Ο Άγιος Μίκαλλος είναι ένας από τους τριακόσιους αγίους που ήρθαν στην Κύπρο περί τα μέσα του 12ου αιώνα μετά τη Β' Σταυροφορία (1147-1149 μ.Χ.).
Για την παιδική ηλικία, τους γονείς και την ιδιαίτερη πατρίδα του αγίου δεν έχουμε δυστυχώς καμιά πληροφορία. Εκείνο που συμπεραίνουμε γι' αυτόν είναι, πως ο άγιος, όταν ήταν νέος, αναγκάστηκε για μια καλύτερη ζωή να ξενιτευτεί. Πήγε στη Γερμανία κι εργαζόταν ως εργάτης με άλλους Έλληνες. Εκεί ευρισκόμενος άκουσε κάποια μέρα ένα συγκλονιστικό κήρυγμα για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων από τους Μωαμεθανούς. Σε λίγο χρονικό διάστημα αρκετοί άνθρωποι μαζεύτηκαν και δημιούργησαν μια μεγάλη στρατιά που ένα πρωί ξεκίνησε να κάμει έργο τον πόθο, που φλόγιζε τα στήθια των ανθρώπων αυτών. Η στρατιά αυτή, η γνωστή σαν Β’ σταυροφορία διαλύθηκε εκεί στη σημερινή Γιουγκοσλαβία. Ανάμεσα στα διάφορα σώματα στρατού ήταν και τριακόσιοι Έλληνες με αρχηγό κάποιο Αυξέντη, τον γνωστό άγιο Αυξέντιο. Όταν η στρατιά διαλύθηκε, οι Έλληνες μαζεύτηκαν και μετά από μία ενθουσιώδη ομιλία του Αρχηγού αποφάσισαν να τραβήξουν προς τα μέρη του Ιορδάνη και να ζήσουν εκεί μια ασκητική ζωή, μια ζωή πλήρους αφιέρωσης στον Θεό.
Η πρόταση έγινε δεκτή με ενθουσιασμό. Μετά από μια προσευχή που έγινε από μέρους όλων, οι άνθρωποι μας ξεκίνησαν. Πρώτα πήγαν και προσκύνησαν όλοι μαζί στα Ιεροσόλυμα. Ύστερα προχώρησαν προς τα έρημα του Ιορδάνη με σκοπό να αφιερωθούν στον Θεό και να ζήσουν εκεί τη ζωή που αποφάσισαν, τη μοναχική κι ασκητική ζωή. Η νηστεία, η προσευχή, η αγρυπνία, η μελέτη της Αγίας Γραφής, αλλά κι η έμπρακτη αγάπη προς όλους εκείνους που είχαν την ανάγκη τους, να η καθημερινή τους φροντίδα. Το περιβάλλον δυστυχώς και ευτυχώς του Ιορδάνη δεν τους βοηθούσε καθόλου στη ζωή που διάλεξαν να ζήσουν. Οι εχθροί της πίστεως του Χριστού που με φθονερό μάτι παρακολουθούσαν τη ζωή και την πρόοδο των ασκητών στα μέρη εκείνα, άρχισαν να τους παρενοχλούν. Κι αυτοί για να γλιτώσουν μαζεύτηκαν μια μέρα στην παραλία με τον σκοπό να φύγουν από τον τόπο εκείνο. Εδώ βρήκαν ένα καράβι, μπήκαν μέσα και ήρθαν στην Κύπρο, που ήταν τότε ονομαστή για τη θεοσέβεια της. Το καράβι σταμάτησε στην Πάφο. Μια παράδοση μάλιστα λέει, πως τούτο εξ αιτίας μιας δυνατής τρικυμίας, τσακίστηκε πάνω στους βράχους. Ευτυχώς οι άνθρωποι σώθηκαν όλοι πάνω στα συντρίμμια του καραβιού και βγήκαν έξω στη στεριά. Απ' εδώ σκορπίστηκαν σε διάφορα μέρη του Νησιού κι έζησαν ο καθένας τη μακάρια ζωή με τον δικό του τρόπο.
Αυτό έκανε κι ο άγιος Μίκαλλος. Στα μέρη της Ακανθούς, βρήκε δύο σπήλαια που στέκονται ακόμη και σήμερα και ξεκίνησε την ενάρετη άσκηση του.
Η θαυματουργική του δύναμη συνεχίζεται και σήμερα σε όσους με πίστη επισκέπτονταν μέχρι την επιδρομή του βάρβαρου Αττίλα το 1974 το εκκλησάκι του, που βρισκόταν δίπλα στα σπήλαια και επλένοντο με το αγίασμα του, ελάμβαναν τη θεραπεία στην αρρώστια τους και την παρηγοριά στη δοκιμασία τους. Η θαυματουργική χάρη του αγίου Μίκαλλου ανεφέρετο στη θεραπεία της μαλάριας και της λέπρας. Επίσης οι μητέρες που θήλαζαν τα παιδάκια τους, όταν δεν είχαν γάλα, πήγαιναν στη χάρη του με πίστη, θήλαζαν από τους σταλακτίτες που ήσαν στα σπήλαια και επεκαλούντο τη βοήθεια του, την οποίαν και ελάμβαναν πλούσια. Άρρητη ευωδία, αναφέρουν οι παλαιοί, ξεχυνόταν από τα δύο σπήλαια μέχρι τελευταία, που έφθανε γύρω στα χωράφια που καλλιεργούσαν οι αγρότες της Ακανθούς. Δίπλα στα σπήλαια υπήρχε και υπάρχει ακόμη μια θαλερή μυρτιά, «η μυρτιά του οσίου Μίκαλλου» στην οποία αποδίδονταν πλούσιες θαυματουργικές ιδιότητες.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τῆς ἐρήμου πολίτης, καὶ ἐν σώματι ἄγγελος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, θεφόρε πατὴρ ἠμῶν Μίκαλλε- νηστείρ, ἀγρυπνία, προσευχή, οὐράνια χαρίσματα λαβῶν θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τᾶς ψυχᾶς τῶν πίστει προστρεχόντων σοί. Δόξα τῷ δεδωκότι σοὶ ἰσχὺν δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι- δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πάσιν ἰάματα.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ εὐηρέστησας ὀσιακὴ ἀγωγή, θεσπέσιε Μίκαλλε, ἐν τοὶς σπηλαίοις τῆς γῆς οἰκήσας ὡς ἄσαρκος- εὖχος καὶ ἀντιλήπτωρ Ἀκανθοὺς τῆς ἐν Κύπρῳ, πρέσβευε δωρηθήναι τοὶς πιστοὶς οὐρανόθεν ὑγείαν καὶ εἰρήνην ψυχῶν ἀδιατάρακτον.
(Ποιηθέν υπό Χαραλάμπους Μ. Μπούσια).
Μεγαλυνάριον
Χαίροις, ο κοσμήτωρ της Ακανθούς, χαίροις, σπηλαιώτα, πύρ ο φλέγων της ακραιφνούς προς Θεόν αγάπης, φρυκτώρημα οσίων, βολαίς ο εκπυρσεύων βίου θεόφρονος.