Τότε παρουσιάσθη ὁ Σίμων καὶ ἐπολέμησεν ὑπὲρ τοῦ ἔθνους του· ἐξώδευσε μεγάλα ποσὰ ἀπὸ τὴν προσωπικήν του περιουσίαν καὶ ἐξώπλισε τοὺς στρατιῶτες τοῦ ἔθνους του καὶ ἔδωκεν εἰς αὐτοὺς μισθούς.
33 καὶ ὠχύρωσε τὰς πόλεις τῆς ᾿Ιουδαίας καὶ τὴν Βαιθσούραν τὴν ἐπὶ τῶν ὁρίων τῆς ᾿Ιουδαίας, οὗ ἦν τὰ ὅπλα τῶν πολεμίων τὸ πρότερον, καὶ ἔθετο ἐκεῖ φρουρὰν ἄνδρας ᾿Ιουδαίους. 32 Τοτε εξηγέρθη ο Σιμων και επολέμησεν υπέρ του έθνους του, εδαπάνησε πολλά χρήματα ιδικά του, ώπλισε γενναίους άνδρας από το έθνος του και έδωκεν εις αυτούς μισθούς. 33 Ὁ Σίμων ὠχύρωσε τὶς πόλεις τῆς Ἰουδαίας καὶ τὴν Βαιθσούραν, ποὺ εὑρίσκεται εἰς τὰ σύνορα τῆς Ἰουδαίας, ὅπου εὑρίσκετο προηγουμένως τὸ ἐχθρικὸν ὀπλοστάσιον, καὶ ἐγκατέστησεν ἐκεῖ στρατιωτικὴν φρουρὰν ἀπὸ ἄνδρες Ἰουδαίους.
34 καὶ ᾿Ιόππην ὠχύρωσε τὴν ἐπὶ τῆς θαλάσσης καὶ τὴν Γάζαρα τὴν ἐπὶ τῶν ὁρίων ᾿Αζώτου, ἐν ᾗ ᾤκουν οἱ πολέμιοι τὸ πρότερον ἐκεῖ, καὶ κατῴκισεν ἐκεῖ ᾿Ιουδαίους, καὶ ὅσα ἐπιτήδεια ἦν πρὸς τὴν τούτων ἐπανόρθωσιν, ἔθετο ἐν αὐτοῖς. 33 Ωχύρωσε τας πόλεις της Ιουδαίας και την Βαιθσούραν, η οποία ευρίσκεται εις τα σύνορα της Ιουδαίας, όπου υπήρχον τα οπλοστάσια των εχθρών προηγουμένως. Εκεί δε ετοποθέτησεν ως φρουράν άνδρας Ιουδαίους. 34 Ὠχύρωσεν ἐπίσης τὴν παράλιον πόλιν Ἰόππην καὶ τὴν πόλιν Γάζαρα, ποὺ εὑρίσκετο εἰς τὰ σύνορα τῆς Ἀζώτου, εἰς τὴν ὁποίαν ἑκατοικοῦσαν ἄλλοτε οἱ ἐχθροί.Ἐκεῖ δὲ ἐγκατέστησεν Ἰουδαίους καὶ ἐπρομήθευσεν εἰς τὶς πόλεις αὐτὲς ὅσα τοὺς ἦσαν ἀπαραίτητα διὰ τὴν ἀνόρθωσιν, τὴν εὐημερίαν καὶ τὴν προστασίαν των.
35 καὶ εἶδεν ὁ λαὸς τὴν πρᾶξιν τοῦ Σίμωνος καὶ τὴν δόξαν, ἣν ἐβουλεύσατο ποιῆσαι τῷ ἔθνει αὐτοῦ, καὶ ἔθεντο αὐτὸν ἡγούμενον αὐτῶν καὶ ἀρχιερέα διὰ τὸ αὐτὸν πεποιηκέναι πάντα ταῦτα καὶ τὴν δικαιοσύνην καὶ τὴν πίστιν, ἣν συνετήρησε τῷ ἔθνει αὐτοῦ, καὶ ἐζήτησε παντὶ τρόπῳ ὑψῶσαι τὸν λαὸν αὐτοῦ. 34 Ωχύρωσε την Ιόππην την παραθαλασσίαν, την πόλιν Γαζαρα εις τα όρια της Αζώτου, εις την οποίαν άλλοτε κατοικούσαν οι εχθροί. Εκεί εγκατέστησεν Ιουδαίους και την εφωδίασε με όσα ήσαν απαραίτητα δια την διατροφήν και την υπεράσπισιν των κατοίκων. 35 Ἐξ ἀφορμῆς ὅλων αὐτῶν τῶν κατορθωμάτων καὶ τῶν ἔργων ὁ λαὸς εἶδε καὶ ἐβεβαιώθη διὰ τὸν πατριωτισμὸν τοῦ Σίμωνος καὶ διὰ τὴν ἀπόφασίν του νὰ ὑψώσῃ καὶ δοξάσῃ τὸ ἔθνος του καὶ τὸν ἀνεκήρυξαν ἡγέτην (ἐθνάρχην) των καὶ ἀρχιερέα, εἰς ἀναγνώρισιν ὅλων αὐτῶν τῶν ὑπηρεσιῶν, ποὺ προσέφερε, καὶ διὰ τὴν ἀκεραιότητα καὶ τὴν εὐθύτητα καὶ τὴν ἀφοσίωσιν καὶ πιστότητα, ποὺ ἔδειξεν εἰς τὸ ἔθνος του, καὶ διὰ τὶς συνεχεῖς καὶ σταθερὲς προσπάθειες, τὶς ὅποιες κατέβαλε μὲ κάθε τρόπον, ὥστε νὰ δοξάσῃ τὸν λαόν του.
36 καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ εὐωδώθη ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τοῦ ἐξαρθῆναι τὰ ἔθνη ἐκ τῆς χώρας αὐτῶν καὶ τοὺς ἐν τῇ πόλει Δαυὶδ τοὺς ἐν ῾Ιερουσαλήμ, οἳ ἐποίησαν ἑαυτοῖς ἄκραν, ἐξ ἧς ἐξεπορεύοντο καὶ ἐμίαινον κύκλῳ τῶν ἁγίων καὶ ἐποίουν πληγὴν μεγάλην ἐν τῇ ἁγνείᾳ. 35 Ο ισραηλιτικός λαός είδε τα έργα του Σιμωνος και την δόξαν, την οποίαν ήθελε να δώση στο έθνος του, και ανεκήρυξαν αυτόν αρχηγόν των και αρχιερέα των χάριν όλων αυτών των μεγάλων έργων, τα οποία είχε πραγματοποιήσει και της δικαιοσύνης και της πίστεως, την οποίαν ετήρει απέναντι του έθνους του γενικώς, διότι επεζήτησε και ειργάσθη με κάθε τρόπον να ανυψώση και δοξάση τον λαόν του. 36 Καὶ κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς ἀρχηγίας (ἐθναρχίας) του οἱ ἐνέργειές του ἐστέφοντο ἀπὸ ἐπιτυχίαν καὶ τὰ εἰδωλολατρικὰ ἔθνη ἐξεδιώχθησαν ἀπὸ τὴν χώραν των, ὅπως ἐπίσης ἐξεδιώχθησαν καὶ ὅσοι στρατιῶται ἦσαν ἐγκατεστημένοι εἰς τὴν πόλιν τοῦ Δαβίδ, τὴν Ἱερουσαλήμ, οἱ ὁποῖοι ἔκτισαν ὡς ὁρμητήριόν των ἀκρόπολιν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἐπραγματοποιοῦσαν ἐξόδους καὶ ἐμόλυναν τὸν περίβολον καὶ τὴν γύρω ἀπὸ τὸν Ναὸν περιοχὴν καὶ ἐπέφεραν μεγάλην φθορὰν καὶ καταστροφὴν εἰς τὴν καθαρότητα καὶ τὴν ἱερότητα τοῦ χώρου τοῦ Ναοῦ.
37 καὶ κατῴκισεν ἐν αὐτῇ ἄνδρας ᾿Ιουδαίους καὶ ὠχύρωσεν αὐτὴν πρὸς ἀσφάλειαν τῆς χώρας καὶ τῆς πόλεως καὶ ὕψωσε τὰ τείχη ῾Ιερουσαλήμ, 37 Εγκατέστησεν Ιουδαίους πολεμιστάς εις την ακρόπολιν, την ωχύρωσε δια την ασφάλειαν της Ιουδαίας και της πόλεως και επί τούτοις ανύψωσε τα τείχη της Ιερουσαλήμ. 37 Ὁ Σίμων ἐγκατέστησεν εἰς τὴν ἀκρόπολιν τῆς Ἱερουσαλὴμ Ἰουδαίους στρατιῶτες καὶ τὴν ὠχύρωσε διὰ τὴν ἀσφάλειαν τῆς χώρας καὶ τῆς πόλεως, ἐπὶ πλέον δὲ ἀνύψωσε τὰ τείχη τῆς Ἱερουσαλήμ.
38 καὶ ὁ βασιλεὺς Δημήτριος ἔστησεν αὐτῷ τὴν ἀρχιερωσύνην κατὰ ταῦτα 38 Δια τα έργα του αυτά ο βασιλεύς Δημήτριος του παρέδωσε την αρχιερωσύνην, 38 Ὁ βασιλιᾶς Δημήτριος, λαμβάνων ὑπ’ ὄψιν ὅλα αὐτά, τὸν ἐγκατέστησεν ἀρχιερέα,
39 καὶ ἐποίησεν αὐτὸν τῶν φίλων αὐτοῦ καὶ ἐδόξασεν αὐτὸν δόξῃ μεγάλῃ. 39 τον ανεκηρυξεν ένα από τους φίλους του και τον ετίμησε με μεγάλην δόξαν. 39 τὸν ἀνεκήρυξεν ἕνα ἀπὸ τοὺς Φίλους του καὶ τὸν ἐδόξασε μὲ πολλὴν δόξαν καὶ τὸν περιέβαλε μὲ μεγάλες τιμές.
40 ἤκουσε γὰρ ὅτι προσηγόρευνται οἱ ᾿Ιουδαῖοι ὑπὸ Ρωμαίων φίλοι καὶ σύμμαχοι καὶ ἀδελφοί, καὶ ὅτι ἀπήντησαν τοῖς πρεσβευταῖς Σίμωνος ἐνδόξως, 40 Διότι είχε μάθει ότι οι Ρωμαίοι προσεφώνουν τους Ιουδαίους φίλους, συμμάχους και αδελφούς και ότι είχαν υποδεχθή μετά πολλής τιμής πρεσβευτάς του Σιμωνος. 40 Τὰ ἔκαμε δὲ ὅλα αὐτὰ ὁ Δημήτριος, διότι ἐπληροφορήθη ὅτι οἱ Ρωμαῖοι ὠνόμαζαν τοὺς Ἰουδαίους φίλους, συμμάχους καὶ ἀδελφοὺς καὶ ὅτι ὑπεδέχθησαν μὲ μεγάλες τιμὲς τοὺς πρεσβευτὰς τοῦ Σίμωνος.
41 καὶ ὅτι εὐδόκησαν οἱ ᾿Ιουδαῖοι καὶ οἱ ἱερεῖς τοῦ εἶναι Σίμωνα ἡγούμενον καὶ ἀρχιερέα εἰς τὸν αἰῶνα ἕως τοῦ ἀναστῆναι προφήτην πιστὸν 41 Οι Ιουδαίοι και οι ιερείς εδέχθησαν ευχαρίστως να είναι ο Σιμων αρχηγός των και αρχιερεύς πάντοτε, μέχρις ότου αναφανή κάποιος άλλος αξιόπιστος προφήτης. 41 Οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ ἱερεῖς των ἀπεδέχθησαν μετὰ χαρᾶς τὸ νὰ εἶναι ὁ Σίμων ἡγέτης (ἐθνάρχης) καὶ ἀρχιερεὺς αἰωνίως, εἰς τὸ διηνεκές, μέχρις ὅτου παρουσιασθῇ ἀληθινός, γνήσιος καὶ ἀξιόπιστος προφήτης.
42 καὶ τοῦ εἶναι ἐπ᾿ αὐτῶν στρατηγὸν καὶ ὅπως μέλῃ αὐτῷ περὶ τῶν ἁγίων καθιστάναι αὐτοὺς ἐπὶ τῶν ἔργων αὐτῶν καὶ ἐπὶ τῆς χώρας καὶ ἐπὶ τῶν ὅπλων καὶ ἐπὶ τῶν ὀχυρωμάτων, 42 Εδέχθησαν επίσης ευχαρίστως να είναι ο Σιμων ο αρχιστράτηγός των, να φροντίζη δια τα ιερά πράγματα, να διορίζη υπαλλήλους εις τα διάφορα έργα και εις όλην την χώραν της Ιουδαίας, όπως επίσης και δια τα οπλοστάσια και τα οχυρωματικά έργα. 42 Ἀκόμη οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ ἱερεῖς των ἀπεδέχθησαν μετὰ χαρᾶς τὸ νὰ εἶναι ὁ Σίμων στρατηγός των καὶ νὰ ἔχῃ πλήρη φροντίδα καὶ ἔλεγχον ἐπὶ τοῦ Ναοῦ καὶ νὰ ἔχῃ τὸ δικαίωμα νὰ διορίζῃ τοὺς ἀξιωματούχους (ὑπαλλήλους) διὰ τὶς δημόσιες ὑπηρεσίες των καὶ διὰ τὴν διοίκησιν τῆς χώρας καὶ διὰ τὸν ὁπλισμὸν καὶ διὰ τὰ ὀχυρωματικὰ ἔργα.
43 καὶ ὅπως μέλῃ αὐτῷ περὶ τῶν ἁγίων, καὶ ὅπως ἀκούηται ὑπὸ πάντων, καὶ ὅπως γράφωνται ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ πᾶσαι συγγραφαὶ ἐν τῇ χώρᾳ, καὶ ὅπως περιβάλληται πορφύραν καὶ χρυσοφορῇ· 43 Να αναλάβη ακόμη ο Σιμων την επιμέλειαν των ιερών τόπων και πραγμάτων, να υπακούουν όλοι εις αυτόν, να συντάσσωνται επί τω ονόματί του όλαι αι δημόσιαι πράξεις εις την χώραν, να ενδύεται βασιλικήν πορφύραν και να φέρη χρυσά διακριτικά κοσμήματα. 43 Ἐπίσης οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ ἱερεῖς των ἀπεδέχθησαν μετὰ χαρᾶς τὸ νὰ ἔχῃ ὁ Σίμων πλήρη φροντίδα καὶ ἔλεγχον ἐπὶ τοῦ Ναοῦ καὶ νὰ ὑπακούουν εἰς αὐτὸν ὅλοι· καὶ ὅλα τὰ ἐπίσημα ἔγγραφα καὶ συμβόλαια εἰς τὴν Ἰουδαίαν νὰ γράφωνται καὶ νὰ συντάσσωνται ἐπ’ ὀνόματί του· νὰ φορῇ δὲ βασιλικὴν πορφύραν καὶ νὰ φέρῃ χρυσῆν πόρπην (Ἀγκράφαν) καὶ γενικῶς χρυσᾶ διακριτικὰ κοσμήματα.
44 καὶ οὐκ ἐξέσται οὐδενὶ τοῦ λαοῦ καὶ τῶν ἱερέων ἀθετῆσαί τι τούτων καὶ ἀντειπεῖν τοῖς ὑπ᾿ αὐτοῦ ρηθησομένοις καὶ ἐπισυστρέψαι συστροφὴν ἐν τῇ χώρᾳ ἄνευ αὐτοῦ καὶ περιβάλλεσθαι πορφύραν καὶ ἐμπορποῦσθαι πόρπην χρυσῆν· 44 Να μη έχη το δικαίωμα κανένας από τον λαόν η από τους ιερείς να παραβή τίποτε από αυτά η να φέρουν αντίρρησιν εις τας διαταγάς του, ούτε και να συγκεντρώνουν τον λαόν εις την χώραν χωρίς την ιδικήν του άδειαν, ούτε κανείς άλλος να φορή πορφύραν και να φέρη επάνω του χρυσήν πόρπην. 44 Ἄκομη οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ ἱερεῖς των ἀπεδέχθησαν μετὰ χαρᾶς, ὅπως κανεὶς ἀπὸ τὸν λαὸν ἢ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς μὴ ἔχῃ τὸ δικαίωμα νὰ παραβῇ, νὰ καταπατίσῃ κάποιο ἀπὸ τὰ θεσπίσματα (ψηφίσματα) αὐτὰ ἢ νὰ ἀντιταχθῇ εἰς τὰ διατάγματα, τὰ ὁποῖα ἐκδίδει ὁ Σίμων, ἢ νὰ συγκαλέσῃ οἰανδήποτε συνάθροισιν ὁποιαδήποτε τῆς χώρας χωρὶς τὴν ἄδειαν καὶ συγκατάθεση του, οὔτε νὰ φορέσῃ πορφύραν βασιλικὴν καὶ νὰ φέρῃ χρυσῆν πόρπην (ἀγκράφαν).
45 ὃς δ᾿ ἂν παρὰ ταῦτα ποιήσῃ ἢ ἀθετήσῃ τι τούτων, ἔνοχος ἔσται». - 45 Εκείνος δε που θα πράξη κάτι αντίθετον από αυτά η θα παραβή κάτι, θα είναι ένοχος και υπεύθυνος τιμωρίας”. 45 Ὁποιοσδήποτε δὲ ἀντιταχθῇ εἰς αὐτὰ τὰ ἄρθρα ἢ ἀθετήσῃ ἕνα ἀπὸ αὐτά, θὰ εἶναι ἔνοχος καὶ ἄξιος τιμωρίας.
46 καὶ εὐδόκησε πᾶς ὁ λαὸς θέσθαι Σίμωνι καὶ ποιῆσαι κατὰ τοὺς λόγους τούτους. 46 Ολος ο ισραηλιτικός λαός απεδέχθη ευχαρίστως να αναλάβη ο Σιμων την εξουσίαν και να ενεργή σύμφωνα με τας αποφάσεις αυτάς. 46 Καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἀπεδέχθη μετὰ χαρᾶς καὶ ὁμοφώνως, ὅπως ὁ Σίμων ἀναλάβῃ τὴν ἐξουσίαν αὐτὴν καὶ ἐνεργῇ σύμφωνα μὲ τοὺς ὄρους αὐτούς, ποὺ προανεφέρθησαν.
47 καὶ ἐπεδέξατο Σίμων καὶ εὐδόκησεν ἀρχιερατεύειν καὶ εἶναι στρατηγὸς καὶ ἐθνάρχης τῶν ᾿Ιουδαίων καὶ ἱερέων καὶ τοῦ προστατῆσαι πάντων. 47 Ο Σιμων εδέχθη όλα αυτά και συγκατετέθη να γίνη αρχιερεύς, στρατηγός και εθνάρχης όλων των Ιουδαίων και των ιερέων και να τεθή επικεφαλής όλων. 47 Ὁ δὲ Σίμων συνεφώνησε καὶ συγκατετέθη μετὰ χαρᾶς νὰ εἶναι ἀρχιερεύς, στρατηγὸς καὶ ἐθνάρχης τῶν Ἰουδαίων καὶ τῶν ἱερέων καὶ νὰ προεδρεύῃ ὅλων, ἀσκῶν τὴν ὑπερτάτην ἐξουσίαν, καὶ νὰ προστατεύῃ ὅλους.
48 καὶ τὴν γραφὴν ταύτην εἶπον θέσθαι ἐν δέλτοις χαλκαῖς καὶ στῆσαι αὐτὰς ἐν περιβόλῳ τῶν ἁγίων ἐν τόπῳ ἐπισήμῳ, 48 Απεφασίσθη επίσης να εγχαράξουν εις πίνακας χαλκίνους τας αποφάσεις των αυτάς και να τοποθετήσουν τους πίνακας στον περίβολον του ιερού ναού, εις τόπον καταφανή. 48 Ἀπεφασίσθη δὲ ὅπως τὸ κείμενον τοῦ ψηφίσματος τούτου χαραχθῃ εἰς χάλκινες πλάκες καὶ τοποθετηθῇ εἰς τὸν περίβολον τοῦ Ναοῦ εἰς τόπον κεντρικὸν καὶ ἐμφανῆ·
49 τὰ δὲ ἀντίγραφα αὐτῶν θέσθαι ἐν τῷ γαζοφυλακίῳ, ὅπως ἔχῃ Σίμων καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ. 49 Αντίγραφα δε αυτών να αποτεθούν εις τα θησαυροφυλάκιον, δια να τα έχουν εις την διάθεσίν των ο Σιμων και οι υιοί του. 49 ἀντίγραφα δὲ τούτων νὰ ἀποτεθοῦν εἰς τὸ θησαυροφυλάκιον, διὰ νὰ τὰ ἔχουν εἰς τὴν διάθεσίν των καὶ νὰ τὰ φυλάσσουν ὑπευθύνως ὁ Σίμων καὶ οἱ υἱοί του.