Τα ονόματα των τριών Αγίων δεν συμπεριλαμβάνεται σε κανένα επισκοπικό κατάλογο οιασδήποτε εποχής. Η τοποθέτησή τους χρονολογικά στους πρώτους μεγάλους διωγμούς είναι αστήρικτη αν και πέρασε στα σύγχρονα κείμενα. Αστήρικτος προς την Εκκλησιαστική Παράδοση την και μόνη πηγή, είναι και ότι ο Άγιος Ευτύχιος παραιτήθηκε από το θρόνο του Επισκόπου για να ασκητεύσει. Στη διδακτορική του διατριβή «Οἱ ῞Αγιοι τῆς πρώτης Βυζαντινῆς περιόδου τῆς Κρήτης καί ἡ σχετική πρός αὐτούς φιλολογία» ο σεβαστός καθηγητής κ. Θεοχάρης Δετοράκης στου οποίου την έρευνα η Εκκλησία της Κρήτης οφείλει πολλά, καλώς δεν αναφέρεται. Μόνη αξιόπιστη πηγή, για τον βίο των Αγίων είναι η ισχυρή επί αιώνες Τοπική Εκκλησιαστική Παράδοση την οποία βεβαιώνει ο Όσιος Ιωάννης o Ξένος (970 - 1027 μ.Χ.) από το Σίββα Πυργιωτίσσης (βλέπε 20 Σεπτεμβρίου) το 10ο αιώνα μ.Χ. Ο Ιωάννης γεννήθηκε αμέσως μετά την Αραβοκρατία και γνώριζε ως σχετικώς νωπή την παράδοση περί των Αγίων Ευτυχιανών (Ευτυχίου Επισκόπου, Ευτυχιανού Οσιομάρτυρος και Κασσιανής των αυταδέλφων), η οποία παράδοση ήθελε τους Αγίους να έζησαν κατά τη σκοτεινή περίοδο των διωγμών της Αραβοκρατίας. Η θεόθεν βεβαίωση έγινε με την δι’ αποκαλύψεως εύρεση των τάφων των Αγίων Ευτυχίου και Ευτυχιανού, όπου ως νέος ασκητής ο Ιωάννης ο Ξένος, έκτισε Ναό και Μονή, όμως ο βίος των ήταν γνωστός.
Ο Άγιος Ευτύχιος μαζί με τα κατά σάρκα αδέλφια του, Άγιο Ευτυχιανό και Αγία Κασσιανή, ασκήτευσαν στα Αστερούσια όρη, στα περίχωρα της Ιεράς Μονής Οδηγήτριας (κτίσθηκε πολύ αργότερα) και στο όρος Ράξος, λόγῳ διωγμών, ασκώντας και τα επισκοπικά του καθήκοντα. Κήδευσε τον Οσιομάρτυρα αδελφό του Ευτυχιανό, και κατά την επιθυμία του ετάφη όπου και ο αδελφός του όταν εκοιμήθη εν ειρήνη. Μετά την ταφή των δύο Αγίων στη θέση αυτή ολόκληρη η περιοχή πήρε το όνομά τους, «στούς Αγιούς», δηλαδή στον τόπο των Αγίων.
Ο Άγιος Ευτυχιανός βρήκε μαρτυρικό θάνατο έξω από το χωριό Λίσταρος, στην τοποθεσία «Μαναριά», εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το ξωκκλήσι του Μιχαήλ Αρχάγγελου. Πάνω στο βράχο που μαρτύρησε αποτυπώθηκαν το χέρι και η τσεκουριά (μαναριά). Τα δύο αδέλφια του, Ευτύχιος και Κασσιανή, κήδεψαν τον Άγιο Ευτυχιανό σε σπηλιά όπου ετάφη αργότερα και ο Ευτύχιος Επίσκοπος Γορτύνης, σύμφωνα με την επιθυμία του. Η σπηλιά αυτή λειτουργεί σήμερα ως εξωκκλήσι της Ιεράς Μονής Οδnγήτριας, προς τιμή των τριών αυταδέλφων Αγίων.
Η αδελφή των Αγίων, Κασσιανή, ασκήτεψε σε σπηλιά που βρίσκεται σε απόκρημνο μέρος, στο ακρωτήριο Λίθινo ή Κεφάλι, στην ονομαστή «σπηλιά της Καλόγριας».
Για το πώς βρήκε τους Αγίους Ευτύχιο και Ευτυχιανό αναφέρεται στην διαθήκη του ο εκ Σίβα Μεσαράς, Άγιος Ιωάννης ο Ξένος, ο οποίος έζησε μετά την απελευθέρωση της Κρήτης από τον Νικηφόρο Φωκά το 961 μ. Χ. Ανακάλυψε τους τάφους των και έκτισε Ναό προς τιμήν των. Την εν λόγῳ διαθήκη δημοσίευσε ο Νικ. Τωμαδάκης στο β΄ τόμο της επιστημονικής σειράς «Κρητικά Χρονικά» 1948, σελ. 47-72.
Στην Ιερά Μητρόπολη Γορτύνης και Αρκαδίας υπάρχει ο ερειπωμένος Ναός των Αγίων, κτίσμα του Οσίου Ιωάννου τού Ξένου και ο Ενοριακός Ναός της Ενορίας Λιστάρου Πυργιωτίσσης. Εικόνες των παλαιές και νέες υπάρχουν σε πολλούς Ναούς της Ιεράς Μητροπόλεως.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε, ότι το θέμα περί των Αγίων Ευτυχιανών δεν αποτελεί για την Κρήτη απλά ισχυρή Εκκλησιαστική Παράδοση, αλλά ασάλευτη Εκκλησιαστική Συνείδηση η οποία αποτελεί τη μόνη αυθεντία στην Εκκλησία, και η οποία ερείδεται στο φωτισμό και την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος όλου του πληρώματος της Εκκλησίας (κλήρου και λαού) και όχι μόνο της εκκλησιαστικής διοικήσεως. Αυτή, λοιπόν, η Εκκλησιαστική Συνείδηση αποφαίνεται απαρασαλεύτως για το θέμα τούτο επί μία χιλιετία και μάλιστα λατρευτικώς (μνήμη, προσκύνημα, Ακολουθίες εγκεκριμένες Συνοδικώς, εικόνες, παλαιές τοιχογραφίες, κ.α.).
Στις 8 Μαΐου 2011 μ.Χ., ο Σεβ. Μητροπ. Γορτύνης και Αρκαδίας κ. Μακάριος, τέλεσε τα εγκαίνια του προς τιμήν των Αγ. Ευτυχίου, Ευτυχιανού και Κασσιανής, ανεγερθέντος Ιερού Ναού στο Ιερό Μετόχι των Αγίων Ευτυχιανών, με την φροντίδα του Πανοσιολ. Αρχιμ. Παρθενίου Βουλγαράκη, Ηγουμένου και των αδελφών της Ιεράς Μονής Οδηγήτριας.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοὺς τρεῖς μεγίστους
Τούς τρεῖς ἀσβέστους φωστήρας τῆς ὑπερφώτου Θεότητος, τούς τήν ἐκκλησίαν ἀκτῖσι θαυμάτων θείων φαιδρύναντας˙ τούς ἀειῤῥόους ποταμούς τῆς Γορτύνης τούς τήν Κρήτην πᾶσαν Πνεύματος θείου χάρισι κατακλύσαντας˙ Εὐτύχιον τόν θεῖον, Εὐτυχιανόν τε τόν ὅσιον, σύν Κασσιανῇ αὐταδέλφῳ ἀσκητρίᾳ θεόφρονι˙ πάντες οἱ τῶν ὁσίων πιστοί μαθηταί συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν˙ αὐτοί γάρ τήν Τριάδα ὑπέρ ἡμῶν ἀεί ἱκετεύουσιν.