Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΚΑΙ ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἀναστήσεται Μιχαὴλ ὁ ἄρχων ὁ μέγας, ὁ ἑστηκὼς ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τοῦ λαοῦ σου· καὶ ἔσται καιρὸς θλίψεως, θλῖψις οἵα οὐ γέγονεν ἀφ' οὗ γεγένηται ἔθνος ἐν τῇ γῇ ἕως τοῦ καιροῦ ἐκείνου· καὶ ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ σωθήσεται ὁ λαός σου, πᾶς ὁ γεγραμμένος ἐν τῇ βίβλῳ· | 1 Κατά τον καιρόν εκείνον θα εγερθή ο αρχάγγελος Μιχαήλ, ο οποίος στέκεται προστάτης των υιών του ιουδαϊκού λαού σου. Θα είναι τότε περίοδος θλίψεως, μεγάλης θλίψεως, ομοία της οποίας δεν έγινεν από της εποχής που υπήρξαν άνθρωποι και έθνη επί της γης, έως την εποχήν εκείνην. Κατά την περίοδον όμως της μεγάλης αυτής θλίψεως θα σωθούν από τον λαόν σου αυτοί, που είναι γραμμένοι στο βιβλίον της ζωής. | 1 Καὶ κατὰ τὸν κρίσιμον ἐκεῖνον καιρὸν θὰ ἐμφανισθῇ ὁ μέγας ἀρχάγγελος Μιχαήλ, ὁ προστάτης, βοηθὸς καὶ ὑπερασπιστὴς τῶν ἀνθρώπων τοῦ Ἰουδαϊκοῦ λαοῦ σου.Ἡ περίοδος ἐκείνη θὰ εἶναι ἐποχὴ μεγάλης θλίψεως· θλίψεως τέτοιας, ὅμοια τῆς ὁποίας δὲν ἔγινε ἀπὸ τότε ποὺ ἐφάνησαν ἔθνη ἀνθρώπων ἐπάνω εἰς τὴν γῆν, μέχρι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.Ὅταν ὅμως ἔλθῃ ἡ ἐποχὴ τῆς μεγάλης θλίψεως, θὰ σωθοῦν ἀπὸ τὸν λαόν σου ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι εἶναι γραμμένοι εἰς τὸ βιβλίον τῆς ζωῆς <βιβλίον τῶν σεσωσμένων>. |
2 καὶ πολλοὶ τῶν καθευδόντων ἐν γῆς χώματι ἐξεγερθήσονται, οὗτοι εἰς ζωὴν αἰώνιον καὶ οὗτοι εἰς ὀνειδισμὸν καὶ εἰς αἰσχύνην αἰώνιον. | 2 Πολλοί από εκείνους, που έχουν κοιμηθή και ευρίσκονται στον τάφον, θα αναστηθούν, άλλοι μεν εις ζωήν αιώνιον, άλλοι δε εις καταισχύνην αιώνιον. | 2 Πολλοὶ δὲ ἀπὸ ἐκείνους <ἤ, κατ’ ἄλλους: Ὅλοι> οἱ ὁποῖοι ἔχουν κοιμηθῆ τὸν ὕπνον τοῦ θανάτου καὶ εἶναι θαμμένοι εἰς τὸ χῶμα τῶν τάφων, θὰ ἐγερθοῦν, ἄλλοι μὲν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἄλλοι δὲ εἰς ὀνειδισμὸν καὶ εἰς καταισχύνην αἰωνίαν. |
3 καὶ οἱ συνιέντες ἐκλάμψουσιν ὡς ἡ λαμπρότης τοῦ στερεώματος καὶ ἀπὸ τῶν δικαίων τῶν πολλῶν ὡς οἱ ἀστέρες εἰς τοὺς αἰῶνας καὶ ἔτι. | 3 Οσοι εμελέτησαν, ενόησαν και ετήρησαν τον νόμον του Κυρίου, θα λάμψουν με τέτοιαν λαμπρότητα, ωσάν την λαμπρότητα του ουρανού. Και πολλοί από τους δικαίους θα λάμψουν, όπως οι αστέρες στους αιώνας των αιώνων. | 3 Καὶ οἱ κατὰ Θεὸν σοφοί, οἱ πιστοί, ὅσοι ἔζησαν σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιον θέλημα τοῦ Θεοῦ, θὰ δοξασθοῦν καὶ θὰ λάμψουν μὲ λαμπρότητα ὁμοίαν μὲ τὴν λαμπρότητα τοῦ οὐρανίου στερεώματος· πολλοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς δικαίους θὰ λάμψουν ὡσὰν τοὺς ἀστέρες εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων>. |
4 καὶ σύ, Δανιήλ, ἔμφραξον τοὺς λόγους καὶ σφράγισον τὸ βιβλίον ἕως καιροῦ συντελείας, ἕως διδαχθῶσι πολλοὶ καὶ πληθυνθῇ ἡ γνῶσις. - | 4 Και συ, Δανιήλ, κλείσε αυτούς τους λόγους, σφράγισε το βιβλίον μέχρι του τέλους του καθωρισμένου καιρού. Τοτε ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων θα διδαχθή και θα αυξηθή έτσι η γνώσις του θείου θελήματος”. | 4 <Καὶ σύ, Δανιήλ, κλεῖσε, ἀπόκρυψε τοὺς λόγους αὐτοὺς καὶ σφράγισε τὸ βιβλίον μέχρι τὸ τέλος τοῦ καθωρισμένου ἀπὸ τὸν Θεὸν καιροῦ.Τότε, μετὰ τὴν ἀποσφράγισιν τοῦ βιβλίου τούτου καὶ ἀπὸ τὶς περιεχόμενες εἰς τὸ βιβλίον τοῦτο προφητεῖες, οἱ ὁποῖες θὰ ἐκπληρώνωνται, θὰ διδαχθοῦν πολλοί· καὶ ἔτσι θὰ αὐξηθῇ καὶ θὰ γίνῃ σαφέστερη ἡ γνῶσις τοῦ ἁγίου θελήματος τοῦ Θεοῦ>. |
5 Καὶ εἶδον ἐγὼ Δανιὴλ καὶ ἰδοὺ δύο ἕτεροι εἱστήκεισαν, εἷς ἐντεῦθεν τοῦ χείλους τοῦ ποταμοῦ καὶ εἷς ἐντεῦθεν τοῦ χείλους τοῦ ποταμοῦ. | 5 Εγώ ο Δανιήλ είδον και ιδού δύο άλλοι άνδρες είχαν σταθή όρθιοι, ο ένας εις την μίαν όχθην του ποταμού ο δε άλλος εις την άλλην όχθην. | 5 Κατόπιν ἐγὼ ὁ Δανιὴλ παρετήρησα, καὶ ἰδού! Δύο ἄλλοι ἄνδρες ἐστέκοντο ὄρθιοι, ὁ μὲν ἕνας εἰς τὴν μίαν ὄχθην τοῦ ποταμοῦ, ὁ δὲ ἄλλος εἰς τὴν ἀπέναντι ὄχθην τοῦ ποταμοῦ. |
6 καὶ εἶπε τῷ ἀνδρὶ τῷ ἐνδεδυμένῳ τὰ βαδδίν, ὃς ἦν ἐπάνω τοῦ ὕδατος τοῦ ποταμοῦ· ἕως πότε τὸ πέρας ὧν εἴρηκας τῶν θαυμασίων; | 6 Ενας από αυτούς είπεν στον άνδρα, ο οποίος εφορούσε ένδυμα λίνον και ήτο επάνω από το νερό του ποταμού· “πότε θα έλθη το τέρμα των θαυμασίων αυτών πραγμάτων, τα οποία είπες;” | 6 Καὶ ὁ ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς εἶπεν εἰς τὸν ἄνδρα ὁ ὁποῖος ἦταν ντυμένος μὲ ἔνδυμα λινὸν καὶ εὐρίσκετο ἐπάνω εἰς τὸ νερὸ τοῦ ποταμοῦ: <Πότε θὰ ἔλθῃ τὸ τέλος, ἡ ἐκπλήρωσις τῶν θαυμασίων γεγονότων <προφητειῶν> περὶ τῶν ὁποίων ὠμίλησες;> |
7 καὶ ἤκουσα τοῦ ἀνδρὸς τοῦ ἐνδεδυμένου τὰ βαδδίν, ὃς ἦν ἐπάνω τοῦ ὕδατος τοῦ ποταμοῦ, καὶ ὕψωσε τὴν δεξιὰν αὐτοῦ καὶ τὴν ἀριστερὰν αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ὤμοσεν ἐν τῷ ζῶντι εἰς τὸν αἰῶνα, ὅτι εἰς καιρὸν καιρῶν καὶ ἥμισυ καιροῦ· ἐν τῷ συντελεσθῆναι διασκορπισμὸν γνώσονται πάντα ταῦτα. | 7 Ηκουσα τον άνδρα τον ενδεδυμένον το πολύτιμον λινούν ένδυμα, ο οποίος ήτο επάνω από το ύδωρ του ποταμού. Αυτός αφού ύψωσε την δεξιάν του και την αριστεράν του χείρα στον ουρανόν και ωρκίσθη στον αιωνίως ζώντα Κυριον, είπε· “κατά το έτος των ετών και κατά το ήμισυ ακόμη του έτους, εις 3.5 έτη, όταν θα ολακληρωθή και θα λάβη τέρμα ο διασκορπισμός του λαού του Θεού, τότε θα μάθουν και θα εννοήσουν την αλήθειαν όλων αυτών των προφητειών”. | 7 Τότε ἄκουσα τὸν ἄνδρα ποὺ ἦταν ντυμένος μὲ ἔνδυμα λινὸν καὶ εὑρίσκετο ἐπάνω εἰς τὸ νερὸ τοῦ ποταμοῦ, ὁ ὁποῖος ὕψωσε τὸ δεξὶ καὶ τὸ ἀριστερόν του χέρι εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ὡρκίσθη εἰς τὸν Θεὸν ποὺ ζῇ εἰς τὸν αἰῶνα, νὰ ἀπαντᾷ καὶ νὰ λέγῃ: <Ἡ ἐκπλήρωσις τῶν θαυμασίων γεγονότων θὰ πραγματοποιηθῇ εἰς ἕνα <ἔτος> καὶ <ἀκόμη> δύο <ἔτη> καὶ ἥμισυ ἐπὶ πλέον <ἔτος>, <δηλαδὴ εἰς 3’/2 ἔτη>· ὅταν ὁλοκληρωθῇ καὶ λάβῃ τέλος ὁ διωγμὸς καὶ ὁ διασκορπισμὸς τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ, τότε θὰ ἐννοήσουν τὸ περιεχόμενον καὶ τὴν ἀλήθειαν ὅλων αὐτῶν τῶν προφητειῶν>. |
8 καὶ ἐγὼ ἤκουσα καὶ οὐ συνῆκα καὶ εἶπα· Κύριε, τί τὰ ἔσχατα τούτων; | 8 Εγώ ήκουσα αυτά αλλά δεν τα ενόησα και ηρώτησα· “Κυριε, πότε θα έλθη το τέλος αυτών των πραγμάτων;” | 8 Ἐγὼ δέ, ὁ Δανιήλ, ἄκουσα τὴν ἀπάντησιν αὐτήν, ἄλλα δὲν ἐνόησα τὸ ἀκριβὲς περιεχόμενόν της καὶ ἐρώτησα: <Κύριε, πότε θὰ ἔλθῃ καὶ ποῖον θὰ εἶναι τὸ τέλος αὐτῶν τῶν πραγμάτων;> |
9 καὶ εἶπε· δεῦρο Δανιήλ, ὅτι ἐμπεφραγμένοι καὶ ἐσφραγισμένοι οἱ λόγοι, ἕως καιροῦ πέρας· | 9 Και μου απήντησεν· “ελά, Δανιήλ, πάψε να ερωτάς. Οι λόγοι αυτοί είναι κλεισμένοι και σφραγισμένοι, έως ότου έλθη το τέλος του καθωρισμένου καιρού. | 9 Καὶ ὁ Ἄγγελος μοῦ εἶπεν: <Ἔλα τώρα, Δανιήλ, μὴ ἀσχολῆσαι μὲ αὐτὸ τὸ ζήτημα· διότι οἱ λόγοι αὐτοὶ θὰ παραμένουν κλεισμένοι <μυστικοί> καὶ σφραγισμένοι, μέχρις ὅτου ἔλθῃ τὸ τέλος τοῦ καθωρισμένου ἀπὸ τὸν Κύριον χρόνου, ὁπότε καὶ θὰ ἀποκαλυφθοῦν. |
10 ἐκλεγῶσι καὶ ἐκλευκανθῶσι καὶ πυρωθῶσι καὶ ἁγιασθῶσι πολλοί, καὶ ἀνομήσωσιν ἄνομοι· καὶ οὐ συνήσουσι πάντες ἄνομοι, καὶ οἱ νοήμονες συνήσουσι. | 10 Οι δίκαιοι θα αναδειχθούν, θα λευκανθούν δια των θλίψεων, θα καθαρισθούν ως δια πυρός, θα αγνισθούν πολλοί. Οι παράνομοι όμως θα εκτραπούν εις περισσοτέρας και μεγαλυτέρας ανομίας. Ολοι οι ασεβείς δεν θα εννοήσουν τίποτε, από όσα έχουν προφητευθή. Οι ευσεβείς όμως θα εννοήσουν καλώς τα πάντα. | 10 Μέχρι τότε, διὰ τῶν δοκιμασιῶν καὶ τῶν θλίψεων, οἱ ὁποῖες προελέχθησαν, οἱ πιστοὶ καὶ ἀφωσιωμένοι εἰς τὸν Θεὸν θὰ φανοῦν καὶ θὰ ἀναδειχθοῦν θὰ λευκανθοῦν <θὰ γίνουν λευκοί, καθαροὶ καὶ λαμπροί>, θὰ καθαρισθοῦν <ὅπως καθαρίζεται τὸ πολύτιμον μέταλλον εἰς τὴν φωτιά> καὶ πολλοὶ θὰ γίνουν ἅγιοι.Ἀλλὰ καὶ οἱ ἀσεβεῖς καὶ ἄνομοι θὰ γίνουν περισσότερον ἀσεβεῖς καὶ θὰ ἐπιμείνουν περισσότερον εἰς τὴν ἀνομίαν.Κανεὶς δὲ ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς καὶ τοὺς ἀνόμους δὲν θὰ ἐννοήσῃ ποτὲ καὶ τίποτε ἀπὸ ὅσα ἔχουν προφητευθῇ· οἱ εὐσεβεῖς ὅμως, οἱ ἑξαγνισμένοι καὶ οἱ κατὰ Θεὸν σοφοὶ θὰ τὰ ἐννοήσουν. |
11 καὶ ἀπὸ καιροῦ παραλλάξεως τοῦ ἐνδελεχισμοῦ καὶ τοῦ δοθῆναι βδέλυγμα ἐρημώσεως ἡμέραι χίλιαι διακόσιαι ἐνενήκοντα. | 11 Από της ημέρας, κατά την οποίαν θα καταργηθή η καθημερινή θυσία του ναού και θα στηθή το ειδωλολατρικόν βδέλυγμα εις την ερημωμένην πόλιν, θα περάσουν χίλιαι διακόσιαι ενενήκοντα ημέραι δοκιμασίας του λαού. | 11 Ἀπὸ τὴν ἡμέραν κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ καταργηθῇ ἡ προσφορὰ τῆς καθημερινῆς <συνεχοῦς> θυσίας εἰς τὸν Ναὸν καὶ θὰ στηθῇ τὸ μισητὸν καὶ βέβηλον σίχαμα, ποὺ θὰ προκαλέσῃ τὴν ἐρήμωσιν καὶ τὴν καταστροφὴν τῆς Ἱερουσαλήμ, θὰ περάσουν χίλιες διακόσιες ἐνενήντα ἡμέρες δοκιμασίας τοῦ λαοῦ>. |
12 μακάριος ὁ ὑπομένων καὶ φθάσας εἰς ἡμέρας χιλίας τριακοσίας τριάκοντα πέντε. | 12 Ευτυχής θα είναι εκείνος, ο οποίος θα υπαμείνη και θα φθάση στο τέλος των χιλίων τριακοσίων τριάκοντα πέντε ημερών. | 12 <Μακάριος καὶ πανευτυχὴς θὰ εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος εἰς τὶς θλίψεις καὶ δοκιμασίες ποὺ προανεφέρθησαν θὰ δείξῃ ὑπομονὴν καὶ θὰ κατορθώσῃ νὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέλος τῶν χιλίων τριακοσίων τριάντα πέντε ἡμερῶν. |
13 καὶ σὺ δεῦρο καὶ ἀναπαύου· ἔτι γὰρ ἡμέραι καὶ ὧραι εἰς ἀναπλήρωσιν συντελείας, καὶ ἀναστήσῃ εἰς τὸν κλῆρόν σου, εἰς συντέλειαν ἡμερῶν. | 13 Συ δέ, Δανιήλ, πήγαινε και αναπαύσου. Υπολείπονται ακόμη ημέραι και έτη εις σαμπλήρωσινν του χρόνου της συντελείας. Τοτε θα αναστηθής και συ εις την ένδοξον κληρονομίαν σου κατά την συντέλειαν των καιρών. | 13 Σὺ ὅμως, Δανιήλ, προχώρει τὸν δρόμον σου μὲ πίστιν καὶ ἀναπαύου· διότι ἀπομένουν ἀκόμη <πολλά> χρόνια καὶ καιροὶ διὰ νὰ συμπληρωθῇ ἡ χρονικὴ περίοδος κατὰ τὴν ὁποίαν θὰ ἔλθῃ ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου.Τότε θὰ ἀναστηθῇς καὶ σὺ εἰς τὴν ἔνδοξον καὶ μακαρίαν σύναξιν καὶ ὁμήγυριν τῆς κληρονομίας <τοῦ λαοῦ> σου, κατὰ τὸν καιρὸν τῆς συντελείας τοῦ κόσμου· <ἤ, κατ’ ἄλλην ἑρμηνείαν: Θὰ ἀναστηθῇς καὶ σὺ μαζὶ μὲ τὸν λαόν σου, διὰ νὰ λάβῃς τὸ μερίδιον τῆς αἰωνίου ἀμοιβῆς, ἠ ὁποία σοῦ ἐπιφυλάσσεται μετὰ θάνατον>. |