Κυριακή, 24 Νοεμβρίου 2024
Ανατ: 07:16
Δύση: 17:09
Τελ. τέταρτο
329-37
16ος χρόνος, 6126η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 (Ε)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Αρχαίο κείμενο Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Πᾶς γὰρ ἀρχιερεὺς ἐξ ἀνθρώπων λαμβανόμενος ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν Θεόν, ἵνα προσφέρῃ δῶρά τε καὶ θυσίας ὑπὲρ ἁμαρτιῶν, 1 Διότι κάθε αρχιερεύς, που λαμβάνεται και ξεχωρίζεται από τους ανθρώπους, όπως συμβαίνει μεταξύ των Ιουδαίων, γίνεται και εγκαθίσταται αρχιερεύς υπέρ των ανθρώπων, δια να προσφέρη δώρα και θυσίας προς συγχώρησιν των αμαρτιών του λαού. 1 Θὰ εὕρωμεν δὲ ἔλεος καὶ χάριν καὶ βοήθειαν ἀπὸ τὸν μεγάλον καὶ συμπαθῆ Ἀρχιερέα μας, διότι κάθε ἀρχιερεὺς εἰς τὴν λευϊτικὴν ἱερωσύνην τῶν Ἰουδαίων ξεχωρίζεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἐγκαθίσταται ἀρχιερεὺς πρὸς ὠφέλειαν τῶν ἀνθρώπων εἰς τὰ ἔργα τῆς λατρείας, ποὺ ἀναφέρονται εἰς τὸν Θεόν, διὰ νὰ προσφέρῃ καὶ δῶρα καὶ θυσίας πρὸς συγχώρησιν τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ λαοῦ.
2 μετριοπαθεῖν δυνάμενος τοῖς ἀγνοοῦσι καὶ πλανωμένοις, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς περίκειται ἀσθένειαν· 2 Και ημπορεί αυτός να συμπαθή και να φέρεται με μετριοπάθειαν προς αυτούς, που παρασύρονται εις την αμαρτίαν από άγνοιαν και πλάνην, διότι και αυτός σαν άνθρωπος περιβάλλεται και διαποτίζεται και φέρει την ανθρωπίνην ασθένειαν. 2 Καὶ δύναται οὗτος νὰ συμπαθῇ εἰς τοὺς ἁμαρτάνοντας ἐξ ἀγνοίας καὶ πλάνης, ἐπειδὴ καὶ αὐτὸς ὡς ἄνθρωπος φέρει ἐπάνω του ἠθικὴν ἀσθένειαν καὶ ἀδυναμίας.
3 καὶ διὰ ταύτην ὀφείλει, καθὼς περὶ τοῦ λαοῦ, οὕτω καὶ περὶ ἑαυτοῦ προσφέρειν ὑπὲρ ἁμαρτιῶν. 3 Ακριβώς δε εξ αιτίας αυτής της ασθενείας και ενόχης του ως ανθρώπου έχει καθήκον να προσφέρη θυσίας και δια τον εαυτόν του, δια την συγχώρησιν των αμαρτιών του, όπως προσφέρει υπέρ του λαού. 3 Καὶ ἐξ αἰτίας τῆς ἀσθενείας καὶ ἐνοχῆς του αὐτῆς ὀφείλει σύμφωνα μὲ τὰς διατάξεις τοῦ νόμου, καθὼς προσφέρει ὑπὲρ τοῦ λαοῦ, ἔτσι νὰ προσφέρῃ θυσίαν καὶ διὰ τὸν ἑαυτόν του, διὰ νὰ συγχωρηθοῦν αἱ ἁμαρτίαι του.
4 καὶ οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, καθάπερ καὶ Ἀαρών. 4 Και κανείς δεν παίρνει μόνος του και αυθαιρέτως την μεγάλην τιμήν του αρχιερατικού αξιώματος, αλλά την λαμβάνει, όταν προσκαλήται από τον Θεόν, όπως είχε προσκληθή και ο Ααρών. 4 Καὶ κανεὶς δὲν λαμβάνει μόνος του καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτόν του τὴν ὑψηλὴν τιμὴν τῆς ἀρχιερωσύνης, ἀλλὰ λαμβάνει αὐτήν, ὅταν καλῆται ἀπὸ τὸν Θεόν, καθὼς ἐκλήθη εἰς τὸ ἀξίωμα τοῦτο ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ ὁ Ἀαρών.
5 οὕτω καὶ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτὸν ἐδόξασε γενηθῆναι ἀρχιερέα, ἀλλ’ ὁ λαλήσας πρὸς αὐτόν· υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε· 5 Ετσι και ο Χριστός, ο μέγας Αρχιερεύς, δεν εδόξασε μόνος του τον εαυτόν του στον να γίνη Αρχιερεύς, δεν απέμεινε αυτός στον εαυτόν του το αξίωμα, αλλ' ο Θεός, ο οποίος ελάλησε προς αυτόν και του είπε· “συ είσαι Υιός μου, εγώ σε εγέννησα σήμερα, που σου έδωκα την ανθρωπίνην φύσιν”. 5 Ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς δὲν ἐδόξασε μόνος του τὸν ἑαυτόν του εἰς τὸ νὰ γίνῃ Ἀρχιερεύς, ἀλλὰ τὸν ἐδόξασεν ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος ἐλάλησε πρὸς αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπεν· Υἱός μου εἶσαι σύ· Ἐγὼ σὲ ἐγέννησα σήμερον, ὅτε σοῦ ἔδωκα τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν καὶ ἐδόξασα αὐτὴν διὰ τῆς ἀναστάσεως καὶ τῆς ἐκ δεξιῶν μου καθέδρας.
6 καθὼς καὶ ἐν ἑτέρῳ λέγει· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ. 6 Καθώς και εις άλλο χωρίον της Γραφής λέγει· “συ είσαι ιερεύς στον αιώνα, έχεις αιωνίαν και ακατάλυτον την αρχιερωσύνην, σύμφωνα με τον τύπον, που προφητικώς εδόθη εν τω προσώπω του Μελχισεδέκ εις την Π. Διαθήκην”. 6 Καθὼς καὶ εἰς ἄλλο μέρος τῆς Γραφῆς λέγει· Σὺ εἶσαι ἱερεὺς αἰώνιος σὰν τὸν Μελχισεδέκ, τοῦ ὁποίου παρασιωπᾶται ἐξεπίτηδες εἰς τὴν Γραφὴν ἡ γενεαλογία καὶ ὁ θάνατος, διὰ νὰ εἶναι σύμβολον καὶ προτύπωσις τῆς παντοτινῆς βασιλείας καὶ ἱερωσύνης σου.
7 ὃς ἐν ταῖς ἡμέραις τῆς σαρκὸς αὐτοῦ δεήσεις τε καὶ ἱκετηρίας πρὸς τὸν δυνάμενον σῴζειν αὐτὸν ἐκ θανάτου μετὰ κραυγῆς ἰσχυρᾶς καὶ δακρύων προσενέγκας, καὶ εἰσακουσθεὶς ἀπὸ τῆς εὐλαβείας, 7 Αυτός ο Ιησούς Χριστός κατά τας ημέρας της ενανθρωπήσεώς του και της επιγείου σωματικής ζωής προσέφερε προς τον Θεόν και Πατέρα, ο οποίος ηδύνατο να τον σώση από το φρικτόν μαρτύριον της αγωνίας και του σταυρικού θανάτου, θερμάς δεήσεις και ικεσίας με κραυγήν ισχυράν και με δάκρυα, και εισηκούσθη, χάρις εις την άπειρον αυτού ευλάβειαν (ώστε καρτερικώς να πίη το ποτήριον του σταυρικού θανάτου του). 7 Οὗτος ὁ Χριστὸς κατὰ τὰς ἡμέρας τῆς ἐπιγείου σωματικῆς ζωῆς του, ἀφοῦ προσέφερε πρὸς τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἠδύνατο νὰ τὸν σώζῃ ἀπὸ τὴν ἀγωνίαν τοῦ θανάτου, δεήσεις καὶ παρακλήσεις θερμὰς μὲ κραυγὴν δυνατὴν καὶ μὲ δάκρυα, καὶ ἀφοῦ εἱσηκούσθη διὰ τὴν εὐλαβῆ ὑπακοὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ ἐνισχύθη, ὥστε ἀτρόμητα νὰ βαδίζῃ πρὸς τὸν θάνατον,
8 καίπερ ὢν υἱὸς, ἔμαθεν ἀφ’ ὧν ἔπαθε τὴν ὑπακοήν, 8 Ετσι δε, καίτοι ήτο Υιός του Θεού, ο μονογενής και ομοούσιος του Πατρός, έμαθε εκ προσωπικής πείρας ως άνθρωπος από όσα έπαθε την υπακοήν. 8 καίτοι ἦτο υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἔμαθεν ἀπὸ ὅσα ἔπαθε τὴν ὑπακοὴν δείξας αὐτὴν ἐμπράκτως καὶ εἰς ὕψιστον βαθμόν.
9 καὶ τελειωθεὶς ἐγένετο τοῖς ὑπακούουσιν αὐτῷ πᾶσιν αἴτιος σωτηρίας αἰωνίου, 9 Και αφού έγινε τέλειος κατά πάντα και ως άνθρωπος, έγινεν αίτιος αιωνίου σωτηρίας εις όλους όσοι τον υπακούουν. 9 Καὶ ἔτσι ἀπεδείχθη τέλειος καὶ ἔγινεν εἰς ὅλους ὅσοι τὸν ὑπακούουν αἴτιος σωτηρίας ὄχι προσωρινῆς, ἀλλ’ αἰωνίου.
10 προσαγορευθεὶς ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἀρχιερεὺς κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ. 10 Και ωνομάσθη και προσεφωνήθη από τον Θεόν αιώνιος Αρχιερεύς κατά την τάξιν Μελχισεδέκ. 10 Καὶ ὠνομάσθη καὶ ἐπροσφωνήθη ἀπὸ τὸν Θεὸν Ἀρχιερεὺς αἰώνιος κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ.
11 Περὶ οὗ πολὺς ἡμῖν ὁ λόγος καὶ δυσερμήνευτος λέγειν, ἐπεὶ νωθροὶ γεγόνατε ταῖς ἀκοαῖς. 11 Δι' αυτόν δε τον Μελχισεδέκ, τον τύπον και το προεικόνισμα της αρχιερωσύνης του Χριστού, πολλά ημπορούμεν να είπωμεν, τα οποία όμως δύσκολα ερμηνεύονται, μάλιστα δε εις σαν, επειδή έχετε γίνει βραδείς και δυσκίνητοι στο να ακούετε και να εννοήτε τας μεγάλας αληθείας της πίστεως. 11 Διὰ τὸν Μελχισεδὲκ αὐτὸν ὡς τύπον τῆς ἀρχιερωσύνης τοῦ Χριστοῦ ἔχομεν νὰ εἴπωμεν πολλά, ποὺ δύσκολα ἑρμηνεύονται καὶ ἐξηγοῦνται, ἐπειδὴ ἔχετε γίνει βραδεῖς καὶ δύσκολοι εἰς τὸ νὰ ἀκούετε μὲ τὰ αὐτιὰ τῆς ψυχῆς σας, ὥστε νὰ κατανοῆτε τὰς ὑψηλὰς ἀληθείας.
12 καὶ γὰρ ὀφείλοντες εἶναι διδάσκαλοι διὰ τὸν χρόνον, πάλιν χρείαν ἔχετε τοῦ διδάσκειν ὑμᾶς τίνα τὰ στοιχεῖα τῆς ἀρχῆς τῶν λογίων τοῦ Θεοῦ, καὶ γεγόνατε χρείαν ἔχοντες γάλακτος καὶ οὐ στερεᾶς τροφῆς. 12 Και ενώ σεις θα έπρεπε να είσθε διδάσκαλοι των άλλων, αφού επί τόσον χρόνον ακούετε τα λόγια του Χριστού, εν τούτοις έχετε ανάγκην να σας διδάσκουν ποίαι είναι αι στοιχειώδεις και θεμελιώδεις αλήθειαι των λόγων του Θεού, αι οποίαι διδάσκονται στους νεοφωτίστους κατά την αρχήν της πίστεώς των στον Χριστόν. Και έτσι παρουσιάζεσθε σαν νήπια, που έχουν ανάγκην από γάλα και δεν είναι εις θέσιν να πάρουν και να αφομοιώσουν στερεάν τροφήν. Είσθε νήπιοι κατά την πίστιν και όχι ώριμοι. 12 Καὶ σᾶς ἀποκαλῶ ὀκνοὺς καὶ βαρήκοους, διότι ἐνῷ ἔπρεπε νὰ εἶσθε διδάσκαλοι, ἕνεκα τοῦ χρόνου ποὺ ἐμεσολάβησεν, ἀφ’ ὅτου ἐγίνατε Χριστιανοί, πάλιν ἔχετε ἀνάγκην νὰ σᾶς διδάσκουν, ποῖαι εἶναι αἱ πρῶται καὶ εἰς τὰς ἀρχὰς διδασκόμενοι στοιχειώδεις ἀλήθειαι τῶν λόγων τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐκαταντήσατε νὰ ἔχετε ἀνάγκην ὅπως τραφῆτε μὲ γάλα, δηλαδὴ μὲ τροφὴν πνευματικὴν κατάλληλον διὰ ἀρχαρίους. Καὶ δὲν εἶσθε προωδευμένοι, ὥστε νὰ χρειάζεσθε στερεὰν καὶ ὑψηλοτέραν πνευνατικὴν τροφὴν καὶ διδασκαλίαν.
13 πᾶς γὰρ ὁ μετέχων γάλακτος ἄπειρος λόγου δικαιοσύνης· νήπιος γάρ ἐστι· 13 Διότι καθένας που τρέφεται με γάλα, που εξακολουθεί δηλαδή να παίρνη μόνον τας στοιχειώδεις αληθείας της πίστεως, δεν έχει λάβει ακόμη πείραν και δεν γνωρίζει την διδασκαλίαν, η οποία οδηγεί εις την δικαίωσιν και την ενάρετον ζωήν. Είναι ακόμη από πνευματικής απόψεως νήπιον. 13 Διότι καθένας, ποὺ τρέφεται μόνον μὲ πνευματικὸν γάλα καὶ διδάσκεται στοιχειώδεις ἀληθείας, δὲν ἔχει πεῖραν καὶ δὲν γνωρίζει τὴν διδασκαλίαν, ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὴν δικαιοσύνην καὶ τὸν ἀκριβῆ ἐνάρετον βίον. Καὶ δὲν γνωρίζει τὴν διδασκαλίαν αὐτήν, διότι πνευματικῶς εὑρίσκεται εἰς νηπιακὴν κατάστασιν καὶ δὲν ἠμπορεῖ νὰ ἐννοήσῃ ὑψηλὴν καὶ ἀνωτέραν διδασκαλίαν.
14 τελείων δέ ἐστιν ἡ στερεὰ τροφή, τῶν διὰ τὴν ἕξιν τὰ αἰσθητήρια γεγυμνασμένα ἐχόντων πρὸς διάκρισιν καλοῦ τε καὶ κακοῦ. 14 Η στερεά τροφή, η βαθεία και φωτισμένη πνευματική διδασκαλία, είναι δια τους τελείους, δι' εκείνους οι οποίοι έχουν με την πνευματικήν εργασίαν και συνήθειαν γυμνασμένα και ικανά τα αισθητήρια της ψυχής, ώστε να διακρίνουν εύκολα μεταξύ καλού και κακού. 14 Ἡ στερεὰ δὲ καὶ ὑψηλοτέρα πνευματικὴ τροφὴ εἶναι διὰ τελείους Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ τὴν ἄσκησιν καὶ συνήθειαν ἔχουν τὰ πνευματικὰ αἰσθητήρια γυμνασμένα εἰς τὸ νὰ διακρίνουν εὔκολα μεταξὺ τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ, τῆς ἀληθείας καὶ τῆς πλάνης.