Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024
Ανατ: 07:38
Δύση: 17:10
Σελ. 21 ημ.
356-10
16ος χρόνος, 6153η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΙΩΗΛ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 (Β)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 ΣΑΛΠΙΣΑΤΕ σάλπιγγι ἐν Σιών, κηρύξατε ἐν ὄρει ἁγίῳ μου, καὶ συγχυθήτωσαν πάντες οἱ κατοικοῦντες τὴν γῆν, διότι πάρεστιν ἡμέρα Κυρίου, ὅτι ἐγγύς, 1 Σαλπίσατε με βροντεράν σάλπιγγα εις την Ιερουσαλήμ δια την επερχομένην φοβεράν τιμωρίαν· βροντοφωνήσατε στο άγιόν μου Ορος· σύγχυσις ας καταλάβη τους κατοίκους της πόλεως, διότι έφθασεν, είναι πλησίον η ημέρα δικαίας ανταποδόσεως εκ μέρους του Κυρίου. 1 Σαλπίσατε μὲ σάλπιγγα εἰς τὴν Σιών, κηρύξατε συναγερμὸν εἰς τὸ ἅγιόν μου ὄρος, καὶ ἂς καταληφθοῦν ἀπὸ σύγχυσιν φόβου καὶ τρόμου ὅλοι οἱ κατοικοῦντες τὴν γῆν, διότι ἦλθε καὶ εἶναι παροῦσα ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου, διότι εἶναι αὐτὴ πλησίον.
2 ἡμέρα σκότους καὶ γνόφου, ἡμέρα νεφέλης καὶ ὁμίχλης. ὡς ὄρθρος χυθήσεται ἐπὶ τὰ ὄρη λαὸς πολὺς καὶ ἰσχυρός· ὅμοιος αὐτῷ οὐ γέγονεν ἀπὸ τοῦ αἰῶνος καὶ μετ᾿ αὐτὸν οὐ προστεθήσεται ἕως ἐτῶν εἰς γενεὰς γενεῶν. 2 Η ημέρα αυτής είναι σκοτάδι και ζόφος, ημέρα πυκνοσκεπασμένη από σκοτεινά νέφη και ομίχλην. Οπως το γλυκοχάραγμα ξεχύνεται με ταχύτητα εις τα όρη, με την ιδίαν ταχύτητα επέρχονται τα ατελείωτα σμήνη των ακρίδων. Θα ξεχυθή πολύς και ισχυρός πολεμικός λαός. Από τα παλαιότερα χρόνια μέχρι σήμερα δεν υπήρξε παρόμοιος με αυτόν και ούτε θα παρουσιασθή εις τας γενεάς των γενεών του μέλλοντος. 2 Θὰ εἶναι ἡ ἡμέρα αὐτὴ ἡμέρα σκοτεινὴ καὶ ζοφώδης, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ ἥλιος θὰ συσκοτίζεται σὰν ἀπὸ πυκνὸν σύννεφον καὶ καταχνιάν. Σὰν τὸ πρωϊνὸν φῶς, ποὺ ἀκατάσχετον καὶ ἀσυγκράτητον διασκορπίζεται παντοῦ διαλῦον τὰ σκότη, ἔτσι θὰ χυθῇ καὶ θὰ διασκορπισθῇ ἐπάνω εἰς τὰ βουνὰ σὰν στράτευμα λαοῦ πλῆθος ἀκρίδων πολὺ καὶ ἰσχυρὸν ὅμοιον πρὸς αὐτὸ δὲν ἔχει γίνει ἀπ’ αἰώνων, καὶ ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ δὲν θὰ ξαναγίνῃ μέχρι τῶν χρόνων ὅλων τῶν γενεῶν.
3 τὰ ἔμπροσθεν αὐτοῦ πῦρ ἀναλίσκον, καὶ τὰ ὀπίσω αὐτοῦ ἀναπτομένη φλόξ· ὡς παράδεισος τρυφῆς ἡ γῆ πρὸ προσώπου αὐτοῦ, καὶ τὰ ὄπισθεν αὐτοῦ πεδίον ἀφανισμοῦ, καὶ ἀνασῳζόμενος οὐκ ἔσται αὐτῷ. 3 Εμπρός από τον πολεμικόν στρατόν προπορεύεται καταστρεπτική φωτιά, οπίσω από αυτόν ακολουθούν φλόγες πυρός. Η χώρα, που εκτείνεται εμπρός από αυτόν, πριν την καταλάβη, είναι ωραία ωσάν παράδεισος τρυφής· οπίσω όμως αυτού μετά την διάβασίν του είναι αφανισμέναι, έρημοι πεδιάδες. Κανείς δεν πρόκειται να σωθή από την επιδρομήν αυτού. 3 Τὰ πρὸ αὐτοῦ κατατρώγει πῦρ καταστρεπτικόν, καὶ τὰ μετ’ αὐτὸ κατακαίει φλόγα ἀναμμένη. Σὰν παράδεισος τρυφῆς καὶ ἀπολαύσεως ἦταν ἡ χώρα ἐνώπιόν του, πρὶν εἰσορμήσῃ εἰς αὐτήν, καὶ ὅταν τὴν ἐπέρασεν, ἔμεινεν ὀπίσω του ἀφανισμένη γῆ, καὶ τίποτε δὲν περιεσώθη ἀπὸ αὐτό.
4 ὡς ὅρασις ἵππων ἡ ὄψις αὐτῶν, καὶ ὡς ἱππεῖς οὕτως καταδιώξονται· 4 Ωσάν ιππικόν πολέμου ομοιάζουν οι επιδρομείς αυτοί, θα καταδιώκουν με ταχύτητα ωσάν ιππείς εις πόλεμον. 4 Σὰν θέαμα ἵππων ἐφορμώντων εἰς μάχην εἶναι ἡ μορφή των καὶ σὰν ἱππεῖς ἔνοπλοι, ἔτσι θὰ καταδιώξουν ἐπιφέροντες καταστροφὴν εἰς τοὺς ὑπ’ αὐτῶν καταφθανομένους.
5 ὡς φωνὴ ἁρμάτων ἐπὶ τὰς κορυφὰς τῶν ὀρέων ἐξαλοῦνται καὶ ὡς φωνὴ φλογὸς πυρὸς κατεσθιούσης καλάμην καὶ ὡς λαὸς πολὺς καὶ ἰσχυρὸς παρατασσόμενος εἰς πόλεμον. 5 Πηδούν από τας κορυφάς των ορέων και δημιουργούν θόρυβον ωσάν τα τρέχοντα πολεμικά άρματα. Ο πολεμικός των θόρυβος ομοιάζει με την βοήν πυρκαϊάς, η οποία κατατρώγει την καλαμιάν. Φαίνεται σαν στρατός πολύς και ισχυρός συντεταγμένος και τρέχων εις πόλεμον. 5 Σὰν θόρυβος ἁρμάτων εἶναι ἡ βοή, ποὺ προκαλοῦν ἱπτάμεναι εἰς τὰς κορυφὰς τῶν ὀρέων, καὶ σὰν τριγμός, ποὺ προκαλεῖ ἡ φλόγα τῆς φωτιᾶς, ἡ ὁποία κατατρώγει καλάμην, καὶ σὰν λαὸς πολὺς καὶ ἰσχυρός, ποὺ παρατάσσεται εἰς πόλεμον.
6 ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ συντριβήσονται λαοί, πᾶν πρόσωπον ὡς πρόσκαυμα χύτρας. 6 Προ της ορμής των συντρίβονται λαοί, φλογίζονται και μαυρίζουν, σαν χύτρα επάνω εις την πυράν, τα πρόσωπα όλων. 6 Ἐνώπιόν του θὰ καταληφθοῦν ὑπὸ τρόμου οἱ λαοί, οἱ πληττόμενοι ὑπὸ τῆς συμφορᾶς· κάθε πρόσωπον θὰ χάσῃ τὸ χρῶμα του ἀπὸ τὴν ἀγωνίαν καὶ θὰ γίνῃ ὅπως καὶ ἡ χύτρα ἀπὸ τὴν φλόγα τῆς φωτιᾶς.
7 ὡς μαχηταὶ δραμοῦνται καὶ ὡς ἄνδρες πολεμισταί ἀναβήσονται ἐπὶ τὰ τείχη, καὶ ἕκαστος ἐν τῇ ὁδῷ αὐτοῦ πορεύσεται, καὶ οὐ μὴ ἐκκλίνουσι τὰς τρίβους αὐτῶν, 7 Τρέχουν ακάθεκτοι σαν μαχηταί, ωσάν έμπειροι πολεμισταί αναβαίνουν επάνω εις τα τείχη. Καθένας από τους πολεμιστάς αυτούς προχωρεί αποφασιστικώς στον δρόμον του· δεν παρεκκλίνουν από την πορείαν των. 7 Σὰν μαχηταὶ θὰ τρέξουν καὶ σὰν ἄνδρες πολεμισταὶ θὰ ἀναβοῦν εἰς τὰ τείχη, ποὺ τυχὸν θὰ συναντήσουν καὶ κάθε μία θὰ πορευθῇ μέσα εἰς τὸν δρόμον καὶ τὴν κατεύθυνσίν της, καὶ δὲν θὰ παρεκκλίνουν ἀπὸ τὰς γραμμάς, ἐπὶ τῶν ὁποίων βαδίζουν·
8 καὶ ἕκαστος ἀπὸ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ οὐκ ἀφέξεται, καταβαρυνόμενοι ἐν τοῖς ὅπλοις αὐτῶν πορεύσονται καὶ ἐν τοῖς βέλεσιν αὐτῶν πεσοῦνται καὶ οὐ μὴ συντελεσθῶσι. 8 Κανείς δεν απομακρύνεται από τον συνάδελφόν του, αποτελούν συμπαγές σώμα πορεύονται φορτωμένοι τα όπλα των. Προχωρούν σταθερά, έστω και αν μερικοί πέσουν κτυπημένοι από τα όπλα των ανθρώπων. Αυτό δεν θα ελαττώση αισθητώς τον αριθμόν των· είναι πολυάριθμοι. 8 καὶ κάθε μία δὲν θὰ ἐμποδισθῇ ἀπὸ τὴν πλησίον ὁμοίαν τῆς καὶ ἀδελφήν της· θὰ πηγαίνουν φέρουσαι τὸ βάρος τῶν ὅπλων των καὶ θὰ πέσουν μὲ τὰ βέλη των εἰς τὴν γῆν, κατὰ τῆς ὁποίας ἐφορμοῦν, καὶ δὲν θὰ πάθουν τίποτε.
9 τῆς πόλεως ἐπιλήψονται καὶ ἐπὶ τῶν τειχέων δραμοῦνται καὶ ἐπὶ τὰς οἰκίας ἀναβήσονται καὶ διὰ θυρίδων εἰσελεύσονται ὡς κλέπται. 9 Κυριεύουν την πόλιν, τρέχουν επάνω εις τα τείχη, ανεβαίνουν εις τας οικίας και εισέρχονται εις αυτάς από τα παράθυρα ωσάν κλέπται. 9 Θὰ ἐπιτεθοῦν κατὰ τῆς πόλεως καὶ θὰ τρέξουν ἐπὶ τῶν τειχῶν αὐτῆς καὶ θὰ ἀναβοῦν εἰς τὰ σπίτια καὶ διὰ τῶν παραθύρων θὰ ἔμβουν σὰν κλέπται ἐντὸς αὐτῶν.
10 πρὸ προσώπου αὐτῶν συγχυθήσεται ἡ γῆ καὶ σεισθήσεται ὁ οὐρανός, ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη συσκοτάσουσι, καὶ τὰ ἄστρα δύσουσι τὸ φέγγος αὐτῶν. 10 Κατά την επιδρομήν των σύγχυσις απλώνεται εις την γην, συγκλονίζονται οι ουρανοί, σκοτίζονται ο ήλιος και η σελήνη, σβήνει το φέγγος των αστέρων. 10 Ἐνώπιον αὐτῶν θὰ καταληφθῇ ὑπὸ συγχύσεως καὶ τρόμου ἡ γῆ καὶ οἱ ὑπὸ τῆς συμφορᾶς πληττόμενοι κάτοικοί της, καὶ θὰ φαίνεται εἰς αὐτοὺς σειόμενος ὁ οὐρανὸς καὶ ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη ὅτι θὰ συσκοτισθοῦν ἀπὸ τὰ συννεφα τῶν ἀκρίδων καὶ τὰ ἄστρα ὅτι θὰ χάσουν τὸ φῶς των.
11 καὶ Κύριος δώσει φωνὴν αὐτοῦ πρὸ προσώπου δυνάμεως αὐτοῦ, ὅτι πολλή ἐστι σφόδρα ἡ παρεμβολὴ αὐτοῦ, ὅτι ἰσχυρὰ ἔργα λόγων αὐτοῦ· διότι μεγάλη ἡ ἡμέρα Κυρίου, ἐπιφανὴς σφόδρα, καὶ τίς ἔσται ἱκανὸς αὐτῇ; 11 Ο Κυριος ισχυράν θα αφήση την φωνήν εμπρός στον πολεμικόν αυτόν στρατόν, διότι το στρατόπεδον αυτών είναι πολύ μεγάλο και ισχυρόν, αλλά και τα έργα, που διατάσσει ο Θεός, είναι πάντοτε ισχυρά. Μεγάλη είναι όντως η ημέρα του Κυρίου, ολοφάνερη και τρομερά. Ποίος είναι ικανός να αντισταθή εις αυτήν; 11 Καὶ ὁ Κύριος διὰ βροντῶν καὶ κεραυνῶν θὰ δώσῃ φωνὴν ἰσχυράν, ποὺ θὰ βγαίνῃ ἀπὸ τὴν ἀκατανίκητον δύναμίν του, διότι πάρα πολὺ εἶναι τὸ στράτευμά του· διότι ἰσχυρὰ εἶναι τὰ ἔργα, ποὺ μὲ μόνον τὸν λόγον του καὶ τὴν προσταγήν του γίνονται· διότι μεγάλη εἶναι ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου, λαμπρὰ καὶ φοβερὰ πάρα πολύ, καὶ ποῖος θὰ εἶναι ἱκανὸς καὶ δυνατὸς νὰ ἀντικρύσῃ καὶ νὰ ὑποφέρῃ αὐτήν;
12 καὶ νῦν λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν· ἐπιστράφητε πρός με ἐξ ὅλης τῆς καρδίας ὑμῶν καὶ ἐν νηστείᾳ καὶ ἐν κλαυθμῷ καὶ ἐν κοπετῷ· 12 Και τώρα, λέγει προς σας Κυριος ο Θεός σας· επιστρέψατε εν μετανοία προς εμέ με όλην σας την καρδίαν, με νηστείαν, με θρήνους και κοπετούς. 12 Καὶ τώρα λέγει Κύριος ὁ Θεός σας: Γυρίσατε ὀπίσω πρὸς Ἐμὲ μὲ ὅλην τὴν καρδίαν σας καὶ μὲ νηστείαν καὶ μὲ κλαυθμὸν καὶ μὲ κοπετόν·
13 καὶ διαρρήξατε τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ μὴ τὰ ἱμάτια ὑμῶν καὶ ἐπιστράφητε πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ὑμῶν, ὅτι ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων ἐστί, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος καὶ μετανοῶν ἐπὶ ταῖς κακίαις. 13 Σχίσατε τας καρδίας από τον πόνον της μετανοίας και την συναίσθησιν της ενόχης σας, και όχι τα ενδύματά σας. Επιστρέψατε προς Κυριον τον Θεόν σας, διότι αυτός είναι ελεήμων και οικτίρμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, λυπούμενος δια τας παρανομίας των ανθρώπων και μεταβάλλων γνώμην ως προς τας τιμωρίας των αμαρτωλών. 13 καὶ διαρρήξατε διὰ βαθείας συντριβῆς τὰς καρδίας σας καὶ ὄχι τὰ ροῦχα σας· καὶ ἐπιστρέψατε πρὸς Κύριον τὸν Θεόν σας, διότι εἶναι ἐλεήμων καὶ οἰκτίρμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος καὶ μετανοεῖ διὰ τὰς κακίας τῶν ἀνθρώπων, μὴ ἐξοντώνων αὐτούς, ὅταν ἀρχίζῃ νὰ τοὺς τιμωρῇ, ἀλλ’ ἀναστέλλων τὴν ὀργήν του.
14 τίς οἶδεν εἰ ἐπιστρέψει καὶ μετανοήσει καὶ ὑπολείψεται ὀπίσω αὐτοῦ εὐλογίαν καὶ θυσίαν καὶ σπονδὴν Κυρίῳ τῷ Θεῷ ὑμῶν; 14 Και ποιός γνωρίζει, μήπως και εις την περίστασιν αυτήν αλλάξη γνώμην ο Κυριος, επιστρέψη με στοργήν προς σας και αποστείλη την ευλογίαν του εις την χώραν μας, ώστε να προσφέρετε προς Κυριον τον Θεόν σας ευπρόσδεκτον θυσίαν και σπονδήν; 14 Ποιὸς γνωρίζει μήπως γυρίσῃ πίσω καὶ παύσῃ νὰ μᾶς τιμωρῇ καὶ μετανοήσῃ, οὕτω δὲ ἀφήσῃ ὀπίσω του εὐλογίαν εἰς τοὺς καρποὺς τῆς γῆς, ὥστε νὰ καταστῇ δυνατὴ ἡ ἐπανάληψις καὶ ἐξακολούθησις τῆς θυσίας καὶ τῆς σπονδῆς πρὸς Κύριον τὸν Θεόν μας, τὰ ὁποῖα λόγῳ τῆς θεομηνίας ἐσταμάτησαν;
15 σαλπίσατε σάλπιγγι ἐν Σιών, ἁγιάσατε νηστείαν, κηρύξατε θεραπείαν, 15 Σαλπίσατε με την ιεράν σάλπιγγα εις την Σιών, αφιερώσατε ημέραν νηστείας, αναγγείλατε με τον κήρυκα ευλαβή λιτανείαν. 15 Σαλπίσατε μὲ σάλπιγγα εἰς τὴν Σιὼν κηρύξατε ἱερὰν νηστείαν κηρύξατε ἁγίαν σύναξιν,
16 συναγάγετε λαόν, ἁγιάσατε ἐκκλησίαν, ἐκλέξασθε πρεσβυτέρους, συναγάγετε νήπια θηλάζοντα μαστούς, ἐξελθέτω νυμφίος ἐκ τοῦ κοιτῶνος αὐτοῦ καὶ νύμφη ἐκ τοῦ παστοῦ αὐτῆς. 16 Συναθροίσατε τον λαόν εις ιεράν συγκέντρωσιν, εκλέξατε πρεσβυτέρους ως άρχοντάς σας, συγκεντρώσατε και αυτά ακόμη τα νήπια, που θηλάζουν τους μητρικούς μαστούς· ας εξέλθη ο νεόνυμφος από τον νυμφικόν θάλαμον και η νεόνυμφος από τον νυμφικόν κοιτώνα. 16 συναθροίσατε τὸν λαόν, προετοιμάσατε ἁγίαν καὶ ἱερὰν συνάθροισιν, ὅλους τοὺς πρεσβυτέρους καὶ αὐτοὺς τοὺς ἐκλεκτοὺς καὶ διακρινομένους μαζεύσατέ τους, συναθροίσατε ἀκόμη καὶ αὐτὰ τὰ νήπια, ποὺ θηλάζουν τὰ μητρικὰ στήθη· ἂς βγῇ δὲ καὶ ὁ νυμφίος ἀπὸ τὸν κοιτῶνα του καὶ ἡ νύμφη ἀπὸ τὸν θάλαμόν της.
17 ἀνὰ μέσον τῆς κρηπῖδος τοῦ θυσιαστηρίου κλαύσονται οἱ ἱερεῖς οἱ λειτουργοῦντες τῷ Κυρίῳ καὶ ἐροῦσι· φεῖσαι, Κύριε, τοῦ λαοῦ σου καὶ μὴ δῷς τὴν κληρονομίαν σου εἰς ὄνειδος τοῦ κατάρξαι αὐτῶν ἔθνη, ὅπως μὴ εἴπωσιν ἐν τοῖ ἔθνεσι· ποῦ ἐστιν ὁ Θεὸς αὐτῶν; - 17 Γυρω από την βάσιν του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων θα κλαύσουν οι ιερείς, οι λειτουργίί του Κυρίου, και θα είπουν· “Σπλαγχνίσου και λυπήσου, Κυριε, τον λαόν σου και μη παραδώσης την ιδικήν σου κληρονομίαν στον εξευτελισμόν αυτόν, να κυριαρχήσουν δηλαδή επάνω εις αυτήν ειδωλολατρικοί λαοί, δια να μη είπουν τα έθνη· Που είναι, λοιπόν, ο Θεός των;” 17 Καὶ μεταξὺ τοῦ προνάου καὶ τοῦ θυσιαστηρίου ἂς κλαύσουν οἱ ἱερεῖς, ποὺ λειτουργοῦν εἰς τὸν Κύριον, καὶ ἂς εἶπουν: Λυπήσου, Κύριε, τὸν λαόν σου καὶ μὴ παραδώσῃς εἰς καταφρόνησιν καὶ ἐξευτελισμὸν τὴν κληρονομίαν σου, ὥστε νὰ κυριαρχήσουν ἐπ’ αὐτῶν οἱ ἐθνικοὶ διὰ νὰ μὴ εἴπουν μεταξὺ τῶν ἐθνικῶν· ποὺ εἶναι ὁ Θεός των;
18 Καὶ ἐζήλωσε Κύριος τὴν γῆν αὐτοῦ καὶ ἐφείσατο τοῦ λαοῦ αὐτοῦ. 18 Ο Κυριος με αγίαν και θερμήν αγάπην ηγάπησε την χώραν του και ελυπήθη τον λαόν του. 18 Καὶ ἔδειξε ζῆλον ὁ Κύριος διὰ τὴν χώραν του καὶ ἐλυπήθη τὸν λαόν του.
19 καὶ ἀπεκρίθη Κύριος καὶ εἶπε τῷ λαῷ αὐτοῦ· ἰδοὺ ἐγὼ ἐξαποστέλλω ὑμῖν τὸν σῖτον καὶ τὸν οἶνον καὶ τὸ ἔλαιον, καὶ ἐμπλησθήσεσθε αὐτῶν, καὶ οὐ δώσω ὑμᾶς οὐκέτι εἰς ὀνειδισμὸν ἐν τοῖς ἔθνεσι· 19 Ο Κυριος απήντησεν εις τας δεήσστου λαού του και είπεν· “ιδού εγώ θα στείλω προς σας πλουσίαν ευφορίαν, σίτον και οίνον και έλαιον. Θα χορτάσετε από αυτά και δεν θα επιτρέψω καταισχύνην και εξευτελισμόν εκ μέρους των ειδωλολατρών. 19 Καὶ ἀπεκρίθη ὁ Κύριος καὶ εἶπεν εἰς τὸν λαόν του: Ἰδοὺ ἐγὼ σᾶς στέλλω αὐτὰ ποὺ σᾶς ἔλειψαν λόγῳ τῆς θεομηνίας, δηλαδὴ τὸ σιτάρι καὶ τὸ κρασί καὶ τὸ λάδι, καὶ θὰ χορτασθῆτε ἀπὸ αὐτὰ καὶ δὲν θὰ σᾶς ἐκθέσω πλέον, ὥστε νὰ σᾶς ὀνειδίζουν καὶ να γελοῦν εἰς βάρος σας οἱ ἐθνικοὶ γείτονές σας.
20 καὶ τὸν ἀπὸ Βορρᾶ ἐκδιώξω ἀφ᾿ ὑμῶν καὶ ἐξώσω αὐτὸν εἰς γῆν ἄνυδρον καὶ ἀφανιῶ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ εἰς τὴν θάλασσαν τὴν πρώτην καὶ τὰ ὀπίσω αὐτοῦ εἰς τὴν θάλασσαν τὴν ἐσχάτην, καὶ ἀναβήσεται ἡ σαπρία αὐτοῦ, καὶ ἀναβήσεται ὁ βρόμος αὐτοῦ, ὅτι ἐμεγάλυνε τὰ ἔργα αὐτοῦ. 20 Εγώ θα εκδιώξω εκ της χώρας σας τον από βορρά επιδραμόντα εναντίον σας εχθρόν, θα τον απωθήσω εις περιοχήν άνυδρον και άγονον, θα εξαφανίσω τα προπορευόμενα τμήματά του μέσα εις την Νεκράν Θαλασσαν, τα δε ακολουθούντα τμήματα θα τα καταποντίσω εις την Μεσόγειον. Η δυσωδία από την αποσύνθεσιν των πτωμάτων του θα πλημμυρίση τον αέρα. Και ταύτα, διότι υπερηφανεύθη δια τα κατορθώματά του”. 20 Καὶ τὸν ἀπὸ τὰ βόρεια μέρη ἐπελθόντα ἐχθρὸν τῶν ἀκρίδων θὰ τὸν διώξω τελείως ἀπὸ σᾶς καὶ θὰ τὸν ἐξώσω εἰς γῆν, ποὺ δὲν ἔχει νερὸ καὶ συνεπῶς εἶναι ἔρημος καὶ ἐστερημένη βλαστήσεως. Καὶ θὰ ἐξαφανίσω τὸ τμῆμα, ποὺ προπορεύεται εἰς τὴν θάλασσαν τὴν Νεκράν, ποὺ θὰ τὴν συναντήσῃ πρώτην εἰς τὴν πορείαν του, καὶ τὸ ἀπ’ ὀπίσω τμῆμα του θὰ ἐξαφανίσω εἰς τὴν ἐσχάτην θάλασσαν, δηλαδὴ εἰς τὴν Μεσόγειον. Καὶ θὰ ἀνεβαίνῃ ἐπάνω ἡ σαπίλα του καὶ θὰ ἀνέρχεται ἡ βρῶμα του, διότι ὑπῆρξαν μεγάλα τὰ ἔργα τῆς καταστροφῆς καὶ τῆς ἀδικίας ποὺ ἔκαμεν.
21 θάρσει, γῆ, χαῖρε καὶ εὐφραίνου, ὅτι ἐμεγάλυνε Κύριος τοῦ ποιῆσαι. 21 Εχε, λοιπόν, θάρρος χώρα του Ισραήλ, χαίρε και ευφραίνου, διότι ο Κυριος μεγάλα και θαυμαστά έργα έκαμε δια σέ. 21 Ἔχε θάρρος, χώρα τῆς Παλαιστίνης, χαῖρε καὶ εὐφραίνου, διότι μεγάλα καὶ θαυμαστὰ ἐποίησεν ὁ Κύριος.
22 θαρσεῖτε, κτήνη τοῦ πεδίου, ὅτι βεβλάστηκε τὰ πεδία τῆς ἐρήμου, ὅτι ξύλον ἤνεγκε τὸν καρπὸν αὐτοῦ, συκῆ καὶ ἄμπελος ἔδωκαν τὴν ἰσχὺν αὐτῶν. 22 Και σεις ακόμη τα ζώα της υπαίθρου παρέτε θάρρος, διότι αι έρημοι και ξηραί πεδιάδες εβλάστησαν πλούσιον χόρτον, τα δένδρα εκαρποφόρησαν, η συκή και η άμπελος έδωσαν τα προϊόντα των. 22 Ἔχετε θάρρος, κτήνη τοῦ ἀγροῦ, διότι ἔχουν βλαστήσει αἱ πεδιάδες τῆς ἐρήμου, διότι κάθε δένδρον ἔφερε καὶ ἀπέδωκε τὸν καρπόν του· ἡ συκῆ καὶ ἡ ἄμπελος ἐκαρποφόρησαν μὲ ὅλην τὴν δύναμίν των.
23 καὶ τὰ τέκνα Σιών, χαίρετε καὶ εὐφραίνεσθε ἐπὶ τῷ Κυρίῳ Θεῷ ὑμῶν, διότι ἔδωκεν ὑμῖν τὰ βρώματα εἰς δικαιοσύνην καὶ βρέξει ὑμῖν ὑετὸν πρώϊμον καὶ ὄψιμον καθὼς ἔμπροσθεν. 23 Τέκνα της Ιερουσαλήμ, χαρήτε και ευφρανθήτε δια τον Θεόν σας, διότι σας έδωκε τροφάς, όπως αυτός έκρινεν. Αυτός θα στείλη, όπως και προηγουμένως, βροχήν πρώϊμον και όψιμον, βροχήν στον κατάλληλον καιρόν. 23 Καὶ σεῖς, τὰ παιδιὰ τῆς Σιών, χαίρετε καὶ εὐφραίνεσθε διὰ τὸν Κύριον καὶ Θεόν σας, διότι σᾶς ἔδωκε τὰ φαγητά, διὰ νὰ ἀσκῆτε δικαιοσύνην καὶ ἀρετὴν καὶ μὴ ἁμαρτάνετε πλέον, καὶ διότι θὰ σᾶς βρέχῃ βροχὴν σιγανὴν καὶ ποτιστικήν, φθινοπωρινὴν καὶ καλοκαιρινήν, ὅπως καὶ προτήτερα.
24 καὶ πλησθήσονται αἱ ἅλωνες σίτου, καὶ ὑπερεκχυθήσονται αἱ ληνοὶ οἴνου καὶ ἐλαίου. 24 Θα γεμίσουν τα αλώνια σας από άφθονον σίτον, θα υπερεκχειλίζουν τα κελλάρια σας από οίνον και έλαιον. 24 Καὶ θὰ γεμίσουν τὰ ἁλώνια μὲ σιτάρι, καὶ θὰ ξεχειλίσουν, μέχρι τοῦ νὰ χύνεται ἔξω, οἱ ληνοὶ ἀπὸ οἶνον καὶ ἀπὸ λάδι.
25 καὶ ἀνταποδώσω ὑμῖν ἀντὶ τῶν ἐτῶν ὧν κατέφαγεν ἡ ἀκρὶς καὶ ὁ βροῦχος καὶ ἡ ἐρυσίβη καὶ ἡ κάμπη, ἡ δύναμίς μου ἡ μεγάλη, ἣν ἐξαπέστειλα εἰς ὑμᾶς. 25 Θα ανταποδώσω εις σας πλούσια τα προϊόντα αντί εκείνων τα οποία είχε κατά τα προηγούμενα έτη καταφάγει η ακρίς και ο βρούχος, το μεγάλο αυτό στράτευμά μου, το οποίον εγώ έστειλα εναντίον σας προς παιδαγωγικήν τιμωρίαν σας. 25 Καὶ θὰ σᾶς ἀνταποδώσω πολλὰ ἀντὶ ἐκείνων, τὰ ὁποῖα κατέφαγεν ἡ ἀκρίδα καὶ ὁ βροῦχος καὶ ἡ ἐρυσίβη καὶ ἡ κάμπη, τὸ στράτευμά μου αὐτὸ τὸ μεγάλο, τὸ ὁποῖον ἐξαπέστειλα εἰς σᾶς.
26 καὶ φάγεσθε ἐσθίοντες καὶ ἐμπλησθήσεσθε καὶ αἰνέσετε τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ ὑμῶν, ἃ ἐποίησε μεθ᾿ ὑμῶν εἰς θαυμάσια, καὶ οὐ μὴ καταισχυνθῇ ὁ λαός μου εἰς τὸν αἰῶνα· 26 Θα φάγετέ με το παραπάνω, θα χορτάσετε και θα δοξάσετε το όνομα Κυρίου του Θεού σας, ο οποίος επραγματοποίησε προς σας τα θαυμαστά αυτά έργα. Ποτέ δε στο μέλλον δεν θα καταισχυνθή ο λαός μου. 26 Καὶ θὰ φάγετε ἀφθόνως καὶ θὰ ἐξακολουθῆτε τρώγοντες καὶ θὰ χορτασθῆτε καὶ θὰ ὑμνήσετε τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σας, δι’ ὅσα ἐποίησε μαζί σας προκαλοῦντα τὸν θαυμασμόν, καὶ δὲν θὰ ἐντροπιασθῇ πλέον ὁ λαός μου ποτὲ αἰωνίως.
27 καὶ ἐπιγνώσεσθε ὅτι ἐν μέσῳ τοῦ ᾿Ισραὴλ ἐγώ εἰμι, καὶ ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν, καὶ οὐκ ἔστιν ἔτι πλὴν ἐμοῦ, καὶ οὐ μὴ καταισχυνθῶσιν ἔτι ὁ λαός μου εἰς τὸν αἰῶνα. 27 Θα γνωρίσετε έτσι καλά και θα μάθετε ότι εγώ είμαι εν μέσω του ισραηλιτικού λαού· εγώ ο Κυριος και Θεός σας, και δεν υπάρχει άλλος Θεός πλην εμού. Δεν θα καταισχυνθή ποτέ πλέον στον αιώνα ο λαός μου. 27 Καὶ θὰ γνωρίσετε καλὰ ὅτι ἐν μέσῳ τοῦ Ἰσραὴλ προστάτης αὐτοῦ καὶ βοηθὸς εἶμαι Ἐγώ, καὶ Ἐγὼ εἶμαι Κύριος ὁ Θεός σας, καὶ δὲν ὑπάρχει ἄλλος κανεὶς ἐκτὸς Ἐμοῦ, καὶ δὲν θὰ καταισχυνθῇ πλέον ὁ λαός μου αἰωνίως.