Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου 2024
Ανατ: 07:39
Δύση: 17:10
Σελ. 22 ημ.
357-9
16ος χρόνος, 6154η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΖΑΧΑΡΙΑΣ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 (Θ)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΛΗΜΜΑ λόγου Κυρίου· ἐν γῇ Σεδρὰχ καὶ Δαμασκοῦ θυσία αὐτοῦ, διότι Κύριος ἐφορᾷ ἀνθρώπους καὶ πάσας φυλὰς τοῦ ᾿Ισραήλ. 1 Απόφασις Κυρίου ληφθείσα εναντίον της πόλεως Σεδράχ και της Δαμασκού, όπου και θα γίνη μεγάλη θυσία ανθρώπων, διότι ο Κυριος επιβλέπει εις όλους τους ανθρώπους, ιδιαιτέρως όμως εις όλας τας φυλάς του Ισραήλ. 1 Θεόπνευστος, προφητικὸς καὶ τιμωρητικὸς λόγος, ὁ ὁποῖος παρελήφθη ἀπὸ τὸν Κύριον ὁ λόγος αὐτὸς στρέφεται ἐναντίον τῆς χώρας Σεδρὰχ καὶ Δαμασκοῦ, ὅπου θὰ προσφερθῇ μεγάλη θυσία ἀνθρώπων διότι ὁ Κύριος ἐπιβλέπει καὶ ἐποπτεύει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅλα τὰ ἔργα των, ἐξαιρέτως ὅμως ὅλες τὶς φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ.
2 καὶ ἐν ᾿Εμὰθ ἐν τοῖς ὁρίοις αὐτῆς Τύρος καὶ Σιδών, διότι ἐφρόνησαν σφόδρα. 2 Η τιμωρός απόφασις του Κυρίου στρέφεται και κατά της χώρας Εμάθ και των εις τα όρια αυτής ευρισκομένων πόλεων Τυρου και Σιδώνος, διότι εφρόνησαν μεγάλα δια τον εαυτόν των. 2 Ὁ τιμωρητικὸς λόγος τοῦ Θεοῦ στρέφεται ἐπίσης καὶ κατὰ τῆς χώρας Ἐμὰθ καὶ τῶν γειτονικῶν της Φοινικικῶν πόλεων Τύρου καὶ Σιδῶνος, διότι ὑπερηφανεύθησαν πάρα πολύ.
3 καὶ ᾠκοδόμησε Τύρος ὀχυρώματα ἑαυτῇ καὶ ἐθησαύρισεν ἀργύριον ὡς χοῦν καὶ συνήγαγε χρυσίον ὡς πηλὸν ὁδῶν. 3 Η Τυρος ειδικώτερα ωκοδόμησεν οχυρά τείχη δια τον εαυτόν της, απεταμίευσε και εθησαύρισεν άργυρον πολύν ωσάν το χώμα, και εμάζευσε χρυσόν ωσάν τον πηλόν των οδών. 3 Ἡ Τύρος ἐνόμισεν ὅτι εἶναι αὐτάρκης· δι’ αὐτὸ ἔκτισε τείχη ἰσχυρὰ καὶ ὀχυρὰ διὰ τὴν ἀσφάλειάν της καὶ ἐθησαύρισε ἀσῆμι πολὺ ὡσὰν τὸ χῶμα, ἐμάζευσε δὲ καὶ χρυσάφι πολὺ ὡσὰν τὸν πηλὸν τῶν δρόμων.
4 διὰ τοῦτο Κύριος κληρονομήσει αὐτὴν καὶ πατάξει εἰς θάλασσαν δύναμιν αὐτῆς, καὶ αὕτη ἐν πυρὶ καταναλωθήσεται. 4 Δια τούτο ο Κυριος θα καταλάβη την πόλιν, θα συντρίψη την δύναμίν της και θα την ρίψη εις την θάλασσαν και η ιδία πόλις θα γίνη παρανάλωμα του πυρός. 4 Ἕνεκα τῆς συμπεριφορᾶς της αὐτῆς θὰ λάβῃ πεῖραν τῆς θείας δυνάμεως. Ὁ Κύριος θὰ τὴν κατακτήσῃ καὶ θὰ τὴν ταπεινώσῃ· τὰ ὀχυρά της τείχη καὶ ὅλην τὴν δύναμίν της θὰ τὰ κατακρημνίσῃ καὶ θὰ τὰ καταποντίσῃ εἰς τὴν θάλασσαν, ἡ ἰδία δὲ ἡ πόλις θὰ παραδοθῇ εἰς τὴν φωτιὰ καὶ θὰ ἀφανισθῇ.
5 ὄψεται ᾿Ασκάλων καὶ φοβηθήσεται, καὶ Γάζα καὶ ὀδυνηθήσεται σφόδρα, καὶ ᾿Ακκάρων, ὅτι ᾐσχύνθη ἐπὶ τῷ παραπτώματι αὐτῆς· καὶ ἀπολεῖται βασιλεὺς ἐκ Γάζης, καὶ ᾿Ασκάλων οὐ μὴ κατοικηθῇ. 5 Η Ασκάλων θα ίδη αυτά και θα καταληφθή από φόβον. Η Γαζα θα συγκλονισθή ψυχικώς πάρα πολύ και η Ακκάρων θα κατεντροπιασθή έπειτα από την πτώσιν και συντριβήν αυτήν. Ο βασιλεύς της Γαζης θα εξολοθρευθή και Ασκάλων δεν θα κατοικηθή πλέον. 5 Ὅταν ἡ Ἀσκάλων θὰ ἴδῃ τὴν πλουσιωτάτην, ἰσχυρὰν καὶ ὠχυρωμένην Τύρον νὰ ἀφανίζεται, θὰ κυριευθῇ ἀπὸ φόβον καὶ τρόμον ἡ Γάζα θὰ κυριευθῇ ἀπὸ ἰσχυρὸν συγκλονισμὸν καὶ σύγκρυον, καθὼς ἐπίσης καὶ ἡ Ἀκκάρων, διότι θὰ κυριευθῇ ἀπὸ φόβον, σύγχυσιν καὶ ἐντροπὴν ἔπειτα ἀπὸ αὐτὴν τὴν πτῶσιν καὶ συντριβήν. Ὁ βασιλιᾶς τῆς Γάζης θὰ φονευθῇ καὶ θὰ χαθῇ, ἡ δὲ Ἀσκάλων θὰ ἐρημωθῇ καὶ δὲν θὰ κατοικηθῇ πλέον.
6 καὶ κατοικήσουσιν ἀλλογενεῖς ἐν ᾿Αζώτῳ, καὶ καθελῶ ὕβριν ἀλλοφύλων. 6 Εις την Αζωτον θα εγκατασταθούν αλλοεθνείς· έτσι δε θα ταπεινώσω την υπερηφάνειαν των Φιλισταίων. 6 Εἰς τὴν Ἀζωτον, ἐφ' ὅσον θὰ καταστραφοῦν καὶ θὰ φονευθοῦν ὅλοι οἱ ἐντόπιοι, θὰ ἐγκατασταθοῦν λαοὶ ἄλλου ἔθνους. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπον θὰ ταπεινώσω καὶ θὰ τιμωρήσω παραδειγματικῶς τὴν ὑπερηφάνειαν τῶν Φιλισταίων.
7 καὶ ἐξαρῶ τὸ αἷμα αὐτῶ ἐκ τοῦ στόματος αὐτῶν καὶ τὰ βδελύγματα αὐτῶν ἐκ μέσου ὀδόντων αὐτῶν, καὶ ὑπολειφθήσεται καὶ οὗτος τῷ Θεῷ ἡμῶν, καὶ ἔσονται ὡς χιλίαρχος ἐν ᾿Ιούδᾳ καὶ ᾿Ακκάρων ὡς ὁ ᾿Ιεβουσαῖος· 7 Θα βγάλω από το στόμα των των θυσιών το αίμα, που έπιναν, και από τα δόντια των θα βγάλω τα κρέατα των θυσιών των. Οσοι από αυτούς απομείνουν, θα ανήκουν στον Θεόν μας και θα αποτελέσουν μερίδα του Ισραηλιτικού λαού, ως είδος χιλιαρχίας. Οι κάτοικοι επίσης της Ακκάρων θα τιμωρηθούν, όπως και οι Ιεβουσαίοι. 7 Καὶ θὰ βγάλω τὰ αἵματα τῶν θυσιῶν ἀπὸ τὸ στόμα των καὶ τὰ κρέατά των εἰς Ἐμὲ σιχαμερῶν εἰδωλολατρικῶν θυσιῶν των ἀπὸ τὰ δόντια των. Ὅσοι ἀπὸ αὐτοὺς ἀπομείνουν, θὰ ἀνήκουν πλέον εἰς τὸν Θεόν μας, διότι θὰ ἔχουν ἀποπτύσει τὴν εἰδωλολατρίαν. Θὰ ἀποβοῦν δὲ τόσον γνήσιοι Ἰουδαῖοι, ὥστε καὶ ἀπὸ αὐτοὺς νὰ ἀναδειχθοῦν χιλίαρχοι τοῦ Ἰούδα «ἢ κατ’ ἄλλην ἑρμηνείαν: Ὥστε νὰ ἀποτελέσουν ἰδίαν κοινότητα μεταξὺ τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ»· οἱ δὲ ἀλλογενεῖς, οἱ Φιλισταῖοι κάτοικοι τῆς Ἀκκάρων, θὰ καταστοῦν τελικῶς καὶ αὐτοὶ ὅπως οἱ Ἰεβουσαῖοι, δηλαδὴ ὁμότιμοι πρὸς τοὺς κατοίκους τῆς Ἱερουσαλήμ, μὲ τοὺς ὁποίους οἱ Ἰεβουσαῖοι συνεχωνεύθησαν, ἀφοῦ ἔχασαν πλέον τὴν ἐθνικήν των συνείδησιν.
8 καὶ ὑποστήσομαι τῷ οἴκῳ μου ἀνάστημα τοῦ μὴ διαπορεύεσθαι μηδὲ ἀνακάμπτειν, καὶ οὐ μὴ ἐπέλθῃ ἐπ᾿ αὐτοὺς οὐκέτι ἐξελαύνων, διότι νῦν ἑώρακα ἐν τοῖς ὀφθαλμοῖς μου. 8 Δια τον οίκον μου όμως, δηλαδή δια τον λαόν μου, θα εγκαταστήσω υπερασπιστάς, ώστε κανείς να μη ημπορή να διέρχεται δια μέσου αυτών, ούτε να επανέρχεται πάλιν προς αυτούς ούτε, πολύ περισσότερον, να επέλθη εναντίον των με κατακτητικάς διαθέσεις δια να τους οδηγήση αιχμαλώτους μακράν εις εξορίαν. Διότι τώρα έχω στρέψει προστατευτικούς τους οφθαλμούς μου εις την Ιερουσαλήμ και την γην Ιούδα. 8 Εἰς ὅλην ὅμως τὴν χώραν τοῦ Ἰσραήλ, ἡ ὁποία εἶναι οἶκος ἰδικός μου, θὰ ἐγκαταστήσω προστατευτικὴν φρουράν, ὥστε κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς νὰ μὴ ἠμπορῇ νὰ τὴν διέρχεται καὶ νὰ τὴν διασχίζῃ, οὔτε νὰ γυρίζῃ καὶ νὰ ἐπιστρέφῃ ἐναντίον των οὔτε κανεὶς νὰ ὁρμήσῃ ἐναντίον των μὲ διαθέσεις κατακτητικός, διὰ νὰ τοὺς ὑποδουλώσῃ καὶ ὁδηγήσῃ εἰς αἰχμαλωσίαν. Διότι τώρα εἶμαι εἰς ἐπιφυλακὴν καὶ ἐπιβλέπω μὲ τὰ ἴδια μου τὰ μάτια καὶ ἐπεμβαίνω προσωπικῶς, διὰ νὰ προστατεύσω τὴν χώραν μου καὶ τὸν λαόν μου.
9 Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ ῾Ιερουσαλήμ· ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός, πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον. 9 Χαίρε λοιπόν παρά πολύ, κόρη μου Σιών, διαλάλησε Ιερουσαλήμ ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται εις σε δίκαιος, λυτρωτής και σωτήρ, πράος, καθήμενος επάνω εις ένα υποζύγιον, εις ένα νεαρόν πωλάριον. 9 Χαῖρε λοιπὸν πάρα πολύ, θυγατέρα μου Σιὼν ὕψωσε τὴν φωνήν σου καὶ διαλάλησε, θυγατέρα μου Ἱερουσαλήμ. Νά· ὁ βασιλιᾶς σου, ὁ Μεσσίας, ἔρχεται εἰς σὲ δίκαιος, λυτρωτής, ἐλευθερωτὴς καὶ σωτῆρας· ἔρχεται ὄχι σὰν τύραννος καὶ κατακτητῆς ἐπάνω εἰς ἵππον ἢ ἅρμα πολεμικόν, ἀλλὰ πρᾶος καὶ καθισμένος ἐπάνω εἰς ἕνα ὑποζύγιον, καὶ εἰς ἕνα νεαρὸν πουλάρι.
10 καὶ ἐξολοθρεύσει ἅρματα ἐξ ᾿Εφραὶμ καὶ ἵππον ἐξ ῾Ιερουσαλήμ, καὶ ἐξολοθρεύσεται τόξον πολεμικόν, καὶ πλῆθος καὶ εἰρήνη ἐξ ἐθνῶν· καὶ κατάρξει ὑδάτων ἕως θαλάσσης καὶ ἀπὸ ποταμῶν ἕως διεκβολῶν γῆς. 10 Αυτός θα δέση εις αχρηστίαν τα πολεμικά άρματα της φυλής του Εφραίμ, που εκπροσωπεί το βασίλειον του Ιοραήλ, και το ιππικόν της Ιερουσαλήμ. Θα εξολοθρεύση τα πολεμικά τόξα και θα επικρατήση μεγάλη ειρήνη εκ μέρους των ειδωλολατρικών λαών. Θα κυριαρχήση ως υπέρτατος άρχων από των ανατολικών ποταμών μέχρι της Μεσογείου Θαλάσσης, από τους ποταμούς Τιγρητα και Ευφράτην μέχρι των περάτων της γης. 10 Ὁ βασιλιᾶς σου αὐτὸς θὰ ἀχρηστεύσῃ καὶ θὰ ἐξολοθρεύσῃ τὰ πολεμικὰ ἅρματα τῆς φυλῆς τοῦ Ἐφραίμ «τοῦ βορείου Ἰσραηλιτικοῦ βασιλείου» καὶ τὸ ἱππικὸν τῆς Ἱερουσαλήμ «τοῦ νοτίου βασιλείου τοῦ Ἰούδα». Καὶ θὰ ἐξολοθρεύσῃ τὰ πολεμικὰ τόξα καὶ θὰ ἐπικρατήσῃ εἰρήνη μεγάλη ὄχι μόνον εἰς τοὺς Ἰουδαίους, ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς ἐθνικούς. Θὰ γίνῃ κυρίαρχος καὶ ὑπέρτατος ἄρχων ἐνὸς βασιλείου, ποὺ θὰ ἀρχίζῃ ἀπὸ τὰ ὕδατα τῶν ποταμῶν τῆς Ἀνατολῆς καὶ θὰ φθάνῃ εἰς τὰ δυτικὰ μέχρι τὴν Μεσόγειον θάλασσαν «ἢ κατ’ ἄλλους: Ἀπὸ τὴν Μεσόγειον θάλασσαν μέχρι τὸν κόλπον τῆς Ἄκαμπα» καὶ ἀπὸ τοὺς ποταμοὺς Εὐφράτην καὶ Τίγρην μέχρι τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης.
11 καὶ σὺ ἐν αἵματι διαθήκης σου ἐξαπέστειλας δεσμίους σου ἐκ λάκκου οὐκ ἔχοντος ὕδωρ. 11 Συ, Κυριε, απαντά ο προφήτης, χάρις εις την Διαθήκην, που συνήψες δι' αιματηρών θυσιών με τους Ισραηλίτας, ανέσυρες τους δεσμίους και αιχμαλώτους Ιουδαίους, από τον λάκκον της αιχμαλωσίας των, όπου ούτε ύδωρ δεν υπήρχε. 11 Καi σύ, Κύριε, λέγει ὁ Προφήτης εἰς τὸν Θεόν, ἕνεκα τῆς Διαθήκης, ποὺ εἶχες συνάψει μὲ τὸν Ἰσραηλιτικὸν λαὸν εἰς τὸ Σινᾶ καὶ εἶχες ἐπικυρώσει μὲ τὰ αἵματα τῶν θυσιῶν ταύρων καὶ τράγων, ἀνέσυρες τοὺς αἰχμαλώτους Ἰουδαίους καὶ τοὺς ἐλευθέρωσες ἀπὸ τοὺς χωρὶς νερὸν λάκκους, ποὺ ἐχρησιμοποιοῦντο σὰν φύλακες· δηλαδὴ ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσίαν τῆς Βαβυλῶνος.
12 καθήσεσθε ἐν ὀχυρώματι δέσμιοι τῆς συναγωγῆς, καὶ ἀντὶ μιᾶς ἡμέρας παροικεσίας σου διπλᾶ ἀνταποδώσω σοι· 12 Σεις δέ, οι αιχμάλωτοι και δέσμιοι της Ιουδαϊκής συναγωγής, θα εγκατασταθήτε ασφαλείς και ειρηνικοί εις την ωχυρωμένην πόλιν σας. Και έτσι αντί της ολιγοχρονίου εξορίας σου, λαέ της φυλής Ιούδα, θα σου ανταποδώσω εγώ πολλαπλασίαν την αμοιβήν σου. 12 Σεῖς δὲ οἱ δέσμιοι καὶ αἰχμάλωτοι τῆς Ἰουδαϊκῆς συναγωγῆς θὰ ἐγκατασταθῆτε κατόπιν εἰς τὴν ὠχυρωμένην πλέον πόλιν, τὴν Ἱερουσαλήμ· καὶ Ἐγώ, ἀντὶ τῆς ἐξορίας σου, Ἰουδαϊκὲ λαέ, εἰς τὴν Βαβυλῶνα, ποὺ εἶχε διάρκειαν «μιᾶς ἡμέρας», δηλαδὴ πολὺ σύντομον, θὰ σὲ ἀμείψω «διπλᾶ», δηλαδὴ πλουσιοπάροχα.
13 διότι ἐνέτεινά σε, ᾿Ιούδα, ἐμαυτῷ εἰς τόξον, ἔπλησα τὸν ᾿Εφραὶμ καὶ ἐξεγερῶ τὰ τέκνα σου, Σιών, ἐπὶ τὰ τέκνα τῶν ῾Ελλήνων καὶ ψηλαφήσω σε ὡς ρομφαίαν μαχητοῦ· 13 Διότι σας, της φυλής Ιούδα, σας εχρησιμοποίησα και σας ετέντωσα ως τόξον, ως άλλην δε φαρέτραν εγέμισα με βέλη τους άλλους Ισραηλίτας. Θα εξεγείρω τα τέκνα σου, ω Σιών, εναντίον των τέκνων των Ελλήνων και θα σε χειρισθώ ως ρομφαίαν πολεμιστού. 13 Διότι σᾶς, τὸν λαὸν τοῦ Ἰούδα, ἐχρησιμοποίησα ὡς ἰδικόν μου τεντωμένον τόξον, καὶ τὸν λαὸν τοῦ Ἐφραίμ «τοὺς Ἰσραηλῖτες» ὡς φαρέτραν, τὴν ὁποίαν ἐγέμισα μὲ βέλη. Θὰ ἐνθαρρύνω δέ, θὰ ἐνισχύσω καὶ θὰ ἐξεγείρω τὰ τέκνα σου, Σιών, ἐναντίον τῶν τέκνων τῶν Ἑλλήνων καὶ θὰ σὲ μεταχειρισθῶ ὡς πλατὺ καὶ μεγάλο ἀμφίστομον σπαθὶ πολεμιστοῦ.
14 καὶ Κύριος ἔσται ἐπ᾿ αὐτοὺς καὶ ἐξελεύσεται ὡς ἀστραπὴ βολίς, καὶ Κύριος παντοκράτωρ ἐν σάλπιγγι σαλπιεῖ καὶ πορεύσεται ἐν σάλῳ ἀπειλῆς αὐτοῦ. 14 Ο Κυριος θα επέλθη εναντίον αυτών των εχθρών και τα βέλη του θα εξακοντισθούν ως αστραπαί. Ο Κυριος ο παντοκράτωρ θα σαλπίση με σάλπιγγα και θα βαδίση εναντίον αυτών προκαλών αναταραχήν με την δικαίαν αυτού απειλήν. 14 Καὶ ὁ Κύριος θὰ ἡγῆται τοῦ λαοῦ καὶ θὰ ἐπιπέσῃ ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν αὐτῶν, τὰ δὲ βέλη του θὰ ἐξακοντισθοῦν ἐναντίον των ὡς ἀστραπαί. Ὁ παντοκράτωρ Κύριος θὰ σαλπίσῃ μὲ πολεμικὴν σάλπιγγα, θὰ βαδίσῃ ἐναντίον των ἀπειλητικὸς μὲ μεγάλην ὁρμήν, θὰ τοὺς προξενήσῃ δὲ φοβερὰν ταραχὴν καὶ ἀναστάτωσιν.
15 Κύριος παντοκράτωρ ὑπερασπιεῖ αὐτούς, καὶ καταναλώσουσιν αὐτούς, καί καταχώσουσιν αὐτοὺς ἐν λίθοις σφενδόνης καὶ ἐκπίονται αὐτοὺς ὡς οἶνον καὶ πλήσουσιν ὡς φιάλας θυσιαστήριον. 15 Αλλά ο Κυριος ο παντοκράτωρ, θα βοηθήση τους Ιουδαίους και θα εξοντώσουν τους εχθρούς. Θα τους καταχώσουν με τους λίθους της σφενδόνης των, θα τους καταπιούν, όπως πίνουν τον οίνον, θα γεμίσουν δοχεία από αίμα όπως γεμάται από το αίμα των θυσιαζομένων ζώων είναι αι φιάλαι και το θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. 15 Ὁ παντοκράτωρ Κύριος θὰ ὑπερασπίσῃ, θὰ βοηθήσῃ τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι θὰ καταστρέψουν καὶ θὰ ἐξοντώσουν τοὺς ἐχθρούς των θὰ τοὺς καταχώσουν μὲ τὶς πέτρες τῆς σφενδόνης των θὰ πιοῦν, θὰ ρουφήξουν «τὸ αἷμα των», ὅπως πίνουν τὸ κρασί· καὶ θὰ γεμίσουν δοχεῖα ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν ἐχθρῶν των, ὅπως εἶναι γεμᾶτες ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν ζώων, ποὺ θυσιάζονται, οἱ φιάλες καὶ οἱ γωνίες τοῦ θυσιαστηρίου τῶν ὁλοκαυτωμάτων.
16 καὶ σώσει αὐτοὺς Κύριος ὁ Θεὸς αὐτῶν ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, ὡς πρόβατα λαὸν αὐτοῦ, διότι λίθοι ἅγιοι κυλίονται ἐπὶ γῆς αὐτοῦ. 16 Ο Κυριος ο Θεός των θα σώση τους Ιουδαίους κατά την ημέραν εκείνην. Ως πρόβατα θα προστατεύση τον λαόν του· ωσάν ακτινοβολούντας πολυτίμους λίθους διαδήματος, οι οποίοι κυλίονται εις την γη του. 16 Καὶ ὁ Κύριος ὁ Θεός των θὰ σώσῃ τοὺς Ἰουδαίους κατὰ τὴν μεγάλην, κρίσιμον καὶ ἱστορικὴν ἐκείνην ἡμέραν θὰ σώσῃ τὸν λαόν του ὡς πρόβατα. Διότι τὰ πλήθη τοῦ λαοῦ του εἶναι ὡς ἱεροὶ πολύτιμοι καὶ ἀστραφτεροὶ λίθοι, οἱ ὁποῖοι κυλίονται εἰς τὴν χώραν του.
17 ὅτι εἴ τι ἀγαθὸν αὐτοῦ καὶ εἴ τι καλὸν παρ᾿ αὐτοῦ, σῖτος νεανίσκοις καὶ οἶνος εὐωδιάζων εἰς παρθένους. 17 Οποιο δε αγαθόν υπάρχει ανήκει στον λαόν του και κάθε τι καλόν που υφίσταται, θα πηγαίν·η εις αυτόν, τροφή δια τους νέους και οίνος χαροποιός δι' τας παρθένους. 17 Διότι ὁποιονδήποτε ἀγαθὸν ὑπάρχει, εἰς τὸν λαόν του θὰ ἀνήκῃ, καὶ ὁποιονδήποτε καλὸν ὑφίσταται, θὰ πηγάζῃ ἀπὸ Αὐτόν: «Σιτάρι, τροφὴ ἐνισχυτική, διὰ τοὺς νέους, καὶ κρασί, ποὺ εὐφραίνει καὶ χαροποιεῖ, διὰ τὶς ἁγνὲς παρθένους».