Ο Όσιος Ιωάννης ο Ξένος είναι άγνωστος στους Συναξαριστές. Η βιογραφία του σώζεται σε χειρόγραφο στο χωριό Σίβα της επαρχίας Πυργιωτίσσης Κρήτης, ιδιαίτερης πατρίδας του Αγίου.
Ο Όσιος Ιωάννης ο Ξένος γεννήθηκε από ευσεβείς γονείς στα χρόνια του βασιλιά Κωνσταντίνου Ζ' του Πορφυρογέννητου (951 - 959 μ.Χ.) και ανδρώθηκε μετά την απελευθέρωση της Κρήτης από τον Νικηφόρο Φωκά το 961 μ.Χ. στο χωριό Σίβα. Από μικρός είχε κλίση στη μοναχική ζωή και έγινε ερημίτης στις σπηλιές της Κρήτης, ασκούμενος στην προσευχή και την εγκράτεια. Κατόπιν πήγε στο όρος Ράξος, όπου έκτισε ναό στο όνομα των Αγίων Ευτυχίου και Ευτυχιανού (βλέπε 17 Αυγούστου). Εκεί επίσης εκάρη Μοναχός από κάποιον ευλαβή Γέροντα και αναχώρησε στο όρος Μυριοκέφαλο. Στην κορυφή αυτού του όρους έκτισε την Ιερά Μονή της Θεοτόκου Αντιφωνήτριας, που σώζεται μέχρι σήμερα. Ο Όσιος όμως δεν έμεινε εκεί. Αφού γύρισε πολλά μέρη της Κρήτης και έκτισε Ναούς και Μοναστήρια, κατέληξε στο δυτικό μέρος της επαρχίας Κισσάμου, στο χωριό Ακτή, όπου έκτισε κατοικητήριο πολύ ησυχαστικό και κατόπιν μέγα κοινόβιο του Αγίου Ευσταθίου. Εκεί λοιπόν, αφού έζησε ζωή όσια και συνέταξε τη διαθήκη του, απεβίωσε ειρηνικά.
Σπουδαία πηγή περί του Οσίου αποτελεί ο κώδικας της Βοδληϊανής Βιβλιοθήκης της Οξφόρδης που περιέχει πιστό αντίγραφο της Διαθήκης του Οσίου.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Κρήτης τὸν γόνον, καὶ ἀσκητῶν ἐγκαλλώπισμα, ναῶν παμπόλλων ἱδρυτήν, Ἰωάννη τὸν Ὅσιον, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις οἱ πιστοί, βοῶντες πρὸς αὐτὸν χαρμονικῶς· σῶζε ταῖς λιταῖς σου τοὺς τὴν μνήμην σου τελοῦντας καὶ βοῶντάς σοι· Δόξα τῷ σέ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σέ θαυμαστώσαντι, δόξα τῶ ἐνεργοῦντι διά σου πᾶσιν ἰάματα.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ ζηλωτής, καὶ τῆς Θεοτόκου ναοὺς ἔκτισας ἀγαθέ, καὶ ἑτέρους ἄλλους, ναοὺς δὲ ἀνεγείρας, Ὅσιε Ἰωάννη, σκέπε τοὺς δούλους σου.
Έτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὁ τῆς Κρήτης θεῖος βλαστός, καὶ τῶν μοναζόντων ἀντιλήπτωρ τε καὶ φρουρός, χαίροις ὁ τῆς θείας, Ὅσιε Ἰωάννη, Μονῆς Μυριοκεφάλων, κτίτωρ γενόμενος.
Έτερον Μεγαλυνάριον
Ζήλῳ θείῳ μάκαρ πυρποληθείς, ἐκ θείου Ἀγγέλου, φωνὴν ἤκουσας ὡς βροντήν, καὶ φῶς ἰδὼν μέγα, Μυριοκεφάλων ὄρος, ὦδε ναὸν ἐγείρεις τῆς Θεομήτορος.