Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 ΜΕΤΑ δὲ ταῦτα ἐδόξασεν ὁ βασιλεὺς ᾿Αρταξέρξης ᾿Αμὰν ᾿Αμαδάθου Βουγαῖον καὶ ὕψωσεν αὐτόν, καὶ ἐπρωτοβάθρει πάντων τῶν φίλων αὐτοῦ. | 1 Επειτα από τα γεγονότα αυτά, ο βασιλεύς Αρταξέρξης ετίμησε και εδόξασεν ιδιαιτέρως τον Αμάν, τον υιόν του Αμαδάθου, τον Βουγαίον και του έδωσε την πρώτην θέσιν υπεράνω από όλους τους φίλους του. | 1 Μετὰ δὲ τὰ γεγονότα αὐτὰ ἐτίμησε καὶ ἐδόξασεν ὁ βασιλεὺς Ἀρταξέρξης τὸν Ἀμάν, τὸν υἱὸν τοῦ Ἀμαδάθου, τὸν Βουγαῖον, καὶ ἀνεβίβασεν αὐτὸν εἰς ὑψηλὸν ἀξίωμα καὶ εἶχε τὴν πρωτοκαθεδρίαν μεταξὺ ὅλων τῶν φίλων καὶ αὐλικῶν τοῦ βασιλέως. |
2 καὶ πάντες οἱ ἐν τῇ αὐλῇ προσεκύνουν αὐτῷ, οὕτως γὰρ προσέταξεν ὁ βασιλεὺς ποιῆσαι· ὁ δὲ Μαρδοχαῖος οὐ προσεκύνει αὐτῷ. | 2 Ολοι δε εκείνοι, οι οποίοι ευρίσκοντο εις την βασιλικήν αυλήν, τον προσκυνούσαν, διότι έτσι είχε διατάξει ο βασιλεύς να φέρωνται απέναντί του. Ο Μαρδοχαίος όμως δεν τον επροσκυνούσε. | 2 Καὶ ὅλοι, ὅσοι ἦσαν εἰς τὴν αὐλήν, ἐπροσκύνουν αὐτόν, διότι ἔτσι διέταξεν ὁ βασιλεὺς νὰ κάμουν. Ὁ Μαρδοχαῖος ὅμως δὲν τὸν ἐπροσκυνοῦσε. |
3 καὶ ἐλάλησαν οἱ ἐν τῇ αὐλῇ τοῦ βασιλέως τῷ Μαρδοχαίῳ· Μαρδοχαῖε, τί παρακούεις τὰ ὑπὸ τοῦ βασιλέως λεγόμενα; | 3 Οι άνθρωποι της βασιλικής αυλής έλεγαν στον Μαρδοχαίον· “Μαρδοχαίε, διατί παρακούεις τας διαταγάς του βασιλέως;” | 3 Καὶ ὡμίλησαν οἱ ὑπηρετοῦντες ἐν τῇ αὐλῇ τοῦ βασιλέως εἰς τὸν Μαρδοχαῖον: «Μαρδοχαῖε, διατὶ παρακούεις εἰς αὐτά, ποὺ εἶπεν ὁ βασιλεύς;» |
4 καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν ἐλάλουν αὐτῷ, καὶ οὐχ ὑπήκουεν αὐτῶν· καὶ ὑπέδειξαν τῷ ᾿Αμὰν Μαρδοχαῖον τοῖς τοῦ βασιλέως λόγοις ἀντιτασσόμενον· καὶ ὑπέδειξεν αὐτοῖς ὁ Μαρδοχαῖος ὅτι ᾿Ιουδαῖός ἐστι. | 4 Καθε δε ημέραν έλεγαν και ξαναέλεγαν προς αυτόν τα ίδια. Αυτός όμως δεν υπήκουσεν εις αυτούς. Οι άνθρωποι της αυλής ανέφεραν τότε το γεγονός στον Αμάν, ότι δηλαδή ο Μαρδοχαίος αντιτάσσεται εις τας διαταγάς του βασιλέως. Ο Μαρδοχαίος όμως είχεν αναφέρει εις αυτούς ότι είναι Ιουδαίος, και δεν του επέτρεπεν η θρησκεία του να προσκυνή ανθρώπους. | 4 Κάθε ἡμέραν ἔλεγον εἰς αὐτὸν τοῦτο καὶ δὲν τοὺς ὑπήκουε. Καὶ ἀνέφεραν εἰς τὸν Ἀμάν, ὅτι ὁ Μαρδοχαῖος ἀντιτάσσεται καὶ ἀπειθεῖ εἰς τοὺς λόγους τοῦ βασιλέως· καὶ τοὺς εἶχε φανερώσει ὁ Μαρδοχαῖος, ὅτι εἶναι Ἰουδαῖος καὶ ἐμποδίζεται ἀπὸ τὴν θρησκείαν του νὰ προσκυνῇ τὸν Ἀμάν. |
5 καὶ ἐπιγνοὺς ᾿Αμὰν ὅτι οὐ προσκυνεῖ αὐτῷ Μαρδοχαῖος, ἐθυμώθη σφόδρα | 5 Ο Αμάν, όταν έμαθε τα γεγονότα αυτά, ότι δηλαδή ο Μαρδοχαίος δεν τον προσκυνεί, ωργίσθη πάρα πολύ εναντίον του | 5 Καὶ ὅταν ὁ Ἀμὰν ἐπληροφορήθη μετὰ βεβαιότητος, ὅτι δὲν τὸν προσκυνεῖ ὁ Μαρδοχαῖος, ἐθύμωσε πάρα πολὺ |
6 καὶ ἐβουλεύσατο ἀφανίσαι πάντας τοὺς ὑπὸ τὴν ᾿Αρταξέρξου βασιλείαν ᾿Ιουδαίους. | 6 και εσκέφθη να εξολοθρεύση όλους τους Ιουδαίους, οι οποίοι ευρίσκοντο υπό την βασιλείαν του Αρταξέρξου. | 6 καὶ ἔλαβε τὴν ἀπόφασιν νὰ ἐξαφανίσῃ ὅλους τοὺς Ἰουδαίους, οἱ ὁποῖοι ἔζων ὑπὸ τὴν βασιλείαν τὸν Ἀρταξέρξου. |
7 καὶ ἐποίησε ψήφισμα ἐν ἔτει δωδεκάτῳ τῆς βασιλείας ᾿Αρταξέρξου καὶ ἔβαλε κλήρους ἡμέραν ἐξ ἡμέρας καὶ μῆνα ἐκ μηνός, ὥστε ἀπολέσαι ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ τὸ γένος Μαρδοχαίου, καὶ ἔπεσεν ὁ κλῆρος εἰς τὴν τεσσαρεσκαιδεκάτην τοῦ μηνός, ὅς ἐστιν ᾿Αδάρ. | 7 Συνέταξε, λοιπόν, ένα βασιλικόν διάταγμα κατά το δωδέκατον έτος της βασιλείας του Αρταξέρξου, έρριψε κλήρους δια να ορισθή η ημέρα και ο μήνας, κατά τον οποίον θα έπρεπε εις μίαν και μόνην ημέραν να εξολοθρευθή το γένος του Μαρδοχαίου, και έπεσεν ο κλήρος εις την δεκάτην τετάρτην του μηνός Αδάρ. | 7 Καὶ ἔκαμε διάταγμα κατὰ τὸ δωδέκατον ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Ἀρταξέρξου καὶ ἔβαλε κλήρους ρίπτων αὐτοὺς καὶ ἀπαγγέλλων ἀνὰ μίαν ἡμέραν καὶ ἀνὰ ἕνα μῆνα, ὥστε νὰ καταστρέψουν τὸ γένος τοῦ Μαρδοχαίου εἰς τὴν ὑπὸ τοῦ κλήρου ὑποδειχθησομένην μίαν καὶ τὴν αὐτὴν ἡμέραν. Καὶ ἔπεσεν ὁ κλῆρος εἰς τὴν δεκάτην τετάρτην ἡμέραν τοῦ μηνὸς τοῦ δωδεκάτου, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Ἀδάρ. |
8 καὶ ἐλάλησε πρὸς τὸν βασιλέα ᾿Αρταξέρξης λέγων· ὑπάρχει ἔθνος διεσπαρμένον ἐν τοῖς ἔθνεσιν ἐν πάσῃ τῇ βασιλείᾳ σου, οἱ δὲ νόμοι αὐτῶν ἔξαλλοι παρὰ πάντα τὰ ἔθνη, τῶν δὲ νόμων τοῦ βασιλέως παρακούουσι, καὶ οὐ συμφέρει τῷ βασιλεῖ ἐᾶσαι αὐτούς· | 8 Είπε δε τότε ο Αμάν προς τον Αρταξέρξην, τον βασιλέα. “Υπάρχει διεοσπαρμένον μεταξύ των εθνών όλης της βασιλείας σου ένα έθνος, του οποίου οι νόμοι είναι διαφορετικοί από τους νόμους όλων των άλλων εθνών. Αυτοί, λοιπόν, δεν υπακούουν στους νόμους του βασιλέως και είναι προφανές ότι δεν είναι συμφέρον στον βασιλέα να αφήση αυτούς να ζουν. | 8 Καὶ ὡμίλησεν ὁ Ἀμὰν πρὸς τὸν βασιλέα Ἀρταξέρξην καὶ εἶπεν: «Ὑπάρχει ἒν ἔθνος διασκορπισμένον μεταξὺ τῶν ἐθνῶν εἰς ὅλον τὸ βασίλειόν σου· οἱ νόμοι των δὲ εἶναι ὅλως διόλου διάφοροι ἀπὸ τοὺς νόμους ὅλων τῶν ἐθνῶν παρακούουν δὲ εἰς τοὺς νόμους τοῦ βασιλέως καὶ δι' αὐτὸ δὲν συμφέρει εἰς τὸν βασιλέα νὰ τοὺς ἀφήσῃ, χωρὶς νὰ λάβῃ μέτρα δραστικὰ κατ’ αὐτῶν. |
9 εἰ δοκεῖ τῷ βασιλεῖ, δογματισάτω ἀπολέσαι αὐτούς, κἀγὼ διαγράψω εἰς τὸ γαζοφυλάκιον τοῦ βασιλέως ἀργυρίου τάλαντα μύρια. | 9 Εάν λοιπόν φαίνεται καλόν στον βασιλέα, ας εκδώση ένα διάταγμα καταστροφής των, εγώ δε εγγράφως θα αναλάβω την υποχρέωσιν να καταθέσω στο θησαυροφυλάκιον του βασιλέως δέκα χιλιάδες τάλαντα αργυρίου”. | 9 Ἐὰν φαίνεται καλὸν εἰς τὸν βασιλέα, ἂς ἐκδώσῃ διάταγμα ἵνα ἐζοντώσῃ αὐτούς, καὶ ἐγὼ θὰ ἐξοφλήσω εἰς τὸ ταμεῖον τοῦ βασιλέως δέκα χιλιάδες τάλαντα ἀργυρᾶ, ἤτοι ὑπὲρ τὰ τέσσαρα ἑκατομμύρια χρυσῶν λιρῶν». |
10 καὶ περιελόμενος ὁ βασιλεὺς τὸ δακτύλιον ἔδωκεν εἰς χεῖρας τῷ ᾿Αμὰν σφραγίσαι κατὰ τῶν γεγραμμένων κατὰ τῶν ᾿Ιουδαίων. | 10 Ο βασιλεύς αφήρεσε το δακτυλίδι του, επί του οποίου υπήρχε και η βασιλική σφραγίς, έδωκεν αυτό εις τα χέρια του Αμάν, δια να σφραγίση το διάταγμα του ολέθρου των Ιουδαίων, | 10 Καὶ ἀφοῦ ἔβγαλεν ὁ βασιλεὺς τὸ δακτύλιόν του, ἔδωκε τοῦτο εἰς τὰς χεῖρας τοῦ Ἀμὰν διὰ νὰ σφραγίσῃ ἐπὶ τοῦ διατάγματος, τὸ ὁποῖον εἶχε γραφῆ ἐναντίον τῶν Ἰουδαίων. |
11 καὶ εἶπεν ὁ βασιλεὺς τῷ ᾿Αμάν· τὸ μὲν ἀργύριον ἔχε, τῷ δὲ ἔθνει χρῶ ὡς βούλει. | 11 και είπεν ο βασιλεύς στον Αμάν· “κράτησε το αργύριόν σου, ως προς δε το έθνος αυτό κάμε ο,τι συ θέλεις”. | 11 Καὶ εἶπεν ὁ βασιλεὺς εἰς τὸν Ἀμάν: «Τὸ μὲν χρῆμα ἔχε τὸ σὺ ἰδικόν σου, μεταχειρίσου δὲ τὸ ἔθνος, περὶ τοῦ ὁποίου μου ὁμιλεῖς, ὅπως θέλεις». |
12 καὶ ἐκλήθησαν οἱ γραμματεῖς τοῦ βασιλέως μηνὶ πρώτῳ τῇ τρισκαιδεκάτῃ καὶ ἔγραψαν, ὡς ἐπέταξεν ᾿Αμάν, τοῖς στρατηγοῖς, καὶ τοῖς ἄρχουσι κατὰ πᾶσαν χώραν ἀπὸ ᾿Ινδικῆς ἕως τῆς Αἰθιοπίας, ταῖς ἑκατὸν εἰκοσιεπτὰ χώραις, τοῖς τε ἄρχουσι τῶν ἐθνῶν κατὰ τὴν αὐτῶν λέξιν δι᾿ ᾿Αρταξέρξου τοῦ βασιλέως. | 12 Προσεκλήθησαν λοιπόν οι γραμματείς του βασιλέως την δεκάτην τρίτην του πρώτου μηνός και, όπως τους διέταξεν ο Αμάν, συνέταξαν και έστειλαν το διάταγμα στους στρατηγούς και στους άρχοντας όλων των χωρών της βασιλείας του Αρταξέρξου, από της Ινδίας μέχρι και της Αιθιοπίας, εις εκατόν είκοσι επτά χώρας. Το διάταγμα δε αυτό του βασιλέως Αρταξέρξου προς τους άρχοντας των διαφόρων εθνών εγράφη και εις την γλώσσαν εκάστου έθνους. | 12 Καὶ προσεκλήθησαν οἱ γραμματεῖς τοῦ βασιλέως κατὰ τὸν πρῶτον μῆνα, τὴν δεκάτην τρίτην ἡμέραν αὐτοῦ, καὶ ἔγραψαν, ὡς διέταξεν ὁ Ἀμάν, εἰς τοὺς στρατιωτικοὺς διοικητὰς καὶ τοὺς πολιτικοὺς ἄρχοντας, ποὺ ἦσαν εἰς ὅλην τὴν χώραν ἀπὸ τῶν Ἰνδιῶν μέχρι τῆς Αἰθιοπίας, εἰς τὰς ἑκατὸν εἴκοσιν ἑπτὰ χώρας, καὶ εἰς τοὺς ἐντοπίους ἄρχοντας τῶν εἰς τὸ Περσικὸν κράτος ὑποτεταγμένων ἐθνῶν ἔγραψαν εἰς τὴν γλῶσσαν των ἐξ ὀνόματος τοῦ βασιλέως Ἀρταξέρξου. |
13 καὶ ἀπεστάλη διὰ βιβλιοφόρων εἰς τὴν ᾿Αρταξέρξου βασιλείαν ἀφανίσαι τὸ γένος τῶν ᾿Ιουδαίων ἐν ἡμέρᾳ μιᾶ μηνὸς δωδεκάτου, ὅς ἐστιν ᾿Αδάρ, καὶ διαρπάσαι τὰ ὑπάρχοντα αὐτῶν. 13α Τῆς δὲ ἐπιστολῆς ἐστι τὸ ἀντίγραφον τόδε· «Βασιλεὺς μέγας ᾿Αρταξέρξης τοῖς ἀπὸ τῆς ᾿Ινδικῆς ἕως τῆς Αἰθιοπίας ἑκατὸν εἰκοσιεπτὰ χωρῶν ἄρχουσι καὶ τοπάρχαις ὑποτεταγμένοις τάδε γράφει· 13β πολλῶν ἐπάρξας ἐθνῶν καὶ πάσης ἐπικρατήσας οἰκουμένης, ἐβουλήθην μὴ τῷ θράσει τῆς ἐξουσίας ἐπαιρόμενος, ἐπιεικέστερον δὲ καὶ μετὰ ἠπιότητος ἀεὶ διεξάγων, τοὺς τῶν ὑποτεταγμένων ἀκυμάντους διαπαντὸς καταστῆσαι βίους, τήν τε βασιλείαν ἥμερον καὶ πορευτὴν μέχρι περάτων παρεξόμενος ἀνανεώσασθαί τε τὴν ποθουμένην τοῖς πᾶσιν ἀνθρώποις εἰρήνην. 13γ πυθομένου δέ μου τῶν συμβούλων, πῶς ἂν ἀχθείη τοῦτο ἐπὶ πέρας, ὁ σωφροσύνῃ παρ᾿ ἡμῖν διενέγκας καὶ ἐν τῇ εὐνοίᾳ ἀπαραλλάκτως καὶ βεβαίᾳ πίστει ἀποδεδειγμένος καὶ δεύτερον τῶν βασιλειῶν γέρας ἀπενηνεγμένος ᾿Αμὰν 13δ ἐπέδειξεν ἡμῖν ἐν πάσαις ταῖς κατὰ τὴν οἰκουμένην φυλαῖς ἀναμεμεῖχθαι δυσμενῆ λαόν τινα τοῖς νόμοις ἀντίθετον πρὸς πᾶν ἔθνος τά τε τῶν βασιλέων παραπέμποντας διηνεκῶς διατάγματα, πρὸς τὸ μὴ κατατίθεσθαι τὴν ὑφ᾿ ἡμῶν κατευθυνομένην ἀμέμπτως συναρχίαν. 13ε διειληφότες οὖν τόδε τὸ ἔθνος μονώτατον ἐν ἀντιπαραγωγῇ παντὶ διαπαντὸς ἀνθρώπῳ κείμενον, διαγωγὴν νόμων ξενίζουσαν παραλλάσσον καὶ δυσνοοῦν τοῖς ἡμετέροις πράγμασι τὰ χείριστα συντελοῦν κακὰ καὶ πρὸς τὸ μὴ τὴν βασιλείαν εὐσταθείας τυγχάνειν· 13ζ προστετάχαμεν οὖν τοὺς σημαινομένους ὑμῖν ἐν τοῖς γεγραμμένοις ὑπὸ ᾿Αμὰν τοῦ τεταγμένου ἐπὶ τῶν πραγμάτων καὶ δευτέρου πατρὸς ἡμῶν πάντας σὺν συναιξὶ καὶ τέκνοις ἀπολέσαι ὁλορριζεὶ ταῖς τῶν ἐχθρῶν μαχαίραις ἄνευ παντὸς οἴκτου καὶ φειδοῦς, τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ τοῦ δωδεκάτου μηνὸς ᾿Αδάρ, τοῦ ἐνεστῶτος ἔτους, 13η ὅπως οἱ πάλαι καὶ νῦν δυσμενεῖς ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ βιαίως εἰς τὸν ᾅδην κατελθόντες, εἰς τὸν μετέπειτα χρόνον εὐσταθῆ καὶ ἀτάραχα παρέχωσιν ἡμῖν διὰ τέλους τὰ πράγματα». | 13 Αυτά τα έγγραφα εστάλησαν με ταχυδρόμους εις όλην την βασιλείαν του Αρταξέρξου, δια να εξαφανισθή το γένος των Ιουδαίων εις μίαν και την αυτήν ημέραν του δωδεκάτου μηνός, ο οποίος ωνομάζετο Αδάρ, τα δε υπάρχοντά των να διαρπαγούν. 13α Αυτό το διάταγμα του βασιλέως περιείχε τα εξής· “ο μέγας βασιλεύς Αρταξέρξης δίδει διαταγήν στους υπό την εξουσίαν του άρχοντας και διοικητάς των εκατόν είκοσι επτά επαρχιών, αι οποίαι εκτείνονται από την Ινδικήν μέχρι και της Αιθιοπίας· 13β Μολονότι είμαι άρχων πολλών εθνών και κυρίαρχος όλης της οικουμένης, ηθέλησα να σας διοικήσω όχι εγωϊστικώς, στηριζόμενος εις την δύναμιν της εξουσίας μου· αλλά με επιείκειαν πάντοτε και με ηπιότητα διεξάγω την διοίκησιν αυτήν. Με την συνετήν και στοργικήν αυτήν διοίκησίν μου ηθέλησα να καταστήσω την ζωήν των υπηκόων μου ήρεμον πάντοτε και ατάραχον, την δε βασιλείαν μου επιεική και ασφαλή μέχρι των ακροτάτων ορίων της. Διότι φροντίζω να δίδω και να ανανεώνω και σταθεροποιώ την ποθητήν εις όλους τους ανθρώπους ειρήνην. 13γ Ηρώτησα επί του σημείου αυτού τους συμβούλους μου, πως είναι δυνατόν να επιτευχθή η ποθητή ειρηνική αυτή κατάστασις και ένας από αυτούς, ονομαζόμενος Αμάν, ο οποίος κατά την σύνεσιν και σοφίαν ξεπερνά όλους όσοι ευρίσκονται κοντά μας, είναι δε γνωστός δια την ακλόνητον αγάπην του και σταθεράν του πίστιν προς εμέ και ο οποίος κατέχει την δευτέραν θέσιν στο βασίλειόν μου, 13δ κατέστησεν εις ημάς γνωστόν ότι μεταξύ όλων των φυλών της οικουμένης έχει διασπαρή και αναμιχθή ένας δύστροπος λαός, ο οποίος με τους ιδικούς του νόμους είναι αντίθετος προς κάθε άλλο έθνος, παραβαίνει δε πάντοτε τα διατάγματα των βασιλέων, με τον σκοπόν να μη σταθεροποιηθη ειρηνικώς και αμέμπτως η αρμονία εις την αυτοκρατορίαν, την οποίαν ημείς διοικούμεν. 13ε Εξηκριβώσαμεν, λοιπόν, ότι αυτός μόνος ο λαός ευρίσκεται εις αντίθεσιν προς όλον το ανθρώπινον γένος με νόμους ιδικούς του παράξενους και διαφορετικούς από τους νόμους της αυτοκρατορίας, σκέπτεται πονηρά εναντίον των ιδικών μας πραγμάτων, διαπράττει τα χείριστα κακά και έτσι εμποδίζει, την σταθερότητα του βασιλείου μου. 13ζ Διετάξαμεν, λοιπόν, όπως αυτοί οι Ιουδαίοι, που επισημαίνονται από το διάταγμα το συνταχθέν από τυν Αμάν, ο οποίος και έχει αναλάβει την ευθύνην των υποθέσεων του κράτους και κατέχει θέσιν δευτέρου πατρός μας, διετάξαμεν, όπως όλοι αυτοί με τας γυναίκας και τα παιδιά των εξοντωθούν και ξερριζωθούν υλοκληρωτικώς με εχθρικήν μάχαιραν χωρίς οίκτον και λύπην κατά την δεκάτην τετάρτην ημέραν του δωδεκάτου μηνός Αδάρ, του τρέχοντος έτους. 13η Διατάσσω λοιπόν, όπως οι κατά το παρελθόν και το παρόν εχθροί μας αυτοί άνθρωποι καταβούν όλοι την ιδίαν ημέραν με βίαιον θάνατον στον άδην και έτσι να μας αφήσουν κατά τον υπόλοιπον χρόνον να κυβερνήσωμεν τας κρατικός υποθέσεις μας με σταθερότητα και ειρήνην”. | 13 Καὶ ἀπεστάλη διὰ ταχυδρόμων, ποὺ ἔφερον τὸ ἔγγραφον τοῦ διατάγματος εἰς τὸ βασίλειον τοῦ Ἀρταξέρξου διὰ νὰ ἐξαφανίσουν τὸ γένος τῶν Ἰουδαίων ἐντὸς μιᾶς ἡμέρας τοῦ δωδεκάτου μηνός, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Ἀδάρ, καὶ νὰ διαρπάσουν τὰ ὑπάρχοντά των. 13α Τῆς ἐπιστολῆς δὲ τὸ ἀντίγραφον εἶναι τοῦτο: «Ὁ μέγας βασιλεὺς Ἀρταξέρξης εἰς τοὺς ἀπὸ τῆς Ἰνδικῆς χώρας μέχρι τῆς Αἰθιοπίας ἄρχοντας καὶ τοπάρχας, τοὺς ὑποτεταγμένους εἰς αὐτὸν καὶ διατελοῦντας ὑπὸ τὰς διαταγάς του, γράφει ταῦτα: 13β «Καίτοι ἔγινα ἄρχων πολλῶν ἐθνῶν καὶ ἐπεκράτησα ὅλης τῆς οἰκουμένης, ἠθέλησα οὐχὶ ἐπαιρόμενος ὑπὸ τοῦ θράσους καὶ τοῦ τυραννικοῦ φρονήματος τῆς ἐξουσίας, κυβερνῶν δὲ μὲ ὅσον τὸ δυνατὸν μεγαλυτέραν ἐπιείκειαν καὶ ἠπιότητα, νὰ καταστήσω τὴν ζωὴν ἐνὸς ἐκάστου τῶν ὑποτεταγμένων εἰς ἐμὲ πάντοτε καὶ διαπαντὸς ἀτάραχον καὶ νὰ παράσχω τὸ βασιλειόν μου ἥμερον καὶ πολιτισμένον καὶ εὔκολον εἰς συγκοινωνίαν μέχρι τῶν ἄκρων αὐτοῦ καὶ νὰ ἀνανεώσω τὴν εἰς τὸ παρελθὸν διαταραχθεῖσαν καὶ ποθητὴν εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους εἰρήνην. 13γ Ὅταν δὲ ἐγὼ ἠρώτησα τοὺς συμβούλους, πῶς ὁ σκοπὸς οὗτος θὰ ἦτο δυνατὸν νὰ ἀχθῇ εἰς πέρας, ὁ διακριθεὶς πλησίον ἠμῶν ἐπὶ συνέσει καὶ ὁ ὁποῖος ἔχει ἀποδειχθῇ ἐξ ἴσου καὶ ἀπαράλλακτα μὲ τὴν καλήν του θέλησιν καὶ διάθεσιν καὶ μὲ τὴν βεβαίαν πίστιν καὶ ἀφοσίωσιν εἰς ἐμὲ καὶ ἔχει ἀπολαύσει τὸ δεύτερον τοῦ βασιλείου ἀξίωμα καὶ προνόμιον, ὁ Ἀμὰν δηλαδή, 13δ ἐφανέρωσεν εἰς ἠμᾶς, ὅτι εἰς πάσας τὰς ἐγκατεστημένας εἰς τὴν οἰκουμένην φυλὰς ἔχει ἀναμιχθῇ κάποιος κακότροπος καὶ μὲ δυσμενεῖς διαθέσεις λαός, ὁ ὁποῖος εἰς τοὺς νόμους του εἶναι ἀντίθετος πρὸς κάθε ἔθνος καὶ τὰ διατάγματα τῶν βασιλέων περιφρονεῖ διαρκῶς, διὰ νὰ μὴ ἐπιτυγχάνῃ ἡ ἀπὸ ἡμᾶς ὅλους τοὺς συνάρχοντας καὶ διοικητὰς κατευθυνομένη κατὰ τὰ ἄλλα ἀμέμπτως καὶ μὲ τὰς ἀρίστας διαθέσεις συνδιοίκησις. 13ε Ἐπειδὴ λοιπὸν διακρίνομεν αὐτὸ τὸ ἔθνος ὅτι ἐντελῶς μόνον κεῖται εἰς ξεχωριστὴν καὶ διάφορον πορείαν πάντοτε πρὸς πάντα ἄνθρωπον, καὶ ὅτι παραλλάσσει καὶ διαφέρει εἰς τρόπον ζωῆς κανονιζόμενον ἀπὸ νόμους παράδοξον καὶ ὅτι ἔχει κακὰς σκέψεις καὶ διαθέσεις πρὸς τὴν διοίκησίν μας συντελοῦν τὰ χείριστα κακά, μέχρι σημείου ὥστε τὸ βασίλειον νὰ μὴ ἀπολαύῃ σταθερότητα καὶ ἀσφάλειαν. 13ζ Ἔχομεν λοιπὸν διατάξει αὐτοὺς ποὺ σᾶς ἐσημάναμεν καὶ σᾶς ἐδηλώσαμεν μὲ αὐτά, ποὺ ἔχουν γραφῆ ἀπὸ τὸν Ἀμάν, ὁ ὁποῖος ἔχει ταχθῇ ἐπὶ τῆς διοικήσεως τῶν δημοσίων ὑποθέσεων καὶ πραγμάτων καὶ εἶναι δεύτερος πατέρας μας, ὅλους μὲ τὰς γυναῖκας καὶ τὰ τέκνα των νὰ τοὺς καταστρέψετε μὲ ὅλας τὰς ρίζας των διὰ τῶν μαχαιρῶν τῶν ἐχθρῶν των χωρὶς κανένα οἶκτον καὶ φειδωλίαν κατὰ τὴν δεκάτην τετὰρτην τοῦ δωδεκάτου μηνὸς Ἀδάρ τοῦ παρόντος ἔτους, 13η ἶνα οὕτως οἱ ἀνέκαθεν καὶ μέχρι τώρα κακότροποι, ἀφοῦ εἰς μίαν ἡμέραν καταβοῦν βιαίως καὶ διὰ σφαγῆς εἰς τὸν ἅδην, μᾶς παρέχουν κατὰ τὸν μετέπειτα καὶ εἰς τὴν σφαγὴν αὐτῶν ἐπακολουθήσαντα χρόνον διὰ παντὸς καὶ μέχρι τέλους σταθερὰν καὶ ἀδιατάρακτον τὴν διοίκησιν τῶν δημοσίων πραγμάτων καὶ ὑποθέσεων». |
14 Τὰ δὲ ἀντίγραφα τῶν ἐπιστολῶν ἐξετίθετο κατὰ χώραν, καὶ προσετάγη πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν ἑτοίμους εἶναι εἰς τὴν ἡμέραν ταύτην. | 14 Τα αντίγραφα των διαταγμάτων αυτών εκοινοποιήθησαν εις όλας τας χώρας και διετάχθησαν όλα τα έθνη να είναι έτοιμα κατά την ημέραν εκείνην. | 14 Τὰ ἀντίγραφα δὲ τῶν ἐπιστολῶν ἐξετίθεντο εἰς δημόσια κέντρα καθ’ ὅλην τὴν χώραν καὶ ἐδίδετο διαταγὴ εἰς ὅλα τὰ ἔθνη, νὰ εἶναι οἱ λαοί των ἕτοιμοι διὰ τὴν ἡμέραν αὐτήν. |
15 ἐσπεύδετο δὲ τὸ πρᾶγμα καὶ εἰς Σοῦσαν· ὁ δὲ βασιλεὺς καὶ ᾿Αμὰν ἐκωθωνίζοντο, ἐταράσσετο δὲ ἡ πόλις. | 15 Καθ' ον δε χρόνον επεσπεύδετο η δημοσίευσις του Διατάγματος και εις τα Σούσα, ο βασιλεύς και ο Αμάν έπιναν και διεσκέδαζαν, ενώ μεγάλη αναταραχή συνετάρασσε την πόλιν. | 15 Μὲ σπουδὴν δὲ ἐγίνοντο εἰς Σοῦσαν αἱ προετοιμασίαι διὰ τὴν ἐκτέλεσιν τῆς ἀποφάσεως· ὁ δὲ βασιλεὺς καὶ ὁ Ἀμὰν ἐπεδίδοντο εἰς οἰνοποσίας, καθ’ ὃν χρόνον ἡ πόλις ἐταράττετο. |