Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΕΙΔΟΝ τὸν Κύριον ἐφεστῶτα ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου, καὶ εἶπε· πάταξον ἐπὶ τὸ ἱλαστήριον καὶ σεισθήσεται τὰ πρόπυλα καὶ διάκοψον εἰς κεφαλὰς πάντων· καὶ τοὺς καταλοίπους αὐτῶν ἐν ρομφαίᾳ ἀποκτενῶ, οὐ μὴ διαφύγῃ ἐξ αὐτῶν φεύγων, καὶ οὐ μὴ διασωθῇ ἐξ αὐτῶν ἀνασωζόμενος. | 1 Ειδα τον Κυριον να ίσταται όρθιος πλησίον στον ειδωλολατρικόν ναόν και να λέγη στον άγγελόν του· “κτύπησε τον ναόν αυτόν. Τα προπύλαια του ναού από τα κτυπήματα θα σεισθούν και θα κρημνισθούν. Κοψε τας κεφαλάς όλων. Αυτούς δέ, που θα απομείνουν από την καταστροφήν θα θανατώσω με εχθρικήν ρομφαίαν. Κανείς, όσον και αν τραπή εις φυγήν, δεν θα διαφύγη τον όλεθρον. Κανένας δεν θα κατορθώση να διασωθή από αυτούς. | 1 Εἶδα τὸν Κύριον νὰ στέκεται ὄρθιος κοντὰ καὶ ἐπάνω ἀπὸ τὸ εἰδωλολατρικὸν θυσιαστήριον· καὶ ὁ Κύριος εἶπεν «εἰς ἕνα τῶν Ἀγγέλων του· κατ’ ἄλλους εἰς τὸν προφήτην Ἀμώς»: «Κτύπησε τὸ θυσιαστήριον «τὸν ναόν) αὐτό· καὶ ἀπὸ τὸ κτύπημα θὰ σεισθοῦν καὶ θὰ πέσουν ὄχι μόνον οἱ στῦλοι, ἀλλὰ καὶ τὰ προπύλαια καὶ ὅλος ὁ ναός. Κόψε τὶς κεφαλὲς ὅλων. Ὅσους δὲ θὰ ἐναπομείνουν ἀπὸ τὴν καταστροφήν, θὰ τοὺς φονεύσω μὲ τὸ πλατὺ καὶ μεγάλο ἀμφίστομον σπαθὶ τοῦ ἐχθροῦ. Κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν θὰ γλυτώσῃ καὶ δὲν θὰ σωθῇ διὰ τῆς φυγῆς· καὶ κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν θὰ σωθῇ, ἔστω καὶ ἂν διαφύγῃ. |
2 ἐὰν κατακρυβῶσιν εἰς ᾅδου, ἐκεῖθεν ἡ χείρ μου ἀνασπάσει αὐτούς· καὶ ἐὰν ἀναβῶσιν εἰς τὸν οὐρανόν, ἐκεῖθεν κατάξω αὐτούς· | 2 Και εάν ακόμη μερικοί κατορθώσουν να κατεβούν και να κρυβούν στον άδην, και από εκεί το χέρι μου θα τους ανασύρη. Εάν δε και αναβούν στον ουρανόν, και από εκεί θα τους κρημνίσω κάτω. | 2 Καὶ ἂν ἀκόμη ὡρισμένοι κατορθώσουν να κατεβοῦν εἰς τὸν ἅδην καὶ νὰ κρυβοῦν, τὸ χέρι μου θὰ τοὺς σύρῃ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ θὰ τοὺς ξερριζώσῃ. Ἐὰν πάλιν ἐπιτύχουν νὰ ἀνεβοῦν εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ θὰ τοὺς κρημνίσω κάτω. |
3 ἐὰν ἐγκατακρυβῶσιν εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ Καρμήλου, ἐκεῖθεν ἐξερευνήσω καὶ λήψομαι αὐτούς· καὶ ἐὰν καταδύσωσιν ἐξ ὀφθαλμῶν μου εἰς τὰ βάθη τῆς θαλάσσης, ἐκεῖ ἐντελοῦμαι τῷ δράκοντι καὶ δήξεται αὐτούς· | 3 Εάν με κάθε επιμέλειαν και φροντίδα κρυβούν εις τας κρύπτας της κορυφής του όρους Καρμήλου, εγώ θα εξερευνήσω την περιοχήν και θα τους συλλάβω. Και εάν φύγουν μακράν από τα μάτια μου και καταδυθούν εις τα βάθη της θαλάσσης θα διατάξω τους δράκοντας της θαλάσσης να τους κατασπαράξουν. | 3 Ἐὰν κρυβοῦν καλὰ εἰς καποίαν κρύπτην εἰς τὴν κορυφὴν τοῦ ὄρους Κάρμηλον, θὰ ἐρευνήσω μὲ ἐπιμέλειαν, θὰ τοὺς ἀνακαλύψω καὶ θὰ τοὺς συλλάβω. Ἐὰν δὲ πάλιν ἐξαφανισθοῦν ἀπὸ τὰ μάτια μου καὶ καταβυθισθοῦν καὶ κρυφθοῦν εἰς τὰ σκοτεινὰ βάθη τῆς θαλάσσης, θὰ διατάξω ἕνα ἀπὸ τὰ ἐκεῖ εὑρισκόμενα μεγάλα κήτη νὰ τοὺς κατασπαράξῃ. |
4 καὶ ἐὰν πορευθῶσιν ἐν αἰχμαλωσίᾳ πρὸ προσώπου τῶν ἐχθρῶν αὐτῶν, ἐκεῖ ἐντελοῦμαι τῇ ρομφαίᾳ καὶ ἀποκτενεῖ αὐτούς. καὶ στηριῶ τοὺς ὀφθαλμούς μου ἐπ᾿ αὐτοὺς εἰς κακὰ καὶ οὐκ εἰς ἀγαθά. | 4 Εάν συλληφθούν και προχωρούν αιχμάλωτοι ενώπιον των εχθρών των, και εκεί θα διατάξω την εχθρικήν ρομφαίαν να τους θανατώση. Θα έχω στηριγμένους τους οφθαλμούς μου επάνω των προς τιμωρίαν των και οχι δια το καλόν των”! | 4 Καὶ ἐὰν ὁδηγηθοῦν εἰς αἰχμαλωσίαν μὲ τὴν συνοδίαν τῶν ἐχθρῶν των, θὰ δώσω καὶ ἐκεῖ ἐντολὴν εἰς τὸ πλατὺ καὶ μεγάλο ἀμφίστομον ἐχθρικὸν σπαθὶ νὰ τοὺς φονεύσῃ. Καὶ θὰ προσηλώσω τὸ βλέμμα μου ἐπάνω των πρὸς τιμωρίαν καὶ ὄχι διὰ τὸ καλὸν των!» |
5 καὶ Κύριος Κύριος ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ, ὁ ἐφαπτόμενος τῆς γῆς καὶ σαλεύων αὐτήν, καὶ πενθήσουσι πάντες οἱ κατοικοῦντες αὐτήν, καὶ ἀναβήσεται ὡς ποταμὸς συντέλεια αὐτῆς καὶ καταβήσεται ὡς ποταμὸς Αἰγύπτου· | 5 Κυριος, Κυριος ο Θεός ο παντοκράτωρ είναι εκείνος, ο οποίος εγγίζει την γην και σείει αυτήν ολόκληρον. Ολοι όσοι κατοικούν την χώραν αυτήν του Ισραήλ θα πενθήσουν, διότι η καταστροφή θα ομοιάζη με τον Νείλον ποταμόν, του οποίου τα νερά εκχειλίζουν και καταπλημμυρίζουν την χώραν της Αιγύπτου. | 5 Ὁ Κύριος, Κύριος ὁ Θεός, εἶναι Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος ἐξουσιάζει καὶ κυβερνᾷ τὰ πάντα μὲ τὴν παντοκρατορικὴν δύναμίν του καὶ ὁ Ὁποῖος ἐγγίζει ἁπλῶς τὴν γῆν, καὶ αὐτὴ σείεται ὁλόκληρος. Καὶ ὅλοι, ὅσοι κατοικοῦν τὴν χώραν αὐτὴν τοῦ Ἰσραήλ, θὰ πενθήσουν, καθὼς ἡ καταστροφή της θὰ ὁμοιάζῃ μὲ ἐκείνην ποὺ προκαλεῖ ὁ Νεῖλος, ὁ ποταμὸς τῆς Αἰγύπτου, τοῦ ὁποίου τὰ ὕδατα ἀνεβαίνουν καὶ πλημμυρίζουν τὴν Αἴγυπτον καὶ κατόπιν κατεβαίνουν καὶ ἀποσύρονται πάλιν εἰς τὴν κοίτην του. |
6 ὁ οἰκοδομῶν εἰς τὸν οὐρανὸν ἀνάβασιν αὐτοῦ καὶ τὴν ἐπαγγελίαν αὐτοῦ ἐπὶ τῆς γῆς θεμελιῶν, ὁ προσκαλούμενος τὸ ὕδωρ τῆς θαλάσσης καὶ ἐκχέων αὐτὸ ἐπὶ πρόσωπον τῆς γῆς· Κύριος ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ ὄνομα αὐτῷ. | 6 Ο Κυριος έχει οικοδομήσει στους ουρανούς την υψηλήν αυτού κατοικίαν, θεμελιώνει δε και πραγματοποιεί τας υποσχέσεις αυτού στους ανθρώπους της γης. Αυτός προκαλεί το νερό της θαλάσσης επάνω στον ουρανόν και έπειτα το χύνει εις ολόκληρον την γην. Κυριος ο Θεός ο Παντοκράτωρ, αυτό είναι το όνομά του. | 6 Ὁ παντοκράτωρ Κύριος εἶναι Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος οἰκοδομεῖ εἰς τὸν οὐρανὸν τὴν ὑψηλὴν κατοικίαν του, θεμελιώνει δὲ καὶ πραγματοποιεῖ τὶς ὑποσχέσεις του εἰς τοὺς κατοίκους τῆς γῆς. Αὐτὸς εἶναι Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος ἐνεργεῖ, ὥστε τὸ νερὸ τῆς θαλάσσης (καὶ τῶν λιμνῶν καὶ τῶν ποταμῶν» νὰ ἐξατμίζεται, νὰ δημιουργὴ ὑδρατμούς, ποὺ συγκεντρώνονται εἰς τὴν ἀτμόσφαιραν ὡς νέφη, καὶ ὁ Ὁποῖος ἐνεργεῖ, ὥστε οἰ ὑδρατμοὶ νὰ ὑγροποιοῦνται καὶ τὸ νερὸ νὰ χύνεται ὡς βροχὴ εἰς τὸ πρόσωπον τῆς γῆς. Τὸ ὄνομά του εἶναι: «Κύριος ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος ἐξουσιάζει καὶ κυβερνᾷ τὰ πάντα μὲ τὴν παντοκρατορικὴν δύναμίν του». |
7 οὐχ ὡς υἱοὶ Αἰθιόπων ὑμεῖς ἐστε ἐμοί, υἱοὶ ᾿Ισραήλ; λέγει Κύριος. οὐ τὸν ᾿Ισραὴλ ἀνήγαγον ἐκ γῆς Αἰγύπτου καὶ τοὺς ἀλλοφύλους ἐκ Καππαδοκίας καὶ τοὺς Σύρους ἐκ βόθρου; - | 7 “Σεις ω Ισραηλίται, μήπως τάχα και είσθε δι' εμέ όπως οι Αιθίοπες; Λέγει ο Κυριος. Δεν είμαι εγώ εκείνος, ο οποίος σας ανεβίβασα ελευθέρους από την χώραν της Αιγύπτου; Δεν είμαι εγώ αυτός, που ανέσυρα τους Φιλισταίους από την Καππαδοκίαν και τους Συρους από βόθρον; | 7 «Δὲν μοῦ εἶσθε σεῖς οἱ Ἰσραηλῖται ὅμοιοι μὲ τοὺς Αἰθίοπας;», λέγει ὁ Κύριος. «Μήπως ἐγὼ δὲν εἶμαι Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος ὠδήγησα καὶ ἔφερα ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον εἰς τὴν γῆν Χαναὰν τοὺς Ἰσραηλίτες, ὅπως ἐπίσης καὶ τοὺς Φιλισταίους ἀπὸ τὴν Καππαδοκίαν καὶ τοὺς Σύρους ἀπὸ τὸν βόθρον; |
8 ᾿Ιδοὺ οἱ ὀφθαλμοὶ Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τὴν βασιλείαν τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ἐξαρῶ αὐτὴν ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς· πλὴν ὅτι οὐκ εἰς τέλος ἐξαρῶ τὸν οἶκον ᾿Ιακώβ, λέγει Κύριος. | 8 Ιδού οι οφθαλμοί Κυρίου του Θεού στρέφονται ωργισμένοι εις την βασιλείαν των αμαρτωλών Ισραηλιτών, την οποίαν και θα εξαφανίσω από το πρόσωπον της γης. Αλλά δεν θα καταστρέψω εξ ολοκλήρου τους απογόνους του Ιακώβ. | 8 Νά! Οἱ ὠργισμένοι ὀφθαλμοὶ Κυρίου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐστραμμένοι εἰς τὸ ἁμαρτωλὸν βασίλειον τοῦ Ἰσραήλ, καὶ θὰ ἑξαφανίσω τὸ βασίλειον αὐτὸ ἀπὸ τὸ πρόσωπον τῆς γῆς. Πλὴν ὅμως δὲν θὰ καταστρέψω καὶ δὲν θὰ ἑξαφανίσω τελείως τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰακώβ», λέγει ὁ Κύριος. |
9 διότι ἰδοὺ ἐγὼ ἐντέλλομαι καὶ λικμήσω ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσι τὸν οἶκον ᾿Ισραήλ, ὃν τρόπον λικμᾶται ἐν τῷ λικμῷ καὶ οὐ μὴ πέσῃ σύντριμμα ἐπὶ τὴν γῆν. | 9 Διότι ιδού, εγώ διατάσσω και θα λιχνίσω και θα διασκορπίσω τους Ισραηλίτας εις όλα τα έθνη, όπως λιχνίζει ο γεωργός κατά τας ώρας του λιχνόσματος το άχυρον. Αλλά δεν θα πέση ο Ισραήλ εξ ολοκλήρου συντετριμμένος επάνω εις την γην. | 9 «Διότι, νά! Ἐγὼ προστάσσω καὶ θὰ λιχνίσω, θὰ διασκορπίσω τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαὸν εἰς ὅλα τὰ εἰδωλολατρικὰ ἔθνη, ὅπως ὁ γεωργὸς λιχνίζει μὲ τὸ λιχνιστήρι του τὸ ἄχυρον. Ἀλλ’ ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς δὲν θὰ πέσῃ τελείως συντετριμμένος εἰς τὴν γῆν δηλαδὴ δὲν θὰ καταστροφῇ ἐξ ὁλοκλήρου. |
10 ἐν ρομφαίᾳ τελευτήσουσι πάντες ἁμαρτωλοὶ λαοῦ μου οἱ λέγοντες· οὐ μὴ ἐγγίσῃ οὐδ᾿ οὐ μὴ γένηται ἐφ᾿ ἡμᾶς τὰ κακά. | 10 Θα θανατωθούν με εχθρικήν ρομφαίαν όλοι οι αμαρτωλοί του λαού μου, οι οποίοι λέγουν· Δεν θα μας πλησιάσουν, ούτε και θα πέσουν επάνω μας τα κακά. | 10 Θὰ θανατωθοῦν μὲ πλατὺ καὶ μεγάλο ἀμφίστομον ἐχθρικὸν σπαθὶ ὅλοι οἰ ἁμαρτωλοὶ τοῦ «Ἰσραηλιτικοῦ» λαοῦ μου, οἱ ὁποῖοι λέγουν: «Δὲν θὰ μᾶς πλησιάσουν, οὔτε θὰ πέσουν ἐπάνω μας τὰ κακὰ καὶ ἡ καταστροφή». |
11 ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἀναστήσω τὴν σκηνὴν Δαυὶδ τὴν πεπτωκυῖαν καὶ ἀνοικοδομήσω τὰ πεπτωκότα αὐτῆς καὶ τὰ κατεσκαμμένα αὐτῆς ἀναστήσω καὶ ἀνοικοδομήσω αὐτὴν καθὼς αἱ ἡμέραι τοῦ αἰῶνος, | 11 Κατά την μεγάλην και επίσημον εκείνην ημέραν, θα ξαναστήσω την σκηνήν του Δαβίδ, η οποία έχει πέσει. Θα ανοικοδομήσω τα ερείπια της χώρας αυτής, θα ανορθώσω και θα αποκαταστήσω αυτήν, όπως ήτο κατά την περααμένην εποχήν της δόξης της. | 11 «Κατὰ τὴν ἐπίσημον καὶ εὐτυχῆ ἡμέραν τοῦ Μεσαίου θὰ στήσω καὶ πάλιν τὸν θρόνον καὶ τὴν οἰκογένειαν τοῦ Δαβίδ, ἡ ὁποία θὰ ἔχῃ καταπέσει· θὰ ἀνοικοδομήσω καὶ πάλιν τὰ ἐρείπια τῆς χώρας τοῦ Ἰσραήλ, τὰ ὁποῖα θὰ ἔχουν κατασκαφῆ, τὰ δὲ κατεστραμμένα καὶ ἀνεσκαμμένα ἐρείπιά της θὰ τὰ ξανακτίσω· θὰ ἀνοικοδομήσω τὴν χώραν καὶ θὰ τὴν ἀποκαταστήσω ἐνωμένην εἰς ἕνα βασίλειον, ἔνδοξον καὶ λαμπράν, ὅπως ἦταν κατὰ τὴν ἐποχὴν τῶν ἐνδόξων βασιλέων της Δαβὶδ καὶ Σολομῶντος «ἢ κατ’ ἄλλους: Εἰς ἡμέρας μακράς»· |
12 ὅπως ἐκζητήσωσιν οἱ κατάλοιποι τῶν ἀνθρώπων καὶ πάντα τὰ ἔθνη, ἐφ᾿ οὓς ἐπικέκληται τὸ ὄνομά μου ἐπ᾿ αὐτούς, λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ὁ ποιῶν πάντα ταῦτα. | 12 Ωστε όλοι οι απομείναντες Ισραηλίται και όλα τα έθνη να αναζητούν και επικαλούνται τον αληθινόν Θεόν, διότι και αυτά θα επικαλεσθούν το Ονομά μου λέγει Κυριος ο Θεός, ο οποίος πραγματοποιεί όλα αυτά. | 12 ἔτσι, ὥστε νὰ ζητήσουν μὲ τὴν καρδιά των τὸν Κύριον, ἐκτὸς τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὑπόλοιποι τῶν ἀνθρώπων καὶ ὅλα τὰ εἰδωλολατρικὰ ἔθνη, εἰς τὰ ὁποῖα θὰ ἔχουν βάλει ὡς ὄνομα τὸ ὄνομά μου, ὥστε νὰ εἶναι ἰδικοί μου», λέγει ὁ Κύριος, ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος πραγματοποιεῖ ὅλα αὐτά. |
13 ἰδοὺ ἡμέραι ἔρχονται, λέγει Κύριος, καὶ καταλήψεται ὁ ἀμητὸς τὸν τρυγητόν, καὶ περκάσει ἡ σταφυλὴ ἐν τῷ σπόρῳ, καὶ ἀποσταλάξει τὰ ὄρη γλυκασμόν, καὶ πάντες οἱ βουνοὶ σύμφυτοι ἔσονται· | 13 Ιδού, θα έλθουν ημέραι, λέγει ο Κυριος, ευτυχίας και ευλογίας, ώστε ο θερισμός του σίτου θα φθάνη τον τρυγητόν των αμπέλων, τα δε σταφύλια θα ωριμάζουν μέχρι της εποχής, που θα σπείρωνται τα σιτηρά. Τα όρη θα σταλάζουν μέλι, θα παρέχουν πλούσια τα προϊόντα των, και τα βουνά θα είναι κατάφυτα και καταπράσινα. | 13 «Νά! ἔρχονται ἡμέρες», λέγει ὁ Κύριος, «κατὰ τὶς ὁποῖες θὰ εἶναι τόσος ὁ πλοῦτος καὶ ἡ ἀφθονία τῶν ἀγαθῶν, ὥστε ὁ θερισμὸς τοῦ σιταριοῦ θὰ φθάνῃ μέχρι τῆς ἐποχῆς τοῦ τρύγου τῶν σταφυλιῶν, καὶ τὰ σταφύλια θὰ ὡριμάζουν μέχρι τὸν Νοέμβριον, δηλαδὴ τὴν ἐποχὴν τῆς σπορᾶς. Τὰ ὅρη θὰ στάζουν γλυκασμὸν καὶ μέλι ἀπὸ τοὺς ποικίλους καρποὺς τῶν δένδρων καὶ ἀπὸ τὸ γλυκὸ κρασί, ὅλοι δὲ οἱ λόφοι θὰ εἶναι κατάφυτοι καὶ καταπράσινοι. |
14 καὶ ἐπιστρέψω τὴν αἰχμαλωσίαν τοῦ λαοῦ μου ᾿Ισραήλ, καὶ οἰκοδομήσουσι πόλεις τὰς ἠφανισμένας καὶ κατοικήσουσι καὶ φυτεύσουσιν ἀμπελῶνας καὶ πίονται τὸν οἶνον αὐτῶν καὶ ποιήσουσι κήπους καὶ φάγονται τὸν καρπὸν αὐτῶν· | 14 Θα επαναφέρω από την αιχμαλωσίαν τον λαόν μου τον ισραηλιτικόν και θα ανοικοδομήσουν αυτοί τας κατεστραμμένας πόλεις των, θα κατοικήσουν, θα φυτεύσουν αμπελώνας, θα πίουν εν ειρήνη τον οίνον των, θα καλλιεργήσουν τους κήπους και θα φάγουν ήσυχοι τους καρπούς των. | 14 Ἐπίσης θὰ ἐπαναφέρω καὶ θὰ ἀποκαταστήσω τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαόν μου ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσίαν. Τότε οἱ Ἰσραηλῖται θὰ ξανακτίσουν τὶς ἐρειπωμένες πόλεις των καὶ θὰ κατοικήσουν εἰς αὐτές. Θὰ φυτεύσουν ἀμπελῶνες καὶ θὰ πιοῦν τὸ κρασί των· θὰ φυτεύσουν καὶ θὰ καλλιεργήσουν ἐπίσης κήπους καὶ θὰ φάγουν τοὺς καρπούς των. |
15 καὶ καταφυτεύσω αὐτοὺς ἐπὶ τῆς γῆς αὐτῶν καὶ οὐ μὴ ἐκσπασθῶσιν οὐκέτι ἀπὸ τῆς γῆς, ἧς ἔδωκα αὐτοῖς, λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ. | 15 Θα τους καταφυτεύσω μονίμως εις την χώραν των και δεν θα αποσπασθούν βιαίως από την γην, την οποίαν έδωκα εις αυτούς”, λέγει Κυριος ο Θεός ο Παντοκράτωρ. | 15 Θὰ ἐγκαταστήσω τοὺς Ἰσραηλῖτες, θὰ τοὺς καταφυτεύσω μονίμως εἰς τὴν πατρίδα των, καὶ οὐδέποτε πλέον θὰ ξερριζωθοῦν βιαίως ἀπὸ τὴν χώραν, τὴν ὁποίαν τοὺς ἔχω δώσει», λέγει ὁ Κύριος, ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ. |