Πέμπτη, 18 Απριλίου 2024
Ανατ: 06:46
Δύση: 20:04
Σελ. 10 ημ.
109-257
16ος χρόνος, 5906η ημέρα
Έκδοση: 4η

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΕΤΡΟΥ Β' - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 (Β)


 
 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ


 
Αρχαίο κείμενο Ερμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. Κολιτσάρα Ερμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
1 Ἐγένοντο δὲ καὶ ψευδοπροφῆται ἐν τῷ λαῷ, ὡς καὶ ἐν ὑμῖν ἔσονται ψευδοδιδάσκαλοι, οἵτινες παρεισάξουσιν αἱρέσεις ἀπωλείας, καὶ τὸν ἀγοράσαντα αὐτοὺς δεσπότην ἀρνούμενοι, ἐπάγοντες ἑαυτοῖς ταχινὴν ἀπώλειαν· 1 Εκτός όμως των αληθινών προφητών ανεφάνησαν και ψευδοπροφήται στον ιουδαϊκόν λαόν, όπως άλλωστε και μεταξύ σας θα παρουσιασθούν ψευδοδιδάσκαλοι, οι οποίοι με πολλήν επιτηδειότητα και πανουργίαν θα προσπαθήσουν να εισαγάγουν και διαδώσουν ολεθρίας αιρέσεις. Θα αρνούνται δε και θα παραμερίζουν αυτόν τον Κυριον και Δεσπότην, που τους εξηγόρασεν από την αιωνίαν καταδίκην με το αίμα του, και θα επισύρουν εναντίον του εαυτού των ταχείαν καταστροφήν. 1 Εκτὸς ὅμως τῶν ἀληθινῶν προφητῶν ἀνεφάνησαν καὶ ψευδοπροφῆται εἰς τὸν ἰουδαϊκὸν λαόν, ὅπως ἄλλωστε καὶ μεταξύ σας θὰ παρουσιασθοῦν ψευδοδιδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι μὲ πολλὴν ἐπιτηδειότητα καὶ πανουργίαν θὰ προσπαθήσουν νὰ εἰσαγάγουν καὶ διαδώσουν ὀλεθρίας αἱρέσεις. Θὰ ἀρνοῦνται δὲ καὶ θὰ παραμερίζουν αὐτὸν τὸν Κύριον καὶ Δεσπότην, ποὺ τοὺς ἐξηγόρασεν ἀπὸ τὴν αἰωνίαν καταδίκην μὲ τὸ αἷμα του, καὶ θὰ ἐπισύρουν ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ των ταχείαν καταστροφήν.
2 καὶ πολλοὶ ἐξακολουθήσουσιν αὐτῶν ταῖς ἀσελγείαις, δι’ οὓς ἡ ὁδὸς τῆς ἀληθείας βλασφημηθήσεται· 2 Και πολλοί θα παρασυρθούν από τους δολίους αυτούς αιρετικούς και θα ακολουθήσουν τας διαφόρους αυτών ακολασίας. Εξ αιτίας δε όλων αυτών θα βλασφημηθή και θα κακολογηθή ο δρόμος της χριστιανικής αληθείας, που οδηγεί στον αγιασμόν και την ομοίωσιν προς τον Θεόν. 2 Καὶ πολλοὶ θὰ παρασυρθοῦν ἀπὸ τοὺς δολίους αὐτοὺς αἱρετικοὺς καὶ θὰ ἀκολουθήσουν τὰς διαφόρους αὐτῶν ἀκολασίας. Ἐξ αἰτίας δὲ ὅλων αὐτῶν θὰ βλασφημηθῇ καὶ θὰ κακολογηθῇ ὁ δρόμος τῆς χριστιανικῆς ἀληθείας, ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὸν ἁγιασμὸν καὶ τὴν ὁμοίωσιν πρὸς τὸν Θεόν.
3 καὶ ἐν πλεονεξίᾳ πλαστοῖς λόγοις ὑμᾶς ἐμπορεύσονται, οἷς τὸ κρίμα ἔκπαλαι οὐκ ἀργεῖ, καὶ ἡ ἀπώλεια αὐτῶν οὐ νυστάξει. 3 Και οι ψευδοδιδάσκαλοι αυτοί, σαν απατεώνες και δόλιοι έμποροι, δια να επιτύχουν εις βάρος σας αισχρά κέρδη, θα σας εκμεταλλευθούν με ψευδείς διδασκαλίας, τας οποίας θα συλλαμβάνη και θα πλάθη η νοσηρά των διάνοια. Εναντίον αυτών η καταδίκη δεν θα βραδύνη, όπως και εις την παλαιάν εποχήν δεν εβράδυνε εναντίον άλλων ομοίων των, και η απώλειά των δεν κοιμαται (αλλά θα εκσπάση βαρεία εναντίον των, όταν σταματήση πλέον η μακροθυμία του Θεού). 3 Καὶ οἱ ψευδοδιδάσκαλοι αὐτοί, σὰν ἀπατεῶνες καὶ δόλιοι ἔμποροι, διὰ νὰ ἐπιτύχουν εἰς βάρος σας αἰσχρὰ κέρδη, θὰ σᾶς ἐκμεταλλευθοῦν μὲ ψευδεῖς διδασκαλίας, τὰς ὁποίας θὰ συλλαμβάνῃ καὶ θὰ πλάθῃ ἡ νοσηρά των διάνοια. Ἐναντίον αὐτῶν ἡ καταδίκη δὲν θὰ βραδύνη, ὅπως καὶ εἰς τὴν παλαιὰν ἐποχὴν δὲν ἐβράδυνε ἐναντίον ἄλλων ὁμοίων των, καὶ ἡ ἀπώλειά των δὲν κοιμᾶται (ἀλλὰ θὰ ἐκσπάσῃ βαρεῖα ἐναντίον των, ὅταν σταματήσῃ πλέον ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ).
4 εἰ γὰρ ὁ Θεὸς ἀγγέλων ἁμαρτησάντων οὐκ ἐφείσατο, ἀλλὰ σειραῖς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν εἰς κρίσιν τηρουμένους, 4 Διότι, εάν ο Θεός δεν ελυπήθη και δεν ελογαριασε και αυτούς ακόμη τους αγγέλους που είχαν αμαρτήσει, αλλά με φοβερές αλυσίδες δεμένους τους έρριψε στο βαθύ σκοτάδι του ταρτάρου και τους παρέδωσε να φρουρούνται δια την ημέραν της κρίσεως· 4 Διότι, ἐὰν ὁ Θεὸς δὲν ἐλυπήθη καὶ δὲν ἐλογάριασε καὶ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς ἀγγέλους ποὺ εἶχαν ἁμαρτήσει, ἀλλὰ μὲ φοβερὲς ἁλυσίδες δεμένους τοὺς ἔρριψε εἰς τὸ βαθὺ σκοτάδι τοῦ ταρτάρου καὶ τοὺς παρέδωσε νὰ φρουροῦνται διὰ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως·
5 καὶ ἀρχαίου κόσμου οὐκ ἐφείσατο, ἀλλὰ ὄγδοον Νῶε δικαιοσύνης κήρυκα ἐφύλαξε, κατακλυσμὸν κόσμῳ ἀσεβῶν ἐπάξας, 5 και εάν τον παλαιόν εκείνον κόσμον της εποχής του κατακλυσμού δεν ελυπήθη, αλλά διεφύλαξε μόνον τον Νώε και επτά άλλους από την καταστροφήν, όταν εξαπέλυσε τον κατακλυσμόν στον κόσμον των ασεβών· 5 καὶ ἐὰν τὸν παλαιὸν ἐκεῖνον κόσμον τῆς ἐποχῆς τοῦ κατακλυσμοῦ δὲν ἐλυπήθη, ἀλλὰ διεφύλαξε μόνον τὸν Νῶε καὶ ἑπτὰ ἄλλους ἀπὸ τὴν καταστροφήν, ὅταν ἐξαπέλυσε τὸν κατακλυσμὸν εἰς τὸν κόσμον τῶν ἀσεβῶν·
6 καὶ πόλεις Σοδόμων καὶ Γομόρρας τεφρώσας καταστροφῇ κατέκρινεν, ὑπόδειγμα μελλόντων ἀσεβεῖν τεθεικώς, 6 και εάν τας πόλεις των Σοδόμων και της Γομόρρας τας έκαψε και τας έκαμε στάκτην και τας κατεδίκασε εις την φοβεράν αυτήν καταστροφήν, να μένουν ως παράδειγμα της θείας οργής προς εκείνους, που θα εζούσαν στο μέλλον με ασέβειαν και φαυλότητα· 6 καὶ ἐὰν τὰς πόλεις τῶν Σοδόμων καὶ τῆς Γομόρρας τὰς ἔκαψε καὶ τὰς ἔκαμε στάκτην καὶ τὰς κατεδίκασε εἰς τὴν φοβερὰν αὐτὴν καταστροφήν, νὰ μένουν ὡς παράδειγμα τῆς θείας ὀργῆς πρὸς ἐκείνους, ποὺ θὰ ἐζοῦσαν εἰς τὸ μέλλον μὲ ἀσέβειαν καὶ φαυλότητα·
7 καὶ δίκαιον Λὼτ καταπονούμενον ὑπὸ τῆς τῶν ἀθέσμων ἐν ἀσελγείᾳ ἀναστροφῆς ἐρρύσατο· 7 και εάν τον δίκαιον Λωτ τον εγλύτωσε όταν εταλαιπωρείτο και υπέφερε από την φαύλην συμπεριφοράν και ζωήν εκείνων, που με τας βδελυράς ακολασίας των καταπατούσαν και παρεβίαζαν τους φυσικούς θεσμούς της συνειδήσεως, 7 καὶ ἐὰν τὸν δίκαιον Λὼτ τὸν ἐγλύτωσε ὅταν ἐταλαιπωρεῖτο καὶ ὑπέφερε ἀπὸ τὴν φαύλην συμπεριφορὰν καὶ ζωὴν ἐκείνων, ποὺ μὲ τὰς βδελυρὰς ἀκολασίας των καταπατοῦσαν καὶ παρεβίαζαν τοὺς φυσικοὺς θεσμοὺς τῆς συνειδήσεως,
8 βλέμματι γὰρ καὶ ἀκοῇ ὁ δίκαιος, ἐγκατοικῶν ἐν αὐτοῖς, ἡμέραν ἐξ ἡμέρας ψυχὴν δικαίαν ἀνόμοις ἔργοις ἐβασάνισεν· 8 -διότι ο δίκαιος Λωτ βλέπων με τα μάτια του και ακούων καθημερινώς τας φαυλότητας εκείνων εν μέσω των οποίων κατοικούσε, έθετεν εις δοκιμασίαν και βάσανον κάθε ημέραν την δικαίαν ψυχήν του με τα παράνομα έργα των, χωρίς καθόλου να παρασυρθή από το ελεεινόν παράδειγμα των-. 8 -διότι ὁ δίκαιος Λὼτ βλέπων μὲ τὰ μάτια του καὶ ἀκούων καθημερινῶς τὰς φαυλότητας ἐκείνων ἐν μέσῳ τῶν ὁποίων κατοικοῦσε, ἔθετεν εἰς δοκιμασίαν καὶ βάσανον κάθε ἡμέραν τὴν δικαίαν ψυχὴν του μὲ τὰ παράνομα ἔργα των, χωρὶς καθόλου νὰ παρασυρθῇ ἀπὸ τὸ ἐλεεινὸν παράδειγμά των-.
9 οἶδε Κύριος εὐσεβεῖς ἐκ πειρασμοῦ ῥύεσθαι, ἀδίκους δὲ εἰς ἡμέραν κρίσεως κολαζομένους τηρεῖν, 9 Ολα αυτά μαρτυρούν, ότι γνωρίζει ο Κυριος τους μεν ευσεβείς να τους γλυτώνη και να τους σώζη από δοκιμασίας και περιπετείας, τους δε αδίκους, οι οποίοι και κατά την παρούσαν ζωήν βασανίζονται από την αμαρτωλότητά των, να τους φυλάττη δια την μεγάλην εκείνην ημέραν της Κρίσεως (οπότε και θα τους επιβάλη πλήρη την τιμωρίαν). 9 Ὅλα αὐτὰ μαρτυροῦν, ὅτι γνωρίζει ὁ Κύριος τοὺς μὲν εὐσεβεῖς νὰ τοὺς γλυτώνῃ καὶ νὰ τοὺς σώζῃ ἀπὸ δοκιμασίας καὶ περιπετείας, τοὺς δὲ ἀδίκους, οἱ ὁποῖοι καὶ κατὰ τὴν παροῦσαν ζωὴν βασανίζονται ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλότητά των, νὰ τοὺς φυλάττῃ διὰ τὴν μεγάλην ἐκείνην ἡμέραν τῆς Κρίσεως (ὁπότε καὶ θὰ τοὺς ἐπιβάλῃ πλήρη τὴν τιμωρίαν).
10 μάλιστα δὲ τοὺς ὀπίσω σαρκὸς ἐν ἐπιθυμίᾳ μιασμοῦ πορευομένους καὶ κυριότητος καταφρονοῦντας. τολμηταί, αὐθάδεις! δόξας οὐ τρέμουσι βλασφημοῦντες, 10 Εις κρίσιν και αιωνίαν καταδίκην ο Θεός κρατεί μάλιστα εκείνους, που πορεύονται οπίσω από τας σαρκικάς ηδονάς με επιθυμίας που μολύνουν και μιαίνουν, και οι οποίοι καταφρονούν την κυριότητα και εξουσίαν του παντοδυνάμου Θεού. Αυτοί είναι θρασείς και αδίστακτοι δια το κακόν, αλαζονικοί και αναιδείς. Δεν φοβούνται και δεν τρέμουν, όταν βλασφημούν και χλευάζουν και αυτούς τους ενδόξους αγγέλους. 10 Εἰς κρίσιν καὶ αἰωνίαν καταδίκην ὁ Θεὸς κρατεῖ μάλιστα ἐκείνους, ποὺ πορεύονται ὀπίσω ἀπὸ τὰς σαρκικὰς ἡδονὰς μὲ ἐπιθυμίας ποὺ μολύνουν καὶ μιαίνουν, καὶ οἱ ὁποῖοι καταφρονοῦν τὴν κυριότητα καὶ ἐξουσίαν τοῦ παντοδυνάμου Θεοῦ. Αὐτοὶ εἶναι θρασεῖς καὶ ἀδίστακτοι διὰ τὸ κακόν, ἀλαζονικοὶ καὶ ἀναιδεῖς. Δὲν φοβοῦνται καὶ δὲν τρέμουν, ὅταν βλασφημοῦν καὶ χλευάζουν καὶ αὐτοὺς τοὺς ἐνδόξους ἀγγέλους.
11 ὅπου ἄγγελοι ἰσχύϊ καὶ δυνάμει μείζονες ὄντες οὐ φέρουσι κατ’ αὐτῶν παρὰ Κυρίῳ βλάσφημον κρίσιν. 11 Εις στιγμήν κατά την οποίαν οι άγγελοι, αν και κατά την ισχύν και την δύναμιν είναι μεγαλύτεροι, δεν εκφέρουν ενώπιον του Κυρίου κρίσιν υβριστικήν ούτε και εναντίον των πονηρών δαιμόνων. 11 Εἰς στιγμὴν κατὰ τὴν ὁποίαν οἱ ἄγγελοι, ἂν καὶ κατὰ τὴν ἰσχὺν καὶ τὴν δύναμιν εἶναι μεγαλύτεροι, δὲν ἐκφέρουν ἐνώπιον τοῦ Κυρίου κρίσιν ὑβριστικὴν οὔτε καὶ ἐναντίον τῶν πονηρῶν δαιμόνων.
12 οὗτοι δέ, ὡς ἄλογα ζῷα φυσικὰ γεγεννημένα εἰς ἅλωσιν καὶ φθοράν, ἐν οἷς ἀγνοοῦσι βλασφημοῦντες, ἐν τῇ φθορᾷ αὐτῶν καταφθαρήσονται, 12 Αυτοί δε οι αιρετικοί, σαν άλογα ζώα, γεννημένα δια να ακολουθούν τας φυσικάς ορμάς, θα καταδικασθούν ασφαλώς εις φθοράν και απώλειαν, διότι υβρίζουν και βλασφημούν, εκείνα τα οποία αγνοούν, δηλαδή τους αγγέλους. 12 Αὐτοὶ δὲ οἱ αἱρετικοί, σὰν ἄλογα ζῶα, γεννημένα διὰ νὰ ἀκολουθοῦν τὰς φυσικὰς ὁρμάς, θὰ καταδικασθοῦν ἀσφαλῶς εἰς φθορὰν καὶ ἀπώλειαν, διότι ὑβρίζουν καὶ βλασφημοῦν, ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα ἀγνοοῦν, δηλαδὴ τοὺς ἀγγέλους.
13 κομιούμενοι μισθὸν ἀδικίας, ἡδονὴν ἡγούμενοι τὴν ἐν ἡμέρᾳ τρυφήν, σπίλοι καὶ μῶμοι, ἐντρυφῶντες ἐν ταῖς ἀπάταις αὐτῶν, συνευωχούμενοι ὑμῖν, 13 Θα πάρουν δε ως μισθόν την πρέπουσαν τιμωρίαν της αδικίας των. Αυτοί θεωρούν ως ηδονήν και απόλαυσιν το να οργιάζουν εις τρυφηλάς διασκεδάσεις, όχι μόνον την νύκτα, αλλά και την ημέραν. Είναι στίγματα και όνειδος της κοινωνίας και θεωρούν απόλαυσιν και ηδονήν να παραπλανούν τους άλλους με τας απάτας των, τας οποίας μάλιστα θέτουν εις κυκλοφορίαν, όταν συντρώγουν μαζή σας. 13 Θὰ πάρουν δὲ ὡς μισθὸν τὴν πρέπουσαν τιμωρίαν τῆς ἀδικίας των. Αὐτοὶ θεωροῦν ὡς ἡδονὴν καὶ ἀπόλαυσιν τὸ νὰ ὀργιάζουν εἰς τρυφηλὰς διασκεδάσεις, ὄχι μόνον τὴν νύκτα, ἀλλὰ καὶ τὴν ἡμέραν. Εἶναι στίγματα καὶ ὄνειδος τῆς κοινωνίας καὶ θεωροῦν ἀπόλαυσιν καὶ ἡδονὴν νὰ παραπλανοῦν τοὺς ἄλλους μὲ τὰς ἀπάτας των, τὰς ὁποίας μάλιστα θέτουν εἰς κυκλοφορίαν, ὅταν συντρώγουν μαζῆ σας.
14 ὀφθαλμοὺς ἔχοντες μεστοὺς μοιχαλίδος καὶ ἀκαταπαύστους ἁμαρτίας, δελεάζοντες ψυχὰς ἀστηρίκτους, καρδίαν γεγυμνασμένην πλεονεξίας ἔχοντες, κατάρας τέκνα! 14 Εχουν μάτια γεμάτα από αισχράς επιθυμίας και τα οποία μάτια συνεχώς και ακαταπαύστως αμαρτάνουν. Εξαπατούν με δελεαστικά και απατηλά λόγια ψυχάς, που δεν είναι στηριγμέναι εις την πίστιν και την αρετήν. Εχουν αυτοί καρδίαν γυμνασμένην εις την αχόρταστον επιθυμίαν του χρήματος και των ηδονών. Είναι τέκνα της κατάρας! 14 Ἔχουν μάτια γεμᾶτα ἀπὸ αἰσχρὰς ἐπιθυμίας καὶ τὰ ὁποῖα μάτια συνεχῶς καὶ ἀκαταπαύστως ἁμαρτάνουν. Ἐξαπατοῦν μὲ δελεαστικὰ καὶ ἀπατηλὰ λόγια ψυχάς, ποὺ δὲν εἶναι στηριγμέναι εἰς τὴν πίστιν καὶ τὴν ἀρετήν. Ἔχουν αὐτοὶ καρδίαν γυμνασμένην εἰς τὴν ἀχόρταστον ἐπιθυμίαν τοῦ χρήματος καὶ τῶν ἡδονῶν. Εἶναι τέκνα τῆς κατάρας!
15 καταλιπόντες εὐθεῖαν ὁδὸν ἐπλανήθησαν, ἐξακολουθήσαντες τῇ ὁδῷ τοῦ Βαλαὰμ τοῦ Βοσόρ, ὃς μισθὸν ἀδικίας ἠγάπησεν, 15 Αφού εγκατέλειψαν τον ευθύν δρόμον, παρεπλανήθησαν εις τας αδιεξόδους της αμαρτίας. Ηκολούθησαν τον δρόμον και το κακόν παράδειγμα του Βαλαάμ, υιού του Βοσόρ, ο οποίος ηγάπησε μισθόν της αδικίας (όταν επήρε χρήματα από τον βασιλέα των Μωαβιτών, δια να καταρασθή εν γνώσει του άδικα, τον λαόν του Θεού, τους Ισραηλίτας). 15 Ἀφοῦ ἐγκατέλειψαν τὸν εὐθὺν δρόμον, παρεπλανήθησαν εἰς τὰς ἀδιεξόδους τῆς ἁμαρτίας. Ἠκολούθησαν τὸν δρόμον καὶ τὸ κακὸν παράδειγμα τοῦ Βαλαάμ, υἱοῦ τοῦ Βοσόρ, ὁ ὁποῖος ἠγάπησε μισθὸν τῆς ἀδικίας (ὅταν ἐπῆρε χρήματα ἀπὸ τὸν βασιλέα τῶν Μωαβιτῶν, διὰ νὰ καταρασθῇ ἐν γνώσει του ἄδικα, τὸν λαὸν τοῦ Θεοῦ, τοὺς Ἰσραηλίτας).
16 ἔλεγξιν δὲ ἔσχεν ἰδίας παρανομίας· ὑποζύγιον ἄφωνον ἐν ἀνθρώπου φωνῇ φθεγξάμενον ἐκώλυσε τὴν τοῦ προφήτου παραφρονίαν. 16 Αλλ' επήρε τον πρέποντα έλεγχον δια την παρανομίαν του αυτήν. Διότι το υποζύγιόν του, όνος εκ φύσεως άφωνος, ωμίλησε με φωνήν ανθρώπου και ημπόδισε την παράφρονα αυτήν πράξιν του προφήτου εκείνου. 16 Ἀλλ' ἐπῆρε τὸν πρέποντα ἔλεγχον διὰ τὴν παρανομίαν του αὐτήν. Διότι τὸ ὑποζύγιόν του, ὄνος ἐκ φύσεως ἄφωνος, ὡμίλησε μὲ φωνὴν ἀνθρώπου καὶ ἠμπόδισε τὴν παράφρονα αὐτὴν πρᾶξιν τοῦ προφήτου ἐκείνου.
17 οὗτοί εἰσι πηγαὶ ἄνυδροι, νεφέλαι ὑπὸ λαίλαπος ἐλαυνόμεναι, οἷς ὁ ζόφος τοῦ σκότους εἰς αἰώνα τετήρηται. 17 Αυτοί είναι κατάξερες, χωρίς νερό, πηγές, σύννεφα που τα σπρώχνουν με ορμήν θυελλώδεις άνεμοι. Δι' αυτούς έχει φυλαχθή και τους περιμένει το κατάμαυρο αιώνιον σκοτάδι του Αδου. 17 Αὐτοὶ εἶναι κατάξερες, χωρὶς νερό, πηγές, σύννεφα ποὺ τὰ σπρώχνουν μὲ ὁρμὴν θυελλώδεις ἄνεμοι. Δι' αὐτοὺς ἔχει φυλαχθῇ καὶ τοὺς περιμένει τὸ κατάμαυρο αἰώνιον σκοτάδι τοῦ Ἅδου.
18 ὑπέρογκα γὰρ ματαιότητος φθεγγόμενοι δελεάζουσιν ἐν ἐπιθυμίαις σαρκὸς ἀσελγείαις τοὺς ὄντως ἀποφυγόντας τοὺς ἐν πλάνῃ ἀναστρεφομένους, 18 Διότι αυτοί ομιλούν με εξωγκωμένους κτυπητούς λόγους, γεμάτους ψεύδος και ματαιότητα, και παρασύρουν με το δόλωμα των σαρκικών επιθυμιών και των ακολασιών, τους αστηρίκτους πιστούς, οι οποίοι εν τούτοις έχουν όντως ξεφύγει από τους ειδωλολάτρας, τους ζώντας μέσα εις την πλάνην της αμαρτίας. 18 Διότι αὐτοὶ ὁμιλοῦν μὲ ἐξωγκωμένους κτυπητοὺς λόγους, γεμάτους ψεῦδος καὶ ματαιότητα, καὶ παρασύρουν μὲ τὸ δόλωμα τῶν σαρκικῶν ἐπιθυμιῶν καὶ τῶν ἀκολασιῶν, τοὺς ἀστηρίκτους πιστούς, οἱ ὁποῖοι ἐν τούτοις ἔχουν ὄντως ξεφύγει ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρας, τοὺς ζῶντας μέσα εἰς τὴν πλάνην τῆς ἁμαρτίας.
19 ἐλευθερίαν αὐτοῖς ἐπαγγελλόμενοι, αὐτοὶ δοῦλοι ὑπάρχοντες τῆς φθορᾶς· ᾧ γάρ τις ἥττηται, τούτῳ καὶ δεδούλωται. 19 Και υπόσχονται εις αυτούς λύτρωσιν και ελευθερίαν, ενώ αυτοί είναι δούλοι της διαφθοράς, που οδηγεί εις την καταστροφήν. Διότι εις εκείνο το πάθος, από το οποίον κανείς έχει νικηθή, εις αυτό και έχει υποδουλωθή. 19 Καὶ ὑπόσχονται εἰς αὐτοὺς λύτρωσιν καὶ ἐλευθερίαν, ἐνῶ αὐτοὶ εἶναι δοῦλοι τῆς διαφθορᾶς, ποὺ ὁδηγεῖ εἰς τὴν καταστροφήν. Διότι εἰς ἐκεῖνο τὸ πάθος, ἀπὸ τὸ ὁποῖον κανεὶς ἔχει νικηθῆ, εἰς αὐτὸ καὶ ἔχει ὑποδουλωθῆ.
20 εἰ γὰρ ἀποφυγόντες τὰ μιάσματα τοῦ κόσμου ἐν ἐπιγνώσει τοῦ Κυρίου καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ, τούτοις δὲ πάλιν ἐμπλακέντες ἡττῶνται, γέγονεν αὐτοῖς τὰ ἔσχατα χείρονα τῶν πρώτων· 20 Διατι εάν, αφού απέφυγαν τους μολυσμούς του αμαρτωλού κόσμου χάρις εις την πλήρη γνώσιν του Κυρίου και Σωτήρος Ιησού Χριστού, ενεπλάκησαν πάλιν και έπεσαν εις τας αμαρτωλάς ηδονάς και νικώνται από αυτάς, τότε το τελευταίον των κατάντημα είναι χειρότερον από το πρώτον. 20 Διότι ἐάν, ἀφοῦ ἀπέφυγαν τοὺς μολυσμοὺς τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου χάρις εἰς τὴν πλήρη γνῶσιν τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐνεπλάκησαν πάλιν καὶ ἔπεσαν εἰς τὰς ἁμαρτωλὰς ἡδονὰς καὶ νικῶνται ἀπὸ αὐτάς, τότε τὸ τελευταῖον των κατάντημα εἶναι χειρότερον ἀπὸ τὸ πρῶτον.
21 κρεῖττον γὰρ ἦν αὐτοῖς μὴ ἐπεγνωκέναι τὴν ὁδὸν τῆς δικαιοσύνης ἢ ἐπιγνοῦσιν ὑποστρέψαι ἐκ τῆς παραδοθείσης αὐτοῖς ἁγίας ἐντολῆς. 21 Διότι ήτο πολύ καλύτερον δι' αυτούς, να μη είχαν γνωρίσει καθόλου τον δρόμον της δικαιοσύνης, παρά, αφού τον εγνώρισαν καλά, να φύγουν και να απομακρυνθούν από το παραδοθέν εις αυτούς άγιον θέλημα του Κυρίου και να επιστρέψουν εις την ακαθαρσίαν της αμαρτωλότητος. 21 Διότι ἦτο πολὺ καλύτερον δι' αὐτούς, νὰ μὴ εἶχαν γνωρίσει καθόλου τὸν δρόμον τῆς δικαιοσύνης, παρά, ἀφοῦ τὸν ἐγνώρισαν καλά, νὰ φύγουν καὶ νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὸ παραδοθὲν εἰς αὐτοὺς ἅγιον θέλημα τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ἐπιστρέψουν εἰς τὴν ἀκαθαρσίαν τῆς ἁμαρτωλότητος.
22 συμβέβηκε δὲ αὐτοῖς τὸ τῆς ἀληθοῦς παροιμίας, κύων ἐπιστρέψας ἐπὶ τὸ ἴδιον ἐξέραμα, καί, ὗς λουσαμένη εἰς κύλισμα βορβόρου. 22 Ετσι δε έχει πραγματοποιηθή εις αυτούς εκείνο, που η αληθινή παροιμία λέγει· “σκυλί που γύρισε πάλι στο ξέρασμά του” και χοίρος, που, αφού ελούσθη και εκαθαρίσθη, εκυλίσθη πάλιν μέσαν εις την λάσπην”. 22 Ἔτσι δὲ ἔχει πραγματοποιηθῆ εἰς αὐτοὺς ἐκεῖνο, ποὺ ἡ ἀληθινὴ παροιμία λέγει· <σκυλὶ ποὺ γύρισε πάλι στὸ ξέρασμά του> καὶ χοῖρος, πού, ἀφοῦ ἐλούσθη καὶ ἐκαθαρίσθη, ἐκυλίσθη πάλιν μέσαν εἰς τὴν λάσπην>.