ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ Α´ 15 - 16
15 Τέτοιοι μῦθοι καὶ ἐντολαὶ ἀνθρώπων εἶναι καὶ αἱ διακρίσεις τῶν φαγητῶν εἰς καθαρὰ καὶ ἀκάθαρτα. Ἂς ἠξεύρουν δὲ αὐτοί, ποὺ κάνουν τὰς διακρίσεις αὐτάς, ὅτι ὅλα μὲν εἶναι καθαρὰ εἰς τοὺς καθαροὺς κατὰ τὴν καρδίαν καὶ τὴν συνείδησιν, εἰς τοὺς μολυσμένους ὅμως καὶ ἀπίστους δὲν εἶναι τίποτε καθαρόν, ἀλλ’ ἔχει μολυνθῇ καὶ ὁ νοῦς των καὶ ἡ συνείδησίς των.
16 Ὁμολογοῦν, ὅτι γνωρίζουν τὸν Θεόν, μὲ τὰ ἔργα των ὅμως τὸν ἀρνοῦνται. Εἶναι σιχαμένοι καὶ ἀπειθεῖς καὶ ἄχρηστοι διὰ κάθε ἔργον ἀγαθόν.
ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ Β´ 1 - 10
1 Σὺ ὅμως δίδασκε ἐκεῖνα, ποὺ πρέπουν καὶ ἀρμόζουν εἰς τὴν ὀρθὴν καὶ ὑγιᾶ διδασκαλίαν.
2 Δίδασκε τοὺς γέροντας νὰ εἶναι προσεκτικοὶ καὶ ἄγρυπνοι, σεβαστοί, φρόνιμοι, νὰ μὴ εἶναι ἄρρωστοι καὶ ἀδύνατοι, ἀλλ’ ὑγιεῖς καὶ ἀκλόνητοι εἰς τὴν πίστιν, τὴν ἀγάπην, τὴν ὑπομονήν.
3 Τὸ ἴδιο καὶ αἱ ἠλικιωμέναι γυναῖκες δίδασκε νὰ εἶναι εἰς τὴν ἐξωτερικήν των ἐμφάνισιν καὶ ἐνδυμασίαν, ὅπως πρέπει εἰς ἱερὰ πρόσωπα, ποὺ ἐμφανίζονται ὡς εὐσεβῆ καὶ ἀφωσιωμένα εἰς τὸν Θεόν. Νὰ μὴ ἔχουν τὸ πάθος τῆς διαβολῆς καὶ τῆς κατακρίσεως, οὔτε νὰ εἶναι ὑποδουλωμέναι εἰς τὸ πολὺ κρασί, καὶ νὰ διδάσκουν τὰ καλά,
4 διὰ νὰ σωφρονίζουν καὶ βάζουν μυαλὸ εἰς τὰς νέας, ὥστε νὰ ἀγαποῦν αὗται τοὺς ἄνδρας των καὶ τὰ παιδιά των,
5 καὶ νὰ εἶναι ἐγκρατεῖς, ἁγναί, νὰ φροντίζουν διὰ τὰ σπίτια των, νὰ εἶναι ἀγαθαὶ καὶ νὰ ὑποτάσσωνται εἰς τοὺς ἰδίους των ἄνδρας, διὰ νὰ μὴ βλασφημῆται ἀπὸ αὐτοὺς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας τῆς δυστροπίας τῶν γυναικῶν των.
6 Τὸ ἴδιο καὶ τοὺς νεωτέρους πρότρεπέ τους νὰ εἶναι ἐγκρατεῖς καὶ συγκροτημένοι.
7 Ἀλλὰ συγχρόνως πρέπει καὶ σὺ νὰ παρέχῃς τὸν ἑαυτόν σου εἰς ὅλα ὑποδειγματικὸν παράδειγμα καλῶν ἔργων. Καὶ εἰς τὴν διδασκαλίαν ἀπόφευγε κάθε νόθευσιν, ὥστε αὐτὰ ποὺ διδάσκεις νὰ εἶναι ἡ ἀλήθεια ἀδιάφθορος, νὰ ἐμπνέουν τὴν σεμνότητα, νὰ διακρίνωνται διὰ καθαρότητα διδασκαλίας,
8 νὰ εἶναι λόγος ὑγιής, ἐλεύθερος ἀπὸ τὴν ἀρρώστιαν τῆς αἱρέσεως, ἀκατηγόρητος, ὥστε καθένας, ποὺ ἀνήκει εἰς τὴν ἀντίθετον πρὸς τὸν Χριστὸν καὶ τὸ εὐαγγέλιον μερίδα, νὰ ἐντροπιασθῇ, ἐπειδὴ δὲν θὰ ἔχῃ νὰ λέγει κανὲν κακὸν δι’ ἠμᾶς.
9 Πρότρεπε τοὺς δούλους νὰ ὑποτάσσωνται εἰς τοὺς δεσπότας των, νὰ εἶναι εἰς αὐτοὺς εὐάρεστοι εἰς ὅλα, νὰ μὴ ἀντιλέγουν.
10 Νὰ μὴ κλέπτουν, ἀλλὰ νὰ δεικνύουν κάθε καλὴν καὶ σύμφωνον πρὸς τὸ θεῖον θέλημα ἀξιοπιστίαν καὶ τιμιότητα. Καὶ νὰ φέρωνται ἔτσι, διὰ νὰ γίνονται στολισμὸς καθ’ ὅλα τῆς διδασκαλίας τοῦ σωτῆρος μας Θεοῦ.