ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΩΑΝΝΟΥ Α' Β´ 7 - 17
7 Ἄδελφοί, δὲν σᾶς γράφω ἐντολὴν νέαν, ἀλλὰ τὴν ἐντολὴν τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποῖα εἶναι παλαιὰ καὶ τὴν ὁποῖαν εἴχατε ἐξ ἀρχῆς τῆς χριστιανικῆς ἐπιστροφῆς καὶ ζωῆς σας· ἡ ἐντολὴ ἡ παλαιὰ εἶναι τὸ εὐαγγελικὸν κήρυγμα, ποὺ ἐξ ἀρχῆς ἠκούσατε καὶ τὸ ὁποῖον εἶναι κήρυγμα ἀγάπης.
8 Ἀλλ’ ἡ ἐντολὴ αὐτὴ ἡ παλαιὰ εἶναι συγχρόνως καὶ ἐντολὴ νέα. Καὶ νέαν λοιπὸν ἐντολὴν σᾶς γράφω. Ὅτι δὲ ἡ ἐντολὴ τῆς ἀγάπης εἶναι καὶ νέα ἐντολή, ἀποδεικνύεται ἀληθὲς τόσον ἐν τῷ προσώπω τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἐδίδαξε καὶ ἐφήρμοσεν αὐτὴν ὑπὸ νέαν τελείαν μορφήν, ὅσον καὶ ἐν τῷ προσώπῳ ὑμῶν τῶν Χριστιανῶν, εἰς τὸν βίον τῶν ὁποίων παρουσιάζονται τὰ νέα ἐξαίρετα ἀποτελέσματά της. Καὶ εἶναι ὄντως ἐξαίρετα τὰ ἀποτελέσματα ταῦτα. Διότι τὸ ἠθικὸν σκότος τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς πλάνης φεύγει καὶ τὸ πνεῦμα καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, φωτίζει τώρα τὸν κόσμον.
9 Ἐκεῖνος ποὺ λέγει, ὅτι ζῇ μέσα εἰς το ἠθικὸν φῶς, συγχρόνως ὅμως μισεῖ τὸν ἀδελφόν του Χριστιανόν, αὐτὸς ἀκόμη καὶ τώρα, ὁπότε τὸ ἀληθινὸν φῶς φωτίζει, εὑρίσκεται μέσα εἰς το ἠθικὸν σκότος.
10 Μόνον ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾷ τὸν ἀδελφόν του μένει μέσα εἰς το ἠθικὸν φῶς καὶ οὔτε δίδει ἀφορμὴν σκανδάλου καὶ πτώσεως εἰς τὸν ἀδελφόν του, οὔτε αὐτὸς πικραίνεται ἢ ὅπωσδήποτε σκανδαλίζεται ἀπὸ τὸν ἀδελφόν του.
11 Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ μισεῖ τὸν ἀδελφόν του, εἶναι βυθισμένος εἰς τὸ πνευματικὸν καὶ ἠθικὸν σκότος καὶ ἡ συμπεριφορά του εἶναι συμπεριφορὰ σκοτεινὴ καὶ ἔνοχος. Καὶ ὅμοιος πρὸς τυφλὸν δὲν ξεύρει ποῦ πηγαίνει καὶ κινδυνεύει νὰ χαθῇ, διότι τὸ ἠθικὸν σκότος τῆς ἁμαρτίας ἐτύφλωσε τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του.
12 Σᾶς γράφω, παιδάκια μου, τὴν ἐπιστολὴν αὐτήν, διότι ἔχουν συγχωρηθῆ αἱ ἁμαρτίαι σας διὰ τῆς πίστεως εἰς το ὄνομά Του.
13 Γράφω εἰς σᾶς, ποὺ διὰ τὴν ἡλικίαν σας καὶ διὰ τὴν χριστιανικήν σας πεῖραν ἀξίζει νὰ ὀνομάζεσθε πατέρες, διότι λόγω τῆς προόδου σας εἰς τὴν χριστιανικὴν ζωὴν ἔχετε γνωρίσει καλὰ τὸν Λόγον, ὁ ὁποῖος εἶναι ἐξ ἀρχῆς καὶ ἀνάρχως πρὸς τὸν Πατέρα. Γράφω εἰς σᾶς, νεώτεροι, διότι ἔχετε νικήσει τὸν πονηρὸν κατὰ τοὺς διαφόρους πειρασμοὺς τῆς νεαρᾶς σας ἡλικίας. Σᾶς ἔγραψα, παιδιά μου, διότι ἔχετε γνωρίσει διὰ τῆς πείρας καὶ τῆς στενῆς σχέσεως τὸν ἐν οὐρανοῖς Πατέρα.
14 Σᾶς ἔγραψα, πατέρες, διότι ἔχετε γνωρίσει καλὰ τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος ὑπάρχει ἀπ’ ἀρχῆς ἀϊδίως. Σᾶς ἔγραψα, νέοι, διότι, παρὰ τὸ ἄωρον τῆς ἡλικίας σας, εἶσθε πνευματικῶς ἰσχυροὶ καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μένει μέσα σας καὶ ἔχετε νικήσει τὸν πονηρόν, ποὺ ἰδιαιτέρως ἐπιβουλεύεται τὴν νεότητα.
15 Μὴ ἀγαπᾶτε τὸν μάταιον καὶ μακρὰν τοῦ Θεοῦ εὑρισκόμενον κόσμον, μηδὲ τὰς ἐν τῷ κόσμω ἀπολαύσεις, ποὺ ἀποχωρίζουν τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸν Θεόν. Ἐὰν κανεὶς ἀγαπᾷ τὸν κόσμον, ἡ πρὸς τὸν ἐν οὐρανοῖς Πατέρα ἀγάπη δὲν ὑπάρχει μέσα του.
16 Καὶ δὲν ἔχει ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ ἀγάπην πρὸς τὸν Θεὸν καὶ Πατέρα, διότι κάθε τι ποὺ ὑπάρχει εἰς τὸν μακρὰν τοῦ Θεοῦ κόσμον, ἤτοι ἡ ἐπιθυμία τῆς διεφθαρμένης φύσεως καὶ σαρκὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ἐπιθυμία, ποὺ μᾶς προκαλοῦν, τὰ μάτια μας, καὶ ἡ ἀλαζονική ἐπίδειξις, είς τὴν ὁποίαν σπρώχνουν τἆ πλούτη, ὅλα αὐτὰ δὲν εναι ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ Πατέρα, ἀλλ'εἶναι ἀπὸ τὸν μακρὰν τοῦ Θεοῦ κόσμον.
17 Καὶ ὁ μάταιος κόσμος παρέρχεται, καθὼς περνὰ καὶ ἡ ἐπιθυμία, τὴν ὁποίαν τὰ ἀγαθὰ καὶ αἱ ἀπολαύσεις του προκαλοῦν. Ἐκεῖνος ὅμως, ποὺ ἐκτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, μένει αἰωνίως καὶ δὲν παρέρχεται.