Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου 2024
Ανατ: 07:13
Δύση: 17:11
Σελ. 20 ημ.
326-40
16ος χρόνος, 6123η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 (Ε)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Αρχαίο κείμενο Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Ὅλως ἀκούεται ἐν ὑμῖν πορνεία, καὶ τοιαύτη πορνεία, ἥτις οὐδὲ ἐν τοῖς ἔθνεσιν ὀνομάζεται, ὥστε γυναῖκά τινα τοῦ πατρὸς ἔχειν. 1 Είμαι όμως υποχρεωμένος από την αγάπην που σας έχω, να σας κάμω μερικάς ακόμη παρατηρήσεις. Εχει διαδοθή και είναι γνωστόν παντού, ότι επικρατεί μεταξύ σας πορνεία, και τέτοια μάλιστα φοβερά πορνεία, η οποία ούτε και μεταξύ αυτών των ειδωλολατρών δεν αναφέρεται, ώστε κάποιος από σας να συζή με την γυναίκα του πατέρα του, δηλαδή την μητρυιάν του. 1 Εἶναι εἰς ὅλους γνωστὸν καὶ διαδεδομένον, ὅτι ἐπικρατεῖ μεταξύ σας πορνεία, καὶ τοιούτου εἴδους πορνεῖα, ποὺ οὔτε μεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν δὲν ἀναφέρεται, ὥστε κάποιος ἀπὸ σᾶς νὰ ἔχῃ τὴν γυναῖκα τοῦ πατέρα του, τὴν μητρυιάν του δηλαδή.
2 καὶ ὑμεῖς πεφυσιωμένοι ἐστέ, καὶ οὐχὶ μᾶλλον ἐπενθήσατε, ἵνα ἐξαρθῇ ἐκ μέσου ὑμῶν ὁ τὸ ἔργον τοῦτο ποιήσας! 2 Και σεις εν τούτοις εξακολουθείτε να είσθε φαντασμένοι και υπερήφανοι δια την σοφίαν σας και τα χαρίσματά σας, και δεν επενθήσατε μάλλον όλοι σας, δια να εκδιωχθή εκ μέρους του Θεού και λείψη από την κοινωνίαν σας εκείνος, που εισέπραξε την φοβεράν αυτήν αμαρτίαν! 2 Καὶ σᾶς ἀντὶ νὰ ἐντρέπεσθε δι’ αὐτό, ἑξακολουθεῖτε νὰ εἶσθε φαντασμένοι καὶ φουσκωμένοι διὰ τὴν σοφίαν σας, καὶ δὲν ἐκηρύξατε μᾶλλον πένθος ἐπίσημον καὶ γενικὸν διὰ νὰ ἐκδιωχθῇ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν κοινωνίαν σας ἐκεῖνος, ποὺ ἔκαμε τὴν πρᾶξιν αὐτήν! Ἡ εὐθύνῃ πίπτει ὁλόκληρος ἐπάνω σας.
3 ἐγὼ μὲν γὰρ ὡς ἀπὼν τῷ σώματι, παρὼν δὲ τῷ πνεύματι ἤδη κέκρικα ὡς παρὼν τὸν οὕτω τοῦτο κατεργασάμενον, 3 Διότι εγώ, σας το λέγω καθαρά, αν και είμαι απών σωματικώς, είμαι όμως με τον νουν και την καρδίαν παρών μεταξύ σας, έχω πλέον κρίνει και καταδικάσει, σαν να ήμουν παρών μεταξύ σας, αυτόν ο οποίος κατά έναν τέτοιον αναίσχυτον τρόπον έχει διαπράξει την φοβεράν αμαρτίαν. 3 Διότι ἐγὼ μέν, ἐπειδὴ ἀπουσιάζω σωματικῶς, εἶμαι ὅμως παρὼν εἰς τὴν Κόρινθον μὲ τὸν νοῦν καὶ τὴν καρδίαν μου, ἔχω πλέον κρίνει καὶ καταδικάσει, σὰν νὰ ἤμουν παρών, τὸν ἀναίσχυντον αὐτόν, ποὺ ἔκαμε τὴν μισητὴν αὐτὴν πρᾶξιν.
4 ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ συναχθέντων ὑμῶν καὶ τοῦ ἐμοῦ πνεύματος σὺν τῇ δυνάμει τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ 4 Και πρέπει, λοιπόν, αφού εν τω ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού συγκεντρωθήτε όλοι σας, και σεις και το πνεύμα μου μαζή με την δύναμιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, 4 Τώρα δὲ ἀφοῦ συναχθῶμεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, σεῖς καὶ ἐγὼ παρὼν μεταξύ σας πνευματικῶς μαζὶ μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ
5 παραδοῦναι τὸν τοιοῦτον τῷ Σατανᾷ εἰς ὄλεθρον τῆς σαρκός, ἵνα τὸ πνεῦμα σωθῇ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. 5 να παραδώσωμεν αυτόν τον άνθρωπον στον σατανάν (με την αποκοπήν του από της Εκκλησίας), δια να τιμωρηθή και ταλαιπωρηθή σκληρά το σώμα του και συνέλθη με την παιδαγωγικήν αυτήν τιμωρίαν, ώστε να σωθή η ψυχή του κατά την μεγάλην εκείνην ημέραν του Κυρίου ημών Ιησού. 5 ἂς παραδώσωμεν τὸν τοιοῦτον εἰς τὸν σατανᾶν ἀποκόπτοντες αὐτὸν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν, διὰ νὰ τιμωρηθῇ καὶ κολασθῇ σκληρὰ τὸ σῶμα του καὶ σωφρονισθῇ μὲ τὴν παιδαγωγίαν αὐτήν, ὥστε νὰ σωθῇ ἔτσι ἡ ψυχή του κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.
6 Οὐ καλὸν τὸ καύχημα ὑμῶν. οὐκ οἴδατε ὅτι μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ; 6 Η πλαδαρά στάσις και η αναισθησία, που εδείξατε εμπρός στο μεγάλο αυτό παράπτωμα, μαρτυρεί, ότι δεν έχετε και δεν ημπορείτε να έχετε καλήν καύχησιν ενώπιον του Θεού και των ανθρώπων. Δεν γνωρίζετε, ότι ολίγον προζύμι ζυμώνει και μεταβάλλει όλο το ζυμάρι; 6 Ἠ ἀδιαφορία αὐτή, ποὺ ἐδείξατε ἕως τώρα, εἶναι μία ἐπὶ πλέον ἀπόδειξις, ὅτι δὲν εἶναι καλὴ ἡ καύχησίς σας καὶ δικαίως ἀπεδοκίμασα αὐτήν. Δὲν ξεύρετε, ὅτι ὀλίγον προζύμιον ζυμώνει ὁλόκληρον τὴν μᾶζαν τοῦ ζυμαριοῦ;
7 ἐκκαθάρατε οὖν τὴν παλαιὰν ζύμην, ἵνα ἦτε νέον φύραμα, καθώς ἐστε ἄζυμοι. καὶ γὰρ τὸ πάσχα ἡμῶν ὑπὲρ ἡμῶν ἐτύθη Χριστός· 7 Ξεκαθαρίσατε, λοιπόν, και πετάξατε την παλαιάν ζύμην της διαφθοράς και της αμαρτίας, που σας μολύνει και σας διαφθείρει, δια να γίνετε και να είσθε νέον, καθαρόν ζυμάρι, όπως άλλωστε και δια του βαπτίσματος στο όνομα του Κυρίου ελευθερωθήκατε από την παλαιάν κακήν ζύμην της αμαρτίας. Και πρέπει να είμεθα αγνοί και αμόλυντοι, διότι ιδικός μας πασχάλιος αμνός, που εθυσιάσθη προς χάριν ημών είναι ο Χριστός. 7 Ξεκαθαρίσατε λοιπὸν τὸ παλαιὸν προζύμιον τῆς διαφθορᾶς τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου, διὰ νὰ εἶσθε νέα μᾶζα ζυμαριοῦ, καθὼς διὰ τῆς πίστεως καὶ τοῦ βαπτίσματος ἔχετε ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν παλαιὰν κακὴν ζύμην. Ὀφείλομεν δὲ νὰ εἴμεθα ἄζυμοι, διότι καὶ ἡμεῖς ἑορτάζομεν θεῖον καὶ ὑπερφυὲς Πάσχα. Ὁ ἰδικός μας πασχάλιος ἀμνὸς εἶναι ὁ Χριστός, ποὺ ἐθυσιάσθη ὑπὲρ ἡμῶν.
8 ὥστε ἑορτάζωμεν μὴ ἐν ζύμῃ παλαιᾷ, μηδὲ ἐν ζύμῃ κακίας καὶ πονηρίας, ἀλλ’ ἐν ἀζύμοις εἰλικρινείας καὶ ἀληθείας. 8 Ωστε ας εορτάζωμεν το Πασχα ημών όχι επτά ημέρας, όπως οι Εβραίοι, αλλά εις όλην μας την ζωήν· και όχι με το παλαιό προζύμι των ιουδαϊκών τύπων, ούτε με το προζύμι της κακίας και πονηρίας του κόσμου, αλλά με τα άζυμα της χριστιανικής αληθείας και ειλικρινείας, με βίον δηλαδή ευθύτητος και αγνότητος. 8 Ὥστε ἂς ἐορτάζωμεν συνεχῶς καὶ εἰς ὅλην τὴν ζωήν μας τὸ Πάσχα μας αθυτὸ ὄχι μὲ τὸ παλαιὸν προζύμιον τῶν ἰουδαϊκῶν καὶ εἰδωλολατρικῶν φρονημάτων καὶ συνηθειῶν, οὔτε μὲ προζύμιον κακίας καὶ πονηρίας, ἀλλὰ μὲ ἄζυμα βίου καθαροῦ, συμμορφωμένου πρὸς τὴν χριστιανικὴν ἀλήθειαν καὶ εὐθύτητα.
9 Ἔγραψα ὑμῖν ἐν τῇ ἐπιστολῇ μὴ συναναμίγνυσθαι πόρνοις, 9 Σας έχω γράψει προηγουμένως, ότι δεν πρέπει να έχετε επικοινωνίαν και σχέσεις με πόρνους. 9 Σᾶς ἔγραψα εἰς προηγουμένην ἐπιστολήν μου νὰ μὴ ἔχετε στενὰς καὶ συχνὰς σχέσεις πρὸς πόρνους.
10 καὶ οὐ πάντως τοῖς πόρνοις τοῦ κόσμου τούτου ἢ τοῖς πλεονέκταις ἢ ἅρπαξιν ἢ εἰδωλολάτραις· ἐπεὶ ὠφείλετε ἄρα ἐκ τοῦ κόσμου ἐξελθεῖν· 10 Και δεν εννοώ βέβαια γενικώς τους πόρνους του αμαρτωλού τούτου κόσμου, τους πλεονέκτας η τους άρπαγας η τους ειδωλολάτρας· διότι τότε θα είσθε κατά λογικήν συνέπειαν υποχρεωμένοι να φύγετε και να βγήτε έξω από την κοινωνίαν των ανθρώπων, μεταξύ των οποίων ζήτε. 10 Καὶ δὲν σᾶς ἔγραψα νὰ μὴ συναναστρέφεσθε γενικῶς τοὺς πόρνους τοῦ κόσμου αὐτοῦ τοῦ ἀπίστου ἢ τοὺς πλεονέκτας ἢ τοὺς ἅρπαγας ἢ τοὺς εἰδωλολάτρας. Διότι, ἐὰν σᾶς ἔγραφα κάτι τέτοιο, εἶσθε φυσικὰ ἀναγκασμένοι νὰ ἀπομακρυνθῆτε ἀπὸ τὴν κοινωνίαν τῶν ἀνθρώπων, εἰς τὴν ὁποίαν ζῆτε.
11 νῦν δὲ ἔγραψα ὑμῖν μὴ συναναμίγνυσθαι ἐάν τις ἀδελφὸς ὀνομαζόμενος ᾖ πόρνος ἢ πλεονέκτης ἢ εἰδωλολάτρης ἢ λοίδορος ἢ μέθυσος ἢ ἅρπαξ, τῷ τοιούτῳ μηδὲ συνεσθίειν. 11 Τωρα δε σας έγραψα να μη συναναστρέφεσθε και να μη έχετε επικοινωνίαν μαζή του, εάν κάποιος που, αν και έχη το όνομα του αδελφού, είνα εν τούτοις πόρνος η πλεονέκτης η ειδωλολάτρης η υβριστής η μέθυσος η άρπαξ. Με τέτοιον αδελφόν δεν πρέπει ούτε να συντρώγετε. 11 Τώρα δὲ σᾶς ἔγραψα νὰ μὴ συναναστρέφεσθε, ἐὰν κανείς, ποὺ φέρει τὸ ὄνομα μόνον τοῦ ἀδελφοῦ, εἰς τὴν πρᾶξιν ὅμως εἶναι πόρνος ἢ πλεονέκτης ἢ εἰδωλολάτρης ἢ ὑβριστὴς καὶ κακολόγος ἢ μέθυσος ἢ ἅρπαξ, μὲ τέτοιον Χριστιανὸν δὲν πρέπει οὔτε νὰ συντρώγετε.
12 τί γάρ μοι τοὺς ἔξω κρίνειν; οὐχὶ τοὺς ἔσω ὑμεῖς κρίνετε; 12 Δεν σας έγραψα, λοιπόν, δια τους μη Χριστιανούς, διότι τι δουλειά έχω εγώ να κρίνω τους απίστους, οι οποίοι είναι έξω από την χριστιανικήν Εκκλησίαν; Εγώ περιορίζομαι να κρίνω τους Χριστιανούς. Και σεις δεν κρίνετε αυτούς που είναι μέσα εις την Εκκλησίαν του Χριστού; 12 Δὲν σᾶς ἔγραψα διὰ τοὺς μὴ Χριστιανούς. Διότι τί δουλειὰ ἔχω ἑγὼ νὰ κρίνω καὶ τοὺς ἔξω, τοὺς μὴ Χριστιανοὺς δηλαδή; Δὲν κρίνετε καὶ σᾶς τοὺς ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας; Ὅπως λοιπὸν σεῖς, ἔτσι καὶ ἑγὼ μόνον αὐτούς, ποὺ εἶναι μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ἔχω καθῆκον καὶ ἐνδιαφέρον νὰ κρίνω.
13 τοὺς δὲ ἔξω ὁ Θεὸς κρινεῖ. καὶ ἐξαρεῖτε τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν. 13 Τους δε απίστους ο Θεός τους κρίνει. Και σεις, λοιπόν, έχετε καθήκον να καταδικάσετε εις την συνείδησίν σας τον πονηρόν και φαύλον αυτόν αδελφόν σας και “να τον απομακρύνετε έξω από την κοινωνίαν σας, από το περιβάλλον σας”. 13 Τοὺς δὲ ἀπίστους τοὺς κρίνει ὁ Θεός. Καὶ σεῖς ἔχετε καθῆκον νὰ ἀπομακρύνετε ὁλοτελῶς ἀπὸ τὸν κύκλον σας κάθε πονηρὸν καὶ ἀδιόρθωτον ἀδελφόν.