Αρχαίο κείμενο | Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα | Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα |
1 Περὶ μὲν γὰρ τῆς διακονίας τῆς εἰς τοὺς ἁγίους περισσόν μοί ἐστι τὸ γράφειν ὑμῖν· | 1 Ως προς μεν της ιεράν διακονίαν της συνεισφοράς δια τους πτωχούς αδελφούς θεωρώ περιττόν να σας γράψω. | 1 Εκτὸς δὲ τῆς συστάσεώς μου διὰ τὰ πρόσωπα αὐτὰ δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ σᾶς συστήσω τίποτε ἄλλο, διότι διὰ τὴν σπουδαιότητα μὲν τῆς διακονίας, ποὺ ἀποβλέπει εἰς τὴν βοήθειαν τῶν πτωχῶν Χριστιανῶν, μοῦ εἶναι περιττὸν νὰ σᾶς γράψω. |
2 οἶδα γὰρ τὴν προθυμίαν ὑμῶν ἣν ὑπὲρ ὑμῶν καυχῶμαι Μακεδόσιν, ὅτι Ἀχαΐα παρεσκεύασται ἀπὸ πέρυσι· καὶ ὁ ἐξ ὑμῶν ζῆλος ἠρέθισε τοὺς πλείονας. | 2 Διότι γνωρίζω καλά την προθυμίαν σας, δια την οποίαν, δια λογαριασμόν ιδικόν σας, καυχώμαι μεταξύ των Μακεδόνων λέγων, ότι η Αχαΐα είναι από πέρυσι έτοιμη. Και ο ζήλος, που προήλθεν από σας, εκέντησε και παρεκίνησε έντονα τους περισσοτέρους να σας μιμιθούν. | 2 Διότι γνωρίζω τὴν προθυμίαν σας, διὰ τὴν ὁποίαν μὲ πολλοὺς ἐπαίνους καυχῶμαι διὰ σᾶς εἰς τοὺς Μακεδόνας, εἰς τοὺς ὁποίους λέγω ὅτι ἡ Ἄχαΐα ἔχει ἐτοιμασθῆ ἀπὸ πέρυσι. Καὶ ὁ ζῆλος, ποὺ ἤναψεν ἀπὸ σᾶς, ἐπαρακίνησεν εἰς μίμησιν τοὺς περισσοτέρους. |
3 ἔπεμψα δὲ τοὺς ἀδελφούς, ἵνα μὴ τὸ καύχημα ἡμῶν τὸ ὑπὲρ ὑμῶν κενωθῇ ἐν τῷ μέρει τούτῳ, ἵνα, καθὼς ἔλεγον, παρεσκευασμένοι ἦτε, | 3 Εστειλα δε τους αδελφούς εις σας, δια να μη παρουσιασθή κούφιο και χωρίς περιεχόμενον το καύχημά μας δια την προθυμίαν σας στο θέμα τούτο της συνεισφοράς, δια να είσθε προπαρασκευασμένοι, όπως έλεγα στους Μακεδόνας. | 3 Ἔστειλα δὲ τοὺς ἀδελφούς, ποὺ σᾶς ἔγραψα ἀνωτέρω, διὰ νὰ μὴ ἀποδειχθῇ ἀβάσιμον καὶ ἀστήρικτον τὸ διὰ σᾶς καύχημα μᾶς εἰς τὸ ζήτημα αὐτὸ τῆς συνεισφορᾶς, διὰ νὰ εἶσθε ἐτοιμασμένοι, ὅπως ἔλεγα εἰς τοὺς Μακεδόνας. |
4 μήπως ἐὰν ἔλθωσι σὺν ἐμοὶ Μακεδόνες καὶ εὕρωσιν ὑμᾶς ἀπαρασκευάστους καταισχυνθῶμεν ἡμεῖς, ἵνα μὴ λέγωμεν ὑμεῖς, ἐν τῇ ὑποστάσει ταύτῃ τῆς καυχήσεως. | 4 Μηπως τυχόν, εάν έλθουν μαζή μου οι Μακεδόνες και σας εύρουν απροετοιμάστους, καταντροπιασθώμεν ημείς, δια να μη είπωμεν ότι και σεις θα εντροπιασθήτε, και αποδειχθή ματαία η καύχησίς μας δια την ιδικήν σας γενναιοδωρίαν. | 4 Καὶ ἐνδιαφέρομαι νὰ εἶσθε ἐτοιμασμἐνοι, μήπως, ἐὰν συμβῇ νὰ ἔλθουν μαζί μου Μακεδόνες καὶ σᾶς εὕρουν ἀπροετοιμάστους, ἐντροπιασθῶμεν ἠμεῖς, ὥστε νὰ μὴ δικαιούμεθα πλέον μὲ τὴν πεποίθησιν αὐτὴν τῆς καυχήσεως νὰ λέγωμεν σᾶς οἱ Κορίνθιοι πόσον ἀξίζετε! |
5 ἀναγκαῖον οὖν ἡγησάμην παρακαλέσαι τοὺς ἀδελφοὺς ἵνα προέλθωσιν εἰς ὑμᾶς καὶ προκαταρτίσωσι τὴν προκατηγγελμένην εὐλογίαν ὑμῶν, ταύτην ἑτοίμην εἶναι, οὕτως ὡς εὐλογίαν καὶ μὴ ὡς πλεονεξίαν. | 5 Εκρινα, λοιπόν, αναγκαίον να παρακαλέσω τους αδελφούς να σας επισκεφθούν ενωρίτερον από εμέ και να οργανώσουν εκ των προτέρων το ζήτημα της ευλογημένης αυτής συνεισφοράς σας, την οποίαν έχω προαναγγείλει στους Μακεδόνας, ώστε όταν θα έλθωμεν να είναι ετοίμη σαν καλόν έργον και καρπός της αγάπης σας, και όχι σαν υποχρεωτική εισφορά μιας φιλαργύρου και πλεονεκτικάς καρδίας. | 5 Ἐνόμισα λοιπόν, ὅτι ἦτο ἀναγκαῖον νὰ παρακαλέσω τοὺς ἀδελφοὺς νὰ ἔλθουν πρὸς σᾶς προτήτερα ἀπὸ ἑμὲ καὶ νὰ βάλουν ἐκ προτέρου τάξιν εἰς τὴν εὐλογημένην συνεισφοράν σας, τὴν ὁποίαν προανήγγειλα εἰς τοὺς Μακεδόνας. Ὥστε ὅταν ἔλθω, νὰ εἶναι ἕτοιμος ἡ συνεισφορά σας αὐτή. Νὰ εἶναι δὲ ἔτσι ἕτοιμος σὰν ἀγαθοεργία καὶ ὄχι σὰν συνεισφορά, εἰς τὴν ὁποίαν θὰ δεικνύεται πλεονεξία καὶ φιλαργυρία ἐκ μέρους σας. |
6 Τοῦτο δέ, ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει, καὶ ὁ σπείρων ἐπ’ εὐλογίαις ἐπ’ εὐλογίαις καὶ θερίσει. | 6 Ας γνωρίζετε δε τούτο· ότι εκείνος που στο χωράφι του σπέρνει με τσιγκουνιά λιγοστό σπόρο, θα θερίση και λίγο σιτάρι. Και εκείνος που σπέρνει απλόχερα, θα θερίση πολύν καρπόν. (Ο καθένας δηλαδή θα αμειφθή από τον Θεόν ανάλογα με όσα δίνει, κατά την δύναμίν του πάντοτε). | 6 Τοῦτο δὲ πρέπει νὰ γνωρίζετε, ὅτι ἐκεῖνος ποὺ σπείρει μὲ τσιγγουνιάν, μὲ τσιγγουνιὰν καὶ θὰ θερίσῃ. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ σπείρει ἄφθονα, ἄφθονα καὶ θὰ θερίση. |
7 ἕκαστος καθὼς προαιρεῖται τῇ καρδίᾳ, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός. | 7 Ο καθένας ας δίδη σύμφωνα με την αγαθήν διάθεσιν της καρδίας του, όχι με λύπην η από ανάγκην. Διότι ο Θεός “αγαπά εκείνον, που δίδει με καλωσύνην και γλυκύτητα”. | 7 Ὁ καθένας ἂς δίδῃ σύμφωνα μὲ τὴν ἐλευθέραν διάθεσιν τῆς καρδίας του, ὄχι μὲ λύπην ἢ ἀπὸ ἀνάγκην, διότι ὁ Θεὸς ἀγαπᾷ ἐκεῖνον, ποὺ δίδει μὲ προθυμίαν καὶ χαρούμενον πρόσωπον. |
8 δυνατὸς δὲ ὁ Θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶ πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισσεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν, | 8 Είναι δε δυνατόν ο Θεός να σας δώση με το παραπάνω κάθε δωρεάν, ώστε πάντοτε, σε κάθε τι, να έχετε κάθε επάρκειαν εις υλικά αγαθά και έτσι να προθυμοποήσθε με το παραπάνω δια κάθε καλόν έργον. | 8 Εἶναι δὲ δυνατὸς ὁ Θεὸς νὰ σᾶς δώσῃ ὑπεράφθονον κάθε χάριν· καὶ τὴν χάριν τουτέστι τῆς προθυμίας εἰς τὸ νὰ εἰσφέρετε γενναίως, καὶ τὴν χάριν τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ὥστε νὰ ἔχετε πάντοτε εἰς ὅλα ἀπὸ τὸν ἑαυτόν σας κάθε ἐπάρκειαν καὶ νὰ πράττετε μὲ τὸ παραπάνω κάθε ἔργον ἀγαθόν. |
9 καθὼς γέγραπται· ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν, ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα. | 9 Με τον τρόπον δε αυτόν θα πραγματοποιηθή και εις σας εκείνο που λέγει η Γραφή· “εσκόρπισεν αφθόνως τας ελεημοσύνας του, έδωκεν στους πτωχούς· η αρετή του μένει και διαλαλείται πάντοτε”. | 9 Καὶ ἔτσι νὰ γίνῃ καὶ μὲ σᾶς σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ λέγει ἡ Γραφή: Ἐμοίρασεν ἄφθονα, ἔδωκεν εἰς τοὺς πτωχούς· ἡ ἐκ τῶν ἀγαθοεργιῶν ἀρετή του μένει διὰ παντός. |
10 Ὁ δὲ ἐπιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶσιν χορηγήσαι καὶ πληθύναι τὸν σπόρον ὑμῶν καὶ αὐξήσαι τὰ γενήματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν· | 10 Ο δε Θεός, ο οποίος “παρέχει εν αφθονία σπόρον στον γεωργόν που σπέρνει, και ψωμί προς τροφήν όλων μας”, είθε να χορηγήση, να ευλογήση και να πληθύνη την σποράν των χωραφιών σας και τα άλλα υλικά αγαθά σας και να αυξήση έτσι τους καρπούς της αγάπης και της καλωσύνης σας προς τους άλλους. | 10 Ὁ Θεὸς δέ, ὁ ὁποῖος χορηγεῖ ἄφθονον σπόρον εἰς ἐκεῖνον ποὺ σπέρνει, καὶ ἄρτον διὰ νὰ τρώγωμεν, εἴθε νὰ χορηγήσῃ καὶ νὰ πληθύνῃ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά σας καὶ νὰ αὐξήσῃ τοὺς καρποὺς τῆς ἀγαθοεργίας σας, |
11 ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶσαν ἁπλότητα, ἥτις κατεργάζεται δι’ ἡμῶν εὐχαριστίαν τῷ Θεῷ· | 11 Ετσι δε να γίνεσθε πλούσιοι εις κάθε καλόν έργον, εις κάθε γενναιοδωρίαν, η οποία συνεργεί δια μέσου ημών, που εξυπηρετούμεν αυτήν την διακονίαν, να εκφράζωνται ευχαριστίαι προς τον Θεόν. | 11 ὥστε νὰ γίνεσθε πλούσιοι εἰς κάθε τι, εἰς κάθε εἶδος γενναιοδωρίας, ἡ ὁποία διὰ μέσου ἡμῶν τῶν Ἀποστόλων, ποὺ μεταφέρομεν τὰς συνεισφοράς σας, συντελεῖ εἰς τὸ νὰ ἀναπέμπωνται εὐχαριστίαι εἰς τὸν Θεόν. |
12 ὅτι ἡ διακονία τῆς λειτουργίας ταύτης οὐ μόνον ἐστὶ προσαναπληροῦσα τὰ ὑστερήματα τῶν ἁγίων, ἀλλὰ καὶ περισσεύουσα διὰ πολλῶν εὐχαριστιῶν τῷ Θεῷ· | 12 Διότι η διακονία αυτής της αγαθοεργίας σας, όχι μόνον προλαμβάνει και θεραπεύει με το παραπάνω τας ανάγκας των Χριστιανών, αλλά και γεμίζει την καρδίαν από ευγνωμοσύνην, ώστε να ξεχειλίζουν πλούσιαι ευχαριστίαι προς τον Θεόν. | 12 Διότι ἡ διακονία τῆς ἀγαθοεργοῦ καὶ ἱερᾶς αὐτῆς ὑπηρεσίας ὄχι μόνον προφθάνει μὲ τὸ παραπάνω τὰς ἀνάγκας τῶν Χριστιανῶν, ἀλλὰ καὶ δημιουργεῖ πλήμμυραν εὐχαριστιῶν πρὸς τὸν Θεόν. |
13 διὰ τῆς δοκιμῆς τῆς διακονίας ταύτης δοξάζοντες τὸν Θεὸν ἐπὶ τῇ ὑποταγῇ τῆς ὁμολογίας ὑμῶν εἰς τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ καὶ ἁπλότητι τῆς κοινωνίας εἰς αὐτοὺς καὶ εἰς πάντας, | 13 Αυτή η εισφορά της αγάπης σας δείχνει ποίοι πράγματι είσθε και οι απολαμβάνοντες τας δωρεάς σας δοξάζουν τον Θεόν, δια την έμπρακτον υποταγήν της ομολογίας σας στο Ευαγγέλιον του Χριστού και δια την γενναιοδωρίαν σας να συμμετέχετε προθύμως εις τας ανάγκας αυτών και εις τας ανάγκας όλων. | 13 Καὶ τοῦτο διότι οἰ εὐεργετούμενοι ἀπὸ σᾶς λαμβάνουν πεῖραν μὲ τὴν διακονίαν αὐτὴν τῆς ἐλεημοσύνης σας περὶ τοῦ ποῖοι εἶσθε, καὶ δοξάζουν τὸν Θεόν διὰ τὴν ὑποταγὴν εἰς τὴν ὁμολογίαν τῆς πίστεώς σας εἰς τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ καὶ διὰ τὴν γενναιοδωρίαν, ποὺ δεικνύετε μὲ τὴν συμμετοχὴν εἰς τὰς ἀνάγκας τόσον τὰς ἰδικάς των, ὅσον καὶ ὅλων ἒν γένει τῶν Χριστιανῶν. |
14 καὶ αὐτῶν δεήσει ὑπὲρ ὑμῶν, ἐπιποθούντων ὑμᾶς διὰ τὴν ὑπερβάλλουσαν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐφ’ ὑμῖν. | 14 Και αυτοί με τας δεήσεις, τας οποίας για σας κάμνουν προς τον Θεόν, μαρτυρούν πόσον πολύ σας ποθούν δια την πλουσίαν χάριν, που ο Θεός σας έχει δώσει. | 14 Καὶ αὐτοὶ μὲ προσευχὴν καὶ δέησιν πρὸς τὸν Θεόν σᾶς ποθοῦν πολὺ διὰ τὴν ὑπερβολικὴν χάριν, ποὺ σᾶς ἔδωκεν ὁ Θεός. |
15 χάρις τῷ Θεῷ ἐπὶ τῇ ἀνεκδιηγήτῳ αὐτοῦ δωρεᾷ. | 15 Ευχαριστία δε και δόξα ανήκει στον Θεόν δια την δωρεάν του αυτήν, την οποίαν στόμα ανθρώπου είναι αδύνατον να διηγηθή. | 15 Εὐχαριστία δὲ ὀφείλεται εἰς τὸν Θεόν διὰ τὴν δωρεάν του, τῆς ὁποίας τὸ μέγεθος δὲν εἶναι δυνατὸν μὲ λόγους νὰ ἐκφρασθῇ. |